Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο XXIII

Η πόρτα του δωματίου της Ελίσα χτύπησε ελαφρά και εκείνη απάντησε εύθυμα.

<<Πέρασε Έμμα!>>

Η μεγάλη ξύλινη πόρτα άνοιξε αργά και την εμφάνισή της στην είσοδο έκανε μια μελαχρινή νεαρή με το βλέμμα να κοίτα το πάτωμα. Η Ελίσα γύρισε να την κοιτάξει και όταν κατάλαβε πως δεν ήταν η Έμμα σηκώθηκε απότομα από τη θέση της.

<<Ποια είσαι; Που είναι η Έμμα;>> ρώτησε ελάχιστα αναστατωμένη όταν έφτασε δίπλα της.

Η νεαρή υποκλίθηκε βαθιά και απέφυγε το βλέμμα της.

<<Λυπάμαι που μεταφέρω εγώ τα άσχημα νέα. Η δεσποινίς Έμμα βρέθηκε νεκρή σήμερα τα χαράματα σε έναν από τους διαδρόμους, από μια καμαριέρα.>> η Ελίσα την κοίταξε έκπληκτη και ίσα που πρόλαβε να κρατηθεί από ένα έπιπλο που βρισκόταν κοντά της.

<<Πες μου πως δεν είναι αλήθεια!>> αναφώνησε με τρεμάμενη φωνή φανερά αναστατωμένη. Μόνο τότε η νεαρή σήκωσε το βλέμμα της και την παρατήρησε με τα πράσινα μάτια της φανερά ανήσυχη.

<<Πραγματικά λυπάμαι, δεν ήθελα να σας προξενήσω θλίψη, αλλά μου ζήτησαν να σας ενημερώσω.>> την πλησίασε και άπλωσε τα χέρια της σαν ένδειξη βοηθείας, αλλά η Ελίσα τα απομάκρυνε.

<<Πως;>> είπε με μάτια βουρκωμένα κοιτώντας το κενό.

<<Την βρήκαν στο πάτωμα, μέσα σε μια λίμνη από αίμα και το λαιμό της σχισμένο βαθιά. Κανείς δεν ξέρει πως και γιατί και φυσικά υποθέτω από την αντίδρασή σας πως δεν μπορείτε να φανταστείτε ούτε εσείς την λόγο.>> κοίταξε το έδαφος ξανά, αποφεύγοντας το πληγωμένο βλέμμα της Ελίσα. Κάτι στα κατάμαυρα μάτια αυτής της γυναίκας, την τρόμαζε και δεν τολμούσε να την κοιτάξει.

<<Εσύ ποια είσαι;>> ρώτησε απότομα όταν στάθηκε και πάλι στα πόδια της.

<<Ονομάζομαι Λόρελαϊ, με έστειλαν να σας ενημερώσω και να σας ετοιμάσω για την κηδεία.>> είπε και πισωπάτησε ελαφρά. Με το ζόρι να ήταν η κοπέλα δεκαεφτά χρόνων.

<<Πολύ καλά, λοιπόν.>> είπε αυστηρά η Ελίσα και κάθισε να την ετοιμάσει για να θρηνήσει τον χαμό της φίλης της.

<<Υπάρχει και κάτι ακόμη.>> η Λόρελαϊ την πλησίασε διστακτικά και έχωσε το χέρι στην τσέπη της. Έβγαλε έναν φάκελο καλά σφραγισμένο και τον έδωσε στην Ελίσα.

<<Τι είναι αυτό;>> έπιασε το γράμμα στα χέρια της και το άνοιξε με αργές κινήσεις. Ο γραφικός χαρακτήρας της ήταν γνωστός.

Αγαπημένη μου Ελίσα,

Με μεγάλη λύπη σου γράφω αυτό το γράμμα. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να σε στεναχωρήσω. Έμαθα για την επιλογή σου και εύχομαι πραγματικά τα καλύτερα, αλλά αυτό που έχω να σου μεταφέρω επείγει. Η μητέρα σου δυστυχώς μας άφησε από αυτό τον κόσμο χθες το βράδυ. Της έδωσα ως συνήθως τα φάρμακα που της απαλύνουν τον πόνο. Μετά από λίγες ώρες ξεψύχησε. Όταν ήρθε εδώ ο γιατρός ανακάλυψε πως τα φάρμακα δεν περιείχαν τις δοσολογίες που χρειαζόταν με αποτέλεσμα ο οργανισμός της να μην αντέξει. Γνωρίζω πως ανέθεσες την προστασία της σε εμένα και εγώ σε απογοήτευσα. Λυπάμαι πολύ που έχασα την μητέρα σου και καρδιακή μου φίλη.
Όσο για την κηδεία της, η σωρός της μεταφέρθηκε στο παλάτι και θα διεξαχθεί εκεί.

Τα συλλυπητήρια μου,
Φλόρα

Ένα δάκρυ άγγιξε το χαρτί και στη συνέχεια και άλλο. Η Ελίσα τσαλάκωσε το γράμμα με τα χέρια της και είπε με πνιχτή φωνή.

<<Φύγε θα ετοιμαστώ μόνη μου.>> και η νεαρή έκανε όπως ακριβώς την πρόσταξαν αφήνοντας τη μελλοντική Βασίλισσα να θρηνήσει με την ησυχία της. Φωνές ακούστηκαν από το δωμάτιο της Ελίσα εκείνο το πρωί, φωνές που μοιρολογούσαν τον χαμό των δύο αδικοχαμένων ψυχών. Οι καμαριέρες που περνούσαν απέξω τρόμαξαν και έτρεξαν μακριά.

Λίγες ώρες μετά, η Ελίσα βρισκόταν μπροστά στους τάφους των δύο γυναικών. Η κηδεία είχε γίνει κοινή και οι παρεβρισκόμενοι ήταν λίγοι, αφού δεν επρόκειτο για γνωστά πρόσωπα. Το μαύρο φόρεμα της κάλυπτε ολόκληρο το σώμα και τα μαύρα μαλλιά της ήταν λιτά και ατημέλητα. Τα μάτια της ερεθισμένα και κόκκινα.

Ο Καρλομάν που κατά τη διάρκεια του μυστηρίου δεν είχε μιλήσει λεπτό, την πλησίασε και στάθηκε δίπλα της. Οι ρολόι είχαν αλλάξει. Σαν χθες θυμόταν την ημέρα που εκείνος βρισκόταν στη θέση της και ο πατέρας του κάτω από το χώμα.

<<Ξέσπασε...>> της ψιθύρισε και εκείνη γύρισε να τον κοιτάξει σαν να ξύπνησε από λήθαργο. Τα μάτια της υγράνθηκαν μονομιάς και ο Καρλομάν αυθόρμητα την τράβηξε στη αγκαλιά του. Την άφησε να ξεσπάσει σε έντονους λυγμούς, ενώ της χάιδευε τα μαύρα κυματιστά μαλλιά της.

Τότε η Ελίσα χάθηκε στις σκέψεις τις και επανέφερε στη μνήμη της εκείνη τη μέρα που η μητέρα της είχε το μοιραίο ατύχημα. Ο πατέρας της είχε ήδη πεθάνει από ασθένεια άγνωστη για εκείνη την εποχή. Σαν μικρό κοριτσάκι ήταν αρκετά ατίθαση και δεν διέθετε επίγνωση του κινδύνου. Μια ημέρα φωτιά έπιασε στον αχυρώνα του γειτονικού σπιτιού. Καπνός γέμισε τον ουρανό και όλοι οι κάτοικοι φώναζαν ανήσυχοι. Το ίδιο και η μητέρα της όταν ανακάλυψε πως η Ελίσα δεν βρισκόταν κοντά της. Οι άνδρες της περιοχής άνοιξαν τον αχυρώνα και τα ζώα που βρίσκονταν εκεί έτρεξαν έξω τρομαγμένα. Ένα μαύρο ατίθασο άλογο έτρεχε με μανία για να σωθεί μέχρι που βρέθηκε μπροστά του η μικρή. Το ίδιο σηκώθηκε στα δύο πόδια και τότε ακούστηκε το όνομα της Ελίσα από τα χείλη της μητέρας της πριν την σπρώξει μακριά από το ταραγμένο ζώο και πάρει τη θέση της. Έτσι, η μητέρα της βρέθηκε στο κρεβάτι για την υπόλοιπη ζωή της, σακάτισσα, δίχως να κάνει βήμα.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro