Συντροφικότητα από Αίμα και Ατσάλι/ part 1
΄΄Το κύριο μέλημα του Χίτλερ ήταν ο πόλεμος. Ωστόσο, καθώς βρισκόταν εντός εκείνου του παράξενου και απομονωμένου κόσμου, στη ΄΄Φωλιά του Λύκου*΄΄, αποκοβόταν ολοένα και περισσότερο από όσα αποτελούσαν κομμάτι της πραγματικότητας. Αυτή η αποστασιοποίηση ενέτεινε την απανθρωπιά και τη σκληρότητά του. Ακόμη και σε αυτούς που για χρόνια στέκονταν δίπλα του ως συνοδεία, ποτέ δεν έδειξε ίχνος αληθινής στοργής, εκτός ίσως από τον σκύλο που είχε μαζί του. Η ανθρώπινη ζωή, το καθημερινό ανθρώπινο δράμα, η ουσία και ο πυρήνας των δεινών που είχε προκαλέσει ο πόλεμος διόλου τον απασχολούσαν. Ποτέ του δεν επισκέφθηκε έστω και ένα νοσοκομείο με τραυματίες πολέμου, ή άστεγους από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Δεν αντίκρισε ποτέ του ομαδική σφαγή, μήτε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Δεν είχε δει ποτέ του στρατιώτες να λιμοκτονούν. Οι εχθροί γι' αυτόν έμοιαζαν με μακρινά, θολά παράσιτα που απλώς έπρεπε να εξοντωθούν, μα η βαθιά του απέχθεια για τους ανθρώπους γενικότερα, επεκτεινόταν ακόμη και στους δικούς του. Δεκάδες ήταν οι αποφάσεις που παίρνονταν, κοστίζοντας αμέτρητες ζωές, μα δίχως την παραμικρή έγνοια για το αποτέλεσμα. Οι εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών και των ανάπηρων στρατιωτών, αποτελούσαν απλώς μία έννοια αφηρημένη΄΄
Ο Όττο όλα αυτά τα γνώριζε καλά. Παρά το γεγονός πως είχε πολλά χρόνια να συναναστραφεί με τον Χίτλερ, ήξερε, πως σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή κανείς δεν θα βοηθούσε την έκτη Στρατιά. Έβλεπε μπροστά στα μάτια του τον Κοχ να λιποθυμά σχεδόν από την πείνα, τους στρατιώτες να έχουν περιέλθει σε μία άθλια κατάσταση, γεμάτους ψείρες και δυστυχία και όμως αρκετοί από αυτούς να εξακολουθούν να πιστεύουν στη σωτηρία του καλού Φύρερ. Η απόφαση πλέον από μεριάς του, είχε παρθεί. Καθώς η επίθεση των Ρώσων ξεκινούσε, μα εντός της πόλης ακόμη δεν είχε φτάσει, ο Όττο εξαφανίστηκε προκειμένου να μεταβεί στο γνωστό του σημείο, σε εκείνη τη θλιβερή σοφίτα. Στη διαδρομή ωστόσο, αποφάσισε να τον ακολουθήσει για πρώτη φορά και ο Κοχ, μιας που του άρεσε η συντροφιά του. Ο Όττο δεν του αρνήθηκε, μα δεν είχε ιδέα πως θα δεχόταν επισκέψεις.
Ο Αλεξέι, είχε παλέψει με νύχια και με δόντια, να πείσει τη Χέλγκα να έρθει μαζί τους. Το δυστύχημα ωστόσο ήταν πως όταν επισκέφθηκε στα κρυφά το νοσοκομείο μήτε εκείνη, μήτε η Τσάρλη ήταν παρούσες. Το επόμενό του βήμα, ήταν να τρέξει την αυγή στο γνωστό μέρος, προκειμένου να ειδοποιήσει τον φίλο του. Ο Όττο φορούσε την καλοκαιρινή στολή με την ραμμένη γούνα, την οποία επιδεικτικά αρεσκόταν να κουνά μπροστά στους Κόκκινους, λίγο πριν νιώσει τις σφαίρες να σκίζουν τον αέρα. Δίπλα του ο Κοχ ταλανιζόταν εξαιτίας των εμετών και της λιμοκτονίας. Τα μάτια του Όττο έκλειναν, όταν ένιωσε τον νεαρό Γερμανό δίπλα του να τινάζεται και τον Αλεξέι να τον σημαδεύει. Ο Κοχ από την άλλη, ασθμαίνοντας, παρατηρούσε τη χαλαρή στάση του ξανθού συντρόφου του.
«Κοχ, κατέβασε το όπλο» ξεκίνησε «Αλεξ, παρομοίως» και οι δύο υπάκουσαν «Είδατε πόσο ειρηνικά λύνω τις διαφωνίες;» πρόφερε στο τέλος, μα το πρόσωπο του Κοχ είχε κοκκινίσει.
«Τελικά, είσαι ένας προδότης!» του φώναξε «Τι δουλειά έχεις εσύ με αυτούς; Μήπως τους κατασκοπεύεις τις θέσεις μας; Λέγε γιατί θα τινάξω τα δικά σου μυαλά στον αέρα!» του φώναξε έξαλλος, μα τη στιγμή που ετοιμαζόταν να αρπάξει το όπλο, ο Άλεξ με μία κίνηση τον αφόπλισε.
«Πρόσεχε πώς μιλάς στον αδερφό. Μπορεί να μην κατάλαβα λέξη, αλλά ο τόνος σου δεν μου άρεσε...» του είπε στα αγγλικά και ο άλλος κατάλαβε έστω τα μισά.
«Αδερφό;» γρύλισε.
«Άκουσε Ναζί, εγώ και ο Όττο έχουμε προϊστορία ανθρωπιάς, όχι προδοσίας καμίας πατρίδας. Θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να μην βρίσκεται εδώ, να έχει σώσει το τομάρι του, μα δεν το έκανε. Η μόνη προδοσία εκ μέρους του, είναι πως πιστεύει στους ανθρώπους και όχι στο Τρίτο Ράιχ. Ο Φύρερ σας, σας έχει αφήσει ακάλυπτους»
«Λες ψέματα! Κλασσική προπαγάνδα...» ψέλλισε ο Κοχ που αρνούνταν να πιστέψει μία τέτοια είδηση.
«Όπως θέλεις» πρόφερε ο Άλεξ και τότε τον λόγο πήρε επιτέλους ο Όττο.
«Θεωρείς πως ο Χίτλερ ενδιαφέρεται για όλα αυτά;» ξεκίνησε.
«Μα, μπορεί...»
«Τι μπορεί; Έχει δει ποτέ από κοντά το ανθρώπινο δράμα; Όχι. Στα ησυχαστήριά του, ο Γκαίμπελς παλεύει μερόνυχτα να πλάσει τη φιγούρα του, δικαιολογώντας την αναισθησία του!» ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε έτσι. Ο Λούκα μάλλον είχε βγει από μέσα του, εκείνος ο επαναστάτης που δεν νοιαζόταν για τίποτε. Εξάλλου, όπως είχε τονίσει και στην Χέλγκα, δεν επιθυμούσε να πεθάνει προσποιούμενος, σαν δειλός, όχι πια, όχι άλλο «Στο Βερολίνο, έμαθα από τις θείες μου, πως προβάλλονται προπαγανδιστικές ταινίες, με τίτλο, o Μεγάλος Βασιλέας, προκειμένου να στιλιζαριστεί η απόμακρη στάση του Χίτλερ και να συσχετιστεί ο ίδιος με τον Φρειδερίκο τον Μεγάλο, έτσι απομονωμένος που είναι στην ψευδή του μεγαλοπρέπεια! Εξάλλου, αυτό θεωρεί ο ίδιος τον εαυτό του, όμως εγώ βρέθηκα πλάι του πολλές φορές, δεν θα μου τον συστήσεις μήτε εσύ, μήτε κανείς άλλος. Δούλεψα γι' αυτόν, μαζί πυροβολήσαμε τους Ες-Α, δικό του παρακλάδι, του ναζιστικού κόμματος, το οποίο φοβήθηκε και έπειτα πρόδωσε» έκανε μία παύση «Διατάχθηκε όλοι οι άρρενες να εξοντωθούν εδώ, γιατί είναι Κομμουνιστές και οι γυναίκες να εκτοπιστούν. Η ζωή και η πίστη σου βασίζεται σε έναν μισάνθρωπο, αδιάφορο που βάζει άλλους να χτίζουν στρατόπεδα εξόντωσης, που ανοίγει μαζικούς λάκκους πετώντας μέσα από νήπια, μέχρι γέρους. Σε αυτόν πιστεύεις και ακόμη χειρότερα ελπίζεις πως θα σε σώσει. Αν δεν τον συμφέρει να σωθείς, ή αν δεν έχει χωνέψει σωστά τα χορταρικά που αναμασά σαν δαιμονισμένο μηρυκαστικό, εσύ απλά και όλη η Στρατιά, θα αφεθείτε να παγώσετε και να λιμοκτονήσετε. Τώρα εμπρός, υπολοχαγέ σκότωσε εμένα και τον Αλεξ» τελείωσε και τον είδε να τρέμει ολόκληρος.
«Ήταν άσχημη η σύγκρουση με την πραγματικότητα, μα βιάζομαι πολύ» τους διέκοψε ο Αλεξ «Όττο δεν βρίσκω πουθενά τη Χέλγκα» τελείωσε και τον είδε να παγώνει.
«Τι εννοείς;» ψέλλισε.
«Πως δεν τη βρίσκω» απάντησε.
«Μα, η Χέλγκα είναι η Γερμανίδα νοσοκόμα...»ψέλλισε χλωμός ο Κοχ.
«Καλημέρα και ας μην έφεξε ακόμη. Είναι πολλά παραπάνω και φίλη μας και συγκάτοικος σε μία γειτονιά...»
«Αυτό, το ανέφερε ένας ακόμη Κόκκινος και...κοκκινομάλλης σαν εσένα» ακούστηκε ξανά η φωνή του Κοχ.
«Ο ξάδερφός μου, μάλιστα, μέναμε όλοι μαζί, ήμασταν παρέα, τόσο μεγάλο είναι το κακούργημα; Νέα παιδιά είμαστε, θέλουμε και εμείς να ζήσουμε όμορφα, να γελάσουμε, να παίξουμε. Δεν ήμαστε ολημερίς πάνω από έναν επιχειρησιακό χάρτη κυνηγώντας εχθρούς του έθνους» στράφηκε ξανά στον Όττο «Έχε πίστη, κάπου θα την βρω, είμαι βέβαιος» τελείωσε και ρίχνοντας μία φαρμακερή ματιά στον Κοχ, εξαφανίστηκε.
Έπειτα από αυτό, οι δύο νεαροί απέμειναν να ατενίζουν άψυχα το κενό. Τα μάτια του Όττο βούρκωσαν, μα για τον Κοχ η συνειδητοποίηση της αλήθειας, σαν να είχε επιτέλους κλείσει ο διακόπτης της προπαγάνδας, ήταν μαχαιριά. Ένα σαρκαστικό γέλιο τράνταξε το κορμί του ολόκληρο. Ένα γέλιο που αντήχησε ανάμεσα από τα σκόρπια ερείπια.
«Και τώρα;» ρώτησε νευρικά, σαν να είχε καταναλώσει ένα λίτρο αλκοόλ, τόσο πολύ είχαν αλλοιωθεί όλες οι εικόνες γύρω του.
«Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Υπερασπίσου τον εαυτό σου ως το τέλος» απάντησε ο Όττο δίχως να τον κοιτάζει.
«Και εσύ;»
«Είμαι μία άλλη ιστορία. Το μόνο που δεν επιθυμώ, είναι να πεθάνω σαν δειλός»
«Η Χέλγκα, τι σου είναι; Θέλω να πω...»τραύλισε.
«Η κοπέλα μου...» απάντησε κοφτά.
«Είναι όμορφη. Είχα εντυπωσιαστεί από την εμφάνισή της στο νοσοκομείο, δεν ήξερα πως...Την είδα να μιλά με δύο Ρώσους, τον δεύτερο κοκκινομάλλη και ακόμη έναν με παράξενα μάτια. Δεν πίστεψα πως το κεφάλαιο συγκατοίκηση ήταν αλήθεια, μα να που είναι»
«Είμαστε απλώς μία ετερόκλητη παρέα φίλων, που έχουμε βρεθεί καταμεσής της φρίκης. Αν όμως εξακολουθείς να με θεωρείς προδότη, μπορείς να με σκοτώσεις. Δεν πρόδωσα την πατρίδα μου, μα τον Χίτλερ και είμαι περήφανος γι' αυτό» τελείωσε και ο Κοχ έμεινε αμίλητος και πιο σκεβρωμένος από ποτέ.
Τα νέα ωστόσο, διαδόθηκαν γρήγορα τέσσερις μέρες αργότερα. ΄΄Είμαστε περικυκλωμένοι!΄΄. Η μέρα ήταν Κυριακή, για τους προτεστάντες αφιερωμένη στους νεκρούς και λίαν καταθλιπτική, όπως έγραψε ο Κurt Reuber, ιερέας, που υπηρετούσε και ως γιατρός στην 13η Μεραρχία Τεθωρακισμένων. Ο φόβος και ο τρόμος βασίλεψε, παρά το γεγονός πως ορισμένοι εξακολουθούσαν να μην ανησυχούν μιας και περικυκλώσεις είχαν συμβεί και στο παρελθόν. Τώρα ωστόσο ήταν αποκομμένοι στα βάθη της Ασίας. Σαράντα μίλα δυτικότερα, ο τελευταίος θύλακος της ρουμανικής αντίστασης, σχεδόν κατέρρεε, καθώς τα ομολογουμένως θαρραλέα στρατεύματα είχαν ξεμείνει από εφόδια και πυρομαχικά. Στο Καλαχ, εκεί που κάποτε ο Όττο ατένιζε τον Βόλγα από ένα ύψωμα, τώρα επικρατούσε το απόλυτο χάος.
Η υποχώρηση, πραγματοποιήθηκε μέσα στη σύγχυση. Ρώσοι αιχμάλωτοι πέθαιναν από την πείνα, μα διατάχθηκαν να σύρουν κάρα στην θέση των ανύπαρκτων αλόγων, με αποτέλεσμα να πεθαίνουν ο ένας πίσω από τον άλλο. Το ψιλό χιόνι, στεγνά και σκληρά μαστίγωνε τα πρόσωπα των Γερμανών που πάλευαν να διασχίσουν τον Ντον, προς το Στάλινγκραντ. Πολλοί από τους στρατιώτες δεν είχαν παραλάβει χειμερινές στολές, ενώ μπροστά τους κείτονταν διάσπαρτα όπλα, κράνη και εξοπλισμός. Στη γέφυρα του ποταμού, άπαντες ποδοπατήθηκαν και ειδικά οι τραυματίες, στην προσπάθειά τους να διαβούν την υγρή, παγωμένη φλέβα. Ένα μεγάλο μέρος των στρατιωτών, προκειμένου να αποφύγει το χάος, αποφάσισε να διασχίσει πεζό τον ποταμό, μα στο κέντρο του, ο πάγος ήταν λεπτός με αποτέλεσμα να διαλυθεί και οι Γερμανοί να βρεθούν καταδικασμένοι στα παγωμένα νερά. Κοντά στα χωριά, στην ανατολική πλέον όχθη, οι στρατιώτες εισέβαλαν στα σπίτια και στις αποθήκες εφοδιασμού, λεηλατώντας τα πάντα και γεμίζοντας τις τσέπες τους με όσες περισσότερες κονσέρβες μπορούσαν. Ο Γεωργιανός Σεργκέι, είχε βρεθεί κοντά σε εκείνα τα μέρη απολαμβάνοντας τα χάλια του γερμανικού στρατού. Τα χειρότερα σημεία ήταν τα νοσοκομεία εκστρατείας. Οι άρρωστοι και οι ελαφρά τραυματισμένοι, όφειλαν να βρουν μονάχοι τους καταφύγιο. Οι οδηγοί είχαν εξαφανιστεί με αποτέλεσμα τα πτώματα να βρίσκονται στοιβαγμένα στα αυτοκίνητα, μαζί με ανθρώπους ακρωτηριασμένους. Σε όσους υπέφεραν από κρυοπαγήματα, δίνονταν αλοιφές, αλλιώς το μέλος ακρωτηριαζόταν και πετιόταν σε έναν κουβά, μαζί με χιλιάδες άλλα.
Εντός των νοσοκομείων, η ατμόσφαιρα έμοιαζε βαριά και υγρή, δίχως πολύ οξυγόνο. Παρά τις αντιρρήσεις τους, η Χέλγκα και η Τσάρλη είχαν απομακρυνθεί προτού πραγματοποιηθεί η περικύκλωση. Ο μελλοντικός τους κίνδυνος, αχνοφαινόταν στο ορίζοντα, κυρίως με την υπόθεση να πέσουν στα χέρια άγνωστων Σοβιετικών. Οι βαριά τραυματίες πλέον, χτυπημένοι ειδικά στο στομάχι, αφήνονταν σε μία άκρη να πεθάνουν, καθώς οι επεμβάσεις ήταν χρονοβόρες και αρκετές φορές ανεπιτυχείς. Αν φυσικά η Χέλγκα βρισκόταν εκεί, κανείς δεν θα αφηνόταν στην μοίρα του. Πλέον, το νοσοκομειακό τοπίο έμοιαζε με Κόλαση. Κραυγές, υστερικές κραυγές, η μυρωδιά της σαπίλα, πριόνια που έκοβαν διαλυμένα ή σαπισμένα μέλη με εκπληκτική ταχύτητα, το δάπεδο που γλιστρούσε από το χυμένο αίμα. Εικόνες που δεν επιδέχονται περιγραφή με λόγια, εικόνες κατάντιας και πόνου, σφαγείων ψυχών και σωμάτων. Ανάμεσα σε όλα τα παγωμένα ερείπια, δύο ζευγάρια κυανών ματιών ατένιζαν το σκόρπισμα της ελπίδας στον γκρεμό. Ο Όττο είχε κουραστεί, ήταν στα όρια της παραίτησης. Η ευτυχία είχε και πάλι χαθεί με την εξαφάνιση της Χέλγκα. Το όπλο έμοιαζε ολοένα και πιο βαρύ στα χέρια του. Ο Άλεξ με το μυαλό του στη νίκη που ερχόταν, διαρκώς αναλογιζόταν τρόπους να βοηθήσει τον φίλο του. Με την NKVD, τους Κομισάριους και τους χιλιάδες στρατιώτες, τα πράγματα τον οδηγούσαν μάλλον στην ελπίδα ενός θαύματος.
*Φωλιά του Λύκου : ήταν το κωδικό όνομα του πιο σημαντικού από τα μυστικά καταφύγια του Χίτλερ με προορισμό τη στέγαση του «Αρχηγείου του Φύρερ»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro