Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Σταματήστε να χορεύετε, ο πόλεμος δεν τελείωσε/ part 2

Albbourne, Ηνωμένο Βασίλειο, Σεπτέμβριος 1943

Ακόμη ένα μουντό πρωινό είχε κάνει την εμφάνισή του, ωστόσο, ακόμη και το χαρακτηριστικό της ομίχλης, πρόσδιδε στο τοπίο γύρω του μία πινελιά μαγείας, όπως και οι παραδοσιακές κατοικίες με τις αχυρένιες στέγες και τα ροδαλά αμπέλια. Δεν είχαν περάσει και πολλές μέρες από τότε που έφτασαν στο Λίβερπουλ με το πρώην ινδικό, ταχυδρομικό και επιβατικό πλοίο Samaria, που τώρα μετέφερε τα στρατεύματα. Καμία σχέση δεν είχε η Εγγλέζικη επαρχία με την Τοκκόα και ο Τόμας όφειλε όπως όλοι να προσαρμοστεί. Γενικά βέβαια, η λέξη προσαρμογή για τον συγκεκριμένο άνθρωπο, ήταν πάντοτε σχετική. Το καλό μαζί του, ήταν πως οι επιδόσεις του ήταν εξαιρετικές και ας είχε βγάλει εκτός από τον υπολοχαγό Σόμπελ, ακόμη και τον Γουίντερς από τα ρούχα τους. Του πρώτου του άξιζε. Θυμόταν ακόμη την ημέρα που βρέθηκε στο στρατόπεδο Τοκκόα, εκείνος και αγόρια στην ηλικία του από κάθε γωνιά των Ηνωμένων Πολιτειών, διαφορετικής καταβολής και ζωής ο καθένας, από αγρότες, ανθρακωρύχοι ή μηχανικοί όπως ο ίδιος που βοηθούσε τον πατέρα του. 

Ανήκε στην μεσαία τάξη θα έλεγε κανείς και ορισμένες φορές, λοξοκοιτούσε όσους είχαν έρθει από το Χάρβαρντ ή το Γέιλ. Εκείνος ωστόσο, επέλεξε την E-Company θέλοντας να φτάσει στην κορυφή των δυνάμεών του, προτιμώντας να είναι αλεξιπτωτιστής παρά ένας απλός πεζικάριος . Σε γενικές γραμμές, σχεδόν τίποτε δεν φοβόταν, μα από την άλλη δεν είχε ακόμη δει με τα μάτια του όλη τη φρίκη του πολέμου. Τουλάχιστον, είχε μάθει να εργάζεται από μικρή ηλικία και να βασίζεται στις προσωπικές του δυνάμεις. Με τις διαταγές, δεν τα πήγε ποτέ καλά, ωστόσο είχε με τον καιρό βελτιωθεί, καθώς αντιλαμβανόταν, πως στηρίζονταν και άλλοι σε εκείνον. Από την αρχή είχε πληροφορηθεί πως η εκπαίδευση ίσως και να ήταν πολύ σκληρότερη από κάθε άλλη αμερικάνικη μονάδα.

«Καλύτερα. Ολοκληρώνοντάς την, θα είμαι δυνατότερος και σκληρότερος» είχε απαντήσει.

O λοχαγός Σόμπελ, στα είκοσι οκτώ του, ήταν πάντοτε σκληρός, απόμακρος, σχεδόν δίχως φίλους με όλους τους άνδρες να ονειρεύονται να τον εξολοθρεύσουν. Οι σκέψεις του Τομ είχαν φτάσει μισό βήμα πριν την πραγματοποίησή τους. Θυμόταν ακόμη την ημέρα που τους είχαν ταΐσει όλους μακαρόνια, μόνο για να αλλάξουν τις διαταγές τελευταία στιγμή και να τους επιβάλλουν να τρέξουν στο Καράχι και πίσω. Όποιος δεχόταν βοήθεια, έφευγε. Άπαντες γύρω του έβγαζαν όλο το περιεχόμενο του στομαχιού τους, εκτός από τον ίδιο που ευδιάθετος συνέχισε να τρέχει με ρυθμό, ως την κορυφή και πίσω. Νύχτες ατελείωτες, ασέληνες ή και όχι, βάδιζε με όλο τον στρατιωτικό εξοπλισμό, κάποτε μονάχος του για τιμωρία, φυσικά δίχως διάλειμμα και δίχως νερό ή τσιγάρο. Ποτέ δεν είχε καταρρεύσει. Ήταν αξιοζήλευτη η ατομική του προσπάθεια και αυτό του είχε χαρίσει την αναγνώριση και τη στολή που φορούσε. Παρά τη στεναχώρια της οικογένειάς του, το θάρρος του πολεμιστή τους έκανε περήφανους. Πλέον, τα ασημένια του φτερά, στην αριστερή τσέπη, έκαναν κάθε κόπο να αξίζει. Αυτά και η ύπαρξη του υπολοχαγού Γουίντερς, τον οποίο λάτρευε.

Στο σήμερα, έπειτα από ένα εφιαλτικό ταξίδι, είχαν πλέον φτάσει στην Αγγλία. Ακόμη θυμόταν τη συσκότιση που επικρατούσε εξαιτίας του πολέμου και τους ίδιους να βαδίζουν με φακούς. Ο Χάρυ και εκείνος είχαν εντυπωσιαστεί. Ήταν η πρώτη μικρή γεύση. Ο Χάρυ ήταν πλέον αδερφός του. Είχαν δέσει και μαζί έκαναν τα πάντα. Για όσο χάζευε μέσα από τον στρατώνα το παραμυθένιο τοπίο, έψαχνε τρόπους για να επικοινωνήσει με τον Άλεξ. Ο Ρώσος σίγουρα θα είχε πολλά να του πει και επιπλέον, οι εφημερίδες σχεδόν παγκοσμίως, έναν χρόνο πριν, είχαν αναφερθεί σε ένα πρωτοφανές περιστατικό ηρωισμού, όταν ένας Γερμανός πήδηξε από μία ερειπωμένη πολυκατοικία στο Στάλινγκραντ, με ένα υπεράνθρωπο άλμα, δεχόμενος γερμανικές σφαίρες, προκειμένου να προστατέψει τον Σοβιετικό φίλο του. Ονόματα δεν αναφέρονταν, μα του είχε κάνει τότε τεράστια εντύπωση. Ένα μάθημα ανθρωπιάς που είχε ταξιδέψει πάνω από τη ζοφερή πολεμική ατμόσφαιρα της Ευρώπης.

«Ακόμη ένα εγγλέζικο πρωινό» μουρμούρισε ο Χάρυ.

«Υπάρχουν και χειρότερα. Το Στάλινγκραντ» απάντησε ο Τόμας με τη σκέψη να φτερουγίζει στον φίλο του.

«Πώς σου ήρθε αυτό;»

«Σκεφτόμουν το περιστατικό εκείνο με τον Γερμανό» μουρμούρισε ο Τόμας.

«Αυτόν που πήδηξε;» ρώτησε ο Χάρυ για να τον δει να γνέφει θετικά «Ήταν αξιοθαύμαστο όντως. Ο τύπος είχε κότσια και αγάπη για τον φίλο του» παραδέχτηκε τελικά κατόπιν κοίταξε τον Τομ και ξεκίνησε να μειδιά.

«Ω, έλα τώρα. Δεν βαρέθηκες;» γρύλισε ο Τομ.

Ο λόγος φυσικά του πονηρού χαμόγελου του φίλου του, αφορούσε την μάλλινη μπλούζα του. Όταν είχαν πάει για χορό, ο αιώνιος τύραννος Σόμπελ, τους είχε ζητήσει να μην αφαιρέσουν την μπλούζα τους, σε καμία περίπτωση. Φυσικά, ο αιώνιος Τομ αδυνατούσε να την κρατήσει μιας και κυριολεκτικά κολυμπούσε στον ιδρώτα εξαιτίας του χοντρού υφάσματος. Αποφασισμένος πως δεν θα πεθάνει κιόλας εξαιτίας ενός κόμπλεξ, τελικά την αφαίρεσε, χορεύοντας ρυθμικά, με αποτέλεσμα να κληθεί από τον Σόμπελ την επομένη και να λάβει διαταγή να την φορά ως και στην τουαλέτα, μέρα και νύχτα. Φυσικά, ο χορός ήταν μία σύντομη παρένθεση. Είχαν βρεθεί εκεί για να προετοιμαστούν για εισβολή και έτσι το εκπαιδευτικό τους πρόγραμμα, ήταν αρκετά απαιτητικό, λες και βρίσκονταν ξανά στο στρατόπεδο Τοκκόα. Για οκτώ με εννέα ώρες στέκονταν  έξω, κάνοντας πεζοπορίες, μάχες εκ του συστάδην, ανάγνωση χάρτη καθώς και μάθημα της χρήσης και των χαρακτηριστικών των γερμανικών όπλων. Επίσης, μία φορά την εβδομάδα πήγαιναν για διήμερες δραστηριότητες, ώστε να προετοιμαστούν καλύτερα στην αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων στη μάχη ή στην εκμάθηση χρήσης του εδάφους προς όφελός τους και πώς να ζουν σε αυτό, για μέρες δίχως να τους προκληθεί όσο αυτό ήταν δυνατό, κάποια φυσική βλάβη. Μάθαιναν, πως έπρεπε να αντιδρούν ενστικτωδώς και να το κάνουν σωστά, σαν να μην υπήρχε δεύτερη ευκαιρία.

Οι άνδρες της E-Company, είχαν μάθει πλέον πολύ καλά την αγγλική επαρχία. Είχαν μάθει να σκάβουν τρύπες στο έδαφος σαν καταφύγιο και να μένουν μέσα σε αυτές, παρά το κρύο, την βροχή ή την πείνα. Φυσικά, όταν γύρω στον Δεκέμβρη είχαν διαταχθεί να σκάψουν σε πετρώδες, δύσκολο έδαφος, ο Τομ σχεδόν αδυνατούσε να προλάβει τον ρυθμό, με τον οποίο τον πλησίαζε ένα τεθωρακισμένο ως άσκηση.

«Πέρνα από πάνω μου!» του ούρλιαξε και άπαντες πάγωσαν. Εκείνος κρύφτηκε στο λαγούμι του, σχεδόν προσαρμόζοντας το λεπτοκαμωμένο του σώμα ανάλογα, σαν λάστιχο και τα κατάφερε.

Τις νύχτες, πάντοτε εξασκούνταν στα δάση. Έρπονταν κοντά σε φράχτες, ανάμεσα από στενά περάσματα, σε σημείο που πλέον, είχαν έρθει τόσο κοντά μεταξύ τους που αναγνώριζαν ο ένας τη σιλουέτα του άλλου, ακόμη και στο απόλυτο σκοτάδι. Φυσικά, εξασκούνταν και στο άλμα από ύψος με πλήρη εξοπλισμό. Εκείνο το βράδυ, ο Τομ βαριόταν. Βαριόταν υπερβολικά και αυτή η ανία συνήθως, οδηγούσε σε επικίνδυνα μονοπάτια. Τα μάτια του, έπεσαν πάνω στον τρελοεβραίο Σόμπελ. Το μειδίαμα είχε μία διαβολική σημασία αυτή τη φορά.

«Έχω μία ιδέα» όλα έτσι ξεκινούσαν και ο Χάρυ το γνώριζε καλά.

«Ωχ» αρκέστηκε να ψελλίσει ο φίλος του.

«Μπορώ να μιμούμαι άριστα φωνές. Λοιπόν κοίτα»

«Υπολοχαγέ Σόμπελ! Γιατί σταματήσαμε;» ρώτησε ο Τόμας με αλλαγμένη φωνή καθώς βάδιζαν ανάμεσα στα χωράφια.

«Εξαιτίας του αγκαθωτού σύρματος» ήρθε η απάντηση καθώς ο Σόμπελ υπέθεσε πως η φωνή ανήκε στον Ταγματάρχη και ανώτερό του.

«Κόψε τότε αυτούς τους θάμνους!» συνέχισε ο Τόμας παλεύοντας να καταπνίξει το γέλιο του.

«Μάλιστα κύριε!» απάντησε ο Σόμπελ, μονάχα που την επόμενη μέρα, του ήρθε η παρατήρηση καθώς οι αγελάδες των χωρικών, βρέθηκαν να βόσκουν ολούθε, απλωμένες σε όλη την πεδιάδα. Φυσικά, ο Σόμπελ ενημερώθηκε πως ο δήθεν ταγματάρχης απουσίαζε στο Λονδίνο. Η ντροπή που ένιωσε, ανάμεικτη με οργή, ήταν τεράστια μα ποτέ του δεν κατόρθωσε να εντοπίσει τον ένοχο. Κανείς ωστόσο δεν τον χώνευε, μήτε οι λοχίες, μήτε οι δεκανείς και όλοι φυσικά θα κάλυπταν τον Τομ.

Φυσικά, καθώς ο Χειμώνας πλησίαζε, το τοπίο στην Αγγλία υιοθετούσε χρώματα μπρούτζινα, μαγικά. Ο Τομ ήθελε τόσο πολύ να συναντήσει αγόρια ντόπια, ώστε να κάνουν παρέα, ωστόσο, τα περισσότερα βρίσκονταν στον πόλεμο στην Ιταλία, ή σε στρατόπεδα εκπαίδευσης μακριά από τα σπίτια τους.

«Έχουμε όμως γυναίκες τριγύρω, μοναχικές» τον σκουντούσε ο Χάρυ, μα όταν εισέπραττε αδιαφορία, συνέχιζε «Το μυαλό σου είναι στη σκανταλιά και στο παιχνίδι λες και είσαι δέκα. Τι τα παίρνουμε τα επιπλέον πενήντα δολάρια; Για να κερνάμε κανένα θηλυκό»

Ο Τομας ωστόσο σκεφτόταν πως πηγαίνοντας στο Λονδίνο, θα αντίκριζε στρατιωτικές στολές από όλο τον κόσμο. Από τον Καναδά, ως την Νότιο Αφρική, την Αυστραλία, την Ολλανδία, το Βέλγιο και φυσικά την Αγγλία. Μα, γιατί ο Κόκκινος φίλος του να μην βρισκόταν μαζί του, τώρα που επιτέλους είχε επιστρέψει στην Ευρώπη; Σαν να μην του έφτανε η σκέψη αυτή, ο κόμπος έφτασε στο χτένι, όταν ένα πρωινό και ενώ κάπνιζε παρέα με τον αγαπημένο του Γουίντερς, ήρθε γραμματάκι από τον Σόμπελ.

«Ξινό θα μας το βγάλει το τσιγάρο. Μία χαρά έχουμε στη ζωή αυτή...» μούγκρισε ο Τόμας και ο Γουίντερς τον κοίταξε πλαγίως.

«Εσύ ειδικά, έχεις πολλές χαρές. Μία από αυτές, είναι να του στήνεις παγίδες»

«Άδικο έχω; Ορίστε! Είναι και ανορθόγραφος» έριξε μία γρήγορη ματιά στην επιστολή «Για τα αφοδευτήρια μιλά; Το κατάλληλο θέμα έπιασε»

Ο Γουίντερς τον σκούντησε. Καταβάθος και για εκείνον είχε φτάσει ο κόμπος στο χτένι. Είχε διαταγή να επιθεωρήσει τα αφοδευτήρια στις δέκα. Μέχρι τότε, είχε να ασχοληθεί με την λογοκρισία γραμμάτων. Ο Σόμπελ του τόνισε ωστόσο, πως είχε αλλάξει τις διαταγές για τις δέκα παρά τέταρτο και πως του είχε τηλεφωνήσει, έχοντας στείλει μέχρι και αγγελιαφόρο.

«Μα, εκεί που μένω δεν υπάρχει τηλέφωνο και επιπλέον κανείς δεν ήρθε» αντέτεινε ο Γουίντερς.

΄΄Χέσε μέσα...΄΄ σκεφτόταν ο Τόμας μαζί με το επόμενο βάσανο του Σόμπελ. Τα νέα είχαν διαδοθεί, ο Γουίντερς ζήτησε στρατοδικείο και κανείς δεν ήταν πρόθυμος να πραγματοποιήσει την επίθεση στην Ευρώπη με τον Σόμπελ.

«Έχω μία ιδέα» ακούστηκε η γνωστή φωνή του Τομ και ο Χάρυ τινάχτηκε.

«Όχι!Όχι δεν έχεις!»

«Εγώ στον πόλεμο δεν τον ακολουθώ. Θα γράψουμε όλοι στον συνταγματάρχη Σινκ, πως παραιτούμαστε, πως αφαιρούμε τα γαλόνια μας. Λοιπόν;» τους κοίταξε αυστηρά.

«Ναι, η αλήθεια ούτε εγώ επιθυμώ τον Σόμπελ...»ακούστηκε μία άλλη φωνή και τα μολύβια πήραν φωτιά.

Φυσικά, αυτό τους οδήγησε όλους ενώπιων του.

«Τόμας καταραμένε Ουάιτ!» του ούρλιαξε με τις φλέβες να πεταρίζουν στο πλάι «Μα τω Θεώ θα σε εκτελούσα! Έχε χάρη που βρισκόμαστε κοντά στον καιρό της μάχης, αλλιώς δεν θα τη γλίτωνες. Έχε επίσης χάρη που είσαι αναίσθητος και εκτελείς όλες τις εντολές δίχως φόβο!» ούρλιαξε γυρνώντας στους υπόλοιπους «Τσακιστείτε να μην σας βλέπω!»

Ο Τομας όμως είχε φύγει με τον αέρα του νικητή και το γνώριζε. Ο Σινκ το σκέφτηκε, μίλησε στον Σόμπελ. Τι είδους επιρροή πια είχε αυτός ο Τομ ακόμη και στους υπαξιωματικούς πείθοντάς τους να παραδώσουν τα γαλόνια τους; Ίσως και καμία. Απλώς αγαπούσε την E-Company και πιο πολύ τον Γουίντερς. Ο στόχος όμως επιτεύχθηκε καθώς τα κακά νέα, ανακοινώθηκαν σύντομα στον Σόμπελ.  Η Μεραρχία ίδρυσε μία Σχολή Εκπαίδευσης για αλεξιπτωτιστές μη στρατιωτικούς όπως γιατρούς ή ιερείς. Ο Σόμπελ στάλθηκε εκεί και όλοι ανάσαναν. Θα τον αντικαθιστούσε ο υπολοχαγός Τόμας Μίχαν. Αυτό του κόστισε και ας του είπαν πως ο πόλεμος τον επιθυμούσε σε άλλο πόστο, εξίσου βασικό. Ο  Μίχαν ήταν το αντίθετό του. Αυστηρός, μα δίκαιος. Ο Τομ χαμογελούσε. Επιτέλους όλα ήταν φυσιολογικά.


Τα κατάφερα για εσάς και ανέβασα! Έστω και ένα πριν τις γιορτες!

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro