Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Στα Γραφεία της NKVD / part 2

Στη φωτό ο παππους του Άλεξ

Το φθινόπωρο του 1941, δύο στρατοί τεράστιοι πολεμούσαν ανηλεώς κοντά στις πύλες της Μόσχας. Αυτό που ίσχυε και στις δύο περιπτώσεις, ήταν πως πίσω από τους στρατηγούς, που λίγο έλειψε να καταντήσουν μαριονέτες, κρύβονταν δύο ειδεχθείς τύραννοι, ο Γιόζεφ Στάλιν και ο Αδόλφος Χίτλερ. Παρά την φαινομενική τους ομοιότητα, ένα πράγμα ήταν βέβαιο, πως ο κόσμος δεν άντεχε να χωρέσει στα σπλάχνα του δύο τέρατα. Από την μία η τρέλα και η αλαζονεία του Χίτλερ, είχε στείλει τις στρατιές του στα βάθη της Ρωσίας, δίχως χειμερινό ιματισμό, καθώς ήταν βέβαιος πως η νίκη δεν θα αργούσε να έρθει πριν φτάσουν οι πρώτες παγωνιές. Από την άλλη ο Στάλιν, έστειλε στην μάχη πολλά από τα στρατεύματά του δίχως όπλα, δεδομένου πως δεν είχε προετοιμάσει τη χώρα για την γερμανική επίθεση. Αποτέλεσμα και των δύο περιπτώσεων, ήταν η καταδίκη σε βέβαιο θάνατο χιλιάδων στρατιωτών και από τις δύο πλευρές, κάτι που δεν φάνηκε να απασχολεί ιδιαίτερα κανέναν από τους δικτάτορες. Το μόνο που μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει στον Στάλιν, ήταν το γεγονός πως αποφάσισε να παραμείνει στη Μόσχα, εμπνέοντας πολλούς συμπατριώτες του, τη στιγμή που είχε ήδη διατάξει την απομάκρυνση πολλών αξιωματούχων, καθώς και των στρατιωτικών εγκαταστάσεων και εργοστασίων.

Όλα αυτά στριφογυρνούσαν στο μυαλό και του Ιωσήφ Φεντόροφ, ο οποίος κυριολεκτικά έκανε αγώνα, προκειμένου να κρατηθούν οι ισορροπίες, μεταξύ του ίδιου και του συνονόματού του. Δεν μπορούσε να παίξει με τη φωτιά και το γνώριζε. Αν ήταν μόνος του στον κόσμο, δίχως οικογένεια, το πιθανότερο ήταν πως δεν θα τον απασχολούσε καθόλου να σταθεί μπροστά του και να του έλεγε κατά πρόσωπο πως είναι ένας αδίστακτος και ανελέητος τύραννος, παντελώς άσχετος κάποτε με την επικαιρότητα, που διαπράττει το ένα λάθος μετά το άλλο, τυφλωμένος από την εξουσία, την δύναμη, τις ιδέες και το παρελθόν του. Στο σήμερα, έχοντας εγκαταλείψει το Βορονέζ μαζί με τον Άλεξ, βρισκόταν στη Μόσχα, στο διαμέρισμά του, ενώ ένα αυτοκίνητο της ΝΚVD, είχε σταλεί πίσω στον μικρό οικισμό προκειμένου να μεταφέρει και τους δικούς του με ασφάλεια, σε μία πρωτεύουσα με τον εχθρό προ των Πυλών. Αυτή τη στιγμή, ο Άλεξ έλειπε και εκείνος καρτερούσε τον Ζούκοφ στο μικρό του γραφείο. Ήταν από τους ευνοημένους της ΕΣΣΔ, καθώς ήταν σπάνιο να διαθέτει κανείς ένα σχετικά ευρύχωρο διαμέρισμα μονάχα για τον εαυτό του. Ως το δεξί χέρι του Στάλιν όμως, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά.

Γράφοντας ορισμένες εμπιστευτικές αναφορές, ο Ιωσήφ τελευταία ήταν προβληματισμένος. Η προδοσία του Στάλιν, με βάση τον αληθινό του χαρακτήρα, έμοιαζε σαφώς αναμενόμενη, μα ασυγχώρητη. Αν κάτι πάθαινε το αγόρι του στα χέρια των ναζί στο Άουσβιτς, ο συνονόματος θα το μετάνιωνε. Ώρες ώρες κατηγορούσε τον εαυτό του, που ενώ είχε την ευκαιρία, ενώ είχε δει έστω και μία φορά τον Στάλιν τρομαγμένο και απελπισμένο, δεν το εκμεταλλεύτηκε ώστε να του δώσει ένα μάθημα. Πίσω στη Γεωργία και στο μακρινό παρελθόν, οι δύο άνδρες είχαν μάθει να ζουν στη φτώχια. Οι γονείς τους δεν ήταν μορφωμένοι, μα οι διαφορές στην συμπεριφορά τους, ήταν εμφανέστατες. Ο πατέρας του Στάλιν, του επέβαλε την πειθαρχία με αποτρόπαιους ξυλοδαρμούς. Τα κλάματα και οι φωνές του, ήταν αδύνατο να περάσουν απαρατήρητα και ο Ιωσήφ θυμόταν καθαρά, πως μέχρι και ο ίδιος θύμωνε εξαιτίας αυτής της άδικης αντιμετώπισης. Ο νεαρός συνονόματος και νυν δικτάτορας, αργά, έρποντας, κατάντησε αυτό το σκληρό και ανάλγητο άτομο, με μίσος και περιφρόνηση απέναντι σε κάθε ανθρώπινη αξία, οίκτο και ευσπλαχνία. Η πνευματική του στειρότητα, στοίχιζε καθημερινά στην οικογένειά του, παρά τις νουθεσίες του Ιωσήφ, που ήταν ο μόνος από τον οποίο ο Στάλιν αδυνατούσε να κρυφτεί. Παρά το γεγονός πως η γνωριμία τους και οι γνώσεις του Ιωσήφ για το παρελθόν του Στάλιν, θα μπορούσαν να του κοστίσουν τη ζωή, κατά έναν παράξενο λόγο είχε συμβεί το αντίθετο. Το αρρωστημένο μυαλό του τυράννου, τον θεωρούσε άτομο εμπιστοσύνης, δίχως αυτό να σημαίνει πως το αύριο ήταν βέβαιο. Με τον Στάλιν, δεν υπήρχε καμία σταθερότητα.

Το κρύο πλέον ήταν τσουχτερό και οι πρώτες χιονοπτώσεις είχαν ξεκινήσει. Ο Ιωσήφ, σηκώθηκε από το γραφείο και για λίγο στάθηκε στο παράθυρο, χαζεύοντας με σχεδόν άδειο μυαλό. Δύο λεπτά αργότερα, η πόρτα άνοιξε και στο εσωτερικό εισήλθε ο Άλεξ με πρόσωπο κατακόκκινο από την παγωνιά. Ο Ιωσήφ τον κοίταξε τρυφερά και με τα δυο του χέρια, έτριψε τα μάγουλά του για να τον ζεστάνει.

«Μπαμπά, δεν είμαι πέντε» τον πείραξε ο νεαρός.

«Για εμένα πάντα θα είσαι το αγόρι μου, ακόμη και αν φτάσω στο σημείο να είμαι κατάκοιτος και εσύ να κάνεις δική σου οικογένεια. Αν ζήσω ως τότε...»

«Ξεκίνησες πάλι;» τον μάλωσε ο Άλεξ και συνέχισε «Κάνει πολύ κρύο. Σίγουρα η θερμοκρασία έχει πέσει κάτω από το μηδέν» μούγκρισε στο τέλος και αποχώρησε, με τον Ιωσήφ να μένει ακίνητος μπροστά από το παράθυρο. Στο μυαλό του εμφανίστηκε από το πουθενά, ο νεαρός Γερμανός. Έκανε πράγματι πολύ κρύο και εκείνος δεν είχε μαζί του ούτε ένα ζεστό ιμάτιο. Ο Χίτλερ δεν είχε προμηθεύσει τους στρατιώτες του με χειμερινές στολές, πιστεύοντας πως όλα θα τελείωναν πριν καν να ξεκινήσουν οι ανηλεείς χιονοπτώσεις.

΄΄Παιδί ήταν και αυτός, στην ηλικία του γιού μου. Ακόμη θυμάμαι τα σημάδια στο κορμί του από το ξύλο. Τον σκέφτομαι τώρα που χιονίζει. Εδώ είδα τον Άλεξ με παγωμένο πρόσωπο και σκίρτησε η ψυχή μου, αυτός ο νεαρός είναι μόνος του εκεί έξω και με βεβαιότητα, είτε στο μέτωπο, είτε στις ρωσικές στέπες, θα πεθάνει από το κρύο. Η Ρωσία μπορεί να σκοτώσει τους εισβολείς και μόνο με τις καιρικές της συνθήκες΄΄

«Φεύγω» άκουσε τον γιό του να του λέει «Πάω να βρω τον Ντίμα, θα κινηθώ με τα τρένα ως εκεί. Πρέπει να φτάσουμε εγκαίρως στο μέτωπο και αυτή τη φορά θα φροντίσω να είμαι οπλισμένος και πάνω από όλα, να μην πιαστώ αιχμάλωτος» γρύλισε.

«Προτού φύγεις» ψέλλισε σχεδόν άψυχα «Κάθισε για λίγο γιατί σε θέλει ο Ζούκοφ. Χρειάζεται να αφηγηθείς ορισμένα πραγματάκια» του είπε ο Ιωσήφ.

«Όπως συνέβησαν;» ρώτησε ο νεαρός καχύποπτα.

«Ναι. Μεταξύ μας είμαστε, απλώς θα φτάσουν στον Στάλιν όπως μας συμφέρει. Οφείλει να θορυβηθεί καθώς αν θυμηθώ τις στιχομυθίες λίγους μήνες πριν, θα ανέβω στο πρώτο καμπαναριό και θα ξεκινήσω να ουρλιάζω»

Πράγματι, αυτό που είχε συμβεί, λίγες μέρες πριν τη γερμανική εισβολή το καλοκαίρι που είχαν αφήσει πίσω τους, ήταν κυριολεκτικά κωμικοτραγικό. Καθώς Ο Ιωσήφ δεν είχε εγκαταλείψει τη Μόσχα, τρέχοντας από το Πολιτικό Γραφείο στις ντάτσες του Στάλιν και πίσω, είχε ζήσει από πολύ κοντά, σκηνές χάους. Αρχικά, ο απλός πολίτης της πρωτεύουσας, ζούσε μακάριος στο αήττητο συννεφάκι του, επιδιδόμενος σε λεονταρισμούς τύπου ΄΄θα σπάσουμε τα μούτρα του Χίτλερ!΄΄ Άλλοι θεωρούσαν ακόμη χειρότερα, πως ο στρατός έφτανε στο λιμάνι της ανατολικής Πρωσίας. Η αλήθεια όμως ήταν πικρή και ο Άλεξ θυμόταν πως στην μονάδα του, υπήρχε ένα τυφέκιο διαθέσιμο ανα δέκα άνδρες, πράγμα που σήμαινε, πως οι άοπλοι ακολουθούσαν τους οπλισμένους στρατιώτες, καρτερώντας να σκοτωθούν για να πάρουν το όπλο τους. Οι δε αξιωματικοί, ήταν έτοιμοι να πυροβολήσουν οποιονδήποτε έβλεπαν να κινείται προς την λάθος κατεύθυνση. Ο Αλεξέι βέβαια, είχε φροντίσει να είναι οπλισμένος, μιας που υποψιαζόταν τη γερμανική, ύπουλη προσωπικότητα.

Ο Στάλιν, αυτός ο ηγέτης που αρεσκόταν να σκορπά τον τρόμο, πυκνό σαν τις χιονονιφάδες που έπεφταν αυτή τη στιγμή, είχε παραλύσει από φόβο. Εθελοτυφλούσε πεισματικά σχετικά με τις γερμανικές προθέσεις, μέχρι τη στιγμή που ο εχθρός επιτέθηκε. Πόλεις καίγονταν, χωριά λεηλατούνταν και αρκετοί ακόμη περίμεναν τις διαταγές από έναν ψυχικά παράλυτο, σύντροφο Στάλιν, ο οποίος είχε αποσυρθεί στην ντάτσα του και δεν εμφανίστηκε στο Κρεμλίνο την επομένη της επίθεσης, στήνοντας τον Ιωσήφ που τον καρτερούσε εμφανώς αγανακτισμένος. Σε όσους τον ζητούσαν, μία ήταν η απάντηση : Ο Σύντροφος Στάλιν δεν είναι εδώ και πιθανότατα να μην έλθει.

Το αίμα ωστόσο, στο κεφάλι του Ιωσήφ ανέβηκε, καθώς επί δύο ημέρες τον αναζητούσαν, φτάνοντας στο σημείο να πιστέψουν πως δεν βρισκόταν πλέον στην εξουσία. Αρπάζοντας τότε τον Μολότοφ, τον Υπουργό Εξωτερικών που έσκουζε χαμένος σαν πληγωμένη μπεκάτσα, τον Μικογιάν και τον αρχηγό της μυστικής αστυνομίας Μπέρια, πήγαν στην ντάτσα του Στάλιν κακήν κακώς, όπου μπαίνοντας, τον βρήκαν χαμένο να τους ρωτά τον λόγο που είχαν έλθει. Η έκφρασή του ήταν αλλόκοτη. Ήταν εκείνη η μία φορά, που ο Ιωσήφ τον είδε αβέβαιο, ίσως φοβισμένο πως είχαν έρθει για να τον συλλάβουν.

«Υπάρχει πρόταση για να συγκροτηθεί μία Κρατική Επιτροπή Άμυνας» έκανε την αρχή ο Μολότοφ.

«Και ποιος θα είναι ο επικεφαλής;» είχε ρωτήσει ο Στάλιν και το σαγόνι του Ιωσήφ είχε σφιχτεί.

«Εσύ!» του πέταξε στο τέλος κοιτώντας τον με μισό μάτι και τον είδε να παίρνει θάρρος και πάλι.

«Πολύ καλά!» του απάντησε ο Στάλιν, μπαίνοντας ξανά ηγέτης του αγώνα, δίχως αυτό να σήμαινε πως είχε συνέλθει πλήρως.

Το πρώτο διάστημα, ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Αποστεωμένος, μέσα σε ένα φαιό χιτώνιο που έπλεε επάνω του και με τον Ιωσήφ πάντοτε δίπλα να του εμπνέει λόγια ενθαρρυντικά, μπας και γλίτωναν την απόλυτη καταστροφή.

«Δεν υπάρχουν όπλα, Ιωσήφ!» είχε πει στον Στάλιν, ο οποίος τον κοιτούσε λες και πάλευε να βρει την απάντηση γραμμένη στο κούτελό του.

«Κάνουν λόγο για το πόσο έξυπνοι είναι οι Ρώσοι. Ας δούμε λοιπόν τώρα πόσο έξυπνοι είμαστε τελοσπάντων!» του είχε απαντήσει, μα αυτό δεν τον ικανοποίησε. Όντας αργότερα στο Κίεβο, έπαιρνε διαρκώς τηλέφωνο, καθώς όπλα δεν υπήρχαν.

«Πού θα μπορέσουμε να βρούμε τυφέκια; Έχω εδώ εργάτες εργοστασίων που θέλουν να καταταγούν στον Κόκκινο Στρατό για να πολεμήσουν τους Γερμανούς και δεν έχουμε να τους εξοπλίσουμε, με απολύτως τίποτε!» στρίγκλιζε με τον Ντίμα και τον Σεργκέι τότε δίπλα του.

«Θα ήταν καλύτερο να ξεχάσεις την ιδέα να πάρεις τυφέκια από εμάς. Όλα έχουν σταλεί στο Λένινγκραντ» του είχε απαντήσει ο Χρουστσόφ.

«Και με τι θα πολεμήσουμε εμείς, άνθρωπε;» φώναζε ο Ιωσήφ.

«Δεν ξέρω...Με δόρατα, ξίφη, αυτοσχεδιάστε!» του είχε έρθει η απάντηση μαζί με το εγκεφαλικό επεισόδιο.

«Μισό λεπτό, μου λες πως θα πρέπει να πολεμήσουμε άρματα μάχης με δόρατα σαν τους νεάτερνταλ;» γρύλισε ο Ιωσήφ και ο Χρουστσόφ κάγχασε.

«Βάλε το μυαλό σου να δουλέψει Ιωσήφ. Μπορείτε να φτιάξετε βόμβες με μπουκάλια, που να περιέχουν βενζίνη ή κηροζίνη και να τις πετάτε στα άρματα» η κατάσταση κοινώς ήταν άθλια και τώρα ο Άλεξ, όφειλε να μιλήσει και εκείνος από πρώτο χέρι και για την ακρίβεια με λεπτομέρειες καθώς ήταν μαζί με την 41η Μεραρχία Πεζικού, και με τον Υποστράτηγο Γκεόργκι Μικούσεφ, τον οποίο αγαπούσε πολύ σαν προσωπικότητα. Το κατώφλι της πόρτας τους πέρασε ο Ζούκοφ που χαιρέτησε με ενθουσιασμό τον Αλεξέι, καθώς ήδη είχε φτάσει στα αφτιά του, η φοβερή και περιπετειώδης απόδραση από το Άουσβιτς.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro