Είμαστε όλοι στο ίδιο πλοίο/ part 1
΄΄Στο Υπουργείο Προπαγάνδας, άπαντες γνώριζαν την αλήθεια. Σε μία φλογερή θάλασσα, σκοτώθηκαν σχεδόν ακαριαία πενήντα χιλιάδες άνθρωποι. Τα πτώματα κυριολεκτικά κόλλησαν στην άσφαλτο. Ο Γκαίμπελς έχοντας ακουμπήσει καλά τον αγκώνα του στην γυαλισμένη δρυ του γραφείου του, χρησιμοποιώντας πένα από φτερό χήνας έγραφε το κύριο άρθρο της εφημερίδας του ΄΄Ράιχ΄΄, η οποία διανεμόταν δωρεάν. Ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά πως η ουρά που έκανε ο κόσμος στα ανθοπωλεία, ήταν πια για τους νεκρούς και όχι για τους ζωντανούς. Με κάθε τρόπο εξασφάλιζε τον ανεφοδιασμό και άφηνε κατά μέρος μερικές φορές τον ρόλο του Υπουργού Προπαγάνδας για εκείνον του δημάρχου της πρωτεύουσας.
Διαρκώς στρεφόταν ενάντια στον Χίμλερ και τον Γκέρινγκ. Έτσι και αλλιώς την ύστατη στιγμή, αυτοί οι δύο θα πρόδιδαν τον Χίτλερ. Εξαιτίας του προσωπικού του μίσους, είχε φθάσει στο σημείο να σταματά ακόμη και τη δραστηριότητα της Γκεστάπο, ενώ η δημοτική του αστυνομία μισούσε τους Ες-Ες. Στο γεμάτο ερείπια και αρουραίους Βερολίνο, ο Γκαίμπελς γνώριζε πως δεν μπορούσε να έρθει σε αντίθεση με τους τελευταίους αυθεντικούς και αγανακτισμένους Βερολινέζους. Όταν όλος ο κόσμος βρισκόταν σε κατάσταση υστερίας, εκείνος ήξερε πώς να διατηρεί μία ολύμπια ηρεμία. Τώρα πια που ο κόσμος κρυβόταν στα καταφύγια, εκείνος τον ενθάρρυνε με εκπομπές και άρθρα, λέγοντας πως : « Είμαστε όλοι στο ίδιο πλοίο, είναι μία κακή στιγμή που θα περάσει, αν μείνουμε ενωμένοι»
Ο Χειμώνας του 43, έφερε μαζί του έναν νέο άνεμο που εξακολουθούσε να μυρίζει αίμα, ατσάλι, μπαρούτι, στάχτη και γενικά κάθε τι που θύμιζε την βρομερή ανάσα του πολέμου. Ο Όττο ψυχολογικά πάλευε να ισορροπήσει για ακόμη μία φορά. Μπορεί να πατούσε γερά στα πόδια του, μπορεί να είχε ξεκάθαρα αρνηθεί τις γερμανικές διαταγές πίσω στο Στάλινγκραντ, μπορεί να είχε σωθεί από τους Ρώσους, μα σε καμία περίπτωση δεν ποθούσε να φορέσει τη στολή του Κόκκινου εκδικητή που θα έμπαινε με τον φθονερό βηματισμό του στην διαλυμένη του χώρα. Οι μάχες προς το Χάρκοβο συνεχίζονταν και αυτή τη φορά, μπροστά τους θα είχαν να αντιμετωπίσουν τα Ένοπλα Ες-Ες. Οι φήμες σχεδόν επιβεβαιώνονταν γι' αυτά πως ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να παραταχθεί, πολύ καλύτερα και από τον στρατό. Οι Ρώσοι είχαν επιβεβαιωθεί και από την απίστευτη απόδοση του Όττο, ο οποίος έβρισκε τον στόχο, όσο μακριά και αν τον τοποθετούσαν, ακόμη και εν κινήσει. Τα επιφωνήματα έκπληξης δεν έλειψαν στιγμή. Ως και ο Στάλιν είχε εκπλαγεί ευχάριστα. Αυτός ο νεαρός ήταν με βεβαιότητα φονική μηχανή. Το γεγονός όμως πως δεν είχαν θρηνήσει πολλά θύματα στο Στάλινγκραντ, επιβεβαίωναν τις υποψίες τους πως πράγματι, είχε από πριν αποσυρθεί, παραβλέποντας πολλές εντολές.
Το πόδι του μέρα με την μέρα και υπό την πίεση του Αλεξέι, έδειχνε σημάδια βελτίωσης. Ο ίδιος, ο οποίος φυσικά είχε μάθει από πολύ μικρή ηλικία να ακούει το σώμα του, πλέον δεν του είχε καμία εμπιστοσύνη. Η θερμοκρασία τα βράδια στην πρωτεύουσα κατρακυλούσε και ο νεαρός καθόταν οκλαδόν σε ένα πεζούλι, κοντά στο διαμέρισμα του Άλεξ. Η απεραντοσύνη της Μόσχας, πάντοτε έκρυβε την ίδια μαγεία και αδιάσειστη γοητεία, όπως κάθε άλλη φορά. Είχε αφεθεί στις σκέψεις του, όταν ένιωσε ένα έντονο, σχεδόν πειρακτικό τσίμπημα στον ώμο.
«Καλώς το ολγάκι! Ίσως είναι και η μόνη φορά που δεν μου διακόπτεις την σίτιση» γέλασε.
«Αν η προσπάθεια της σίτισης, έμοιαζε με εκείνη του ψαρέματος της ποταμίσιας καραβίδας με ένα ποτήρι, τότε καλώς και την διέκοψα» του χαμογέλασε και κάθισε δίπλα του «Έχεις πολλές σκοτούρες, τις αναγνωρίζω»
«Έχεις νιώσει στ' αλήθεια πως δεν ανήκεις πουθενά;» την ρώτησε και της έδωσε χρόνο να το σκεφτεί.
«Η αλήθεια είναι πως όχι»
«Καλύτερα για εσένα. Εγώ νιώθω σαν αιώνιος παρείσακτος και ξέρεις γιατί; Γιατί μετά από χρόνια πήρα το μέρος του ανθρώπου. Είναι δύσκολο πολύ σαν επιλογή καθώς ο άνθρωπος στις μέρες μας, χρωματίζεται ιδεολογικά, με βάση το έθνος, τις συμμαχίες και τα λοιπά παρατράγουδα. Έπειτα όμως από τέσσερα χρόνια πολέμου, κουράστηκα. Δεν επιθυμώ να είμαι Ναζί, μήτε Κόκκινος, δεξιός ή Κομμουνιστής. Στο δικό μου μυαλό, τίποτε δεν έχει περισσότερη αξία από την ανθρωπιά μας. Όσο και αν εκδικηθείς τον αντίπαλο, ποτέ το μίσος δεν θα πάψει να κοχλάζει μέσα σου και αυτό γιατί θα βαραίνεις την ψυχή σου με μιαρές, αναίσχυντες πράξεις. Μόνο με την αγάπη πας μπροστά. Τουλάχιστον εμένα προσωπικά, εκείνη με οδήγησε, με αποτράβηξε από το σκοτάδι όταν βούλιαζα σε αυτό με εκπληκτική ταχύτητα»
Η Όλγα τον κοίταξε αρχικά με στοργή και κατόπιν το ίδιο βλέμμα υιοθέτησε μία έκφραση πονηρίας.
«Όττο Σβάιγκερ διαθέτεις μία αγγελική ομορφιά. Η φίλη μου η Πολίνα περνά πολύ δύσκολα» γέλασε στο τέλος βλέποντάς τον να κοκκινίζει ολόκληρος.
«Εντάξει και εγώ αισθάνομαι ορισμένες φορές αμήχανα» παραδέχτηκε και η κοπέλα άλλαξε ευθύς τη συζήτηση.
«Οι σφοδρές μάχες συνεχίζονται. Οι δικοί μας δέχτηκαν πολύ ισχυρό πλήγμα»
«Λογικό, η Leibstandarte, η Das Reich και η Totenkopf οι μεραρχίες των Ενόπλων Ες-Ες στα οποία ανήκα, συμμετέχουν. Είναι φονικές μηχανές και εγώ αποφασισμένος να συνδράμω στην αναχαίτησή τους. Έχω εκπαιδευτεί στα ειδικά σχολεία, μάλλον για νέους με ειδικές διανοητικά στρεβλές ανάγκες. Εννοώ τα σχολεία που δημιούργησαν για τα Ένοπλα Ές-Ες. Ο στόχος ωστόσο, αποτελεί θα έλεγα, φυσικό μου χάρισμα» μειδίασε.
Τα νέα από το μέτωπο μαθαίνονταν καθημερινά. Πλέον, φορώντας την στολή των Κόκκινων, ο Όττο για πρώτη φορά θα μεταφερόταν στο μέτωπο από την πλευρά των Σοβιετικών. Η άνοιξη αν και είχε μπει χρονικά, δεν είχε κάνει ακόμη αισθητή την παρουσία της. Ο μόνος που ένιωθε κυριολεκτικά ανακούφιση για το γεγονός πως δεν θα χρειαζόταν να αντιμετωπίζει τον φίλο του σε όλο τον Ανατολικό Μέτωπο, ήταν ο Άλεξ, ο οποίος δεν έβλεπε την ώρα να τελειώσει αυτό που είχαν ήδη αρχίσει λίγους μήνες πριν. Την αναχαίτιση των Ναζί και την βύθιση του πλοίου τους στην ίδια τους την πρωτεύουσα. Μαζί τους θα ήταν και ο Ντίμα. Ο Γκαμπριέλ με τον Σεργκέι, ήδη κροτάλιζαν τα όπλα στο Χάρκοβο, το οποίο έχασαν έπειτα από ισχυρές οδομαχίες, ακόμη και από σπίτι σε σπίτι.
Ο Χίτλερ θεωρώντας πως τίποτε δεν είχε ακόμη χαθεί στα ανατολικά, τρωγόταν να επανακτήσουν οι Γερμανοί το πάνω χέρι. Μία επιτυχής επίθεση, θα οδηγούσε στην αιχμαλωσία πολλούς Ρώσους, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην καταναγκαστική εργασία για την συνέχιση της πολεμικής προσπάθειας. Ο Ιωσήφ καθώς και ο Ζούκοφ, αποφάσισαν να απευθυνθούν στον Όττο για μία έστω συμβουλή ως προς την γερμανική ψυχολογία.
«Οι Γερμανοί έχουν ανάγκη μία νέα νίκη. Θα τους παρασύρετε σε μία αμυντική μάχη, θα διαλύσετε σιγά σιγά την γερμανική δύναμη και έπειτα θα δώσετε την χαριστική βολή»
«Το ίδιο σκεφτόμουν και εγώ» απάντησε ο Ζούκοφ.
«Αυτό σημαίνει πως τα γενέθλιά μου για φέτος, θα τα περάσω στα χαρακώματα. Όχι δηλαδή πως έχουν και ιδιαίτερη σημασία, μα κουβέντα να γίνεται»
«Και γίνεσαι; Είκοσι έξι όπως ο Άλεξ;» τον ρώτησε.
«Μάλιστα. Ένας από τους λόγους ωστόσο που τα μισώ αφόρητα, είναι γιατί ο Λούκας, ο δίδυμός μου, δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά στο πλάι μου να τα γιορτάσει»
Το χέρι του Ιωσήφ πέρασε γύρω από τους ώμους του προστατευτικά, όταν είδαν και τον Άλεξ να πλησιάζει.
«Αδερφέ» του χαμογέλασε αγκαλιάζοντάς τον «Άκουσα ένα μέρος της συζήτησης και οφείλω να σου εξομολογηθώ πως συχνά σκέφτομαι τη δολοφονία του αδερφού σου. Θέλω να μας πεις τα πάντα για το συμβάν, καθώς και για τους ανθρώπους που σε περιτριγύριζαν»
Ο Όττο τους κοίταξε και τους τρεις αβέβαια. Μισούσε να φέρνει στο νου του εκείνο το βράδυ που του άλλαξε τη ζωή, που του ξερίζωσε ένα κομμάτι του εαυτού του. Τα άψυχα μάτια του αδερφού του που ξεψύχησε στα χέρια του, αναζητούσαν δικαίωση. Παίρνοντας μία βαθιά ανάσα, άρχισε να εξιστορεί τα γεγονότα από τον σταθμό και μετά, μέχρι την κρίσιμη στιγμή.
«Υπάρχει ένα κενό» σκέφτηκε ο Αλεξ που είχε ξεκινήσει να πηγαινοέρχεται νευρικά «Αυτός ο δαίμονας, αυτός ο άνδρας που συναντήσαμε πίσω στην Πολωνία, αυτός που ανατρίχιασε μέχρι και το βρέφος που βαστούσα, τι ρόλο διαδραμάτισε στη ζωή σου;» τον ρώτησε.
«Με ζήλευε. Μισούσε το γεγονός πως ο Χίτλερ και ο Χίμλερ μαγεύονταν με τα ψέματά μου, μισούσε το γεγονός πως είχα προσκληθεί στην Καγκελαρία»
Ο Ζούκοφ στένεψε τα μάτια του.
«Αποκλείεις το να μπερδεύτηκε; Από όσο μας λες τόση ώρα, με τον Λούκα δεν είχε επαφές και το εμπόδιό του στο να λάμψει ναζιστικά στέκεται μπροστά μου. Μέσα στο βράδυ δεν θα αντιλήφθηκε τη διαφορά. Θα πίστεψε πως ήσουν εσύ, μονάχα που αντί για εσένα πέτυχε τον αδερφό σου»
«Βγάζει απόλυτο νόημα. Ο αδερφός σου δεν είχε εχθρούς, δεν ήταν μυημένος σε κάποια αντιναζιστική οργάνωση, τουλάχιστον όχι μέχρι εκείνη τη στιγμή» του είπε ο Άλεξ ο οποίος τον είδε ξαφνικά να παίρνει βαθιές ανάσες. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, έχασε σχεδόν το φως του εξαιτίας του άγχους και της οργής. Η ψυχή του ταλανιζόταν, το κεφάλι του βούιζε και οι γροθιές του σφίχτηκαν απότομα. Ο Αλεξέι τον βοήθησε να καθίσει. Τα χέρια του έτρεμαν διαρκώς, μα πλέον ήξερε πως για να τον ηρεμίσει, έπρεπε να ανοίξει τα κουμπιά από την στολή του. Είχε σχεδόν μελανιάσει.
«Αυτός...» ψέλλισε αγκομαχώντας «Θα μου το πληρώσει. Το ορκίζομαι»
Ο Άλεξ τον άρπαξε από τους ώμους.
«Κοίταξε με. Δεν είχα σκοπό να το αφήσουμε έτσι. Γνωρίζω πως αυτός δουλεύει ως κάτι χειρότερο και από δήμιος στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Θα τον φτάσουμε. Θα φτάσουμε ως εκεί. Το όνομά του το έχω δώσει σε πολλούς. Αν τυχόν γλιστρήσει από εμάς ίσως πέσει πάνω σε άλλους. Όπως και να έχει, ορκίζομαι πως θα στον παραδώσω»
Τα μάτια του Όττο βούρκωσαν απότομα. Τώρα κοιτούσε τους δύο Στρατηγούς σαν να τους δίκαζε.
«Γιατί ο κόσμος εξακολουθεί να βουλιάζει στην υποκρισία; Με εξαίρεση εσάς που δεν έχετε ακόμη φθάσει εκεί, οι περισσότεροι Σύμμαχοι αρνούνται να κοιτάξουν την Κόλαση των στρατοπέδων στα μάτια. Τα υψηλά ιστάμενα κεφάλια γνωρίζουν πολύ καλά τι συμβαίνει, οι ναζί έβαλαν το μίσος και ο κόσμος την αδιαφορία. Ας το παραδεχτούμε ανοιχτά. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τα εκατομμύρια των Εβραίων και αιχμαλώτων που καθημερινά καίνε, δηλητηριάζουν ή πραγματοποιούν πειράματα. Αν ο πόλεμος δεν τελειώσει, κανείς δεν θα ρίξει το βλέμμα του σε αυτή την απανθρωπιά. Δεν είναι εύκολο να κοιτάξεις κάτι που η ψυχή και η λογική σου αδυνατούν να δεχτούν. Αυτό ακριβώς είναι οι άνθρωποι. Αδύναμοι. Εγώ όμως από νωρίς κοίταξα τη σαπίλα, ξέρω πώς μοιάζει. Ένας από τους λόγους που επιθυμώ να σας βοηθήσω, είναι γιατί θέλω να φτάσω μπροστά από την καγκελόπορτα του Άουσβιτς. Να ελευθερώσω όλες αυτές τις δόλιες ψυχούλες, τις ξεχασμένες από τον Θεό. Μάλλον ούτε Εκείνος το αντέχει. Φοβάται μήπως τελικά δεν είναι τόσο τέλειος ή μήπως το δημιούργημά Του είναι τόσο ατελές»
Οι δύο άνδρες σώπασαν. Ο Αλεξέι γνώριζε ακριβώς για τι πράγμα μιλούσε.
«Θα είμαι δίπλα σου όταν θα ελευθερώνουμε το Άουσβιτς»
Ο Ιωσήφ τον τράβηξε στην αγκαλιά του.
«Γνωρίζω πως μισείς τις επιλογές, πως το πνεύμα σου είναι ελεύθερο. Βοήθησέ μας να πολεμήσουμε μέχρι τις πύλες του Άουσβιτς, μέχρι την κάθαρση της ψυχής του αδερφού σου. Έπειτα, από εμένα θα είσαι ελεύθερος» κοίταξε τον Ζούκοφ που δεν σχολίασε «Αυτό θέλεις και το γνωρίζω. Αυτό επέλεξες κάνοντας το καλό δίχως να ξεχωρίζεις τους ανθρώπους. Το καλό όμως δεν σου επιστράφηκε τότε, όταν σε σώσαμε, καθώς δέθηκες ξανά με αλυσίδες. Αυτό λοιπόν θα είναι το δικό μου, προσωπικό δώρο και δεν θα σηκώσω αντίρρηση. Θα σου χαρίσω την ελευθερία σου, την ελευθερία να επιλέξεις εσύ ποιον δρόμο επιθυμείς να ακολουθήσεις»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro