Κεφάλαιο 5 Διάβαση Σαρν
Τα πεσμένα χρυσά φύλλα περνούσαν κάτω από τα πόδια της συντροφιάς καθώς ο άνεμος τα μετέφερε μακριά. Το έδαφος ήταν ξηρό, αλλά οι λόφοι αυξάνονταν σε αριθμό όσο πιο μακριά περπατούσαν προς την κατασκήνωση της Διάβασης Σαρν. Μόλις έφτασαν την κατασκήνωση, ένα μικρό σύννεφο καπνού υψωνόταν από μια αναμμένη φωτιά στο ουρανό και ένα γκριζομάλλης περιφερόμενος φύλακας στεκόταν σε ένα τραπέζι μελετώντας ένα χάρτη.
«Χάλμπαραντ!» φώναξε ο Έρανταν καλώντας τον περιφερόμενο φύλακα. Ο Χάλμπαραντ στράφηκε και χαμογέλασε στη συντροφιά.
«Έρανταν! Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω!» αποκρίθηκε ο Χάλμπαραντ. Η συντροφιά σταμάτησε μπροστά από το Χάλμπαραντ καθώς εκείνος και ο Έρανταν ξεκίνησαν μια συζήτηση.
«Έχει φτάσει στα αυτιά μου από τους γιους του Έλροντ και τις Περιφερόμενες Συντροφιές να λένε για την ανδρεία σας στο Φόρνοστ. Είσαστε τόσο αφοσιωμένοι στις ικανότητες σας και τολμηροί,» είπε ο Χάλμπαραντ κοιτάζοντας και τους τρεις της ομάδας.
«Πιστεύω πως καταφέραμε να κρατήσουμε τον εχθρό μακριά για λίγο. Όμως πώς είναι εδώ τα πράγματα από τότε που φύγαμε για να βρούμε τον Άραγκορν;» ρώτησε ο Φάριν συμμετέχοντας στη συζήτηση.
«Όλα είναι ήσυχα. Υπήρξε ένας συναγερμός που σήμανε στο Μπάκλαντ αμέσως μόλις χωριστήκαμε, μα φαίνεται πως ανησυχήσαμε για το τίποτα,» απάντησε ο Χάλμπαραντ.
«Επιστρέψαμε για να σου προσφέρουμε ό,τι βοήθεια μπορούμε. Πώς μπορούμε να φανούμε χρήσιμοι;» ρώτησε ο Έρανταν.
«Ειλικρινά, Θα ήμουν χαρούμενος για μερικά επιπλέον χέρια, όμως είναι ξεκάθαρο σε εμένα ότι έχετε μια μεγαλύτερη μοίρα. Μπορεί να χρειάζεται κάπου αλλού πιο επειγόντως,» απάντησε ο Χάλμπαραντ.
«Τότε τι θα έπρεπε να κάνουμε;» ρώτησε ο Έρανταν.
«Σας συμβουλεύω να κατευθυνθείτε στο Σκιστό Λαγκάδι. Ο Άραγκορν θα ανυπομονεί να ακούσει τα νέα του Άγκανταρ και ίσως να έχει άλλες αποστολές για να πραγματοποιήσετε. Για τώρα, ο εχθρός φαίνεται πως έχει στραφεί μακριά από το Σάιρ.»
«Οι γιοι του Έλροντ πρότειναν το ίδιο πράγμα. Εντάξει τότε, υποθέτω ότι πηγαίνουμε στο Σχιστό Λαγκάδι,» είπε ο Έρανταν κοιτάζοντας τους συντρόφους του.
«Ίσως υπάρχει κάτι που μπορείτε να κάνετε για μένα στο δρόμο σας.» τους είπε τότε ο Χάλμπαραντ μετά από μια σύντομη σκέψη.
«Δεν έχεις παρά να το πεις.» του είπε ο Έρανταν.
«Έστειλα δυο απ' τους Φύλακες μου, το Κιλάραν και τον Λούιν, για μια περιπολία κατά μήκος του Ποταμού Μπραντιγουάιν, Θα έπρεπε να έχουν επιστρέψει εδώ και ώρες. Αρχίζω να ανησυχώ για αυτούς.»
«Είναι και οι δύο ώριμοι Περιφερόμενοι Φύλακες που έχουν υπηρετήσει χρόνια σε αυτή την περιοχή. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν έχασαν έτσι απλά το δρόμο τους. Από ποια κατεύθυνση θα επέστρεφαν;»
«Υποτίθεται πως θα ακολουθούσαν τον Μπραντιγουάιν βόρεια και όπως και τον Μεγάλο Ανατολικό Δρόμο και από κει θα κινούνταν πίσω περνώντας μέσα από τους Λόφους των Θολωτών Τάφων.»
«Οι τάφοι είναι ακριβώς βόρεια από τη θέση μας εδώ.» είπε ο Έρανταν.
«Τότε θα κινήσουμε βόρεια το δρόμο μας για τους Λόφους των Θολωτών Τάφων.» αποφάσισε η Άντριελ. «Ίσως ανακαλύψουμε κάποιο ίχνος τους καθώς ταξιδεύουμε.»
«Έχετε τις ευχαριστίες μου. Ο Έρανταν έχει μεγάλη ικανότητα ως ιχνηλάτης. Αν ο Λούιν και ο Κιλάραν τα κατάφεραν ως τους τάφους, σίγουρα θα ανιχνεύσει τη πορεία τους. Προτού φύγετε όμως, ξεκουραστείτε και μη διστάσετε να αγοράσετε προμήθειες και οπλισμό, ή ίσως να επισκευάσετε τα ήδη υπάρχοντα όπλα σας.» τους είπε ο Χάλμπαραντ.
Κάθισαν λίγο πιο πέρα και γευμάτισαν πρόχειρα μαζί με μερικούς άλλους Περιφερόμενους Φύλακες, και μετά πήγαν στον Μάρανταν, τον έμπορο, για να αγοράσουν προμήθειες.
«Σύντομα θα αναχωρήσετε ξανά, έτσι δεν είναι; Λοιπόν έχω μερικά πράγματα μέσα στις προμήθειες μας που μπορούν να σας βοηθήσουν στο δρόμο σας. Ίσως μερικά επιπλέον βέλη και θεραπευτικά βότανα της Σιλάνα, μπορούν να φανούν χρήσιμα, ρίξτε μια ματιά...» τους είπε.
«Ήταν μια σκοτεινή ημέρα όταν εκείνοι οι Μαύροι καβαλάρηδες επιτέθηκαν. Τι κάνεις εσύ για όλο αυτό;» ρώτησε ο Έρανταν, καθώς κοιτούσαν για καινούργιο εξοπλισμό και προμήθειες.
«Α, λοιπόν... Έχω δει πολλά πράγματα στη ζωή μου, κακά σε πολλές μορφές, αλλά ποτέ δεν έχω δει κάτι σαν αυτό που αντιμετωπίσαμε εκείνη τη μέρα. Τόσοι πολλοί χάθηκαν... Είναι σκληρό για έναν γέρο άνθρωπο να βλέπει τόσους νέους να σκοτώνονται... Μακάρι να μπορούσα... Λοιπόν, δεν υπάρχει τίποτα να κερδίσω με το να εύχομαι...»
Αγόρασαν αρκετά πράγματα με τα χρήματα που είχαν, Αφού ο Φάριν αγόρασε πρώτος ό,τι ήθελε, πήγε δίπλα, στο σιδηρουργό, για να επισκευάσει τον οπλισμό του.
«Α, Αφέντη Φάριν, χαίρομαι που σε βλέπω πίσω. Νόμιζα πως θα ήσουν πίσω στο δρόμο σου για το Βουνό της Μοναξιάς τώρα. Και ποιος θα μπορούσε να σε κατηγορήσει αν το έκανες;» του είπε ο σιδηρουργός, ο Χάντορ.
«Χρειάζομαι επισκευές.» είπε ο Νάνος και άφησε τον εξοπλισμό του για να ξεκινήσει τη δουλειά.
Πλησίασαν και οι σύντροφοι του και άφησαν κι εκείνοι τον οπλισμό τους. Η Άντριελ αποφάσισε να κάνει μια βόλτα μέχρι να τελειώσουν οι επισκευές. Πέρασε από τη σκηνή των τραυματιών, όπου η Σιλάνα, η γιατρός, βρισκόταν γονατιστή πλάι σ' έναν ξαπλωμένο νεαρό άνδρα και πλησίασε. Μόλις την είδε η Σιλάνα, σηκώθηκε και της είπε:
«Είσαι χτυπημένη; Μου φαίνεσαι αρκετά καλά. Εάν είναι τα θεραπευτικά φάρμακα που χρειάζεσαι μπορείς να τα πάρεις από τον Μάρανταν. Έχω έναν άνθρωπο που πεθαίνει στα χέρια μου.»
Η Άντριελ κοίταξε τον νεαρό και της είπε:
«Φαίνεται να είναι άσχημα. Τι συμβαίνει με αυτόν;»
«Τι συμβαίνει; Δεν ξέρω στ' αλήθεια, η πληγή του είναι ελαφριά, αλλά η ζωή του τελειώνει! Φοβάμαι ότι υποφέρει από τη Μαύρη Ανάσα.»
«Τη Μαύρη Ανάσα; Τι είναι αυτό;»
«Είναι μια δύναμη που ασκείται από τους Μαύρους Καβαλάρηδες- τους Εννιά Νάζγκουλ. Τα θύματα τους που πλήγονται πέφτουν αναίσθητα και, χωρίς βοήθεια, σύντομα πεθαίνουν. Έχω ήδη χάσει τρεις ανθρώπους από αυτή την κατάρα. Ο Ελάραν είναι το μόνο θύμα που ακόμα ζει.» είπε απογοητευμένη η Σιλάνα.
«Δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνουμε;» τη ρώτησε η Άντριελ.
«Ω! Μακάρι να ξέρα! Να βγάλω ένα βέλος, να δέσω μια πληγή, αυτά τα πράγματα τα έχω κάνει αμέτρητες φορές, αλλά η Μαύρη Ανάσα είναι κάτι που γνωρίζω μόνο απ' τις παλιές ρίμες που ο δάσκαλος μου με δίδαξε...»
«Μια παλιά ρίμα; Θα ήθελα να την ακούσω.»
«ήταν πριν χρόνια... άσε με να σκεφτώ... Πιστεύω πως πήγαινε κάπως έτσι: Όταν η Μαύρη Ανάσα φυσάει και του θανάτου η σκιά ξεσπάει κι όλα τα φυτά φεύγουν, έλα Αθέλας, έλα Αθέλας, δώσε ζωή σ' αυτόν που πεθαίνει... Αυτά είναι όσα μπορώ να θυμηθώ.»
«Τι είναι αυτό το Αθέλας οπή λέει η ρίμα;»
«Ένα βότανο, κοινώς γνωστό ως Βασιλόχορτο. Έχει μικρή θεραπευτική χρήση, και κάποιοι το βρίσκουν ανακουφιστικό για πονοκεφάλους και άλλες μικρές ενοχλήσεις.»
«Φαίνεται πως χρειάζεται μια προσπάθεια! Το Αθέλας πρέπει να μεγαλώνει κάπου. Καμία πιθανότητα να μπορούσα να βρω λίγο πριν να είναι αργά;» αναρωτήθηκε η Άντριελ.
«Ίσως θα μπορούσες να βρεις λίγο από αυτό. Το φυτό δεν είναι ντόπιο στη Μέση- Γη. Το είχαν φέρει σ αυτές τις ακτές οι χαμένοι Νούμενορ και το φύτεψαν στα εδάφη όπου οι πρόγονοι μας συνήθιζαν να κατοικούν, συμπεριλαμβανομένων των Θολωτών Τάφων στο βορρά.»
«Πώς θα ξέρω το Αθέλας εάν το συναντήσω;»
«Το φυτό έχει πολλά μακριά, απαλά φύλλα, αλλά μπορείς να το βρεις καλύτερα από τη μυρωδιά τί, ένα γλυκό και πικάντικο συγχρόνως άρωμα. Οι Λόφοι των Θολωτών Τάφων φυλάγουν πολύτιμα λίγα τέτοια φυτά.»
«Ο δρόμος μου οδηγεί στους Θολωτούς Τάφους. Αν βρω το Αθέλας να μεγαλώνει εκεί θα φέρω λίγο πίσω σε εσένα.» της υποσχέθηκε η Άντριελ.
Οι τρεις σύντροφοι ήταν έτοιμοι και αφού αποχαιρέτησαν τον Χάλμπαραντ, πήραν το δρόμο προς τα βόρεια. Τη νύχτα της επόμενης μέρας έφτασαν λίγο έξω από τους λόφους.
Άκουγαν κεραυνούς από τον ουρανό και συμφώνησαν κι οι τρεις πως επρόκειτο να βρέξει.
Η επόμενη περιπέτεια για τους φίλους μας μόλις ξεκίνησε. Τι θα συναντήσουν άραγε στους Θολωτούς Τάφους; Και τι απέγινα οι δυο χαμένοι Περιφερόμενοι Φύλακες, ο Κιλάραν και ο Λούιν; Θ τους βρουν; Οι απαντήσεις στα επόμενα ❣
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro