Κεφάλαιο 7Β
Ήταν απογευματάκι όταν η Χριστίνα μόλις είχε μπει στο διαμέρισμα της, πτώμα στην κουράσει ήθελε να κάνει ένα μπάνιο και να πέσει για ύπνο. Την μισούσε την Άνοιξη όχι ότι της άλλες εποχές της άντεχε, αλλά η Άνοιξη και το Καλοκαίρι της θύμιζαν το Άγγελος.
Είχε κάνει το μπάνιο της και αφού είχε ξαπλώσει στο κρεβάτι έβλεπε την πολυθρόνα του και ένιωθε την καρδιά της να πονάει ακόμα περισσότερο εκείνη την στιγμή αποφάσισε να κόψει κάθε συνδέσει με το χωρίο και το παρελθόν της.
Έτσι δυο μέρες μετά που είχε ρεπό από την δουλειά αποφάσισε να πάει στο Μοναστηράκι να πουλήσει την πολυθρόνα του. Ήταν το μόνο που είχε πάρει μαζί της φεύγοντας από το χωρίο και είχε έρθει η ώρα να τον ξεχάσει για πάντα.
Ένας συνάδερφος της είχε μιλήσει για ένα μικρό μαγαζί με παλιά έπιπλα δεν το έπιανε το μάτι σου άλλα ήταν κουκλίστικο, μπήκε μέσα πούλησε το τελευταίο πράγμα που της θύμιζε το χωρίο και έφυγε τρέχοντας πριν αλλάξει γνώμη.
Την επόμενη μέρα το πρωί ο Άγγελος μπήκε στο μαγαζί και αφού καλημέρισε το κ. Παύλο, την μια στιγμή είδε την πολυθρόνα και την αμέσως επόμενη στιγμή όλα μαύρισαν και λιποθύμησε. Ο κ. Παύλος έτρεξε γρήγορα κοντά αν και είχε αρχίσει να συνέρχεται .
Παύλος: Άγγελε παιδί μου, είσαι καλά; χτύπησες;
Άγγελος: Καλά είμαι, ξαφνικά όλα σκοτείνιασαν
Παύλο: Γιατί το έπαθες; Να καλέσω ένα γιατρό;
Άγγελος: Όχι, έχω μιλήσει μαζί του συμβαίνει όταν έχω πολύ ζωντανές αναλαμπές.
Παύλος: Άρα είναι καλά νέα; θα επανήλθε η μνήμη σου;
Άγγελος: Έτσι λένε, κ. Παύλος ποιος έφερε την πολυθρόνα;
Παύλος: Σου αρέσει το καινούργιο μας απόκτημα, την έφερε μια κοπέλα εχτές το απόγευμα που έλειπες.
Άγγελος: Μήπως άφησε το τηλεφωνώ της;
Παύλος: Νομίζω πως ναι! θες να την πάρω;
Άγγελος: Ναι, και να της πείτε να έρθει από εδώ αύριο το μεσημέρι.
Παύλος: Εντάξει παιδί μου, είσαι καλύτερα τώρα;
Άγγελος: Ναι, είναι ποιο σημαντίκο το τηλεφώνημα που θα κανετε.
Ο Άγγελος έφυγε να πάει να εξυπηρέτηση ένα πελάτη και ο κ. Παύλος έφυγε για το γραφείο να πάρει τηλεφωνεί την Χριστίνα και με μια δικαιολογία την έπεισε να περάσει αύριο το μεσημέρι από το μαγαζί του.
Στης τρεις το μεσημέρι η Χριστίνα ήταν πολύ κουρασμένη μετά την δουλειά για μια στιγμή σκέφτηκε να ακύρωση την επίσκεψη της στο μαγαζί άλλα όταν μίλησε με τον ιδιοκτήτη χτες φαινόταν πολύ ανήσυχος. Όποτε έκανε κουράγιο και μπήκε στο μαγαζί ψάχνοντας το κ. Παύλος, την στιγμή είδε τον Άγγελο δεν μπορούσε να το πιστέψει αυτό που έβλεπαν τα μάτια της
Άγγελος: Δεσποινίς είστε καλά;
Χριστίνα: ΑΑΑΑ Άγγελε τι κανείς εδώ;
Άγγελος: Με ξέρετε; ελάτε να καθίσουμε έχετε ασπρίσει.
Χριστίνα: Ναι άλλα έχω τον δω τεσσερισήμισι χρονιά. Χάθηκε σε μια εκδρομή στο βουνό.
Άγγελος: Θα σας ακουστή περίεργο αλλά πριν από τεσσερισήμισι χρονιά έφτασα σε νοσοκομείο της Αθήνα με πλήρη αμνησία.
Χριστίνα: Τι έγινε;
Άγγελος: Είναι μεγάλη ιστορία θα σας την πω κάποια στιγμή.
Χριστίνα: Έλα μαζί μου στο σπίτι σου να σου δείξω;
Άγγελος: Έχω πάει και στο χωρίο μου και στο χωρίο που έμενα.
Χριστίνα: Πως;
Άγγελος: Πρέπει να μιλήσουμε άλλα όχι αυτή την στιγμή.
Χριστίνα: Δυο χαρές θέλω.
Άγγελος: Δεν ξέρω;
Χριστίνα: Σε παρακαλώ.
Άγγελος: Εντάξει.
Χριστίνα: Πάρε την κάρτα μου αν θες να μιλήσουμε και μην μου μιλάς στο πληθυντικό σε παρακαλώ.
Άγγελος: Θα σε πάρω τηλεφωνώ σύντομα, συγνώμη τώρα πρέπει να φύγω.
Εκείνη την μέρα η Χριστίνα ήταν ήρεμη και χαλαρή μετά από πολύ καιρό. Την Παρασκευή το πρωί ο Άγγελος την πήρε τηλεφωνώ.
Άγγελος: Καλημέρα δεσποινίδα δεν ξέρω αν με θυμάστε; είμαι ο Άγγελος
Χριστίνα: Και βεβαία Άγγελε μου τι θα ήθελες;
Άγγελος: Θες να πάμε στο χωρίο το τρίμερο.
Χριστίνα: Με χαρά, θα πάμε με το αυτοκίνητο μου;
Άγγελος: Ναι, ευχαριστώ θα είμαι έξω από το σπίτι σου την Παρασκευή το μεσημέρι.
Χριστίνα: Χάρηκα που σε άκουσα.
Άγγελος: Και εγώ Χριστίνα.
Όλες της υπόλοιπες μέρες η Χριστίνα ζούσε σε κατάσταση άγχους, από την μια την άγχωνε ότι θα ήταν στο αυτοκίνητο με τον Άγγελο τόσες ώρες και από την άλλη η επιστροφή της στο χωρίο μετά από τόσα χρονιά.
Την Παρασκευή το μεσημέρι όμως που τον βρήκε έξω από το σπίτι της εξαφανίστηκαν όλα. Μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν για το χωρίο.
Άγγελος: Τι σχέση είχαμε εμείς η δυο;
Χριστίνα: Είχαμε δεσμό.
Άγγελος: Δεν καταλαβαίνω, γιατί δεν εμφανίστηκες τότε;
Χριστίνα: Θα σου πω μια ιστορία που έχει ωραία σημεία αλλά και άσχημα τότε θα τα καταλάβεις όλα.
Άγγελος: Ανυπομονώ να την ακούσω και να σου πω και εγω την δικια μου.
Είχε βραδιάσει αρκετά όταν έφτασαν στο χωρίο και τελείωναν την συζήτηση τους σχετικά με το τι έγινε.
Άγγελος: Όλα αυτά μου ακούγονται απίστευτα.
Χριστίνα: Φτάσαμε.
Άγγελος: Δω μένεις;
Χριστίνα: Ναι, και εσύ λίγο ποιο κάτω έμενες.
Άγγελος: Τάσο κοντά και όμως τελικά δεν συναντηθήκαμε.
Χριστίνα: Είχα ήδη φύγει για την Αθήνα όταν γύρισες.
Η Χριστίνα μπαίνοντας μέσα στο σπίτι ένιωσε λες και γύρισε τεσσερισήμισι χρονιά πίσω, η αναμνήσεις την χτυπήσαν και διπλασιάσαν της τύψης που είχαν δημιουργηθεί στο ταξίδι τους.
Άγγελος: Είσαι καλά;
Χριστίνα: Θα συνέλθω.
Άγγελος: Ξαφνικά άσπρισες σίγουρα είσαι καλά.
Χριστίνα: Καλά είμαι άπλα είναι πολλά μαζί.
Άγγελος: Θες να πάμε λίγο στην Τρίπολη να ηρεμήσεις;
Χριστίνα: Όχι, σε ευχαριστώ δεν μπορώ να δω κόσμο αυτή την στιγμή άμα θες πήγαινε εσύ;
Άγγελος: Δεν θα αργήσω.
Ο Άγγελος για την Τρίπολη ήθελε να σκεφτεί όλα όσα είχε μάθει από την Χριστίνα. Η Χριστίνα αφού τακτοποίησε τα πράγματα της άνοιξε όλα τα παράθυρα του σπιτιού ώστε να μπει καθαρός αέρα, δεν άντεχε όμως μέσα στο σπίτι μετά τα τελευταία νέα όποτε βγήκε άλλα προτίμησε το δάσος με την ησυχία του.
Όταν γύρισε στο σπίτι το αυτοκίνητο της ακόμα έλειπε όποτε σιγουρά και ο Άγγελος, πήρε μια κουβέρτα και ξάπλωσε στο σαλόνι με την τηλεόραση ανοικτή να τον περιμένει.
Τα μεσάνυχτα ο Άγγελος γύρισε στο χωρίο και την βρήκε να κοιμάται στο καναπέ αφού την σκέπασε κάθισε να την κοιτάζει. Μετά από τόσα χρονιά επιτελούς ένιωθε κάτι, ήταν περίπλοκα τα συναισθήματα του άλλα αυτή η κοπέλα τα είχε ξυπνήσει επιτελούς.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro