ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΜΠΕΡΔΕΜΑ
Είχε περάσει μια εβδομάδα από τον ερχομό μας από το ταξίδι και νιώθω χειρότερα από πριν. Κάθε μέρα ο Έκτορας βρίσκει αφορμές να μου πει για το πόσο όμορφα θα ήταν να είχαμε και εμείς κάποιο παιδί και το ποσό πολύ του αρέσουν. Εγώ από μεριάς μου προσπαθώ να μην ασχοληθώ αλλά μου είναι αδύνατο.
Σήμερα είπε πως θα αργήσει και μόνο στην σκέψη πως θα είμαι λίγες ακόμα ώρες μόνη μου η καρδιά μου γεμίζει γαλήνη. Για ακόμα μια φορά μετά από καιρό έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο που είχα ξεκινήσει. Όμως, για άλλη μια φορά το κουδούνι με διέκοψε, αυτή τη φορά πριν ξεκινήσω την ανάγνωση. Χωρίς μεγάλη όρεξη σηκώθηκα και άνοιξα την πόρτα.
«Αδελφούλα μου! Πόσο μου έλειψες!» ακούω μια φωνή και μία κοπέλα έπεσε επάνω μου αγκαλιάζοντας με.
«Και εμένα μου έλειψες.» είπα και τηλιξα απρόθυμα τα χέρια μου γύρω της αγκαλιάζοντας την.
«Αχ δες! Δεν φούσκωσε η κοιλιά μου;» με ρωτάει καθώς απομακρύνεται από κοντά μου κουνώντας το σώμα της μια δεξιά μια αριστερά.
«Πότε να προλάβει να φουσκώσει η κοιλιά σου βρε Μαρία;»
«Μα δες εγώ το βλέπω! Άσε που το νιώθω να κλωτσάει.»
«Πέρνα μέσα γιατί θα μας πάρουν με τις πέτρες.» της λέω και κάνω άκρη για να μπει μέσα στο σπίτι.
«Αχ θέλω και άλλα μαξιλάρια! Δεν μπορώ να κάτσω σωστά με πονάει και η μέση μου...άστα! Από το βάρος θα είναι!» την ακούω να λέει και ήθελα να πηδήξω από το παράθυρο. Ποιο βάρος;
«Εντάξει. Απλά πληροφοριακά είναι πολύ μικρό για να έχεις τόσο μεγάλο βάρος. Πρέπει να χαλαρώσεις.»
«Μα δεν μπορώ! Θα γίνω μαμά!» ουρλιάζει και νιώθω πως θα εκραγεί το τύμπανο μου.
«Πήγες στον γυναικολόγο;»
«Όχι δεν χρειάζεται. Ξέρω τι γίνεται στο σώμα μου!»
«Όπως θες Μαρία μου. Όπως θες.» απαντάω απλά και κλείνω την συζήτηση εδώ. Άκρη μαζί της δεν θα βγάλω.
«Πως περάσατε στο ταξίδι;»
«Καλά είδαμε πολλά αξιοθέατα και ο Έκτορας ήταν πολύ γλυκός μαζί μου. Με πρόσεχε αρκετά η αλήθεια είναι.» απαντάω απλά χωρίς να αναφερθώ σε περαιτέρω λεπτομέρειες. Εξάλλου το θέμα του παιδιού είναι κάτι που αφορά εμένα και τον σύντροφό μου.
«Αχ και εσείς θα κάνετε παιδάκι ε; Τα είχε πει ο Έκτορας στον μπαμπά τις προάλλες! Ήθελε λέει να σου κάνει ένα δώρο με σκοπό να γυρίσετε τρείς! Τι έγινε τελικά; Γυρίσατε τρείς;» την ακούω να λέει και μένω στήλη άλατος.
«Εμ αλλάξαμε γνώμη και είπαμε πως θα περιμένουμε λίγο παραπάνω.»
«Αχ κρίμα. Θα είχε το νινακι μου παρέα! Αλλά δεν πειράζει! Θα πω στον Άλεξ να κάνουμε και δεύτερο!»
«Ε ναι γιατί ως γνωστόν όταν θες ένα παιδί πάντα έρχεται ουρανοκατέβατο.»
«Είναι δώρο θεού Ελπίδα.» είπε και σε αυτό θα συμφωνήσω. Ναι ένα παιδί είναι ευλογία και ευτυχία για μια οικογένεια.
«Θες να σου φέρω κάτι να φας;» την ρωτάω αλλάζοντας θέμα στην προσπάθεια μου να ηρεμήσω τον εαυτό μου και να μην μαλώσω με τον Έκτορα. Ποτέ δεν περίμενα να κάνει κάτι τέτοιο. Το θέμα του παιδιού του έχει γίνει έμμονη ιδέα.
[...]
Pov Αλέξανδρου (καιρό είχαμε να ακούσουμε το αγόρι μας)
Για ακόμα μια φορά ήμουν στην έπαυλη του κυρίου Τσουρή. Με είχε φωνάξει για να συζητήσουμε για την κόρη του, δεν νομίζω να με αφήσει ποτέ στην ησυχία μου αυτός ο άνθρωπος. Με πρόφαση να πάω στο μπάνιο έφυγα για λίγα λεπτά μακριά από αυτή την αποπνικτική συζήτηση η οποία προφανώς δεν ήταν συζήτηση αλλά εξαναγκασμός σε έναν γάμο τον οποίο δεν θέλω.
Νοιάζομαι την Μαρία και άρχισε να μου αρέσει πολύ η ιδέα ενός παιδιού, αλλά γάμος; Δεν είμαι εγώ για αυτά.
Κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη, τελικά τα μαλλιά μου χτενισμένα πίσω μου πάνε πολύ. Φτου σου αγόρι μου ένας κούκλος είσαι! Με πυγμή βγήκα να αντιμετωπίσω τον πατέρα της Μαρίας όπως είχε κάνει ο Ηρακλής με την Λερναία Ύδρα. Τώρα που το σκέφτομαι μέχρι και αυτή πιο συζητήσιμη θα ήταν.
«Αχ κύριε Σπύρο μου! Δεν πέτυχε καθόλου η ιδέα σας για το Παρίσι. Έξαλλη έγινε η Ελπίδα μου. Δεν θέλει να ακούσει για παιδί! Είμαι απελπισμένος!» ακούω μια πολύ γνώριμη φωνή. Σίγουρα θα πρέπει να ανήκει στον χλεχλε τον γκόμενο της Ελπίδας. Καλά αυτός ο άνθρωπος δεν παίρνει από λόγια; Το όχι είναι όχι φίλε μου.
«Θα αλλάξει γνώμη. Η Ελπίδα λειτουργεί υπό πίεση. Κόρη μου είναι την ξέρω.» ακούω την Λερναία Ύδ- εννοώ τον κύριο Σπύρο να λέει.
«Συγγνώμη που διακόπτω την συζήτηση σας. Αλλά κανένας άνθρωπος δεν λειτουργεί υπό πίεση. Γιατί πρέπει να πιέσεις κάποιον για ένα τόσο σοβαρό θέμα; Δηλαδή τι; Στο τέλος θα τρυπήσεις το προφυλακτικό;» σχολιάζω λέγοντας ένα σαρκαστικό αστείο στο τέλος προσπαθώντας να τους δείξω πως είναι απλά υπερβολικοί.
«Ωχ! Δεν είναι καθόλου άσχημη ιδέα Αρχιμήδη!» ακούω τον χλεχλε να λέει και δεν είμαι σίγουρος για ποιο πράγμα να νευριάσω πρώτα. Για το ότι πήρε στα σοβαρά το αστείο μου; Για το ότι δεν σέβεται την κοπέλα του; Ή για το Αρχιμήδης;
«Αρχικά φίλε μου είναι Αλέξανδρος! Σαν τον μέγα και τρανό Αλέξανδρο! Δεν το ξεχνάς αυτό το όνομα. Δεύτερον όντως σκέφτεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο; Πόσο χαμηλά μπορείς να πέσεις στα μάτια μου;» απαντάω και κουνάω το πόδι μου προσπαθώντας να διώξω την ένταση που άρχισε να συσσωρεύεται μέσα μου.
«Μα δεν θα το καταλάβει ποιο το νόημα; Ήταν απλά ένα..."ατύχημα"» λέει σηκώνοντας τους ώμους του. Ρε θα τον δείρω αυτόν. Τι είναι αυτά; Υποτίθεται είναι και σπουδαγμένος. Τρόπους όμως δεν έκατσε να του μάθει κάνεις.
«Είσαι πολύ ξεφτιλας τελικά! Δεν σου αξίζει μια γυναίκα σαν την Ελπίδα.» λέω απλά και φεύγω από το κλουβί με τους τρελούς. Είναι όλοι τους για δέσιμο. Και ο πατέρας της; Να μην λέει τίποτα; Μιλάμε για την κόρη του. Κάτι δεν μου αρέσει.
Ανέβηκα πάνω στην μηχανή και έκανα βόλτες στην πόλη όταν το βλέμμα μου έπεσε πάνω στην Ελπίδα. Καθόταν μόνη της σε ένα παρκάκι αγκαλιά με μια σακούλα με πατατάκια. Χωρίς δεύτερη σκέψη κατέβηκα από την μηχανή και την πλησίασα.
«Ελπίδα;»
Σηκώνει το κεφάλι της και βλέπω να υπέροχα πράσινα μάτια της κόκκινα. Έκλαιγε; Για αυτόν τον χλεχλε;
Πάω να μιλήσω όμως χωρίς να το περιμένω τρέχει κοντά μου και με αγκαλιάζει ξεσπώντας σε λυγμούς. Το άρωμα της κατακλύζει τον χώρο ενώ το μυαλό μου αρχίζει σταδιακά να θολώνει. Τι μου κάνει αυτή η γυναίκα;
«Ας μείνουμε λίγο έτσι...σε παρακαλώ.» μου λέει απαλά και ρουφάει την μύτη της. Αχ και δεν έχω χαρτομάντιλα να σου δώσω, τα άφησα στο άλλο μπουφάν. Όμως, παρέμεινα σιωπηλός, την άφησα να ξεσπάσει. Το είχε ανάγκη.
«Θες να μου πεις γιατί κλαίς;» σπάω την σιωπή όταν βλέπω πως πλέον έχει ηρεμήσει.
«Όχι δεν χρειάζεται.»
«Πάντως να ξέρεις εγώ είμαι με το μέρος σου. Ότι και αν γίνει θα είμαι στο πλευρό σου.» λέω αυθόρμητα και την κοιτάζω στα μάτια. Αχ αυτά τα μάτια σου Ελπίδα με έχουν μαγεύσει.
«Αχ λουκουμακι μου! Ήρθες να με δεις;» ακούω μια φωνή και εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να είναι η φαντασία μου.
«Ναι Μαρία μου. Ήρθε να σε δει ο καλός σου. Αυτό μου έλεγε τώρα.» απαντάει η Ελπίδα και χαμογελάει στην αδελφή της.
«Αλεκο μου; Το μωρό κλωτσαει να ξέρεις.» μου λέει η Μαρία και θέλω να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ελπίζω να μην τα λέει παραεξω αυτά θα μας πάρουν με τις πέτρες. «Αχ Ελπίδα; Δεν σου είπα. Θα παντρευτούμε τον μεθεπόμενο μήνα! Ο μπαμπάς κανόνισε όλα τα σχετικά.»
«Τι;» λέμε ταυτόχρονα με την Ελπίδα. Καλά η Λερναία Ύδρα κανονίζει δίχως τον ξενοδόχο. Δεν θα τους αφήσω έτσι.
«Α και μάλλον η Ελπίδα μας περιμένει και αυτή μωρό! Αν και δεν μας το λέει ακόμα! Αλλά την ξέρω εγώ αδελφές είμαστε.» ένα ένα βρε Μαράκι μου καρδιά θα πάθω ο άνθρωπος.
«Λυπάμαι αλλά εγώ πρέπει να φύγω.» απαντάει απλά και γυρνάει την πλάτη της. Εγώ θέλω μια απάντηση τελικά είναι έγκυος ή όχι; Και αν είναι γιατί είναι; Πώς έγινε; Γιατί έγινε;
Αυτό το κεφάλαιο γράφτηκε από την KiTTy_monster_ !
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro