Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙΣ

POV ΕΛΠΙΔΑ

Το μεσημεριανό στο τραπέζι μετά τα νέα της Μαρίας κύλησε σχετικά ευχάριστα για τους άλλους. Πιστεύω πως ούτε στον Αλέξανδρο του άρεσαν τα νέα αυτά. Δεν φαίνονταν για άνθρωπο που μόλις έμαθε πως θα γίνει πατέρας, αν ισχύει κιόλας.

«Αχ πατερούλη μου! Το παιδί μας να ξέρεις θα πάρει το δικό σου όνομα! Έτσι δεν είναι αγάπη μου;» ακούω την Μαρία να λέει και αγκαλιάζει το μπράτσο του Αλέξανδρου ακουμπώντας το κεφάλι της πάνω στον ώμο του. .

«Ας μην προτρέχουμε Μαρία μου. Να πάμε πρώτα στον γιατρό να μας πει πως είναι το μωρό και μετά θα συζητήσουμε για τις υπόλοιπες λεπτομέρειες.» σχολιάζει ο Αλέξανδρος και παραμένει στην θέση μου χαϊδεύοντας το χέρι της Μαρίας.

Με έπιασε πονοκέφαλος με το ζευγάρι του παραλόγου. Συνέχισα να κοιτάζω το πιάτο μου χωρίς να δίνω ιδιαίτερη σημασία στις συζητήσεις γύρω μου όταν την ηρεμία μου διακόπτει η φωνή του Έκτορα.

«Αχ και να ξέρατε πόσο θα ήθελα να και εγώ ένα παιδί με την κόρη σας κύριε Σπύρο! Να έχω ένα μικρό Ελπιδάκι να με υποδέχεται όταν γυρνάω από την δουλειά.» σχολιάζει ονειροπολώντας και ήμουν έτοιμη να του ρίξω το νερό στο κεφάλι. Τι είναι αυτά που λέει;

«Ε βάλτε μπρος και εσείς παιδιά μου! Να γεμίσει το σπίτι μας με παιδικές φωνές.»

«Συγγνώμη που σας το χαλάω αλλά χωρίς να είμαι έτοιμη να γίνω μητέρα παιδί δεν θα δείτε από εμένα.» απαντάω χτυπώντας το πιρούνι στο τραπέζι.

«Μα δεν χρειάζεται να είσαι έτοιμη για να κάνεις παιδί. Σε μαθαίνει αυτό. Εξάλλου αυτά τυχαίνουν!» ακούω τον Έκτορα να λέει και παράλληλα βλέπω τον πατέρα μου να κουνάει το κεφάλι του καταφατικά. Ε αυτό ήταν!

«Αν προσέχεις είναι πολύ σπάνιο να τύχουν! Σε παρακαλώ! Δεν θα κάνουμε αυτή την κουβέντα εδώ μπροστά στους γονείς μου!» λέω και σηκώνομαι από το τραπέζι. Το βαρέθηκα αυτό γιατί πρέπει μέχρι και στο θέμα του παιδιού να με πιέζουν; Τα δικά μου θέλω δεν τα σκέφτηκε ποτέ κανείς; Παλιά είχα τους γονείς μου πλέον έχω και τον Έκτορα να με πιέζει, δεν είναι ζωή αυτή.

Κατευθύνθηκα προς το κελάρι ελπίζοντας εκεί να μην με βρει κανείς. Ήθελα να έχω την ηρεμία μου. Άνοιξα το φως, πλησίασα το τραπέζι, κάθισα πάνω του και έκλεισα τα μάτια. Ποτέ μου δεν ζήτησα γάμους και παιδιά ή μάλλον ήθελα η ζωή μου να είναι πιο απλή να ζήσω με τους όρους μου και να διαμορφώσω την ζωή μου όπως την θέλω εγώ. Ο Αλέξανδρος αν και δεν βρεθήκαμε πολύ μου έδωσε την ευκαιρία να ζήσω διαφορετικά να δω την άλλη όψη του νομίσματος. Να κάνω πράγματα που δεν περίμενα ποτέ πως θα έκανα.

Ακούω την πόρτα στο κελάρι να τρίζει όμως δεν έδωσα σημασία. Όποιος και αν ήταν θα έφευγε.

«Τι κάνεις εδώ κάτω;» ακούω μια πολύ γνώριμη φωνή να λέει.

«Κάθομαι. Δεν βλέπεις;» τι θέλει αυτός εδώ; Ας πάει στην αγαπημένη του.

«Γιατί δεν μου είπες πως ήσουν αρραβωνιασμένη;»

«Εσύ γιατί δεν μου είπες πως είχες σχέση;»

«Την κολοκυθιά θα παίζουμε τώρα; Σε ρώτησα κάτι!» φωνάζει και με πλησιάζει. Τόση ώρα καθόταν κοντά στην πόρτα και δεν με είχε πλησιάσει. Στέκεται μπροστά μου με τα χέρια σταυρωμένα.

«Αλέξανδρε αυτό που έγινε μεταξύ μας ήταν για εμένα κάτι διαφορετικό. Κατάφερες να με κάνεις να νιώσω...μοναδικά.»

Στο άκουσμα των λέξεων μου τον ακούω να γελάει.

«Αχου μωρέ το κοριτσάκι ήταν εγκλωβισμένο στην σχέση του και βρήκε στον μαλακα τον Αλέξανδρο την σανίδα σωτηρίας του!» ουρλιάζει και βάζει τα χέρια του επάνω στο τραπέζι δεξιά και αριστερά μου.

«Να σου θυμίσω πως εσύ με πλησίασες πρώτος ενώ και εσύ είχες σχέση.»

«Δεν σε είδα να αντιστέκεσαι μικρή! Με πόσους ακόμα κερατώνεις τον Έκτορα;» τον ακούω να λέει και χωρίς δεύτερη σκέψη το χέρι μου βρίσκει το μάγουλο του.

«Και εσύ κεράτωσες την Μαρία μαζί μου! Δεν είσαι τόσο αθώος! Μην τολμήσεις να με ξανά πλησιάσεις!» με το που τελείωσα την φράση αυτή άκουσα ένα μπουκάλι να σπάει.

«Ελπίδα τι είναι αυτά που λες κόρη μου;» άκουσα την φωνή της μητέρας μου. Γύρισα το κεφάλι μου προς το μέρος της, την είδα με το χέρι της να προσπαθεί να στηριχτεί στον τοίχο.

«Μαμά τι κάνεις εσύ εδώ;» αναφωνώ και την πλησιάζω τρέχοντας. Μόλις φτάνω κοντά της ένα χαστούκι κάνει το κεφάλι μου να γυρίσει ελαφρά ενώ το αυτί μου άρχισε να βουϊζει.

«Μαμά;» την ρωτάω ενώ δάκρυα κυλάνε από τα μάγουλα μου.

«Δεν σε μεγάλωσα έτσι εγώ! Δεν πρέπει να μάθει τίποτα η Μαρία! Εσύ!» λέει γυρνώντας στον Αλέξανδρο. «Πήγαινε γρήγορα επάνω και πες τους αν σε ρωτήσουν πως πήγες στο μπάνιο και άργησες επειδή δεν το έβρισκες.»

Ο Αλέξανδρος χωρίς να πει κάτι φεύγει από τον χώρο αφήνοντας με μόνη μου με την μητέρα μου.

«Με απογοήτευσες Ελπίδα! Πραγματικά δεν το περίμενα αυτό από σένα! Η Μαρία πάντα ήταν τόσο καλή μαζί σου!» λέει κοιτάζοντας με με απέχθεια. «Πήγαινε πλύνε το πρόσωπό σου και έλα να με βοηθήσεις να πάμε τα κρασιά μέσα!»

[...]

Πλησιάζοντας προς το σαλόνι με την μητέρα μου ακούω για ακόμα μια φορά τους άντρες να συζητάνε.

«Τώρα που περιμένετε παιδί Αλέκο αγόρι μου θα πρέπει να αποκαταστήσεις την κόρη μου.» ακούω τον μπαμπά μου να λέει.

«Με όλο τον σεβασμό κύριε Σπύρο αλλά δεν είμαι άνθρωπος που είναι υπέρ του γάμου. Το παιδί προφανώς και θα το αναγνωρίσω και θα έχει έναν πατέρα πάντα δίπλα του αλλά δεν μπορώ να παντρευτώ.»

«Τι είναι αυτά που λες!;» ακούω τον πατέρα μου να φωνάζει και τρέχω κοντά του.

«Μπαμπά μου ηρέμησε. Κάποιοι άνθρωποι δεν επιζητούν τέτοιες δεσμεύσεις.» του λέω γλυκά προσπαθώντας να ηρεμήσω κάπως την κατάσταση!

«Το ζευγάρι για να είναι ευτυχισμένο πρέπει να πάρει την ευλογία του Θεού! Τι μοντερνιες είναι αυτές;»

«Μπαμπά μου δεν μπορείς να παντρέψεις κάποιον με το ζόρι.» συνεχίζω ακάθεκτη εγώ.

«Αυτό είναι το σωστό! Δεν ακούω κουβέντα!» φωνάζει και κοκκινίζει το πρόσωπο του περισσότερο.

«Αγάπη μου, Σπύρο μου! Θα παντρέψουμε τα παιδιά! Δεν θα αφήσουν την Μαρία μας έτσι!» του λέει και μένω άφωνη. Δεν είναι αυτή η μητέρα μου, δεν είναι αυτή η γυναίκα που μου έλεγε να ακολουθήσω τα όνειρα μου.

«Δίκιο έχουν Άλεξ, δεν θέλεις την Μαρία όλη δική σου για πάντα;» τον ρωτάει ο Έκτορας. Καλά γιατί πρέπει όλοι σε αυτή την οικογένεια να έχουν τον λόγο σε όλα;

«Και τώρα δική μου είναι. Δεν μου την παίρνει κανείς.» απαντάει ο Αλέξανδρος και ένιωσα για δευτερόλεπτα την καρδιά μου να βουλιάζει.

«Ε όχι δεν είναι το ίδιο. Εγώ την Ελπίδα την θέλω δική μου και μόνο. Να μου ανήκει.» ακούω τον σύντροφό μου να λέει και μένω άφωνη με τα λόγια του. Τι είμαι κανένα έπιπλο του σαλονιού και του ανήκω; Του μοιάζω με λαμπατερ; Πόσο με αγόρασε;

«Κανείς δεν ανήκει σε κανένα.» απαντάει ο Αλέξανδρος και με κοιτάζει στα μάτια. Έτσι Αλέξανδρε κάνεις δεν ανήκει σε κανένα, απλά μοιράζεσαι την ζωή σου με τον άνθρωπο σου χωρίς ο ένας να είναι κτήμα του άλλου.

«Εμένα ας πούμε μου ανήκει η Ελπίδα.» ακούω ξανά τον Έκτορα να λέει και είμαι έτοιμη να τον χτυπήσω. Πραγματικά θέλει και τα λέει αυτά;

«Εγώ δεν μπορώ άλλο αυτό το τσίρκο! Μαρία σε παρακαλώ πάμε να φύγουμε γιατί η βραδιά δεν θα τελειώσει όμορφα.» λέει στο τέλος ο Αλέξανδρος και σηκώνεται από την θέση του και φεύγει.

«Αχ μαμά μου και μπαμπά μου θα το δείτε θα αλλάξει γνώμη! Θα τον καταφέρω να με παντρευτεί μην ανησυχείτε!» λέει "γλυκά" η Μαρία και φεύγει.

«Ελπίδα τι απόψεις είναι αυτές!; Ο γάμος είναι κάτι ιερό και κάθε ζευγάρι πρέπει να ευλογείτε από τον κύριο!» ξεκινάει το κήρυγμα ο μπαμπάς μου με τον Έκτορα να συμφωνεί.

Πραγματικά με κούρασαν. Με έπιασε τρομερός πονοκέφαλος για αυτό και αποφάσισα να μην επεκταθώ άλλο. Η συζήτηση των δύο ανδρών συνεχίστηκε πάνω στο θέμα του γάμου και τα παιδιά χωρίς φυσικά να υπολογίζουν την δική μου γνώμη. Νιώθω σαν να είμαι μια κούκλα στην ίδια μου την ζωή, που άλλος αποφασίζει τα πάντα για μένα. 



Το παρόν κεφάλαιο γράφτηκε από την KiTTy_monster_ ❣️

Θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε, αν θα σας ενδιέφερε τα παρακάτω κεφάλαια που θα ανεβαίνουν να αφιερώνονται σε κάποιον από τους αναγνώστες μας. Με αυτό τον τρόπο θέλουμε να δείξουμε το ευχαριστώ μας, σε όλους όσους μας στηρίζετε από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε αυτό το μυθιστόρημα! Εάν θέλετε απαντήστε εδώ πέρα ❣️

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro