Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Όταν δυο κόσμοι συγκρούονται

  Οι τρεις δράκοι στέκονταν μπροστά από τη λίμνη των ψυχών κοιτάζοντας με απάθεια τις ψυχές που κινούνταν σπασμωδικά σαν τα ψάρια. Οι κραυγές αγωνίας των καταδικασμένων γίνονταν δυνατότερες κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε. Σύντομα, ο αποκρουστικός βαρκάρης θα έφερνε κι άλλους από αυτούς. Θα τους πετούσε στα παγωμένα νερά, φυλακίζοντας τους για πάντα στην αιώνια λήθη και μιζέρια.

Στεκόμενος σε μια άκρη, μακριά από τους δράκους, ο Βέριαν είχε ζαρώσει από το φόβο του. «Το ακούτε κι εσείς. Είναι απίθανο να μην έχει φτάσει στ' αυτιά σας ακόμα». Οι άλλοι δυο έγνεψαν καταφατικά κάνοντας το δράκο που είχε μόλις μιλήσει να σηκώσει τα φρύδια του με μιαν εκνευρισμένη έκφραση. Όταν μίλησε ξανά, ο τόνος της φωνής του ήταν ακόμα πιο άψυχος. «Τότε γιατί δεν κάνουμε τίποτα; Στεκόμαστε εδώ ακούγοντας το μακρινό χτύπο μιας καρδιάς που θα έπρεπε να έχει σταματήσει... άπραγοι!», ξέσπασε. Ο δράκος που στεκόταν δεξιά του άπλωσε το χέρι του και το ακούμπησε αργά στον ώμο του. Ένιωθε την ένταση μέσα στον αδερφό του να αυξάνεται και τον δικαιολογούσε απόλυτα. Όταν ο ίδιος ανέλαβε για πρώτη φορά τα καθήκοντα του, ο θυμός του για κάποιες καταστάσεις ήταν ασυγκράτητος. Σταδιακά, όπως και οι δράκοι πριν από εκείνον, έπαψε να έχει συναισθήματα. Το μόνο που είχε μείνει μέσα του ήταν μερικά από τα ψήγματα τους.

«Υπομονή, Ορφέα. Ξέρω ότι δεν μπορείς να περιμένεις να παρέμβεις, αλλά η κατάσταση δεν θέλει γρήγορους χειρισμούς. Άλλωστε, οι μάγισσες του Σάλεμ μας αναφέρουν τακτικά πληροφορίες για τον κόσμο. Ας τις αφήσουμε, λοιπόν, να ερευνήσουν εκείνες το θέμα για εμάς κι ας καθίσουμε να τις παρακολουθούμε όσο το κάνουν... Πάει καιρός που η εμπιστοσύνη μου προς αυτές έχει λιγοστέψει»

«Ούτε εγώ τις εμπιστεύομαι, Λέων. Είναι υπαίτιες για πολλά λάθη... Ανεξήγητα απερίσκεπτα λάθη»

«Έγκαν, Λέων... Πιστεύω ότι ήρθε η ώρα κάποιος από εμάς να φύγει για λίγο από εδώ και να αρχίσει να αναζητά μερικές από τις απαντήσεις που γυρεύουμε ανάμεσα στους ζωντανούς. Έχουν περάσει μήνες από την τελευταία προσωπική μας επαφή με τον κόσμο. Ακόμα και τότε, η επαφή αυτή ήταν έμμεση. Νιώθω κάτι μέσα μου να με ξεσκίζει. Εκείνη η καρδιά ανήκει σε ένα νεκρό σώμα. Πώς, όμως, συνεχίζει να χτυπάει; Τι είναι αυτό που της δίνει την ικανότητα να το κάνει; Το δωμάτιο με τις προφητείες δεν μου πρόσφερε σχεδόν τίποτα περισσότερο πέρα από το να μου υποδείξει ότι η προφητεία που αφορούσε τον κάτοχο της έχει εκπληρωθεί. Δεν καταλαβαίνω... Θα έπρεπε να είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε αμέσως το πρόβλημα»

«Μην υπερεκτιμάς τις δυνάμεις σου, Ορφέα. Όλα τα πράγματα έχουν μια λύση. Κι είμαι σίγουρος πως είναι μπροστά στα μάτια μας...»

Ο Ορφέας έμπλεξε τα δάχτυλα του μεταξύ τους χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Στην άκρη του μυαλού του σχηματιζόταν ήδη μια ιδέα. Το ότι του είχαν απαγορέψει να παρέμβει δεν σήμαινε ότι δεν μπορούσε να παίξει για λίγο με τους ζωντανούς. Θα είχα πλάκα, άλλωστε, να βασανίσει τις μάγισσες του Σάλεμ κάνοντάς τις, παράλληλα, να αποκαλύψουν την έκταση των δυνάμεων τους.

Με μια βιαστική κίνηση γύρισε την πλάτη του στους άλλους δυο κι άρχισε να περπατάει μακριά. Ήταν αποφασισμένος να κάνει αυτό που ήθελε και κανείς δεν θα τον εμπόδιζε.

Με ένα κλικ των δαχτύλων του, το σκοτεινό δωμάτιο περικυκλώθηκε από ψηλές, γαλάζιες φλόγες. Ο Ορφέας μάζεψε τα ασημένια μαλλιά του σε μια χαμηλή κοτσίδα και χαμήλωσε τα βλέφαρα του για να συγκεντρωθεί. Η μαγεία έρρεε άφθονη στις φλέβες του και γέμιζε το σώμα του με ενέργεια.

Στο όραμα του, οι τρεις μάγισσες βρίσκονταν καθισμένες γύρω από ένα οβάλ τραπέζι πιασμένες η μια από το χέρι της άλλης. Στη μέση του τραπεζιού βρίσκονταν τρία κόκκινα κεριά, η φλόγα των οποίων γέμιζε με φως το μικρό χώρο όπου βρίσκονταν. Ο Ορφέας χαμογέλασε στραβά κι έκανε τα κεριά να σβήσουν. Αμέσως, είδε τις μάγισσες να πετάγονται όρθιες. Είχαν αναμφίβολα αισθανθεί την παρουσία ισχυρής μαγείας να τις πλαισιώνει. «Ποιος είσαι;», ρώτησε φωναχτά η Άρια. Η Τζανίν και η Λότους έριχναν σύντομες ματιές παντού, αν και δεν έβλεπαν πολλά. Η προχωρημένη τους ηλικία ήταν ένα ακόμα εμπόδιο που δυσκόλευε την όραση τους.

Ξαφνικά, μια πύρινη φιγούρα αναδύθηκε επαναφέροντας τη φλόγα στα σβησμένα κεριά. Αιωρούνταν σε απόσταση αναπνοής από τις μάγισσες, οι οποίες βάλθηκαν να προσπαθούν όσα ξόρκια μπορούσαν να σκεφτούν. Ο Ορφέας γελούσε ικανοποιημένος με όσα έβλεπε. Το πλάσμα είχε καταφέρει να τρομάξει κάπως τις τρεις μάγισσες που πάντοτε κατάφερναν να κινούν τις υποψίες του. Κάτι σχεδιάζετε, αλλά όχι για πολύ, σκέφτηκε και με μια μικρή φράση από το στόμα του το πλάσμα εξαφανίστηκε σαν πυροτέχνημα...

*

«Δεν πιστεύω ότι ο Μάικλ έχει υπερφυσικό ταλέντο ή κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να αισθανθώ αυτού του είδους την ενέργεια μέσα του. Και αν υπάρχει κι απλά δεν έχει ενεργοποιηθεί ακόμα, δεν είμαι σίγουρος αν θέλω να το δω ή όχι»

«Και παρόλα αυτά, τον προορίζεις για διάδοχο σου... Δεν μπορώ να καταλάβω τι σε έχει πιάσει και βιάζεσαι να κάνεις όλες αυτές τις επιλογές»

«Θέλω να είναι όλα στην εντέλεια πριν... ξέρεις»

«Ο Μάικλ δεν είναι εσύ. Μην τον πιέσεις πάρα πολύ, όπως έκανες με τον εαυτό σου. Είναι παιδί, Μάικλ Τζόζεφ. Πρέπει να το θυμάσαι αυτό»

«Το θυμάμαι. Όμως, είναι αργά για να κάνω πίσω»

Ο Κασπάρο ανοιγόκλεισε γρήγορα τα μάτια του λες και ξυπνούσε από λήθαργο. Είχε αφεθεί τόσο πολύ σε εκείνη την ανάμνηση που δεν είχε συνειδητοποιήσει πως είχε περάσει η ώρα. Το αεροσκάφος θα προσγειωνόταν από λεπτό σε λεπτό. Δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο· γι' αυτό εκείνος κι ο Ιβάν είχαν επιλέξει να φύγουν από τη Σουηδία αεροπορικώς κι όχι τρέχοντας, όπως θα έκαναν οι υπόλοιποι. Έπρεπε πάση θυσία να φτάσουν πρώτοι και να προετοιμάσουν το έδαφος στην Αυστρία.

Ο Χανς είχε τηλεφωνήσει στον Κασπάρο και τον είχε ενημερώσει για την άφιξη του Μάικλ στη Βιέννη από την πρώτη κιόλας μέρα. Και παρόλο που ο ίδιος ο Κασπάρο θεωρούσε μια τέτοια κίνηση άνευ νοήματος, ο Ιβάν είχε κατά ένα τρόπο προβλέψει ότι ο Μάικλ θα πήγαινε εκεί. «Είναι σαν ένας αόρατος δεσμός μεταξύ εκείνου και του Μάικλ Τζόζεφ. Παρόλο που εκείνος χάθηκε, ο Μάικλ νιώθει ασφάλεια ακολουθώντας τα βήματα του. Μην ξεχνάς ότι ο Μάικλ Τζόζεφ είχε την τάση να απομονώνει συχνά τον εαυτό του. Έτσι, κάθε μέρος που έμεινε ήταν προσαρμοσμένο ώστε να αποτελεί το καταφύγιο του», είχε πει.

Η γοητευτική αεροσυνοδός συμβούλεψε τον Κασπάρο να κλείσει το τραπεζάκι μπροστά του καθώς επρόκειτο να ξεκινήσουν την κάθοδο τους. Οι γαλάζιες φλέβες στο λαιμό της διαγράφονταν έντονα κάτω από το δέρμα της. Ο Κασπάρο μπορούσε να ακούσει το ξέφρενο καρδιοχτύπι της, να αισθανθεί την αυξημένη θερμοκρασία του σώματος της και την αίσθηση αναγούλας που αναδευόταν μέσα της. Σύντομα θα το καταλάβει, σκέφτηκε και χαμογέλασε ικανοποιημένος που είχε το προνόμιο να διακρίνει τόσο εύκολα λεπτομέρειες που κανένας θνητός δεν μπορούσε.

Τόσο ο Κασπάρο όσο κι ο Ιβάν δεν βιάστηκαν να κατέβουν από το αεροσκάφος. Ήταν σίγουροι πως είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν πάνω τους μερικά περίεργα βλέμματα καθώς κατέβαιναν τις σκάλες έξω από το αεροπλάνο, αλλά δεν τους ένοιαζε. Με τις βαλίτσες τους να φέρουν το καρτελάκι «υψηλή προτεραιότητα» θα ήταν θέμα λεπτών να τις παραλάβουν και να εξαφανιστούν από το αεροδρόμιο.

Ο Ιβάν ήταν ιδιαίτερα σχολαστικός καθώς πρότεινε στον Κασπάρο τους τρόπους που θα έπρεπε να κινηθούν. Ο Χανς θα τους περίμενε με το αυτοκίνητο του λίγα μέτρα πιο κάτω από την έξοδο των αφίξεων. Από εκεί, θα τους οδηγούσε σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο όπου θα εξανάγκαζαν τους υπαλλήλους να τους αφήσουν να μείνουν χωρίς να πουν λέξη σε κανέναν. Κανείς από τους δυο δεν είχε σκοπό να προσεγγίσει τον Μάικλ κατευθείαν. Δεν χωρούσε αμφιβολία πως, αν και κατά πολύ μικρότερος τους, ήταν επικίνδυνος.

Με τις αποσκευές τους ανά χείρας, οι δυο βρικόλακες κινήθηκαν βιαστικά προς την έξοδο. Προς έκπληξή τους, ο Χανς τους περίμενε ακριβώς απέξω. «Σε αντίθεση με εσάς, εγώ ακόμα γερνάω», απάντησε περιπαικτικά στην ερώτηση που μόλις σχηματιζόταν στο μυαλό του Κασπάρο. «Σκέφτηκα πως ίσως να μην με αναγνωρίζατε. Πάει καιρός και στα μαλλιά μου άρχισαν να εμφανίζονται μερικές ενοχλητικές γκρίζες τριχούλες». Ο Ιβάν γέλασε κι ο Κασπάρο τον μιμήθηκε απρόθυμα. Δεν ήταν ώρα αυτή για να γίνει αγενής ή ψυχρός.

Ο Χανς έκανε νόημα στους δυο βρικόλακες να τον ακολουθήσουν προς το αυτοκίνητο. Αμέσως μόλις τα μάτια του προσγειώθηκαν πάνω στη γυαλιστερή κόκκινη Buick Avista που ήταν κομψά παρκαρισμένη ανάμεσα σε δυο παλιά αυτοκίνητα, ο Κασπάρο έμεινε με ανοιχτό το στόμα. «Βλέπω ότι ένα από τα πράγματα που κατάφερε να βελτιώσει ο Μάικλ Τζόζεφ ήταν το γούστο σου στ' αυτοκίνητα», ειρωνεύτηκε όμως μέσα του δεν υπήρχε ζήλια. Ο Χανς το εξέλαβε ως κοπλιμέντο και βιάστηκε να τους βολέψει στο δροσερό εσωτερικό.

Ο δρόμος μπροστά τους ήταν σχεδόν έρημος από αυτοκίνητα. Το τσουχτερό κρύο των τελευταίων ημερών εμπόδιζε τους ανθρώπους από το να κυκλοφορούν ελεύθερα κι ο Κασπάρο ένιωθε ευγνώμων που τα πράγματα είχαν έτσι. Παχιές νιφάδες χιονιού προσγειώνονταν πάνω στα παράθυρα του αυτοκινήτου προκαλώντας θόρυβο. Ο Χανς παρέμενε αμίλητος. Προτιμούσε να κρατήσει τις σκέψεις του για τον εαυτό του παρά να τις μοιραστεί με τους άλλους δυο. Ο Ιβάν, όμως, δεν είχε την ίδια άποψη.

«Θυμάστε τη νύχτα που ο Μάικλ Τζόζεφ δεν έλεγε να πάψει εκείνη την ανατριχιαστική μελωδία που έπαιζε στο πιάνο;», ρώτησε παρακολουθώντας άλλη μια νιφάδα χιονιού να χτυπάει το παράθυρο του. Οι άλλοι δυο έγνεψαν καταφατικά. Ο Κασπάρο, μάλιστα, φάνηκε να ανατριχιάζει και μόνο στη θύμηση. Οι νότες που χτυπούσαν τα δάχτυλα του Μάικλ Τζόζεφ παρήγαγαν μια αργή, θλιβερή μουσική που ενίοτε τη διέκοπταν πιο βαριές νότες. Δεν ήξερε γιατί, αλλά εκείνος ο ήχος τον ενοχλούσε. Τον είχε κάνει να αισθάνεται σαν κάποιος να είχε παραβιάσει τα εσώψυχα του. Ο ίδιος ο Μάικλ Τζόζεφ είχε, μετά από ένα σημείο, κλείσει τα μάτια του αφήνοντας τα δάχτυλα του να κινούνται σαν από δική τους βούληση. Που να σε πάρει, Ιβάν. Γιατί έπρεπε να το αναφέρεις αυτό τώρα;

Ο Χανς άφησε τους δυο συνεπιβάτες του στην είσοδο του ξενοδοχείου τους κι έστριψε για να φύγει μέσα από ένα στενό δρομάκι, βουτηγμένο στις σκιές. Μετά από μερικά λεπτά, ο Ιβάν άρχισε να νιώθει άβολα. Επικεντρώθηκε στο να αφήσει τις υπερφυσικές αισθήσεις του ελεύθερες να εξερευνήσουν το χώρο, όμως δεν μπορούσε να βρει την αιτία που το είχε προκαλέσει. «Κάποιες φορές, έχω την εντύπωση ότι κάποιος μας παρακολουθεί», εκμυστηρεύτηκε στον Κασπάρο. Εκείνος στράβωσε τα χείλη του σκεφτικός κι έπειτα συμφώνησε σιωπηλά...

*

Ο Μάικλ στριφογύριζε ένα ποτήρι κρασί μέσα στην παλάμη του διατηρώντας το βλέμμα του προσηλωμένο στην τηλεόραση. Ο Μάικλ Τζόζεφ βρισκόταν στην άκρη της οθόνης, αλλά η κάμερα δεν ήταν επικεντρωμένη πάνω του. Ένας ιδιαίτερα εύθυμος Ράνταλ κρατούσε ένα μπουκάλι σαμπάνια κι ετοιμαζόταν να τραβήξει το φελλό. Τη στιγμή που το έκανε, σχηματίστηκε μπροστά του ένας μικρός λεκές από τον αφρό. Η κάμερα απομακρύνθηκε από το Ράνταλ κι εστίασε στον Κασπάρο. Το πρόσωπο του ήταν χαλαρό και το βλέμμα του ήρεμο. Έδειχνε να νιώθει άνετα, παρόλο που στον ίδιο χώρο βρίσκονταν άλλα δέκα άτομα. Όμως, κάτι στην όλη εικόνα ενοχλούσε τον Μάικλ. Ο σωσίας του δεν μιλούσε, παρά μόνο άκουγε κι έβλεπε τι έκαναν οι άλλοι. Κάποια στιγμή, στριφογύρισε ειρωνικά τα μάτια του απαντώντας σε κάτι που είπε ένας μικρόσωμος κοκκινομάλλης. «Μια πρόποση, λοιπόν», αναφώνησε ο Ράνταλ την ώρα που ύψωνε το ποτήρι του στον αέρα. «Μια πρόποση για την επιτυχία του κυρίου από δω, που σήμερα είναι λες και κατάπιε τη γλώσσα του, να εξασφαλίσει την επέκταση των περιοχών δικαιοδοσίας μας στην Αυστρία», συνέχισε κοιτάζοντας τον Μάικλ Τζόζεφ. Εκείνος σηκώθηκε νωχελικά και τσούγκρισε το ποτήρι του με το δικό του και για πρώτη φορά χαμογέλασε· ένα λειψό, αλλά περήφανο χαμόγελο.

«Τώρα που τελείωσε κι αυτό, είναι ώρα να προχωρήσουμε σε πιο σημαντικά ζητήματα... Έστειλα μερικούς δικούς μας να επιθεωρήσουν την κατάσταση στο Σάλεμ και να με ενημερώσουν. Απ' ότι γνωρίζω ήδη, οι βρικόλακες της Αμερικής δεν περνάνε και τόσο καλά τελευταία. Εκείνες οι τρεις τρισάθλιες γυναίκες τους έχουν εκτοπίσει σε συγκεκριμένες περιοχές. Εκείνοι αντιδρούν, όμως απέναντι τους έχουν και τους λυκάνθρωπους. Πρόκειται για μάχη, κύριοι, την οποία πρέπει να κερδίσουμε. Το είδος μας δημιουργήθηκε από μάγισσες και τώρα μερικοί από τους δικούς τους προσπαθούν να μετριάσουν τη δύναμη μας. Είναι αλήθεια ότι πολλοί έχουν σκοτωθεί από τα τεχνάσματα τους. Κι εμείς δεν μπορούμε να ρισκάρουμε δημιουργώντας μια στρατιά ανεξέλεγκτους νεογέννητους. Μέχρι να τους εκπαιδεύσουμε θα πάρει πολύ χρόνο. Οπότε, αυτό που προτείνω εγώ είναι να αναλάβουμε δράση όσο πιο άμεσα γίνεται... Κασπάρο, εσύ θα ηγηθείς μιας ομάδας περίπου εκατό ατόμων, ο Ράνταλ κι εγώ θα περιορίσουμε τους λυκάνθρωπους κι ίσως μερικά υβρίδια που είναι με το μέρος τους. Αφού αυτοί ήταν τόσο αφελείς για να κηρύξουν πόλεμο, έτσι κι εμείς θα τους το ανταποδώσουμε».

Όταν ο σωσίας του σταμάτησε να μιλάει, ο Μάικλ είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Του ήταν πολύ δύσκολο να πιστέψει ότι ένας τόσο δυναμικός χαρακτήρας είχε αφήσει τον Αλεξάντερ να τον σκοτώσει. Κι αν ο Μάικλ Τζόζεφ είχε δίκιο; Κι αν οι μάγισσες πράγματι δρούσαν εναντίον τους; Κι αν αυτό ήταν αλήθεια, γιατί εμπιστευόταν την Κριστίνα και τον Χανς;

Ο Μάικλ ένιωσε ένα ξαφνικό τσίμπημα στον ώμο του και γύρισε να κοιτάξει πίσω του. Δεν είχε ακούσει κανέναν να μπαίνει ή να βγαίνει. Άρα, από πού είχε προκύψει το τσίμπημα; Οι αισθήσεις του χτυπούσαν έναν αόρατο συναγερμό μέσα του. Κι ενώ κανείς δεν βρισκόταν κοντά του, εκείνος επέλεξε να μην τις αγνοήσει. Ένιωθε τα μάτια κάποιου να είναι καρφωμένα πάνω του, χωρίς όμως να βλέπει κάτι που να μπορεί να το επαληθεύσει.

Μήπως έχω οφθαλμαπάτες;

Μέσα σε δευτερόλεπτα, όλα σκοτείνιασαν. Προσπάθησε να καθαρίσει την όραση του τρίβοντας τα μάτια του κι ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρα του, αλλά ήταν μάταιο. Δεν έβλεπε τίποτα. Το επόμενο πράγμα που ένιωσε ήταν το κεφάλι του να χτυπάει στο ξύλινο πάτωμα καθώς προσγειωνόταν πάνω του με φόρα...

Μια ψηλόλιγνη φιγούρα διαγραφόταν μπροστά του, τυλιγμένη από ομίχλη και σκοτάδι. Ο χώρος που περικύκλωνε τον Μάικλ έμοιαζε με αρχαία ερείπια, σημαδεμένα για πάντα από το πέρασμα των αιώνων. Είχε υγρασία, την ένιωθε να χτυπάει το δέρμα του, τη μύριζε στον αέρα. Ο ήχος των βημάτων του ίσα που ακουγόταν, καθώς τα πόδια του διέγραφαν μονοπάτια. Στο τέλος, επέλεξε να καθίσει περιμένοντας τον ξένο να έρθει κοντά.

Με την όραση του βρικόλακα διέκρινε δυο σειρές από κίονες στα δεξιά και στα αριστερά του. Η φιγούρα πλησίαζε αργά. Ο Μάικλ επικεντρώθηκε αποκλειστικά σε εκείνη, αλλά αμέσως κάτι του φάνηκε λάθος. Ο ξένος δεν είχε καρδιοχτύπι. Οι κινήσεις του ήταν αέρινες, σαν να επέπλεε. Κι όμως, πατούσε ακόμα στο έδαφος.

Μέσα σε όλο εκείνο το σκοτάδι, ο Μάικλ άκουσε τον ξένο να γελάει. Το γέλιο εκείνο έσπασε τη σιωπή σαν χιλιάδες σταλακτίτες. «Είσαι ακριβώς όπως σε είχα δει στα οράματα μου», είπε άχρωμα. «Έχεις πολλή δύναμη μέσα σου, που αν αφεθεί ανεξέλεγκτη θα προκαλέσει χάος... Ενδιαφέρον». Ο Μάικλ ξεφύσησε δυνατά ώστε να είναι σίγουρος πως ο ξένος τον είχε ακούσει. Ωστόσο, μέσα στη σύγχυση του, αγνόησε μια μικρή λεπτομέρεια που είχε ασυναίσθητα απωθήσει στο πίσω μέρος του μυαλού του.

Ο ξένος χτύπησε τα δάχτυλα του και ο χώρος φωτίστηκε από φλόγες. Υπό αυτό το φωτισμό, ο Μάικλ κατάφερε να περιεργαστεί καλύτερα τον άντρα που στεκόταν μπροστά του. Του φαινόταν τόσο γνώριμος, αλλά κάτι μπλόκαρε τις σκέψεις του σαν τοίχος. «Είναι αγενές να παραμένεις καθιστός στο πάτωμα χωρίς να μιλάς, δεν βρίσκεις; Ας συστηθούμε, λοιπόν». Ο ξένος έτεινε το χέρι του προς τον Μάικλ και τα ασημένια μαλλιά του λαμπύρισαν κάτω από το φως της φωτιάς. Το χρυσαφί χρώμα των ματιών του πήρε μια μελιά απόχρωση, δίνοντας την εντύπωση ότι έλαμπαν. «Τώρα που το ξανασκέφτομαι... Δεν χρειάζεται να μου πεις το όνομα σου ή ποιος είσαι. Αυτό το γνωρίζω ήδη», ανακοίνωσε ο ξένος κι ο τόνος στη φωνή του έκανε τον Μάικλ να αισθάνεται απειλή.

Ένα βαθύ γρύλισμα βγήκε από το λαρύγγι του και συνοδεύτηκε από μια απότομη κίνηση, την οποία ο ξένος εξέλαβε ως επίθεση. Με ένα γδούπο κατάφερε να μπλοκάρει το σώμα του Μάικλ που είχε μετακινηθεί πιο κοντά του. Ίσως αν τον αφήσω να πιστεύει πως έχει το πλεονέκτημα να καταφέρω να τον κάνω να μιλήσει περισσότερο, σκέφτηκε ο Μάικλ δαγκώνοντας το εσωτερικό των χειλιών του για να υπενθυμίσει στον εαυτό του ότι δεν έπρεπε να δείξει κανένα συναίσθημα.

Κινούνταν ο ένας απέναντι από τον άλλο με κάθε βήμα τους να είναι τόσο αέρινο όσο ένας χορός. Παρόλο που κι οι δύο γνώριζαν πως όλο αυτό δεν έβγαζε πουθενά, εξακολουθούσαν να διαγράφουν κύκλους με τα πρόσωπα τους να καλύπτονται από ένα εχθρικό προσωπείο.

«Τα αδέρφια μου δεν με αφήνουν να σε σκοτώσω. Εγώ, από την άλλη, θεωρώ ότι είσαι ένα θανάσιμο εργαλείο», φώναξε ο άντρας με τα ασημένια του μαλλιά να ανεμίζουν πίσω του. Ο Μάικλ έσφιξε τις γροθιές του. Κάτι δεν μου αρέσει πάνω του, σκέφτηκε. Ο ξένος χαμογέλασε. «Δεν είναι απαραίτητο να σου αρέσει η κοψιά μου. Είμαι πολύ ανώτερος σου, αλλά προτιμώ να κρατήσω την περιέργεια σου στα ίδια επίπεδα για την ώρα... Αντίο, βρικόλακα. Τα λέμε σύντομα».

Ο Μάικλ δεν πρόλαβε να αντιδράσει. Με ένα χτύπημα των χεριών του άντρα το έδαφος υποχώρησε κάτω από τα πόδια του κι ο ίδιος βρέθηκε να βουλιάζει σε μια δίνη. Έπεφτε για ώρα, ψάχνοντας ένα σημείο να πιαστεί. Η έξοδος δεν ήταν πουθενά. Μια σιγανή φωνή μες στο μυαλό του τον ενοχλούσε. Του επαναλάμβανε να κλείσει τα μάτια και να αφήσει τον εαυτό του να ξυπνήσει. Πώς είναι δυνατόν να ξυπνήσω κλείνοντας τα μάτια; Για μισό λεπτό...

Αίφνης, ο Μάικλ θυμήθηκε όσα είχαν προηγηθεί της συνάντησης με τον ξένο. Θυμήθηκε τον εαυτό του να πέφτει προς τα πίσω και να μεταφέρεται σε εκείνο το παράξενο μέρος. Ξύπνα! ,είπε στον εαυτό του.

Ξύπνα!

Και πράγματι, τα βλέφαρα του δεν άργησαν να σηκωθούν.

«Σταμάτα, θα τον σκοτώσεις!», ακούστηκε μια φωνή από την τηλεόραση. Το βίντεο από τη χαρμόσυνη γιορτή είχε μετατραπεί σε τσακωμό. Κάποιος είχε αφήσει την ανοιχτή κάμερα πάνω στο τραπέζι καθώς οι παρευρισκόμενοι συγκρατούσαν τον Μάικλ Τζόζεφ από το να ορμήσει στον... Χανς! «Σου είπα ήδη πως δεν ήταν δικό μου το φταίξιμο. Δεν είμαι εγώ υπεύθυνος για τις πράξεις του αδερφού μου!», φώναζε εκείνος. Όμως, ο Μάικλ Τζόζεφ δεν ηρεμούσε. Η φωτιά έκαιγε στο βλέμμα του κι οι φλέβες του διαγράφονταν ολοκάθαρα κάτω από το πάλλευκο δέρμα του. Όσο κι αν προσπαθούσαν να τον εμποδίσουν από το να επιτεθεί, οι γροθιές του παρέμεναν σφιγμένες και οι κυνόδοντες του εκτεθειμένοι. «Αν οι άλλοι δεν θέλουν να σε σκοτώσω, τότε θα σε θάψω ζωντανό», γρύλισε μέσα από σφιγμένα δόντια. Και κάπως έτσι, το βίντεο κόπηκε απότομα.

Ο Μάικλ έτρεξε να βρει το κινητό του. Αν δεν τον απατούσε η μνήμη του, το είχε αφήσει στον πάνω όροφο. Με το που το έπιασε στα χέρια του, σχημάτισε όσο πιο γρήγορα μπορούσε τον αριθμό που ήθελε και πάτησε το κουμπί για κλήση. Η γραμμή χτύπησε δυο φορές κι ύστερα κάποιος απάντησε.

«Θείε, έχω πολλά να σου πω», είπε ο Μάικλ κι από την άλλη άκρη της γραμμής ακούστηκε ένας βαθύς αναστεναγμός.

«Σε ακούω, λοιπόν», απάντησε ο Στίβεν... 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro