Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

~2~

Όταν πρωτοδέχτηκα να πάω στο εξοχικό του φίλου μου του Πάρη δεν είχα ιδέα τι θα μπορούσε να με περιμένει. Η απάντηση που του έδωσα ήταν γρήγορη, κοφτή, αντρική 'Ναι'. Έτσι ξεκινήσαμε να οδηγάμε για την Κάλυμνο. Το ταξίδι ήταν κουραστικό και το αμάξι γέρικο για να αντιμετωπίσει τις τραχιές και άσεμνες πέτρες της εξοχής. Στα μισά της διαδρομής μείναμε από λάστιχο. Ο Πάρις έβριζε την τύχη του και εγώ καμπούριαζα στο κάθισμα του συνοδηγού. Είχα συνηθίσει τις αναποδιές στη ζωή μου, αλλά κάποιες σαν και αυτή ήταν στα αλήθεια άτιμες. Περάσαμε αρκετή ώρα περιμένοντας για βοήθεια και κάνοντας ξανά και ξανά οτοστόπ χωρίς κανένας οδηγός να σταματάει για εμάς. Όλοι γύριζαν το κεφάλι τους από την άλλη πλευρά και ανασήκωναν τα φρύδια τους με μια δόση αδιαφορίας και παρενόχλησης της ψυχικής τους ηρεμίας ταυτοχρόνως. Πασχίσαμε να φτιάξουμε τα λάστιχα με του κόσμου τις πατέντες όμως η μια αποτυχία ακολουθούσε την άλλη. Μετά από κάμποση ώρα και αφού ο ήλιος μας έγδερνε τα κεφάλια μας με τις ακτίνες του, περάσαμε τον γεμάτο κάμπο από παπαρούνες και σταθήκαμε έξω από ένα μαγαζί με περικεφαλαία μια μεγάλη πινακίδα που έγραφε 'Κοσμογυρισμένος'. Τα γράμματα της ήταν κατακόκκινα και ζωηρά και χτύπαγαν βάναυσα τα κουρασμένα μάτια μας. Περάσαμε μέσα χωρίς πολλές κουβέντες και βρεθήκαμε μέσα σε ένα μεγάλο ξύλινο χώρο γεμάτο καρέκλες και τραπέζια. Με τα πολλά σταθήκαμε δίπλα από ένα τραπέζι με ροζ κάλυμμα πιτσιλισμένο με κόκκινες παπαρούνες απάνω του. Δεν το σκεφτήκαμε και πολύ και κάτσαμε με φόρα. Σταυρώσαμε τα χέρια και περιμέναμε να έρθουν να πάρουν την παραγγελία μας. Ο χρόνος ήταν χρυσός για μας εκείνες τις ώρες, αλλά ότι κι να γινόταν οι αδιάφοροι οδηγοί θα μας χαστούκιζαν με τις σκόνες του δρόμου που θα άφηναν πίσω τους. 

-Τι θα πάρετε; σήκωσα το βλέμμα μου και αντίκρισα κάτι το θεϊκό, κάτι το αλλόκοτο που με έβγαλε με μιας έξω από το φυσιολογικό και με παγίδευσε σε κάτι το παράλογο 

-Φέρε μας δυο μπύρες κοπελιά και κανένα κοψίδι! άκουσα τον ενοχλητικό ήχο της φωνής του Πάρη να χτυπάει τα αυτιά μου με φόρα 

Εγώ δεν μίλησα, μετατράπηκα σε ένα άβουλο ον, σε ένα άψυχο κάλυμμα της καρέκλας. 

-Κάνει πολλή ζέστη... ξανά η φωνή του Πάρη 

Δεν είχα σκεφτεί ποτέ άλλοτε πόσο εκνευριστική μπορεί να ήταν. 

-Ναι...Ιούλιος είναι τι περιμένεις; έσταξα λίγη από τη δυσφορία μου στα λόγια μου πιτσιλώντας την κουβέντα μας με αυτή 

-Ναι...ποιος το περίμενε; Μα τέτοια αναποδιά; 

-Ίσως τη βγάλουμε σε κανένα ξενοδοχείο! Άλλη λύση δεν υπάρχει! Μην κοιτάς το αμάξι! βρόντηξα τις τελευταίες μου λέξεις

-Οι μπύρες σας! 

Δεν τόλμησα να σηκώσω το βλέμμα μου να την κοιτάξω. Η μυρωδιά του ιδρωμένου σώματος της μου έπνιγε τα πνευμόνια και τα μάτια ένιωθαν να λιώνουν στη δική της όψη. Σύντομα έφυγε από κοντά μας και προσπάθησα να επιστρέψω ξανά στη μίζερη κουβέντα μου με τον Πάρη. 

-Τουλάχιστον να ξαποστάσουμε λιγάκι. Τα πόδια μου με πεθαίνουν! έσκυψε και έτριψε τους αστραγάλους του με ευλαβική προσοχή 

-Ναι το ίδιο νιώθω! οι κουβέντες μου έσταζαν αδιαφορία

-Είναι καλά αυτά; ξανά η γλυκιά φωνή της 

Αγκίστρωσα το βλέμμα μου έξω από το παράθυρο, πάνω στο αμάξι λες και το παρακαλούσα να αναστηθεί και να τρέξει να με πάρει. 

-Σελίμ τι λες;

-Τι; έστρεψα το βλέμμα μου πάνω του

-Ρωτάει η κοπέλα αν είναι καλά αυτά που έφερε να φάμε! Εμένα με ικανοποιούν! Πες τη γνώμη σου αν είναι να μας φέρει τίποτα άλλο! 

Τα μάτια μου έτσουζαν από μια παράλογη φωτιά και ένιωθα τις εντολές του εγκεφάλου μου να καίγονται από μια αδίστακτη φλόγα με μυρωδιά άνοιξης. 

-Ναι! είπα κοφτά και πρόσεξα τα λεπτά της χέρια

Τα δάκτυλα της ήταν αδύναμα και οι καρποί της ευγενικοί. Στα μάτια μου έμοιαζαν να μου ζητάν βοήθεια. Δεν άφησα τον εαυτό μου να ανεβάσει το βλέμμα του πιο πάνω. Δεν την είχα δει καλά αλλά η επιρροή που ήδη μου ασκούσε ήταν δυνατή σαν χειμωνιάτικη μπόρα. Σύντομα αποχώρησε και δέθηκα στην καρέκλα μου ακόμα πιο πεισματικά. 

-Τι έχεις; Δεν θα φας; ο φίλος μου με κοίταζε με περιέργεια με μάτια πυροβολικά 

-Θα φάω! ξεροκατάπια

Ίσως τα χεράκια της να ήταν μαγικά και να με βγάζανε από τη μίζερη και άχρωμη στιγμή μου. Δοκίμασα την ντομάτα μαζί με μια ξεροψημένη πίτα και έπειτα ένα μικρό κομμάτι από το ροδαλό κοτόπουλο. Ήταν γεύσεις από παραμύθι, ένας αλλιώτικος παράδεισος που με καθήλωσε. Μέσα σε λίγα λεπτά άδειασα το πιάτο. 

-Είναι καλά; η ύπαρξη της ξανά με έριξε πίσω στην καρέκλα πάνω που είχα αρχίσει να αναθαρρώ 

-Πολύ! Ε Σελίμ; 

-Ναι ναι! έγνεψα και για πρώτη φορά κοίταξα τα μυστηριακά της μάτια 

Δεν ήταν άνθρωπος, ήταν κάτι μαγικό, κάτι αλλοπρόσαλλο και επικίνδυνο για την ψυχή και το μυαλό μου. Τα μάτια της δυο μελί σταγόνες, δυο φωλιές της άνοιξης, δυο κήποι τα φρυδάκια της. Λεπτά και λυγερά με μια δόση παραφροσύνης συνόδευαν τα αδύναμα χείλια της. Τα μαλλιά της μακριά και καστανά ένας ποταμός με πεταλούδες, χρυσάφια ανατολίτικα. Λαιμός ευγενικός και σώμα στητό και καλοσυνάτο. Η πλάτης της μικρή και η μέση της μυστήρια κάτω από το λουλουδάτο φουστάνι της. Τα πόδια στόλιζαν το υπόλοιπο σύνολο. Ψηλά και αδύνατα τρεμόπαιζαν έτσι όπως τα παρακολουθούσα. 

Τράβηξα αμέσως το βλέμμα μου. Ήμουν εξαιρετικά αναιδής που ξεροστάλιασα στην όψη της. 

-Έχει κάποιο ξενοδοχείο εδώ κοντά; 

-Όχι δυστυχώς...για εσάς το θέλετε; 

Οι φωνές τους με χαστούκιζαν σε ένα ρυθμό που πονούσε τα νεύρα του κεφαλιού μου. 

-Ναι για εμάς...μείναμε από λάστιχο...

-Ίσως μπορώ να σας βοηθήσω εγώ! Νοικιάζω ένα δωμάτιο στο σπίτι μου! Μπορείτε να έρθετε να μείνετε εκεί έως ότου να φτιάξετε το αμάξι σας! 

Οδύνη, σκέτη οδύνη μου αγκάλιασε το σώμα. 

-Δεν είναι κακή ιδέα! Σελίμ τι λες;

Άνοιξα το στόμα μου να πω κάτι, αλλά μάλλον οι λέξεις μου μπερδεύτηκαν. 

-Πιέρι! μου έτεινε το χέρι της

Κοίταξα τα ελκυστικά δάκτυλα της με δέος. 

-Σελίμ! έδωσα το χέρι μου και στο άγγιγμα της άναψε μέσα μου μια αδάμαστη φλόγα

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro