Κεφάλαιο 21: Το τέλος μας
"Τα υπόλοιπα τα γνωρίζετε" είπα στον αστυνομικό που με κοιτούσε απορημένα. Ξαφνιασμένα. Τρομαγμένα.
"Συνηδητοποιείς ότι μόλις ομολόγησες τον φόνο που διέπραξες, έτσι δεν είναι;"
Σηκώθηκα αργά από την καρέκλα μου κοιτώντας τον στα μάτια και έφερα αργά τα χέρια μου μπροστά από το σώμα μου για να μου περάσει τις χειροπέδες. Για λίγα δευτερόλεπτα έμεινε παγωμένος στην καρέκλα του, δεν περίμενε να τα παρατήσω τόσο εύκολα αλλά τελικά σηκώθηκε και έβγαλε από την τσέπη τους τις χειροπέδες. Πριν προλάβω να νιώσω το παγωμένο τους μέταλλο να τυλίγεται γύρω από τα χέρια μου, άρπαξα με το ένα μου χέρι το όπλο που έκρυβα πίσω από το παντελόνι μου και-
Μπούμ.
Αίματα.
Σκοτεινιά
Ζαλίζομαι
Πονάω
Πριν το καταλάβω, είχα βρεθεί στο πάτωμα. Το δεξί μου πόδι αιμοραγούσε και ο αστυνομικός απέναντι μου ήταν ακόμη ζωντανός.
Δύο χέρια με άρπαξαν και μου πέρασαν τις χειροπέδες όσο βρισκόμουν ακόμη στο πάτωμα και αιμοραγούσα και πονούσα.
Δύο άλλοι αστυνομικοί είχαν μπει στο δωμάτιο και είδαν που σημάδευα τον αστυνομικό με το όπλο αλλά πριν προλάβω να τον πυροβολήσω με πυροβόλησαν αυτοί στο πόδι.
"Ομολόγησε πως αυτή σκότωσε την νοσοκόμα. Συλλάβεται την" είπε ο αστυνομικός κοιτώντας με σαν... να με λυπόταν;
Πόνος
Ζάλη
Σκοτεινιά
Μετά από λίγες προσπάθειες, βρήκα την δύναμη να ανοίξω τα μάτια μου. Το δωμάτιο άρχισε να ξεθολώνει αλλά ο χώρος μου φαινόταν άγνωστος.
Άσπρος τοίχος, άσπρο πάτωμα, ελάχιστα έπιπλα, στο κέντρο ένα σκουριασμένο κρεβάτι καλυμμένο με άσπρα κρύα σεντόνια και ένα μικρό παραθυράκι χωρίς κουρτίνες που είχε θέα σε ένα κήπο με πολύχρωμα λουλούδια που όμως φαίνονταν έτοιμα να μαραθούν. Προσπάθησα να σηκωθώ από το σκουριασμένο κρεβάτι στο οποίο ξάπλωνα αλλά ένιωσα κάτι να με τραβάει πίσω στο κρεβάτι πριν προλάβω να απομακρυνθώ από αυτό.
Έγυρα κάτω το κεφάλι μου αλλά ξαφνιάστηκα όταν τα ρούχα στο σώμα μου ήταν και αυτά άγνωστα. Άσπρη, λίγο κάτω από τα γόνατα ρόμπα και τα πόδια μου ξυπόλυτα.
Κοίταξα δεξιά και αριστερά και τα χέρια μου ήταν δεμένα στις άκριες του κρεβατιού με κάτι που έμοιαζε με άσπρες αλυσίδες. Άρχισα ξανά να κουνάω το κορμί μου στην προσπάθεια μου να απελευθερωθώ αλλά ήταν μάταιο. Άρχισα να φωνάζω και άκουσα βήματα απέξω να δυναμώνουν όλοκαι περισσότερο.
Άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα δύο νοσοκόμες και αυτές ντυμένες με άσπρα ρούχα.
Οι φωνές τους στα αυτιά μου ήταν σαν βουητό, προσπαθούσαν να με ηρεμήσουν και να με κρατήσουν πίσω στο κρεβάτι. Προσπαθούσαν να με σταθεροποιήσουν και πριν το καταλάβω κατάπινα ένα χάπι και τα πόδια μου που πριν λίγο κτυπούσανε δύναμη το κρεβάτι, είχαν αρχίσει πλέον να ηρεμούν. Άρχισα να παραδίνομαι στις συνέπειες του ηρεμιστικού και τα μάτια μου είχαν ήδη αρχίσει να κλείνουν. Η μία νοσοκόμα είχε φύγει από το δωμάτιο αλλά η άλλη στεκόταν μπροστά από το κρεβάτι μου, ακίνητη και με κοιτούσε.
Ξαφνικά το πρόσωπο της μεταμορφώθηκε σε άψυχο, ένα κρανίο ματωμένο με μια τρύπα στον δεξιό του κρόταφο. Τα αίματα του κρανίου έτρεχαν πάνω στα μάτια του χλωμού της προσώπου και συνέχισαν να κυλάνε σαν νερό σε όλο της το πρόσωπο μέχρι που σταματούσαν λίγο πιο κάτω από τον λαιμό. Από το στόμα της έβγαιναν αίματα μαζί με εκείνα που έβγαιναν από την μελανιασμένη της μύτη και έπεφταν σαν σταγόνες νερού στο πάτωμα, μία προς μία και με κάθε ήχο τους τειναζόμουν.
Το σώμα της είχε και αυτό χάσει το χρώμα του και πολλές μικρές τρύπες είχαν καταστρέψει την κάποτε άσπρη μπλούζα της. Μία μυρωδιά ανακάτεψε το στομάχι μου και νόμιζα πως θα αρρωστήσω.
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου και το πρόσωπο της είχε γεμίσει ξανά με ζωή όπως και η μπλούζα της που είχα ξανά ασπρίσει.
Με πλησίασε και ένα μαχαίρι ήταν καρφωμένο μπροστά από το πρόσωπο μου, 2 ανάσες μακριά. Ήθελα να κουνηθώ αλλά το ηρεμιστικό δεν με άφηνε. Όταν ανοιγόκλεισα ξανά τα μάτια μου το μαχαίρι είχε πάλι εξαφανιστεί.
Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro