Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

(8) Μια συνηθισμένη μέρα

Ήταν μία συνηθισμένη μέρα που ο Παύλος έλειπε σχεδόν όλο το απόγευμα στο σπίτι της Ούρσουλας λέγοντας ψέματα στην Ελπίδα ότι είχε φύγει για δουλειές του ιδιωτικού του σχολείου. Και όταν επιτέλους μετά από καιρό έτυχε να ξαπλώσουν πάλι μαζί στο κρεβάτι για να κοιμηθούν, η Ελπίδα έκανε άλλη μία απόπειρα να του μιλήσει:

"Που ήσουν πάλι όλη μέρα, ήθελα να σου πω κάτι!"

"Αύριο, τώρα θέλω να κοιμηθώ!"είπε και γύρισε απότομα πλευρό.

"Δεν σε βλέπω σχεδόν καθόλου!Το πρωί είμαστε ο καθένας στο σχολείο του, το μεσημέρι κοιμάσαι, το απόγευμα φεύγεις..."

"Τι δεν καταλαβαίνεις; Νυστάζω!"φώναξε εκείνος και αφού χασμουρίθηκε λίγο, έκλεισε προσωρινά τα μάτια του.

Καθώς εκείνος έκανε ότι κοιμάται, η Ελπίδα βυθίστηκε στις σκέψεις της και τελικά την πήρε ο ύπνος.Αφού είδε τους ίδιους βασανιστικούς εφιάλτες που έβλεπε κάθε βράδυ, ξύπνησε με τον γνωστό απότομο τρόπο έχοντας ξεχάσει τα πάντα για την προσωπική της ζωή με εξαίρεση τον έρωτά της για τον Κωνσταντίνο. Ο Παύλος είχε φύγει, έτσι εκείνη έκανε ακριβώς ότι έκανε κάθε βράδυ χωρίς να δώσει σημασία στην απουσία του, αφού δεν τον θυμόταν καθόλου. Ντύθηκε και κατέβηκε να μπει στο αυτοκίνητό της. Δεν το βρήκε εκεί.

"Παράξενο, πού μπορεί να είναι; Μάλλον θα το πήγα για πλύσιμο το πρωί. Δεν πειράζει, θα πάω με το μηχανάκι!"

Ανέβηκε στο μηχανάκι του Παύλου, όμως κατά λάθος πήγε προς το διπλανό σπίτι. Έριξε την άλλη μηχανή που υπήρχε εκεί κάτω. Έσπασαν οι καθρέφτες και η υπόλοιπη μηχανή ήταν γεμάτη γρατζουνιές. Η Ελπίδα έκανε πως δεν κατάλαβε τίποτα, γύρισε σπίτι της, πάρκαρε την μηχανή του Παύλου εκεί που ήταν και ανέβηκε στο δωμάτιό της.

Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της και στο πρόσωπό της υπήρχε ένα βλέμμα γεμάτο απόγνωση. Είχε τόσα νεύρα όταν γύρισε σπίτι που έσπασε ένα βάζο στο σαλόνι. Τα υπνοδωμάτια ήταν στον πάνω όροφο, έτσι δεν άκουσε κανείς τίποτα.

Ο Παύλος είχε ήδη δει το σπασμένο βάζο όταν γύρισε σπίτι τα ξημερώματα και είχε γίνει έξαλλος. Το συγκεκριμένο βάζο του το είχε χαρίσει η μητέρα του, η οποία έμενε στην Ισπανία. Επρόκειτο για ένα πολύ ακριβό βάζο που ήταν οικογενειακό κειμήλιο. Το πρωί, μόλις ξύπνησε η Ελπίδα, εκείνος άρχισε να της ζητάει εξηγήσεις.

"Ελπίδα!"

"Τι είναι;Τι φωνάζεις;"είπε η Ελπίδα κατεβαίνοντας τις σκάλες.

"Εσύ έσπασες το βάζο της μάνας μου;"

"Όχι βέβαια, πώς έσπασε;"απόρησε εκείνη.

"Έλα ντε! Ποιος το έσπασε δεν ρωτάς καλύτερα!"

"Σοβαρά τώρα, δεν το έκανα αυτό! Και σίγουρα δεν θα το έκανα, αν ήθελα να το κάνω, χθες τα μεσάνυχτα καθώς... κοιμόμουν!"προσπάθησε να του εξηγήσει η Ελπίδα αν και μετά από αυτά που της είπε ο Κωνσταντίνος ήξερε καταβάθος ότι μπορεί να το έσπασε καθώς είχε ξυπνήσει τα μεσάνυχτα.

Ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι. Η Ελπίδα πήγε να δει ποιος είναι:

"Ο γείτονας είναι από απέναντι!"

"Την όρεξή του έχουμε πρωί πρωί!"γκρίνιαξε ο Παύλος.

"Ανοίξτε γιατί θα γίνει χαμός!Θα καλέσω την αστυνομία!"φώναζε ο γείτονας από απέξω.

"Λες και θα φοβηθούμε εσένα! Άντε σπίτι σου πρωί πρωί!"του είπε ο Παύλος.

"Δεν φεύγω αν δεν με αποζημιώσεις για ότι έκανες στην μηχανή μου!"

"Πώς;Τι δουλειά έχει η μηχανή σου με εμένα!"απόρησε ο Παύλος.

                                                                             .................


Η

μηχανή του γείτονα πράγματι ήταν σε άθλια κατάσταση αλλά ο Παύλος, όπως ήταν λογικό, δεν είχε ιδέα για το τι έγινε!

Ακολούθησε μία αντιπαράθεση ανάμεσα στον Παύλο και τον γείτονα για το ποιος φταίει η οποία δεν κατέληξε κάπου. Όταν πρωινός καυγάς με τον γείτονα τελείωσε, ο Παύλος και η Ελπίδα κάθισαν στον καναπέ του σαλονιού να συζητήσουν σχετικά με αυτό που έγινε.

"Ήταν απαράδεκτος! Δεν φτάνει που τον έπεισα ότι εγώ δεν θα οδηγούσα ποτέ μέσα στη νύχτα και μάλιστα μεθυσμένος μηχανάκι, επέμενε να τον αποζημιώσω για κάτι που δεν έκανα!"

"Σχετικά με αυτό... ξέρω ποιος είναι ο ένοχος!"

"Για πες!"

"Τελευταία σηκώνομαι τις νύχτες και υπνοβατώ! Δηλαδή δεν υπνοβατώ ακριβώς, αλλά έχω ανοιχτά τα μάτια μου, ξεχνάω τα πάντα σχετικά με την προσωπική μου ζωή και για κάποιο λόγο έχω την εντύπωση ότι ζω μόνη μου!Το βάζο και τη μηχανή πρέπει λογικά να τα κατέστρεψα εγώ χθες βράδυ."

"Αυτό ακούγεται πολύ σοβαρό.Θα πρέπει οπωσδήποτε να πας σε έναν ψυχολόγο! Βασικά τι ψυχολόγο... ψυχίατρο!"ήταν το μόνο που είχε να πει ο Παύλος κοιτάζοντας την Ελπίδα εξεταστικά από πάνω μέχρι κάτω.

"Αυτό σκοπεύω να κάνω.Όμως σε παρακαλώ, μην με κοιτάς σαν να είμαι τρελή!"

"Και τι θέλεις να κάνω, αφού αυτό που συμβαίνει με εσένα δεν είναι φυσιολογικό;
Δεν έχω τι άλλο να πω..."

"Ευχαριστώ για την υποστήριξη! Α, για να μην το ξεχάσω! Αύριο το πρωί θα κρατήσω εδώ την κόρη ενός συναδέλφου μου, του Κωνσταντίνου! Είναι ένα πολύ γλυκό κοριτσάκι πέντε χρονών! Αντιγόνη την λένε! Θα την κρατήσω σπίτι για αρκετές ώρες γιατί ο Κωνσταντίνος πρέπει να πάει σε έναν ηλικιωμένο θείο του που είναι στο νοσοκομείο στην άλλη άκρη της Αθήνας..."

"Κάνε ό,τι θες, εγώ έτσι κι αλλιώς θα λείπω γιατί θα έχω δουλειές!"

"Την Κυριακή;"

"Έχω να τακτοποιήσω κάποια πράγματα γραφειοκρατικής φύσεως όσων αφορά το ιδιωτικό! Δεν σε αφορά και ούτε μπορείς να καταλάβεις εσύ από αυτά!"

....................


Ενώ η Ελπίδα βίωνε την απόρριψη από τη μεριά του Παύλου και κλείστηκε στο δωμάτιό της για να μην τη δουν τα παιδιά της να κλαίει, η Ταμάρα και ο Λουκάς κάθισαν μαζί στον καναπέ του σαλονιού για να δουν τηλεόραση.Μόνο ο Λουκάς παρακολουθούσε τα γεγονότα που διαδραματίζονταν στη σειρά που έδειχνε η τηλεόραση εκείνη τη στιγμή.

Η Ταμάρα είχε το μυαλό της στον Ιάσονα Τοξότη, συγκεκριμένα σε ένα γεγονός που συνέβη εκείνη την ημέρα στο σχολείο.Καθώς εκείνη μιλούσε με την Ειρήνη στο διάλειμμα, εκείνος πέρασε από δίπλα της,της χαμογέλασε και την αποκάλεσε <<Μωρό μου!>>. Μόλις έφυγε εκείνη είπε στον εαυτό της και στην Ειρήνη <<Δεν πάμε καλά!>>!

Ενώ εκείνη σκεφτόταν αυτό, ο Λουκάς της είπε:

"Ωραία, κλείσε την τηλεόραση!"

"Θα την κλείσω!"είπε η Ταμάρα αλλά χωρίς να κάνει κάποια κίνηση.

"Κι όμως είναι ακόμα ανοιχτή!"

"Κι όμως εγώ θα την κλείσω!"

"Άσε καλύτερα! Την επόμενη χρονιά!"

"Καλά, την έκλεισα,πως κάνεις έτσι!"

"Χρόνια τώρα, την τηλεόραση την κλείνουν σε δύο δευτερόλεπτα."

"Για την τηλεόραση θα συζητάμε τώρα; Έχουμε πιο σοβαρά θέματα να συζητήσουμε!"

"Όπως;"

"Όπως πχ...το ότι θα έρθει εδώ πέρα αύριο εκείνο το κοριτσάκι του συναδέλφου της μαμάς και θα πρέπει να κάνουμε baby sitting! Αντιγόνη δεν τη λένε;"

"Ναι, μην μου το θυμίζεις! Να ξέρεις, δεν σκοπεύω να μείνω εδώ! Θα την κοπανήσω αύριο και θα βγω με τον Ιάσονα!"

"Κατάλαβα! Θα κάνω όλο το babysitting μόνη μου! Όχι ότι βοηθάς και ποτέ, όσες φορές έρχονται στο σπίτι φίλες της μαμάς με παιδάκια μόνο εγώ ασχολούμαι μαζί τους! Αλλά κι αυτή η μαμά ήταν ανάγκη να μας το πει σήμερα το πρωί; Αν το ήξερα από την Παρασκευή θα είχα προγραμματίσει το διάβασμά μου κατάλληλα, τώρα θα μου μείνουν όλα για Κυριακή βράδυ! Και από όσο έχω καταλάβει θέλει μεγάλη προσοχή το συγκεκριμένο κοριτσάκι γιατί όσο κιουτ και να είναι, από όσο έχω καταλάβει του αρέσει να κάνει επικίνδυνα πράγματα! Δεν είναι απλό για ένα παιδί του νηπιαγωγείου να την κοπανήσει και να βρεθεί στο γυμνάσιο!"

"Και να κάνει και άνω κάτω μία αίθουσα! Για να μην σχολιάσουμε το ότι κατάφερε να μπει στο YouTube από τον διαδραστικό πίνακα!"

                            .......................

Το άλλο πρωί, όταν ο Κωνσταντίνος εμφανίστηκε μπροστά στην είσοδο του σπιτιού της Ελπίδας μαζί με τη μικρή Αντιγόνη, ετοιμάστηκε να χτυπήσει το κουδούνι, όμως κατέβασε το χέρι του απότομα λίγο πριν πατήσει τον διακόπτη που έγραφε<<Αλεξανδρόπουλος Παύλος και Δημητριάδη Ελπίδα>>. Η μικρή Αντιγόνη τον κοίταξε με απορία και τον ρώτησε γιατί δεν χτυπούσε το κουδούνι.

"Ντρέπομαι λίγο, είναι η πρώτη φορά που έρχομαι σπίτι της!"είπε εκείνος ενώ τα μάγουλά του είχαν κοκκινίσει.

"Να μην ντρέπεσαι, εσύ δεν μου λες να μην ντρέπομαι να κάνω παρέα και με άλλα παιδιά εκτός από τις φίλες που έχω ήδη;"

"Δεν είναι το ίδιο, όταν μεγαλώσεις θα καταλάβεις."

"Μέχρι τότε, όμως, χτύπα επιτέλους το κουδούνι! Τι θα σκεφτεί η Ελπίδα αν σε δει να περιμένεις έξω από το σπίτι της χωρίς να χτυπάς το κουδούνι.Θα καταλάβει ότι ντρέπεσαι!"

"Έχεις δίκιο!"είπε ο Κωνσταντίνος αποφασιστικά και πάτησε εν τέλει το κουδούνι.Έπειτα από λίγα λεπτά η μπλε πόρτα άνοιξε και φάνηκε πίσω της η Ελπίδα.

"Γεια σας, τι κάνετε!"

"Καλά!"είπε ενθουσιασμένη η Αντιγόνη.

"Τι ομορφιές είναι αυτές! Η Ωραία Κοιμωμένη είναι αυτή η πριγκίπισσα;"είπε η Ελπίδα αναφερόμενη στην μπλούζα της Αντιγόνης που είχε την αντίστοιχη πριγκίπισσα της Disney πάνω.

"Ναι, είναι η αγαπημένη μου!"

"Εγώ να πηγαίνω τώρα. Να είσαι φρόνιμη Αντιγόνη!"

"Θα είμαι μπαμπά, πήγαινε τώρα!"

"Καλά, πάω.Να περάσετε καλά και...Ελπίδα.."

"Τι;"τον ρώτησε η Ελπίδα χαμογελώντας.

"Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για αυτό!"

"Τίποτα, τι είναι αυτά που λες! Εγώ πρέπει να σε ευχαριστήσω που τουλάχιστον εσύ είσαι δίπλα μου σε αυτή τη δύσκολη περίοδο!"

"Παρακαλώ...ευχαριστώ και πάλι! Γεια σου!Καλά να περάσετε!"

Μόλις ο Κωνσταντίνος έφυγε,η Αντιγόνη είπε στην Ελπίδα:

"Θέλω να παίξω στον δρόμο!"

"Μα κάνει κρύο!"

Εκείνη την στιγμή χτύπησε το κινητό της Ελπίδας.Η Ελπίδα ξεκίνησε να μιλάει και καθώς ήταν απορροφημένη από τη συζήτηση που έκανε στο τηλέφωνο, περιπλανιόταν στο μικρό χολ.Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην προσέξει τον Λουκά που ξεπρόβαλε πίσω από ένα αυτοκίνητο και άρχισε να τρέχει μακριά.Η μόνη που τον είδε ήταν η Αντιγόνη.

"Πού πας;"τον ρώτησε πριν προλάβει να φύγει.

"Στον φίλο μου τον Ιάσονα, αλλά μην το πεις σε κανέναν. Αν σε ρωτήσουν, θα πεις ότι είμαι στο σπίτι του Ιάσονα από τις δέκα. Θα παίζουμε ηλεκτρονικά ως τις δύο, μετά θα γυρίσω σπίτι!"της είπε εκείνος όσο πιο γρήγορα μπορούσε και μετά έτρεξε να φύγει.

Όταν έφυγε ο Λουκάς κρυφά από την μητέρα του, η οποία δεν κατάλαβε τίποτα γιατί, καθώς ήταν απορροφημένη με τη συζήτηση στο τηλέφωνο, είχε γυρίσει προς τη μεριά του τοίχου, η Ελπίδα κατάφερε να εξηγήσει ευγενικά στον συνομιλητή της ότι είχε έρθει η Αντιγόνη επίσκεψη και έπρεπε να τερματίσει την κλήση.Επίσης ζήτησε συγγνώμη από την Αντιγόνη που την αγνοούσε για να μιλήσει στο τηλέφωνο, όμως η Αντιγόνη εξήγησε ότι δεν την πείραζε.Έπειτα ήρθε και η Ταμάρα  από το δωμάτιό της.

"Γεια σου! Εμένα με λένε Ταμάρα! Η κυρία Ελπίδα είναι η μαμά μου!"

"Εμένα με λένε Αντιγόνη.Έκανα και μια ζωγραφιά για την κυρία Ελπίδα.Την άλλη φορά, όμως, θα φτιάξω και σε εσένα."είπε, έβγαλε μια ζωγραφιά από το ροζ τσαντάκι που κρατούσε και την έδωσε στην Ελπίδα που είχε σταματήσει πλέον να μιλάει στο τηλέφωνο. Η Ταμάρα πλησίασε προς το μέρος της μητέρας της για να δει καλύτερα τη ζωγραφιά.

"Σε ευχαριστώ! Πολύ ωραία ζωγραφιά, τι είναι;"

"Η τάξη του Λουκά! Αυτό το ροζ ανθρωπάκι είναι η Ωραία Κοιμωμένη, η γυναίκα αυτού που έλεγε ότι του ανήκει το τετράδιο."

"Εννοείς τον Ιάσονα;"ρώτησε η Ελπίδα και στο άκουσμα του ονόματος, η Ταμάρα που μέχρι εκείνη την ώρα είχε στο μυαλό της το χαμόγελό του, ετοιμάστηκε να ακούσει προσεχτικά λες και  η επακόλουθη συζήτηση της Ελπίδας και της Αντιγόνης θα ήταν καθοριστική για το μέλλον όλου του κόσμου.

"Λογικά δεν ήθελε να του πάρω το τετράδιο γιατί έλεγε την ιστορία της γυναίκας του."

"Λουκά, χάνεις! Έλα να δεις! Λουκά;"τον φώναξε η Ελπίδα, αλλά δεν πήρε απάντηση.

"Ο Λουκάς λείπει! Παίζει ηλεκτρονικά από τις δύο, θα γυρίσει σπίτι στις δέκα, μετά θα πάει στο σπίτι του Ιάσονα!"

<<Μια συνηθισμένη μέρα μπορεί να συμβεί κάτι ξαφνικά που να ανατρέψει την πορεία κάποιου στη λεωφόρο των χαμένων ονείρων!>>

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro