•24• Αλλαγές
Νας - Θες κουλούρι;
Κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου κοιτώντας αόριστα την καρέκλα δίπλα από τον Νας απέναντι μου. Τον ακούω να ξεφυσάει χώνοντας το κουλούρι στην σακούλα του. Με κοιτά πλαγίως.
Νας - Πρέτσελ;
Κάμερον - Όχι.
Δένει την πλαστική σακούλα και γυρίζει να κοιτάξει πίσω του την μεγάλη ξύλινη πόρτα που οδηγεί στο δωμάτιο της Ζωής. Εδώ και μια βδομάδα την μετέφεραν ξανά στην Νέα Υόρκη. Την βλέπω κάθε μέρα αλλά εκείνη δεν θέλει να με βλέπει για να πω την αλήθεια. Το βράδυ που κοιμάται είναι πιο ήσυχη και μόνο τότε μπορώ να την χαρώ. Όταν είναι ξύπνια συνήθως φωνάζει τις νοσοκόμες ή την Ξανθή αν είναι απέξω και με βγάζουν άρον άρον. Μέχρι και με τον Νας μιλάει ρε πούστη μου. Δεν μιλάει με εμένα και μιλάει με τον κολλητό μου.
Νας - Γιαούρτι;
Κάμερον - Όχι.
Νας - Σκατά θέλεις;
Τον κοιτάζω ειρωνικά όσο εκείνος σηκώνεται όρθιος. Χώνω τα χέρια στις τσέπες μου και ξεφυσάω.
Νας - Πηγαίνω να πάρω καφέ. Τράβα και εσύ σπίτι σου να κάνεις μπάνιο.
Κάμερον - Από χθες προσπαθείς να με διώξεις, τρέχει κάτι;
Εκείνος ξύνει τον αυχένα του σχεδόν αυτόματα, κοιτάζει περίεργα τον διάδρομο του νοσοκομείου. Ξεροβήχει και με κοιτά πλαγίως.
Νας - Τ-τι εννοείς σε διώχνω; Πότε σε έδιωξα;
Κάμερον - Όχι λέω ρε παιδάκι μου. Μια μου λες να πάω σπίτι να κοιμηθώ, μια μου λες να πάω για φαγητό, τώρα για μπάνιο. Τι παίζει;
Δαγκώνω το χείλος μου όσο εκείνος σκύβει στο τραπεζάκι δίπλα του για να πιάσει το κινητό του. Το γραπώνει στα χέρια του και το περνάει μέσα στην τσέπη του.
Νας - Ιδέα σου, δεν το έλεγα για κακό.
Κάμερον - Τι σου είπε η Ζωή;
Κοιτάζει το πάτωμα κρατώντας το χέρι του βαθιά χωμένο στην τσέπη. Σηκώνει ελάχιστα το βλέμμα του πριν ακουμπήσει την πλάτη του στον τοίχο.
Νας - Τίποτα δεν μου είπε η Ζωή, απλά… μιλήσαμε με την Ξανθή χθες και…
Κάμερον - Και;
Δεν μπορώ να συγκρατήσω την ειρωνία στην φωνή μου και το καταλαβαίνει. Μου κάνει μια γκριμάτσα πριν συνεχίσει.
Νας - Απλά πιστεύουμε ότι επειδή ξέρεις… η Ζωή χρειάζεται αυτή τη στιγμή χρόνο και ηρεμία για να αναρρώσει, ί-ίσως αν δεν σε βλέπει για λίγο καιρό ν-να της κάνει καλό.
Τον κοιτάζω κατάματα όσο μιλάει και σφίγγω τις γροθιές μου μέσα στις τσέπες μου.
Κάμερον - Είμαι τόσο καιρό μακριά της, δεν έχω σκοπό να την αφήσω άλλο μόνη της σας αρέσει δεν σας αρέσει.
Νας - Σ-σίγουρα ρε παιδί μου αλλά δεν θέλεις την σωστή και ήρεμη ανάρρωση της Ζωής; Δεν γίνεται διαφορετικά. Την αναστατώνεις πολύ… με την κακή έννοια όμως.
Αυτό ήταν που φοβόμουν πιο πολύ από όλα. Και εγώ ο ίδιος το καταλαβαίνω ότι την ζορίζω αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, θέλω να την βλέπω. Κάνω ήδη τιτάνιες προσπάθειες να μην την φιλήσω την ώρα που κοιμάται. Και ούτε μια αγκαλιά δεν μου έκανε. Πλήρωσα την εγχείρηση της, και χαλάλι της, έχασα τα μισά και παραπάνω χρόνια μου στους διαδρόμους των νοσοκομείων και το μόνο που περίμενα ήταν τουλάχιστον ένα "Σε ευχαριστώ Κάμερον", και ας μου έλεγε μετά να πάω να γαμηθώ. Νιώθω ότι δεν εκτίμησε αυτό που έκανα ή ότι έχω κάνει για εκείνη. Το ήξερα από την αρχή ότι είναι ξεροκέφαλη αλλά-
Νας - Κ-Κάμερον δεν λέω ότι δεν σε αγαπάει, α-απλά θέλει τον χρόνο της.
Κάμερον - Καταλαβαίνω.
Πάντα εγώ καταλαβαίνω όμως, οι άλλοι ποτέ δεν με καταλαβαίνουν.
Κάμερον - Ναι έχεις δίκιο, ίσως πρέπει να κάνω ένα μπάνιο.
[…]
Έχουν περάσει τρεις μέρες που δεν πήγα στο νοσοκομείο. Ο Νας με κάλεσε την πρώτη ημέρα, αγχώθηκε που δεν με είδε ήδη εκεί. Του είπα ότι δεν ήμουν πολύ καλά και φοβήθηκα να έρθω μήπως έχω κάτι και το κολλήσω σε εκείνη. Για να είμαι ειλικρινής δεν είχα κάτι, απλά λίγο τις μαύρες μου. Σήμερα αποφάσισα να περάσω από το διαμέρισμα της για να καθαρίσω λίγο, σε λίγες βδομάδες θα επιστρέψει και η σκόνη δεν της κάνει καλό. Επίσης σήμερα ήρθε με την μεταφορική ένα μηχάνημα αναρροφήσεων που παρήγγειλα, οι γιατροί είπαν ότι τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα πρέπει να το χρησιμοποιεί. Σηκώθηκα από τον καναπέ μου και πήρα το κλειδί του διαμερίσματος της και το κινητό μου στο χέρι.
Με μισή καρδιά πέρασα στο διαμέρισμα της κοιτώντας δεξιά και αριστερά. Το φως της κουζίνας και η τηλεόραση είναι ανοιχτά, μαζί με την μπαλκονόπορτα. Στο διαμέρισμα έχουν διασκορπιστεί διάφορα χαρτιά, κουτιά και σκουπίδια από έξω που μάλλον ήρθαν με τον αέρα μέσα από την μπαλκονόπορτα. Η κουρτίνα προς το μπαλκόνι έχει σχιστεί, το δέρμα του καναπέ είναι λαδωμένο από κάποια κομμάτια πίτσα. Πάνω στο τραπεζάκι βρίσκονται πεταμένα περιοδικά, χαρτομάντιλα και σταχτοδοχεία. Μέσα στα περιοδικά διακρίνω ένα.
Ζωή - Έλα σοβαρέψου! Αααα και αυτό είναι ωραίο!
Με σπρώχνει με το χέρι της όσο την φιλώ στο μάγουλο. Μου δείχνει στο περιοδικό του Home Depot που άφησαν έξω από το διαμέρισμα μου διάφορα έπιπλα και κατσαρολικά.
Κάμερον - Καταπληκτικό, δεν το συζητώ.
Συνεχίζω ανενόχλητος να την φιλάω παντού στο πρόσωπο όσο εκείνη κουρνιάζει στην αγκαλιά μου.
Ζωή - Κάμερον αυτό εδώ να πάρεις για να έρχομαι στο μπαλκόνι σου να κάθομαι.
Μου δείχνει μια ψάθινη φωλιά σε βάση αλλά την αγνοώ φιλώντας τον λαιμό της. Εκείνη γελάει λίγο γιατί ξέρω ότι γαργαλιέται από τα γένια μου.
Ζωή - Βασικά θα στο τσορέψω τώρα που το σκέφτομαι- Α!
Αναφωνεί όταν δαγκώνω απαλά με τα δόντια μου το δέρμα της. Εκείνη γυρίζει σελίδα με τον στύλο της την ώρα που σχολιάζει καναπέδες.
Κάμερον - Να, και αυτός ο καναπές είναι τίμιος.
Ζωή - Τίμιος όντως αλλά σιχάθηκα το δέρμα. Να πάρεις νεοκλασικό με απαλό κάλυμμα σε κρεμ χρώμα.
Λέει και κυκλώνει με τον στύλο της το έπιπλο.
Κάμερον - Γιατί; Δεν έχω καναπέδες σπίτι μου;
Ζωή - Μαύρους έχεις, σαν την ψυχή σου! Πάρε εδώ τέτοια χαρούμενα χρώματα. Εγώ μετάνιωσα που δεν πήρα άσπρο χρώμα τον καναπέ μου αλλά έλεγα ότι θα λερώνεται.
Κάμερον - Ναι αλλά το δέρμα καθαρίζεται ενώ το ύφασμα που έχουν οι δικοί μου οι καναπέδες όχι!
Ζωή - Γιατί μωρή ανώμαλη, τι σκοπεύεις να κάνεις στον καναπέ;
Γυρίζει να με κοιτάξει και εγώ δαγκώνω το χείλος μου στην θέα του προσώπου της.
Κάμερον - Σεξ Ζωίτσα, άγριο και παθιασμένο σεξ!
Την κοροϊδεύω χουφτώνοντας δυνατά τους γοφούς της. Εκείνη τσιρίζει:
Ζωή - Ιιιι Παναγίτσα μου!
Κουνώ γρήγορα το κεφάλι μου για να βγω από τις σκέψεις μου. Ίσως θα πρέπει να αγοράσω έναν καναπέ… και μια φωλιά.
[…]
Ξανθή - Και γιατί της βάφεις το σπίτι είπαμε;
Ρουφά ηχηρά από το καλαμάκι τον καφέ της και βλέπω τον κολλητό μου να πνίγεται. Εγώ σκουπίζω τον ιδρώτα μου με το χέρι μου και ίσα που προλαβαίνω να πιάσω την σκάλα πριν σαβουρωθώ.
Κάμερον - Πάντα ήθελε ένα πιο ανοιχτό χρώμα στον τοίχο.
Νας - Κάμερον, ο τοίχος ήταν άσπρος.
Κάμερον - Και τον έκανα ανοιχτό κρεμ, τι;
Εκείνος στραβώνει το στόμα του και επιλέγει να μην πει κάτι. Η Ξανθή κάτω από την μάσκα της κάνει μια γκριμάτσα και σηκώνει τους ώμους της.
Ξανθή - Πάντως να ξέρεις, δεν νομίζω να την χαροποιήσει ιδιαίτερα το γεγονός ότι ανακατεύεσαι στο σπίτι της.
Κάμερον - Γιατί να μην της αρέσει; Αφού της αρέσουν αυτές οι αλλαγές, ήθελε να τις κάνει!
Ξανθή - Γιατί φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνει. Εδώ δεν σου μιλάει που πλήρωσες για ζήτημα ζωής και θανάτου. Αν δει ότι έδωσες και άλλα χρήματα, πολύ πιθανόν να σε δολοφονήσει.
Ναι γιατί τώρα δεν είναι καθόλου πιθανό.
Κάμερον - Δεν πειράζει. Υγεία να' χουμε να καπνίζουμε.
Πακέτο να πάρω σήμερα όταν κατέβω, μην το ξεχάσω.
Νας - Μάλιστα. Και τι θα κάνεις με τα παλιά έπιπλα;
Κάμερον - Δεν ξέρω ακόμα. Πιθανόν να νοικιάσω κάποια αποθήκη για να τα βάλω μέσα.
Ξανθή - Ε ρε άμα έχεις λεφτά. Καλά τέλος πάντων, πάω να την δω γιατί ανοίγει το επισκεπτήριο. Τα λέμε!
Φίλησε αέρινα τον Νας και χαιρέτησε εμένα με την κίνηση του χεριού της. Έκανα το ίδιο αλλά μέσα σε δύο δευτερόλεπτα είχα βρεθεί φαρδύς πλατύς στο πάτωμα με όλη την κρεμ μπογιά επάνω μου.
Νας - Τι ηλίθιος που είσαι ρε μαλάκα, έριξες την μπογιά.
Με βλέπει και γελάει, τον κοιτάζω δολοφονικά.
Κάμερον - Καλά είμαι πάντως, δεν χτύπησα.
Τον κορόιδεψα όσο σήκωσα τον εαυτό μου από το πάτωμα. Θεέ μου, η μέση μου.
Νας - Δεν έχεις ανάγκη. Άντε έλα να μαζέψουμε για να βάλουμε τα έπιπλα στην θέση τους και να φύγουμε σιγά σιγά. Άφησε ανοιχτό το παράθυρο γιατί σε δύο βδομάδες θα την φέρουμε εδώ.
Κάμερον - ΘΑ ΈΡΘΕΙ;
Δεν πρόλαβα να χαρώ καθώς γλίστρησα στην μπογιά και ξανά έπεσα στο πάτωμα.
Νας - Ναι, κανόνισε να γυρίσει εκείνη και να είσαι εσύ στο νοσοκομείο με κατάγματα. Παπάρα.
Πλευρά Ζωής
Ξανθή - Σου είπαμε Ζωή, δεν θα τα λέμε εκατό φορές. Όταν οι γιατροί πουν ότι είσαι καλά, τότε θα φύγουμε.
Ζωή - Δεν μπορώ άλλο, το καταλαβαίνεις;
Ακούω το μηχάνημα που μετρά τους παλμούς μου να χτυπά εντονότερα, η Ξανθή αμέσως πιάνει την παλάμη μου και τη χαϊδεύει απαλά με τα δάχτυλα της.
Ξανθή - Ρε κοπέλα μου, αφού ούτως ή άλλως τα λεφτά τα έδωσε, γιατί τρώγεσαι;
Ζωή - Μην μου το θυμίζεις.
Νιώθω το αίμα μου να ανεβαίνει στο κεφάλι με τον ηλίθιο. Πότε ακριβώς του ζήτησα εγώ να μου πληρώσει την εγχείριση και δεν το θυμάμαι; Μην μιλήσω για την καλή μου φίλη που «ΦΥΣΙΚΆ» κράτησε το στόμα της κλειστό!
Ξανθή - Όχι ρε κορίτσι μου αλλά και αυτός από κακό δεν το έκαν-
Ζωή - Δεν είχε κανένα δικαίωμα. Πώς θα του ξεπληρώσω όλα αυτά τα χιλιάρικα, μου λες; Πρέπει να πάρω δάνειο…
Ξανθή - Ξέρεις ότι δεν θα δεχτεί φράγκο πίσω…
Ζωή - Ούτε που με νοιάζει. Να του τα δώσω θέλω και να ξεμπερδέψω. Μέχρι και διαμέρισμα θα σκεφτώ να αλλάξω για να μην τον βλέπω!
Εκείνη ρίχνει την πλάτη της πίσω στην καρέκλα και παίρνει μια βαθιά ανάσα. Με κοιτάζει στα μάτια πριν μιλήσει.
Ξανθή - Το παρατραβάς τώρα.
Ζωή - Καθόλου δεν το παρατραβάω! Και ευτυχώς που σταμάτησε και τις επισκέψεις.
Είχα ζαλίσει τις νοσοκόμες στα πήγαινε-έλα για να τον διώξουν. Παρόλα αυτά ακόμα δεν έμαθα γιατί σταμάτησε να με επισκέπτεται. Ίσως να βρήκε κανένα μοντέλα, σαν αυτά στις φωτογραφίες του στο Instagram…
Ξανθή - Δηλαδή εσύ ξαφνικά από εκεί που έκοβες φλέβα για αυτόν, τώρα δεν θέλεις να τον βλέπεις; Πάνω που άρχισα να τον συμπαθώ;
Την κοιτάζω στραβά πριν στριφογυρίσω τα μάτια μου, εννοείται ότι θα τον συμπαθούσε αφού πλήρωσε την εγχείριση. Και μετά από την όλη κατάσταση εμένα…εμένα μου τελείωσε ο Κάμερον, πώς το λένε; Με ξενέρωσε! Δ-δεν θέλω ούτε να τον δω…
Ζωή - Δεν θα ασχοληθώ περισσότερο με τις σαχλαμάρες σας. Κοίταξε να με βγάλεις γρήγορα από εδώ μέσα. Και στο λέω, αν δεν μεσολαβήσεις ή εσύ ή ο Νας τότε ξέρεις πολύ καλά σε ποιον θα απευθυνθώ και δεν θα σου αρέσει.
Εκείνη παραμένει σιωπηλή για λίγη ώρα. Ρίχνει τον εαυτό της καλύτερα στην καρέκλα πριν με κοιτάξει πλαγίως.
Ξανθή - Μην ανησυχείς, κοντεύει η ώρα.
Πλευρά Κάμερον
Φιλούσα ξανά και ξανά τα χείλη της και εκείνη ακολουθούσε τον ρυθμό μου. Παγίδευσα το κάτω χείλος της ανάμεσα από τα δόντια μου και εκείνη αναστέναξε σιγανά. Της χαμογέλασα φιλώντας την μια τελευταία φορά πριν αναδεύσω το σώμα μου ανάμεσα στα σεντόνια.
Κάμερον - Τι σκέφτεσαι;
Ζωή - Σε αγαπώ πολύ.
Κάμερον - Και εγώ μωρό μου. Και εγώ, πολύ.
Χάιδεψα τα μαλλιά της με τα ακροδάκτυλα μου, εκείνη κούρνιασε στο χέρι μου. Φίλησα το κούτελο της πριν την κλείσω στην αγκαλιά μου.
Πίνω μια ακόμα γουλιά από το μπουκάλι μου κοιτώντας αόριστα την ανοιχτή τηλεόραση του σαλονιού μπροστά μου. Τελικά μερικά πράγματα ξανά γίνονται συνήθειες. Προσπαθώ να μην ξεπερνώ τα όρια μου αλλά μερικές φορές είναι δύσκολο να τα ξεχωρίσω. Σήμερα τελείωσα το διαμέρισμα της. Συνολικά έγινε ένα ολικό βάψιμο, αλλαγή επίπλων σε ολόκληρο το σαλόνι, αλλαγή κρεβατιού και κουρτινών στο υπνοδωμάτιο και τοποθέτηση σίτας σε κάθε μπαλκονόπορτα και παράθυρο. Είναι σημαντικό να έχεις μέσα, ίσως επειδή αγιάζονται από τον σκοπό.
Αύριο θα γυρίσει στο διαμέρισμα της και ακόμα δεν είμαι σίγουρος για το τι θα πρέπει να της πω, δεν ξέρω καν αν θα θέλει να μου μιλήσει. Η Ξανθή είπε ότι η ανάρρωση της ήταν πιο γρήγορη και αποτελεσματική, τουλάχιστον αυτό συμπέραναν οι γιατροί στο διάστημα που σταμάτησε να με βλέπει…
Την σκέφτομαι όλη μέρα, δεν μπορώ να το κρύψω. Είναι πολύ μεγάλη κατάρα να την βλέπεις παντού, να την βλέπεις σε εσένα. Σκέφτομαι σαν εκείνη, μιλώ σαν εκείνη, πράττω έργα σαν εκείνη. Φοβάμαι ότι δεν θα θέλει να με δει… Φοβάμαι ότι θα μου πάθει κάτι αν από το μπαλκόνι μου πηδήξω και περάσω στο δικό της για να κοιμηθώ μαζί της το βράδυ.
Ζωή - Θα με ήθελες αν ήμουν σκουλήκι;
Κάμερον - Τι ερώτηση είναι ρε μωρό μου αυτή;
Γελάω μέσα από την κάμερα της βιντεοκλήσης βλέποντας το κορίτσι μου στην οθόνη του κινητού μου. Μικρό τριήμερο για δουλειές μου είπαν αλλά μου στερούν την κοπέλα μου!
Ζωή - Μια ερώτηση που θέλει απάντηση κύριε Ντάλας!
Κάμερον - Όχι, είναι μια ερώτηση που αν δεν απαντήσω σωστά προξενεί ένα καλό τρίωρο γκρίνιας.
Ζωή - Καλά ίσως και αυτό…
Γελάει λίγο κλείνοντας τα μάτια της και με ξανά κοιτά. Την βλέπω να σκεπάζεται καλύτερα και να δαγκώνει το χείλος της. Αχ και να σε σκέπαζαν εγώ Ζωίτσα μου…
Ζωή - Άντε καλά δεν θα θυμώσω, πες μουυυυ!
Κάμερον - Τι να σου πω ρε μωρό μου;
Γελάω με την σειρά μου ενώ σκέφτομαι την ερώτηση που μόλις μου έκανε. Είναι πολύ καθημερινή ερώτηση που την κάνουν όλα τα ζευγάρια αναμεταξύ τους!
Ζωή - Θα με ήθελες αν ήμουν σκουλήκι;
Λέει με μια γλυκιά φωνή σαν παιδάκι και με τρελαίνει. Με έχει κάνει ανώμαλο η κοπέλα μου λέμε!
Κάμερον - Όχι!
Ζωή - Γιααααατί;
Μουτρώνει εμφανώς και ξεφυσάω γιατί ακριβώς αυτό ήθελα να αποφύγω, την γκρίνια. Μου γκρινιάζει πολύ αλλά πάντα καταφέρνω να βρω έναν τρόπο για να της ξεφύγω, ή να την κάνω να ντραπεί, ή να την κάνω να καυλώσει. Και μετά; Γίνεται αντράκι.
Κάμερον - Γιατί θα ήσουν σκουλήκι ρε μωρό μου, που θα σε έβλεπα;
Ζωή - Εγώ θα σε έβλεπα όμως!
Κάμερον - Πώς;
Εκείνη κουκουλώνεται καλά με την κουβέρτα και μιλάει σαν μωρό.
Ζωή - Θα ήμουν ένα σκουληκάκι στην γλάστρα του δωματίου σου και κάθε βράδυ θα έβγαινα από την κρυψώνα μου και θα σερνόμουν ως το κρεβάτι για να βρω το δικό σου-
Κάμερον - Ζωή, ηρεμία.
Εγώ γελάω και εκείνη μου ξανά μουτρώνει. Χριστέ μου, με έχει πεθάνει στην μαλακία αυτή η κοπέλα.
Ζωή - Μα-μ-μα… είσαι το σκουληκάκι μου!
Κάμερον - Ε δεν τον έχω και τόσο μικρό ρε μωρό μου!
Την βλέπω να ντρέπεται και γελάω ξανά. Και να δεις που κάποια μέρα θα ενώσουμε τα σκουληκάκια μας μωρό μου, θα το δεις!
Πίνω ακόμα μια γουλιά από το ποτό μου και νιώθω τον οισοφάγο μου να καίγεται. Νιώθω ένα αίσθημα απογοήτευσης να με κατακλύζει ξαφνικά, ίσως γιατί πολύ φοβάμαι πως δεν θα ξανά ζήσω κάτι τέτοιο μαζί της.
[…]
; - ΑΑΑΑΑΑΑ!
;; - Σσσσσς! Ηρέμησε, ηρέμησε!
; - ΤΙ ΛΕΣ; ΕΊΣΑΙ ΤΡΕΛΉ; Ξανθή δεν είμαι καλά, η καρδιά μου.
Ξανθή; ΞΑΝΘΉ!
Ανοίγω απότομα τα μάτια μου και θολώνει η όραση μου. Αμυδρά διακρίνω την τηλεόραση απέναντι μου και το άδειο μπουκάλι στο τραπέζι. Οι φωνές συνεχίζουν να ακούγονται έξω από το διαμέρισμα μου. Προσπαθώ να διακρίνω την ώρα. 11:23, ήρθαν τόσο νωρίς;
Σηκώνομαι απότομα και πηγαίνω στην εξώπορτα κολλώντας το αυτί μου επάνω της. Η Ζωή μου…
Ζωή - Δεν το πιστεύω, κοίτα τι έκανε ο ηλίθιος.
Το χαμόγελο μου από την χαρά μου που την ακούω πέφτει απότομα. Κολλάω περισσότερο το αυτί μου στην πόρτα.
Ζωή - Πώς αλλιώς έπρεπε να του εξηγήσω ότι δεν θέλω να ξανά ασχοληθεί μαζί μου; Με νοηματική; Σε παρακαλώ, πάμε να φύγουμε.
Ξανθή - Κοίταξε, δεν το έκανε για κακό-
Ζωή - Θα με φιλοξενήσεις στο σπίτι σου ή να στείλω στον Στέφανο;
Ν-να στείλει στον Στέφανο; Στον Στέφανο; Γιατί στον Στέφανο;
Ξανθή - Ν-ναι, πάμε…
Απομακρύνω το αυτί μου από την πόρτα και προσπαθώ να κρατήσω τον εαυτό μου από το ανοίξει την πόρτα και να την σκυλοβρίσει, να την βρίσει όσο δεν έχει βρίσει ποτέ άνθρωπο στην ζωή του. Γιατί μαλάκας μπορεί να υπήρξα αλλά αχάριστος ποτέ και εσύ Ζωή αποδείχτηκες και από τα δύο.
Τελείωσε. Από εδώ και πέρα τέρμα η Ζωή.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro