Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

•13• Ερωτικές Εξομολογήσεις

Πλευρά Ζωής

Ζωή - ΕΊΣΑΙ ΠΟΛΎ ΑΣΤΕΊΟΣ!

Έχω ψοφήσει στο γέλιο μαζί με την Ξανθή για κανένα πεντάλεπτο. Όλη η καφετέρια εμάς κοιτάει νομίζω. Κοίτα βρε το γειτονάκι, είναι και χωρατατζής.

Ξάνθη - Ε-είστε Η-ΗΘΟΠΟΙΟΙ-ΑΑΑΑΑΑΧΑΧΑ!

Δεν νιώθω την ανάσα μου από το γέλιο. Οι δυό τους μας κοιτάνε πολύ σοβαροί λες και όντως είναι ηθοποιοί και τους θίξαμε την καριέρα. Αχ Παναγία μου, δεν μπορώ να γελάσω άλλο. Η Ξανθή σκουπίζει τα μάτια της (και μαζί λίγη μπλε σκιά) όσο εγώ κάνω αέρα στο φατσόνι μου για να ξεκοκκινίσω. Βρε τους κερατάδες, σε καλό να μας βγει τόσο γέλιο.

Κάμερον - Μπορούμε να μάθουμε προς τι γελάτε;

Η φωνή του αυστηρή φτάνει στα αυτιά μου και γυρίζω να τον κοιτάξω σοβαρή, το γέλιο μου κόβεται μαχαίρι. Τα μάτια του πετάνε σπίθες έτοιμες να με τσουρουφλήσουν! ΚΑΛΈ! Αυτός όντως θίχτηκε!

Ζωή - Ήταν ωραία πλάκα ρε παιδιά.

Του λέω γελώντας ελαφρά καθώς με το χέρι ακουμπάω απαλά το στήθος του. Εκείνος κατεβάζει το βλέμμα του στο χέρι μου και το ξανά ανεβάζει στα μάτια μου απότομα. Ο Αζορ αγρίεψε!

Κάμερον - Ναι, μόνο που δεν είναι πλάκα.

Δηλώνει απόλυτα και μου ξανά κόβεται το γέλιο -καταθλιπτική θα με κάνει αυτός ο άνθρωπος-. Κάτσε, όντως τώρα;

Ζωή - Εννοείς ότ-

Άκυρη κοπέλα - ΚΑΑΑΑΜΕΡΟΟΟΟΝ, ΈΝΑ ΑΥΤΟΓΡΑΦΟΟΟΟ!

Τον βλέπω να σηκώνει τρομαγμένος το βλέμμα του προς την ευσωμούλα κοπέλα που τρέχει κατά πάνω του και να πανικοβάλεται. Εγώ μένω στήλη άλατος. Έτσι εξηγείται η σερβιτόρα και η ταμίας! Είναι όντως διάσημος!

Κάμερον - Κορίτσια, ηρεμία!

Πάει να πει αλλά δεν προλαβαίνει καθώς ένα τσούρμο κοπέλες έχουν φτάσει στο τραπέζι μας και έχουν καβαλήσει (κυριολεκτικά) τα δύο αγόρια. Λυσσάρες μας σπρώχνουν προς τα πίσω, δεν καταλαβαίνω πότε έπεσα από την καρέκλα μου.

Ζωή - Άου!

Φωνάζω σε ένα τσόκαρο που με σπρώχνει, τινάζει το κόκκινο μαλλί της και με κοιτάει απαξιωτικά.

Τσόκαρο - Αρκετά τον απόλαυσες εσύ, άσε τίποτα και σε εμάς!

Γυρίζω να κοιτάξω έντρομη την Ξανθή, την βλέπω αρκετά εκνευρισμένη να προσπαθεί να τραβήξει μια πρασσινομάλλα από την αγκαλιά του Νας. Εκείνος τρομοκρατημένος δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει, αν πρέπει να την χαιρετήσει ή να την διώξει! Βλέπω την κολλητή μου να την πιάνει από το μαλλί και ΑΑΑΑΑΑ-

ΤΟΎΦΑ ΉΤΑΝ ΑΥΤΌ;

Μέσα στον πανικό ακούω την φωνή του Κάμερον να φωνάζει να σταματήσουνε, η εικόνα μου θολώνει την στιγμή που η Ξανθή πετάει την τούφα της κοπέλας στο πάτωμα. Ανάσα Ζωή, ανάσα... Δεν έχω πάρει τις αναπνοές μου σωστά τόση ώρα, παθαίνω κρίση. Θέλω το σωληνάκι μου. Ξαπλώνω στο πάτωμα ασθμαίνοντας, νιώθω ένα τσούρμο γυναικεία παπούτσια να με ποδοπατάνε χωρίς να δίνουν σημασία. Ακούω την φωνή της Ξανθής στο βάθος. Κόβεται η ανάσα μου τελείως, η όραση μου χάνεται και η ακοή μου μειώνεται. Νιώθω κάποιον να με ταρακουνάει και ένα σωληνάκι να χώνεται με βία στη μύτη μου. Δεν προλαβαίνω, δεν προλαβαίνω.

Πλευρά Κάμερον είκοσι τρία λεπτά μετά.

Έχω κλείσει το πρόσωπο μου στις παλάμες μου περιμένοντας νέα εδώ και ώρα. Δεν ξέρω πόσα λεπτά έχουν περάσει από την ώρα που την φέραμε στο νοσοκομείο. Ο Νας με ενημέρωσε πως υπήρχε δημοσιογράφος στην καφετέρια, θα τον μάσει ο διάολος και αυτόν έτσι και πάθει κάτι. Λέει ότι έχουν μαζευτεί πολλοί ρεπόρτερ έξω από το νοσοκομείο, στα αρχίδια μου και αυτοί.

Η Ξανθή είναι στην αγκαλιά του Νας από την ώρα που φύγαμε από την καφετέρια. Έχω πεθάνει από την αγωνία μου. Μου είπε ότι έχει άσθμα, μόνο αυτό μπορώ λέει να ξέρω. Θα την έβριζα και αυτήν αλλά ευτυχώς που την είδε έγκαιρα και της έχωσε το σωληνάκι στην μύτη. Είπε πως πάντα κρατάει ένα σε κάθε τσάντα της σε περίπτωση ανάγκης, όπως η σημερινή. Και αυτό το κοριτσάκι μου αφού έχει πρόβλημα γιατί δεν έχει ένα μαζί της; Δηλαδή άμα δεν ήταν η φίλη της σήμερα, θα άφηνε τον εαυτό της να πεθάνει; Όχι, δεν θα την άφηνα εγώ να φύγει. Ξεφυσάω ξανά, το στομάχι μου δέθηκε κόμπος. Δεν ξέρω καν εάν πρέπει να ανησυχώ για κάτι στην τελική, ίσως να μην είναι καν κάτι επικίνδυνο. Εάν εξαιρέσεις ότι πήγε να πεθάνει, όχι καθόλου. Νιώθω το κινητό μου να δονείται στην τσέπη μου. Το βγάζω και βλέπω το όνομα της μάνας μου, εσύ μου έλειπες τώρα.

Κάμερον - Ναι;

Τζίνα - ΝΑΙ; Πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι;!

Απομακρύνω το τηλέφωνο από το αυτί μου και βλέπω τον Νας να με κοιτά απολογητικά. Κατάλαβε ποιος είναι και το κήρυγμα που θα φάω.

Κάμερον - Αφού ξέρεις, γιατί ρωτάς;

Τζίνα - Τι κάνεις εκεί;! Τι έγινε στην καφετέρια και ξεσηκώθηκε όλος ο κόσμος; Από που και ως που βγαίνεις σε μέρη με κόσμο Κάμερον;!

Η μάνα μου στριγγλίζει υστερικά στο τηλέφωνο, στριφογυρίζω τα μάτια μου. Το κοριτσάκι μου είναι μέσα σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου και έχω να ακούω τα σάλια της μάνας μου από πάνω.

Κάμερον - Δεν ήξερα ότι οι άνθρωποι απαγορεύεται να πίνουν καφέ με φίλους τους Τζίνα, δεν θα επαναληφθεί.

Τζίνα - Για το καλό σου να μην επαναληφθεί! Και τι κάνεις στο νοσοκομείο, λέγε!

Γυρίζω να κοιτάξω τον Νας, μου κάνει νόημα στον εαυτό του.

Κάμερον - Είχαμε ένα επεισόδιο με την κοπέλα του Νας και είναι εδώ!

Αμέσως αυτοχαστουκίζομαι, ο Νας επίσης. Βλέπω την Ξανθή να με κοιτάει βλοσυρά. Ο κολλητός μου με μουτζώνει.

Τζίνα - Ο Νας έχει κοπέλα; Από ποτέ;

Κάμερον - Ώχου ρε μάνα λογαριασμό θα σου δώσω, κάνε κάτι με τα μίντια και παράτα με, γεια!

Της το κλείνω και πετάω το κινητό στο σιδερένιο τραπεζάκι του νοσοκομείου. Σηκώνω το βλέμμα μου στο ζευγάρι της Αγίας Παρασκευής.

Νας + Ξανθή - Να!

Με μουτζώνουν ταυτόχρονα και στριφογυρίζω τα μάτια μου. Ποιό είναι πάλι το πρόβλημα;

Νας - Εννοούσα να πεις ότι είμαι κολλητός της, όχι ότι την έχω γκόμενα!

Λέει ενώ ταυτόχρονα χώνει την Ξανθούλα στην αγκαλιά του και εκείνη γέρνει στον ώμο του. Σηκώνομαι από την καρέκλα με φόρα.

Κάμερον - Πανικοβλήθηκα, συγγνώμη.

Η Ξανθούλα με κοιτάζει περίεργα για μια στιγμή, την κοιτάζω πίσω με το ίδιο βλέμμα. Γυρίζω το βλέμμα μου στον κολλητό μου, ξανά κάθομαι στην άβολη σιδερένια καρέκλα.

Ξανθή - Είσαι βλάκας αλλά σε ψιλοσυμπαθώ. Της αρέσεις, μην την πληγώσεις.

Αμέσως χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου. Τ-τι της κάνω;

Κάμερον - Τ--τι είπες;

Νας - Έχεις δίκιο μωρό μου, είναι πράγματι αργόστροφος.

Της λέει αλλά είμαι τόσο σοκαρισμένος αυτή τη στιγμή που ούτε να τον κλωτσήσω δεν μπορώ. Η φίλη της με κοιτά στα μάτια και χαμογελάει, εγώ έχω χάσει κουνέλια, αυγά και πασχαλιές, τι λέει;

Ξανθή - Έχει περάσει πολλά στην ζωή της, φρόντισε να μην την πληγώσεις αλλιώς θα έχεις να κάνεις μαζί μου.

Μου λέει προειδοποιητικά το Πόκεμον και την κοιτάζω αυστηρά. Ο,τι θέλω θα κάνω αλλά εγώ θέλω το μωρό μου να είναι καλά.

Κάμερον - Ισχύει όντως... ή λες μπαρούφες για να περνάει η ώρα;

Την ρωτάω διστακτικά και εκείνη ξανά πέφτει στην αγκαλιά του κολλητού μου. Γυρίζει να την κοιτάξει εκείνος και έπειτα εμένα.

Ξανθή - Δεν μου το έχει πει, αλλά το νιώθει. Μα δεν το βλέπεις;

Όχι, δεν βλέπω τίποτα καθαρά πλέον. Με έχει τρελάνει το κοριτσάκι μου που τα βλέπω όλα κόκκινα.

Κάμερον - Εδώ καλά καλά δεν ξέρω τι νιώθω εγώ-

Νας - Τι δεν ξέρεις ρε μαλάκα που ο θείος μου κάθε φορά που τον παίρνω τηλέφωνο γνωρίζει ότι είναι για την Ζωή;

Γελάει ο παπάρας και τώρα θέλω όντως να τον κλωτσήσω, την έχω δαγκώσει γαμώ την λαμαρίνα με τη Ζωίτσα. Νιώθω περίεργα, εγώ δεν ήμουν έτσι. Δεν με έσυρε ποτέ καμία γυναίκα από την μύτη. Και τώρα; Περιμένω έξω από το δωμάτιο της πότε θα τελειώσει η νοσοκόμα με τις εξετάσεις για να δω το μωρό μου. Έχασα τον κόσμο όταν την είδα σωριασμένη στο πάτωμα, ήθελα να τα σπάσω όλα.

Κάμερον - Μου αρέσει, αυτό είναι σίγουρο, αλλά-

Ξανθή - Τι αλλά; Δεν υπάρχει αλλά! Άμα θέλεις να πας και με άλλες να την ξεγράψεις την φίλη μου!

Όχι δεν θέλω να πάω με άλλη!

Νας - Πού να πάει με άλλη αυτός ρε μωρό μου; Δεν τον βλέπεις; Ερωτευμένος είναι που δεν το έχει καταλάβει ακόμα-

Την πρόταση του διακόπτει η νοσοκόμα που βγήκε από το δωμάτιο, σηκωνόμαστε και οι τρεις ταυτόχρονα από τις θέσεις μας και την πλησιάζουμε.

Αμάν! Άντρας είναι!

Νοσοκόμος - Ηρεμία καλέ, το καλό είναι ότι δεν είναι έγκυος!

Στριφογυρίζω τα μάτια μου καθώς εκείνος κουνάει το καρτελάκι με τα στοιχεία της Ζωίτσας στα χέρια του με αδελφίστικο τρόπο. Αγόρι μου πάσχεις;

Νοσοκόμος - Ω! Κ-κύριε Ντάλας! Κ-κύριε Γκρίερ! Τ-τι κάνετε εδ-

Κάμερον - Αδελφή μπορούμε να την δούμε;

Τον ρωτάω γρήγορα και εκείνος σαν υπνωτισμένος νεύει καταφατικά. Γρήγορα μπαίνουμε στο δωμάτιο και βλέπω το μωρό μου ξαπλωμένο στο άβολο κρεβάτι του νοσοκομείου. Έχει δύο σωληνάκια στην μύτη και λίγο ξέραμενο αίμα στο χεράκι της από την βελόνα του ορού που της έβαλαν. Τα ματάκια της είναι σχεδόν ανοιχτά, μας χαμογελάει, μου χαμογελάει το μωρό μου.

Ξανθή - ΑΝΏΜΑΛΟ ΓΊΔΙ, ΕΊΣΑΙ ΚΑΛΆ;

Η φίλη της μας προσπερνάει και με ένα γρήγορο σάλτο έχει φτάσει δίπλα της. Την αγκαλιάζει όχι και πολύ σφιχτά (ευτυχώς γιατί θα χρειαζόταν να επέμβω μετά). Της δίνει την σακούλα με το φαγητό που κρατούσε, οι νοσοκόμοι είπαν να της φέρουμε σούπα από το κυλικείο. Λογικά δεν τρώγεται αυτό το πράγμα.

Ζωή - Είμαι καλά, ναι!

Το μωρό μου χαμογελάει, γυρνάει να κοιτάξει και εμάς. Πεθαίνω που την βλέπω με τα σωληνάκια στην μύτη. Την πλησιάζω με αργά βήματα, προσπαθώ να μην αποτυπώσω την εικόνα στο μυαλό μου γιατί με πονάει.

Κάμερον - Πώς είσαι;

Της ψιθυρίζω και εκείνη σηκώνει το βλέμμα της να συναντήσει το δικό μου.

Ζωή - Μία χαρά είμαι! Εσείς; Ήπιατε τον καφέ;

Ρωτάει σαν να μην έγινε τίποτα και γελάω λίγο. Τι να της πω; Ότι έτρεχα σαν μανιακός για να την φέρω στο νοσοκομείο βραδιάτικα ή ότι το στομάχι μου έχει φύγει ταξιδάκι στις Μαλδίβες με τον Τρύφωνα για summer 2020;

Νας - Ναι φυσικά, τον πήραμε στο χέρι και σε φέραμε νοσοκομείο.

Την ειρωνεύεται και εγώ του σκάω μια αγκωνιά. Λίγα τα λόγια σου στο κοριτσάκι μου μαλάκα γιατί εγώ στην δική σου την κότα δεν λέω τίποτα.

Ξανθή - Εγώ φταίω Ζωή, που γελούσα για πολλή ώρα με τις φάτσες αυτών των δύο και σε έκανα και εσένα να γελάς. ΣΥΓΓΝΏΜΗ!

Το κορίτσι μου γελάει και την αγκαλιάζει, η Ξανθούλα βουρκώνει και προσπαθεί να μην κλάψει. Ακούω ένα *σνιφ* από δίπλα μου, γυρίζω να δω τον κολλητό μου να κλαψουρίζει.

Κάμερον - Τι κάνεις ρε μαλάκα; Κλαις;

Νας - Ε-είναι μ-μια ιδιαίτερη συγκινητική στιγμή.

Ψευδίζει μέσα από τα αόρατα δάκρυα του και γρήγορα πιάνει το μανίκι της ζακέτας μου σκουπίζοντας την μύτη του.

Κάμερον - Ε! Κάτσε καλά ρε!

Του τραβάω από τα χέρια την ζακέτα μου και την απομακρύνω από κοντά του. Ίου ηλίθιε, σήμερα την φόρεσα.

Ζωή - Κάμερον, μπορείτε να πάρετε το εξιτήριο μου; Βγαίνει σε λίγα λεπτά. Θέλω να μείνω λίγο μόνη με την Ξανθή.

Γυρίζω να κοιτάξω τον Νας που ακόμα κλαψουρίζει και μετά την κολλητή της. Ρίχνω και το βλέμμα μου στην μπιχλιάρικη ζακέτα μου.

Κάμερον - Ε; Ε-ναι δηλαδή-δηλαδή πάμε ναι.

Χάνω τα λόγια μου καθώς πετάω το ζακετομυξομάντηλο στον κολλητό μου και τον τραβάω μέχρι την είσοδο κλείνοντας την πόρτα του δωματίου μου πίσω.

Πλευρά Ζωής

Ζωή - Δεν πιστεύω να του είπες τον λόγο που λιποθύμησα!

Την αποπαίρνω με το που κλείνει η πόρτα και εκείνη σηκώνει το κεφάλι της από την αγκαλιά μου για να με κοιτάξει αυστηρά.

Ξανθή - Είσαι τρελή; Πώς να μην του το έλεγα; Είδε που σου έδωσα το σωληνάκι, θα το καταλάβαινε και μόνος του!

Καλά αυτό μην το παίρνεις και όρκο!

Ζωή - Και τι του είπες;

Ξανθή - Ότι έχεις άσθμα, μόνο αυτό!

Ξεφυσάω ανακουφισμένη. Ουφ, το τελευταίο που θα ήθελα είναι να μάθει ότι-

Ξανθή - Πέθανε από την αγωνία του ο γλυκ, του αρέσεις.

Μου λέει κοιτώντας με πονηρά και σηκώνω το βλέμμα της σε αυτήν. Νιώθω το χαμόγελο στα χείλη μου να ανεβαίνει. Όντως;!

Ζωή - Όντως;

Την ρωτάω ενθουσιασμένη και αυτή χτυπάει παλαμάκια στον αέρα από την χαρά της.

Ξανθή - Ναι! Την απόσταση καφετέρια-νοσοκομείο την κάναμε σε λιγότερο από πέντε λεπτά. Είχε χλωμιάσει ολόκληρος. Καλά μωρή, δεν τον είδες;

Ζωή - Εγώ-

Ξανθή - Ε άμα δεν ταιριάζετε, ξέρεις εσύ.

Μου λέει πονηρά και θέλω τόσο πολύ να της πετάξω ένα μαξιλάρι στο κεφάλι αλλά δυστυχώς δεν έχω εύκαιρο!

Ξανθή - Κοίτα κακομοίρα μου να του εξομολογηθείς τον έρωτα σου γιατί δεν ξέρω και εγώ τι θα γίνει!

Ζωή - Δ-δεν είμαι ερωτευμένη!

Ξανθή - Πες το στα κόκκινα μαγουλάκια σου αυτό! Άντε! Κάνω την νεραϊδονονά εδώ μέσα!

Κάμερον - Να μπω;

Ρωτάει όταν έχουν φτάσει έξω από την πόρτα του δωματίου και εγώ γνέφω καταφατικά στην Ξανθή που με κοίτα για επιβεβαίωση.

Ξανθή - Μπες αλλά με τον κώλο για να χωρέσεις!

Ο Κάμερον ανοίγει την πόρτα και την κοιτάζει ειρωνικά. Κάτι μου λέει ότι αυτοί οι δύο θα σφαχτούν καμία μέρα.

Κάμερον - Έφερα το εξιτήριο, ο Νας μας περιμένει στο αυτοκίνητο.

Ξανθή - Πάλι καλά Παναγία μου δεν θα οδηγήσεις εσύ, τον χάρο είδα πέντε φορές σήμερα.

Την ακούω να μονολογεί και της χώνω μια αγκωνιά έτσι... πλήρως διακριτικά. Αυτό που έκανε κρακ ήταν το πλευρό της ή ο αγκώνας μου;

Κάμερον - Μπορείς να σηκωθείς; Ζαλίζεσαι; Μήπως να φας πρώτα την σούπα; Θες να μείνεις άλλη μια μέρα εδώ;

Με βομβαρδίζει με ερωτήσεις αλλά το βουλώνει όταν η κολλητή μου του πετάει το ρολόι της στο κεφάλι.

Ξανθή - Πάψε ρε! Μας βγήκες και πολυγλωσσού βραδιάτικα!

Ο Κάμερον σφίγγει της γροθιές του, τον βλέπω ότι κρατιέται να μην την διαολοστείλει -και θα' χει και δίκιο- . Βλέπω την Ξανθή να γελάει αμήχανα σηκώνοντας την σακούλα με το φαγητό στα χέρια της.

Ξανθή - Χεχ ε- πάω στο αμάξι εγώ ε; Μπαααυ!

Προσπερνάει γρήγορα το κορμί του γείτονα και φεύγει σαν σύφουνας από το δωμάτιο. Κουνώ το κεφάλι μου αποδοκιμαστικά. Τς τς, νεολαία στις μέρες μας.

Κάμερον - Θα την σκοτώσω, στο λέω!

Μου λέει με εκνευρισμένο τόνο και εγώ αναπηδώ από το ξέσπασμα του. Αμέσως τον βλέπω να χαλαρώνει και να με πλησιάζει.

Κάμερον - Συγγνώμη, συγγνώμη δεν ήθελα να σε τρομάξω, συγγνώμη.

Ψιθυρίζει χώνοντάς με μέσα στην αγκαλιά του. Τον αγκαλιάζω πίσω, το κεφάλι μου ακουμπάει στο στέρνο του και ακούω την καρδιά του να χτυπάει πολύ πολύ γρήγορα-

Κάμερον - Πάμε σπίτι; Θα μαγειρέψω εγώ κάτι άλλο για να φας, η σούπα θα έχει κρυώσει τώρα.

Σηκώνω το βλέμμα μου σε αυτόν καχύποπτα. Μίλησε για φαΐ; Ο Κάμερον Ντάλας με προσκάλεσε σε δείπνο στον σπίτι του για δεύτερη φορά μέσα σε έναν μήνα; Έχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο τα δύο μας.

Ζωή - Ναι είμαι αλλά δεν είναι ανάγκη. Θα ζεστάνω αυτό και θα είμαι χαρά.

Του λέω κουνώντας την σακούλα στα χέρια μου, είμαι σίγουρη ότι δεν τρώγεται αυτό το πράγμα. Ο Κάμερον κοιτάζει την σακούλα και έπειτα εμένα, πάλι θα περάσει το δικό του.

Κάμερον - Ωραία, πάμε σπίτι;

Του γνέφω καταφατικά και αφού βγάλω τα σωληνάκια αργά από την μύτη μου, σηκώνομαι από το κρεβάτι, τα πόδια μου πατάνε στο έδαφος και μένω σταθερή για λίγα δευτερόλεπτα. Ζαλίζομαι λίγο μόνο.

Τα χέρια του πιάνουν γρήγορα την μέση μου και με φέρνουν στο στέρνο του, κλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να διώξω την ναυτία. Ο Κάμερον με ξανά καθίζει στο κρεβάτι και βγάζει το κινητό του, τον ακούω να πληκτρολογεί κάτι.

Κάμερον - Διευθετήθηκε το θέμα με τους παπαράτσι;... Μπορούμε να βγούμε;... Ωραία, άνοιξε την πίσω πόρτα του αμαξιού, σε δύο λεπτά είμαι εκεί.

Κλείνει το κινητό του και το χώνει στην τσέπη του. Νιώθω να κλείνει το πρόσωπο μου στις παλάμες του, κλείνει τα αυτιά μου με τα χέρια του.

Κάμερον - Γιατί ζαλίστηκες τώρα, μου λες;

Ίσα που τον ακούω αφού πιέζει τα αυτιά μου, νιώθω την ναυτία να υποχωρεί λίγο.

Κάμερον - Καλύτερα;

Ζωή - Λιγάκι...

Παίρνει τα χέρια του από το πρόσωπο μου και αμέσως γραπώνει το σώμα μου. Φέρνει τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και τα πόδια μου γύρω από την μέση του. Είμαι τόσο μικροκαμμωμένη για αυτόν που το πρόσωπο μου ακουμπά το στέρνο του.

Κάμερον - Κρατήσου λίγο, ναι;

Μου ψιθυρίζει και λίγο μετά νιώθω ένα μικρό τρυφερό φιλί στην άκρη μαλλιών μου. Σκύβει και πιάνει το ρολόι της Ξανθής ενώ με το άλλο του χέρι με κρατάει από τον πισινό επάνω του. Πιάνει και τα πράγματα μας κρεμώντας τις σακούλες στους καρπούς του και έπειτα με πιάνει καλύτερα από τα κωλομέρια. Ε βέβαια, βρήκε ευκαιρία να χουφτώσει αυτός και χώθηκε. Σε δύο λεπτά είμαστε πράγματι στο αμάξι, με έχει ακουμπήσει στα πίσω καθίσματα και εκείνος έχει καθήσει δίπλα μου, οι άλλοι δύο μπροστά. Το αυτοκίνητο ξεκινάει και νιώθω τον Κάμερον να μου κατεβάζει την φούστα που έχει ανέβει πολύ, απλώνει το χέρι του και με τραβάει κοντά του.

Κάμερον - Έχει κρύο, θα σου έδινα την ζακέτα μου εάν δεν την είχε κάνει ο Νας μυξομάντηλο.

Τον βλέπω να κοιτάει τον κολλητό του με ένα δολοφονικό βλέμμα και τον Νας να γελάει. Δεν κατάλαβα πότε μέσα στη συζήτηση με πήρε ο ύπνος.

[...]

Κάμερον - Ζωίτσα; Ξύπνα μωρό μου.

Τον νιώθω να με κουνά ελαφρά, τα βλέφαρά μου τρεμοπαίζουν.

Άσε μας χριστιανέ μου να χαρούμε έναν ύπνο!

Κάμερον - Έλα ρε γειτόνισσα, έφτιαξα κοτόσουπα για να φας.

Κοτόσουπα ε; Χμμμμ

Κάμερον - Α γλύφεις τα χείλη σου βλέπω, σ' άρεσε;

Γελάει και εγώ τρεμοπαίζω πάλι τα μάτια μου. Τα ανοίγω σιγά σιγά και τον βλέπω πάνω από το κεφάλι μου. Σε φυσιολογικές συνθήκες θα τρόμαζα αλλά duh, μιλάμε για τον σέξυ ας φακ γείτονα μου. Ποιός θα τρόμαζε εδώ;

Κάμερον - Μχμ, καλημέρα.

Ζωή - Καλημέρα, τι ώρα είναι;

Τον ρωτάω καθώς βλέπω γύρω μου ότι υπάρχει σκοτάδι.

Κάμερον - Πήγε τέσσερις.

Ζωή - Το απόγευμα; Καλά πόσο κοιμήθηκα;!

Πετάγομαι από το κρεβάτι και αμέσως νιώθω μια ζαλάδα. Ο Κάμερον με χώνει στην αγκαλιά του και κλείνει τα αυτιά μου, ξεφυσάει.

Κάμερον - Μην σηκώνεσαι απότομα το κέρατο μου, δεν προσέχεις λίγο;

Παίρνει τα χέρια του από τα αυτιά μου και με κοιτάζει για επιβεβαίωση ότι είμαι καλά. Αφήνει ένα φιλί στο μέτωπο μου.

Κάμερον - Είναι τέσσερις το πρωί, κοιμάσαι περίπου τρία τέταρτα.

Με ενημερώνει και εγώ ξεφυσάω τώρα, τότε τι με ξυπνάει; Θα μπορούσα να φάω το πρωί.

Ζωή - Δεν πεινάω-

Κάμερον - Αυτό μου είπε και η φίλη σου ότι είπες χθες πριν φύγετε. Είναι δυνατόν να μην πείνας Ζωή; Ξεκόλλα!

Αμέσως σηκώθηκε από το κρεβάτι και γύρισα να τον κοιτάξω, άπλωσε το χέρι του για να σηκωθώ και εγώ. Ξεφύσηξα και με μια βαριά καρδιά σηκώθηκα.

Κάμερον - Έτσι μπράβο, πάμε να φας τώρα.

Σύρθηκα σαν ερπετό μέχρι την κουζίνα, τότε μόνο παρατήρησα ότι φορούσα τις πιτζάμες μου, ότι βρισκόμουν στο σπίτι μου. Ο Κάμερον φάνηκε να καταλαβαίνει το συνοφρύωμα μου αλλά δεν είπε τίποτα.

Ζωή - Θέλεις να εξηγήσεις τι έγινε από την ώρα που κοιμήθηκα στο αυτοκίνητο;

Εκείνος άφησε επάνω στον πάγκο ένα πιάτο με σούπα και ένα κουτάλι από δίπλα, ψωμάκι και λίγη φέτα. Κάθησε απέναντι μου και μου έκανε νόημα με τα μάτια του να συνταουνιστώ και να φάω.

Κάμερον - Σε ανέβασα στον όροφο, μπήκα στο σπίτι σου, σε άφησα να κοιμηθείς, μαγείρεψα και σε ξύπνησα. Αυτά.

Ζωή - Παρέλειψες το πως μπήκες στο σπίτι μου και γιατί φοράω τις πιτζάμες μου Ντάλας.

Ο Κάμερον σήκωσε το βλέμμα του σε μια μένα, έφαγα λίγη από την σούπα μου εγώ. Νόστιμη είναι! Μαγειρεύει ωραία!

Κάμερον - Η Ξανθή ξεκλείδωσε και σε άλλαξα γιατί με εκείνα τα ρούχα ήσουν στο νοσοκομείο. Επίσης σε ξέβαψα, είσαι πιο όμορφη με φυσικά ροζ μαγουλάκια.

Μου λέει και από την ντροπή μου εγώ κοκκινίζω. Με είδε γυμνή;! Τι εσώρουχα φορούσα, Παναγία μου!

Ζωή - Δηλαδή με είδες-

Κάμερον - Είμαι τόσο κουρασμένος Ζωίτσα που δεν θυμάμαι καν τι είδα.

Ψελλίζει καθώς κλείνει τα μάτια του, φαίνεται ότι είναι κουρασμένος. Τρώω λίγη από την σούπα μου.

Ζωή - Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για όλα σήμερα αλλά μπορείς να πας να ξεκουραστείς! Εννοώ- είμαι καλά τώρα και-

Κάμερον - Φάε Ζωίτσα και μη μιλάς, απλά θα πάω να αλλάξω ρούχα και θα επιστρέψω.

Είπε και γύρισα να τον κοιτάξω μπερδεμένη. Πάντα θα περνάει το δικό του έτσι; Δεν γίνεται διαφορετικά;

Ζωή - Γιατί να επιστρέψεις;

Τον ρωτάω βουτώντας το κουτάλι μου μέσα στην σούπα ξανά. Τρώω και λίγο ψωμάκι, τον βλέπω να χαμογελάει.

Κάμερον - Γιατί θα κοιμηθώ εδώ;

Απαντά με ερώτηση στην ερώτηση μου και μόνο που δεν πνίγομαι με το ψωμάκι μου. Τι να κάνεις εδώ ρε; Θα σε σπιτώσουμε κιόλας;

Ζωή - Και γιατί να κοιμηθείς εδώ;

Μασουλάω νευρικά το ψωμάκι στο στόμα μου, εκείνος γελάει λίγο.

Κάμερον - Σε περίπτωση που πάθεις κάτι, ποιός θα σε τρέξει χμ;

Ρωτάει και αφήνω κάτω το κουτάλι μου κοιτώντας τον σοβαρή. Τι; Αυτό θα έχουμε τώρα; Δεν μου αρέσει να είναι πάνω από το κεφάλι μου.

Ζωή - Ξέρεις δεν το παθαίνεις συνέχεια, αφού δεν στρεσάρομαι και είμαι καλά δεν έχω πρόβλημα.

Του απαντώ, τον βλέπω να ξεφυσά κλείνοντας το πρόσωπο του στα χέρια του. Σηκώνει το βλέμμα του και με καρφώνει στα μάτια.

Κάμερον - Ήταν μια δύσκολη μέρα Ζωίτσα, σε παρακαλώ. Άσε με να μείνω εδώ για να σιγουρευτώ ότι είσαι καλά.

Με κοιτά παρακλητικά και εγώ κατεβάζω το βλέμμα μου στην σούπα μου. Τρώω και την τελευταία κουταλιά κουνώντας το κεφάλι μου καταφατικά, ίσως να είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για αυτόν από όσα μου έκανε σήμερα.

Κάμερον - Ωραία, πάω να βάλω πιτζάμες και έρχομαι. Χμ;

Κουνώ το κεφάλι μου θετικά και εκείνος σηκώνεται από το σκαμπό του πάγκου μου. Αφήνει ένα τρυφερό φιλί στην άκρη του κούτελού μου και φεύγει. Η καρδούλα μου φτερουγίζει, νιώθω να το σκέφτομαι για λίγο. Λες όντως να του αρέσω; Βάζω τα πιάτα στον νεροχύτη και πίνω λίγο νερό, ακούω την πόρτα να κλείνει και έπειτα να κλειδώνει. Γυρίζω να τον κοιτάξω να στέκεται όρθιος στο σαλόνι. Ξύνει αμήχανα τον σβέρκο του, τον πλησιάζω με αργά βήματα.

Κάμερον - Λοιπόν για να νιώθεις άνετα λέω να κοιμηθώ εδώ.

Λέει κάπως διστακτικά κοιτώντας τον καναπέ, εγώ κουνώ το κεφάλι μου συμφωνώντας. Τρίβω αμήχανα τους καρπούς των χεριών μου, με το πόδι μου γδέρνω το πάτωμα.

Ζωή - Κα-καληνύχτα Κάμερον.

Ψελλίζω και τον βλέπω να με τραβάει στην αγκαλιά του αφήνοντας ένα φιλί στο κούτελο μου ξανά. Ρε άνθρωπε μου, χείλη δεν έχω;!

Κάμερον - Καληνύχτα Ζωίτσα.

Πλευρά Κάμερον πενήντα τρία λεπτά και είκοσι έξι δευτερόλεπτα αργότερα

Μας χωρίζει ένα δωμάτιο, μόνο ένα γαμημένο δωμάτιο. Δεν μπορώ να ηρεμήσω. Ο καναπές μυρίζει το άρωμα της και η κουβέρτα της είναι εμποτισμένη από την κολώνια της. Έχω ανοίξει την τηλεόραση και βλέπω αδιάφορος μια ταινία. Είμαι πολύ κουρασμένος αλλά φοβάμαι να κοιμηθώ, και άμα πάθει κάτι; Άσε που δεν μπορώ να κοιμηθώ. Μια πόρτα με χωρίζει από το κορμάκι της και ένας διάδρομος. Φοβάμαι μέχρι και να την φιλήσω στα χείλη γαμώ! Αυτό που πάθαμε σήμερα εύχομαι να μην το ξανά πάθουμε ποτέ. Δεν μπορώ να ηρεμήσω, στριφογυρίζω στον καναπέ σαν αρνί στην σούβλα. Θέλω να την πάρω αγκαλιά για να είμαι σίγουρος ότι είναι καλά, θέλω την ανάσα της να ζεσταίνει το στέρνο μου, να χαϊδεύω τα μαλλάκια της με τα ακροδάχτυλα μου, θέλω- Θα κοιμάται... και θα την ξυπνήσω. Είναι κουρασμένη! Όχι Κάμερον, όχι. Ίσως μόνο να την δω λίγο; Ναι! Για να δω εάν είναι καλά! Αυτό ναι, εγώ πάω να την τσεκάρω τώρα! Με το που πάω να σηκωθώ ακούω την πόρτα του δωματίου της να ανοίγει. Μικρά βηματάκια πλησιάζουν προς το σαλόνι και σκέφτομαι εάν πρέπει να κάνω τον κοιμησμένο ή όχι. Τελικά γυρίζω να την κοιτάξω.

Ζωή - Α-α δεν κοιμάσαι;!

Κάμερον - Φυσικά και κοιμάμαι, σου απαντάω στον ύπνο μου.

Χαμογελάω πονηρά, λατρεύω όταν την φέρνω σε αμηχανία. Εκείνη μαζεύεται στην θέση της και χαϊδεύει το πάτωμα με το ποδαράκι της.

Ζωή - Δεν με πιάνει ο ύπνος.

Κάμερον - Έλα να τον πιάσουμε μαζί.

Της λέω και εκείνη γουρλώνει τα ματάκια της τα ατελείωτα από το πονηρό υπονοούμενο μου. Γελάω και ανοίγω τα χέρια μου για να χωθεί στην αγκαλιά μου, έξω σιγά σιγά ξημερώνει.

Εκείνη αμέσως χώνεται κάτω από την κουβέρτα και στριμοχνώμαστε στον μικρό μονό καναπέ της. Φιλάω το κεφαλάκι της και σηκώνει το βλέμμα της να με κοιτάξει.

Κάμερον - Μην το ξανά κάνεις αυτό. Ποτέ.

Τονίζω τις λέξεις μου ψιθυριστά και εκείνη κουνάει το κεφαλάκι της στο στέρνο μου. Αφήνω ένα φιλί στα μαλλάκια της και ψιθυρίζω:

Κάμερον - Μπράβο το μωρό μου.

Εκείνη μένει αμίλητη στο στήθος μου, το κεφαλάκι της ακουμπά τον θώρακα μου και στηρίζεται στο μπράτσο μου. Έχω κολλήσει το σώμα μου επάνω στο κορμάκι της, νιώθω κάθε εκατοστό της μαλακής σάρκας της να με αγκαλιάζει.

Ζωή - Κάμερον, γιατί με λες έτσι;

Ξεφυσάω κλείνοντας τα μάτια μου, σκέφτομαι την σημερινή ημέρα. Ή τώρα ή ποτέ Κάμερον. Πότε δίστασες για να κάνεις πίσω τώρα;

Κάμερον - Θα σου πω ένα μυστικό, ναι; Αλλά δεν θα το πεις σε κανέναν.

Της ψιθυρίζω και εκείνη με κοιτάει μπερδεμένη.

Ζωή - Μα άμα μου το πεις δεν θα είναι μυστικ-

Κάμερον - Μην μου χαλάς την στιγμή ρε Ζωίτσα, άσε με να γίνω ρομαντικός μια φορά.

Την αγριοκοιτάζω και εκείνη γελάει λίγο, γελάω και εγώ. Φιλάω την άκρη του δεξιού ματιού της. Τα χεράκια της χαϊδεύουν το στέρνο μου, λιώνω ο μαλάκας γαμώ.

Κάμερον - Θα είναι το δικό μας μυστικό, ναι;

Της λέω ψιθυριστά και εκείνη κουνάει το κεφαλάκι της καταφατικά, δαγκώνει το κάτω χείλος της και περιμένει να δει τι θα της πω.

"Της αρέσεις, μην την πληγώσεις"

Ή τώρα ή ποτέ Κάμερον, ή τώρα ή ποτέ.

Κάμερον - Γειτόνισσα;

Τα ματάκια της με καρφώνουν μέσα στην ψυχή, θέλω να την φάω. Δεν αντέχω, είναι τόσο γλυκιά. Θα το πνίξω στα φιλιά το μωράκι μου.

Ζωή - Ναι;

Ψιθυρίζει πίσω χαϊδεύοντας την μπλούζα μου, πεθαίνω. Πεθαίνω που με ακουμπάει, πεθαίνω που την έχω δίπλα μου, πεθαίνω που με κοιτάει έτσι. Θα της μείνω στον τόπο γέρος άνθρωπος και αντε να με τρέχει σε καρδιολόγο μετά. Θα μου φύγει η καρδιά από το πολύ τικα τακα τικατα που λέει και ο Κουφός.

Κάμερον - Μου αρέσεις.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro