Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 41: Viviana

"Principessa είσαι καλά;" Έπιασε το πρόσωπο μου στα χέρια του. Ήταν ανήσυχος για μένα ενώ εκείνος ήταν που αιμορραγούσε.

Κούνησα θετικά το κεφάλι μου. Μου χαμογέλασε μέσα από τον πόνο. "Το πόδι σου- αιμορραγείς" Τον πυροβόλησε στο πόδι. Δεν φαινόταν μεγάλη η πληγή αλλά αν δεν έκλεινε άμεσα θα έχανε πολλή αίμα.

"Είμαι μια χαρά. Μην ανησυχείς για μένα" η φωνή του ήταν γλυκιά, σαν να φοβόταν πως αν μου μιλούσε διαφορετικά θα έσπαγα. Σαν να ήμουν εύθραυστη. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να είμαι ξανά μετά από σήμερα.

Ξεροκατάπια όταν είδα το λιπόθυμο σώμα του Lorenzo κάτω στο βρώμικο πάτωμα "Τον σκότωσα;" Η φωνή μου έτρεμε.

Λίγο πριν πυροβολήσει, κατάφερα να χαλαρώσω τελείως το σχοινί στα χέρια μου και λύθηκα. Τον κτύπησα στο κεφάλι με την καρέκλα την στιγμή που πυροβόλησε τον Nicholas. Η καρέκλα χτύπησε πάνω στο όπλο πριν κτυπήσει στο κεφάλι του και έτσι του χάλασε τον στόχο και πυροβόλησε τον Nicholas χαμηλά στο πόδι.

Ο Nicholas έβαλε το αυτί του κοντά στα στήθος του Lorenzo για να ελέγξει τους παλμούς του. "Είναι ζωντανός" ένιωσα ανακούφιση. Ίσως να έπρεπε να τον θέλω νεκρό μετά από όσα έκανε, αλλά δεν ήθελα αυτό. "Προς το παρόν"

"Τι εννοε- Nicholas, μη!" στάθηκα μπροστά από το όπλο που σημάδευε το τέρας στο πάτωμα. Η καρδιά μου έτρεχε αφού τα πόδια μου δεν μπορούσαν. Ένιωθα τόσο αδύναμη.

"Viviana κάνε στην άκρη"

"Μην τον σκοτώσεις" με κοίταξε σαν να μην πίστευε στα αυτιά του.

"Προσπάθησε να σε σκοτώσει. Και τους διό μας. Σε απήγαγε..." έδειξε τον χώρο με τα χέρια του.

"Θα πάρει αυτό που του αξίζει στην φυλακή" Γέλασε σαν να είπα το πιο αστείο πράγμα που είχε ακούσει.

"Σε λίγα χρόνια θα βγει και θα κάνει κακό και σε άλλους. Μπορεί ξανά σε εσένα. Δεν μπορώ να ζω με την αγωνία ποτέ θα έρθει να τελειώσει αυτό που άρχισε" Φοβόταν. Φαινόταν στον τόνο της φωνής του. Στα μάτια του. Φοβόταν για εμένα.

"Είσαι βασιλ- ήσουν βασιλιάς, τέλος πάντων θα φροντίσετε να μην βγει ποτέ. Η βασιλική οικογένεια μπορεί σίγουρα να το κάνει αυτό Nicholas. Δεν θα ξανά βλάψει κανέναν"

"Σκότωσε την οικογένεια σου" πονούσε για μένα. Ήθελε να εκδικηθεί για μένα. Η καρδιά μου ήταν χαρούμενη. Το μυαλό μου όμως όχι.

"Δεν αξίζει να βάψεις τα χέρια σου με αίμα για αυτόν" έπρεπε να του αλλάξω γνώμη. Δεν γινόταν να τον αφήσω να κάνει κάτι που ίσως να μετάνιωνε.

Κοίταξε τον Lorenzo, τα μάτια του Nicholas σκοτείνιασαν και μετά ξανά εμένα. Τα μάτια του μαλακά. "Σου είπα ότι θα σκότωνα για εσένα"

Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου. Τα μάτια μου τον παρακαλούσαν να μην το κάνει "Δεν θέλω να μου το αποδείξεις"

"Ούτε εγώ." Ένιωσα να φεύγει ένα βάρος από πάνω μου "Θέλω μόνο να το κάνω" Είδε το πρόσωπο μου να αλλάζει. Να τον παρακαλεί ξανά και ένιωσα πως ήθελε να δικαιολογηθεί "Σε πλήγωσε, σε έβλαψε..." κοιτούσε το σώμα στο πάτωμα με μίσος. Σαν να τον απεχθανόταν. Και εγώ το ίδιο. Με κοίταξε γλυκά, πόνος στα μάτια του. Κοιτούσε τα μάτια μου απελπισμένα. Σαν να έψαχνε κάτι. "δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς εσένα" η φωνή του ήταν πιο σιγανή. Πιο κοφτή. Πιο...πληγωμένη.

Του χαμογέλασα μέσα από τον πόνο. Έπιασα το πρόσωπο του με το χέρι μου και ακούμπησα τα μέτωπα μας. Ένιωσα την ένταση του να μειώνεται. Γέλασα "Γιατί εγώ νομίζεις θα μπορούσα;" είπα χαμογελώντας με ένα λυγμό να βγαίνει από τον λαιμό μου προς το τέλος. Είδα ένα δάκρυ να πέφτει στο μάγουλο του και φίλησα τα χείλη του σιγά. Ένιωσα το υγρό από τα μάτια του στα χείλη μου.
Ήλπιζα πως έτσι πήρα τον πόνο του μακριά. "Πρέπει να καλέσουμε την αστυνομία" είπα απαλά, ελπίζοντας πως του άλλαξα γνώμη.

"Έρχεται ήδη" Απομάκρυνα τα μέτωπα μας και τον κοίταξα με απορία. "Είπα στον Henry αν δεν επικοινωνήσω μαζί του σε μισή ώρα να καλέσει την αστυνομία. Του έστειλα από πριν την διεύθυνση μας" Χαμογέλασα από ανακούφιση. Ανακούφιση πως όλα τέλειωσαν. Όμως υπήρχε ακόμη κάτι που έπρεπε να κάνω.

"Πρέπει να πάω στους γονείς μου. Να μιλήσουμε" έπρεπε να μάθω τι ήξεραν. Και αν ήξεραν την αλήθεια γιατί δεν μου το είπαν ποτέ;

"Θα έρθω μαζί σου" είπε αποφασιστικά, αλλά δεν μπορούσα να τον αφήσω.

"Θέλω να το κάνω μόνη μου" Με κοίταζε στα μάτια για μερικά δευτερόλεπτα. Σαν να προσπαθούσε να καταλάβει αν πρέπει να με ακούσει. Τελικά κούνησε το κεφάλι του συμφωνώντας. Κοίταξα το πόδι του "Πρέπει να βρούμε κάτι να σταματήσουμε το αίμα" δεν έχανε πολλή αίμα αλλά μπορεί να μολυνόταν η πληγή. Κούνησε το κεφάλι του συμφωνώντας και ένωσε ξανά τα χείλη μας. Ήταν ζεστά πάνω στα δικά μου. Γνώριμα και γλυκά. Σήμερα όμως δεν φιλιούνταν απλά. Μιλούσαν.

Ακούσαμε τις σειρήνες της αστυνομίας και πριν το καταλάβουμε τρείς οπλισμένοι αστυνομικοί μπήκαν μέσα. Τους εξηγήσαμε τι έγινε και τον έπαιρναν στην φυλακή όσο εμείς πηγαίναμε σπίτι μου με το αυτοκίνητο του Nicholas. Εκείνο που ακόμη είχε μέσα τα πράγματα μας και τα όνειρα μας.

Όταν κατέβηκα έξω από το σπίτι μου, ο Nicholas επέστρεψε στο παλάτι για να πει στην οικογένεια του τι έγινε. Όταν τέλειωνε θα ερχόταν πίσω να με βρει.

Ξαφνικά το σπίτι μου έφερνε μόνο αναμνήσεις. Το σπίτι στο οποίο μεγάλωσα, με την οικογένεια με την οποία μεγάλωσα. Αυτό ήταν το σπίτι μου, αυτή ήταν η οικογένεια μου. Ότι και να γινόταν αυτό δεν θα άλλαζε.

Η γνώριμη μυρωδιά των λουλουδιών στην αυλή μας.

Η μυρωδιά των μακαρονιών που άρεσε στον πατέρα μου να φτιάχνει όταν γυρνούσε από τον ανθοπωλείο και ήταν πολύ κουρασμένος για να φτιάξει κάτι άλλο.

Τα γέλια τους από την κουζίνα.

Η χαρακτηριστική φωνή της μαμάς μου όταν με έβλεπε "Peter, ήρθε το παιδί!" και ο πατέρας μου πάντα να της λέει "Σε άκουσα, μην φωνάζεις" γιατί καθόταν ακριβώς δίπλα του.

Ένα χαμόγελο ήρθε στα χείλη μου. Αυτή θα ήταν πάντα η οικογένεια μου και δεν ήθελα και να την αλλάξω. Αυτή την φορά έτρεξα στην κουζίνα και τους αγκάλιασα πριν το κάνει η μαμά μου όπως κάθε φορά. Τα χέρια της πάγωσαν για λίγο πριν ακουμπήσουν την πλάτη μου. Ο μπαμπάς μου άφησε τα μακαρόνια και ήρθε και αυτός στην αγκαλιά μου. Δεν δάκρυσα αυτή την φορά. Ήμουν μόνο ευγνώμων που τους έβλεπα ξανά. Πίστεψα πως δεν θα τα κατάφερνα. Όμως είμαι εδώ και τώρα ξέρω πως δεν είναι όλα στην ζωή δεδομένα.

Τους είπα τι έγινε. Είχαν σοκαριστεί, όχι τόσο που ήξερα την αλήθεια για την οικογένεια μου, αλλά περισσότερο για την απαγωγή.

Η μητέρα μου άρχισε να κλαίει, την καθησύχασα πως είμαι καλά. Περίμενα τώρα όμως και από αυτούς να μου πουν για την οικογένεια μου. Δεν αρνήθηκαν όσα τους είπα. Ήταν αλήθεια και το ήξεραν.

Άρχισε πρώτος ο μπαμπάς μου να μιλά "Είχαμε πάει για ψάρεμα όπως κάθε Κυριακή. Ακούσαμε έναν άντρα να φωνάζει βοήθεια από κάπου μέσα στην θάλασσα. Φωνάζαμε και εμείς πίσω γιατί δεν μπορούσαμε να δούμε που ήταν, δεν μας απάντησε όμως κανείς, μέχρι που ακούσαμε ένα κλάμα μωρού και είδαμε χέρια να κινούνται πάνω από το νερό, σαν να μας έκαναν νόημα. Δεν είχαμε πάει βαθιά στην θάλασσα. Η γυναίκα όμως και το μωρό- η μητέρα σου και εσύ, βρισκόσασταν κοντά μας. Δεν ήσασταν μακριά από την ακτή, αλλά τα νερά ήταν βαθιά και δεν είχατε άλλη δύναμη να κολυμπήσετε. Αρχίσαμε να πηγαίνουμε πιο βαθιά, είδαμε έναν άντρα αναίσθητο να επιπλέει," ένιωσα έναν κόμπο στο στομάχι. Ο πατέρας μου. Αν δεν φώναζε εκείνος ίσως να μην μας έβρισκαν. Εκείνος όμως δεν βγήκε από την θάλασσα ποτέ. "Όταν φτάσαμε εσένα και την μαμά μου, προσπαθήσαμε να σας σώσουμε. Σας βάλαμε στην βάρκα μαζί μας. Έτρεμες από το κρύο. Η μαμά σου έκλαιγε" Ο μπαμπάς μου σκούπισε τα μάτια του και η μαμά μου του ακούμπησε τον ώμο πριν συνεχίσει εκείνη να μιλά.

"Όταν φτάσαμε στην ακτή, η γυναίκα εκείνη μας παρακάλεσε να σε πάρουμε μαζί μας. Να σε μεγαλώσουμε εμείς. Να σε κάνουμε παιδί μας" Η μαμά μου; γιατί να το ζητήσει αυτό; "Μας είπε ότι έπεσε το αεροπλάνο σας και ότι λίγο πριν, άκουσε τον πιλότο να μιλάει στο τηλέφωνο και να λέει πως όλα είναι έτοιμα για το δήθεν δυστύχημα. Δεν θυμόταν ακριβώς, αλλά κατάλαβε πως κάποιος ήθελε να σας σκοτώσει και ήξερε και ποιος. Άκουσε τον πιλότο να λέει το όνομα του Lorenzo. Μας είπε ότι ήταν ο αδερφός του άντρα της" Ανατρίχιασα στην σκέψη πως η μαμά μου ήξερε τι θα μας γινόταν και δεν μπορούσε να το σταματήσει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να περιμένει να συμβεί. "Μας είπε πως θα φύγει, θα ζήσει κάπου αλλού χωρίς να μάθει κανείς πως είναι ζωντανή.
Φοβόταν πως αν ο Lorenzo μάθαινε πως ήσασταν ζωντανές, θα προσπαθούσε ξανά να σας σκοτώσει. Ήθελε να κρύψουμε την πραγματική σου ταυτότητα ώστε να μην σε βρει εκείνος ποτέ. Και το κάναμε" Πήρε μια ανάσα που φαινόταν σαν να κρατούσε χρόνια.

"Γι' αυτό σου είπαμε πως πέθαναν με το αυτοκίνητο, για να μην μπορέσεις να το συσχετίσεις ποτέ" Συνέχισε ο πατέρας μου.

Η καρδιά μου χτυπούσε πιο γρήγορα από πριν. "Δηλαδή η μαμά μου είναι ζωντανή;" Η φωνή μου ήταν χαμηλή, οι λέξεις σαν να φοβόντουσαν να βγουν. Έπρεπε όμως να ξέρω.

Πήρε ξανά τον λόγο η μαμά μου "Δεν έχουμε επικοινωνία μαζί της. Ούτε ξέρουμε που πήγε" Άρα αν δεν της συνέβει κάτι, σήμερα θα είναι ζωντανή.

Ήταν όλα τόσα πολλά. Ήταν απίστευτο πως η ζωή μου άλλαξε από την μια μέρα στην άλλη. Ήταν δύσκολο να επεξεργαστώ όλα αυτά. Αλλά έπρεπε. Αυτή ήταν η οικογένεια μου, η ζωή μου, εγώ. Αυτή ήμουν από εδώ και πέρα.

____

"ΤΙ;" Η Lia σχεδόν πετάχτηκε από την καρέκλα της. Είπε το ίδιο πράγμα πάνω από είκοσι φορές. Δεν μπορούσε ούτε εκείνη να το πιστέψει. Εδώ δεν μπορούσα εγώ. "Δηλαδή τώρα εγώ έχω φίλη πριγκίπισσα;" Ρώτησε ενθουσιασμένη και εγώ γέλασα.

Την κοίταξα με απορία. "Σου έχω πει τόσα εξωπραγματικά γεγονότα μέχρι τώρα και δεν είπες ούτε μια φορά πως θα γράψεις κάτι από όλα αυτά στο βιβλίο σου" πάντα έτσι έκανε. Όταν της έλεγα κάτι που της άρεσε έλεγε πως θα γράψει γι' αυτό. Τώρα όμως δεν το έκανε. Αυτή δεν ήταν η Lia που είχα συνηθίσει.

"Ναι, σχετικά με αυτό" ήπιε μια γουλιά από το τσάι της. "Αποφάσισα πως η συγγραφή δεν είναι για μένα" γούρλωσα τα μάτια.

"Από που το συμπέρανες αυτό;" Αφού εκείνη αγαπούσε να γράφει. Δημιουργούσε πάντα ιστορίες στο μυαλό της και τις έγραφε.

"Από τότε που κατάλαβα πως δεν μπορώ να γράψω μια ιστορία μεγαλύτερη από τέσσερις σελίδες" αυτό ήταν αλήθεια. Αλλά δεν σήμαινε ότι οι ιδέες της δεν ήταν ωραίες και πως δεν μπορούσε να τις αποτυπώσει ωραία.

Έδειχνε σαν να μην την νοιάζει που ήθελε να εγκαταλείψει το όνειρο της. Αλλά ήξερα πως πίσω από το χαλαρό ύφος που ήθελε πάντα να δείχνει, κρυβόταν η απογοήτευση της. Και είχα την αίσθηση ότι η παραίτηση της δεν αφορούσε μόνο την ξαφνική της αυτογνωσία.

Κάτι ή μάλλον κάποιος, εμπλεκόταν σε αυτό.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro