Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 18: Nicholas

Στεκόταν πάλι εκεί, ανάμεσα στα κόκκινα τριαντάφυλλα ντυμένη με το άσπρο της φόρεμα. "Μαμά;" Δίστασα, δεν ήξερα αν πρέπει να πάω κοντά της ή όχι. Κάθε φορά που το έκανα εξαφανιζόταν.

Στάθηκα μακριά να την κοιτάζω, με κοίταζε και αυτή ανέκφραστη και εγώ μπερδεμένος. Περνούσαν τα λεπτά αλλά τίποτα. Στεκόταν ακόμη εκεί με εκείνο το κενό βλέμμα που δεν θυμόμουν ότι είχε.

Σιγά, σιγά άρχισα να την πλησιάζω. Κάθε βήμα μου αβέβαιο και μπερδεμένο. Στάθηκα μπροστά της, την κοίταξα, μου χαμογέλασε και άπλωσε το χέρι της προς το μέρος μου. Η καρδιά μου άρχισε να κτυπάει δυνατά, οι εικόνες από το ίδιο όνειρο τις προηγούμενες φορές, περνούσαν σαν ταινία γρήγορα μπροστά από τα μάτια μου. Ήξερα πως αν προσπαθούσα να ακουμπήσω το χέρι της αυτή θα έφευγε ξανά.

Ήξερα όμως πως αν δεν το ακουμπήσω θα έμενε ακόμη εκεί, ακίνητη μέχρι να το κάνω.

Τέντωσα το χέρι μου αργά, κοίταξα ξανά το χέρι μου που περίμενε στον αέρα και αργά πλησίασα περισσότερο το δικό της, όμως λίγο πριν ακουμπήσουν... εξαφανίστηκε ξανά.

Έστω και για λίγο, πίστεψα πως είχε σταματήσει αυτός ο εφιάλτης. Όσο ήμουν στην Ιταλία δεν είχα ξανά δει αυτό το όνειρο και όμως μια εβδομάδα είχε περάσει από τότε που επέστρεψα και είχα ονειρευτεί το ίδιο πράγμα δύο φορές. Ήταν παράξενο, πάντα το ίδιο τοπίο, τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια ρούχα, τα ίδια λουλούδια, οι ίδιες εκφράσεις, οι ίδιες κινήσεις...το ίδιο τέλος.

Κάθε φορά η μαμά μου ήθελε να πιάσω το χέρι της αλλά κάθε φορά που το έκανα εκείνη έφευγε. Δεν μπορούσα να καταλάβω τον λόγο, την σημασία του. Δεν θα μπορούσε να είναι ένα τυχαίο όνειρο, ίσως να ήθελε να μου πει κάτι αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι.

Δεν έβγαζε νόημα.

Η μαμά μου ήταν ο πιο αγαπημένος μου άνθρωπος στον κόσμο. Με ήξερε καλύτερα από τον καθένα, όπως δεν με ήξερε κανείς. Ήταν πάντα εκεί για μένα. Ήξερα τι αγαπούσε και τι σιχαινόταν.

Μου έμαθε ξιφασκία, η κρυφή της αγάπη. Όταν την έβλεπες πίστευες ότι θα της άρεσαν τα βιβλία που υμνούσαν τον έρωτα, πως θα τραγουδούσε και θα χόρευε, αλλά δεν ήταν έτσι. Όταν δεν την έβλεπε κανείς, έπιανε το ξίφος της και πάλευε με τον εαυτό της. Ο πατέρας μου θυμάμαι να της λέει πάντα πως θα έπρεπε να βρει άλλη ασχολία, λιγότερο ακίνδυνη. Εκείνη όμως ποτέ δεν τον άκουγε. Δεν παρατούσε τόσο εύκολα τα όνειρα της.

Όταν έγινα εννέα χρονών άρχισε να μου μαθαίνει να παλεύω με το ξίφος κρυφά από τον πατέρα, όταν εκείνος πίστευε πως μου μάθαινε πιάνο και όλα όσα ένας πρίγκιπας θα έπρεπε να ξέρει, αλλά εγώ σιχαινόμουν το πιάνο και όλα τα άλλα. Όλα εκτός από την ξιφασκία. Όπως και η μαμά μου. Ήταν η κοινή μας αγάπη, ο μόνος τρόπος που ξέραμε για να απομονωνόμαστε και να ξεχνιόμαστε από όσα μας βάραιναν.

Σχεδόν πάντα παλεύαμε μαζί μέχρι που άρχισα να την βλέπω να μπαίνει στο δωμάτιο της ξιφασκίας μόνη της, σε στιγμές που δεν είχαμε κανονίσει να πάμε μαζί. Όσο περνούσε ο καιρός την έβλεπα να εξαφανίζεται μέσα στο δωμάτιο με τις ώρες. Δεν ήξερα γιατί, ήξερα μόνο ότι το έκανε για να απομονώνεται και να ξεχνιέται από όσα την βάραιναν.

Μια μέρα, λίγο πριν μπω στο δωμάτιο άκουσα ήχους από μέσα και-

"Παρακαλώ;" Κοίταξα απότομα την πόρτα και περίμενα να ακούσω την φωνή από την άλλη άκρη.

Τελικά, άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα ο Henry.

Ωχ.

Οι επισκέψεις του αδερφού μου δεν ήταν ποτέ για καλό.

"Τι έκανες πάλι;" Με κοίταξε παρεξηγημένος, σαν να τον πρόσβαλα που υπέθεσα πως είχε μπει σε μπελάδες. Κοίταξε τα πόδια του και άρχισα περισσότερο να ανησυχώ.

Ξανά ωχ.

Κοίταξε ξανά εμένα πριν μιλήσει. "Ο πατέρας. Θέλει να σου μιλήσει" Τον κοίταξα σουφρώνοντας τα φρύδια μου. Κατάλαβε πως περίμενα περισσότερες απαντήσεις και έτσι κοίταξε ξανά τα πόδια του και μετά εμένα. Τώρα η ενοχή ήταν φανερή στο πρόσωπο του.

Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και τον πλησίασα. "Henry, πες μου τι έκανες" Ένιωσα την υπομονή μου να εξαντλείτε όσο συνέχιζε να μην μιλά.

"Με έπιασε ο πατέρας με μια κοπέλα από το προσωπικό μας να φιλιόμαστε στην πίσω αυλή" Τον κοίταξα ξανά μπερδεμένα, προσπαθώντας να καταλάβω τι σχέση έχω εγώ με αυτό. Εκτός από το ότι κάνω το ίδιο. "Δεν έχω ιδέα τι έκανε εκεί ο πατέρας, ποτ-" σταμάτησε να μιλά όταν σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά από το στήθος. Δεν με ένοιαζαν οι λεπτομερείς, ούτε έκπληκτος ήμουν από το ότι φιλιόταν με το προσωπικό μας, δεν ήταν η πρώτη φορά και σίγουρα ούτε η τελευταία. "Τέλος πάντως, όταν μας είδε θύμωσε, απέλυσε την μαγείρισσα και άρχισε να μου κάνει υποδείξεις και να με κατηγορεί ότι είμαι είκοσι έξι χρονών και ακόμη δεν έχω σοβαρευτεί και δεν αρμόζουν τέτοιες πράξεις σε έναν πρίγκιπα και όλα αυτά και...είπε ότι δεν θα ανεχτεί άλλο την ανευθυνότητα μας" τονίζοντας το μας. "...μιλούσε περισσότερο στον εαυτό του αλλά άκουσα να λέει ότι δεν θα ανεχτεί άλλο τα καπρίτσια σου και θα παντρευτείς και..."

"Και θέλει να μου μιλήσει" Είπα στον εαυτό μου σαν συνειδητοποίηση, προσπαθώντας να βάλω σε μια τάξη όσα μου είπε.

"Δεν ξέρω τι ακριβώς θέλει αλλά δεν νομίζω πως είναι για καλό" Του έδωσα ένα θυμωμένο βλέμμα και έπιασε ανήσυχα τα μαλλιά του.

"Συγγνώμη, εγώ δεν-"

"Είπες ήδη αρκετά και έκανες ακόμα περισσότερα" Βγήκα από το δωμάτιο μου πριν από αυτόν περπατώντας βιαστικά μέχρι να φτάσω στον πατέρα μου που ξέχασα να ρωτήσω που βρισκόταν.

____

"Τι πράγμα;" Η φωνή μου βγήκε πιο δυνατή από όσο περίμενα όμως ο πατέρας μου δεν είχε εκπλαγεί.

"Αυτό που άκουσες Nicholas, σε δύο μήνες το πολλή θα γνωρίσεις την μέλλουσα γυναίκα σου. Την οποία θα διαλέξω εγώ. Θα αρχίσω από σήμερα κιόλας, δεν έχουμε άλλο χρόνο για χάσιμο. Σε λίγο θα βασιλεύεις, είτε σου αρέσει είτε όχι. Χρειαζόμαστε συμμάχους"

"Δεν χρειάζομαι συμμάχους πατέρα, χρειάζομαι μια γυναίκα που θα αγαπώ και θα με αγαπά"

Γέλασε ειρωνικά και με κοίταξε ξανά αυστηρά. "Η αγάπη γιε μου για εμάς είναι περιττή" Τι;

"Περιττή; Για εμάς τους γαλαζοαίματους; Εμείς δεν έχουμε δικαίωμα στην αγάπη και στην επιλογή;" Πάντα ο πατέρας μου ήταν αυστηρός, το ήξερα αυτό, δεν περίμενα πως θα άλλαζε αλλά αυτό που δεν ήξερα ήταν πως ήταν τόσο ψυχρός και μάλιστα για κάτι τόσο λεπτό σαν την αγάπη. Άλλωστε υπήρξε και εκείνος κάποτε ερωτευμένος. "Πως γίνεται να το λες εσύ αυτό; Εσύ την αγαπούσες την γυναίκα σου. Ήσασταν ερωτευμένοι" είδα στο αυστηρό του ύφος μια ρυτίδα έκφρασης να κινείται στο μέτωπο του στην αναφορά της μαμάς μου.

"Ποτέ δεν είπα το αντίθετο γιέ μου. Αλλά εκτός από έρωτα για αυτήν είχα και όφελος και το ξέρεις" Ήξερα την ιστορία τους, η μαμά μου την είχε διηγηθεί μερικές φορές. Δεν είχε τίποτα ιδιαίτερο, παντρεύτηκαν από προξενιό για πολιτικά συμφέροντα όμως δεν άργησαν να ερωτευτούν και να κτίσουν την οικογένεια τους. "Αλλά κοίτα πως κατέληξε. Εκείνη νεκρή και το βασίλειο μας ακόμη δυνατό." Νεκρή. Μια τόσο συναισθηματική λέξη και όμως όπως βγήκε από τα χείλη του ακούστηκε κενή. "Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως ο έρωτας δεν υπάρχει πια, αυτό που όμως έχει μείνει είναι το όφελος που πήρε το βασίλειο μας από τον γάμο"

"Αυτό δεν σημαίνει πως η γυναίκα που θα αγαπώ και θα παντρευτώ θα...θα φύγει"

"Πιθανόν όχι. Με τα χρόνια όμως μπορεί να μην αγαπιέστε πια τόσο ή και καθόλου. Το μόνο που θα μείνει τότε, θα είναι δύο πληγωμένες καρδίες και ένα αδύναμο βασίλειο. Αυτό επιθυμείς για τον λαό σου Nicholas;"

Αγνόησα την ερώτηση του και του έθεσα εγώ ένα άλλο ερώτημα. Δίστασα πριν οι λέξεις βγουν από το στόμα μου. Όχι γιατί φοβόμουν την ερώτηση, αλλά την απάντηση "Αν μπορούσε η μαμά να ζει ακόμα αλλά το βασίλειο μας να μην είναι δυνατό," ξεροκατάπιε ξέροντας την τροπή που θα έπαιρνε στην επόμενη πρόταση η ερώτηση μου. "θα άλλαζες το τέλος της;"

Αγάπη ή δύναμη;

Με κοίταξε αυστηρά και ήξερα πως δεν θα μου έδινε καμία απάντηση. Κοιτιόμασταν για μερικά δευτερόλεπτα αλλά καμία απάντηση ακόμα. Άφησα μια δυνατή ανάσα και ο πατέρας μου ξανά ξεροκατάπιε και κοίταξε το ταβάνι αποφεύγοντας τα μάτια μου.

"Και αν σου έλεγα πως αυτή που θέλω να παντρευτώ δεν είναι γαλαζοαίματη;" Τα μάτια του βρήκαν ξανά τα δικά μου. Με κοίταζε έντονα περιμένοντας να συνεχίσω αυτό που άρχισα.

"Δεν θα είχες άλλη επιλογή από το να υπακούσεις" είπε αυστηρά προσπαθώντας από τις εκφράσεις μου να καταλάβει αν η ερώτηση μου ήταν εντελώς υποθετική.

Δεν ήταν.

"Και αν δεν το έκανα;" Αν άφηνα τον θρόνο και ζούσα μαζί της;

"Δεν θα το έκανες γιατί το καθήκον σου είναι να κυβερνήσεις το παλάτι. Τέρμα με την συζήτηση. Σε λιγότερο από δύο μήνες θα είσαι λογοδοσμένος και πολύ σύντομα παντρεμένος. Και δεν δέχομαι άλλη κουβέντα"

Ήξερα από μικρός πως αυτή η μέρα θα ερχόταν αργά ή γρήγορα. Η μέρα που θα φορούσα το στέμμα του βασιλιά και σύντομα η μέρα που θα ένωνα την ζωή μου με μια γαλαζοαίματη.

Μερικούς μήνες πριν, και μόνο η ιδέα του γάμου ήταν αρκετή για να μου χαλάσει την διάθεση. Η ιδέα της μακροχρόνιας δέσμευσης δεν μου ήταν ποτέ ελκυστική.

Δεν είχε τύχει ποτέ να νιώσω ερωτευμένος. Είχα αρχίσει να δέχομαι όμως την μοίρα μου, αλλά όταν συνάντησα την κοπέλα με τα κόκκινα μαλλιά και δεν ήταν αυτή που θα μπορούσα να παντρευτώ, η ιδέα του γάμου όλο και χειροτέρευε.

Πριν ήξερα πως δεν είχα ερωτευτεί ποτέ και αυτήν που θα παντρευόμουν θα έπρεπε ή να την ερωτευτώ ή να την ανεχτώ όπως και εκείνη. Δεν είχα να χάσω κάτι περισσότερο από την ελευθερία μου.

Τώρα όμως είχα.

Τώρα η ιδέα του να περάσω την ζωή μου με μια άγνωστη ήταν όλο και πιο ανυπόφορη.

Τώρα θα έχανα την Viviana, τώρα που την είχα ερωτευτεί...

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro