Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 15: Viviana

"Μακάρι να μπορούσα να σου πω πόσο ξεχωριστή είσαι" ίσως ότι ομορφότερο έχω ποτέ ακούσει. Τα λόγια του γυρνούσαν στο μυαλό μου συνεχώς από χθες βράδι και χαμογελούσα κάθε φορά στην σκέψη τους. Νόμιζε πως κοιμόμουν αλλά ήμουν ξύπνια. Ίσως πιο ξύπνια από ποτέ.

Προσπαθούσα να συγκρατήσω το χαμόγελο μου αλλά ήταν ακατόρθωτο. Καθόταν απέναντι μου στο μικρό στρογγυλό τραπεζάκι, γύρω από τα πολύχρωμα λουλούδια και τις γλυκές τους μυρωδιές και άπλωνε συνέχεια σοκολάτα πάνω στα κρουασάν μου, στις κρέπες μου και σε οτιδήποτε άλλο υπήρχε στο τραπέζι που τους ταίριαζε η σοκολάτα. Μάλλον θα είχε καταλάβει πόσο πολύ λατρεύω την σοκολάτα αλλά δεν θα ίσχυε και για αυτόν το ίδιο γιατί δεν υπήρχε τίποτα γλυκό στο πιάτο του. Του είπα ήδη τρεις φορές ότι δεν θέλω άλλο φαΐ αλλά αυτός επέμενε αφού όπως λέει "Το πρωινό είναι το σημαντικότερο γεύμα της ημέρας" Λες και δεν το είχαμε όλοι ακούσει χιλιάδες φορές στη ζωή μας.

Με κοίταξε και τέντωσε το χέρι του προς το μέρος του προσώπου μου "Τι κάν-;" έβγαλε τα μαύρα γυαλιά μου από το πρόσωπο μου και τον κοίταξα με απορία.

"Ήμαστε κάτω από την σκιά" έβαλε μια μπουκιά από το τυροπιτάκι του στο στόμα του πριν συνεχίσει "και θέλω να σε βλέπω καλύτερα principessa" είπε χωρίς να με κοιτάζει χαμογελώντας και οι πεταλούδες στο στομάχι μου άρχισαν να κάνουν πάρτι.

Πήγαμε στα μαγαζιά του Μιλάνο για να βρούμε το ύφασμα για το κουστούμι του. Είδαμε διάφορα υφάσματα και καταλήξαμε πως το πουκάμισο θα είναι λευκό και το κουστούμι μαύρο. Καταλήξαμε στο κασμίρ. Οι κορυφαίες επιλογές μας ήταν μεταξύ αυτού, βελούδινου και λινού και σύμφωνα με τον Nicholas μετά από όσα του είχα πει για κάθε ύφασμα: το βελούδο είναι αποπνικτικό και το λινό καταστρέφεται εύκολα, έτσι επέλεξε το κασμίρ που θα ταίριαζε περισσότερο σε έναν πρίγκιπα.

Όταν περνούσαμε από τις βιτρίνες, είδα ένα υπέροχο χρυσό μακρύ φόρεμα. Το ωραιότερο φόρεμα που είχα δει ποτέ. Σίγουρα θα στοίχιζε μια περιουσία αλλά ήταν τόσο όμορφο, δεν μπορούσα να σταματήσω να το κοιτάζω.

"Πως σου φαίνεται το Μιλάνο;" Στεκόμασταν στο μπαλκόνι της σουίτας μας και κοιτάζαμε την θέα. Πρασινάδα, με ωραία λουλούδια, δρόμοι γεμάτοι ζεστά κίτρινα φωτάκια, γαλάζιες θάλασσες και ηλιοβασίλεμα.

Δεν είχα έρθει ποτέ στην χώρα μου. Δεν είχα προλάβει ακόμη να το σκεφτώ αλλά ήταν παράξενο να βρίσκομαι εδώ. Εδώ είχα γεννηθεί, εδώ έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, εδώ ζούσαν οι γονείς μου...δεν ήξερα όμως τίποτα για αυτήν την χώρα, ούτε για αυτούς.

Οι θετοί μου γονείς, δεν μιλούσαν ποτέ για τους βιολογικούς μου, ούτε που τους γνώριζαν. Δεν ρώτησα ποτέ για αυτούς, δεν ξέρω γιατί. Ίσως γιατί φοβόμουν ότι με παράτησαν γιατί απλά δεν με ήθελαν και η ιστορία του πατέρα μου -του Peter- για το τροχαίο, ήταν ένα παραμύθι για να με κάνει να νιώσω καλύτερα. Όσο καλά δηλαδή μπορεί να νιώθει ένα παιδί ξέροντας πως οι γονείς του πέθαναν. Πέθαναν και εκείνο επιβίωσε.

Οι θετοί μου γονείς όταν έγινα δέκα χρονών, μου είπαν πως οι βιολογικοί μου γονείς πέθαναν σε τροχαίο και κατάγονταν από την Ιταλία. Μόνο αυτό ήξερα και μου ήταν αρκετό.

Συνέχεια στο σχολείο τα παιδιά έβρισκαν παράξενο οι γονείς μου να είναι τόσο διαφορετικοί από εμένα.
Ξανθά μαλλιά με γαλάζια μάτια και εγώ κόκκινα σκούρα μαλλιά με πράσινα μάτια.

Μετά από κάποια στιγμή άκουγα και γονείς να ψιθυρίζουν το ίδιο πράγμα, κάποιες φορές έλεγαν πως με υιοθέτησαν. Σχολίαζαν ακόμη και το χρώμα των μαλλιών μου. Έλεγαν πως δεν είναι φυσικά, ότι δεν υπάρχει τέτοιο χρώμα μαλλιών.

Μια μέρα άκουσα την μητέρα μιας συμμαθήτριας μου να λέει για μια γυναίκα με το ίδιο χρώμα μαλλιών με το δικό μου και ότι μοιάζαμε απίστευτα. Όταν είπα στους γονείς μου για όλα αυτά, μου αποκάλυψαν επιτέλους την αλήθεια πως δεν είναι οι βιολογικοί μου γονείς. Είπαν ότι μου το έκρυψαν γιατί δεν ήθελαν να με πληγώσουν και πως ήθελαν να με προστατεύσουν. Όταν έμαθα την αλήθεια δεν άλλαξε κάτι, τους αγαπούσα το ίδιο. Ίσως και λίγο περισσότερο.

Πήρα μια βαθιά ανάσα πριν απαντήσω στην ερώτηση του Nicholas που σχεδόν είχα ξεχάσει πως μου έκανε. Κοίταζε μπροστά του την όμορφη θέα. "Είναι πανέμορφη"

"Το ξέρω..." γύρισα να τον κοιτάξω αλλά αυτή την φορά κοιτούσε προς το μέρος μου. Ένιωσα ξανά τις πεταλούδες όταν κατάλαβα πως μάλλον δεν μιλούσαμε για το ίδιο πράγμα. Ήρθε πιο κοντά μου και γύρισα το σώμα μου για να είμαι απέναντι του.

Έβαλε το χέρι του στο πρόσωπο μου. Το άγγιγμα του ζεστό και δυναμικό. Ακουμπούσε με την παλάμη του το σαγόνι και τον λαιμό μου, είχα χαθεί στα μάτια και στο άγγιγμα του. Τα μάτια μου από τα δικά του έπεσαν στα χείλη του και ξανά στα μάτια του. Ξεροκατάπια στην σκέψη που πέρασε από το μυαλό μου.

Πλησίασε το κεφάλι του περισσότερο, έκλεισα τα μάτια μου και ένιωσα τα χείλη του να ακουμπούν μαλακά τα δικά μου χωρίς όμως να κάνουν τίποτα.

Πριν κουνήσω τα χείλη μου πάνω στα δικά του, ένιωσα το χαμόγελο του και άνοιξα τα μάτια μου. Τα χείλη του από τα δικά μου, πήγαν λίγο πιο κάτω στο πρόσωπο μου και άρχισε να δίνει τρυφερά φιλιά σε κάθε σημείο στο δέρμα του προσώπου μου. Κάτω από τα χείλη μου, χαμηλά στο μάγουλο μου, πάνω στο σαγόνι μου, στο πάνω μέρος του λαιμού μου... Τα φιλιά του ακολούθησαν την διαδρομή που οδηγούσε στο αυτί μου, έκλεισα τα μάτια μου και ένιωσα την ανάσα του να με κτυπάει ενώ η δική μου είχε κοπεί. "Στο χρωστούσα" ψιθύρισε στο αυτί μου πριν ακουμπήσει τα χείλη του στο σημείο κάτω από το αυτί μου και μετά το δάγκωσε απαλά. Είχα παγώσει και το σώμα μου δεν είχε ακόμη συνέλθει.

Άνοιξα τα μάτια μου και είχε φύγει. Τον άκουσα να μου φωνάζει από μέσα να είμαι έτοιμη σε μια ώρα για το δείπνο και την βόλτα μας στη πόλη.

Προσπαθούσα να συνέλθω από το σχεδόν φιλί μας. Είχα σχεδόν συνηθίσει τα χέρια και τα χείλη του πάνω στο δέρμα και στα μαλλιά μου, κάθε φορά όμως έμοιαζε σαν την πρώτη. Κάθε φορά το ήθελα όσο τίποτα.

Έβαλα το αγαπημένο μου κόκκινο - μέχρι λίγο πάνω από τα γόνατα - φόρεμα που αγκάλιαζε το σώμα μου μέχρι την μέση μου και μετά χαλάρωνε σχιματίζοντας με το ύφασμα μικρά κύματα στο κάτω του μέρος, και μαύρες γόβες που είχαν πάνω ασημένιες λεπτομέρειες. Άφησα κάτω τα μαλλιά σε ελαφριές μπούκλες μου, έβαλα ένα ασημένιο κολιέ που θύμιζε λεπτή αλυσίδα και το κόκκινο κραγιόν που φορούσα πάντα.

Ο Nicholas φορούσε μια μαύρη στενή μπλούζα με ζιβάγκο και ένα μαύρο παντελόνι με μαύρα παπούτσια. Ίσως να μην ταιριάζαμε στο φαΐ αλλά στα ρούχα λατρεύαμε και οι δύο το μαύρο.

Κάθε φορά που κοιτιόμασταν όσο ήμασταν στο εστιατόριο ήταν σαν να βάζαμε φωτιά στα πάντα.

Μου μίλησε για τον αδερφό του τον Henry, για τις σκανδαλιές που έκανε συνέχεια όταν ήταν μικρός, όπως εκείνη την φορά που μπήκε μέσα στην κουζίνα όταν η μαγείρισσα είχε φύγει για δύο λεπτά για να φέρει λεμόνια και ο Henry βρήκε το γάλα πάνω στο τραπέζι και το έριξε όλο μέσα στην κατσαρόλα με το φαΐ που έβραζε στην φωτιά. Ο βασιλιάς είχε θυμώσει όταν το έμαθε, όπως και η καημένη η μαγείρισσα αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι.

Είχε νοικιάσει ένα μαύρο υπερπολυτελές αυτοκίνητο το όποιο μόλις είδα είχα μαγευτεί. Ήταν πανέμορφο, δεν πίστευα ποτέ ότι θα έμπαινα σε τέτοιο αυτοκίνητο.

Όταν ο Nicholas είπε πως θα κάναμε βόλτα στο Μιλάνο δεν περίμενα ότι θα εννοούσε πως θα ακούγαμε όπερα στο Teatro alla Scala.

Το κτήριο ήταν τόσο εντυπωσιακό και επιβλητικό που δυσκολεύουν να κρατήσω το στόμα μου κλειστό αφού δεν πίστευα πως βρισκόμουν όντως σε ένα τέτοιο μέρος. Ήταν τεράστιο και γεμάτο κόσμο που έμοιαζε σαν να ταίριαζε εδώ. Εγώ όμως δεν ταίριαζα. Δεν είχα ακούσει ποτέ όπερα και δεν θα βρισκόμουν εδώ μέσα ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα.

"Ποτέ δεν ήμουν λάτρης της όπερας, όμως αν ήξερα πως σε ενθουσιάζε τόσο, θα μπορούσα να ακούω όπερα σε όλη μου την ζωή, απλά για να μπορώ να σε κοιτώ να ακούς την μουσική." Γύρισα το βλέμμα μου στο δικό του την στιγμή που απομάκρυνε τα χείλη του από το αυτί μου.

"Δεν έχω ακούσει ποτέ όπερα" παραδέχτηκα αλλά δεν έμοιασε να εκπλήσσεται. Ούτε σε εκείνον άρεσε με βάση αυτά που μόλις μου είπε. Υπήρχε όμως ακόμη ένας τρόπος που με έκανε να το συνειδητοποιήσω. Το βλέμμα του πάνω μου. Διαρκώς.

Η διαδρομή για την επιστροφή στο ξενοδοχείο ήταν σιωπηλή γιατί η ένταση μεταξύ μας έκανε όλη την φασαρία. Κοιτούσα έξω από το παράθυρο και σκεφτόμουν για ότι έγινε πριν, για το παραλίγο φιλί μας.

Για δεύτερη φορά.

Σκεφτόμουν το υπέροχο μας δείπνο και την όπερα που παρακολουθήσαμε. Έμοιαζαν όλα σαν όνειρο. Ένα όνειρο από το οποίο δεν ήθελα να ξυπνήσω ποτέ.

Ο Nicholas κοιτούσε μπροστά τον δρόμο, είδα τα χέρι του κάποιες στιγμές να σφίγγει γύρω από το τιμόνι και να ξανά χαλαρώνει. Είχε αφήσει το ένα του χέρι πάνω στο χειρόφρενο και πριν προλάβω να το μετανιώσω, έβαλα το χέρι μου πάνω στο δικό του.

Ένιωσα το χέρι του να κινείται ελάχιστα κάτω από το δικό μου, σαν να ξαφνιάστηκε. Τον κοίταξα αλλά ακόμη κοιτούσε σοβαρός μπροστά τον δρόμο. Γύρισα το κεφάλι μου ξανά προς το παράθυρο μου αλλά τον είδα με την άκρια το ματιού μου να χαμογελά κοιτώντας ακόμη μπροστά, χαμογέλασα και εγώ χωρίς να τον κοιτάξω.

"Τελικά δεν μου έχεις πει," ξαφνιάστηκε όταν μίλησα και με κοίταξε για μια στιγμή "Για ποια περίσταση προορίζεται το κουστούμι;" Κοίταξε ξανά τον δρόμο και τον είδα να σφίγγει το σαγόνι του. Περίμενα απάντηση αλλά καμία. Άφησε το χέρι του από το χειρόφρενο και κράτησε ξανά το τιμόνι με τα δύο χέρια. Απομάκρυνα και εγώ το δικό μου βάζοντας το πάνω στο πόδι μου. Μάλλον θα είχε νευριάσει από την ερώτηση μου. Την προηγούμενη φορά είπε πως δεν είναι κάτι σημαντικό αλλά η δουλειά μου είναι να τους σχεδιάζω τα ρούχα, είναι απαραίτητο να ξέρω την περίσταση. Και είχαμε έρθει κοντά, η σχέση μας δεν ήταν καθαρά επαγγελματική και ας μην το παραδεχτήκαμε ακόμη. Περίμενα πως θα μου έλεγε τον σκοπό. Δεν νομίζω πως είναι μυστικό.

Ξαφνιάστηκα όταν ένιωσα το ζεστό του χέρι να ακουμπάει το δικό μου πάνω στο πόδι μου. Τον κοίταξα με απορία αλλά ακόμη κοιτούσε τον δρόμο. Γύρισα τα μάτια μου αφήνοντας μια ανάσα αγανάκτησης την οποία είχε σίγουρα ακούσει και προσπάθησα να τραβήξω το χέρι μου από το δικό του αλλά τράβηξε το χέρι μου πίσω. Τον άκουσα να λέει κάτι κάτω από την ανάσα του, κοίταξε το καθρεφτάκι και έβγαλε το αυτοκίνητο έξω από τον δρόμο. Τα μάτια μου γούρλωσαν και τα φρύδια μου υψώθηκαν από απορία.

Τράβηξε το χειρόφρενο όταν σταμάτησε το αυτοκίνητο. "Τ- τι κάνεις; Δεν σκοπεύεις να με σκοτώσεις, έτσι δεν είναι;" χαμογέλασε και κοίταξε αλλού και μετά ξανά εμένα.

"Βαρέθηκα να αντιστέκομαι" πριν προλάβω να αντιδράσω, με τράβηξε απαλά από το κολιέ στον λαιμό μου και τα χείλη του συγκρούστηκαν πάνω στα δικά μου. Γρήγορα και πεινασμένα.
Κινούνταν ρυθμικά, ταιριάζοντας ο ένας τον ρυθμό του άλλου. Το ένα του χέρι ακουμπούσε τον λαιμό μου στο πλάι και το άλλο το πόδι μου το οποίο είχε ανατριχιάσει κάτω από το σκληρό του άγγιγμα.

Έπαιζα με τα μαλλιά του και όσο το άλλο μου χέρι ακουμπούσε το μπράτσο του -που με κάθε κίνηση πάνω-κάτω που έκανε πάνω στο πόδι μου-, ένιωθα τους μύες του χεριού του κάτω από το άγγιγμα μου να κινούνται.

Τέντωσε το χέρι του γύρω από το κορμί μου και άκουσα την ζώνη μου του αυτοκινήτου να ανοίγει, άρχισα να έρχομαι πιο κοντά του μέχρι που ακούσαμε την κόρνα ενός αυτοκινήτου και σταμάτησα το φιλί. Προσπάθησα να βρω τις ανάσες μου και όταν κοιταχτήκαμε αρχίσαμε να γελάμε. Το κραγιόν μου είχε γίνει χάλια και έτσι το έβγαλα καθώς πηγαίναμε πίσω στο δωμάτιο μας.

Είχα ονειρευτεί πως θα ήταν το φιλί του, αλλά καμία φαντασία μου δεν ήταν τόσο καλή. Δυναμικό αλλά γλυκό. Γρήγορο αλλά αισθησιακό.

Ξάπλωσα ανάσκελα στο κρεβάτι μου και κοιτούσα το ταβάνι. Η αίσθηση του ήταν ακόμα μέσα στο μυαλό μου.

Και δεν πίστευα πως θα την ξεχνούσα ποτέ.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro