Κεφάλαιο 23: Lia
Έπρεπε να τηλεφωνήσω στον Ethan όπως του υποσχέθηκα. Απάντησε από το πρώτο κιόλας κτύπημα. "Είμαι από κάτω." Είπε αμέσως. Στάθηκα μπροστά από το παράθυρο του σαλονιού μου και είδα το αυτοκίνητο του παρκαρισμένο έξω από το σπίτι μου.
Έκλεισα το τηλέφωνο και προχώρησα έξω. Ήμουν ακόμη επηρεασμένη από την συνάντηση με τον πατέρα μου αλλά δεν έπρεπε να το δείξω.
Αν ήταν ήδη έξω από το σπίτι μου πριν του τηλεφωνήσω, τότε ίσως να είδε τον πατέρα μου να φεύγει. Ίσως να του μίλησε, ίσως να του τα είπε όλα. Δεν θα άντεχα αν ήξερε την αλήθεια.
Κάθισα στην θέση του συνοδηγού, αμέσως μύρισα το γνώριμο άρωμα του αλλά μπορούσα να μυρίσω και το δικό μου. Μπορούσα να το μυρίσω κάθε φορά που έμπαινα στο αυτοκίνητο του και ενώ μου άρεσε να ξέρω πως κάτι δικό του όπως το αμάξι του είχε την μυρωδιά μου, με τρόμαζε. Δεν ήξερα γιατί ακριβώς, ήξερα μόνο πως έτσι ένιωθα.
"Θα ανέβαινα πάνω αλλά με πρόλαβες." Έδειχνε προβληματισμένος, τα φρύδια του ήταν πιο σουφρωμένα από ότι συνήθως.
"Δεν χρειαζόταν να έρθεις. Σου υποσχέθηκα πως θα σου τηλεφωνούσα." Ο τρόπος με τον οποίο βγήκαν οι λέξεις από το στόμα μου ακούστηκε κάπως απότομος. Δεν είχε να κάνει μαζί του, ήμουν πιεσμένη με την κατάσταση με τον πατέρα μου. Ευτυχώς δεν έδειξε να τον πειράζει ο τρόπος μου. Έδειχνε όμως ακόμη προβληματισμένος. Ήταν λογικό.
"Θα μου πεις τι έγινε;" Κοίταξα αλλού, οπουδήποτε αλλού εκτός από τα μάτια του.
"Δεν- δεν νιώθω έτοιμη ακόμα." Έπιασε το χέρι μου. Το άγγιγμα του ήταν ζεστό όπως πάντα. Μου άρεσε η αίσθηση του χεριού του πάνω από το δικό μου. Σκληρό αλλά ζεστό και προστατευτικό. Ένιωθα ασφάλεια μαζί του, προστασία. Του είχα δείξει τον χειρότερο και τον καλύτερο μου εαυτό, θα πίστευε κανείς ότι με ήξερε, αλλά δεν ήταν έτσι. Αν ήξερε για το παρελθόν μου θα με έβλεπε για αυτό που πραγματικά είμαι. Δολοφόνος, αναίσθητη-δεν μπορούσα ούτε να κλάψω.
"Πες μου τουλάχιστον αν είσαι καλά." Είχα συνηθίσει να βλέπω στα μάτια του οργή όταν με κοιτούσε. Να ακούω ειρωνεία όταν μου μιλούσε και να νιώθω ότι απεχθάνεται την παρουσία μου, όπως και εγώ την δική του. Όταν δεν ήθελε ούτε να με βλέπει ήταν όλα πιο εύκολα. Όταν με αποκαλούσε Cecilia ήταν πιο εύκολο να τον μισώ γιατί μου θύμιζε εκείνον, αλλά τώρα με φώναζε Lia, τώρα με κοιτούσε με στοργή σαν να με νοιάζεται πραγματικά. Τώρα δεν μου μιλούσε με ειρωνεία-τις περισσότερες φορές τουλάχιστον-και ήθελε να είναι μαζί μου, αλλιώς δεν θα ερχόταν να με βρει, αλλιώς δεν θα ήμουν μέσα στο αυτοκίνητο του τώρα.
"Ναι." Δεν τον κοίταξα στα μάτια, δεν ήθελα να του λέω ψέματα αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. "Όλα καλά." Χαμογέλασα αδύναμα και μου έσφιξε απαλά το χέρι σαν να μου δίνει παρηγοριά, μόνο που δεν ήξερε για τι.
"Αν μπορώ να βοηθήσω σε κάτι θέλω να μου το πεις. Θα κάνω τα πάντα." Κούνησε δεξιά και αριστερά το κεφάλι μου. "Θέλεις να πάμε για δείπνο, ή να δούμε ταινία."
Ήξερα πως μισούσε τις ταινίες αλλά ήταν πρόθυμος να το κάνει για μένα, ακόμη και αν ήταν κάτι τόσο απλό όσο μια ταινία. Αλλά δεν ήθελα. Δεν ήθελα να πάω πουθενά και δεν ήθελα να κάνω τίποτα. Ήθελα μόνο να μείνω μόνη και να σκεφτώ τι θα έκανα. Είχα μια εβδομάδα να πάρω μια απόφαση. Και έπρεπε να πάρω την σωστή απόφαση.
"Είναι ήδη αργά." Ήταν εννιά το βράδυ, δεν ήταν τόσο αργά αλλά χρειαζόμουν μια δικαιολογία. "Θέλω να ξεκουραστώ σπίτι." Κούνησε το κεφάλι συμφωνώντας. Ήταν απογοητευμένος το έβλεπα στα μάτια του, στον τρόπο που έσφιγγε το στόμα του. Ένιωθε πως τον σπρώχνω μακριά. Νομίζω πως αυτό έκανα όντως. "Θα σε δω αύριο."
"Θα είμαι στη δουλειά."
"Αφού έχουμε ρεπό για μια εβδομάδα." Την εβδομάδα των Χριστουγέννων θα την περνούσαμε στο εξοχικό των γονιών του, χάλασα τα Χριστούγεννα του, όπως και της οικογένειας του.
"Το ξέρω αλλά αφού επέστρεψα δεν υπάρχει λόγος να μείνω σπίτι." Για έναν φυσιολογικό άνθρωπο αυτό θα ήταν περίεργο, αλλά ο Ethan δεν ήταν φυσιολογικός για ότι αφορούσε την δουλειά του. Ήταν τελειομανής και εργατικός. Αλλά ότι και αν έκανε θα ήταν άδικα αφού σκόπευε να τα καταστρέψει όλα. Δεν ήξερα αν είχε αλλάξει γνώμη για την εκδίκηση που ήθελε να πάρει από τον πατέρα του, αλλά τώρα δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να το ξανά συζητήσουμε, ιδίως αν σκεφτούμε πως εξελίχθηκε την προηγούμενη φορά αυτή η συζήτηση.
Εγώ όμως θα έμενα σπίτι, δεν είχα όρεξη για δουλειά. Έπρεπε να πάρω μια απόφαση. Ήλπιζα την σωστή.
"Σου χάλασα και τις διακοπές. Και των γονιών σου." Με κοίταξε λες και είπα βλακεία.
"Δεν με ενδιέφερε να περάσω τις διακοπές μου μαζί τους." Είχε συνηθίσει έτσι, αλλά αυτό δεν με έκανε να νιώθω λιγότερο άσχημα. "Θα τις περάσουμε όμως μαζί." Χαμογέλασα συμφωνώντας. Από τότε που μετακομίσαμε εδώ, περνούσα τα Χριστούγεννα με την μητέρα και την αδερφή μου μέχρι που γνώρισα την Viviana και τα γιορτάζαμε μαζί με την οικογένεια της. Όταν επέστρεψαν πίσω στην Ιταλία, συνέχιζα να τα γιορτάζω με την οικογένεια της Viviana's, ήταν ότι πιο κοντινό είχα σε οικογένεια. Τώρα όμως η Viviana έμενε στο παλάτι στο οποίο δούλευε, δεν θα έκανα Χριστούγεννα μαζί της.
Η οικογένεια της με κάλεσε για τα Χριστούγεννα σπίτι τους τουλάχιστον ένα μήνα πριν. Ένιωθα πολύ άνετα να γιορτάσω μαζί τους ακόμη και αν δεν θα ήταν εκεί η Viviana, θα το έκανα αλλά τώρα δεν ήξερα αν ήταν καλή ιδέα. Όσοι πιο πολλοί άνθρωποι ήταν κοντά μου, τόσοι πιο πολλοί ίσως να κινδύνευαν. Δεν ήθελα να πάθει κάποιος κακό, ιδίως εξαιτίας μου.
"Θα σε δω αύριο." Ένωσα τα χείλη μας. Το φιλί ήταν αργό, σύντομο αλλά ήταν αρκετό για να με κάνει να νιώσω όλα όσα ένιωθε ο άντρας απέναντι μου.
Ότι με νοιάζεται.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro