Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 8

-«Καλώς τους! Στις ομορφιές σας είστε οι κυρίες της παρέας!» λέει διαχυτικά ο Μάρκος και χαιρετάει πρώτα την Ειρήνη και μετά εμένα με χειραψία.

-«Γεια σου Μάρκο μου! Μην μας λες τέτοια και κοκκινίζουμε, είμαστε μετριόφρονες στο σόι μας!» λέει γελώντας η ξαδέρφη μου.

-«Καλησπέρα» λέω τυπικά, αλλά χαμογελώντας.

-«Τι κάνεις Άλκηστη;» με ρωτάει χωρίς να αφήσει το χέρι μου.

-«Καλά, ευχαριστώ!» λέω και τραβάω σιγά σιγά το χέρι μου.

-«Πού είσαι φίλε; Για να σε δω, τίποτα μόνο δυο γρατσουνιές έμειναν» λέει στον Αλέξη και τον χτυπάει φιλικά στην πλάτη.

-«Έλα ρε, τίποτα δεν ήταν. Είμαστε και στρατιωτικοί υποτίθεται...» του απαντάει εκείνος.

-«Πάμε μέσα;» προτείνει η Ειρήνη και κατευθυνόμαστε προς το μαγαζί.

Η ατμόσφαιρα του μαγαζιού είναι όντως πολύ όμορφη και χαλαρή, ενώ ακούγεται διακριτικά όμορφη ελληνική μουσική. Ο Μάρκος δίνει στο σερβιτόρο το όνομά του και μας δείχνει ένα τραπέζι για τέσσερις. Οι υπόλοιποι που γνωρίζουν καλά το μενού παρραγέλνουν τέσσερα πιάτα και ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Η ώρα κυλά ήσυχα και από ένα σημείο και μετά ίσως και βαρετά. Ο Μάρκος προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή και το ενδιαφέρον μου, η Ειρήνη συμβάλλει στην προσπάθειά του κι εγώ προσπαθώ να συμμετέχω στη συζήτηση, όμως δυσκολεύομαι αρκετά είναι η αλήθεια, καθώς δεν συζητάμε κάτι ουσιώδες και συγκεκριμένο. Η Ειρήνη συνεχώς μου πλέκει το εγκώμιο και ο Μάρκος προσπαθεί να αποσπάσει πληροφορίες για μένα, ενώ ενδοιάμεσα φροντίζει να μας ενημερώσει για τα επιτεύγματα της ζωής του. Δεν είναι του τύπου μου, ποτέ δεν μου άρεσαν οι «δήθεν» άνθρωποι, που προσπαθούν με κάθε τρόπο να αναδείξουν τον εαυτό τους και τα προσόντα τους.

-«Εμένα θα με συγχωρήσετε για πέντε λεπτά. Θα βγω να κάνω ένα τσιγάρο και θα επιστρέψω» λέω και σηκώνομαι παίρνοντας την τσάντα μου.

-«Αυτές οι κακές συνήθειες. Αλέξη, δεν πας κι εσύ να μην είναι μόνη της; Έχεις ώρα κιόλας να καπνίσεις...» λέει η ξαδέρφη μου και ο Αλέξης την κοιτάζει δυσανασχετώντας.

-«Να πάω...» λέει φανερά δυσανασχετημένος και σηκώνεται μόνο και μόνο για να μην συνεχίσει η Ειρήνη να γκρινιάζει μπροστά στον Μάρκο.

Βγαίνουμε προς τα έξω αμίλητοι και ανάβουμε ταυτόχρονα τσιγάρο.

-«Θα σου δώσω μια συμβουλή. Μείνει μακριά από το Μάρκο, δεν είναι για σένα. Μην ακούς την Ειρήνη, δεν τον ξέρει όπως τον ξέρω εγώ» μου λέει χωρίς να με κοιτάζει.

-«Δεν είναι ο τύπος μου. Ήρθα για να μην γκρινιάζει η Ειρήνη» του απαντάω.

-«Θα της μιλήσω κι εγώ, θα της εξηγήσω. Δεν είναι για σένα ο Μάρκος!» ξαναλέει.

-«Και ποιος είναι για μένα Άκη;» τον ρωτάω κοιτώντας τον μέσα στα μάτια.

-«Ποιος είναι για σένα;» με ρωτάει κι εκείνος κατάματα.

-«Ναι...»

-«Θέλεις όντως απάντηση Άλκηστη; Εγώ! Εγώ ήμουν για σένα, αλλά τότε δεν φαινόσουν να σε νοιάζει κανένας άλλος εκτός από τον εαυτούλη σου...» φωνάζει και έρχεται πολύ κοντά μου.

-«Μη μου μιλάς έτσι, σε παρακαλώ...» λέω με παράπονο.

-«Έχεις δίκιο, δεν πρέπει να σου μιλάω καθόλου!» λέει σβήνοντας το τσιγάρο και πηγαίνει μέσα.

Ανάβω το επόμενο καθώς, νιώθω τα μάτια μου βουρκωμένα.

[...]

-«Λοιπόν μωρό μου εγώ φεύγω. Πρέπει να περάσω από τα γραφεία πριν φύγουμε για την άσκηση, με κάλεσε ο διευθυντής μου» λέω στον Άκη καθώς βαζω και τα τελευταία ρούχα στο στρατιωτικό μου σάκο.

-«Να πας μωρό μου, να πας. Πότε είπες ότι γυρνάτε;»

-«Σε δέκα μέρες, το άλλο Σάββατο.»

-«Πώς θα αντέξω δέκα μέρες μακριά σου;» λέει και με αγκαλιάζει από πίσω, καθώς κλείνω το σάκο.

-«Θα έπρεπε να το είχες συνηθίσει...»

-«Δεν θα μπορέσω ποτέ να συνηθίσω μακριά σου, ούτε καν για δέκα μέρες, όσο συχνά κι αν συμβαίνει αυτό!»

-«Εγώ νομίζω ότι αυτές τις δέκα μέρες που θα πάμε για άσκηση, είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να σκεφτώ όλα αυτά που είπαμε περί γάμου. Και όταν επιστρέψω μπορούμε να κάνουμε μια πολύ όμορφη κουβέντα για όλα αυτά...» λέω και τον αγκαλιάζω.

-«Δηλαδή;» με ρωτάει αφού μου δίνει ένα φιλί.

-«Δηλαδή, ποιον θα κάνουμε κουμπάρο και πού θα γίνει ο γάμος... Αν βέβαια όλα αυτά που θα σκεφτώ αυτές τις δέκα μέρες είναι θετικά!» τον πειράζω.

-«Αυτό λέγεται σκωτσέζικο ντουζ δεσποινίς μου! Μια κρύο, μια ζέστη...» παραπονιέται.

-«Έτσι πρέπει, για να μην παίρνουν τα μυαλά σου αέρα! Και για να έχει και λίγο ενδιαφέρον η ζωή μας!» λέω και του δίνω ένα φιλί.

-«Είσαι μεγάλο τρελοκομείο, αλλά σε αγαπάω! Πολύ...»

-«Κι εγώ σε αγαπάω. Και θα μου λείψεις αυτές τις μέρες...»

-«Κι εμένα θα μου λείψεις. Αλλά πιστεύω να αξίζει η αναμονή!»

-«Θα δείξει. Φεύγω, θα σε πάρω τηλέφωνο όταν μπορέσω.»

-«Θα περιμένω, φιλάκια!»

Λίγο αργότερα στέκομαι έξω από το γραφείο του διευθυντή μου και χτυπάω την πόρτα. Όταν παίρνω την άδεια, μπαίνω μέσα και παρουσιάζομαι.

-«Καλώς την, καλημέρα. Ετοιμάζεσαι για την άσκηση;» με ρωτάει ο κύριος Αποστόλου, ένας καλοσυνάτος κύριος κοντά στα πενήντα, που τρέφει ιδιαίτερη συμπάθεια προς το πρόσωπό μου, από τις πρώτες μέρες που με έφεραν στο στρατόπεδο.

-«Μάλιστα κύριε Αποστόλου.»

-«Λοιπόν, θέλω να μιλήσουμε σαν συναδελφοι για λίγο και σαν φίλοι ίσως. Κάθισε, έχω να σου ανακοινώσω κάτι πολύ σημαντικό!»

-«Ευχαριστώ, πείτε μου, σας ακούω» λέω και κάθομαι στην καρέκλα μπροστά από το γραφείο του.

-«Χθες το πρωί με κάλεσαν από την αμερικανική πρεσβεία. Μου έδωσαν ένα φάκελο από το στρατηγείο του ΝΑΤΟ. Έχει προκυρηχθεί μια θέση για την Κύπρο για ανώτερη εκπαίδευση αρχικά που διαρκεί ένα χρόνο. Εφόσον κάποιος περάσει με επιτυχία την εκπαίδευση, γίνεται στέλεχος της διεθνούς ομάδας που αναλαμβάνει ειρηνευτικές αποστολές. Είναι μια επίλεκτη ομάδα με πολύ λίγα άτομα από όλον τον κόσμο. Είχε δέκα χρόνια η Κύπρος να λάβει τέτοια πρόσκληση. Είναι τεράστια ευκαιρία Άλκηστη, είναι ευκαιρία ζωής! Όταν ήμουν είκοσι πέντε χρονών, ήμουν στην ελληνική αεροπορία τότε, είχε προκυρηχθεί μια τέτοια θέση και την έχασα για πολύ λίγο. Μου έμεινε απωθημένο για πάντα, ακόμα και τώρα, μόλις πήρα το χαρτί στα χέρια μου βούρκωσα. Το πρώτο και το μόνο άτομο που μου ήρθε στο μυαλό ήσουν εσύ. Αυτή η θέση είναι για σένα Άλκηστη! Σου μιλάω σαν φίλος τώρα, είναι μια ευκαιρία που σου δίνεται μόνο μια φορά στη ζωή σου! Στου περισσότερους δεν δίνεται ποτέ και σένα σου δίνεται μόλις στα είκοσι τέσσερα χρόνια σου! Καταλαβαίνεις τι σου λέω;» μου λέει και με κοιτάζει μέσα στα μάτια, σαν να μου μιλάει ένας αδερφικός φίλος.

-«Φυσικά και σας καταλαβαίνω!»

-«Και τι σκέφτεσαι;»

-«Είναι μοναδική ευκαιρία! Και δεν σας κρύβω ότι από όταν μπήκα στη σχολή, βαθιά μέσα μου ονειρευόμουν κάτι τέτοιο. Απλώς μου ήρθε κάπως ξαφνικό τώρα και μου ανατρέπει όλη τη ζωή και τα σχέδια που έκανα. Ξέρετε, είχα κάνει χαρτιά για μετάθεση στην Ελλάδα. Δεν έγινα δεκτή, αλλά σκεφτόμουν να διεκδικήσω με περισσότερα προσόντα μια θέση που θα βγει ξανά σε τρεις μήνες. Σκεφτόμουν...»

-«Άλκηστη, τέτοιες ευκαιρίες δεν χάνονται! Και αξίζουν να ανατρέπουμε τα σχέδιά μας, ακόμη και ολόκληρη τη ζωή μας. Έχεις κάνει τόσο κόπο για να φτάσεις μέχρι εδώ, θεωρείς ότι η ανταμοιβή σου για όλα αυτά είναι μια θέση στην Κύπρο ή στην Ελλάδα; Είσαι φτιαγμένη για να κάνεις καριέρα και να φτάσεις πολύ ψηλά! Μην αφήσεις τέτοια ευκαιρία να πάει χαμένη. Αν κάνεις αίτηση, είναι σίγουρο ότι θα πάρεις εσύ τη θέση, κοιτάξα τους φακέλους και τα προσόντα όλων σαν και είμαι βέβαιος για αυτό που σου λέω! Πρέπει να την αρπάξεις αυτήν την ευκαιρία, πίστεψέ με!»

-«Έχετε απόλυτο δίκιο. Απλώς χρειάζομαι λίγο χρόνο να το σκεφτώ και να το αποφασίσω, να συζητήσω και με τους δικούς μου.»

-«Καταλαβαίνω. Πάρε το χρόνο σου, απλά επειδή τρέχει η υπόθεση, θέλω όταν επιστρέψεις από την άσκηση, έστω δυο – τρεις μέρες αργότερα να μου απαντήσεις. Αν χρειαστείς και κάποιες μέρες άδεια να πας να δεις τους δικούς σου στην Ελλάδα, μπορείς να την έχεις.»

-«Δεν θα χρειαστεί. Όταν επιστρέψω θα σας έχω μια απάντηση.»

-«Ελπίζω να είναι αυτή που περιμένω! Καλό ταξίδι!»

-«Σας ευχαριστώ πολύ! Για όλα...»

-«Μην το ξαναπείς! Είσαι μια υπέροχη πιλότος και ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος. Αξίζεις τα καλύτερα!»

[...]

Σβήνω και το δεύτερο τσιγάρο, σκουπίζω τα μάτια μου και επιστρέφω στο τραπέζι. Ώστε με ένοιαζε μόνο ο εαυτούλης μου... Αχ ρε Άκη, ποτέ δεν με κατάλαβες!

-«Όλα εντάξει; Μας είπε ο Αλέξης ότι είχες ένα τηλεφώνημα» λέει η ξαδέρφη μου μόλις κάθομαι.

-«Ε; Ναι, ναι, όλα εντάξει» λέω αμήχανα και κοιτάζω τον Άκη στα μάτια.

Το υπόλοιπο της βραδιάς περνάει όντως αδιάφορα, καθώς αδυνατώ πλέον να συγκεντρωθώ στη συζήτηση και όταν επιτέλους ο Αλέξης προτείνει να το διαλύσουμε νιώθω ανακουφισμένη.

-«Μάρκο, μήπως θα μπορούσες να πας την Άλκηστη στο σπίτι; Είναι στο δρόμο σου!» λέει η Ειρήνη και του κλείνει το μάτι.

-«Φυσικά, χαρά μου» λέει εκείνος με ένα πλατύ χαμόγελο.

-«Μη σε βάζω σε κόπο, θα πάρω ένα ταξί» προσπαθώ να το αποφύγω.

-«Μα τι λες; Κανένας κόπος, λίγο πιο δίπλα μένω κι εγώ.»

-«Τέλεια, επομένως εμείς σας καληνυχτίζουμε! Καλή συνέχεια» λέει η Ειρήνη χαμογελώντας ύπουλα.

-«Καληνύχτα» λέει αμήχανα ο Αλέξης.

-«Καληνύχτα παιδιά, θα τα ξαναπούμε!» λέει και ο Μάρκος.

-«Καληνύχτα σας...» λέω τέλος εγώ και ακολουθώ το Μάρκο στο αυτοκίνητο.

-«Αν θέλεις πάντως κερνάω ένα ποτό, πριν σε πάω στο σπίτι σου» λέει μόλις μπαίνουμε μέσα.

-«Ευχαριστώ, αλλά δουλεύω αύριο το πρωί και δεν έχω συνηθίσει ακόμα το ξενύχτι.»

-«Δεκτό, αλλά θα μου το χρωστάς για κάποια άλλη φορά!»

-«Ευχαρίστως...» απαντάω και κοιτάζω έξω από το παράθυρο στριφογυρίζοντας τα μάτια μου.

Μετά από λίγα λεπτά φτάνουμε αισίως κάτω από το σπίτι της Βάλιας και νιώθω τουλάχιστον ανακουφισμένη.

-«Χάρηκα πολύ που σε γνώρισα λίγο καλύτερα και να ξέρεις ότι πέρασα πολύ όμορφα απόψε!» μου λέει πριν κατέβω και μου φιλάει το αριστερό χέρι.

-«Κι εγώ...» απαντάω αόριστα και βγαίνω έξω από το αυτοκίνητο.

-«Ελπίζω να το επαναλάβουμε σύντομα και γιατί όχι μόνο οι δυο μας την επόμενη φορά...» λέει με αυτό το πλατύ χαμόγελο αυτοπεποίθησης που με εκνευρίζει.

-«Θα δούμε. Καλήνυχτα και ευχαριστώ που με έφερες!» λέω κλείνω την πόρτα.

-«Παρακαλώ, ήταν χαρά μου!» λέει και φεύγει, αφού μπω μέσα στην πολυκατοικία.

Ανεβαίνω με τις σκάλες στον δεύτερο όροφο, όπου είναι το διαμέρισμα της Βάλιας και τη βλέπω να με περιμένει ξύπνια βλέποντας τηλεόραση.

-«Καλώς την! Ακούω νέα!» λέει ενθουσιασμένη και ανασηκώνεται στον καναπέ.

-«Σε πειράζει να καπνίσω εδώ μέσα;»

-«Όχι βέβαια. Δε σε βλέπω πολύ καλά, έγινε κάτι;» με ρωτάει ανήσυχη.

-«Τι να γίνει; Απλά δεν είναι για σένα ο Μάρκος Άλκηστη...» λέω μιμούμενη τον Άκη καθώς βγάζω τις γόβες μου και πέφτω στον καναπέ δίπλα της.

-«Ποιος το είπε αυτό;»

-«Ο Αλέξης!» λέω και ανάβω το τσιγάρο μου.

-«Και από πού κι ως πού θα κρίνει αυτός ποιος είναι κατάλληλος για σένα και ποιος όχι; Ποιος του έδωσε αυτό το δικαίωμα;» ρωτάει εκνευρισμένη.

-«Δίκιο έχει ρε Βάλια. Πολύ καθώς πρέπει, πολύ ψωνισμένος, δεν είναι ο τύπος μου!»

-«Εντάξει, αλλά αυτό θα το κρίνεις εσύ. Ποιος τον ρώτησε αυτόν;»

-«Αυτός ήταν για μένα είπε, αλλά τότε με ένοιαζε μόνο ο εαυτούλης μου...»

-«Να πάει να πνιγεί πες του! Και στο κάτω κάτω γιατί σκαλίζει το παρελθόν; Εκείνος δε σου ζήτησε να μην έχετε πολλά πολλά; Τι θέλει και τα ανακατεύει τώρα;»

-«Ανακατεύονται μόνα τους ρε Βάλια... Άστο! Πάω για ύπνο, έχω υπηρεσία αύριο» λέω και σηκώνομαι σβήνοντας το τσιγάρο.

-«Άλκηστη, περίμενε. Κάθισε να μιλήσουμε...» με φωνάζει η Βάλια.

-«Τι να πούμε ρε φιλενάδα; Τα ίδια και τα ίδια λέμε συνέχεια και άκρη δεν βρίσκουμε. Πρέπει να το πάρω απόφαση πια, η ζωή μου θα είναι ένα μαρτύριο από εδώ και πέρα. Το παρελθόν μου θα με κυνηγάει συνεχώς! Καληνύχτα...» λέω και πηγαίνω στο υπνοδωμάτιο.

-«Βρε κορίτσι μου...» ακούω τη Βάλια να αναστενάζει από το σαλόνι, αλλά δεν έχω όρεξη για ψυχανάλυση απόψε.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro