Κεφάλαιο 7
Αφιερωμένο σε Marypap15
Ο Γιάννης άνοιξε φουριόζος την ξύλινη πόρτα ενός καφενείου και μπήκε μέσα με το κορμί του να τρέμει, μόνο που δεν ήξερε να πει αν ήταν από τον φόβο ή το ψύχος. Η μυρωδιά του τσαγιού ανάμεικτη με εκείνη του καφέ του υπενθύμισε πως ήταν ακόμη ζωντανός. Οι άντρες μαζεμένοι μέσα στον μικρό χώρο που φωτιζόταν από μια μικρή ασθενική λάμπα συζητούσαν χαμηλόφωνα ο ένας με τον άλλον παίζοντας τάβλι. Πλέον, εμπιστοσύνη ανάμεσα στους ανθρώπους δεν υπήρχε καθώς ο καθένας κοιτούσε να βολέψει το τομάρι του με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ο γείτονας σου, ο φίλος σου, ο γνωστός σου πλέον μπορούσε να εξελιχθεί στον χειρότερο προδότη, σε έναν δήμιο που θα υπέγραφε την θανατική σου καταδίκη. Ο Γιάννης πλησίασε μια παρέα τεσσάρων γνωστών του ανδρών και τραβώντας μια καρέκλα κάθισε μαζί τους βγάζοντας έναν αναστεναγμό θαρρείς από τα σώψυχα του.
Ένας καστανομάλλης αρρενωπός άνδρας με γνήσια ελληνικά χαρακτηριστικά τον χαιρέτησε χαμογελαστός χτυπώντας τον φιλικά στην λεπτή του πλάτη.
««Ωπ, καλώς τον Γιαννάκη! Τι έπαθες εσύ? Χλωμός μου φαίνεσαι...»» παρατήρησε με την έγνοια να γίνεται ευδιάκριτη στα καστανά του μάτια.
««Άσε με Αντώνη γιατί ακόμη τρέμω. Σήμερα έγινε μπλόκο στην οδό Αθηνάς και ήμουν και εγώ εκεί. Οι Γερμανοί δεν αστειεύονται, μάζεψαν δέκα ανθρώπους και τους έστειλαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου επειδή εχθές σκοτώθηκε λέει ένας από δαύτους.»» Κατήφεια και σιωπή έπεσε στο τραπέζι μετά τα λόγια του Γιάννη.
Ένα παλικάρι ψηλό με καστανόξανθα μαλλιά στρωμένα με επιμέλεια στο πλάι και μάτια γαλαζοπράσινα έσφιξε με μένος τα δόντια του για να μην ξεστομίσει κάποια απρεπή λέξη, κάποιο σχόλιο που ίσως τους κατέστρεφε όλους. Ο Άγγελος Ευστρατίου ήταν μόλις δεκαοχτώ χρόνων και έμενε μαζί με την χήρα την μητέρα του σε ένα σπίτι εκεί κοντά όπου με δυσκολία τα έβγαζαν πέρα. Ο Άγγελος είχε μια παθολογική αγάπη για την θάλασσα και ήθελε να πάει στα καράβια μα δεν μπόρεσε λόγω του πολέμου. Ετσι, αφού τελείωσε με απολυτήριο άριστα το λύκειο κατατάχθηκε στην ΕΠΟΝ. Ο δυναμισμός του μαζί με την ορθολογική του σκέψη είχαν σώσει πολλές φορές την ομάδα του μετατρέποντας τον σε πρωτοπαλίκαρο του Μάρκου Αντωνιάδη, ενός καθηγητή ο οποίος είχε σταλεί εξορία εξαιτίας των κομμουνιστικών του απόψεων επί Μεταξά. Από τότε,ηταν άφαντος δεν ήξερε κανείς αν είχε επιστρέψει στα πάτρια εδάφη ούτε αν επέζησε,είχαν πολύ καιρό να λάβουν νέα του ωστόσο η ομάδα δεν μπορούσε να μείνει ακέφαλη έτσι ο Γρηγόρης Οικονόμου είχε αναλάβει τα ηνία της ομάδας.
««Αυτοί οι μπάσταρδοι όσο πάνε και πληθαίνουν τα εγκλήματα τους. Προχθές, βρήκαν ένα νέο κορίτσι βιασμένο με ξεσκισμένα τα ρούχα της και παραμορφωμένο από τα χτυπήματα πρόσωπο. Από το ξύλο πέθανε η κακομοίρα...»» είπε στενοχωρημένος ο Αγγελος καθώς έπαιρνε μια ρουφηξιά από το τσιγάρο του. Η όλη κατάσταση τον είχε επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό. Οι μαύροι κύκλοι με το λιγνεμένο πρόσωπο του μαρτυρούσαν την κακοπέραση του αφού μερικές φορές δεν έτρωγε καθόλου για να έχουν περισσότερη τροφή η μητέρα και η μικρή οκταχρονη αδελφή του, η Ρέα του που είχε εκπληκτική ομοιότητα μαζί του.
««Δικιά μας ήταν?»» ρώτησε χαμηλόφωνα ο Γρηγόρης καρφώνοντας τα γαλανά μάτια του σε εκείνα του Άγγελου σκύβοντας συνωμοτικά προς τα μπροστά. Εννοούσε φυσικά αν ανήκε και εκείνη στην αντίσταση καθώς ήταν κρυφό μυστικό πως οι περισσότερες κοπέλες του Αρσάκειου αντιστέκονταν σθεναρά και γίνονταν ενεργά μέλη των οργανώσεων που τις θαύμαζαν για την παλικαριά και την ευστροφία τους.
««Ευτυχώς όχι όμως στην δική της θέση μπορεί να βρίσκεται αύριο η αδελφή σου ή η δική μου, πράγμα που το απεύχομαι για αυτό και πρέπει να δράσουμε άμεσα. Σήμερα έχουμε συνάντηση στις εφτά στο σπίτι του Παύλου Μεταξά. Μάλιστα, μου είπε πως θα μπει νέο αίμα στην ομάδα.»»
««Μιας που μιλάμε για νέα μέλη»» πετάχτηκε ο Γιάννης ««Ο Κωνσταντίνος Λογοθέτης θέλει να ενταχθεί στην οργάνωση»» δήλωσε με τον Γρήγορη να τινάσεται λες και τον τσίμπησε σφήκα.
««Αν μπει αυτός στην ομάδα μας, εγώ αποχωρώ.»» δήλωσε ορθά κοφτά ο Γρηγόρης
««Τι είναι αυτά που λες μωρέ? Η δουλειά μας χρειάζεται λεβέντες και έχω ακούσει ότι ο Κωνσταντίνος ήταν αξιωματικός του ελληνικού στρατού οπότε σίγουρα θα μπορεί να μας φανεί χρήσιμος. Άλλωστε, το γεγονός ότι ο πατέρας του είναι καθίκι, δεν πάει να πει ότι θα είναι και αυτός. Θα έρθει σήμερα?»» ρώτησε ο Αντώνης με ανυπομονησία στρέφοντας την προσοχή του στον Γιάννη για να πάρει ως απάντηση ένα αρνητικό νεύμα.
««Υποφέρει από υψηλό πυρετό και παραισθήσεις, μου το είπε η Μαργαρίτα, η αδελφη μου που τον γιατροπορεύει..»» είπε πίνοντας την τελευταία γουλιά από τον καφέ του.
««Αν είναι να έρθει, καλώς να ορίσει... Απόψε στις εφτά λοιπόν στο σπίτι του Μεταξά και Γρηγόρη μην ξεχάσεις να φέρεις το βιβλίο, το Ευαγγέλιο μαζί με χαρτί και μελάνι, θα μας χρειαστούν»» είπε με αυτοπεποίθηση ο Ηλίας Παπανικολάου κλείνοντας πονηρά το μάτι του.
Ήταν τέσσερις διαφορετικοί άνδρες που ωστόσο είχαν ένα κοινό οραμα :την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Όλοι φοβούνταν τον θάνατο μα κανένας δεν έφυγε ποτέ, δεν λιποτάκτησε από τον ιερό του σκοπό ίσα ίσα δήλωναν παρών και ήταν έτοιμοι για πόλεμο μέχρις εσχάτων.
...................................................................................
Η Ηρώ κίνησε αμέσως για την διεύθυνση του σπιτιού της Ειρήνης με τα γρήγορα βήματα της να αντηχούν στο πεζοδρόμιο. Ένιωθε την καρδιά της να κοντεύει να σπάσει από την αγωνία καθώς ήταν σίγουρη πως κάτι πολύ ενδιαφέρον την περίμενε. Ήταν τόση η αγωνία της που είχε ξεχάσει να βγάλει την στολή του σχολείου της και να βάλει άλλα ρούχα αλλά δεν είχε την θέληση να γυρίσει σπίτι για να αλλάξει έτσι συνέχισε τον δρόμο της αμέριμνη. Όμως, ένα γεροδεμένο μπράτσο τυλίχθηκε με βία γύρω από τον λαιμό της και μια γνωστή φυσιογνωμία βρέθηκε μπροστά της φιλώντας την με πάθος στα μισοανοιγμένα από το σοκ ρόδινα χείλη της. Η Ηρώ ωστόσο συνήλθε αμέσως και δάγκασε με μένος το κάτω χείλος του στρατιώτη γεμίζοντας το με αίμα.
«« Griechische Schlampe!»» την έβρισε στα γερμανικά πηγαίνοντας να την χτυπήσει όμως η Ηρώ σταμάτησε το χέρι του κατεβάζοντας το με δύναμη κάτω κοιτώντας τον αγριεμένη στα γαλανά μάτια του. Δεν φαινόταν μεθυσμένος αλλά νηφάλιος κάτι που την χτύπησε στα νεύρα πιο πολύ.
««Ja, ich bin Grieche und stolz auf meine Herkunft. Du bist Deutscher, worauf bist du Stolz?»» ρώτησε κυνικά υψώνοντας το ένα της φρύδι με τον Γερμανό να εκπλήσσεται τόσο από τα λόγια της όσο και από την χρήση της μητρικής του γλώσσας.
««Achte auf deine Worte, denn sie können dich dein Leben kosten! Warum entspannen Sie sich nicht, um eine gute Zeit zu haben?»»
«« Was willst du jetzt von mir? Warum jagst du mich?»» πρόφερε χωρίς να χαμηλώσει λεπτό την υπερήφανη ματιά της.
««Nur eine Nacht mit dir!»» είπε γλύφοντας τα χείλη του με πρόστυχη διάθεση. Η Ηρώ χαμογέλασε και του έδωσε μια δυνατή κλωτσιά ανάμεσα στα πόδια του. Ο στρατιώτης κοκκίνισε σε δευτερόλεπτα γονατίζοντας από τον πόνο.
««Ich werde dir etwas Soldatisches erzählen und es dir gut in Erinnerung rufen! Ich hasse deinen Hitler und deinen verdammten Leuchtturm, also wie du verstehst, bin ich nicht daran interessiert, deine Prostituierte zu werden, geh lieber in ein Bordell!,»» πρόφερε απειλητικά με το ταπεινωμένο αρσενικό να την κοιτά με μίσος.
««Sie werden für alles bezahlen, was Sie gesagt haben! Ich werde dich töten, das schwöre ich, und dann wirst du mich bitten, dich zu bemitleiden, kleines Karibu!»»
Η Ηρώ έφυγε με ψηλά το κεφάλι αφήνοντας την απειλή του να πλανιέται στον αέρα.
Η Ηρώ χτύπησε απαλά την πόρτα του σπιτιού της Ειρήνης και της άνοιξε ο μεγάλος της αδελφός, ο Παύλος. Τα δύο αδέλφια έμοιαζαν εκπληκτικά μεταξύ τους αφού μοιράζονταν τα μάτια στο χρώμα του μελιού και τα καστανά μαλλιά. Την οδήγησε πιάνοντας την απαλά από τους ώμους σε ένα μεγάλο σαλόνι που μοναδικές πηγές φωτός ήταν τα κεριά πάνω σε ένα τραπέζι με τις κουρτίνες να είναι ερμητικά κλειστές όπως και τα παράθυρα. Με έκπληξη η Ηρώ αντίκρισε πολλά πρόσωπα γνωστών της συμμαθητών και συμμαθητριών να κάθονται γύρω από ένα στρόγγυλο τραπέζι που στην επιφάνεια του διέκρινε μεγάλα πακέτα λευκών χαρτιών μαζί με πολλά μπουκάλια μελανιού, έναν χάρτη και το Ευαγγέλιο. Διέκρινε τον Άγγελο με το γνωστό σπινθηροβόλο πράσινο βλέμμα και την ψηλή κορμοστασιά να της γνέφει καθησυχαστικά με την ματιά του να στρέφεται στην Ειρήνη η οποία τον κοίταξε ντροπαλά με ένα αχνό χαμόγελο. Συστήθηκε με τον Γιάννη που την έκανε να γελά με τα αστεία του και υπέθεσε πως μάλλον ήταν η ψυχή της παρέας, τον αρρενωπό Αντώνη, τον αυστηρό και συγκρατημένο Γρηγόρη που την κοιτούσε με ένα πολύ περίεργο βλέμμα μαθαίνοντας για τα νέα μέλη της ομάδας που περίμεναν με ανυπομονησία ενώ η ιστορία με τον καθηγητή της κίνησε το ενδιαφέρον ωστόσο πλέον είχε φθάσει η στιγμή που με τόση ανυπομονησία περίμενε.
««Λοιπόν, Ηρώ»» πρόφερε με αποφασιστικότητα ο Παύλος ««από μικρή σε ξέρω και ομολογώ πως όσα φθάνουν στα αυτιά μου για την αφεντιά σου με έχουν εντυπωσιάσει. Δεν δίστασες να φτύσεις κατάμουτρα εναν Γερμανό στρατιώτη και αυτό λέει πολλά για εσένα. Όμως, θες να γίνεις όντως μέλος της ομάδας μας? Σε προειδοποιώ ότι η οποιαδήποτε εμπλοκή σου με Γερμανό θα θεωρηθεί ύποπτη και χυδαία. Θες να μπεις σε έναν κόσμο όπου θα πρέπει νύχτες ολόκληρες να μην κοιμάσαι, να κοιτάς κατάματα τον κίνδυνο αλλά με τις πράξεις σου να κάνεις την ζωή μερικών συνανθρώπων μας καλύτερη μαζί και την δική σου?Θες να βοηθήσεις στην ελευθεριά τούτου του τόπου?»» ρώτησε ο Παύλος κοιτώντας την σοβαρά στα μάτια. Η Ηρώ πήρε μια βαθιά ανάσα και είπε :
««Όπως είπε και ο ξακουστός Ρήγας Φεραίος, η ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη. Και εγώ έχω αποδείξει και θα κάνω ακόμη περισσότερα αν μου δοθεί η ευκαιρία, ότι μου αξίζει μια θέση στην αντιστασιακή οργάνωση και ας με θεωρήσουν κάποιοι τρελή για την επιλογή μου αυτή. Ζούμε με τον φόβο και τον κίνδυνο κάθε ημέρα... Έχει χαθεί πλέον η ασφάλεια, η ξενοιασιά, η ανεμελιά, το γέλιο και όλα αυτά θέλω να τα επαναφέρω σε αυτόν τον κόσμο. Και έτσι όπως ζούσα τόσα χρόνια, η ζωή μου δεν είχε και τόσο σημασία ενώ τώρα θα έχω έναν σκοπό ιερό να υπηρετήσω και με χαρά θα το κάνω.»» Η φωνή της παλλόταν από πάθος και συγκίνηση καθώς υπεραγαπούσε την πατρίδα της.
««Τότε βάλε το χέρι σου στο Ευαγγέλιο και επανέλαβε αυτά που θα σου πω»»
««Ορκίζομαι πως θα πολεμήσω με λύσσα τους εχθρούς μου μέχρι να λευτερωθεί η πατρίδα δίνοντας ακόμη και το αίμα μου για εσένα, μητέρα Ελλάδα. Ορκίζομαι πως θα προστατεύσω τους συντρόφους μου με κάθε κόστος, πως δεν θα τους προδώσω, ορκίζομαι πως θα κάνω τα πάντα για να δω την ελληνική σημαία να κυματίζει υπερήφανη στην Ακρόπολη.»» Τα δάκρυα της Ηρούς έτρεχαν βουβά από τα μάγουλα της. Επιτέλους το πιο τρανό της όνειρο είχε γίνει πραγματικότητα.
««Από εδώ και στο εξής θεωρείσαι συντρόφισσα και οικογένεια. Μην μας απογοητεύσεις»» πρόφερε ο Παύλος αγκαλιάζοντας την με θέρμη.
««Και τώρα στην δουλειά. Περιμένουμε νέα του Μάρκου, όποιος ακούσει κάτι ή δει ας έρθει να μου το πει αμέσως, πρέπει οπωσδήποτε να επικοινωνήσουμε μαζί του.
Ηρώ αύριο θα πας με την Ειρήνη και τον Άγγελο στο τυπογραφείο μας στην Καλλιθέα νωρίς το απόγευμα. Το βράδυ θα μείνετε εκεί και προσέξτε μην σας συμβεί τίποτε. Υπάρχει κάτι άλλο που πρέπει να ξέρω?»» ρώτησε ανάβοντας ένα τσιγάρο.
««Ναι»» είπε η Ειρήνη νιώθοντας τα μάγουλα της να κοκκινίζουν από τις ματιές τόσων ανθρώπων που προσγειώθηκαν επάνω της ««Σήμερα στο Αρσάκειο ένας αξιωματικός ενημέρωσε την δασκάλα ότι κάποιες αίθουσες θα χρησιμοποιηθούν ως αποθήκες πυρομαχικών και τροφίμων.»»
««Αυτό είναι ένα θέμα γιατί τα θέλουμε και τα δύο. Ωστόσο, πρέπει να σκεφτούμε έναν τρόπο να παραπλανήσουμε τους Γερμανούς σκοπούς για να μην μπλέξετε καθώς και το πώς θα παραβιαστούν οι κλειδαριές. Καμία ιδέα?»»
««Ναι.»» είπε η Ηρώ. Αυτή ήταν η ευκαιρία να αποδείξει την αξία της και δεν θα την άφηνε ανεκμετάλλευτη.
«« Αφήστε μας με την Ειρήνη και την Ματίνα»» είπε δείχνοντας μια ξανθιά κοπέλα με μεγάλα καστανά μάτια με πλεξούδες ««να κόψουμε κίνηση. Όσο για τις κλειδαριές καλά είναι και τα τσιμπιδάκια από τα μαλλιά.»»
««Ωραία, λοιπόν φύγετε πηγαίνετε όλοι στα σπίτια σας να ξεκουραστείτε και περιμένετε νεότερες οδηγίες.»» είπε ο Παύλος ήρεμα. Η Ειρήνη αποφάσισε να συνοδέψει την Ηρώ σπίτι της όμως στρίβοντας από έναν παράδρομο έπεσαν επάνω σε ένα αποκρουστικό θέαμα.
..................................................................................
Την ώρα που η Ηρώ έτρεχε να πάει στο σπίτι της φίλης της η Νανά το είχε σκάσει από την μονοκατοικία του αγαπημένου της έπειτα από έναν καβγά τους και περιπλανιόταν στους άδειος δρόμους της Αθήνας πέφτοντας κατά λάθος πάνω σε κάποιον ο οποίος δεν φάνηκε να ενοχλείται ιδιαίτερα. Η Νανά σήκωσε το βλέμμα της επάνω στον άνδρα αντικρίζοντας δύο υπέροχα πράσινα μάτια, ξανθά μαλλιά με πράσινο στρατιωτικό καπέλο , έντονες γωνίες στο πρόσωπο.
««Suchen Sie schöne Gesellschaft?»» ρώτησε κοιτώντας την λάγνα ένας δεκανέας που κρατούσε ένα μπουκάλι κρασί στο δεξί του χέρι.
««Ich nehme immer Gesellschaft von gutaussehenden Männern wie dir an. Wie heißen Sie?»» ρώτησε η Νανά δαγκώνοντας το κάτω χείλος της καθώς το χέρι του Γερμανού ακούμπησε απαλά την μέση της καθοδηγώντας την προς ένα στρατιωτικό καμιόνι όπου καθισμένοι επάνω στο καπό βρίσκονταν τρεις στρατιώτες. Ο ένας έπαιζε ακορντεόν ενώ οι άλλοι δύο ασχολούνταν με γυναίκες που η μία βρίσκονταν στην αγκαλιά του ενός φιλωντας τον παθιασμένα στα χείλη ενώ η άλλη ήταν ημίγυμνη πιάνοντας στα κρυφά το ευαίσθητο σημείο του στρατιώτη που είχε μαγευτεί από την ομορφιά της.
««Karl. Wie ist dein Name, du ungezogenes Mädchen?»»
««Nana. Lass uns jetzt Spaß haben, ich habe die Worte satt!»» είπε η Νανά τραβώντας τον από τον γιακά και φιλώντας τον με πάθος με τον Καρλ να τυλίγει τα χέρια του γύρω από την μέση της στηρίζοντας το γεροδεμένο κορμί του στο αυτοκίνητο. Όμως, η Νανά απογοητεύτηκε που το λαιμαργο φιλί του δεν θύμιζε καθόλου το τρυφερό του Φρίντριχ. Πολύ σύντομα, τα χέρια του κατέβηκαν ψηλαφώντας τα απόκρυφα σημεία της με την Νανά να αναστενάζει από την έξαψη της. Όμως, δεν άκουσε τα βήματα των δύο κοριτσιών ούτε ήταν σε θέση να υπολογίσει τις αντιδράσεις τους.
Η Ηρώ βγαίνοντας από έναν παράδρομο με την Ειρήνη, έπεσαν επάνω σε ένα αποκρουστικό θέαμα. Είδαν την Νανά μαζί με δύο άλλες γυναίκες να γελούν μεθυσμένες με φαντάρους των SS ενώ τα γέλια τους τής προκαλούσαν αηδία μαζί με τις άσεμνες κινήσεις των πεινασμένων αρσενικών. Ένα ορμητικό κύμα μίσους πλημμύρισε την καρδιά της. Η Ειρήνη βλέποντας τες της είπε :"Α, τις τσούλες. Άλλοι σφάζονται και αυτές πάνε και βγάζουν τα μάτια τους με αυτούς τους διαβόλους. Ηρώ, πάμε να φύγουμε... Άλλωστε, εμάς τι μας νοιάζει? Αυτές θα φάνε το κεφάλι τους. Έλα" της είπε πιάνοντας την απαλά από το μπράτσο.
- "Άφησε με να χαρείς" της είπε τραβώντας το χέρι της απότομα. Πλησίασε, με την ψυχραιμία στα ύψη, σε ένα σημείο που θα ήταν εύκολα ορατή από όλους.
Η Νανά με το που την είδε σχημάτισε μια αποκρουστική έκφραση στο αψεγάδιαστο πρόσωπο της και την πλησίασε χαμογελώντας της ειρωνικά.
-"Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά! Έχασες τον δρόμο σου νυχτιάτικα κοριτσάκι? Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανήλικους, δεν στο είπαν στο ταμείο?" την ρώτησε ενώ ανεμισε επίτηδες τα ξανθά μακριά μαλλιά της και την έπιασε από τους ώμους.
Το άγγιγμα της ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Της έριξε ένα χαστούκι τόσο δυνατό που τα δάχτυλα της έμειναν πάνω στο πάλλλευκο δέρμα της Νανάς που την κοίταζε σοκαρισμένη.
"Πρόστυχη, ελεεινή τολμάς να με ακουμπάς κιόλας? Θα τρίζουν τα κόκκαλα του πατέρα και του αδελφού σου που πέθαναν πολεμώντας στην Αλβανία και εσύ αντί να διαφυλάξεις την μνήμη τους χαριεντίζεσαι με τέρατα" της είπε με δυνατή φωνή που έκανε την άλλη κοπέλα να σκύψει το κεφάλι ταπεινωμένη. Προσπάθησε να την σπρώξει για να φύγει αλλά ένα άλλο χέρι τράβηξε την Ηρώ στο πλάι με τη φιγούρα της Ειρηνης να στέκεται απειλητικά μπροστά στην Νανά. Ενα δεύτερο χαστούκι έπεσε στο πρόσωπο της Νανάς που την έκανε αν και ψηλότερη να παραπατήσει. Η Ειρήνη συμπλήρωσε την Ηρώ :"Έτσι ξεπληρώνεις την αγάπη που σου δώσαμε χρόνια τώρα? Πρώτα αδιαφόρησες και μετά σε πιάνουμε εδώ να φέρεσαι σαν πόρνη ! Δεν φτάνει που ο πατριός σου είναι χαφιές και η μάνα σου προδότρα του ελληνικού λαού μιλάς με υφάκι κιόλας ενώ νταραβερίζεσαι με Γερμανούς δημόσια χωρίς καμία αιδώ. Είσαι πραγματικά αξιολύπητη, ντροπή σου»»
Η δυνατή φωνή της έγινε ουρλιαχτό ενώ τράνταζε από τους ώμους την Νανά. Τα λόγια τους τη χτυπούσαν σαν τσεκούρια. Είχε πέσει κάτω κλαίγοντας και χτυπώντας με τις παλάμες της το χώμα λεκιάζοντας το πανάκριβο κοντό φόρεμα της. Ένας στρατιώτης απείλησε τις κοπέλες με όπλο. Οι δύο κοπέλες έβαλαν τα χέρια τους πάνω στο στήθος του και τον έσπρωξαν προς τα πίσω κάνοντας τον να πέσει στο έδαφος. Μέχρι να σηκωθεί είχαν γίνει καπνός. Η Νανά τον παράτησε και έφυγε κλαίγοντας για το πατρικό της όμως αγνοούσε το γεγονός ότι πίσω από ένα μισογκρεμισμένο κτήριο δύο θυμωμένα γκριζογάλανα μάτια είχαν παρακολουθήσει τα πάντα.
Μεταφράσεις :
Griechische Schlampe =Ελληνίδα σκύλα!
Ja, ich bin Grieche und stolz auf meine Herkunft. Du bist Deutscher, worauf bist du Stolz?»»=Ναι είμαι Ελληνίδα και είμαι υπερήφανη για την καταγωγή μου. Εσύ που είσαι Γερμανός για τι έχεις να περηφανευτείς?
Achte auf deine Worte, denn sie können dich dein Leben kosten! Warum entspannen Sie sich nicht, um eine gute Zeit zu haben?»» =Πρόσεξε τα λόγια σου γιατί μπορεί να σου στοιχίσουν την ζωή σου. Γιατί δεν χαλαρώνεις να περάσουμε όμορφα?
Was willst du jetzt von mir? Warum jagst du mich? =Τι θες πια από εμένα? Γιατί με κυνηγάς?
Nur eine Nacht mit dir! =Μια νύχτα μαζί σου μόνο!
Ich werde dir etwas Soldatisches erzählen und es dir gut in Erinnerung rufen! Ich hasse deinen Hitler und deinen verdammten Leuchtturm, also wie du verstehst, bin ich nicht daran interessiert, deine Prostituierte zu werden, geh lieber in ein Bordell! =Θα σου πω κάτι στρατιώτη και βάλε το καλά στο μυαλό σου! Μισώ τον Χίτλερ και την φάρα σου την καταραμένη οπότε οπως καταλαβαίνεις δεν ενδιαφέρομαι να γίνω η πόρνη σου, απευθύνσου σε κάποιον οίκο ανοχής καλύτερα!
Sie werden für alles bezahlen, was Sie gesagt haben! Ich werde dich töten, ich schwöre und dann wirst du mich anflehen, dich zu bemitleiden, kleines Karibu! = Όλα αυτά που είπες θα τα πληρώσεις! Θα σε σκοτώσω το ορκίζομαι και μετά θα με παρακαλάς να σε λυπηθώ, μικρή καριόλα!
Sie suchen schöne Gesellschaft? =Ψάχνεις παρέα ομορφούλα?
Ich nehme immer Gesellschaft von gutaussehenden Männern wie dir an. Wie heißen Sie? =Δέχομαι πάντα παρέα από όμορφους άνδρες. Πώς σας λένε?
Karl. Wie ist dein Name, du ungezogenes Mädchen? =Καρλ. Εσένα ποιο είναι το όνομα σου πρόστυχο κορίτσι?
Nana. Lass uns jetzt Spaß haben, ich habe die Worte satt =Νανά. Και τώρα ας διασκεδάσουμε βαρέθηκα τα λόγια!
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro