Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 14

Αφιερωμένο σε Baifi88
  Ο Κωνσταντίνος ήταν σκυμμένος πάνω από την Ηρώ η οποία βρισκόταν σε λιπόθυμη κατάσταση στο υπνοδωμάτιο της. Ο αέρας λυσσσομανούσε κάνοντας τα κλαδιά των δέντρων να χτυπούν μεταξύ τους και το σκοτάδι είχε τυλίξει θαρρείς το σπίτι της οικογένειας Κωνσταντοπούλου. Η Ηρώ δεν ήταν σε θέση ούτε να ακούσει ούτε να νιώσει. Τα μάτια με τις μακριές βλεφαρίδες ήταν ερμητικά κλειστά με το στόμα της να σχηματίζει μια ευθεία γραμμή. Οι άκρες των χειλιών της είχαν κοπεί από τα άγρια χαστούκια που είχε φάει ενώ τα ρόδινα μάγουλα της είχαν μελανιάσει από την δύναμη των τεράτων που είχαν αναλάβει την ανάκριση της. Ο νεαρός αξιωματικός που κατείχε βασικές γνώσεις ιατρικής με πρόσωπο συνοφρυωμένο έβαλε λίγο οινόπνευμα σε ένα βαμβάκι ακουμπώντας απαλά τα πονεμένα σημεία. Λυποταν αφάνταστα που έβλεπε ένα κορίτσι σε τόσο τραγική κατάσταση, να έχει πέσει θύμα άγριου ξυλοδαρμού. Το οινόπνευμα έτσουξε και η Ηρώ άνοιξε λίγο τα μάτια της κάνοντας τιτάνια προσπάθεια να τα κρατήσει ανοιχτά.
««Επιτέλους ξύπνησες κορίτσι μου. Να ήξερες πόσο ανησύχησα»» είπε με ανακούφιση ενώ της έδινε να πιει λίγες γουλιές νερού. Ο Κωνσταντίνος της χαμογέλασε ενθαρρυντικά με εκείνη να προσπαθεί να του το ανταποδώσει. Η Ηρώ κοίταξε γύρω της το δωμάτιο της προσπαθώντας να προσδιορίσει αν ήταν ημέρα ή νύχτα. Ο Κωνσταντίνος λες και μάντεψε την σκέψη της της ειπε:
«« Η ώρα είναι 10 η ώρα το βράδυ Ηρώ μου. Πρέπει ωστόσο να με βοηθήσεις ακόμη λίγο για να εξετάσω την έκταση της ζημιάς που έχει γίνει στο σώμα σου αλλά και να πλυθείς για να μην μολυνθούν οι πληγές.»»
Ο Κωνσταντίνος πήγε στο μπάνιο γεμίζοντας μια σκάφη με ζεστό νερό και επιστρέφοντας πίσω στην Ηρώ η οποία τον κοιτούσε με απάθεια. Χωρίς λέξη, ο Κωνσταντίνος την σήκωσε όρθια προσεκτικά ξεκινώντας να της αφαιρεί τα καταματωμένα ρούχα της. Πέταξε με αποστροφή το λευκό πουκάμισο και την φούστα σε μια άκρη αφήνοντας την νεαρή κοπέλα μόνο με τα εσώρουχα της. Με συστολή κάλυψε το στήθος παρόλο που φορούσε το μεσοφόρι της κερδίζοντας ένα βλέμμα συμπόνιας από τον άνδρα.
««Δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι επειδή σε βλέπω γυμνή . Άλλωστε, γυμνοί ερχόμαστε σε αυτό τον κόσμο. Θα προσπαθήσω να μην σε πονέσω στο υπόσχομαι»»
Η Ηρώ του είχε τυφλή εμπιστοσύνη έτσι αφέθηκε στα χέρια του διακριτικού Κωνσταντίνου ο οποίος προσπαθούσε να την αγγίζει απαλά καθώς ψηλάφιζε την πλάτη και την κοιλιά της όπου με τρόμο είδε μελανιές που είχαν υιοθετήσει ένα δυσοίωνο μαύρο χρώμα . Προσεκτικά, της έριχνε νερό με τις χούφτες και με απαλές κινήσεις την σαπούνισε και την ξέπλυνε χωρίς ποτέ εκείνη να νιώσει ότι την κοίταζε έντονα. Ένιωθε όμορφα στα χέρια του και για πρώτη φορά ένιωσε γαλήνη να κατακλύζει κάθε κύτταρο της. Είχε σωθεί, ο πατέρας της τελικά την πρόλαβε όμως τα συναισθήματα της ήταν ανάμεικτα. Από την μία χαρά που γλίτωσε από του χάρου τα δόντια από την άλλη ανησυχία για τους φίλους και συντρόφους της που σίγουρα θα είχαν ανησυχήσει με τα νέα σύλληψης της. Έπρεπε έστω να τους στείλει ένα γράμμα ότι είναι καλά, ότι ξέφυγε από την κόλαση.
««Δεν φαίνεται να έχεις σπασμένο κάποιο κόκαλο ή πλευρό... Ευτυχώς ο πατέρας σου σε πρόλαβε πριν σε πάνε για βασανιστήρια στην Μέρλιν. Αν πήγαινες εκεί, κομμάτια θα έβγαινες, ο τροχός έχει κάνει πολύ σοβαρές ζημιές. Στάθηκες τυχερή αυτήν την φορά.»» Η Ηρώ δεν σχολίασε τίποτα μόνο άφησε τον Κωνσταντίνο να την στεγνώσει με μια λευκή μεγάλη πετσέτα διαλέγοντας από την ντουλάπα της ένα όμορφο σατέν νυχτικό  μαζί με μια ροζ ρόμπα με λουλούδια στις άκρες γυρνώντας την πλάτη του για να την αφήσει να ντυθεί. Η Ηρώ μόρφασε πονεμένα ωστόσο κανένα βογγητό πόνου δεν βγήκε από τα χείλη της. Ήταν πολύ περήφανη για να παραδεχτεί ότι πονούσε. Πολύ.
««Μπορείς να γυρίσεις Κωνσταντίνε»»
Η Ηρώ ξάπλωσε στο κρεβάτι της και εκείνος την σκέπασε προσεκτικά.
««Σε ευχαριστώ. Για ολα»» πρόφερε με την ευγνωμοσύνη να καθρεφτίζεται στα καστανά της μάτια και έπειτα αφέθηκε στην αγκαλιά του Μορφέα.
Εκείνος έκανε το σταυρό του ανακουφισμένος καθώς μάζευε τα εργαλεία του τακτοποιώντας τον χώρο. Έκλεισε τα παράθυρόφυλλα, έσβησε το φως και έκλεισε απαλά την πόρτα του δωματίου της. Τα βήματα του που κατέβαιναν την σκάλα τάραξαν τους γονείς της που τρεχάτοι έφθασαν στη βάση της με την αγωνία να γίνεται έκδηλη στα χαρακτηριστικά των προσώπων τους. Ο Παναγιώτης που πάσχιζε να κρατήσει την ψυχραιμία του  κρατούσε σφιχτά από την δαχτυλιδένια  μέση της  την Ελένη η οποία ειχε γείρει  το κεφάλι της στον ώμο του. Είχε βαλαντώσει στο κλάμα η καημένη από τότε που της έφεραν το παιδί της χτυπημένο, βρώμικο και λιπόθυμο.
««Πώς είναι το κορίτσι μου, παλικάρι μου?»»
««Θηρίο η κόρη σας κυρά Λενιώ. Ευτυχώς δεν έσπασε κάτι, μόνο έχει μελανιές. Όσον αφορά την ψυχολογική της υγεία μην κάνετε καμία νύξη γύρω από αυτό το τραγικό συμβάν, σταθείτε δίπλα της. Τώρα σας χρειάζεται. Ίσως περισσότερο από ποτέ. Στήριξη, καλή διατροφή και καλό θα είναι να αποφεύγει να βγαίνει έξω για κάποιες ημέρες.»»
Ο Παναγιώτης απόρησε σταυρώνοντας τα χέρια του στο γεροδεμένο του στήθος.
««Γιατί το λες αυτό?»»
««Γιατί είδα έναν τύπο καθώς ερχόμουν με μαύρη στολή και καπέλο που κοιτούσε έντονα το σπίτι σας. Όταν αντιλήφθηκε ότι τον κοιτούσα, έγινε καπνός. Η Γκεστάπο παρακολουθεί την κόρη σας και το σπίτι σας. Καλό είναι να προσέξετε και εσείς που πηγαίνετε, τι κάνετε και με ποιους συνανάστρεφεστε . Μια ύποπτη για εκείνους κίνηση θα σας στείλει στον θάνατο σας.»»
««Την άφησαν ελεύθερη για να την παρακολουθούν τα καθαρματα!»» φώναξε με μένος η μητέρα της κρύβοντας με τα χέρια της το πρόσωπο της. Δεν άντεχε άλλο αυτήν την κατάσταση. Όλος αυτός ο πόνος του να βλέπεις το παιδί σου σε κίνδυνο με τίμημα την ζωή του, όλη αυτή η αγωνία, ο θάνατος, η σκλαβιά όλα αυτά δεν αντέχονταν. Όταν έχεις παιδί και γίνεσαι γονιός, όσο μεγάλος και αν είσαι το σπλάχνο σου δεν παύει ποτέ να είναι κομμάτι του εαυτού σου άλλωστε το αίμα νερό δεν γίνεται. Η ζωή της θα ήταν άχρωμη, άγευστη, άνοστη χωρίς την Ηρώ της. Άλλωστε, την έπιανε και το παράπονο. Κοιλοπονούσε για εννέα μήνες, έφτυσαν αίμα με τον πατέρα της να την μεγαλώσουν σαν πριγκίπισσα  με μέλι και με γάλα τίποτε να μην την λείψει, να της δώσουν αξίες και ιδανικά για να γίνει σωστός άνθρωπος και όλα αυτά γιατί? Για να έρθει ένας φονιάς και να της κάνει κακό? Ποιοι ήταν οι φασίστες δηλαδή που σηκωναν χέρι σε κορίτσια, σε γυναίκες που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αδελφές ή κόρες τους?
««Αγάπη μου είσαι καλά?»» ρώτησε ανήσυχος ο σύζυγος της πιάνοντας την απαλά από τα μπράτσα κάνοντας την να συνέλθει από τις χαοτικές της σκέψεις.
««Θα είμαι επάνω στην κάμαρα μας.»» είπε και ξεκίνησε να ανεβαίνει την σκάλα με το βλέμμα του συζύγου της να είναι καρφωμένο στην γυναίκα του που πρώτη φορά έβλεπε την στητή της πλάτη να λυγίζει, να καμπουριάζει σαν να κουβαλούσε το βάρος όλου του κόσμου στις πλάτες της... Πρώτη φορά την έβλεπε να σέρνει τα πόδια της σαν γριά... πρώτη φορά έβλεπε το φόρεμα της τσαλακωμένο με τα μαλλιά της που είχαν αρχίσει να γκριζάρουν στους κροτάφους να χύνονται σαν καταρράκτης καραμέλας στους ώμους της...πρώτη φορά τη έβλεπε τόσο καταβεβλημένη, τόσο στεναχωρημένη...
Η Ελένη κλείδωσε την πόρτα του υπνοδωματίου τους και γονάτισε μπροστά από την εικόνα της Παναγίας που κρατούσε το Θείο Βρέφος, κρεμασμένη στον τοίχο δίπλα από το κομοδίνο της.
««Παναγία μου... Μεγαλόχαρη μου...
Σαν μάνα σου ζητώ να με ακούσεις. Σε ικετεύω κάνε καλά την Ηρώς μου, χάρισε της σύνεση, σοφία και δύναμη και σε εμένα κουράγιο να αντέξω όσα νιώθω να έρχονται. Και σε παρακαλώ εσύ  που όλα τα παιδιά του κόσμου προστατεύεις, προστάτεψε και τους γονείς τους, να μην ξανακλάψει άλλη μάνα όπως εγώ. Και οι Γερμανίδες μάνες είναι. Σαματις δεν πονούν το ίδιο όταν μαθαίνουν ότι ο άνδρας, το παιδί τους, ο πατέρας τους δεν θα γυρίσουν ποτέ, δεν θα τους σφίξουν στην αγκαλιά τους... Κάνε το θάμα σου Μεγαλόχαρη μου...»»
Έξω σκοτάδι σε μια νύχτα δίχως φως, σε άδειους δρόμους που είχαν απορροφήσει αίμα, σε μια Αθήνα, μία πόλη ελληνική πατρίδα της δημοκρατίας και μεγάλων προσωπικοτήτων έσκυβε ολοένα το κεφάλι στην ναζιστική σημαία. Στο τώρα που ζούσαν εκείνοι οι άνθρωποι, ήταν αδύνατο να πιστέψεις στα θαύματα καθώς ο Θεός έχει την δύναμη να συγχωρεί τις αμαρτίες των δημιουργημάτων Του αλλά όχι και να κατευθύνει τις σκέψεις των ανθρώπων προς μια σωστή ή λάθος επιλογή...
Και αυτή ακριβώς η ελευθερία επιλογής είναι η αιτία να κλαίνε μάνες σαν την Ελένη, να υποφέρουν παιδιά σαν την Ηρώ που κανέναν δεν είχε πειράξει, να πεθαίνουν άνθρωποι στους δρόμους, να θυσιάζουν τον εαυτό τους για να εξασφαλίσουν μια μπουκιά ψωμί. Γιατί? Γιατί ο κάθε άνθρωπος διαφέρει και κάποιοι επιλέγουν συνειδητά την κακή επιλογή αντλώντας ευχαρίστηση από τον όλεθρο που προκαλούν στον διάβα τους.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro