Κεφάλαιο 5
«Ρόζα; Ρόζα είσαι καλά;» ένιωσα τα χέρια του Ντιμίτρι να με ταρακουνάνε έντονα. Είχα ιδρώσει...«Είδες τον εφιάλτη;» με ρώτησε ανήσυχος μόλις είδε να ανοίγω τα μάτια μου.
«Ναι...» η φωνή μου έτρεμε.
«Τι έγινε αυτή την φορά;»
«Τα ίδια με πάντα...» του απάντησα.
«Τίποτα καινούργιο;» το σκέφτηκα για λίγο.
«Ναι... Μου είπε "Από πότε οι νεκροί δεν μπορούν να επιστρέψουν;"»
Ο Ντιμίτρι χλόμιασε. «Κάτι άλλο;»
«Όχι...» απάντησα αδύναμα. Με τράβηξε στην αγκαλιά του και με κράτησε σφιχτά εκεί έτσι μου ήταν πιο εύκολο να μπορέσω να ξανά κοιμηθώ χωρίς να διαταραχθεί ο ύπνος μου από κάποιον άλλο εφιάλτη.
Αργότερα την ίδια μέρα, είχαμε έναν απρόσμενο επισκέπτη.
«Λούκιους;» είπα έκπληκτη «Τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;» εκείνος χαμογέλασε σε μένα και στους φίλους μου και έδειξε την Σίντνεϊ.
«Εκείνη μου άνοιξε!» είπε κεφάτα.
«Δεν εννοώ αυτό!» σήκωσα το κεφάλι μου σε ένδειξη απόγνωσης.
«Ήρθα να σας δω παιδιά» είπε με αθώο ύφος.
«Και που βρήκες την διεύθυνση;» ρώτησε αυστηρά ο Ντιμίτρι, το ένστικτο του φύλακα μέσα του είχε ανάψει κόκκινο λαμπάκι ή μπορεί να ζήλευε ή και τα δύο.
«Εγώ του έδωσα την διεύθυνση» μπήκε στην συζήτηση ο Άντριαν «Σιγά, δεν είναι κάτι σοβαρό..» είπε ανασηκώνοντας τους ώμους του αδιάφορα.
«Κάτσε, σαν στο σπίτι σου» είπε η Σίντνεϊ στον Λούκιους χαμογελώντας του ευγενικά. Ο Ντιμίτρι από την άλλη έκανε ακόμα μια ερώτηση στον απρόσμενο καλεσμένο μας.
«Τι περιέχει μέσα αυτό που κρατάς;» και όντως, ο Λούκιους κρατούσε μαζί του μία μεγάλη τσάντα δώρου που δεν είχα προσέξει νωρίτερα.
«Α αυτό;» είπε δείχνοντας αδιάφορα την σακούλα που κρατούσε «Αυτό είναι για σένα!» είπε δείχνοντάς με και με πλησίασε. «Ορίστε!» είπε δίνοντας μου την σακούλα, του χαμογέλασα αμήχανα.
«Εμ, σε ευχαριστώ!» Άνοιξα την σακούλα και το στόμα μου κρέμασε στο πάτωμα. «Μα αυτό είναι...» ο Ντιμίτρι και οι υπόλοιποι με κοίταζαν περίεργα. Μέσα στην σακούλα βρισκόταν ένα πράσινο φόρεμα, στο χρώμα του νεφρίτη. Ήταν το φόρεμα που είχα δει τις προάλλες στην βιτρίνα του καταστήματος. «Δεν ξέρω τι να πω... Δεν έπρεπε...» είπα φανερά αμήχανη.
«Μα τι είναι;» ρώτησε γεμάτη απορία η Σίντνεϊ και εγώ της έδωσα διστακτικά την σακούλα. «Ουαου...Είναι πανέμορφο!» αναφώνησε η Σίντ μόλις είδε το περιεχόμενο.
«Μα τι είναι επιτέλους;» ρώτησε φανερά εκνευρισμένος ο Ντιμίτρι, τον πλησίασα και τύλιξα τα χέρια μου γύρω από το μπράτσο του.
«Ένα φόρεμα» είπε με ήρεμη φωνή ο Λούκιους.
«Τον πέτυχα σήμερα έξω από ένα κατάστημα ρούχων και με είδε να το κοιτάζω...» εξήγησα «Μα καλά, πως ήξερες τι νούμερο φοράω;» ρώτησα
«Το φαντάστηκα!» είπε εκείνος.
«Πολύ "φιλικό" εκ μέρους σου» του πέταξε ο Ντιμίτρι.
«Θα σου φέρω το χρηματικό ποσό που πλήρωσες για το φόρεμα αμέσως» είπα αλλά μου έκανε νόημα να σταματήσω.
«Είναι δώρο!»
«Μα είναι πολύ ακριβό!» ξανά είπα.
«Δεν σου κάνουν συχνά ακριβά δώρα;» είπε ρίχνοντας ένα βλέμμα γεμάτο αποδοκιμασία στον Ντιμίτρι.
«Είναι αγένεια να μην δεχτείς το δώρο του φίλου σου!» παραδέχτηκε ο Ντιμίτρι. Εγώ ήμουν έτοιμη να πω στον Λούκιους ότι δεν τον αφορά αυτό το ζήτημα αλλά αφού ο Ντιμίτρι φαινόταν ότι δεν θα του άνοιγε το κεφάλι γιατί λοιπόν να μην δεχτώ το όμορφο "δώρο" του Λούκιους;
«Καλά, θα το κρατήσω!» υποχώρησα.
«Εξαιρετικά!» χαμογέλασε.
Όταν ήρθε η ώρα για ύπνο έκανα ένα ζεστό μπάνιο και ξάπλωσα δίπλα στον Ντιμίτρι, εκείνος διάβαζε ένα βιβλίο όπως πάντα, το μυαλό του όμως φαινόταν να ταξιδεύει αλλού.
«Τι έχεις;» τον ρώτησα
«Τίποτα, όλα καλά» απάντησε χωρίς όμως να πάρει τα μάτια του από το βιβλίο. Αυτό έδειχνε ότι όντως κάτι συνέβαινε.
«Ντιμίτρι...» άφησε το βιβλίο και στράφηκε προς το μέρος μου, με κοίταξε με σοβαρό ύφος.
«Τι συμβαίνει με εσένα και τον Λούκιους;» ρώτησε τελικά.
Μα καλά τι έχει πάθει;
«Δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα με εμένα και τον Λούκιους, του έχω ξεκαθαρίσει ότι είμαι με εσένα -ή πιο σωστά ότι έχω σχέση- και εκείνος το σεβάστηκε -πιστεύω-».
«Ρόουζ» στην φωνή του άκουγα να διαγράφεται η κούραση «Αυτός ο άντρας ενδιαφέρεται για σένα και προσπαθεί να στο δείξει με κάθε δυνατό τρόπο. Αλλά αυτό το ξέρεις ήδη.»
«Δεν με νοιάζει τι θέλει αυτός, εγώ θέλω εσένα, μόνο εσένα. Μπορείς να το καταλάβεις;» του είπα κοιτάζοντας τον κατάματα. «Ντιμίτρι σ'αγαπώ!»
Ένωσε τα δάχτυλά του με τα δικά μου. «Συγνώμη, έχεις δίκιο, απλά δεν μου αρέσει να βλέπω άλλους άντρες να σε περιτριγυρίζουν. Σε θέλω αποκλειστικότητα» είπε φέρνοντας τα χείλη του στα δικά μου.
Ομολογώ ότι τον καταλαβαίνω, ούτε εμένα μου αρέσει να έχει επαφές με άλλες γυναίκες αλλά δεν μπορούμε να γίνουμε αντικοινωνικοί επειδή ζηλεύουμε. Εντάξει, ίσως εκείνος έχει ένα παραπάνω δίκιο να ζηλεύει γιατί ο Λούκιους κάνει τα αδύνατα δυνατά -από την μέρα που τον γνώρισα- για να τον προσέξω. Δεν λέω, είναι κούκλος, με όλη την σημασία της λέξης, και ναι, με ελκύει κάπως, όχι ερωτικά, δεν μπορώ να το προσδιορίσω αλλά είναι σαν να τον γνωρίζω.
«Σ'αγαπώ Ρόουζ» είπε ο Ντιμίτρι όταν λήξαμε το φιλί μας και επαναφέροντας με στην πραγματικότητα.
Πέρασαν περίπου ένας μήνας και δεν είχαμε νέα του Λούκιους, υπέθεσα ότι έχει φύγει από την πόλη ή έστω ότι παραιτήθηκε από μένα, αλλά για να πω την αλήθεια, είχα πιο σημαντικά θέματα να ασχοληθώ.
Τις τελευταίες δύο μέρες κυκλοφορούν πολλά στριγκόι τα βράδια, κάτι που ανησυχεί αρκετά και εμένα και τον Ντιμίτρι.
«Πρέπει να επικοινωνήσουμε το συντομότερο με τους ανώτερους!» Μου είχε πει όταν έγινε και η 5η επίθεση μέσα σε 2 μέρες.
«Έχεις δίκιο, αν θες μπορώ να πάω εγώ να τους μιλήσω από κοντά» του είχα προτείνει και φυσικά είχε αρνηθεί.
«Δεν πρόκειται. Εσύ θα κάτσεις στην έπαυλη με τον Άντριαν και την Σίντνεϊ, μέσα στην ασφάλεια των ασπίδων!»
Και αφού είδαμε και ότι την τρίτη μέρα συνεχιζόταν η επιδρομή των στριγκόι βάλαμε σε εφαρμογή το "σχέδιο" μας, ο Ντιμίτρι έφυγε για να ενημερώσει τους ανώτερους.
Είχα κάτσει δίπλα στην Σίντνεϊ που έβλεπε ένα σόου στην τηλεόραση, ενώ ο Άντριαν είχε κάτσει στον υπολογιστή και μίλαγε με την Τζιλ, την γλυκιά νυχτοφιλημένη φίλη μας, εκείνη ήταν ακόμα στην ακαδημία και έτσι δεν μπορούσε να είναι κοντά στον Άντριαν, κάτι που την στεναχωρούσε, το ίδιο και τον Άντριαν, πιστεύω όμως ότι η Σίντνεϊ ήταν κάπως ανακουφισμένη που δεν ήταν η μικρή νεαρή κοπέλα μέσα στα πόδια της, ήδη της ήταν δύσκολο να έχει έναν θεατή μέσα από το κεφάλι του Άντριαν, πόσο μάλλον να ήταν και κοντά ...
«Που αφαιρέθηκες πάλι μικρό νταμπίρ;»
Ο Άντριαν με έβγαλε από τις σκέψεις μου. «Δεν είναι κάτι σημαντικό!»
Με κοίταξε δύσπιστα. «Ας κάνω ότι σε πιστεύω!»
Πήρα το πιο αθώο μου χαμόγελο. «Αυτό να κάνεις αδερφούλη!»
«Βαρέθηκα να κάθομαι σπίτι..» παραπονέθηκε η Σίντνεϊ.
«Δεν έχουμε άλλη επιλογή Σιντ» είπα ήρεμα, εκείνη κατσούφιασε γιατί ήξερε ότι είχα δίκιο.
«Πηγαίνετε μία βόλτα, θα σας κάνει καλό!» πρότεινε ο Άντριαν που όπως πάντα ήταν στον κόσμο του.
«Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί...» του πέταξα, το πρόσωπο της Σίντνεϊ σκοτείνιασε ακόμα περισσότερο. Την δικαιολογώ, δεν είναι το πιο ωραίο πράγμα στον κόσμο να μένεις τόσες εβδομάδες σπίτι γιατί έξω κυκλοφορεί ένας μεγάλος αριθμός στριγκόι που κυνηγάει ανυποψίαστα θύματα. Παρόλο που γνώριζα τα αισθήματα της δεν μπορούσα να μην αντιδράσω σαν φύλακας.
«Συγνώμη αλλά αυτή η συζήτηση τελειώνει εδώ, δεν πρόκειται να πάμε πουθενά!»
Ακούω την εξώπορτα να χτυπάει και το σώμα μου παίρνει αμέσως επιθετική στάση, πάω διστακτικά και ανοίγω την πόρτα, για να αντικρίσω άλλη μία φορά το πρόσωπο του Λούκιους. Από το να ήταν κάποιο στριγκόι προτιμούσα τον Λούκιους.
«Γεια σου Ρόουζ» χαμογέλασε κεφάτα. Μα καλά που έβρισκε την διάθεση, και γιατί κυκλοφορούσε έξω εκθέτοντας τον εαυτό του σε κίνδυνο;
«Συνέβη κάτι Λούκιους; γιατί είσαι έξω όταν οι δρόμοι είναι γεμάτοι στριγκόι;» με κοίταξε φανερά δυσαρεστημένος από τα λόγια μου.
«Δεν πρόκειται να μείνω κλειδωμένος σε ένα χρυσό κλουβί γιατί αυτό θέλουν τα στριγκόι. Μπορώ και εγώ να γίνω επικίνδυνος για αυτά.» Τα λόγια του ήταν τόσο γελοία που με το ζόρι συγκρατήθηκα να μην γελάσω.
«Πολύ γενναίος δεν είσαι για μορόι;» τον πείραξα «Άντε πέρνα μέσα πριν σε μυριστεί κανένα στριγκόι και μετά πρέπει να σου σώσω το τομάρι!» Εκείνος γέλασε και μπήκε μέσα.
«Γεια σου Άντριαν, Σίντνεϊ!» είπε χαμογελαστός χαιρετώντας τους υπόλοιπους.
«Καλώς ήρθες!» του ανταπέδωσε ο Άντριαν ενώ η Σίντνεϊ χαμογέλασε ευγενικά σε ένδειξη χαιρετισμού.
Έκατσε στο καθιστικό συνεχίζοντας να χαμογελάει σε όλους μας καλοσυνάτα. Εγώ νιώθοντας την υποχρέωση ως φύλακας που ήμουν παρέμεινα όρθια, μέχρι τουλάχιστον να μάθουμε προς τι η επίσκεψη του Λούκιους. Δεν μου επιτρέπει η διαγωγή μου να κάτσω και εγώ, όχι όταν ένα άλλο μορόι ήταν στο σπίτι του αδερφού μου. Μπορεί να αποτελούσε κίνδυνο. Όσο φιλικός και να έδειχνε.
«Τι σε φέρνει από τα μέρη μας Λούκιους;» ρώτησε ανταποδίδοντας το χαμόγελο ο Άντριαν. Ο Λούκιους γύρισε και χάρισε σε μένα ένα άτακτο, παιχνιδιάρικο χαμόγελο και ξανά γύρισε στον Άντριαν.
«Σκέφτηκα να περάσω να σας δω! Αυτό είναι όλο.»
«Να "μας" δει...» μουρμούρισε η Σίντνεϊ κοιτάζοντας με, με πονηρό ύφος. Μου ήρθε να της ρίξω μπουνιά στον ώμο αλλά συγκράτησα αυτή την επιθυμία μου. Ο Λούκιους συγκράτησε το γέλιο του ενώ ο Άντριαν από την έκφραση που είχε όλοι καταλαβαίναμε ότι ήταν έτοιμος να βάλει τα γέλια, κάτι που παραδόξως δεν έκανε.
Φυσικά εγώ κράτησα την εικόνα του φύλακα. Ο Ντιμίτρι με είχε εκπαιδεύσει αρκετά καλά. Ντιμίτρι! Πόσο μου έλειπε αυτή την στιγμή.
«Για κάποιον λόγο θα βρίσκεσαι εδώ, πέρα από την επιθυμία σου να "μας" δεις» είπα όσο πιο πολιτισμένα γινόταν.
«Πράγματι.» Παραδέχτηκε. «Μπορεί να μπορώ να αμυνθώ από τα στριγκόι αλλά, ο αριθμός τους έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό και, όσο και αν δεν θέλω να το παραδεχτώ, πρέπει να προσέχω περισσότερο.» Εκείνη την στιγμή θυμήθηκα ότι ο Λούκιους δεν είχε δικό του φύλακα και φάνηκε να το συνειδητοποίησε και ο Άντριαν γιατί τον διέκοψε.
«Θες να σε φιλοξενήσουμε;!»
«Ναι φίλε μου!» είπε ο Λούκιους, κουνώντας καταφατικά το κεφάλι.
«Εε, για μισό λεπτό. Δεν είναι και πολύ καλή ιδέα να έχω να προσέχω δύο μορόι και έναν αλχημιστή σε αυτή την γειτονιά, μόνη μου.»
«Μα δεν θα είσαι μόνη σου!» Είπε ανέμελα ο Άντριαν.
«Ακριβώς! Αύριο από όσο ξέρω επιστρέφει ο Ντιμίτρι. Θα είστε δύο!» συμφώνησε η Σίντνεϊ με τον αγαπημένο της. Έχουν βαλθεί να μου σπάσουν τα νεύρα. Δοκιμάζουν την υπομονή μου. «Άλλωστε είσαι αρκετά ικανή να προσέχεις και τους τρεις μας!»
Αποφάσισα να φερθώ πολιτισμένα για άλλη μία φορά.
«Εάν θέλετε να τον φιλοξενήσετε για λίγο καιρό δεν θα φέρω αντίρρηση.»
«Κανονίστηκε λοιπόν!» Ο Λούκιους χαμογέλασε.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro