
Κεφάλαιο 15
Την επόμενη μέρα αφού ενημερωθήκαμε από μια κλήση της Έμμας ότι οι αναμνήσεις της είχαν πλέον επιστρέψει και ότι ο Γαβριήλ είχε δεχτεί να την φυλοξενήσει εκεί για μερικές μέρες κάναμε μία ανασκόπηση του σχεδίου μας και ξεκινήσαμε για την μεγάλη μάχη.
Ήμασταν έτοιμοι.
Το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή και όλα έδειχναν να κυλάνε όπως τα είχαμε υπολογίσει με την διαφορά ότι φάγαμε λίγο παραπάνω χρόνο με την μαγεία του πνεύματος στην αρχή και μετά λίγο με τα στριγκόι μέσα. Αυτό το καταλάβαμε απέξω γιατί ο Κρίστιαν άργησε αρκετά να ρίξει το τοίχο που είχε δημιουργήσει.
Πριν μπω μέσα χαιρέτησα με το βλέμμα μου τον αδερφό μου και την φίλη μου και ο καθένας πήρε τον δρόμο του.
Όταν μπήκα μέσα έτρεξα κατευθείαν προς τον Μέισον. Είχε πέσει στα γόνατα και ανάσαινε βαριά ενώ το χέρι του από τον ώμο μέχρι κάτω στον καρπό αιμογαρούσε. Κοίταξα απορημένη τον Κρίστιαν και ξανά στράφηκα προς τον Μέισον.
«Τι του συνέβη;» Απαίτησα να μάθω.
«Αναγκάστηκα να κάψω ένα στριγκόι ζωντανό που ήταν έτοιμο να αποκεφαλίσει εκείνη την στιγμή την Έμμα με αποτέλεσμα τα άλλα δύο στριγκόι πήγαν προς τον Μέισον και για ένα δευτερόλεπτο έχασε την ισορροπία του και τον γράπωσαν, ευτυχώς η Έμμα έτρεξε να τον βοηθήσει αλλιώς θα έχανε το χέρι του.» Μου εξήγησε βιαστικά ο Κρίστιαν. Εγώ έσκυψα και βοήθησα τον Μέισον να σηκωθεί.
«Πιστεύεις ότι μπορείς να βγεις έξω και να κάτσεις μόνος και να πας στον Άντριαν και την Λίζα;» Αμέσως σήκωσε το βλέμμα του προς εμένα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι.
«Δεν αφήνω το πόστο μου.»
«Μα δεν είσαι σε θέση να παλέψεις, το βασικό σου χέρι είναι σε άθλια κατάσταση..»
«Δεν πειράζει, έχω και άλλο χέρι.»
«Μέισον, σε παρακαλώ..» Εκείνη την στιγμή ο Κρίστιαν διέκοψε την μικρή μας διαφωνία.
«Μπορείς να τον θεραπεύσεις..» Είχε δίκιο, όντως μπορούσα να το κάνω. Πόση ενέργεια θα χρειαζόταν κάτι τέτοιο όμως; Αναστέναξα.
«Δεν ξέρω αν μπορώ..» παραδέχτηκα τελικά.
«Έξω δεν έχετε κάτι χρήστες πνεύματος; Να τον πάω σε εκείνους για να τον θεραπεύσουν;» γρύλισε η Έμμα που είχε αρχίσει να χάνει την υπομονή της. Εγώ κούνησα αρνητικά το κεφάλι και έπειτα έκλεισα τα μάτια συγκεντρώνοντας όλη μου την ενέργεια στο πληγωμένο χέρι του Μέισον.
«Δεν μπορούμε να τους εξαντλήσουμε περισσότερο.» Μουρμούρισα και σιγά σιγά το χέρι του Μέισον άρχισε να επουλώνεται.
«Θαύμα!» Αναφώνησε εκείνος που μέχρι τώρα δεν είχε ξανά δει κάτι τέτοιο. Εγώ χαμογέλασα αδύναμα μόλις το χέρι του είχε θεραπευτεί πλήρως και στράφηκα προς τους άλλους.
«Είστε έτοιμοι; Πάμε;»
Ένα ουρλιαχτό από το σαλόνι μας διέκοψε και εγώ πήγα μέχρι το πύρινο τείχος να δω τι συνέβαινε. Αυτό που κατάφερα να αντικρίσω μέσα από τις φλόγες μου πάγωσε το αίμα. Ο Τζάσπερ είχε κουλουριαστεί σε μία γωνία του δωματίου ενώ στον Ντιμίτρι είχαν χιμήξει 3 στριγκόι. Τα άλλα δύο ήταν ήδη νεκρά στο πάτωμα. Ολόκληρο το σώμα του ήταν σφιγμένο και έσταζε από τον ιδρώτα.
Το μόνο που είχε καταφέρει ο Τζάσπερ ήταν να φτιάξει το τείχος. Δεν βοηθούσε τον Ντιμίτρι γιατί τον είχε κυριεύσει ο φόβος. Εκείνη την στιγμή δεν ήξερα τι να κάνω. Από στιγμή σε στιγμή ο Λούκιους με τον Έντι θα έμπαιναν στο γραφείο του Γαβριήλ, δεν γινόταν να τους αφήσουμε μόνους όπως δεν γινόταν να αφήσω εγώ τον Ντιμίτρι μόνο.
«Φύγετε, προχωρήστε με το σχέδιο. Θα πάω να βοηθήσω τον Ντιμίτρι. Να προσέχετε, θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ.» Δεν περίμενα να ακούσω τις αντιρρήσεις που θα έφερνε η ομάδα μου, πήδηξα αμέσως στις φλόγες μπαίνοντας στο σαλόνι και κλοτσώντας με δύναμη το ένα από τα 3 στριγκόι που είχαν κυκλώσει τον Ντιμίτρι.
Κανείς μας δεν μίλησε. Πήραμε αμυντικές θέσεις, κολλήσαμε τις πλάτες μας παρατηρώντας κάθε κίνηση των στριγκόι. Το ένα πήγε να μου επιτεθεί όμως ο Ντιμίτρι μου έδωσε τα χέρια του για να πηδήξω στον αέρα κάνοντας μια τούμπα από την πίσω μεριά του στριγκόι και πριν γυρίσει το σώμα του το κοντάρι μου είχε διαπεράσει την καρδιά του.
Τώρα μας είχαν μείνει μόνο 2 στριγκόι. Και τότε ήρθε η στιγμή να κοιτάξω τον Ντιμίτρι, χωρίς να μιλήσω ήξερε τι θα έκανα.
Μια δυνατή φωτιά κύκλωσε τα δύο στριγκόι καίγοντας τα ζωντανά, εκείνα ούρλιαζαν σαν τρελά και ο Ντιμίτρι βρήκε το ανοιχτό σημείο που έψαχνε.
«Μα τι στο καλό. Ο αντιπερισπασμός του Άντριαν και της Λίζας δεν έπιασαν;» τον ρώτησα μόλις τελειώσαμε.
«Έπιασε μόνο στα δύο πρώτα στριγκόι, τα άλλα το κατάλαβαν σχεδόν αμέσως οπότε έπεσαν όλα πάνω μου εφόσον είδαν τον Τζάσπερ σε αυτή την κατάσταση.» Το βλέμμα του μου έδειξε το νεαρό μορόι που έτρεμε -στην ίδια γωνία με πριν- σαν το ψάρι.
Δεν δώσαμε συνέχεια στην συζήτηση, ρίξαμε και οι δύο μια κλεφτή ματιά προς την μητέρα μου που ακόμα παλεύε με τα δικά της στριγκόι και τον Στέφαν να προσπαθεί όσο μπορεί να την βοηθήσει. Πήραμε τον Τζάσπερ μαζί μας και κατευθυνθήκαμε προς το γραφείο του Γαβριήλ.
Η Έμμα, ο Κρίστιαν και ο Μέισον μας περίμεναν απέξω.
«Τι έγινε,γιατί δεν μπήκατε;» τους ρώτησα γεμάτη απορία.
«Φαίνεται ότι η Μία δυσκολεύεται να φτιάξει την γέφυρα ακόμα.»
Η αλήθεια είναι ότι με την μάχη δεν πρόσεχα καθόλου τι έλεγε η κάθε ομάδα στα μικρόφωνα της έτσι δεν είχα προσέξει και αυτό για την Μία.
«Μπείτε όταν ακούσετε το σήμα μου, πάω να βοηθήσω. Κράτα το τείχος Κρίστιαν.» Ο Κρίστιαν κούνησε καταφατικά το κεφάλι ενώ ο Ντιμίτρι με κοίταζε ανήσυχος. Τα χείλη του σχημάτισαν μία λέξη.
«Θα εξαντληθείς.»
Ήξερα ότι δεν θα άντεχα. Είχα ήδη σπαταλήσει πολύ ενέργεια για να δημιουργήσω τις οφθαλμαπάτες, να παλέψω και να θεραπεύσω το χέρι του Μέισον αλλά δεν μπορούσα να μην βοηθήσω την Μία.
Μόλις με είδε η Μία να τους πλησιάζω έσκυψε το κεφάλι.
«Συγνώμη..» μουρμούρισε αδύναμα. «Δεν μπορώ να το φτάσω μέχρι πάνω..»
«Πιστεύεις ότι το άλλο κομμάτι θα το φέρεις εις πέρας; με τις μπάλες νερού και τον πάγο;» η φωνή μου ήταν ήρεμη, δεν ήθελα να την ταράξω.
«Ναι, απλά δεν μπορώ να παγώσω ολόκληρη γέφυρα νερού..» Κούνησα το κεφάλι και χτύπησα απαλά τον ώμο της.
Συγκέντρωσα όση ενέργεια μου είχε απομείνει και ξαφνικά πέτρες από το χώμα άρχισαν να σχηματίζουν μια μικρή γεφυρούλα -κάτι σαν γεφυρούλα- και έτσι ο Λούκιους, εγώ και ο Έντι αρχίσαμε να ανεβαίνουμε προς το μπαλκόνι.
Αυτό ήταν. Και οι δύο ομάδες μπουκάρανε μέσα στο γραφείο.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro