Κεφάλαιο 9
Όταν -ξανά- ξύπνησα και είδα τι ώρα ήταν τινάχτηκα από το κρεβάτι «Διάολε, θα αργήσω» πέταξα τα βρώμικα ρούχα που φορούσα και μπήκα για μπάνιο.
Αφού βγήκα από το μπάνιο στέγνωσα τα μαλλιά και σιγουρεύτηκα με μια ματιά στον καθρέφτη ότι το κολιέ δεν ήταν της φαντασίας μου.
Έπειτα φόρεσα το φόρεμα και τις γόβες. Το μακιγιάζ μου περιλάμβανε μόνο κόκκινο κραγιόν και μαύρη μάσκαρα.
Τα μαλλιά μου τα άφησα κάτω -όπως άρεσαν στον Ντιμίτρι- και τα βούρτσισα πολύ καλά για να βεβαιωθώ πως θα διατηρηθούν ίσια.
Άνοιξα το κινητό μου και είδα ότι είχα μήνυμα από τον Άντριαν.
«Που είσαι μικρό μου νταμπίρ; δεν θες να αργήσεις, πίστεψε με» του απάντησα αμέσως.
«Σόρρυ με πήρε ο ύπνος, έρχομαι!» η απάντηση ήρθε γρήγορα.
«Έγινε :)».
Άρχισα να κατεβαίνω δύο - δύο τις σκάλες τρέχοντας για να προλάβω να πάω στην αίθουσα χορού και στο τελευταίο σκαλοπάτι οι γόβες μου με πρόδωσαν. Mου γύρισε το πόδι και παραλίγο να πέσω αλλά δυο χέρια με κράτησαν προστατευτικά στην αγκαλιά τους. Δεν χρειαζόταν να δω το πρόσωπο του σωτήρα μου για να καταλάβω ποιος ήταν.
«Ντιμίτρι!» χαμογέλασα. Με επεξεργάστηκε για λίγο από πάνω μέχρι κάτω και μετά με άφησε να σταθώ στα πόδια μου -και ευτυχώς μπορούσα να σταθώ όρθια-.
«Είσαι ο φύλακας άγγελος μου» αστειεύτηκα.
«Όντως» μου χαμογέλασε.
Ξεκινήσαμε να προχωράμε προς την αίθουσα χορού παρέα.
«Είχες βάρδια;» τον ρώτησα.
«Ναι, πριν λίγο τέλειωσα» μου απάντησε.
«Τελικά όντως έχω φύλακα άγγελο ε;» γέλασε.
«Ίσως».
Μόλις μπήκαμε στην αίθουσα χωριστήκαμε -πήγε στην αντίθετη κατεύθυνση από εμένα-. Άκουσα μια γνώριμη φωνή πίσω μου να με φωνάζει.
«Ρόουζ!».
«Σιντ!» της χαμογέλασα πλατιά και την πλησίασα χαρίζοντας της μια αγκαλιά «Είσαι πανέμορφη» της είπα.
«Υπερβάλλεις όπως ο αδερφός σου» είπε κοκκινίζοντας λίγο.
«Αλήθεια που είναι αυτός;» την ρώτησα.
«Πήγε να πάρει ποτό» είπε κοιτάζοντας το ταβάνι με απελπισμένο ύφος «Κλασικός Άντριαν» είπα και ξεσπάσαμε και οι δύο σε γέλια.
«Μιας και μιλάμε για ομορφιά.. Είσαι θεά απόψε» είχα ξεχάσει τι φορούσα μέχρι που το ανέφερε η Σιντ.
«Είμαι υπερβολική;» την ρώτησα.
«Όχι, σου πάει πολύ. Βγάλε την ζακέτα και χαλάρωσε, δείξε σε όλους τι κούκλα είσαι» γέλασα για λίγο, ποτέ δεν περίμενα να ακούσω αυτά τα λόγια από την -σεμνή- Σίντνεϊ. Την άκουσα και έβγαλα την ζακέτα και κάτσαμε σε μια γωνία και μιλούσαμε.
Λίγο αργότερα μας πλησίασε ένα αγόρι.
«Πω, πω».
«Χευ Μέισον».
«Πόσο ηλίθιος είναι ο Κρίστιαν που σε είχε και σε άφησε για να πάει στην Λίζα, είσαι κουκλάρα» χαμογέλασα και του έδωσα μια απαλή μπουνιά στον ώμο. Πράγματι, όσο εγώ έκανα προπονήσεις με τον Ντιμίτρι ο Κρίστιαν με την Λίζα ήρθαν πολύ κοντά, δεν με πείραξε καθόλου μιας και ήθελα άλλον.
«Ποτέ δεν ήμασταν "μαζί" με όλη την σημασία της λέξης» είπα ήρεμα.
«Μικρο μου νταμπίρ προβλέπω να έχουμε θύματα απόψε» είπε ο Άντριαν που είχε έρθει όσο μιλάγαμε με τον Μέισον «Με την αποψινή σου εμφάνιση βλέπω να έρχεται μια διμοιρία αντρών να μου ζητήσουν το χέρι σου.»
«Να είσαι σίγουρος» του είπα και η μικρή μας παρέα ξέσπασε σε χαχανητά. Ήμουν έτοιμη να πάω να χορέψω με τον Μέισον όταν η Σίντνεϊ μας έκοψε.
«Θα θέλαμε να σου πούμε κάτι με τον Άντριαν πριν πάτε να χορέψετε.» Ο Μέισον στάθηκε εκεί και περίμενε να τελειώσει η Σίντεϊ και ο Άντριαν αυτό που ήθελαν να μου πουν.
«Την Δευτέρα θα πάμε εκδρομή -δηλαδή σε τρεις μέρες-» ολοκλήρωσε ο Άντριαν.
«Αυτό είναι υπέροχο, χαίρομαι για σας παιδιά» μου χαμογέλασαν και οι δύο, και έπειτα έστρεψε ο ένας την προσοχή του στον άλλο ενώ εγώ με τον Μέισον πήγαμε στην πίστα.
Αφού τελείωσε και το τραγούδι μας βρήκαμε την υπόλοιπη παρέα και αράξαμε μαζί τους. Πέρασε λίγη ώρα και μετά ο Έντι είπε κάτι άκυρο μέσα στην συζήτηση μας και έδειξε διακριτικά εκεί που καθόταν τώρα ο Ντιμίτρι.
«Αυτός που σε κοιτάει εκεί ο Μπέλικοφ δεν είναι;» τόση ώρα ούτε που τον είχα προσέξει μέσα σε όλο αυτό τον χαμό, αλλά, όπως ήταν φυσικό, εκείνος με είχε προσέξει. Τον είδα που με παρατηρούσε και αμέσως θυμήθηκα το κόκκινο φόρεμα που φορούσα, τα μάγουλα μου βάφτηκαν κόκκινα. Τόσο καιρό προσπαθώ να κοροϊδέψω τον εαυτό μου. Λέω συνέχεια ότι δεν είμαι ερωτευμένη με τον Ντιμίτρι αλλά αυτό είναι ψέμα, είμαι ερωτευμένη μαζί του -και αυτό είναι λάθος-.
Πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Ναι, αυτός είναι. Με συγχωρείτε λίγο» είπα και κατευθύνθηκα προς το μέρος του Ντιμίτρι.
«Γεια σου σύντροφε» του χαμογέλασα.
«Είσαι εκθαμβωτική» μου χαμογέλασε γλυκά και ένιωσα τα μάγουλα μου να παίρνουν φωτιά.
«Μπα..Όλοι με κοιτάνε περίεργα» αστειεύτηκα.
«Μάλλον τους έχεις μαγέψει» είπε. Καλά να με πεθάνει θέλει; τι είναι όλα αυτά;
«Λοιπόν που είναι ο Ντιμίτρι και τι του έκανες;» προσπάθησα να φανώ αστεία και εκείνος κρατήθηκε με το ζόρι για να μην γελάσει και μετά εξέτασε για λίγο τον χώρο γύρω μας σκεπτικός. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα μίλησε.
«Ακολούθησε με» τον κοίταξα γεμάτη περιέργεια «Με εμπιστεύεσαι;» συνέχισε. Διστακτικά, κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά και τον ακολούθησα. Δεν πήγαμε μακριά απλώς βγήκαμε στην αυλή
«Δεν περίμενα ότι θα ακούγεται και εδώ έξω η μουσική» σχολίασα και αμέσως μετά πρόσεξα ότι κανείς άλλος δεν ήταν έξω -μόνο εμείς-.
«Χορεύουμε;» τα λόγια του με χτύπησαν κατακέφαλα, δεν πίστευα στα αυτιά μου. Σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου για να κρύψω την αμηχανία που με είχε κυριεύσει.
«Επιμένω» είπα απαλά «Ποιος είσαι και τι έκανες στον Ντιμίτρι;» εκείνος χαμογέλασε φανερά ικανοποιημένος που με είχε πιάσει απροετοίμαστη.
«Θες να χορέψουμε ή να γίνω πάλι ο Ντιμίτρι που αναφέρεις τόση ώρα;» άπλωσε το χέρι του προς το μέρος μου, στην αρχή δίστασα αλλά μετά του έδωσα το χέρι μου και εκείνος με τράβηξε κοντά του. Και έτσι ξεκίνησε το παραμύθι.
Χόρευα με τον Ντιμίτρι και ήμασταν τόσο κοντά.
«Τι είναι όλα αυτά;» τον ρώτησα, καθώς το μυαλό μου δεν μπορούσε να δεχτεί όσα συνέβαιναν.
«Είχα να χορέψω πολύ καιρό, αυτό είναι όλο» μου απάντησε, τον κοίταξα έντονα «και επειδή τα πάμε καλά σκέφτηκα ότι ήταν καλή ιδέα να χορέψουμε λίγο» συνέχισε.
«Μα εσύ με όλους τα πας καλά» είπα εγώ.
«Κανείς όμως δεν με καταλαβαίνει όπως εσύ.»
Δεν μιλήσαμε άλλο, απλά συνεχίσαμε να χορεύουμε -πολύ- κοντά ο ένας στον άλλο και δεν ξέρω πόσα τραγούδια είχαν περάσει ενώ εμείς χορεύαμε κοιτάζοντας ο ένας μέσα στα μάτια του άλλου. Όταν τραβηχτήκαμε ένιωσα σαν να είμαι ένα μωρό που του παίρνουν την πιπίλα μέσα από το στόμα. Ρίξαμε μια έντονη ματιά μεταξύ μας.
«Πες μου. Τι σε προβληματίζει;» με ρώτησε.
Τον πλησίασα αρκετά κοντά και σήκωσα το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω στα μάτια -ακόμα και με τα τακούνια παρέμενα πιο κοντή από εκείνον-.
«Γιατί τα κάνεις όλα αυτά για μένα;» τον ρώτησα ευθέως.
«Σου έχω πει.» Άρχισε να βράζει θυμός μέσα μου πάλι.
«Κάτι υπάρχει που δεν μου λες, το νιώθω. Δεν είμαι χαζή» επέμεινα.
«Μα δεν είπα ποτέ ότι είσαι χαζή»
«Έτσι μου φέρεσαι όμως» η φωνή μου είχε ραγίσει και ο Ντιμίτρι το κατάλαβε γιατί έσφιξε το χέρι μου.
«Ρόουζ..» τράβηξα το χέρι μου από το δικό του και απομακρύνθηκα.
«Ξέρεις κάτι; Δεν έχει σημασία» έφυγα χωρίς να κοιτάξω πίσω μου.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro