Κεφάλαιο 30
~Ντιμίτρι~
«ΟΧΙΙΙ» ούρλιαξα όταν είδα την Ρόζα να πέφτει νεκρή στο πάτωμα.
Ο Νίκλαους με άφησε και έτρεξα αμέσως στο πλευρό της.
Αγκάλιασα σφιχτά το νεκρό της σώμα που ήταν γεμάτο αίματα.
Ήθελα απελπισμένα να την φέρω πίσω, να μου πουν πως όλα αυτά είναι ένα ψέμα.
Ο Ελάιτζα έκανε μερικά βήματα πίσω για να με αφήσει να την "αποχαιρετήσω".
Ήθελα να τους σκοτώσω αυτή την στιγμή για αυτό που έκαναν.
Ήξερα όμως ότι αν επιχειρούσα κάτι τέτοιο τώρα η θυσία της Ρόουζ θα ήταν ακόμα πιο άδικη.
Η Ρόουζ..η Ρόουζ θυσιάστηκε για εμένα, δεν έπρεπε.
Εγώ είμαι αυτός που θα έπρεπε να την φροντίζει και να την προστατεύει.
«Σ'αγαπώ» ψιθύρισα στο αυτί της και φίλησα τα ματωμένα χείλη της.
«Φύγε» με πρόσταξε ο Νίκλαους.
Σηκώθηκα και τον πλησίασα με το κοντάρι στα χέρια μου.
Ο Ελάιτζα μπήκε κατευθείαν στην μέση.
«Δεν θα το έκανα στην θέση σου» με προειδοποίησε.
«Θα το πληρώσετε αυτό που κάνατε» το προσωπείο που πάντα διατηρούσα είχε χαθεί πια.
Το πρόσωπό μου πρόδιδε τον πόνο και την οργή που ένιωθα μέσα μου.
Ο Νίκλαους γέλασε «Δεν είσαι τόσο ικανός! Άσε που την δεδομένη στιγμή δεν μπορείς να νικήσεις τους δύο μας.. πόσο μάλλον τους τρεις μας!» συνέχισε ικανοποιημένος δείχνοντας την Ρόουζ.
«Αμφιβάλλω αν μπορεί καν να την πολεμήσει, την αγαπάει!» είπε ο Ελάιτζα και το πρόσωπό του συσπάστηκε στα επόμενα λόγια του.
«Τώρα θα καταλάβει από πρώτο χέρι πως γίνεται ένα νταμπίρ να αγαπά...ένα στριγκόι!»
Δεν ήξερα τι να κάνω, ήταν από τις λίγες φορές στην ζωή μου που δεν μπορούσα να σκεφτώ καθαρά.
«Φύγε» με πρόσταξε με βροντερή φωνή ο Ελάιτζα κοιτάζοντας με στα μάτια και το σώμα μου άκουσε αυτή την εντολή, το μυαλό μου ήθελε να μείνει και να πολεμήσει αλλά το σώμα μου είχε ήδη αρχίσει να απομακρύνεται. Ήξερα τι έκανε ο Ελάιτζα, μου ασκούσε υποβολή για να φύγω πριν το μετανιώσει ο αδερφός του και με σκοτώσει, ήθελε όντως να τηρήσει την υπόσχεση που είχε δώσει στην Ρόουζ.
Αυτή την στιγμή βρισκόμουν μαζί με τον Άντριαν, είχε χλωμιάσει και το πρόσωπο του έδειχνε χλωμό και φώναζε σαν τρελός.
«Δεν είναι δυνατόν, μα καλά είσαι τόσο ανίκανος;» Είχε δίκιο, θα μπορούσα να είχα κάνει κάτι.
«Εσύ φταις για όλα» συνέχισε τις κατηγορίες εναντίον μου αλλά το χειρότερο είναι ότι μου έλεγε όσα σκεφτόμουν εγώ ο ίδιος για τον εαυτό μου. Έριχνα συνεχώς τις ευθύνες στον εαυτό μου, ειδικά για αυτό το ζήτημα. Η Ρόουζ δεν θα ήθελε να το κάνω αυτό όμως αν δεν είχαμε πάει εκεί, αν ήμουν πιο δυνατός.. Όχι, όχι δεν πρέπει να σκέφτομαι έτσι. Η Ρόουζ θα ήθελε να σκέφτομαι όλες τις όμορφες στιγμές που περάσαμε στην Ρωσία και όχι τις χειρότερες αλλά μου είναι αδύνατον να πάψω να το σκέφτομαι.
«Συγνώμη. Πραγματικά λυπάμαι. Πολύ.» του είπα για πολλοστή φορά.
«Έχεις δίκιο, εγώ φταίω για αυτό που της συνέβη» είπα.
«Φυσικά και φταις εσύ!» επανέλαβε ο Άντριαν.
Όταν πια οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν και σωριάστηκε στον καναπέ δίπλα στην Σίντεϊ και εγώ τους αφηγήθηκα όλη την ιστορία.
Τους είπα στο τέλος ότι υποσχέθηκα στην Ρόουζ να την βρω και να δώσω ένα τέλος στο μαρτύριο της.
Η Σίντνεϊ που μέχρι εκείνη την ώρα είχε μείνει σιωπηλή τελικά πήρε τον λόγο «Υπάρχει και άλλος τρόπος...» είπε δειλά.
Εγώ και ο Άντριαν την κοιτάξαμε με μεγάλο ενδιαφέρον.
«Υπάρχει τρόπος να την επαναφέρεις στην ζωή..» ολοκλήρωσε τα λόγια της.
~Ρόουζ~
Όλα είναι τόσο καινούργια για μένα. Είναι σούπερ!
Ο νους μου είναι καθαρότερος από ποτέ και οι αισθήσεις μου αυξημένες.
Αυτή την στιγμή βρίσκομαι σε ένα πολυτελές σπίτι, στο δωμάτιο μου.
Θυμάμαι εκείνη την φράση που είχα πει τότε στον Ντιμίτρι και δεν μου προκαλεί κανένα συναίσθημα "Και στο πιο πολυτελές μέρος του κόσμου να είσαι, αν δεν είσαι με αυτόν που αγαπάς το μέρος χάνει την αξία του."
Έξω είναι νύχτα αλλά χάρης τα μάτια μου βλέπω σαν να ήταν μέρα.
Είναι όλα τόσο έντονα, το ίδιο έντονη είναι και η δίψα μου..
Μα γιατί ο λαιμός μου είναι τόσο ξερός;
Δεν ξέρω πόση ώρα βρίσκομαι σε αυτό το δωμάτιο αλλά δεν με νοιάζει ιδιαίτερα. Ξάφνου ακούω βήματα να πλησιάζουν σαν προειδοποίηση ότι η πόρτα σύντομα θα χτυπήσει και όντως.
Λίγα δευτερόλεπτα η πόρτα χτυπάει και χωρίς να περιμένει απάντησει μπαίνει στο κατώφλι του δωματίου ο Ελάιτζα «Πως νιώθεις;» με ρωτάει.
«Τέλεια, αλλά διψάω πολύ!» παραδέχτηκα.
Εκείνος μου χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο αποκαλύπτοντας τους κοφτερούς του κυνόδοντες. Πως γίνεται ένα χαμόγελο που πριν μία μέρα το έβλεπα αποκρουστικό τώρα να μου φαίνεται διαβολεμένα σέξι.
Ακούω να λέει κάτι στα ρώσικα και να κάνει στην άκρη για να μπει μέσα μία κοπέλα. Η κοπέλα μπήκε διστακτικά μέσα και με πλησίασε. «Ορίστε!» είπε ο Ελάιτζα δείχνοντάς την μου.
Ήξερα τι έπρεπε να κάνω «Ωραία!»
Λίγες στιγμές αργότερα η κοπέλα βρισκόταν σωριασμένη στο πάτωμα -δυστυχώς όχι νεκρή- και εγώ βρισκόμουν σταυροπόδι καθισμένη στην πολυθρόνα μου με τον Ελάιτζα να κάθεται στην άκρη της πολυθρόνας και να γέρνει από πάνω μου.
Εκείνος ήταν που με είχε εμποδίσει να πιω όλο το αίμα της κοπέλας κάτι που δεν με ευχαριστούσε ιδιαίτερα. Έπιασε μια τούφα από τα μαλλιά μου και την τύλιξε επιδέξια γύρω από το δάχτυλό του, αυτό για κάποιον λόγο μου θύμισε τον Ντιμίτρι.
«Είσαι δελεαστική» μου λέει ήρεμα.
Τον κοιτάζω έντονα και χαμογελάω «Ναι ε; και εσύ δεν πας πίσω!» του ανταπέδωσα το σχόλιο.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro