Εισιτήριο Αναμονής
Όταν σε γνώρισα, περνούσα μια κρίση στο κεφάλι μου. Είχε λίγη φασαρία και εγώ είχα λίγη υπομονή.
Ξέρεις πως όταν σε γνώρισα σκέφτηκα πως ήσουν αυτό που για πολύ καιρό αναζητούσα; Ούτε μια κραυγή δεν ήταν αρκετή για να εκφράσω με λόγια αυτά που έγραφα με λέξεις.
Ήταν λες και φώναζα για καιρό, η φωνή μου βραχνιασμένη, η διάθεσή μου διαλυμένη και εσύ απλά ήρθες χαλαρός, λες και δεν σε έψαχνα, λες και δεν σε έχανα ξανά και ξανά.
Εγώ σπούδαζα Αθήνα και εσύ δεν ήσουν κοντά μου. Στο Ναύπλιο έτρεχες και έπαιζες και έτρωγες και κάθε 'και' δικό σου. Εγώ είχα την πρόσκληση από την φίλη μου να έρχομαι όποτε θέλω. Ερωτευμένη με την πόλη ήμουν από τα 15, θα ερχόμουν ξανά και ξανά για αυτήν.
Μέχρι που συνειδητοποίησα πως ερχόμουν και για εσένα, κυρίως για 'σενα, που σε βρήκα στην πόλη που λάτρευα, μες στα χρώματα που σε μάγευαν.
Το λέω ερωτικό γράμμα αυτό γιατί είμαι μελό και θα ήθελα να λέω πως έγραφα τέτοια για εσένα. Όχι για να τα διαβάσεις εσύ, αλίμονο, αλλά για να τα κλέβεις από τα χέρια μου και μετά να μου τα πετας πίσω γιανα στα διαβάσω. Πάντα λες πως όταν γράφω για εσένα, οι λέξεις μου αλλάζουν. Αλλάζουν σχήμα, χρώμα -γιατί πάντα γράφω με το αγαπημένο μου στυλό- και πάντα κρύβουν αυτό το μισό χαμόγελο όταν το λάκακι μου σφραγίσεις τις στιγμές που σου πετάω χαμόγελα.
Μεγάλος μπελάς είσαι ρε αγάπη μου.
Τώρα σου χαμογελάω που σου διαβάζω τις λέξεις και εσύ ρίχνεις το πρόσωπό σου στο μαξιλάρι, λες και δεν ψοφάς να με ακούς να διαβάζω. Λες και δεν με ερωτεύτηκες σε μια βιβλιοθήκη, λες και δεν με φίλησες πάνω από ένα βιβλίο, λες και εγώ δεν σου αφιέρωσα ένα βιβλίο από κάθε ράφι της βιβλιοθήκης μου και λες και εσύ δεν αγάπησες κάθε λεπτό όσο ανταποκρινόσουν σε μια οφθαλμαπάτη μιας κοπέλας που αγαπάει μέχρι τα σύννεφα.
Λίγο τεμπέλικα με ακολουθούσες κάθε φορά που φορούσα τις βαλίτσες μου για να επιστρέψω στην Αθήνα. Σε άκουγα που μου ψιθύριζες πως τούτη η πόλη μας χωράει και τους δυο. Και μετά έβλεπα τα μηνύματά σου, ακριβώς δύο λεπτά αργότερα να μου λένε θα μου λείψεις μέχρι το επόμενο σαββατοκύριακο που εντελώς τυχαία θα ερχόμουν ξανά στην πόλη μας.
Να σου πω κάτι; Όλοι ξέρουν ότι είμαι ερωτευμένη. Είναι ένα θαύμα το πώς έχω καταφέρει να το εξηγήσω κατάλληλα. Ενώ εσύ απλά με καταλαβαίνεις. Σου εξηγώ μια εικόνα και με κοιτάζεις προσεκτικά, προσηλωμένος γαμώτο, και σκέφτομαι πως ίσως φταίει η φωνή μου και ίσως μιλάω πολύ.
Μου το βουλώνεις όταν μου λες πως σκεφτόσουν το ίδιο πράγμα πριν μέρες.
Οπότε όταν γράφω ένα μήνυμα και το σβήνω πενήντα φορές, μου λες και εγώ σε αγαπάω.
Δεν είμαι έξυπνη, αλλά μερικές φορές λέω πως είμαι. Κουνάς το κεφάλι σου αν είσαι δίπλα μου, μουρμουρίζεις αν είσαι στο τηλέφωνο. Στην σιωπή της στοργής κρύβεις αίσθημα πιο σμιλεμένο από κάθε δικό μου.
Και ζηλεύω γιατί σε βλέπω μόνο τα Σάββατα και ποτέ τίποτα δεν είναι αρκετό.
Μπορείς να φυλάξεις πολλά Σάββατα στην καρδιά σου πριν την αφήσεις να εκραγεί;
Πίσω πάλι εδώ, σε έναν λαβύρινθο που δημιουργώ μόνο εγώ. Αν ήξερα που πήγαινα, πάλι δεν θα έτρεχα γιατί τις αδυναμίες μου έχω μάθει να τις φοράω διακριτικά στο όνομα του εγωισμού.
Μα και εσύ ρε αγάπη μου, τι έχεις πάθει πια; Έχω ξεχάσει πως είναι να ξεχνάω όσους αγάπησα. Την απελπισία έχω καιρό να την δω.
Λίγο μπερδεμένα τα λέω, μισό λεπτό.
Στο βάθος μιας αφιέρωσης, σου έχω χαρίσει μια θάλασσα. Και στις υπογραφές κάτι πασαλείμματα κραγιόν, αυτά που άφησες να κρέμονται όταν σταμάτησες να με φιλάς.
Και σε ρωτάω πόσο σε αγαπάω, μπας και μπορείς να μετρήσεις την αγάπη μου αφού την βλέπεις καλύτερα από εμένα. Τυφλή γίνομαι για εσένα κι ας βλέπω μόνο εσένα.
Κάπου σε μια πόλη που δεν μου ανήκε σε είδα να πίνεις λεμονάδα και μου γλύκανες την μέρα, ίσως τον μήνα, ίσως ολόκληρο το φοιτητικό εξάμηνο.
Μου χαμογέλασες και με ρώτησες αν χάθηκα γιατί κρατούσα μια βαλίτσα.
Στην φίλη μου πήγαινα, σε εσένα κατέληξα.
Ω φοιτητικέ μου έρωτα.
Σε κράτησα αθάνατο στα χαρτιά μου, αυτά που κράτησα, όσα μου άφησες. Γιατί αθάνατη ήμουν και εγώ.
Τώρα είμαι φοιτήτρια και το ρομαντικοποιω, οκει;
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro