Κεφάλαιο 11
Είχαμε φύγει από το σπίτι του Χρήστου και περιφερόμασταν στον δρόμο. Δηλαδή, η Ηρώ ήταν ακόμα νευριασμένη και έφυγε αμέσως από το σπίτι, κι έτσι έτρεξε ο Θωμάς από πίσω της. Αναγκαστήκαμε κι εμείς να τους ακολουθήσουμε χωρίς κουβέντα.
"Κοίτα εκεί.." μουρμούρισε ο Χρήστος. "Σαν να του έχει βάλει λουρί. Όλο από πίσω της είναι"
Τον βλέπαμε να την κυνηγάει προσπαθώντας να σταματήσει. (Η οποία, παρεμπιπτόντως είχε τρέξει ενάμισι τετράγωνο με τακούνια και δεν την εμπόδισαν καν) Η φωνή του είχε ίχνη ανησυχίας και θυμού μαζί, ήταν δηλαδή σαν να ήθελε να την βρίσει που τον άφησε αλλά από την άλλη φοβόταν μην της πει τίποτα κακό και φύγει εντελώς.
Δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Χαμογέλασα και άφησα ένα μικρό γελάκι.
"Τι γελάς;" με ρώτησε ενοχλημένος ο Χρήστος.
"Απλώς..Δεν ξέρω.. Ταιριάζουν;"
Ο Χρήστος αναστέναξε πιο δυνατά απ'ότι χρειαζόταν. Δεν ήθελε με τίποτα να βλέπει τον Θωμά μαζί της, ο επειδή την Ηρώ δεν την πήγαινε καθόλου, ακόμη κι ό,τι είχε σχέση μ'αυτη.
Ο Λεωνίδας μου χαμογέλασε συμπονετικά και κούνησε το κεφάλι. Παρ'όλο που διαφώνησε μαζί μου, τουλάχιστον δεν αντέδρασε τόσο άσχημα όπως ο Χρήστος. Πώς γίνανε αυτοί οι δύο φίλοι, δεν ξέρω.
"Πιστεύω πως είναι υπέροχοι ο ένας για τον άλλο" μίλησε ξαφνικά η Εύα, γεμάτη ειρωνία.
Ήταν προφανές ότι σιχαινόταν το ζευγάρι. Ειδικά την Ηρώ, η οποία είχε την καρδιά του Θωμά στα χέρια της.
Δεν μίλησα. Δεν ήξερα τα όρια της, όπως ξέρω της Ηρώς και του Θωμά. Και σίγουρα δεν θέλω να δοκιμάσω να μάθω.
Ευτυχώς, δεν χρειάστηκε να μιλήσω γιατί πετάχτηκε ο Λεωνίδας.
"Ζηλεύουμε;" είπε, με ένα χαμόγελο. Την πείραζε, αλλά αυτή βιάστηκε να απαντήσει απότομα.
"Απλώς δεν καταλαβαίνω τι έχει αυτή που δεν έχω εγώ. Γιατί σε μένα φέρεται άσχημα αλλά σε αυτήν όχι;" σταύρωσε τα χέρια της και τα μάτια της ήταν καρφωμένα στο ζευγάρι.
Παρόλο που ήθελα να ανοίξω το στόμα μου και να μιλήσω, δεν το έκανα. Δεν ήθελα να ξεκινήσω τίποτα. Ήθελα να δώσω μία καλή εντύπωση. Ήθελα να της δείξω ότι έχω καλούς τρόπους, ότι είμαι η γλυκιά,καλόκαρδη της παρέας. Ότι θέλω να τους βοηθάω όλους. Από την άλλη, η Εύα μπορεί όσο θέλει να το παρακάνει και να γίνει μεγάλο βάρος στην παρέα. Όπως άλλωστε και η Ηρώ.
"Μην το παίρνεις τόσο κατάκαρδα"
Ενθουσιάστηκα μόλις άκουσα τη φωνή του Κωστή. Τον είδα να κλείνει το κενό ανάμεσα σε αυτόν και την Εύα ώμο με ώμο, χαμογελώντας.
"Ο Θωμάς τους μισεί όλους" επέμενε αυτός.
Η Εύα ούτε καν που τον κοίταξε. Η προσοχή της ήταν στο ζευγάρι, και συγκεκριμένα στον ανεκπλήρωτο της έρωτα.
"Δεν φαίνεται να μισεί εκείνη.." ξεστόμισε γεμάτη αμφιβολία.
"Ε, απλά την θέλει για το σεξ. Κανείς δεν συμπαθεί την Ηρώ. Εκτός από την Έλλη. Η Έλλη δεν μισεί κανένα. Σωστά;"
Μίλησε ο Λεωνίδας, και εγώ χαμογέλασα αναγκαστικά.
Προσπαθούσα πολύ να κρατήσω τα δάκρυα μου. Δεν ήταν εύκολο όμως, με το να βλέπω την Εύα και τον Κωστή μαζί, πλάι πλάι να μιλάνε μόνοι τους καθώς περπατάγαμε. Προσπαθούσα να το παίξω αδιάφορη. Προσπαθούσα να αγνοήσω το τσίμπημα στην καρδιά μου.
"Μισώ τους χρυσαυγίτες" είπα, γελώντας αδύναμα.
"Σωστά!" χαμογέλασε ο Λεωνίδας με το ηλίθιο αστείο μου. "Είσαι ξένη, Έλλη;"
Προσπαθούσα να μην κοιτάξω πίσω. Προσπαθούσα να κοιτάξω μπροστά, ή ακόμα τα παπούτσια μου, οτιδήποτε που θα μου αποσπούσε την προσοχή από εκείνους τους δύο.
"Μπα, είναι η κοινή λογική"
Ο Λεωνίδας συμφώνησε αλλά ο Χρήστος δεν μιλούσε. Απλά έριχνε κανένα μικρό γελάκι που και που.
Επικράτησε ησυχία ανάμεσα μας, αν εξαιρέσουμε τους ψιθύρους του Κωστή. Η Ηρώ και ο Θωμάς φάνηκε να τα είχανε επιτέλους βρει, αφού μιλούσαν επιτέλους ήρεμα.
"Εντάξει, τα βρήκανε. Λέω να τους αφήσουμε και να πάμε στο μπαράκι" μίλησε ο Χρήστος.
Ο Λεωνίδας έγνεψε, "Μέσα εγώ"
"Κωστή, εσύ;" ρώτησε ο Χρήστος.
Ο Κωστής γύρισε με ένα χαμένο βλέμμα, συνειδητοποιώντας ότι του είχαμε κάνει μία ερώτηση που δεν άκουσε. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση του με την Εύα, απ'ότι φαίνεται.
Άλλος ένας πόνος στην καρδιά μου.
"Τι;" Ρώτησε.
"Μπαρ ρε φίλε. Θα ρθεις;" Ξαναρώτησε ο Χρήστος, με λίγο πιο υψηλό τόνο αυτή τη φορά.
"Α!! Εμ.." κοίταξε ανάμεσα στον Χρήστο και την Εύα, πανικοβλημένος. Λες και άμα ερχόταν και την άφηνε, θα εξαφανιζόταν για πάντα σε δευτερόλεπτα. Φοβόταν να την χάσει..;
"Θες να έρθεις.. μαζί μας;"
Οι λέξεις του ξεστομίστηκαν τόσο διστακτικά, που φρίκαρα. Ήταν φανερό ότι ο Κωστής δεν είχε ποτέ του κοπέλα, πόσο μάλλον να βγει ραντεβού. Άμα σκεφτώ το ποσό ντροπαλός είναι, δεν μου κάνει καθόλου εντύπωση η διστακτική συμπεριφορά του. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν όταν εμφανίστηκε ένα χαμόγελο στα κόκκινα χείλη της Εύας, έβαλε το χέρι της γύρω από το λαιμό του και τον κοίταξε κατάματα.
"Θέλω πολύ!"
Η ανησυχία εξαφανίστηκε από το πρόσωπο του, και αντικαταστάθηκε με ένα χαζό, πλατύ χαμόγελο, το οποίο έκανε τα μάτια του να λάμψουν. Ένα χαμόγελο, που δεν μου είχε δώσει ποτέ.
Όταν ο Χρήστος και ο Λεωνίδας γύρισαν για να φύγουν, εγώ έκατσα απλά εκεί, και θυμήθηκα αυτό που μου χε πει ο Θωμάς.
"Καλύτερα να κάνεις κίνηση γιατί θα τον προλάβει άλλη. Και αυτό είναι γεγονός"
Ένιωσα το στομάχι μου να αναποδογυρίζει, την καρδιά μου να χτυπά με ένταση και τα πόδια μου μούδιασαν. Τα χέρια μου έτρεμαν από τον φόβο. Είχα ιδρώσει κιόλας ολόκληρη.
Κοίταξα προς την μεριά τους. Ο Κωστής τώρα κοίταζε την Εύα σαν να την λάτρευε. Εκείνη δεν τον κοιτούσε καν, απλώς μίλαγε για το πώς είχε έρθει από άλλη περιοχή της Αθήνας και εκείνος την άκουγε προσεκτικά, κρεμώντας από τα χείλη της.
"Καλά είσαι, Έλλη;"
Ρώτησε ο Λεωνίδας τόσο σιγανά, που δεν το κατάλαβα στην αρχή.
"Ε;" κούνησα το κεφάλι μου ελαφριά. Με κοίταξε ανήσυχα μόλις είδε την έκφραση του προσώπου μου, το οποίο έμοιαζε σαν αυτό ενός χαμένου ελαφιού.
"Είσαι καλά;" ξαναρώτησε, και έβαλε το χέρι του στον ώμο μου συμπονετικά.
"Α, ναι. Απλά έχω καταϊδρώσει από την ζέστη" απάντησα αμέσως, και σκούπισα τον ιδρώτα από το μέτωπο μου.
"Θα έρθεις μαζί μας;" ρώτησε, γεμάτος ελπίδα.
Σήκωσα τους ώμους μου.
Τι μπορούσα να διαλέξω; Άμα πήγαινα μαζί τους, θα έβλεπα αναγκαστικά τον Κωστή να είναι συνέχεια κολλημένος πάνω στην Εύα. Άσε που είχα και σχολείο την επόμενη μέρα, και δεν ήθελα να ξυπνήσω με πονοκέφαλο.
Από την άλλη άμα πήγαινα σπίτι δεν θα τους έβλεπα για όλη την υπόλοιπη νύχτα και θα έμενε μόνος μαγεμένος από την παρουσία της.
Και στις δύο περιπτώσεις, θα πήγαιναν μαζί στο μπαρ. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα από το να ελπίζω ότι θα τελειώσει σύντομα. Εξάλλου, η Εύα ενδιαφερόταν για έναν από την παρέα, όχι για άλλους, έτσι;
"Μπα θα πάω σπίτι" απάντησα στον Λεωνίδα, αποφεύγοντας να τον κοιτάξω.
"Καλά.." απάντησε κατσούφικα. "Αύριο να είσαι σε κέφια, γιατί χρειαζόμαστε ενθάρρυνση για το επόμενο live"
"Φυσικά!"
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro