
Χρόνια πολλά σε σένα για τα γενέθλιά σου ...
Ο Άρης, εντελώς ανίδεος, ανοίγει την πόρτα και βυθίζεται στο απόλυτο σκοτάδι.
«Τι στο διάολο;»
Η Πανδώρα, ήδη μέσα στον χαρακτήρα της Γουέντι απ' το παραμύθι του Πίτερ Παν, φορώντας ένα μακρύ μπλε νυχτικό, λευκά σοσόνια με βολάν γύρω απ' τον αστράγαλο και κρατώντας ένα φανάρι, προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή του.
«Ψιτ! Ψιτ! Κακέ Λύκε ...;»
Ο Άρης γυρίζει το κεφάλι του δεξιά κι αριστερά για να δει από πού έρχεται η φωνή.
«Έη, Ψιτ! Εδώ! Μπορείς να με δεις;»
Η Πανδώρα σηκώνει το φανάρι και ο Άρης την εντοπίζει.
«Ποια είσαι εσύ;»
«Είμαι η Γουέντι»
«Ποια Γουέντι;»
«Η Γουέντι του Πίτερ Παν, χαζούλη»
«Α! Και τι θέλεις;»
«Να σε πάρω μαζί μου»
«Να πάμε που;»
«Στην Παραμυθοχώρα. Θέλεις να έρθεις μαζί μου;»
«Πώς μπορώ να πω όχι; Θα πετάξουμε μέχρι εκεί;»
Αυτή χαχανίζει.
«Όσο όμορφο κι αν είναι το θέαμα ενός ιπτάμενου λύκου, όχι, θα πάμε με τα πόδια. Έλα! Πάρε το χέρι μου κι άσε με να σε οδηγήσω»
Αυτός, που πλέον έχει καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει, πιάνει το χέρι της και μπαίνει στο παιχνίδι.
«Γουέντι;»
«Τι;»
«Ποιος άλλος είναι στη Παραμυθοχώρα;»
«Όλοι. Είναι όλοι εκεί και σε περιμένουν»
Αυτή διασχίζει το σαλόνι, με εκείνον πίσω της, και βγαίνει στη σκοτεινή πίσω αυλή.
«Τι συμβαίνει, Γουέντι; Γιατί δεν μπορώ να δω τίποτα;»
«Περίμενε, ανυπόμονε Λύκε»
Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, τα φώτα ανάβουν και το σαγόνι του Άρη πέφτει στο πάτωμα. Τα μάτια του κοιτάζουν τριγύρω, προσπαθώντας να επεξεργαστεί αυτό που βλέπει. Την παραμυθένια διακόσμηση. Τα μαγικά φαγητά. Τους ανθρώπους, ή μάλλον, τους ήρωες των πιο διάσημων παραμυθιών. Είναι όλοι εκεί, αλλά σε μία πιο σέξι έκδοση. Η Πεντάμορφη και το Τέρας. Ο Πίτερ Παν και ο Κάπτεν Χουκ με την Τίνκερμπελ και μερικά απ' τα Χαμένα Παιδιά. Ο Χάνσελ και η Γκρέτελ. Η Σταχτοπούτα με τον Πρίγκιπα της και η Χιονάτη με τον δικό της Γοητευτικό Πρίγκιπα.
Η Χλόη, σαν Πεντάμορφη, φοράει ένα πολύ κοντό κίτρινο φόρεμα με τούλι στην φούστα και βαθύ ντεκολτέ και λευκές διχτυωτές κάλτσες. Ο Ορέστης, σαν Τέρας, φοράει ένα μπλε κουστούμι εποχής με παντελόνι μέχρι τα γόνατα και λευκές κάλτσες. Το σακάκι του έχει ένα περίτεχνο σχέδιο σε κίτρινο χρώμα, ίδιο με το φόρεμα της Πεντάμορφης.
Ο Οδυσσέας, σαν Πίτερ Παν, φοράει ένα αφάνταστα κολλητό πράσινο σορτσάκι κομμένο άνισα και μία ελαστική μπλούζα στο ίδιο χρώμα με ένα σκίσιμο μέχρι τον αφαλό που αφήνει ακάλυπτο το σμιλεμένο στήθος του και τους καλοσχεδιασμένους κοιλιακούς του, ενώ τα μαλλιά του είναι δεμένα με μια επίσης πράσινη κορδέλα. Δίπλα του ο Αλέκος, σαν άλλος Κάπτεν Χουκ, φοράει ένα μαύρο δερμάτινο παντελόνι και ένα ασορτί μακρύ παλτό και τίποτα άλλο. Φυσικά, το ένα του χέρι είναι καλυμμένο με έναν ασημένιο γάντζο.
Η Εύα, αληθινή νεραιδούλα, φοράει ένα πράσινο φόρεμα και στην πλάτη της θροΐζει ένα ζευγάρι λεπτά φτερά από τούλι. Ο Στέφανος και τα δίδυμα, τα Χαμένα Παιδιά, φορούν σκισμένα σορτσάκια και μπλουζάκια και έχουν μπαντάνες στα μαλλιά τους.
Ο Ιάσονας και η Αναΐς, σαν Χάνσελ και Γκρέτελ, φοράνε καφέ κοντό παντελόνι με τιράντες, λευκό πουκάμισο και κάλτσες ο ένας και ένα κοντούτσικο λευκό, κόκκινο και μαύρο φόρεμα με λευκές κάλτσες η άλλη.
Η Θαλασσινή, σαν Σταχτοπούτα, φοράει ένα θαλασσί κοντό φόρεμα με λευκές λεπτομέρειες και διάφανα γοβάκια, ενώ ο Βίκος μοιάζει όντως με πρίγκιπα μέσα στο λευκό παντελόνι του, το θαλασσί σακάκι με τα χρυσά σιρίτια, την κόκκινη κάπα και το χρυσό σπαθί.
Και τέλος, η Μαίρη, η πιο σέξι Χιονάτη, κολάζει και Άγιο μέσα στο πολύ κοντό και στενό τρικολόρε, κόκκινο, μπλε και κίτρινο φόρεμα της με το βολάν στην φούστα και το αβυσσαλέο ντεκολτέ που τονίζει το πλούσιο στήθος της. Τα μαλλιά της είναι λιτά, αλλά εκτός απ' το μήλο που κρατάει, αυτό που τραβάει την προσοχή είναι οι κατακόκκινες διχτυωτές κάλτσες και οι γόβες στιλέτο στο ίδιο χρώμα. Δίπλα της ο Τζάκος, ο πιο γοητευτικός απ' όλους τους πρίγκιπες, λάμπει μέσα στην κάτασπρη στολή του με το κολάν και το σακάκι με το ασημένιο περίτεχνο σχέδιο στο στήθος. Στα πόδια του φοράει ένα ζευγάρι μαύρες δερμάτινες μπότες μέχρι το γόνατο και στο γοφό του κρέμεται ένα τεράστιο ασημένιο σπαθί.
Όμως, για μισό λεπτό! Κάποιος λείπει και ο Άρης το καταλαβαίνει αμέσως.
«Γουέντι, πού είναι η Κοκκινοσκουφίτσα μου;»
«Θα είναι εδώ σύντομα»
Αυτός δεν πιστεύει στα μάτια του. Είναι εμφανώς συγκινημένος. Κανείς δεν έχει κάνει ποτέ κάτι τόσο σπουδαίο για εκείνον μέχρι τώρα.
«Γουέντι;»
«Ναι;»
«Μιας και είναι δικό μου το πάρτι, μπορώ να κλάψω;»
«Όχι ακόμα»
Ο Στέφανος στα πλήκτρα και ο Ιάσονας με την κιθάρα του αρχίζουν να παίζουν και όλοι μαζί τραγουδούν το τραγούδι που διάλεξε η Σελήνη. Αυτή αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικό και όχι το συνηθισμένο τραγούδι των γενεθλίων.
* Μέρα χαράς είναι απόψε, όλα καλά τη θλίψη διώξε. ... Έλα, παιδιά να οργανωθούμε και τις ευχές μας να μοιραστούμε. ... Βάζω φωνή και μαεστρία, βάζω τα λόγια κι ευαισθησία. ... Μια μουσική φτάνει στ' αυτιά μου και τραγουδώ απ' την καρδιά μου.
Χρόνια πολλά σε σένα για τα γενέθλιά σου, κι όλες οι σκέψεις οι κακές να μείνουν μακριά σου. ... Χρόνια πολλά σε σένα για τα γενέθλιά σου, κι όπου κι αν πας να μη ξεχνάς πως θα' μαστε κοντά σου *
Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται εκείνη, μία αιθέρια και σέξι Κοκκινοσκουφίτσα μέσα στο κατακόκκινο δερμάτινο φόρεμα και στην μαύρη κάπα με κουκούλα που ανεμίζει πίσω της και τις μαύρες δερμάτινες μπότες που φτάνουν πάνω απ' το γόνατο και ολοκληρώνουν το σύνολο. Αυτή κρατάει μια εντυπωσιακή τρίπατη τούρτα γενεθλίων, φτιαγμένη εξ ολοκλήρου από μαύρη και γκρι σοκολάτα, και έχει στην κορυφή έναν λύκο που ουρλιάζει στο φεγγάρι. Αν και παράφωνη, αρχίζει να τραγουδάει σόλο και η αγάπη που βάζει στους στίχους κάνει την φωνή της όμορφη στ' αυτιά του Άρη και αξιοπρεπή στ' αυτιά των υπολοίπων.
* Μέρα χαράς είναι απόψε, το πιο γλυκό χαμόγελο δώσε. ... Τι να σου πω, τι να σου γράψω, δεν προλαβαίνω γνώμη ν' αλλάξω. ... Βάζω ψυχή και φαντασία, κι ας ακουστεί παραφωνία. ... Μια μουσική φτάνει στ' αυτιά μου και τραγουδώ απ' την καρδιά μου.
Χρόνια πολλά σε σένα για τα γενέθλιά σου, κι όλες οι σκέψεις οι κακές να μείνουν μακριά σου. ... Χρόνια πολλά σε σένα για τα γενέθλιά σου, κι όπου κι αν πας να μη ξεχνάς πως θα' μαι πάντα κοντά σου *
Όταν τελειώνει το τραγούδι, η Σελήνη στέκεται μπροστά στον Άρη, που έχει ένα πλατύ χαμόγελο ενθουσιασμού στο πρόσωπο του, και του προσφέρει την τούρτα.
«Έλα, Λύκε μου. Κάνε μια ευχή και σβήσε τα κεράκια!»
Αυτός κλείνει τα μάτια, αλλά η μόνη ευχή που του έρχεται στο μυαλό είναι αυτή η γυναίκα που στέκεται μπροστά του να μείνει κοντά του για πάντα και να γεννήσει ένα υγιή και όμορφο μωρό. Αυτός δεν χρειάζεται τίποτα άλλο. Έτσι, με ένα απαλό φύσημα, σβήνει τα δύο κεράκια με τους αριθμούς τρία και πέντε.
Τριάντα πέντε χρόνια σ' αυτόν τον κόσμο και έχει βιώσει την αληθινή ευτυχία μόνο τους τελευταίους μήνες. Για εκείνον, η ευτυχία έχει μαύρα, μακριά μαλλιά και δύο υπέροχα, αθώα, γαλάζια μάτια που τον κοιτούν αυτή τη στιγμή γεμάτα αγάπη, αφοσίωση και θαυμασμό. Οι φλόγες των κεριών σβήνουν και η επευφημία αρχίζει. Όλοι χειροκροτούν και φωνάζουν Χρόνια Πολλά. Η Σελήνη βάζει την τούρτα στο τραπέζι και πέφτει στην αγκαλιά του.
«Πριν από τριάντα πέντε χρόνια, σαν σήμερα, ένα θαύμα ήρθε στον κόσμο για να τον κάνει καλύτερο, πιο όμορφο και πιο σέξι! Χρόνια πολλά, Λύκε μου και σου υπόσχομαι ότι αυτά τα γενέθλια είναι τα πρώτα από τα πολλά που έρχονται. Σ 'αγαπάω περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο!»
«Πραγματικά δεν ξέρω αν ένα απλό ευχαριστώ είναι αρκετό. Δεν ξέρω τι να πω»
«Μην πεις τίποτα. Απλά φίλα με»
Αυτός αγγίζει τα χείλη της και βάζει όλη του την αγάπη, την ευγνωμοσύνη, και την αφοσίωση του μέσα στο φιλί. Ο Ορέστης την σκουντάει στον ώμο.
«Μχμμμ ... Με συγχωρείς, Κοκκινοσκουφίτσα, αλλά δεν νομίζεις ότι πρέπει να πάρουμε κι εμείς σειρά;»
Ο Οδυσσέας είναι αδύνατο να μην επέμβει.
«Πριν τον φας ζωντανό! Κάνε στην άκρη, ντε!»
Η Σελήνη, με τα μάγουλά της πιο κόκκινα κι απ' το κοστούμι της, κάνει ένα βήμα πίσω.
«Συγγνώμη! Είναι όλος δικός σας, αλλά μόνο για λίγο. Τον θέλω πίσω»
Η Μαίρη πλησιάζει.
«Μην ανησυχείς γι' αυτό. Θα στον επιστρέψουμε ακέραιο»
Ο Άρης ανοίγει τα χέρια του, γελώντας.
«Μην φοβάστε, κυρίες και κύριοι. Υπάρχει αρκετός λύκος για όλους. Ελάτε!»
Ένας-ένας, αγκαλιάζουν τον εορτάζοντα και του εύχονται τα καλύτερα. Αμέσως μετά, η Σελήνη του προσφέρει το χέρι της.
«Και τώρα ήρθε η ώρα για τα δώρα! Έλα μαζί μου, Λύκε μου. Υπάρχει ένας θρόνος που σε περιμένει»
Ο Άρης παίρνει το χέρι της και την ακολουθεί.
«Και δώρα; Δεν έπρεπε, ρε παιδιά. Το πάρτι ήταν αρκετό»
Ο Οδυσσέας κάνει κοροϊδευτικές γκριμάτσες.
«Ναι! Ναι! Ξέρουμε! Τώρα σκάσε, κάτσε στον θρόνο κι άνοιξε τα δώρα σου»
Ο Άρης απευθύνεται στον Αλέκο.
«Έη, Κάπτεν Χουκ! Συμμάζεψε τον άντρα σου»
«Κάντο μόνος σου. Πολύ θα ήθελα να σε δω να προσπαθείς»
«Όχι, ευχαριστώ»
«Ήμουν σίγουρος»
Η Σελήνη τον σπρώχνει μαλακά.
«Πολλά λες, Λύκε. Κάτσε και μην μιλάς!»
Ο Άρης κάθεται στον χρυσό θρόνο με την ψηλή πλάτη και ο Ορέστης χτυπάει το πόδι του.
«Γαμώτο! Διάλεξα λάθος δώρο. Έπρεπε να του πάρω ένα λουρί»
Ο Οδυσσέας δίνει ρεσιτάλ σήμερα.
«Υπάρχει πάντα και ο γάμος»
«Αυτή είναι μια εξαιρετική ιδέα»
Αυτοί οι δύο γελούν δυνατά και ο Άρης δείχνει τα δόντια του.
«Είστε ηλίθιοι!»
Η Σελήνη σπεύδει να βοηθήσει.
«Έη! Εσείς οι δύο σταματήστε αμέσως να πειράζεται τον Λύκο μου!»
Ο Άρης γέρνει επάνω της.
«Ευχαριστώ, Κοκκινοσκουφίτσα μου»
Η Μαίρη δίνει το έναυσμα.
«Έλα! Ποιος θα ξεκινήσει;»
«Εγώ! Άσε με να περάσω!»
Ο Οδυσσέας πλησιάζει τον Άρη και του προσφέρει το δώρο του. Ένα ορθογώνιο κουτί τυλιγμένο με ασημένιο χαρτί.
«Τι είναι αυτό;»
«Κάτι που δίνει εσωτερική άνεση»
Ο Άρης σκίζει το χαρτί, ανοίγει το κουτί και μαζί μ' αυτό, ανοίγει και το στόμα του. Το σετ που αποτελείται από ριγέ, μονόχρωμα και animal print σλιπάκια της τελευταίας συλλογής του Giorgio Armani είναι απίθανο. Αυτός κοιτάζει τον Οδυσσέα.
«Αυτό είναι ... Περίμενε! Πώς το ήξερες;»
«Σε είδα να τα κοιτάς στο περιοδικό τις προάλλες»
«Ω, Πίτερ Παν! Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ!»
«Επίσης, έριξα μια ματιά στο συρτάρι σου και με τρόμο ανακάλυψα ότι έχεις απαίσιο γούστο στα εσώρουχα»
«Τι έκανες;»
«Ηρέμησε, βρε! Αστειεύομαι!»
«Μχμμμ ...»
«Ελπίζω να πήρα το σωστό μέγεθος. Για κοίτα!»
Ο Άρης ελέγχει το μέγεθος στην ετικέτα.
«Extra Large. Αυτό ακριβώς είναι το μέγεθος μου. Ρώτησες κανέναν ή το κατάλαβες όταν με είδες γυμνό;»
Στο άκουσμα αυτών των λέξεων ο Τζάκος παίρνει φωτιά.
«Ουάου! Ουάου! Πότε σε είδε γυμνό και δεν το ξέρω εγώ;»
Οι άλλοι μετά βίας συγκρατούν το γέλιο τους καθώς ο Οδυσσέας κοιτάζει γύρω του λίγο αμήχανα.
«Εγώ ρώτησα ... Δεν τον έχω δει ποτέ ... Αλέκο, στο ορκίζομαι! Εγώ ποτέ ...»
Ο Άρης τον μιμείται.
«Ηρέμησε, βρε! Αστειεύομαι!»
Ο Οδυσσέας τον σπρώχνει.
«Ηλίθιε! Είσαι τυχερός που έχεις γενέθλια, αλλιώς ...»
«Μία σου και μία μου, Πίτερ Παν. Ποτέ μην τα βάζεις με τον Κακό Λύκο. Πάντως, σ' ευχαριστώ πολύ για το δώρο σου»
«Παρακαλώ, ηλίθιε!»
Η Μαίρη σπρώχνει τον Οδυσσέα.
«Σειρά μας τώρα. Κούνα τον κώλο σου, Πίτερ Παν!»
«Μην παίζεις μαζί μου, Χιονάτη, γιατί θα σε ταΐσω με το ζόρι το μήλο σου»
Αυτή, αντιδρώντας σαν ενήλικη γυναίκα, του βγάζει τη γλώσσα της και αμέσως μετά, στρέφεται στον Άρη.
«Λοιπόν, Λύκε. Αυτά είναι από μένα, τη Σταχτοπούτα και την Πεντάμορφη»
Αυτή του δίνει ένα τεράστιο κουτί με το λογότυπο Dolce&Gabbana.
«Βασικά, θα προτιμούσα τα παραμύθια σας να έχουν λύκο. Είστε όλες για φάγωμα!»
«Σταμάτα, αχόρταγε Λύκε και άνοιξε το»
Αυτός ανοίγει το κουτί που περιέχει ένα ζευγάρι σέξι πιτζάμες, ένα μπουρνούζι, ένα σετ πετσέτες, παντόφλες και μια ασορτί μεταξωτή ρόμπα.
«Ουάου! Αυτό είναι ...»
Η Σελήνη σκύβει πάνω απ' το κουτί.
«Απόπειρα δολοφονίας εναντίον μου»
Η Χλόη την κοιτάζει.
«Γιατί, Κοκκινοσκουφίτσα;»
«Ρωτάς; Αν τριγυρνάει έτσι μες στο σπίτι ... Θεέ μου! Δείξτε λίγο έλεος! Είμαι έγκυος γυναίκα με τρελαμένες ορμόνες»
Όλοι γελούν ενώ η Θαλασσινή και η Μαίρη κολλάνε τις παλάμες τους. Ο Άρης τους δίνει από ένα φιλί στο μάγουλο.
«Κυρίες μου, σας ευχαριστώ πολύ! Είναι ακριβώς ότι χρειαζόμουν! Είστε όλες υπέροχες!»
Σειρά έχει ο Ορέστης.
«Ορίστε, Άλφα! Αυτό είναι από μένα! Ελπίζω να σ' αρέσει»
«Σίγουρα θα μ' αρέσει»
Και φυσικά, όταν ο Άρης ανοίγει το μικρό τετράγωνο κουτί, το χαμόγελο του φωτίζει το χώρο. Η πλατινένια ανδρική χειροπέδα Bulgari, με χαραγμένο το όνομα του με καλλιγραφικά γράμματα, είναι ένα αριστούργημα.
«Ω, Θεέ μου! Είναι υπέροχο! Έχει κι τ' όνομα μου επάνω. Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ! Έλα εδώ!»
Αυτός αγκαλιάζει τον φίλο του, ο οποίος του ψιθυρίζει στ' αυτί.
«Σ' αγαπάω πάρα πολύ, αδερφέ. Χαρούμενα γενέθλια»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, αδερφέ, και σ' ευχαριστώ για όλα»
Ο Οδυσσέας τους θαυμάζει.
«Δείτε τους, μωρέ! Είναι τόσο χαριτωμένοι!»
Ο Ορέστης ξεροβήχει.
«Μχμμμ ... Λύκε, νομίζω ότι ρεζιλευτήκαμε»
Ο Άρης, όμως, είναι πολύ χαρούμενος για να νοιαστεί.
«Δεν δίνω δεκάρα! Είναι το πάρτι μου και θα ρεζιλευτώ αν το θέλω. Το είπε και η Γουέντι»
«Αφού το λες εσύ»
Ο Βίκος έρχεται μπροστά.
«Εντάξει. Αρκετά! Σειρά μας τώρα. Πάρε αυτό. Είναι από μένα και τον Αλέκο. Ελπίζουμε να πετύχαμε το νούμερο»
Ο Άρης ανοίγει το μαύρο κουτί χωρίς κάποιο διακριτικό και τα μάτια του γουρλώνουν. Τα μαύρα δερμάτινα μποτάκια Christian Louboutin, με τις διάσημες κόκκινες σόλες είναι ακριβώς αυτό που ήθελε τόσο πολύ.
«Όχι! Δεν το κάνατε αυτό! Ω, Θεέ μου! Δεν το πιστεύω! Που τα βρήκατε; Προσπαθούσα τόσο καιρό, αλλά δεν υπήρχαν πουθενά»
«Όταν ο σύντροφος σου είναι πρώην μοντέλο, είναι παιχνιδάκι»
Ο Αλέκος κλείνει το μάτι στον Οδυσσέα, κι αυτός του στέλνει ένα φιλί. Εντωμεταξύ, ο Άρης, κρατώντας αγκαλιά τα καινούργια του παπούτσια, γυρίζει στην Σελήνη.
«Γατ ... Ουγκ! Συγγνώμη! Κοκκινοσκουφίτσα, ήθελα να πω. Κοίτα!»
Εκείνη του χαμογελάει.
«Ναι, μωρό μου. Είναι τέλεια. Θα είσαι υπέροχος!»
Τότε, αυτός απευθύνεται σε όλους.
«Αλλά, είναι όλα πολύ ακριβά. Δεν έπρεπε να το κάνετε»
«Να δω τι θα πεις όταν δεις το δώρο που σου πήρε ο κουνιάδος σου»
Ο Οδυσσέας μιλάει ψιθυριστά, αλλά ο Άρης τον ακούει.
«Τζακ ... Σκατά! Πρίγκιπα, τι έκανες;»
«Όχι κάτι περισσότερο απ' αυτό που σου αξίζει. Είσαι αδερφός μου πια, οπότε ... Η Κοκκινοσκουφίτσα σου μου είπε ότι έχεις εμμονή μ' αυτά»
Το μικρό μπλε κουτί με το στέμμα που του δίνει ο Τζάκος περιέχει έναν θησαυρό. Έναν πραγματικό θησαυρό με μπρασελέ και τη λέξη Rolex γραμμένη με χρυσά γράμματα στο πλατινένιο καντράν με τα διαμάντια στους λεπτοδείκτες.
«Θεέ μου! Θα τρελαθώ! Είναι φανταστικό! Δεν ξέρω τι να πω. Δεν μου αξίζουν τόσα πολλά! Σας ευχαριστώ όλους πολύ!»
Η Σελήνη τον αγκαλιάζει.
«Αξίζεις πολλά περισσότερα»
Τότε, τα παιδιά έρχονται μπροστά. Πρώτα, ο Στέφανος.
«Έχει δίκιο η Σελήνη»
Μετά, η Αναΐς.
«Γι' αυτό έχουμε κάτι τελευταίο για σένα»
Η Πανδώρα χαμογελάει.
«Δεν είναι κάτι ακριβό»
Τα δίδυμα μιλάνε μαζί.
«Βασικά, δεν μας κόστισε τίποτα»
Και μετά ο Ιάσονας.
«Ελπίζουμε όμως να σ' αρέσει»
Η Εύα του δίνει το τελευταίο, και καλύτερο απ' όλα, δώρο της βραδιάς.
«Ορίστε. Παρ' το!»
Ο Άρης παίρνει το μικρό χάρτινο κουτί με τις περίεργες τρύπες στα πλάγια και το ανοίγει προσεκτικά. Τότε, ρίχνει το κεφάλι του πίσω και γελάει δυνατά. Ο λόγος; Το μικροσκοπικό, αξιολάτρευτο, κατάμαυρο πλασματάκι με τα τεράστια μπλε μάτια που νιαουρίζει δυνατά και προσπαθεί να σκαρφαλώσει προς το μέρος του.
«Αυτό είναι πραγματικά το καλύτερο δώρο που πήρα ποτέ. Σας ευχαριστώ όλους πάρα πολύ!»
Ο Στέφανος διευκρινίζει την προέλευση του δώρου.
«Είναι θηλυκιά. Την βρήκαμε στο καταφύγιο ζώων. Κάποιος την είχε πετάξει σ' ένα σκουπιδοτενεκέ. Ο κτηνίατρος την εξέτασε και είναι απόλυτα υγιής και εμβολιασμένη»
Η Αναΐς μουτρώνει.
«Μας είπαν ότι ήταν λόγω του χρώματος. Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτός που την πέταξε; Ένα τέτοιο άκακο και γλυκό πλασματάκι»
Ο Τζάκος αγκαλιάζει την κόρη του.
«Δυστυχώς, Πολύτιμη μου, υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι στον κόσμο»
Ο Οδυσσέας κάνει το ίδιο στην Πανδώρα.
«Ευτυχώς όμως, υπάρχουν πολλά καλά παιδιά σαν εσάς κι αυτός ο απαίσιος κόσμος έχει μια μικρή ευκαιρία να σωθεί»
Η Μαίρη σηκώνει την Εύα.
«Και αυτό μας διδάσκει ότι δεν χρειάζεται να ξοδέψεις χρήματα για να κάνεις κάποιον ευτυχισμένο»
Ο Άρης παίρνει τη γατούλα, που είναι μικρότερη απ' την παλάμη του, και τη φέρνει κοντά στο πρόσωπο του. Αυτή αρχίζει να γλείφει τη μύτη του κι εκείνος τη φιλάει απαλά.
«Ναι, γατούλα μου, κι εγώ σ' αγαπάω»
Την βάζει στον ώμο του κι εκείνη αρχίζει να παίζει με τα μαλλιά του.
«Τώρα έχω δύο. Δύο γατούλες για μένα. Πόσο τυχερός είμαι! Όμως πρέπει να της βρούμε όνομα. Για να δούμε! Τη μία μου Γατούλα την λένε Σελήνη, αρά την άλλη θα την πούμε Λούνα. Πως σας φαίνεται;»
Όλοι συμφωνούν και αυτός προσπαθεί να την πιάσει, αλλά η Λούνα γλιστράει απ' τον ώμο του και πέφτει μέσα στο πουκάμισο του. Αυτός αρχίζει να γελάει.
«Πού νομίζεις ότι πας, δεσποινίς μου;»
Αυτός προσπαθεί να πιάσει τη γάτα και η Σελήνη μορφάζει.
«Ξέρει ακριβώς πού πηγαίνει»
«Ζηλεύεις, Κοκκινοσκουφίτσα;»
«Λίγο, ναι»
«Μην ανησυχείς. Θα κρατήσω αυτή τη γατούλα έξω απ' την επικράτεια σου»
«Ωραία!»
Ο Ορέστης τους αγκαλιάζει και τους δύο από πίσω.
«Λοιπόν, εσείς μπορείτε να ορίσετε τα εδαφικά όρια αργότερα. Τώρα κάνουμε πάρτι, και τι κάνει ο κόσμος στα πάρτι; Χορεύει!»
Ο Άρης βάζει τη Λούνα πίσω στο κουτί της.
«Θα το κάνουμε, αλλά πρώτα θέλω να πω κάτι. Σας έχω ήδη ευχαριστήσει για το πάρτι και τα δώρα. Τώρα θέλω να σας ευχαριστήσω που είστε εδώ. Πρώτα τη Σελήνη μου και μετά όλους εσάς. Θέλω να ξέρετε ότι είστε οικογένεια για μένα και σας αγαπάω όλους πολύ»
Ο Τζάκος του χτυπάει φιλικά στην πλάτη.
«Κι εμείς σ' αγαπάμε, φίλε»
Η Μαίρη έρχεται κοντά.
«Και πριν ξεκινήσει το αληθινό πάρτι, ελάτε να δώσουμε στον Άρη μια οικογενειακή αγκαλιά!»
Χωρίς να χάσουν χρόνο, μαζεύονται όλοι γύρω του και αγκαλιάζονται σφιχτά. Λίγα λεπτά αργότερα, οι υπόλοιποι έχουν ήδη αρχίσει να χορεύουν και η Σελήνη τον πλησιάζει. Αυτός της χαϊδεύει τα μαλλιά και σπρώχνει μία τούφα πίσω από τ' αυτί της ενώ τα μάτια του περιπλανιούνται σ' όλο της το κορμί.
«Τι φοράς εκεί; Δεν με λυπάσαι καθόλου;»
Αυτή γελάει.
«Ήξερα ότι θα σ' άρεσε. Αλλά πες μου τώρα. Είσαι χαρούμενος;»
«Εσύ τι λες;»
«Ότι είσαι»
«Το βρήκες»
«Απολαμβάνεις το πάρτι; Δεν είσαι θυμωμένος που αγνοήσαμε την επιθυμία σου για σιωπηλά γενέθλια, ε;»
«Πώς θα μπορούσα, μωρό μου; Θα ήμουν αχάριστος. Όλα είναι τέλεια»
«Έχω κι εγώ κάτι για σένα»
«Πού είναι; Δώστο μου! Δώστο μου!»
Αυτός γλιστράει διακριτικά το χέρι του κάτω απ' τη φούστα της, αλλά εκείνη το τραβάει.
«Σταμάτα! Δεν εννοώ αυτό!»
«Περίεργο, αλλά εντάξει. Τι μου πήρες;»
Αυτή σκύβει, ανοίγει το διακοσμητικό ψάθινο καλάθι και βγάλει ένα μακρόστενο κουτί.
«Ορίστε! Δεν ήθελα να στο δώσω πριν γιατί ήταν τα παιδιά μπροστά. Είναι κάτι μικρό, αλλά μας ταιριάζει απόλυτα»
«Εντάξει! Τώρα είμαι πολύ περίεργος»
«Άνοιξε το»
Αυτός ανοίγει το κουτί και βγάζει ένα κόκκινο κουδούνι, απ' αυτά που είχανε παλιά οι επιστάτες στα σχολεία και σήμαιναν το διάλειμμα, με τις αγγλικές λέξεις Ring For Sex, με μαύρα γράμματα. Αυτός κοιτάζει μια το δώρο και μία εκείνη.
«Σοβαρά τώρα;»
Αυτή δαγκώνει το κάτω χείλος της.
«Σοβαρότατα! Εσύ θα το χτυπάς κι εγώ θα έρχομαι»
«Και αν το χτυπήσω τώρα;»
«Πολύ θα το ήθελα, αλλά θα χάσουμε το πάρτι και είναι κρίμα. Τόσο κόπο κάναμε»
«Έχεις δίκιο. Θα το κρατήσω για μετά, όταν σ' ευχαριστήσω για το πάρτι και το δώρο σου. Πάμε να χορέψουμε τώρα»
«Θα κάνεις κάτι για μένα πρώτα;»
«Ότι θες»
«Όπως βλέπεις, όλοι φοράμε κοστούμια»
«Και;»
«Και ... υπάρχει ένα και για σένα. Θα το φορέσεις;»
«Αν το βάλω, θα το μετανιώσω;»
«Όχι. Στ' ορκίζομαι!»
«Εντάξει»
«Έλα μαζί μου»
Αυτοί μπαίνουν στο σπίτι και λίγα λεπτά μετά επιστρέφουν στην πίσω αυλή. Όταν οι άλλοι βλέπουν τον Άρη με τη στολή του, το γκρι σμόκιν με το άσπρο πουκάμισο με φραμπαλά, το κόκκινο παπιγιόν και την λευκή γούνινη ουρά, αρχίζουν να χειροκροτούν. Οι γυναίκες σφυρίζουν επιδοκιμαστικά.
«Ουάου!»
«Είσαι χάρμα οφθαλμών!»
«Ένα έργο τέχνης!»
Αυτός κοιτάζει κάτω και πίσω χωρίς να τις πολυπιστεύει.
«Αλήθεια; Δεν είμαι γελοίος μ' αυτό το σμόκιν; Καλέ, έχω και ουρά»
Ο Τζάκος ξεκινάει μια ξεκαρδιστική συζήτηση.
«Έλα, ρε φίλε. Τι να πω κι εγώ που μ' έβαλαν να φορέσω κολάν!»
Ο Οδυσσέας φυσικά παίρνει την πάσα.
«Εσύ είσαι γελοίος από μόνος σου. Δεν χρειάζεσαι το κολάν»
«Εσύ κι εγώ θα μιλήσουμε αργότερα, Αγαπούλη μου»
«Μην μ' απειλείς εμένα, Διεστραμμένε Πρίγκιπα με το γιγάντιο σπαθί»
«Και λίγα λες, σέξι Πίτερ Παν»
Η Εύα μπαίνει στο παιχνίδι και το κάνει αρκετά πιο αθώο.
«Δεν ξέρω τι λέτε εσείς, αλλά το Τέρας είναι καλύτερο απ' τον Λύκο»
Ο Τζάκος της τραβάει απαλά τις κοτσίδες.
«Εσύ, Τίνκερμπελ, πάρτο αλλιώς γιατί θα σου κόψω τα φτερά»
Ο Άρης σκύβει μπροστά στην μικρή.
«Γιατί το είπες αυτό, μικρή νεράιδα;»
«Γιατί το Τέρας στο τέλος μετατρέπεται σε πρίγκιπα. Ο λύκος μένει λύκος»
Ο Ορέστης, ο οποίος είναι ο αποδέκτης της φιλοφρόνησης, κουνάει το κεφάλι.
«Ένα δίκιο το 'χει πάντως»
Ο Άρης γυμνώνει τα δόντια του στην Εύα χαμογελώντας.
«Ο λύκος μένει λύκος και τρώει την Τίνκερμπελ!»
«Όχι!»
Η μικρή αρχίζει να τρέχει γύρω-γύρω κι αυτός τρέχει πίσω της, γελώντας και οι δύο υστερικά.
«Τέρας, σώσε με!»
«Κανείς δεν μπορεί να σε σώσει από τον μεγάλο κακό λύκο, μικρή νεράιδα»
Η Σελήνη, βλέποντας τον Άρη να παίζει με τη μικρή Εύα, χαμογελάει. Η Μαίρη την πλησιάζει.
«Είναι καταπληκτικό, έτσι δεν είναι;»
«Ποιο;»
«Το θέαμα ενός άντρα που παίζει μ' ένα παιδί»
«Α, αυτό. Ναι, είναι»
«Θα γίνει υπέροχος πατέρας. Όπως ο Τζάκος μου»
«Γι' αυτόν, είμαι σίγουρη. Για μένα ανησυχώ»
«Τι εννοείς;»
«Ανησυχώ ότι δεν θα γίνω καλή μητέρα. Δεν ξέρω πώς να είμαι καλή μητέρα. Η μητέρα μου ήταν ένα τέρας»
«Δεν χρειάζεται να ξέρεις πώς να είσαι καλή μητέρα. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι ν' αγαπάς το παιδί σου και να έχεις ατέλειωτη υπομονή. Όλα τ' άλλα είναι περιττά»
«Εύκολο να το λες εσύ που είσαι τέλεια σε όλα»
«Εγώ τέλεια; Ας γελάσω!»
«Τι εννοείς;»
«Όταν έμαθα ότι ήμουν έγκυος στον Στέφανο, τρομοκρατήθηκα»
«Αλήθεια;»
«Φοβόμουν το ίδιο πράγμα μ' εσένα»
«Και τι έκανες;»
«Μίλησα με τον Πρίγκιπα μου και μου είπε κάτι πολύ σοφό»
«Τι είπε ο σοφός αδερφός μου;»
«Ότι αυτός ο φόβος είναι απολύτως φυσιολογικός και θα φύγει μόλις κρατήσω το μωρό στην αγκαλιά μου»
«Έτσι έγινε;»
«Ακριβώς έτσι. Όταν ο Τζάκος έβαλε στο στήθος μου το μικροσκοπικό πλασματάκι που μόλις είχε βγει από μέσα μου, τα ξέχασα όλα. Κατά κάποιο τρόπο, ήξερα ότι ήμουν ικανή για τα πάντα»
«Συγγνώμη, αλλά τι εννοείς ότι ο Τζάκος έβαλε το μωρό στο στήθος σου; Πώς γίνεται αυτό;»
«Δεν το ξέρεις; Ο Τζάκος ξεγέννησε τον Στέφανο. Γέννησα σε νερό και ήταν μαζί μου στην μπανιέρα. Εκείνος τον τράβηξε έξω και τον κράτησε πρώτος στα χέρια του»
«Ουάου! Αυτό είναι καταπληκτικό. Το έκανε και στα κορίτσια;»
«Δυστυχώς όχι. Λόγω μιας επιπλοκής στη γέννα της Αναΐς, έπρεπε να κάνω καισαρική και ο γιατρός επέμεινε να κάνω το ίδιο και στην Εύα, για παν ενδεχόμενο»
«Μάλιστα. Άρα, πιστεύεις ότι πρέπει να μιλήσω στον Άρη για τους φόβους μου;»
«Ναι, αλλά όχι σήμερα»
«Εννοείται όχι σήμερα»
«Μπράβο, γιατί για σήμερα έχω κάτι άλλο στο μυαλό μου»
«Κάτι βρώμικο;»
«Γιατί ρωτάς; Έχεις πρόβλημα αν είναι βρώμικο;»
«Ναι. Δεν μου αρκεί μόνο βρώμικο. Το θέλω και πρόστυχο!»
«Μπορείς να βασίζεται σε μένα, κοριτσάκι»
Οι δύο γυναίκες γελούν δυνατά τη στιγμή που ο Τζάκος τις πλησιάζει και τις αγκαλιάζει και τις δύο από πίσω.
«Τι κάνουν οι δύο απ' τις τέσσερεις γυναίκες της ζωής μου;»
Η Μαίρη σηκώνει το χέρι και του χαϊδεύει το μάγουλο.
«Σχεδιάζουμε κάτι γι' αργότερα, όταν κοιμηθούν τα παιδιά»
«Τι σκέφτηκε το βρώμικο μυαλό σου αυτή τη φορά, πονηρό Αγγελούδι;»
«Θα δεις»
«Μχμμμ ...»
Η Σελήνη γυρίζει και τον κοιτάζει.
«Τι θα γίνει τελικά, αδερφέ; Θα χορέψεις με τη μικρή σου αδερφή ή όχι;»
«Σου έχω πει ποτέ όχι;»
«Όχι»
«Και ούτε πρόκειται να σου πω. Έλα, Κοκκινοσκουφίτσα, πάμε να κουνήσουμε τα φιλήδονα κορμιά μας!»
Ο Τζάκος προσφέρει το χέρι του στη Σελήνη και πηγαίνουν στην αυτοσχέδια πίστα. Η Μαίρη τους παρακολουθεί να φεύγουν, χαμογελώντας και μετά αφήνει το βλέμμα της να περιπλανηθεί. Λίγο πιο πέρα, εντοπίζει τον Άρη να μιλάει με τον Βίκο και τον Αλέκο και του σφυράει πονηρά.
«Έη, Κακέ Λύκε;»
Αυτός γυρίζει και την κοιτάζει.
«Τι θέλεις, Χιονάτη;»
«Όπως βλέπεις, η Κοκκινοσκουφίτσα σου μόλις έκλεψε τον Πρίγκιπα μου. Είσαι έτοιμος για μια μικρή ανταπόδοση;»
«Για σένα, είμαι έτοιμος για όλα! Έλα σε μένα, Σέξι»
Αυτή τρέχει κοντά του και το πάρτι ξεκινάει για τα καλά. Η ώρα περνάει με τους ήρωες μας να τρώνε, να πίνουν, να χορεύουν και να γελούν με την καρδιά τους. Κάποια στιγμή, ο Άρης παίρνει τον Στέφανο στην άκρη.
«Τίγρη, θέλω μια χάρη»
«Ακούω»
«Ξέρεις ένα κομμάτι που ονομάζεται Το Βαλς των Χαμένων Ονείρων;»
«Του Μάνου Χατζηδάκη. Φυσικά και το ξέρω. Ήταν ένα απ' τα πρώτα κομμάτια που μου έμαθε ο πατέρας μου»
«Μπορείς να το παίξεις για μένα;»
«Ευχαρίστως. Δώσε μου δύο λεπτά να μιλήσω με τον Νάκο. Ακούγεται καλύτερα με δύο όργανα»
«Εσύ είσαι ο καλλιτέχνης, εσύ ξέρεις. Ευχαριστώ»
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Στέφανος βρίσκεται ξανά στα πλήκτρα του και ο Ιάσονας στέκεται δίπλα του με την κιθάρα του στα χέρια.
«Είσαι έτοιμος, κολλητέ;»
«Γεννήθηκα έτοιμος!»
«Πάμε!»
Καθώς αρχίζουν να παίζουν, η υπέροχη μελωδία σπάει τη σιωπή και ο Άρης πλησιάζει τη Σελήνη.
«Όμορφη μου Κοκκινοσκουφίτσα, μπορεί ο Λύκος σου να έχει αυτόν τον χορό;»
«Με όλη μου την καρδιά, αλλά δεν ξέρω βαλς»
«Μ' εμπιστεύεσαι;»
«Με τη ζωή του μωρού μου»
«Αφέσου τότε στα χέρια μου»
Αυτή σηκώνεται κι εκείνος την παίρνει στα χέρια του και αρχίζουν να περιστρέφονται γύρω-γύρω στην πίστα στο ρυθμό της μουσικής. Η απειρία της εξαφανίζεται μέσα στα έμπειρα χέρια του. Το σώμα της, κολλημένο στο δικό του, κινείται αρμονικά, ακολουθώντας τα βήματα του. Λίγο πιο πέρα, ο Ορέστης κάθεται και παρακολουθεί τον φίλο του με βουρκωμένα μάτια. Η Χλόη πλησιάζει και κάθεται δίπλα του.
«Καλέ, εσύ είσαι έτοιμος να κλάψεις. Τι έγινε;»
Αυτός δείχνει το ζευγάρι που χορεύει.
«Κοίτα τον. Βαλσάρει»
«Και λοιπόν; Είναι αυτός λόγος για να κλαις;»
«Έχεις δίκιο, γιατί δεν ξέρεις»
«Τι δεν ξέρω;»
«Αυτός έμαθε να χορεύει απ' τον πατέρα του. Ο Ερμής Λυκουρόπουλος ήταν εξαιρετικός χορευτής. Όταν ήμασταν έφηβοι, μας έμαθε πολλούς χορούς. Τανγκό, σάλσα, μάμπο, αλλά ο Άρης λάτρευε το βαλς. Του άρεσε να χορεύει με τη μητέρα του»
«Νομίζω ότι ξέρω πού πάει το πράγμα»
«Λίγες μέρες πριν το ατύχημα, αυτός και η μαμά του έλαβαν μέρος σ' έναν διαγωνισμό χορού και περίμεναν τα αποτελέσματα. Κέρδισαν το πρώτο βραβείο, αλλά η μητέρα του δεν το έμαθε ποτέ. Την επόμενη μέρα του ατυχήματος, λίγο πριν την κηδεία, αυτός πήγε και πήρε μόνος του το βραβείο. Το έβαλε στο φέρετρο της και θάφτηκε μαζί της»
«Ω, Θεέ μου!»
«Εκείνος ο διαγωνισμός ήταν η τελευταία φορά που χόρεψε βαλς και τώρα χορεύει ξανά. Αυτό σημαίνει ότι οι πληγές του επουλώνονται και είμαι πολύ χαρούμενος γι' αυτό»
«Καλύτερα να σ' αφήσω μόνο τότε»
Αυτή σηκώνεται να φύγει, αλλά εκείνος την αρπάζει απ' τον καρπό.
«Όχι! Μείνε. Η χαρά είναι μεγαλύτερη όταν τη μοιράζεσαι με τη γυναίκα που αγαπάς»
Χωρίς λόγια, αυτή μπλέκει τα δάχτυλα της με τα δικά του, κάθεται ξανά δίπλα του, και μαζί χαζεύουν τη Σελήνη να βοηθάει τον Άρη να επουλώσει τις πληγές του.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro