Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Το σωστό δόλωμα

Αρκετή ώρα αργότερα, ο Άρης και η Σελήνη κατεβαίνουν τις σκάλες πιασμένοι χέρι-χέρι. Ο Οδυσσέας σηκώνεται όρθιος όταν τους βλέπει.

«Επιτέλους! Τι κάνατε τόση ώρα;»

Η Σελήνη κοιτάζει τον Άρη με νόημα.

«Συγγνώμη, γλυκούλη, αλλά ο Λύκος μου αρνιόταν πεισματικά να με συγχωρήσει κι εγώ έπρεπε να τον πείσω»

«Κι απ' ότι βλέπω τα κατάφερες. Χρησιμοποίησες αυτό που σου είπα;»

«Ω, ναι!»

Η Μαίρη και η Σελήνη γελούν ενώ ο Άρης και ο Τζάκος συνοφρυώνονται.

«Πολύ αστείο, κυρίες»

«Ναι. Πολύ αστείο. Μχμμμ ...»

«Λοιπόν, αφήστε τα υπόλοιπα γι' αργότερα και καθήστε. Έχουμε κάτι να συζητήσουμε»

«Δώσε μου ένα λεπτό, Δράκε. Είμαι εντελώς αφυδατωμένος. Χρειάζομαι λίγο νερό»

«Αυτό παίρνεις όταν αφήνεις τα υγρά σου να ρέουν ανεξέλεγκτα!»

Ο Άρης κοιτάζει τον Ορέστη με απορία.

«Υγρά λέγοντας;»

Αντί αυτού όμως, απαντάει πρώτα η Χλόη και μετά η Θαλασσινή.

«Ιδρώτας»

«Σάλιο»

Και τέλος, η Μαίρη, που γι' άλλη μια φορά, χτυπάει ακριβώς τον στόχο.

«Σπέρμα»

Ο Άρης πνίγεται με το νερό του και όλοι οι άλλοι γελούν, εκτός απ' τον Τζάκο.

«Έλεος, Αγγελούδι μου!»

«Τι; Κι αυτό υγρό του σώματος δεν είναι;»

Η Σελήνη σουφρώνει τα χείλη της.

«Βασικά, δεν είναι ακριβώς υγρό»

«Εντάξει. Είναι λίγο πιο κρεμώδες. Λεπτομέρειες»

Ο Βίκος εξανίσταται.

«Με συγχωρείται, αλλά τι είδους συζήτηση είναι αυτή τώρα;»

Η Θαλασσινή του απαντάει.

«Μια επιστημονική συζήτηση, Βασιλιά μου»

Ο Οδυσσέας σηκώνει τα μάτια στο ταβάνι.

«Πως έμπλεξα εγώ με μια τόσο διεστραμμένη οικογένεια;»

Ο Αλέκος καγχάζει.

«Γιατί κατά βάθος είσαι σαν εμάς»

Ο Τζάκος αρπάζει την ευκαιρία.

«Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο»

«Ηλίθιοι»

Όταν σταματούν να γελούν, ο Άρης κάθεται στον καναπέ και βάζει τη Σελήνη ανάμεσα στα πόδια του.

«Εντάξει, Δράκε. Εδώ είμαστε. Τι είναι αυτό για το οποίο θέλεις να συζητήσουμε;»

«Ποιος θα μιλήσει;»

Όλα τα μάτια στρέφονται στον Οδυσσέα.

«Εγώ; Γιατί εγώ;»

«Γιατί είσαι ο μόνος που ξέρει πως να το κάνει σωστά, μωρό μου»

«Δεν υπάρχει περίπτωση. Αρνούμαι να τους πω κάτι τέτοιο»

Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη.

«Τώρα έχω αρχίσει ν' ανησυχώ»

«Κι εγώ μαζί σου»

Ο Βίκος, ελλείψει άλλου εθελοντή, το παίρνει πάνω του.

«Εντάξει. Εντάξει. Θα το κάνω εγώ. Λοιπόν ... Όταν ο Τζάκος ήταν επάνω με τον Άρη και τα κορίτσια ήταν στην κουζίνα, ο Νέγρος μας πρότεινε κάτι. Κάτι που είναι ο μόνος τρόπος να λύσουμε το πρόβλημά μας μια για πάντα»

Τα φίδια έχουν αρχίσει να ζώνουν τον Τζάκο.

«Και τι είναι αυτό το κάτι;»

«Για να πιάσουμε το μεγάλο ψάρι, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το σωστό δόλωμα, και στην δική μας περίπτωση, αυτό το δόλωμα είναι η Σελήνη»

Ο Άρης αρχίζει να φωνάζει.

«Τι; Έχεις τρελαθεί; Όχι! Όχι! Χίλιες φορές όχι! Με κανέναν γαμημένο τρόπο! Όχι!»

Και φυσικά, το ίδιο κάνει και ο Τζάκος.

«Έχει δίκιο ο Άρης. Είστε όλοι τρελοί αν νομίζετε ότι θα βάλω την αδερφή μου σε κίνδυνο. Όχι! Όχι! Και ξέρετε κάτι; Όχι!»

Ο Αλέκος και ο Οδυσσέας προσπαθούν να κατευνάσουν τα πνεύματα.

«Η Σελήνη είναι αδερφή όλων μας, όχι μόνο δική σου, και είναι ήδη σε κίνδυνο»

«Γιατί δεν το σκέφτεστε λίγο πριν το απορρίψετε;»

Ο Άρης χαμογελάει, δείχνοντας τα δόντια του.

«Δεν χρειάζεται, Οδυσσέα. Το έχω ήδη σκεφτεί πολύ καλά. Και η απάντηση είναι ... Έλα, διάβασε τα χείλη μου ... Α-πο-κλεί-ε-ται!»

Η Σελήνη σηκώνεται όρθια κι αρχίζει να βηματίζει πέρα δώθε.

«Άρη μου, περίμενε λίγο»

Αμέσως σηκώνεται κι εκείνος και την δείχνει με το δάχτυλο.

«Α, όχι! Ούτε καν να το σκεφτείς! Μου υποσχέθηκες!»

Αυτή του πιάνει το δάχτυλο.

«Ναι, και θα κρατήσω την υπόσχεσή μου, αλλά περίμενε μέχρι ν' ακούσουμε τι έχουν να μας πουν. Μπορεί να είναι και καλό»

«Το ήξερα, διάολε! Το ήξερα! Τζάκο, βοήθα με λίγο εδώ»

«Δεν χρειάζεσαι βοήθεια, Άρη μου. Αυτό το θέμα έχει κλείσει. Δεν είναι διαπραγματεύσιμο. Η απάντηση είναι όχι!»

Εκείνη τη στιγμή, η Μαίρη σηκώνεται απ' τον καναπέ.

«Αρκετά! Τζάκος, Άρης, και Σελήνη, έρχεστε μαζί μου στο γραφείο. Τώρα!»

«Μαίρη, μην το κάνεις αυτό!»

«Είπα τώρα, Ηλιόπουλε!»

Η φωνή της Μαίρης δεν σηκώνει αντιρρήσεις, κι έτσι οι δύο άντρες την ακολουθούν με την Σελήνη πίσω τους να χαχανίζει. Όταν μπαίνουν στο γραφείο, αυτή δείχνει την καρέκλα.

«Σελήνη, κάτσε, σε παρακαλώ, στην καρέκλα και εσείς οι δυο στον καναπέ σιωπηλοί!»

Η Σελήνη κάθεται στην καρέκλα χαχανίζοντας ακόμα καθώς οι άντρες κάθονται σιωπηλοί στον καναπέ. Καλά, χωρίς πλάκα, εδώ μιλάμε για Γυναικεία Δύναμη.

«Λοιπόν, αγόρια μου. Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή. Το πρόβλημα πρέπει να λυθεί το συντομότερο δυνατό, ώστε να συνεχίσουμε τη ζωή μας. Η Σελήνη δεν μπορεί να μείνει κλεισμένη στο σπίτι για πάντα. Γι' αυτό, εσείς οι δύο θ' ακούσετε το σχέδιο σαν καλά παιδιά, μετά θα το συζητήσουμε όλοι μαζί πολύ σοβαρά και την τελική απόφαση θα την πάρει η Σελήνη και κανένας άλλος. Συνεννοηθήκαμε, αγορίνες μου;»

Οι άντρες κοιτάζονται και, ξέροντας πολύ καλά, ότι δεν έχουν άλλη επιλογή, παραιτούνται.

«Απόλυτα, Αγγελούδι μου»

«Απόλυτα, Άστρο της Αυγής»

«Υπέροχα! Πάμε μέσα τώρα. Έλα, Σελήνη μου»

Η Σελήνη σηκώνεται, πιάνει το χέρι της Μαίρης και, με ψηλά το κεφάλι, βγαίνουν απ' το γραφείο. Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη.

«Τι στο διάολο έγινε;»

«Μη με ρωτάς, φιλαράκο. Δική σου γυναίκα είναι»

«Τι κάνουμε τώρα;»

«Ότι μας είπε. Δεν παίζουμε μ' αυτά τα πράγματα»

«Έχεις δίκιο»

Όταν αυτοί επιστρέφουν πίσω στο σαλόνι, ο Βίκος τους κοιτάζει.

«Λοιπόν; Είστε αρκετά ήρεμοι τώρα; Μπορούμε να μιλήσουμε σαν φυσιολογικοί άνθρωποι;»

Αυτοί πάνε να πουν κάτι, αλλά η Μαίρη απαντάει για εκείνους.

«Ναι, Βίκο. Τ' αγόρια μας θα κάτσουν ήσυχα και θ' ακούσουν τι έχεις να πεις»

Καθώς κάθονται στον καναπέ, αυτοί κάνουν γκριμάτσες και διάφορους ήχους δυσαρέσκειας, αλλά δεν βγάζουν λέξη. Η Μαίρη τους αγριοκοιτάζει και μετά γυρίζει στον Βίκο, δίνοντας του τον λόγο.

«Θυμάστε εκείνη την δημοσιογράφο που μας πολιορκούσε για να δώσουμε συνέντευξη;»

Η Θαλασσινή κάνει μια διευκρίνηση.

«Εννοείς αυτή που πολιορκούσε τον Τζάκο, όχι όλους μας»

«Ακριβώς. Αυτή είναι αυτό που χρειαζόμαστε. Ο Τζάκος θα επικοινωνήσει μαζί της και θα χρησιμοποιήσει τη γοητεία του για να την πείσει να κανονίσει μια συνέντευξη Τύπου για εμάς αντί για μια ιδιωτική συνέντευξη»

Ο Οδυσσέας συνεχίζει την συζήτηση.

«Και τι θα πούμε σ' αυτή τη συνέντευξη Τύπου;»

«Για να διατηρήσουμε τα προσχήματα, η Μαίρη και ο Ορέστης θα μιλήσουν για την επερχόμενη έκθεση τους και τότε, με κάποιο τρόπο, ο Τζάκος θα ανακοινώσει ότι η Σελήνη αναγνωρίζεται ως το νόμιμο παιδί του Στέφανου Ηλιόπουλου»

Ο Ορέστης αρχίζει και μπαίνει στο νόημα.

«Αυτό θα εκνευρίσει την Αβράμογλου»

«Αυτό θέλουμε, γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, όταν σε κυριεύει ο θυμός, κάνεις λάθη»

Ο Αλέκος, πάντα πιο ψύχραιμος απ' όλους, ρωτάει για τα διαδικαστικά.

«Κι εμείς τι θα κάνουμε;»

«Θα είμαστε έτοιμοι για όλα. Όλη η συμμορία θα είναι εδώ. Θα ζητήσουμε και ενισχύσεις απ' τον Χασάπη. Θα έχουμε τους φρουρούς μας. Θα βάλουμε ανιχνευτή μετάλλων στην πόρτα και φυσικά η Σελήνη θα φοράει συνέχεια αλεξίσφαιρο γιλέκο»

«Και τα παιδιά;»

«Τα παιδιά δεν θα είναι εδώ. Η Χλόη και η Θαλασσινή θα τα πάνε στο σπίτι του Διονύση και της Κατερίνας. Ο Τζάκος, η Μαίρη, ο Ορέστης και η Σελήνη θα καθίσουν στο τραπέζι, και εμείς οι υπόλοιποι, εγώ, ο Άρης, ο Οδυσσέας και ο Αλέκος θα ανακατευτούμε με τον κόσμο»

Ο Άρης έχει μία αντίρρηση, και ο Ορέστης δίνει τη λύση.

«Όχι. Εγώ θέλω να βρίσκομαι δίπλα στη Σελήνη, για παν ενδεχόμενο»

«Αυτό δεν είναι πρόβλημα. Μπορείς να καθίσεις στο τραπέζι μαζί μας αφού είσαι το βασικό μου μοντέλο. Κανείς δεν θα παραξενευτεί»

Ο Αλέκος κάνει ακόμα μία καίρια ερώτηση, την οποία απαντάει ο Νέγρος.

«Θα ειδοποιήσουμε την αστυνομία;»

«Αυτό θα το φροντίσω εγώ. Έχουμε νταλαβέρια με τους μπάτσους»

Και αφού κανονίστηκαν τα διαδικαστικά, η Σελήνη ρωτάει αυτό που θέλουν όλοι να μάθουν.

«Και αν την πιάσουμε;»

«Όταν την πιάνουμε, εννοείς»

«Ναι. Όταν την πιάσουμε, τι θα την κάνουμε;»

«Μεταξύ μας, Σελήνη μου, δεν νομίζω ότι θα βγει ζωντανή απ' τη συνάντηση μας»

Ο Βίκος έκανε την αρχή και ο Άρης το επιβεβαιώνει.

«Αυτό είναι σίγουρο»

Η Χλόη δεν συμφωνεί και πολύ μ' αυτό.

«Δεν μ' αρέσει αυτό. Αν το κάνουμε, γινόμαστε το ίδιο μ' αυτή. Γινόμαστε δολοφόνοι»

Ο Νέγρος αναλαμβάνει να της εξηγήσει.

«Δεν είναι έτσι, μικρή μου κυρά. Δεν είναι όλα άσπρο ή μαύρο. Υπάρχει και το γκρι. Είσαι δολοφόνος αν σκοτώσεις κάποιον είτε επειδή σ' αρέσει είτε για να κερδίσεις κάτι. Αν σκοτώσεις κάποιον για να σώσεις κάποιον που αγαπάς, είσαι απλώς άνθρωπος. Φυσικά, προσπαθείς να βρεις άλλη λύση, αλλά στο χειρότερο σενάριο, αν είναι είτε αυτός είτε εσύ, σκοτώνεις για ν' αποφύγεις να σε σκοτώσουν. Το ένστικτο σε οδηγεί. Το ένστικτο της επιβίωσης»

«Έτσι όπως το λες, ακούγεται σωστό»

Ο Βίκος γέρνει πίσω και κοιτάζει τους υπόλοιπους.

«Λοιπόν; Πώς σας φαίνεται το σχέδιο;»

Πριν απαντήσει κάποιος, ο Οδυσσέας έχει κάτι να προτείνει.

«Είναι αργά. Ας μην πάρουμε καμιά απόφαση απόψε. Είμαστε κουρασμένοι. Καλύτερα να το διαλύσουμε και να συνεχίσουμε αύριο με καθαρό μυαλό. Τι λέτε;»

Όλοι συμφώνησαν αμέσως και αποσύρθηκαν στα δωμάτιά τους. Αύριο θα είναι μια πολύ μεγάλη και δύσκολη μέρα. Μια μέρα γεμάτη αποφάσεις. Αποφάσεις. Αποφάσεις. Αποφάσεις. Ασήμαντες αποφάσεις όπως ... Τι θα φορέσω; Τι θα φάω; Τι θα δω στην τηλεόραση; Αλλά και σημαντικές αποφάσεις. Αποφάσεις ζωής και θανάτου.

~ ΕΠΑΝΩ ~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~

Ο Τζάκος κάθεται στην άκρη του κρεβατιού με το πρόσωπο χωμένο στα χέρια του. Η Μαίρη, αφού τακτοποίησε τα ρούχα τους στην ντουλάπα, πηγαίνει και κάθεται δίπλα του.

«Πώς είσαι, Πρίγκιπα μου;»

Αυτός σηκώνει το κεφάλι και την κοιτάζει με φοβισμένα μάτια.

«Χάλια. Όλο αυτό το σχέδιο μου θυμίζει τα δικά μας και φοβάμαι. Φοβάμαι μήπως κάτι πάει στραβά»

«Μην σκέφτεσαι έτσι. Όλα θα πάνε καλά. Σε ικετεύω! Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι. Μου ραγίζεις την καρδιά»

«Συγγνώμη, Αγγελούδι μου. Έλα εδώ»

Αυτός ανοίγει τα χέρια του κι εκείνη τρυπώνει στην αγκαλιά του.

«Θα με κάνεις μπάνιο;»

Αυτή γελάει.

«Είσαι ένα μεγάλο μωρό»

«Σε παρακαλώ!»

«Ξέρεις ότι δεν μπορώ να σου πω όχι, και το εκμεταλλεύεσαι»

«Ένοχος»

«Βγάλε τα ρούχα σου. Πάω να ετοιμάσω το νερό»

Αυτή κατευθύνεται προς το μπάνιο, αλλά εκείνος της κρατάει το χέρι.

«Ευχαριστώ, Αγγελούδι μου»

Αυτή του χαϊδεύει το μάγουλο.

«Μη μ' ευχαριστείς. Σου αξίζει κάθε περιποίηση»

«Σ' αγαπάω, ρε γαμώτο!»

«Το ξέρω»

Μετά από λίγα λεπτά, ο Τζάκος είναι ξαπλωμένος στη γεμάτη μπανιέρα. Το ζεστό νερό χαλαρώνει τους τεντωμένους μύες του και ο ατμός καθαρίζει το μυαλό του. Η Μαίρη κάθεται σ' ένα σκαμνί πίσω απ' το κεφάλι του.

«Είσαι έτοιμος, Πρίγκιπα μου;»

«Για σένα πάντα»

Με απαλές κινήσεις, αυτή λούζει τα μαλλιά του, τρίβει τους κροτάφους του, του κάνει μασάζ στο λαιμό και τους ώμους, στα χέρια και στα πλευρά του, στο εσωτερικό των μηρών του, στις γάμπες και τα πόδια του. Τα βογκητά και οι αναστεναγμοί του δείχνουν πόσο πολύ του αρέσει.

«Νιώθεις λίγο καλύτερα τώρα;»

«Στέκομαι ακριβώς έξω απ' τις πύλες του Παραδείσου»

«Και γιατί δεν μπαίνεις μέσα;»

Αυτός πιάνει το χέρι της και την τραβάει μέσα στην μπανιέρα. Την βάζει να καθίσει επάνω του, της τραβάει το εσώρουχο στην άκρη και μπαίνει μέσα της.

«Τι κάνεις, Ηλιόπουλε;»

«Μπαίνω, Αυγέρη. Μπαίνω στον Παράδεισο»

«Αχ, βρε Τζάκο ...»

~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΡΗ & ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~

Η Σελήνη βγαίνει απ' το μπάνιο και ενστικτωδώς τα μάτια της αναζητούν τον Άρη, αλλά δεν τον βλέπει πουθενά. Αυτό είναι περίεργο. Ήταν έτοιμος να κοιμηθεί. Που πήγε; Τότε, ένα κύμα κρύου αέρα στροβιλίζει τα μαλλιά της. Μπορεί να είναι Απρίλιος, αλλά ο καιρός δεν έχει ζεστάνει ακόμα, ειδικά τη νύχτα. Αυτή κοιτάζει προς την κατεύθυνση του αέρα και βλέπει ότι η μπαλκονόπορτα είναι ανοιχτή. Χωρίς καθυστέρηση, βγαίνει στο μπαλκόνι και τον βλέπει να κάθεται στα κάγκελα και να κοιτάζει το ολόγιομο φεγγάρι.

Το θέαμα της κόβει την ανάσα. Η αντανάκλαση του ασημένιου φεγγαριού στα μεγάλα, όμορφα μάτια του και οι παράξενες σκιές της νύχτας που παίζουν στο πρόσωπό του κάνουν την εικόνα του να φαίνεται κάπως εξωπραγματική. Και το πιο εκπληκτικό απ' όλα είναι ότι αυτή θα μπορούσε να ορκιστεί ότι για μια στιγμή ακούει το ουρλιαχτό ενός λύκου. Ξαφνικά, η φωνή του διαλύει το όραμά της.

«Έχουμε πανσέληνο απόψε»

«Και τι; Ένιωσες το κάλεσμα;»

Ένα κουρασμένο γέλιο βγαίνει απ' το στόμα του.

«Ναι. Κάτι τέτοιο»

«Τι συμβαίνει, βρε μωρό μου;»

«Φοβάμαι»

«Τι φοβάσαι;»

«Ότι θα σε χάσω»

Αυτή τον πλησιάζει και πλαισιώνει το πρόσωπό του.

«Δεν πάω πουθενά»

«Δεν το ξέρεις αυτό. Ίσως δεν είναι στο χέρι σου. Μπορεί ...»

Αυτή τον σιωπά, αγγίζοντας τα δάχτυλά της στα χείλη του.

«Σσσσ! Σταμάτα να το σκέφτεσαι. Μόνο γι' απόψε»

«Μόνο γι' απόψε»

«Να σου ζητήσω κάτι;»

«Ναι, οτιδήποτε»

«Τραγούδα και χόρεψε μαζί μου, εδώ, κάτω απ' την πανσέληνο»

Εκείνος της πιάνει το χέρι κι εκείνη βάζει το άλλο της χέρι στον ώμο του. Την κοιτάζει στα μάτια κι ανοίγει το στόμα του.

* Χάραξε και δε νυστάζω ... Σκέφτομαι τι μου πες χθες. ... Άσε με να σε κοιτάζω ... Κι άμα ξημερώσει ό, τι θες. ... Γύρισε να σ' αγκαλιάσω ... Τώρα ξέρω πως δε φταις. ... Άσε με να σε χορτάσω ... Κι άμα βγει ο ήλιος ό, τι θες.

Στο τσιγάρο που κρατώ ... Στον ένα μου θεό ... Να μη δώσει να ξημερωθώ. ... Στο κορμί αυτό το αγγελικό ... Στο στόμα που φιλώ ... Έτσι μια ζωή θα σ' αγαπώ. *

Χορεύουν αργά κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον στα μάτια. Εκείνος της τραγουδάει και στο βάθος, βαθιά μέσα στο δάσος, ένας λύκος ουρλιάζει στο φεγγάρι.

* Ξάπλωσε να σε κρατήσω ... Κλείσαν όλες οι πληγές. ... Άσε με να σε κοιμίσω ... Κι αύριο για σένα ό, τι θες. ... Γύρισε να σ' αγκαλιάσω ... Τώρα ξέρω πως δε φταις. ... Άσε με να σε χορτάσω ... Κι άμα βγει ο ήλιος ό, τι θες.

Στο τσιγάρο που κρατώ ... Στον ένα μου θεό ... Να μη δώσει να ξημερωθώ. ... Στο κορμί αυτό το αγγελικό ... Στο στόμα που φιλώ ... Έτσι μια ζωή θα σ' αγαπώ. *

Λίγο πριν αυτός σκύψει να τη φιλήσει, αυτή σχηματίζει δύο λέξεις με τα χείλη της.

«Σ' ευχαριστώ»

~~~ * ~~~ * ~~~ *

Το επόμενο πρωί, οι ήρωες μας κάθισαν στο σαλόνι και συζήτησαν. Ανέλυσαν το σχέδιο και το οργάνωσαν μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Δεν θέλουν ν' αφήσουν τίποτα στην τύχη. Όλοι ανέλαβαν από κάτι. Ο Νέγρος θα φροντίσει το θέμα της αστυνομίας. Ο Άρης θα μιλήσει με τον Χασάπη για τις ενισχύσεις. Ο Βίκος θα συντονίσει τους φρουρούς. Η Χλόη και η Θαλασσινή θα φροντίσουν τα παιδιά με τον Διονύση και την Κατερίνα. Ο Αλέκος θα φροντίσει τον απαραίτητο εξοπλισμό. Το αλεξίσφαιρο γιλέκο, τον ανιχνευτή μετάλλων και την τοποθέτηση κρυφών καμερών σε διάφορα σημεία του σπιτιού καθώς και στον κήπο. Η Μαίρη, ο Ορέστης και ο Οδυσσέας θα φροντίσουν για τις λεπτομέρειες της έκθεσης και ο Τζάκος θα κανονίσει τη συνέντευξη Τύπου. Για προφανείς λόγους, η Σελήνη δεν ανέλαβε καμία ευθύνη. Κανείς δεν ήθελε να την επιβαρύνει με περισσότερες έγνοιες απ' αυτές που έχει ήδη. Άλλωστε η δική της ζωή βρίσκεται σε κίνδυνο.

~ ΣΑΒΒΑΤΟ, 10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010. ~ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ~

Ο Αλέκος, ο Βίκος, η Θαλασσινή και η Χλόη έχουν πάει τα παιδιά στο Λούνα Παρκ. Η Μαίρη, ο Οδυσσέας και ο Ορέστης είναι κλεισμένοι στο στούντιο και διαλέγουν πίνακες για την έκθεση. Και τέλος, ο Τζάκος, η Σελήνη και ο Άρης είναι στο σαλόνι και περιμένουν την δημοσιογράφο που θα αναλάβει τη συνέντευξη Τύπου.

«Τζάκο, τι εννοούσε η Θαλασσινή όταν είπε ότι η δημοσιογράφος σε πολιορκούσε;»

«Μαλακίες. Επειδή μου έκανε μερικά κομπλιμέντα για να με κάνει να δεχτώ την συνέντευξη, όλοι έβγαλαν το συμπέρασμα ότι με γουστάρει»

«Και τι; Δεν σε γουστάρει;»

«Δεν ξέρω, περίεργη μικρή αδερφή, και κυρίως δεν με νοιάζει»

«Δεν σε νοιάζει;»

«Από τότε που γνώρισα τη Μαίρη μου, όχι. Δεν με νοιάζει καθόλου»

«Και πριν τη Μαίρη;»

«Πριν απ' αυτήν, φυσικά. Είμαι άντρας, Σελήνη. Μ' άρεσε που με κυνηγούσαν οι γυναίκες, αλλά τελικά βαρέθηκα. Βαρέθηκα να ξυπνάω μόνος μου κάθε πρωί»

«Γιατί ξυπνούσες μόνος;»

«Γιατί δεν κοιμήθηκα ποτέ με καμία απ' αυτές. Μετά το σεξ, ντυνόμουν και έφευγα. Και φυσικά, δεν τηλεφωνούσα ποτέ ξανά»

Ο Άρης, ξέροντας καλά τι σημαίνει αυτό, κουνάει το κεφάλι του και ο Τζάκος τον δείχνει.

«Ορίστε. Ο άντρας σου ξέρει για τι πράγμα μιλάω»

«Ναι, ξέρω. Όλες οι γυναίκες που είχα ήταν μιας χρήσεως και αυτή η χρήση δεν συνέβαινε ποτέ στο σπίτι μου»

«Πάντα στο δικό τους, ε;»

«Όχι. Ούτε εκεί. Είχα ένα ειδικό μέρος γι' αυτό»

«Δωμάτιο ξενοδοχείου;»

«Ναι»

«Το είχα σκεφτεί κι εγώ, αλλά δεν μου έβγαινε»

Η Σελήνη κοιτάζει μία τον έναν και μία τον άλλον.

«Το ξέρετε ότι όλα αυτά είναι τρομερά σεξιστικά, έτσι;»

Αυτοί σηκώνουν τους ώμους κι εκείνη γυρίζει τα μάτια της.

«Αρσενικά σοβινιστικά γουρούνια!»

Αυτοί γελούν.

«Ίσως και να είμαστε, αλλά δεν θυμάμαι να σε πείραξε που ήσουν η πρώτη γυναίκα που ξάπλωσε στο κρεβάτι μου»

«Μην φεύγεις απ' το θέμα. Τώρα μιλάμε για σένα»

«Με συγχωρείς!»

Αυτή μουτρώνει κι εκείνη γελούν ξανά.

«Ώστε η αδερφή μου ήταν η πρώτη σου, ε;»

«Ναι. Η Μαίρη ήταν η δική σου;»

«Ναι»

Εκείνη τη στιγμή, η Μαίρη μπαίνει στο δωμάτιο και πλησιάζει τον Τζάκο.

«Και για το καλό σου, Ηλιόπουλε, ελπίζω να είμαι και η τελευταία»

Η Σελήνη απευθύνεται στον Άρη.

«Το ίδιο ισχύει και για σένα, Λυκουρόπουλε»

Οι άντρες κοιτάζονται μεταξύ τους και θέλουν να γελάσουν, αλλά το κουδούνι τους σταματά. Η Μαίρη ετοιμάζεται να επιστρέψει στο στούντιο της.

«Αυτή πρέπει να είναι η δημοσιογράφος. Πρίγκιπα, πήγαινε άνοιξε την πόρτα. Εγώ βγάζω φτερά και εξαφανίζομαι»

«Δεν χρειάζεται, Αγγελούδι μου»

«Χρειάζεται. Αυτή η γυναίκα με μισεί. Κάθε φορά που με κοιτάει, νιώθω τα μάτια της να με τρυπάνε σαν στιλέτα»

Η Μαίρη γελάει και ο Τζάκος συνοφρυώνεται.

«Πολύ αστείο, Αυγέρη. Πολύ αστείο!»

Η Σελήνη βάζει το χέρι της ανάποδα στο μέτωπο της.

«Αλί, αλί και τρεις αλί! Βγάζω τον αδερφό μου στο κλαρί!»

«Αυτό ήταν τέλειο!»

Οι δύο γυναίκες κλαίνε απ' τα γέλια.

«Ντροπή σας, γυναίκες!»

«Μην κάνεις τον κόπο, Άρη μου. Ο αγώνας είναι άνισος και εμείς έχουμε ήδη χάσει»

Καθώς ο Τζάκος πηγαίνει ν' ανοίξει την πόρτα, η Μαίρη, κλείνοντας τους το μάτι, επιστρέφει στο στούντιο της. Όταν μένουν μόνοι, ο Άρης στρέφεται στη Σελήνη.

«Αυτοί είναι υπέροχο ζευγάρι»

«Θα είμαστε κι εμείς σαν αυτούς μετά από δεκαπέντε χρόνια;»

«Θα είμαστε, Γατούλα. Σαν αυτούς και ακόμα καλύτεροι. Στο υπόσχομαι»

«Είσαι καταπληκτικός, αλλά όταν μιλάς έτσι για το μέλλον μας, γίνεσαι ακόμα καλύτερος»

«Φίλα με»

«Αμέσως, Αφέντη»

Αυτοί φιλιούνται ανάμεσα στα γέλια τους, αγνοώντας ότι πίσω απ' την πόρτα τους περιμένει μια έκπληξη. Ο Τζάκος ανοίγει την πόρτα και η Τατιάνα Καφετζόγλου, μια ξανθιά γυναίκα με πράσινα μάτια, κάπου μεταξύ τριάντα και τριάντα πέντε χρονών, μπαίνει μέσα και του προσφέρει το χέρι της.

«Καλησπέρα, κύριε Ηλιόπουλε. Χαίρομαι πολύ που σας ξαναβλέπω»

Ο Τζάκος της σφίγγει απαλά το χέρι.

«Κυρία Καφετζόγλου, σας ευχαριστώ που ήρθατε παρά τη σύντομη ειδοποίηση. Το εκτιμώ πραγματικά»

«Μην το αναφέρεται καν. Θα έκανα τα πάντα για σας»

Η Σελήνη, που κρυφοκοιτάζει στο χολ, μιλάει χαμηλόφωνα στον Άρη.

«Έλα να δεις τον τρόπο που τον κοιτάζει. Βάζω στοίχημα ότι τον γδύνει με τα μάτια της αυτή τη στιγμή. Τι σκύλα!»

Ο Άρης προσπαθεί να καταπνίξει το γέλιο του.

«Ήρεμα, Γούλβεριν. Μάζεψε τα μαχαίρια σου»

Αυτή του βγάζει την γλώσσα και γυρίζει ξανά προς το χολ και βλέπει τον Τζάκο να κλείνει την πόρτα και την Τατιάνα να τον σταματάει.

«Κύριε Ηλιόπουλε, μην κλείνετε ακόμα την πόρτα, σας παρακαλώ»

«Γιατί; Δεν είστε μόνη;»

«Όχι, ήρθα με τον βοηθό μου. Αυτός περνάει την ασφάλεια σας αυτή τη στιγμή»

«Εντάξει»

«Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ, δεν υπήρχε τόση ασφάλεια. Τι άλλαξε;»

«Τίποτα ιδιαίτερο. Είναι μόνο για προστασία. Ας περάσουμε μέσα τώρα»

Η Σελήνη τρέχει στον Άρη λίγο πριν η Τατιάνα μπει στο σαλόνι μαζί με τον Τζάκο, ο οποίος αρχίζει τις συστάσεις.

«Επιτρέψτε μου να σας συστήσω την αδερφή μου, τη δεσποινίδα Σελήνη Ηλιοπούλου»

Η Σελήνη, μ' ένα σαρκαστικό χαμόγελο στα χείλη, απλώνει το χέρι της στην Τατιάνα.

«Χαίρομαι που σας γνωρίζω, κυρία»

«Επίσης, δεσποινίς»

Μετά, ο Τζάκος δείχνει τον Άρη.

«Και αυτός είναι ο κύριος Άρης Λυκουρόπουλος, ο μελλοντικός σύζυγός της»

Ο Άρης εμφανίζει το γνωστό του ακαταμάχητο στραβό χαμόγελο, που κόβει την ανάσα της επισκέπτριας μας.

«Χαίρομαι που σας γνωρίζω, κυρία Καφετζόγλου»

«Η χαρά είναι όλη δική μου, κύριε Λυκουρόπουλε»

Ένα υπόκωφο γρύλισμα βγαίνει απ' το πίσω μέρος του λαιμού της Σελήνης και ο Τζάκος σπεύδει να τραβήξει επάνω του την προσοχή της Τατιάνας.

«Κυρία Καφετζόγλου, παρακαλώ, καθίστε. Θα θέλατε να πιείτε κάτι πριν ξεκινήσουμε;»

Η Τατιάνα κάθεται στον καναπέ και κάνει αέρα στο πρόσωπό της με το χέρι της.

«Ευχαριστώ. Θα προτιμούσα κάτι δροσιστικό, αν γίνετε. Κάνει πολύ ζέστη εδώ μέσα»

Κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να το αφήσει να περάσει η Σελήνη.

«Δεν νομίζω. Η θερμοκρασία εδώ μέσα είναι ιδανική»

Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη, ο οποίος τσιμπάει διακριτικά τον πισινό της Σελήνης, η οποία αγριοκοιτάζει και τους δυο.

«Ναι, φυσικά. Εσείς, παιδιά; Θέλετε κάτι;»

«Το συνηθισμένο για μένα. Ευχαριστώ»

«Εγώ θα ήθελα μια κόκα κόλα, Τζάκο μου. Θέλω να μείνω νηφάλια»

Ο Τζάκος πηγαίνει στην κουζίνα για να ετοιμάσει τα ποτά ενώ η Σελήνη και ο Άρης κάθονται απέναντι από την Τατιάνα στον άλλο καναπέ.

«Μπορώ να ρωτήσω ποιο είναι το συνηθισμένο σας, κύριε Λυκουρόπουλε; Από δημοσιογραφική περιέργεια και μόνο»

«Ναι, καλά! Σκατά περιέργεια!»

Η Σελήνη μιλάει ψιθυριστά, ευτυχώς, αλλά ο Άρης την ακούει και την κοιτάζει επίμονα για λίγο πριν χαμογελάσει στην Τατιάνα.

«Δεν πίνω πολύ, αλλά όταν το κάνω, πίνω μόνο Johnny Walker Blue Label. Τίποτα άλλο»

«Μμμμ ... Έχετε πολύ εκλεπτυσμένο και ακριβό γούστο»

«Κρίνοντας απ' την γυναίκα που διάλεξα για σύντροφο μου, αυτό είναι προφανές νομίζω»

Η Σελήνη είναι έτοιμη να πει ξανά κάτι καυστικό, αλλά όταν ακούει την απάντηση του Άρη, λιώνει και κρατάει το στόμα της κλειστό, ενώ η Τατιάνα χαμογελάει αμήχανα. Τότε, ακούγεται μια φωνή απ' την πόρτα.

«Κυρία Τατιάνα, είστε εδώ;»

«Ναι, Θεμιστοκλή, έλα μέσα»

Ένας συμπαθητικός νεαρός άνδρας με καστανά μαλλιά και καστανά μάτια μπαίνει στο σαλόνι προσαρμόζοντας τα γυαλιά μυωπίας που γλιστρούν στη μύτη του. Αυτοί σηκώνονται όρθιοι για να χαιρετήσουν τον νεοφερμένο. Τα έξυπνα, μυωπικά μάτια του Θεμιστοκλή κοιτάζουν γύρω-γύρω το σπίτι μέχρι που το βλέμμα του πέφτει στη Σελήνη και σταματάει επάνω της. Ο Άρης το αντιλαμβάνεται αμέσως και σπεύδει να μαρκάρει την περιοχή του. Αυτός την πλησιάζει και την αγκαλιάζει με κτητικό τρόπο, αλλά ο Θεμιστοκλής δεν παίρνει το μήνυμα.

«Σελήνη; Σελήνη Νουβάκη; Εσύ είσαι; Δεν το πιστεύω! Δεν με θυμάσαι; Εγώ είμαι, ο Θεμιστοκλής ο Νέγκας»

Η Σελήνη τον κοιτάζει προσπαθώντας να τον θυμηθεί, ενώ η Τατιάνα προσπαθεί να σώσει ότι προλάβει.

«Θεμιστοκλή, κάνεις λάθος. Το όνομα της δεσποινίδας δεν είναι Νουβάκη, αλλά Ηλιοπούλου. Είναι η αδερφή του κυρίου Τζάκου και ο κύριος δίπλα της είναι ο μέλλον σύζυγος της»

Η Σελήνη κοιτάζει ακόμα τον νεαρό άντρα.

«Όχι, δεν κάνει λάθος. Το όνομά μου ήταν Νουβάκη, αλλά ... Ποιος είσαι; Με συγχωρείς, αλλά δεν σε θυμάμαι»

Η απογοήτευση είναι εμφανής στο πρόσωπο του Θεμιστοκλή.

«Δευτέρα Λυκείου στο 1ο Λύκειο Ταύρου. Στην εκδήλωση της Τρίτης για την πενταήμερη τους. Πήγαμε μαζί και κερδίσαμε τον διαγωνισμό χορού»

«Διαγωνισμός χορού; ... Ω, Θεέ μου!»

Το πρόσωπο της Σελήνης φωτίζεται καθώς θυμάται.

«Χορέψαμε το Lambada. Εσύ είσαι, Θέμη; Απίστευτο! Έχεις αλλάξει εντελώς»

«Σε αντίθεση με εσένα. Είσαι ακριβώς το ίδιο υπέροχη και κούκλα όπως τότε»

Η Τατιάνα γουρλώνει τα μάτια της.

«Θεμιστοκλή! Τι λες μπροστά στον άντρα της; Μαζέψου!»

Όμως ο Άρης, σαν πραγματικός άντρας που ξέρει τι του ανήκει και τι όχι, δίνει τη σωστή απάντηση.

«Δεν πειράζει, κυρία Καφετζόγλου. Μην επιπλήττεις το παιδί. Μ' αρέσει ν' ακούω ότι η γυναίκα μου είναι υπέροχη και κούκλα. Με κάνει περήφανο»

«Αυτό είναι κάτι που δεν τ' ακούς συχνά. Συνήθως, οι άντρες ζηλεύουν. Εσείς όχι;»

«Όχι, καθόλου. Δεν είμαι ζηλιάρης. Το να ζηλεύεις σημαίνει να θέλεις κάτι που δεν έχεις. Αλλά είμαι εδαφικός»

«Τι σημαίνει αυτό;»

Ο Άρης μιλάει στην Τατιάνα, αλλά τα μάτια του είναι πάνω στον Θεμιστοκλή.

«Σημαίνει ότι προστατεύω αυτό που μου ανήκει!»

«Είστε ένας πραγματικός άντρας, κύριε Λυκουρόπουλε»

«Αυτό θέλω να πιστεύω»

Ο Τζάκος επιστρέφει απ' την κουζίνα με τα ποτά.

«Τι έχασα;»

Ο Άρης συνεχίζει να κοιτάζει τον Θεμιστοκλή.

«Μια ακόμη απόδειξη του πόσο μικρός είναι ο κόσμος»

«Τι εννοείς;»

Η Τατιάνα χαμογελάει.

«Απ' ότι φαίνεται, κύριε Ηλιόπουλε, ο βοηθός μου ήταν συμμαθητής της αδερφής σας, και μάλιστα πήγαν μαζί σε μια εκδήλωση του σχολείου τους»

Η Σελήνη βοηθάει τον Τζάκο να σερβίρει τα ποτά.

«Και κερδίσαμε κι έναν διαγωνισμό χορού»

«Αλήθεια; Μπράβο!»

Αφού τελείωσαν με τα ποτά, η Τατιάνα μπαίνει κατευθείαν στο θέμα.

«Λοιπόν, τι λέτε, κύριε Ηλιόπουλε; Θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε στο λόγο που με καλέσατε;»

«Ναι, φυσικά. Ας κάτσουμε»

Ο Άρης και η Σελήνη επιστρέφουν στον καναπέ. Ο Θεμιστοκλής κάνει να καθίσει δίπλα της, αλλά το άγριο βλέμμα του Άρη τον κάνει ν' αλλάξει γνώμη και τελικά κάθεται στην πολυθρόνα. Ο Τζάκος και η Τατιάνα κάθονται στον άλλο καναπέ. Αυτός παίρνει διακριτικά μια βαθιά ανάσα, σταυρώνει τα πόδια του και γέρνει λίγο προς το μέρος της. Το πρόσωπό του συσπάτε για λίγα δευτερόλεπτα, αλλά συνέρχεται αρκετά γρήγορα και κανείς δεν το προσέχει.

«Καταρχάς, τι θα λέγατε ν' αφήσουμε τον πληθυντικό;»

Η Τατιάνα, που έχει ξεχάσει πού είναι και με ποιον, τον κοιτάζει με μάτια γεμάτα λαγνεία.

«Ό,τι θέλεις, Τζάκο»

«Αυτό που θέλω, Τατιάνα, είναι ... μια συνέντευξη Τύπου»

Τα μάτια της Τατιάνας είναι καρφωμένα σταθερά στα χείλη του Τζάκου, αλλά οι λέξεις που βγαίνουν απ' αυτά δεν είναι αυτό που περίμενε.

«Μια ... Τι;»

«Μια συνέντευξη Τύπου, εδώ στο σπίτι μου και θέλω να την οργανώσεις εσύ»

«Γιατί εγώ;»

«Γιατί ρώτησα κι έμαθα για σένα. Πόσο ικανή και πόσο καλή είσαι στη δουλειά σου»

«Ρώτησες για μένα;»

«Ναι»

«Είμαι κολακευμένη»

«Πρέπει να ξέρεις ότι δεν κολακεύω ποτέ. Λέω μονάχα την αλήθεια»

«Ακόμα καλύτερα»

«Αυτό σημαίνει ότι θα το κάνεις αυτό για μένα;»

«Φυσικά. Θα έκανα τα πάντα για σένα»

Η Σελήνη γυρίζει τα μάτια της και θέλει να επέμβει, αλλά ο Άρης σφίγγει τον γοφό της και τη σταματά. Ο Τζάκος χαμογελάει στην Τατιάνα.

«Ευχαριστώ, Τατιάνα. Δεν θα το ξεχάσω αυτό»

«Για μένα το κάνω. Για να περάσω λίγο χρόνο μαζί σου. Πότε θέλεις να γίνει;»

«Την Δευτέρα το απόγευμα είναι καλά; Έχεις αρκετό χρόνο;»

«Ναι, είναι μια χαρά»

Η Τατιάνα βάζει το χέρι της στον ώμο του Τζάκου και η Σελήνη δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο. Καλά τα κομπλιμέντα, αλλά να τον αγγίζει κιόλας; Αυτό πάει πολύ! Αυτή σηκώνεται απότομα και απευθύνεται στον αδερφό της.

«Τζάκο, πέρασε η ώρα και θ' αργήσουμε στο ραντεβού μας με τον δικηγόρο»

Αυτός την κοιτάζει με ευγνωμοσύνη.

«Ναι, έχεις δίκιο»

Όταν αυτός σηκώνεται όρθιος, το ίδιο κάνουν και οι άλλοι. Η Σελήνη γλιστράει με μαεστρία το σώμα της ανάμεσα στον Τζάκο και την Τατιάνα. Ο Άρης καλύπτει το στόμα του με το χέρι του και παλεύει να καταπνίξει το γέλιο του. Παρόλα αυτά όμως, η Τατιάνα δεν παίρνει το βλέμμα της απ' αυτόν.

«Λοιπόν, Τζάκο, μην ανησυχείς για τίποτα. Θα τα φροντίσω όλα εγώ. Θα σε πάρω τηλέφωνο την Κυριακή για να σου πω λεπτομέρειες»

«Θα περιμένω»

Η Τατιάνα απευθύνεται στον Θεμιστοκλή που κοιτάζει λιγωμένος την Σελήνη.

«Ώρα να φύγουμε, Θεμιστοκλή. Έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε»

Μετά, αυτή χαιρετάει τους άλλους.

«Κύριε Λυκουρόπουλε, δεσποινίς Ηλιοπούλου, χάρηκα πολύ που σας γνώρισα. Θα σας ξαναδώ σύντομα»

Αυτοί νεύουν στην Τατιάνα και μετά γυρίζουν στον Θεμιστοκλή που απευθύνεται στην Σελήνη.

«Εεεε ... Σελήνη; Μπορώ να σε λέω Σελήνη, ε;»

«Φυσικά, Θέμη»

«Πραγματικά είναι μεγάλη σύμπτωση που σε συνάντησα σήμερα. Το επόμενο Σάββατο στις 17 του μήνα είναι το reunion της τάξης μας στο Venue στο Ρουφ»

«Αλήθεια;»

«Ναι. Θα έρθεις;»

Αυτή κοιτάζει τον Άρη.

«Άρη, τι λες;»

«Αν όλα πάνε καλά, φυσικά, μωρό μου. Κανένα πρόβλημα»

Μ' αυτό το αν όλα πάνε καλά, φυσικά, ο Άρης εννοεί αν θα πιάσουν ή όχι την Ασπασία Αβράμογλου, και η Σελήνη το καταλαβαίνει αμέσως.

«Εντάξει, Θέμη. Θα έρθουμε. Αν συμβεί κάτι και δεν τα καταφέρουμε, θα σε ειδοποιήσω μέσω της κυρίας Καφετζόγλου»

«Δεν χρειάζεται να ενοχλήσουμε τ' αφεντικό μου. Έχεις Facebook;»

«Έχω. Βέβαια, δεν το έχω κοιτάξει εδώ και καιρό, αλλά τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να το κάνω»

«Τέλειο. Κάνε με add και θα σου στείλω τις λεπτομέρειες εκεί. Θέμης Νέγκας στ' αγγλικά θα με βρεις. Ελπίζω πραγματικά να έρθεις. Εεεε ... Να έρθετε, εννοώ»

Η Τατιάνα και ο Θεμιστοκλής φεύγουν και την στιγμή που κλείνει η πόρτα πίσω τους, ο Τζάκος σκύβει μπροστά, ακουμπά τα χέρια του στα γόνατά του κι αρχίζει να παίρνει βαθιές ανάσες για να μην κάνει εμετό, ενώ το πρόσωπό του είναι γεμάτο τρόμο. Η Σελήνη τρέχει κοντά του.

«Τι συμβαίνει, Τζάκο; Τι έπαθες;»

«Η μυρωδιά της ... Πεύκο ... Λίζα. ... Δεν μπορώ ν' αναπνεύσω!»

Αυτή, έχοντας ήδη μάθει όλη την ιστορία του τραυματισμού της Μαίρης και γνωρίζοντας ποια είναι η Λίζα, καταλαβαίνει αμέσως τι συμβαίνει και απευθύνεται στον Άρη.

«Άρη, τρέχα να φωνάξεις τη Μαίρη»

Αυτός τρέχει μέσα και επιστρέφει αμέσως μαζί με τη Μαίρη, η οποία τρέχει γρήγορα κι αγκαλιάζει τον Τζάκο.

«Έη! Έη! Εδώ είμαι, Πρίγκιπα μου»

Αυτός κρεμιέται επάνω της σαν φοβισμένο ζώο κι εκείνη απευθύνεται στους άλλους.

«Τι στο διάολο έγινε;»

«Αυτή η δημοσιογράφος μύριζε πεύκο. Μόλις έφυγε, αυτός κατέρρευσε»

«Πεύκο; Όχι, γαμώτο! Όχι ξανά!»

«Τι του συμβαίνει;»

«Κάθε φορά που μυρίζει πεύκο, του κόβεται η ανάσα. Του έχει μείνει ψυχολογικό από τότε»

«Και πώς του περνάει;»

«Έτσι»

Η Μαίρη ξεκουμπώνει μερικά κουμπιά του πουκαμίσου της και ακουμπά το κεφάλι του Τζάκου στο στήθος της, καλύπτοντας τον με τα μαλλιά της.

«Έλα, μωρό μου. Μύρισε με και ηρέμησε. Δεν μπορεί πια να μας κάνει κακό. Είναι κλειδωμένη»

Καθώς ο Τζάκος αρχίζει ν' αναπνέει βαθιά, το σώμα του χαλαρώνει και ο τρόμος εξαφανίζεται απ' το πρόσωπο του. Λίγα λεπτά αργότερα, αυτός αναπνέει ξανά κανονικά και τότε, σηκώνει το κεφάλι του και κοιτάζει τους άλλους κάπως ντροπιασμένος.

«Συγγνώμη, ρε παιδιά. Δεν ήθελα να με δείτε έτσι, τόσο αδύναμο»

«Μην είσαι χαζός. Ξέρουμε πόσο δυνατός είσαι»

«Και εκτός αυτού, ακόμα και ο πιο δυνατός άντρας έχει τις αδυναμίες του»

«Δεν μπορώ να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Δεν μπορώ να το ελέγξω»

«Ίσως πρέπει να ξανασκεφτούμε όλο αυτό το θέμα της συνέντευξης Τύπου»

«Όχι. Θα γίνει ότι έχουμε πει»

«Ναι, ρε φίλε, αλλά πώς θ' αντέξεις τόση ώρα δίπλα της;»

Η Μαίρη κουμπώνει το πουκάμισο της.

«Αυτό αφήστε το σε μένα. Θα την αναγκάσω ν' αλλάξει άρωμα. Θα της πω ότι ο Τζάκος είναι αλλεργικός στο πεύκο»

«Και αν δεν το δεχτεί;»

«Τότε θα την ψεκάσω με το ζόρι με το δικό μου άρωμα. Για τον άντρα μου μιλάμε!»

Αυτοί γελάνε. Στη συνέχεια, ο Άρης βοηθά τη Μαίρη να πάρει τον Τζάκο στον επάνω όροφο για να ξεκουραστεί λίγο κι επιστρέφει στο σαλόνι. Κάθεται δίπλα στη Σελήνη στον καναπέ και την παίρνει στην αγκαλιά του.

«Πώς είναι ο Τζάκος;»

«Έχει το Αγγελούδι του στο πλευρό του. Είναι μια χαρά»

«Ποτέ δεν πίστευα ότι θα τον έβλεπα έτσι. Είναι πάντα τόσο δυνατός, τόσο αγέρωχος, πραγματικό ατσάλι»

«Ο πόνος που πέρασε ήταν αφόρητος. Είναι λογικό που του άφησε σημάδι. Δεν μπορούσα να το καταλάβω πριν, αλλά τώρα μπορώ»

«Τι άλλαξε τώρα;»

«Τώρα ξέρω πώς είναι να έχεις κάτι που δεν μπορείς να χάσεις»

«Ναι, ξέρω τι εννοείς»

Αυτός σηκώνεται και πηγαίνει προς το παράθυρο. Κοιτάζει τον ήλιο που δύει, δίνοντας τη σκυτάλη στο φεγγάρι.

«Ξέρω ότι γίνομαι γραφικός, αλλά, σε παρακαλώ, Σελήνη. Σε ικετεύω! Μην μ' αναγκάσεις ποτέ να βιώσω τέτοιο πόνο. Δεν θα τ' αντέξω. Το ξέρω ότι δεν μπορώ να τ' αντέξω»

«Άρη μου ...»

«Όχι! Όχι! Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα. Έλα ν' αλλάξουμε θέμα και να μιλήσουμε για τον Θέμη»

«Γιατί γι' αυτόν και όχι για την Τατιάνα;»

«Τι σχέση έχει αυτή; Είναι θαυμάστρια του αδερφού σου, όχι δική μου»

«Αλήθεια; Έχετε πολύ εκλεπτυσμένο και ακριβό γούστο. Είστε ένας πραγματικός άντρας, κύριε Λυκουρόπουλε. Σου θυμίζουν κάτι αυτά;»

«Έλα τώρα, Γατούλα»

«Μην μου λες έλα τώρα. Ξέρω τι λέω. Αν μπορούσε αυτή η σκύλα, θα σας έπαιρνε και τους δύο παρτούζα ακριβώς εδώ πάνω στο τραπεζάκι του καφέ, μ' εμένα να παίρνω μάτι»

Αυτός γελάει.

«Τι βρομόστομα είναι αυτό, Γατούλα; Παρτούζα; Πρόσεχε γιατί θα σε δείρω»

Αυτή του βγάζει τη γλώσσα της.

«Γιατί; Κάνω λάθος;»

«Δεν ξέρω και δεν με νοιάζει. Το μόνο που με νοιάζει είναι ποιος στο διάολο είναι αυτός ο τζιτζιφιόγκος ο Θεμιστοκλής»

«Είναι παλιός μου συμμαθητής»

«Ναι, αλλά και συνοδός σου στην εκδήλωση, παρτενέρ σου στο χορό, και εξακολουθεί να πιστεύει ότι είσαι υπέροχη και κούκλα»

«Ζηλεύεις;»

«Σου είπα όχι. Ρωτάω απλώς γιατί θέλω να μάθω αν απειλούμε ή όχι, για να πάρω τα μέτρα μου»

«Γιατί όχι; Είναι καυτός. Πάντα μ' άρεσαν οι άντρες με γυαλιά»

«Γατούλα, κόφτο, γιατί αν συνεχίσεις ...»

«Αν συνεχίσω τι, Λύκε; Τι μπορείς να μου κάνεις;»

Αυτός την κοιτάζει στενεύοντας τα μάτια του.

«Τι είπες, Γατούλα;»

Αυτή βάζει τα χέρια στους γοφούς της.

«Είπα, τι μπορείς να μου κάνεις;»

Χωρίς αυτή να καταλάβει τι ακριβώς συνέβη, βρίσκει το σώμα της παγιδευμένο ανάμεσα σ' αυτόν και στον τοίχο. Τα μάτια της είναι στο ίδιο επίπεδο με το στήθος του κι έτσι αναγκάζεται να σηκώσει το κεφάλι της για να τον κοιτάξει.

«Ω, σκατά!»

Τα μάτια του κοιτούν βαθιά μέσα στα δικά της. Το βλέμμα του διεισδύει στα βάθη της ψυχής της. Τα χείλη της τρέμουν και η ανάσα της βγαίνει με δυσκολία. Αυτός βάζει το μεγάλο του χέρι στο πίσω μέρος του λαιμού της, κάτω απ' τα μαλλιά της, την τραβάει κοντά και πιέζει το στόμα του στο δικό της. Τη φιλάει βαθιά, σαν τα χείλη της να είναι αέρας και αυτός να πνίγεται. Της ρουφάει την ψυχή. Κατακτά το σώμα της. Την ίδια της την ύπαρξη. Αυτή αρπάζει το πουκάμισο του για να κρατηθεί. Τα γόνατά της είναι αδύναμα και δεν μπορούν να κρατήσουν το βάρος της. Τη στιγμή που τα χείλη του αφήνουν τα δικά της, ένα μουγκρητό ξεφεύγει απ' το λαιμό της.

«Άσε με να σου πω κάτι, Γατούλα. Αφού είσαι δικιά μου, είσαι μόνο δικιά μου. Δεν μ' αρέσει να μοιράζομαι!»

Και απομακρύνεται έτσι απλά. Αυτή στέκεται ακίνητη και σιωπηλή, αγγίζοντας τα χείλη της με τα δάχτυλά της. Ακριβώς τότε, ο Ορέστης βγάζει το κεφάλι του απ' την πόρτα του στούντιο.

«Αρούλη, Σελήνη, ελάτε εδώ ένα λεπτό. Σας χρειάζομαι για κάτι»

Ο Άρης τον πλησιάζει, αλλά η Σελήνη δεν άκουσε καν τι είπε.

«Έη, κούκλα! Άκουσες τι είπα;»

«Εεεε ... Τι;»

Ο Ορέστης γυρίζει τα μάτια του και ο Άρης χαμογελά πονηρά.

«Τι της έκανες, ρε;»

«Εγώ; Τίποτα. Απλώς έκανα μια δήλωση. Έτσι δεν είναι, Γατούλα;»

«Τι; Εεεε ... Ναι. Μία δήλωση. Αχ! ... Θέλεις κάτι, Ορεστάκο;»

«Απίστευτο! Απλά απίστευτο!»


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro