Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Το ασυγχώρητο

~ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ "ΟΝΕΙΡΟ" ~ ΠΑΡΝΗΘΑ ~

Μετά το τηλεφώνημα με τον Ορέστη, η Σελήνη είναι σε μια πραγματικά περίεργη κατάσταση. Αυτή δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που μόλις έμαθε. Επιπλέον, ο εγκέφαλός της δεν μπορεί να επεξεργαστεί το γεγονός ότι ο Άρης υποφέρει μακριά της. Πώς γίνεται αυτό; Τι ακριβώς σημαίνει; Ότι την αγαπάει;

Όχι! Αυτό δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Αυτός απλά δεν μπορεί να δεχτεί την ήττα. Δεν μπορεί να δεχτεί ότι η συμφωνία χάλασε. Θέλει να την κάνει να επιστρέψει και να τελειώσει τη δουλειά. Ναι! Ναι! Αυτό είναι! Όλα για την καταραμένη τη δουλειά. Όμως, γιατί έβαλε και τον Ορέστη σ' αυτό; Και γιατί ο Ορέστης συμφώνησε να το κάνει; Αυτός δεν ήταν που πίεζε τον Άρη να πει την αλήθεια;

Αυτή είναι μπερδεμένη. Η επιθυμία και ο φόβος παλεύουν μεταξύ τους μέσα της. Αυτή θέλει όσο τίποτα να είναι αλήθεια όλα αυτά και ο Άρης να την αγαπάει πραγματικά, αλλά την ίδια στιγμή φοβάται ότι όλα αυτά είναι μια ακόμη προσπάθεια να την εξαπατήσουν και να την εκμεταλλευτούν.

Δεν ξέρει τι να κάνει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θ' ακούσει τι έχει να πει ο Ορέστης. Είναι περίεργη και θέλει να δει πόσο μακριά είναι διατεθειμένος να φτάσει ο Άρης για να πάρει αυτό που θέλει. Ω, έλα τώρα, Σελήνη! Πες την αλήθεια στον εαυτό σου. Βαθιά μέσα σου, εύχεσαι να είναι όλα αυτά αληθινά και δεν μπορείς να περιμένεις να τρέξεις πίσω σ' αυτόν, ξανά και ξανά. Αυτή είναι η μοίρα σου, κοριτσάκι. Έχεις δεθεί μαζί του. Αυτός ο άντρας είναι το πεπρωμένο σου.

Η Σελήνη επιστρέφει στο κρεβάτι. Όπως κάθε μέρα, αυτή θυμάται όλες τις ευτυχισμένες στιγμές που πέρασε με τον Άρη. Την πρώτη φορά που τον είδε και έχασε το μυαλό της. Το πρώτο τους φιλί. Την πρώτη φορά που καβάλησε την μηχανή του. Πόσο χαρούμενη και ελεύθερη ένιωσε τότε. Εκείνη ούρλιαζε από χαρά και αυτός γελούσε, με το αυθόρμητο και όμορφο γέλιο που τόσο αγαπάει η Σελήνη και εκείνος της το χάριζε τόσο απλόχερα. Όσο ήταν μαζί, αυτή τον έκανε επίτηδες να γελάει, μόνο και μόνο για να τον βλέπει να ρίχνει το κεφάλι του πίσω και να γελάει με την ψυχή του.

Αλλά αν την ρωτήσουμε ποια ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή, θα μας πει το πρώτο της αφρόλουτρο μαζί του. Συνέβη στο πρώτο τους ταξίδι στον Παρνασσό. Εκεί, ο Άρης προσπάθησε να της μάθει να κάνει σκι, αλλά εκείνη ήταν ανεπίδεκτη μαθήσεως. Γλιστρούσε και έπεφτε όλη την ώρα και εκείνος γελούσε. Πέρασαν μια υπέροχη μέρα στα χιόνια και το βράδυ, αυτός αποφάσισε να την "τιμωρήσει" για την αδυναμία της να κάνει σκι, γαργαλώντας τη μέχρι θανάτου πριν την πάρει μέσα στην μπανιέρα με τις σαπουνάδες.

Ό,τι κι αν συμβεί στο μέλλον, αυτή θα του είναι πάντα ευγνώμων για όλες τις υπέροχες αναμνήσεις. Αυτές οι αναμνήσεις θα τη βοηθήσουν να κρατηθεί στη ζωή, η οποία θα είναι άδεια, ανούσια και βασανιστική χωρίς εκείνον. Αυτή το ξέρει πολύ καλά.

Ένα αγωνιώδες χτύπημα στην πόρτα την επαναφέρει πίσω στη γη.

«Είναι ανοιχτά»

Η φωνή της μόλις που ακούγεται, αλλά ο επισκέπτης της την άκουσε και άνοιξε την πόρτα. Καθώς αυτός περνάει το κατώφλι, ένα οικείο άρωμα βανίλιας απλώνεται στο δωμάτιο. Αυτή σηκώνει το κεφάλι της και κοιτάζει τον άντρα στην πόρτα, που την κοιτάζει με μάτια γεμάτα ανησυχία και ανακούφιση. Αυτή ήταν αποφασισμένη να μην κλάψει μπροστά του και έτσι προσπαθεί να χαμογελάσει, αλλά είναι μάταιο. Τα μάτια της γεμίζουν δάκρυα και όταν εκείνος ανοίγει τα χέρια του, αυτή τρέχει κοντά του και ρίχνεται στην αγκαλιά του. Την αγκαλιάζει αφήνοντάς την να κλάψει και της φιλάει την κορυφή του κεφαλιού.

«Αχ, κορίτσι μου! Τι έκανες στον εαυτό σου;»

«Ορεστάκο, σε παρακαλώ! Βοήθα με. Δεν ξέρω τι να κάνω»

«Γι' αυτό είμαι εδώ, γλυκιά μου. Για να βοηθήσω εσένα και τον άλλο τον ηλίθιο που υποφέρει όπως εσύ»

Αλλά, πριν δούμε πώς ακριβώς θα βοηθήσει ο Ορέστης την Σελήνη, ας ρίξουμε μια ματιά στο τι κάνει ο Άρης αυτή τη στιγμή.

~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΡΗ ~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ~

Ο Άρης κοιμάται ακόμα και βασανίζεται από εφιάλτες. Ο καημένος δεν έχει ηρεμήσει ούτε λεπτό. Αλλά, για να είμαστε ακριβής, αυτός δεν βασανίζεται γενικά από εφιάλτες. Υπάρχει μονάχα ένας και είναι κάθε φορά ο ίδιος. Αυτός σκοτώνει την Σελήνη.

Αυτός κοιμάται και εκείνη έρχεται να του κάνει έκπληξη πηδώντας πάνω του στο κρεβάτι. Εκείνος ξαφνιάζεται στον ύπνο του, αρπάζει το μαχαίρι που κρατάει κάτω απ' το μαξιλάρι του και τη μαχαιρώνει στο στήθος. Εκείνη τον κοιτάζει μπερδεμένη και συντετριμμένη, με τα όμορφα μάτια της ορθάνοιχτα και τον ρωτάει γιατί της το έκανε αυτό, πριν σωριαστεί επάνω του νεκρή απ' το ίδιο του το χέρι. Τότε ξυπνάει πάντα ουρλιάζοντας.

Όπως και τώρα. Αυτός πετάγεται όρθιος, ουρλιάζοντας και ασθμαίνοντας για αέρα. Και όπως κάθε φορά, όταν συνειδητοποιεί ότι ήταν ακόμα ένας εφιάλτης, αυτός στηρίζεται στο χέρι του και ξεσπά σε κλάματα. Αυτές τις μέρες έχει κλάψει περισσότερο από ποτέ σ' ολόκληρη τη ζωή του και μισεί τον εαυτό του γι' αυτό. Όχι από ντροπή ή κάτι τέτοιο. Αυτός μισεί τον εαυτό του που είναι τόσο αδύναμος και δεν έχει τη δύναμη να παλέψει για εκείνη και να τη φέρει πίσω. Τι άντρας είναι αυτός που αντί να είναι εκεί έξω και να την ψάχνει, κάθεται και κλαίει σαν ένα φοβισμένο αγοράκι που έσπασε το αγαπημένο του παιχνίδι;

Εκείνη τη στιγμή, ο Νέγρος μπαίνει στο δωμάτιο με ένα ποτήρι ουίσκι στο χέρι και κάθεται δίπλα του στο κρεβάτι. Ο Άρης σκουπίζει τα μάτια του και προσπαθεί να του χαμογελάσει.

«Μην προσπαθείς να χαμογελάσεις. Είναι μάταιο»

«Τι γαμημένος αξιολύπητος αρχηγός, ε; Εμπρός, πες το μου κατάμουτρα»

«Δεν θα το πω ποτέ αυτό και το ξέρεις. Έλα, πιες αυτό. Ο Ορέστης μου είπε να μην σου δώσω αλκοόλ, αλλά το χρειάζεσαι»

Ο Νέγρος δίνει το ποτήρι στον Άρη, ο οποίος το αρπάζει, πίνει μονορούφι το περιεχόμενο, το αφήνει στο κομοδίνο και πέφτει πάλι πίσω, εξαντλημένος. Κοιτάζει τον υπαρχηγό του με τα πρησμένα, κόκκινα, αλλά ακόμα όμορφα μάτια του.

«Γιατί είσαι εδώ; Πού είναι ο Ορέστης; Τι ώρα είναι; Τι μέρα είναι; Είναι μέρα ή νύχτα;»

«Ουάου! Ήρεμα, καουμπόι! Μια-μία οι ερωτήσεις»

«Συγγνώμη. Εγώ απλά ...»

«Εσύ απλά δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τον κώλο σου από μια τρύπα στο έδαφος»

«Κάτι τέτοιο. Ναι»

«Δεν πειράζει. Είναι απολύτως κατανοητό. Όμως, το ξέρεις ότι για όλα φταις εσύ, έτσι; Αν της έλεγες ...»

«Θα μου κάνεις κι εσύ κήρυγμα τώρα;»

«Εγώ; Όχι. Ποιος είμαι εγώ για να σου κάνω κήρυγμα; Αλλά αν ήταν εδώ ο Δράκος ...»

«Ναι. Αν ήταν εδώ ο Δράκος θα ήξερε τι να μου πει, και είμαι σίγουρος ότι θα με είχε γαμήσει γι' αυτό που έκανα, αλλά αυτός δεν είναι πια εδώ! Εγώ είμαι ο αρχηγός τώρα και αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για όλες τις μαλακίες που έκανα και τις γαμημένες αποφάσεις που πήρα. Πάρε τον πούλο τώρα και ξεκουμπίσου απ' το δωμάτιό μου. Θέλω να μείνω μόνος μου»

«Ό,τι πεις, αφεντικό»

Αυτός γρύλιζε απειλητικά όσο μιλούσε και ο Νέγρος χαμογελάει καθώς φεύγει απ' το δωμάτιο. Είναι χαρούμενος γιατί κατάφερε να ξυπνήσει τον Λύκο, έστω και για λίγο. Εντωμεταξύ, όταν ο Άρης μένει μόνος, παίρνει το κινητό του και καλεί τον αριθμό του Ορέστη, αλλά αυτός δεν απαντά.

«Πού είσαι, ρε Ορέστη, γαμώτο;»

Τι θα λέγατε τώρα να δούμε τι ακριβώς κάνει ο Ορέστης και δεν απαντά στο τηλέφωνο;

~ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ "ΟΝΕΙΡΟ" ~ ΠΑΡΝΗΘΑ ~

Ο Ορέστης βοήθησε τη Σελήνη να επιστρέψει στο κρεβάτι μετά το ξέσπασμά της και μετά παρήγγειλε λίγο φαγητό. Τώρα οι δυο τους κάθονται οκλαδόν ο ένας απέναντι στον άλλον και μιλάνε όσο τρώνε.

«Εσύ τουλάχιστον συμμορφώνεσαι. Ανέχεσαι το φαγητό πολύ πιο εύκολα απ' το ηλίθιο το αγόρι σου. Το κάθαρμα μου έβγαλε την πίστη όλες αυτές τις μέρες για να φάει δύο μπουκιές όλες κι όλες»

«Δεν είναι πια το αγόρι μου, Ορέστη. Βασικά, αυτός δεν ήταν ποτέ. Ήμουν απλώς μια δουλειά γι' εκείνον»

«Έλα τώρα, ρε Σελήνη! Δεν το πιστεύεις πραγματικά αυτό, έτσι;»

«Δεν ξέρω πια τι να πιστέψω»

«Να πιστέψεις εμένα. Δεν ήσουν ποτέ μια δουλειά γι' εκείνον. Για να είμαι ειλικρινής, αυτός πήρε αυτή τη δουλειά για σένα, για να σε γνωρίσει. Ποτέ δεν είχε καμία πρόθεση να ολοκληρώσει τη συμφωνία. Ο μαλάκας ο πρώην σου ήταν καταδικασμένος απ' τη στιγμή που του έδειξε τη φωτογραφία σου»

«Εννοείς ...;»

«Εννοώ ότι ταρακούνησες τον κόσμο του, κούκλα. Ο λύκος ερωτεύτηκε το πρόβατο μονάχα από μια φωτογραφία και ήταν η πρώτη του φορά. Γι' αυτό τα έκανε θάλασσα»

«Μου λες αλήθεια;»

«Γιατί να σου πω ψέματα;»

«Για να βοηθήσεις τον φίλο σου να ολοκληρώσει τη δουλειά»

«Κοίτα, Σελήνη! Θα έκανα τα πάντα για να βοηθήσω τον Άρη. Θα έδινα και τη ζωή μου ακόμα, αλλά δώσε μου έναν καλό λόγο για τον οποίο θα ήθελε να γυρίσεις όταν ξέρεις τα πάντα και δεν θα του έδινες ποτέ τα λεφτά»

«Αν το θέτεις έτσι, έχεις δίκιο, αλλά ...»

«Δεν υπάρχει αλλά, κούκλα μου. Ο Άρης σ' αγαπάει περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο. Από τότε που έφυγες, είναι ένα ανθρώπινο κουρέλι. Δεν τρώει. Δεν πίνει τίποτα άλλο εκτός από ουίσκι. Είναι μεθυσμένος όλη την ώρα. Δεν κοιμάται σχεδόν ποτέ, και όταν καταφέρνει ν' αποκοιμηθεί, βλέπει εφιάλτες απ' τους οποίους ξυπνάει ουρλιάζοντας. Όταν είναι ξύπνιος, σέρνεται κλαίγοντας. Και είναι κι αυτός ο καταραμένος πυρετός που έχει από την πρώτη μέρα»

«Ορέστη, σταμάτα, σε παρακαλώ! Δεν μπορώ ν' ακούσω άλλα»

«Γύρνα πίσω, Σελήνη. Γύρνα πριν να είναι πολύ αργά. Ο λύκος ζευγαρώνει πολλές φορές, αλλά αγαπάει μονάχα μια, και αν χάσει το ταίρι του λιώνει μέρα με τη μέρα. Σε παρακαλώ, Σελήνη! Σε ικετεύω! Μην τον καταδικάσεις σε θάνατο για ένα λάθος. Δώστου την ευκαιρία να σου εξηγήσει»

«Δεν ξέρω, Ορέστη. Πρέπει να σκεφτώ. Χρειάζομαι χρόνο»

«Τότε η δουλειά μου εδώ τελείωσε. Σου είπα όλα όσα πρέπει να ξέρεις και τώρα είναι η σειρά σου»

Αυτός σηκώνεται και φοράει το μπουφάν του.

«Θα φύγεις;»

Αυτός σηκώνει τους ώμους.

«Πρέπει. Ζήτησες χρόνο και θα τον έχεις, αλλά, σε παρακαλώ, σκέψου καλά. Κρατάς μια ζωή στα χέρια σου, μην την πετάξεις για το τίποτα»

«Αυτό μου ακούγεται σαν συναισθηματικός εκβιασμός»

«Όχι. Όχι. Για όνομα του Θεού! Μην το παίρνεις έτσι. Ό,τι κι αν αποφασίσεις, κανείς δεν θα σε κατηγορήσει. Απλά, ελπίζω η απόφαση που θα πάρεις να είναι η σωστή, για τον Άρη, αλλά και για σένα την ίδια»

«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει αυτό τώρα;»

«Ας μην κοροιδευόμαστε, κορίτσι μου. Δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτόν, όπως δεν μπορεί κι αυτός να ζήσει χωρίς εσένα. Το ξέρεις και το ξέρω. Είστε προορισμένοι να είστε μαζί. Είναι γραφτό. Και μην ξεχνάς ποια είσαι πραγματικά. Δεν είσαι το πρόβατο που νόμιζες πως είσαι. Υπάρχει μια λύκαινα μέσα σου, και το μόνο που χρειάζεται είναι ο λύκος της. Ψάξε μέσα σου και δες τι υπάρχει πραγματικά στην καρδιά σου και πάρε την απόφαση σου»

Της πλαισιώνει το πρόσωπό με τα χέρια του και φιλάει το μέτωπο της.

«Χάρηκα πολύ που σε γνώρισα, Σελήνη, και ελπίζω να μην είναι αυτό το αντίο»

Και χωρίς άλλη λέξη, ο Ορέστης φεύγει απ' το δωμάτιο, αφήνοντας τη Σελήνη μόνη με τις σκέψεις της και τον απόηχο των λόγων του στα αυτιά της.

"Ελπίζω η απόφαση που θα πάρεις να είναι η σωστή, για τον Άρη, αλλά και για σένα την ίδια. Ψάξε μέσα σου και δες τι υπάρχει πραγματικά στην καρδιά σου και πάρε την απόφασή σου"

Πόσο εύκολη όμως μπορεί να είναι μια τέτοια απόφαση; Πολλά ζευγάρια έχουν χωρίσει για πολύ λιγότερο σημαντικούς λόγους. Αλλά, άλλα ζευγάρια έχουν συγχωρέσει πολύ πιο μεγάλα λάθη. Ποιοι από αυτούς είναι πιο χαρούμενοι; Ήταν πραγματικά ασυγχώρητο αυτό που έκανε ο Άρης; Κι αν της έκρυψε την αλήθεια για να την προστατέψει; Άλλωστε, για να είμαστε ειλικρινής, της έδωσε τα πάντα χωρίς να ζητήσει τίποτα. Γιατί να το κάνει αυτό;

Όλα αυτά τα ερωτήματα ταλανίζουν τη Σελήνη. Όμως, ο Ορέστης έχει δίκιο. Οι απαντήσεις βρίσκονται στην καρδιά της και μόνο αν ψάξει μέσα της θα τις βρει. Προχώρα, κορίτσι μου. Κάντο. Ψάξε στην καρδιά σου και πάρε την απόφασή σου.

Αλλά για να πάρει την απόφασή της η Σελήνη, θα ήταν καλύτερα να την αφήσουμε μόνη. Εξάλλου, οι καλύτερες και πιο σωστές αποφάσεις λαμβάνονται στη μοναξιά. Επιστρέφουμε λοιπόν πίσω στον Άρη για να δούμε τι κάνει.

~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΡΗ ~ ΜΙΑ ΩΡΑ ΜΕΤΑ ~

Ο Ορέστης μπαίνει στο σπίτι και βρίσκει τον Νέγρο στον καναπέ να χαζεύει τηλεόραση. Κάθεται δίπλα του και κλείνει τα μάτια του εξαντλημένος.

«Τόσο άσχημα, ε;»

«Αν ρωτάς για την κατάστασή της, ναι, και χειρότερα. Είναι σαν ζόμπι»

«Την έπεισες τουλάχιστον; Θα γυρίσει;»

«Πραγματικά δεν έχω ιδέα. Τον αγαπάει, αλλά είναι πολύ πληγωμένη»

«Θα το ξεπεράσει. Όταν υπάρχει αγάπη, οι πληγές επουλώνονται γρήγορα»

«Το ελπίζω. Τέλος πάντων! Πώς είναι τ' αγόρι μας; Ξύπνησε καθόλου;»

«Ναι. Μιλήσαμε για λίγο, αλλά μετά μ' έδιωξε»

«Ρώτησε για μένα;»

«Ναι, αλλά απέφυγα να του απαντήσω. Τον αποπροσανατόλισα λίγο και το ξέχασε»

«Πως τα κατάφερες;»

«Τον έκανα να θυμώσει και άρχισε να γρυλίζει»

«Λοιπόν, είσαι πολύ γενναίος τελικά. Καλή δουλειά. Πάω να δω τι κάνει»

Ο Ορέστης γελάει καθώς σηκώνεται για να πάει στην κρεβατοκάμαρα.

«Μην μπεις στον κόπο. Δεν είναι εκεί μέσα»

«Πού στο διάολο πήγε;»

«Πού πηγαίνει τις τελευταίες μέρες όταν δεν είναι στην κρεβατοκάμαρα;»

«Στην ταράτσα. Σκατά! Θα ανεβάσει πάλι πυρετό»

«Του το είπα αυτό, και ξέρεις τι έκανε;»

«Τι;»

«Μου σήκωσε το μεσαίο δάχτυλο και μου είπε επακριβώς 'Αν με θέλει αυτός ο πούστης ο πυρετός , ας έρθει να με βρει. Θα είμαι στην ταράτσα'»

Ο Ορέστης γυρίζει τα μάτια του.

«Είναι απίστευτος. Τέλος πάντων! Θα τον φροντίσω. Εσύ μπορείς να φύγεις. Σ' ευχαριστώ για όλα»

«Δεν χρειάζεται να μ' ευχαριστείς. Αν υπάρξουν εξελίξεις, ενημέρωσε με»

«Θα το κάνω. Καληνύχτα»

«Καληνύχτα»

Ο Νέγρος φεύγει και ο Ορέστης ανεβαίνει τα λίγα σκαλιά μέχρι την ταράτσα για να βρει τον φίλο του, παίρνοντας μαζί του μια κουβέρτα. Όπως κάθε φορά, τον βρίσκει να κάθεται στο πεζούλι, με ένα ποτήρι στο χέρι, και να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό το φεγγάρι με λυπημένο πρόσωπο και δάκρυα στα μάτια. Τον πλησιάζει και του ρίχνει την κουβέρτα στους ώμους.

«Γιατί, Αρούλη; Γιατί το κάνεις αυτό στον εαυτό σου;»

Ο Άρης σηκώνει τους ώμους αδιάφορα.

«Έχασα το φεγγάρι μου, Ορέστη. Για ποιον θα ουρλιάζω τώρα; Η Σελήνη μου έφυγε. Δεν έχω λόγο να υπάρχω πια. Όλοι μ' αφήνουν. Πρώτα οι γονείς μου, μετά ο Βίκος και τώρα εκείνη. Κάτι δεν πάει καλά με μένα. Ίσως δεν μου αξίζει να είμαι χαρούμενος. Ποιος ξέρει;»

«Ίσως έχεις δίκιο, αλλά εγώ είμαι ακόμα εδώ και δεν πρόκειται να πάω πουθενά. Ξέρω ότι δεν είμαι αρκετός, αλλά κάνω ό,τι μπορώ. Γι' αυτό σου ζητάω ν' αντέξεις λίγο ακόμα. Για μένα. Θα το κάνεις; Θα προσπαθήσεις να συνέλθεις;»

«Όλα όσα λες είναι πολύ ωραία και σ' ευχαριστώ. Αν δεν ήσουν κι εσύ όλα αυτά τα χρόνια ... Αλλά αυτό που μου ζητάς είναι πάρα πολύ. Δεν μπορώ να το κάνω. Είμαι τόσο κουρασμένος. Δεν έχω δύναμη»

«Πάρε τη δικιά μου τότε, όπως όταν ήμασταν παιδιά. Όπως κάναμε παλιά, θυμάσαι; Μοιραζόμασταν τα πάντα, Αρούλη. Έλα να το κάνουμε ξανά, εδώ και τώρα. Δώσε μου λίγο απ' τον πόνο σου και πάρε λίγη απ' την δύναμη μου. Θα νιώσεις καλύτερα»

«Δεν αξίζω έναν φίλο σαν εσένα»

«Το ξέρω. Απ' ότι φαίνεται, έκανα κάτι πολύ κακό σε μια προηγούμενη ζωή μου και τώρα το πληρώνω μαζί σου»

«Συγγνώμη γι' αυτό»

«Μην είσαι μαλάκας. Δεν χρειάζεται να μου ζητάς συγγνώμη. Τι θα έλεγες όμως να κατέβουμε κάτω τώρα; Έχει παγώσει ο κώλος μου εδώ πάνω και εσύ χρειάζεσαι ένα καυτό μπάνιο και λίγη ζεστή σούπα. Έλα, φίλε μου»

Λίγα λεπτά αργότερα, ο Άρης βρίσκεται στο ντους και ο Ορέστης είναι στην κουζίνα και μαγειρεύει ντοματόσουπα, την αγαπημένη του Άρη. Όταν όλα είναι έτοιμα, παίρνει το δίσκο και κατευθύνεται προς την κρεβατοκάμαρα, αλλά σταματάει στο σαλόνι όταν ακούει την πόρτα ν' ανοίγει.

«Σε παρακαλώ, Θεέ μου, ας είναι αυτή! Μα τί λέω; Φυσικά, είναι αυτή. Κανείς άλλος δεν μπορεί ν' ανοίξει αυτή την πόρτα. Δόξα τω θεώ! Ευχαριστώ! Ευχαριστώ!»

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η Σελήνη περνά το κατώφλι. Το ίδιο κατώφλι που είχε περάσει πριν από λίγες μέρες, αλλά προς διαφορετική κατεύθυνση. Ο Ορέστης αφήνει το δίσκο κάτω και τρέχει κοντά της για να τη χαιρετήσει και να την αγκαλιάσει.

«Το ήξερα, κούκλα μου. Ήξερα ότι θ' έπαιρνες τη σωστή απόφαση. Ήρθες για να μείνεις, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, Ορέστη. Δεν υπάρχει άλλο μέρος για μένα. Αυτό είναι το σπίτι μου. Ο Άρης είναι το σπίτι μου. Δεν έπρεπε να φύγω. Τον κατηγόρησα ότι δεν κράτησε την υπόσχεσή του και έκανα ακριβώς το ίδιο. Κάναμε και οι δύο λάθος και εγώ ήρθα να διορθώσω το δικό μου. Ελπίζω να κάνει κι εκείνος το ίδιο»

«Θα το κάνει, κορίτσι μου. Εμπιστέψου με!»

«Πού είναι;»

«Ήταν στο μπάνιο, αλλά δεν ακούω το νερό, οπότε πρέπει να επέστρεψε στην κρεβατοκάμαρα. Του έφτιαξα λίγη σούπα και ήμουν έτοιμος να δώσω μάχη για να τον ταΐσω»

«Άσε με να το κάνω εγώ αυτό»

«Πολύ ευχαρίστως! Βασικά, θα φύγω τώρα για να σας αφήσω μόνους»

«Δεν χρειάζεται να φύγεις»

«Χρειάζεται, κούκλα. Έχω ανάγκη από ύπνο και γι' αυτό θα πάω στη μαμά μου. Θα επιστρέψω το βραδάκι για να σας δώσω λίγο χρόνο και χώρο. Καλώς ήρθες πίσω, κοριτσάκι»

«Χαίρομαι που βρίσκομαι εδώ, Ορεστάκο και ευχαριστώ για όλα»

Με ένα χάδι και ένα φιλί στο μάγουλό της, ο Ορέστης αρπάζει το μπουφάν του και γίνεται καπνός. Αυτός μάλλον είναι πολύ κουρασμένος. Καημενούλη Ορέστη! Η Σελήνη αφήνει το σακίδιό της, βγάζει το μπουφάν της και κοιτάζει τριγύρω. Έφυγε πριν λίγες μέρες μονάχα και όμως της έλειψε τόσο πολύ αυτό το σπίτι. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν τόσο το σπίτι, όσο οι άνθρωποι μέσα σ' αυτό και ειδικά εκείνος. Πίστευε ότι δεν θα τον έβλεπε και δεν θα τον άγγιζε ποτέ ξανά και αυτό τη σκότωνε.

Γι' αυτό επέστρεψε. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος γι' αυτή. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς αυτόν. Το σώμα της πονάει. Η καρδιά της αιμορραγεί. Και το μόνο πράγμα που μπορεί να τη γιατρέψει είναι μέσα σ' εκείνο το δωμάτιο. Αυτή δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Παίρνει το δίσκο και πάει στην κρεβατοκάμαρα. Ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα. Η καρδιά της χτυπάει γρήγορα όταν τον βλέπει να στέκεται δίπλα στο παράθυρο, ακουμπισμένο στον τοίχο και να κοιτάζει την ανατολή του ηλίου. Φαίνεται διαλυμένος, ακριβώς όπως κι αυτή. Ο Άρης, ακούγοντας την πόρτα ν' ανοίγει, νομίζει ότι είναι ο Ορέστης και μιλάει χωρίς να γυρίσει.

«Ξέρεις ποιο είναι το αστείο της υπόθεσης; Πριν γνωρίσω τη Σελήνη μου, δεν εκτιμούσα το φως. Ζούσα στις σκιές και ήμουν χαρούμενος, γιατί δεν ήξερα πώς είναι να ζεις στο φως. Είχα βυθιστεί στο σκοτάδι και όταν ήρθε εκείνη, άνοιξε μια χαραμάδα και άφησε το φως να μπει»

Ο ήχος της φωνής του δείχνει την κούραση του, την απελπισία του, την παραίτησή του και η Σελήνη θέλει να πεθάνει. Καταριέται την ώρα και τη στιγμή που άφησε αυτό το ηλίθιο DVD. Ακουμπάει το δίσκο στο κομοδίνο και πηγαίνει προς το μέρος του, αλλά σταματάει όταν αυτός μιλάει ξανά, μυρίζοντας τον αέρα.

«Το μυρίζεις αυτό; Έχουν περάσει τόσες μέρες και η μυρωδιά της είναι ακόμα εδώ. Τόσο φρέσκια, τόσο ζωντανή. Πώς γίνεται αυτό; Μερικές φορές νομίζω ότι είναι ακόμα εδώ. Νομίζω ότι ακούω τη φωνή της και περιμένω να νιώσω το άγγιγμά της, αλλά μετά ανοίγω τα μάτια μου και συνειδητοποιώ ότι ήταν απλώς ένα όνειρο. Πόσο θα κρατήσει αυτό το μαρτύριο; Δεν νομίζω ότι μπορώ ν' αντέξω άλλο. Είμαι τόσο κουρασμένος»

Έχετε δει ποτέ πληγωμένο λύκο; Πληγωμένο και τόσο απελπισμένο γιατί ξέρει ότι ο θάνατος είναι το μόνο που του έχει απομείνει; Η Σελήνη είδε ένα τέτοιο θέαμα μια φορά, όταν ένας λύκος στο δάσος πίσω από το σπίτι του θείου της, όχι αυτός που τάιζε, ένας άλλος, πιάστηκε σε ένα δόκανο που έστησαν κάποιοι αξιοθρήνητοι κυνηγοί. Δεν θα ξεχάσει ποτέ το βλέμμα στα μάτια του πληγωμένου ζώου όταν ο γελοίος ο πατέρας της το πυροβόλησε στο κεφάλι για να το βγάλει απ' τη δυστυχία του, όπως είπε.

Η Σελήνη και η Χλόη έκλαιγαν και παρακαλούσαν να βοηθήσουν το ζώο, αλλά όλοι οι άλλοι είπαν ότι ο λύκος ήταν τραυματισμένος και αυτό τον έκανε επικίνδυνο. Θα δάγκωνε όποιον προσπαθούσε να τον πλησιάσει. Η Σελήνη θυμάται ότι λιποθύμησε όταν ακούστηκε ένα ουρλιαχτό μετά τον πυροβολισμό. Ένα ουρλιαχτό πόνου και απόγνωσης. Το ουρλιαχτό μιας λύκαινας που μόλις έχασε τον λύκο της.

Έτσι νιώθει τώρα η Σελήνη, σαν εκείνη τη λύκαινα. Η μόνη διαφορά είναι ότι τότε δεν έφταιγε η λύκαινα για τον χαμό του συντρόφου της, όπως αυτή τώρα. Αυτή φταίει για όλα. Έφυγε χωρίς να του δώσει την ευκαιρία να εξηγηθεί. Έφυγε και τον έκανε κομμάτια. Και τώρα είναι αυτή που πρέπει να μαζέψει αυτά τα κομμάτια και να τα κολλήσει ξανά, ένα προς ένα.

Φυσικά, αυτό θα είναι αρκετά δύσκολο, και αυτή το ξέρει. Αλλά δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Ούτε τώρα, ούτε ποτέ. Πάντα θα παλεύει γι' αυτόν. Θα κάνει τα πάντα γι' αυτόν. Χωρίς άλλο δισταγμό, τον πλησιάζει και αγγίζει το χέρι της στη γυμνή του πλάτη. Το άγγιγμα την κάνει ν' ανατριχιάσει και το γνώριμο ηλεκτρικό ρεύμα κυλά ξανά σ' όλο της το κορμί. Αυτός όμως, το κορμί του γίνεται άκαμπτο, οι μύες του τεντώνονται και η ανάσα πιάνεται στο λαιμό του. Το κεφάλι του πέφτει μπροστά και κλείνει τα μάτια του σφιχτά.

«Όχι πάλι, Θεέ μου! Όχι κι άλλο όνειρο! Δεν αντέχω άλλο!»

Αυτή δαγκώνει τα χείλη της.

«Δεν είναι όνειρο, Αφέντη μου. Είμαι πραγματικά εδώ. Γύρισα κοντά σου»

Ο Άρης κουνάει το κεφάλι του, αρνούμενος να το δεχτεί.

«Όχι! Όχι! Δεν είναι αληθινό. Δεν είσαι εδώ. Ονειρεύομαι πάλι και μόλις γυρίσω το κεφάλι μου να σε κοιτάξω, εσύ θα εξαφανιστείς ξανά»

«Όχι, Άρη μου. Δεν θα εξαφανιστώ ποτέ ξανά»

«Μη λες το όνομά μου, σε παρακαλώ!»

«Γύρισα, μωρό μου, και δεν θα σ' αφήσω ποτέ ξανά»

«Έτσι μου λες κάθε φορά και σε πιστεύω, αλλά όταν ανοίγω τα μάτια μου ...»

«Γύρνα και κοίτα με, σε παρακαλώ!»

«Όχι! Δεν μπορώ. Γιατί δεν με καταλαβαίνεις;»

Αυτή ήξερε ότι θα ήταν δύσκολο, αλλά δεν περίμενε ότι θα ήταν τόσο δύσκολο. Κατά βάθος όμως, είναι λογικό. Είναι δύσπιστος γιατί είναι κουρασμένος και απογοητευμένος. Αυτός απλώς προσπαθεί να προστατεύσει τον εαυτό του. Το ίδιο θα έκανε κι εκείνη. Πολύ απαλά, τον πλησιάζει περισσότερο, τυλίγει τα χέρια της γύρω από τη μέση του και ακουμπάει το μάγουλό της στην πλάτη του. Είναι τόσο ζεστός. Της έλειψε τόσο πολύ αυτή η ζεστασιά. Τον νιώθει να παίρνει μια βαθιά ανάσα.

«Μπορείς να με νιώσεις, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, και αυτό με σκοτώνει, γιατί ξέρω ότι δεν είναι αληθινό. Σελήνη, σε παρακαλώ! Μη με βασανίζεις άλλο. Δεν αντέχω. Άσε με να ξυπνήσω. Άσε με να γυρίσω στη μοναξιά μου. Άσε με να κρυφτώ στο σκοτάδι μου»

Εντάξει! Αυτό είναι ένα γελοίο αδιέξοδο. Εδώ χρειάζεται κάτι δραστικό, και το μόνο που της έρχεται στο μυαλό είναι ν' αφήσει την γατούλα να κλωτσήσει δυνατά τον κώλο του λύκου. Έτσι λοιπόν, αυτή τον σπρώχνει δυνατά και του κλωτσάει με μανία τον αστράγαλο ενώ ουρλιάζει και γρυλίζει ταυτόχρονα.

«Παλιοπεισματάρη Λύκε! Δεν είμαι η Σελήνη. Είμαι η Γατούλα σου, ρε ηλίθιε, και σου ορκίζομαι ότι αν δεν γυρίσεις τώρα να με κοιτάξεις για να συνειδητοποιήσεις ότι είμαι πραγματικά εδώ, αυτό που θα κλωτσήσω μετά θα είναι τα μπαλάκια ανάμεσα στα πόδια σου!»

Ο Άρης σκύβει, λίγο έκπληκτος, και τρίβει τον πονεμένο του αστράγαλο. Αυτό πόνεσε. Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό; Δεν υπάρχει πόνος στα όνειρα. Εκτός αν ... Αυτός γυρίζει και κοιτάζει τη Σελήνη, που τον αγριοκοιτάζει, με τα χέρια στους γοφούς και ρουθουνίζοντας θυμωμένη. Τα μάτια του ταξιδεύουν στο κορμί της και τα ρουθούνια του κινούνται καθώς μυρίζει τον αέρα. Υπάρχει μεγάλη ένταση στον χώρο. Τα συναισθήματά τους είναι ανάμεικτα. Δυσπιστία και απόρριψη. Αποδοχή και συγχώρεση. Φόβος και χαρά. Αγάπη και λαγνεία. Μένουν έτσι για λίγο, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον, πριν κάνει αυτός την πρώτη κίνηση και την πλησιάσει.

«Χτύπα με! Χτύπα με ξανά όσο πιο δυνατά μπορείς! Κάνε με να καταλάβω ότι είσαι πραγματικά εδώ και αυτό δεν είναι μονάχα ένα αποκύημα της φαντασίας μου»

«Στην κατάσταση που μ' έχεις φέρει; Μετά χαράς!»

Αυτή σηκώνει το χέρι της και τον χαστουκίζει με όλη της τη δύναμη. Αυτός πιάνει το μάγουλό του και την κοιτάζει, χαμογελώντας για πρώτη φορά μετά απ' όλες αυτές τις μέρες.

«Δεν ήταν αρκετά δυνατό, αλλά πόνεσε λίγο»

«Πείστηκες ή θέλεις κι άλλο;»

«Είσαι εδώ. Γύρισες σε μένα. Με συγχώρεσες»

«Ναι, και ξέρεις γιατί;»

«Πες μου! Θέλω τόσο πολύ να τ' ακούσω. Περίμενα τόσο πολύ καιρό. Υπέφερα τόσο πολύ»

Αυτή του πιάνει το χέρι. Ξαφνιάζεται λίγο όταν βλέπει τις μελανιασμένες αρθρώσεις του, αλλά το φέρνει στα χείλη της και φιλάει τις πληγές του.

«Σ' αγαπάω, Άρη, και δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα»

Αυτός της χαϊδεύει τα μαλλιά, φοβούμενος ότι θα εξαφανιστεί.

«Κι εγώ σ' αγαπάω, Σελήνη. Περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο. Ποτέ δεν αγάπησα τίποτα περισσότερο από σένα. Δεν έχω ξαναπεί αυτά τα λόγια, αλλά τώρα το ξέρω. Σ' αγάπησα απ' την πρώτη στιγμή που είδα τα όμορφα μάτια σου σ' εκείνη τη φωτογραφία. Ξέρω ότι άργησα, αλλά τώρα που σ' έχασα για λίγο, το κατάλαβα. Είμαι δικός σου και θα είμαι πάντα αν με θέλεις»

Τώρα είναι η σειρά της να του χαϊδέψει το μάγουλο.

«Λοιπόν, ξέρεις τι λένε. Κάλλιο αργά παρά ποτέ»

«Με θέλεις, έτσι δεν είναι; Θέλω να πω, θα μείνεις εδώ μαζί μου, παρόλο αυτό που είμαι και όλα όσα έχω κάνει;»

«Δεν με νοιάζει το παρελθόν σου, Άρη, αλλά θέλω να μάθω τα πάντα γι' αυτό. Με νοιάζει μόνο τι θα κάνεις μαζί μου από δω και πέρα. Υποσχέσου μου ότι ό,τι κι αν χρειαστεί να κάνουμε από δω και πέρα, εσύ κι εγώ θα το κάνουμε μαζί»

«Σύντροφοι στο έγκλημα, σαν να λέμε;»

«Σύντροφοι σε όλα»

«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μ' ευχαριστεί αυτό»

«Το υπόσχεσαι;»

«Ναι! Κι αυτή τη φορά θα κρατήσω την υπόσχεση μου, ο κόσμος να χαλάσει!»

«Τέλεια! Τώρα που το τακτοποιήσαμε αυτό, γέλα μου λίγο. Μου έλειψε τόσο πολύ το γέλιο σου, και μετά φίλα με. Θα μιλήσουμε αργότερα για όλα τ' άλλα»

Αυτός ρίχνει το κεφάλι του πίσω και ξεσπάει σε γέλια. Γελάει για να διώξει όλο τον πόνο και την αγωνία των τελευταίων ημερών. Η Σελήνη του επέστρεψε και τον αποδέχτηκε όπως ακριβώς είναι. Τον αγαπάει και θα μείνει μαζί του για πάντα. Μόνο αυτό ήθελε. Έχει το κορίτσι του και δεν χρειάζεται τίποτα άλλο. Περίμενε! Αυτό είναι λάθος. Χρειάζεται και κάτι ακόμα. Ένα φιλί! Έτσι λοιπόν, γελώντας ακόμα, την αρπάζει και κολλάει το στόμα του στο δικό της, αναπνέοντας ελεύθερα για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό.

Όπως καταλαβαίνετε, μετά απ' αυτό ήταν θέμα χρόνου να εξαφανιστούν τα ρούχα και να πέσουν οι δυο τους στο κρεβάτι και μετά στο πάτωμα. Το ίδιο σκηνικό συνεχίστηκε για το υπόλοιπο της ημέρας. Επέκτειναν τις δραστηριότητές τους σ' όλο το σπίτι και αργά το απόγευμα αποκοιμήθηκαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, με τον δικό τους μοναδικό τρόπο, όπως έκαναν πάντα, αλλά αυτή τη φορά χωρίς εφιάλτες. Δεν είπαν τίποτα άλλο παρά πόσο πολύ αγαπάει ο ένας τον άλλον. Σ 'αγαπάω ήταν οι μόνες λέξεις που έβγαιναν απ' τα χείλη τους όταν δεν φιλιόντουσαν, μαζί με πολλά βογκητά και αναστεναγμούς. Άλλωστε, αυτοί έχουν πια όλο τον χρόνο μπροστά τους για να μιλήσουν για τα πάντα. Έχουν όλη τους τη ζωή!

Ξέχασα ν' αναφέρω ότι ο Άρης δεν έφαγε τη σούπα του τελικά!


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro