
Ματωμένο Φεγγάρι
~ ΔΕΥΤΕΡΑ, 12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010. ~ ΝΩΡΙΣ ΤΟ ΠΡΩΙ ~
Η Σελήνη και ο Άρης κάνουν μια βόλτα στο δάσος πίσω απ' το σπίτι. Το κάνουν πολύ συχνά αυτό, όσο αυτή μένει κλεισμένη στο σπίτι. Εξάλλου, αυτή η περιοχή είναι ασφαλής. Οι φρουροί και η συμμορία περιπολούν συνεχώς και ελέγχουν κάθε εκατοστό του κτήματος. Αυτή είναι χαρούμενη αυτές τις στιγμές. Η μυρωδιά του δάσους και η παρουσία του συντρόφου της στο πλευρό της την κάνουν να ξεχνάει όλα της τα προβλήματα. Τα πράγματα πάνε καλά. Αυτοί μιλούν και γελούν μ' ανάλαφρη καρδιά μέχρι που αυτός σταματά απότομα κι αρχίζει να μυρίζει τον αέρα.
«Τι; Τι συμβαίνει, Άρη;»
«Είναι κάποιος εδώ»
«Ποιος;»
Την τραβάει κοντά του και την τυλίγει στην αγκαλιά του.
«Δεν ξέρω. Δεν αναγνωρίζω τη μυρωδιά»
Αυτή κλείνει τα μάτια της κι αρχίζει να ψάχνει για εκείνη την άγνωστη μυρωδιά που τελικά δεν είναι και τόσο άγνωστη. Αυτή μπορεί να μην την έχει μυρίσει ποτέ πριν, αλλά ξέρει πολύ καλά σε ποιον ανήκει. Αυτή η μυρωδιά ανήκει σε κάποιον που δεν θα της έκανε ποτέ κακό.
«Εγώ την αναγνωρίζω όμως!»
«Σελήνη, όχι!»
Αυτή απελευθερώνεται απ' την αγκαλιά του και τρέχει προς την κατεύθυνση της μυρωδιάς, με εκείνον να την ακολουθεί τρομαγμένος. Λίγα μέτρα πιο κάτω, αυτή βγαίνει σ' ένα ξέφωτο και ναι, είχε δίκιο. Αυτός είναι εκεί, γονατιστός στο γρασίδι, ανάμεσα στον Τηλέμαχο και την Πηνελόπη, τους δύο τετράποδους φύλακες του σπιτιού. Πώς γίνεται αυτό; Μόλις την βλέπουν τα σκυλιά, τρέχουν προς το μέρος της ταυτόχρονα με τον Άρη, ο οποίος, βλέποντας τον άγνωστο άνδρα, την αρπάζει και την βάζει πίσω του ενώ παίρνει θέση επίθεσης.
«Όποιος κι αν είσαι, αν θέλεις να φύγεις ζωντανός από δω, μείνε μακριά από την Σελήνη»
Ο άγνωστος άντρας καγχάζει.
«Ζωντανός, ε; Μακάρι να ήμουν, αλλά ...»
Η Σελήνη τον σπρώχνει λίγο.
«Άρη, σταμάτα! Κοίτα τον! Δεν τον αναγνωρίζεις; Δεν είναι απειλή. Είναι φίλος»
Ο άντρας της χαμογελάει.
«Κάτι περισσότερο από φίλος, θα έλεγα, κόρη μου»
Ο Άρης κοιτάζει εναλλάξ τη Σελήνη και τον άγνωστο άντρα, που χαμογελούν ο ένας στον άλλο με το ίδιο χαμόγελο στα χείλη.
«Κόρη του; Τι διάολο; Πώς γίνεται αυτό;»
«Προφανώς, Λύκε μου, αυτό είναι ένα όνειρο και στα όνειρα όλα είναι πιθανά. Σωστά, μπαμπά;»
«Σωστά, κοριτσάκι μου»
Ο Στέφανος Ηλιόπουλος ανοίγει τα χέρια του και η Σελήνη τρέχει προς το μέρος του. Ακόμα και στο όνειρο μπορεί να νιώσει την αγκαλιά του. Μπορεί να νιώσει την αγκαλιά του πατέρα της.
«Αχ, Μπαμπά μου! Γιατί; Γιατί μ' άφησες;»
«Λυπάμαι πολύ, μωρό μου. Δεν ξέρω τι άλλο να σου πω. Λυπάμαι πολύ. Συγχώρεσε με, σε παρακαλώ!»
«Δεν έχω τίποτα να σου συγχωρήσω. Είσαι ο πατέρας μου και σ' αγαπάω, παρόλο που δεν σε γνώρισα ποτέ»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, κοριτσάκι μου. Σ' αγάπησα απ' τη στιγμή που έμαθα για σένα. Όλα αυτά τα χρόνια η ψυχή μου δεν μπορεί να βρει ηρεμία γιατί ήσουν μόνη σου, αλλά τώρα μπορώ επιτέλους να ξεκουραστώ γιατί έχεις πια τον αδερφό σου. Ο Τζάκος θα σε προστατεύσει, και απ' ό,τι βλέπω, δεν είναι ο μόνος»
«Εννοείς ...;»
«Ναι. Εννοώ αυτόν τον νεαρό που είναι πρόθυμος να σε προστατεύσει ακόμα και με τη ζωή του. Έλα, σύστησε με»
Η Σελήνη, κρατώντας το χέρι του πατέρα της, πηγαίνει προς τον Άρη.
«Μπαμπά μου, αυτός είναι ο Άρης μου. Άρη μου, αυτός είναι ο μπαμπάς μου»
Ο Στέφανος προσφέρει το χέρι του στον Άρη κι αυτός το σφίγγει δυνατά.
«Χαίρομαι που σε γνωρίζω, νεαρέ, και πιο πολύ χαίρομαι που το κοριτσάκι μου έχει κάποιον που την αγαπάει τόσο πολύ»
«Κι εγώ χαίρομαι, κύριε, και λυπάμαι για πριν. Με όλα αυτά που συμβαίνουν αυτή τη στιγμή ...»
«Βασικά, γι' αυτό ήρθα σήμερα»
«Για ποιο;»
«Για να σε προειδοποιήσω, κοριτσάκι μου. Κάτι θα γίνει απόψε. Κάτι πολύ κακό»
«Τι;»
«Δεν ξέρω, και ο χρόνος μου τελειώνει. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι, ό,τι και να συμβεί, μην πας πουθενά χωρίς την Πηνελόπη. Θυμήσου το αυτό, κορίτσι μου. Πουθενά χωρίς την Πηνελόπη. Η ζωή σου εξαρτάται απ' αυτό»
«Δεν καταλαβαίνω»
«Δεν χρειάζεται να καταλάβεις. Απλά πρέπει να θυμάσαι αυτό που σου λέω. Ούτε ένα βήμα χωρίς την Πηνελόπη. Υποσχέσου μου»
«Ούτε ένα βήμα χωρίς την Πηνελόπη. Υπόσχομαι»
«Ευχαριστώ, κοριτσάκι. Και τώρα πρέπει να φύγω»
«Τόσο σύντομα;»
«Φοβάμαι πως ναι. Ο χρόνος μου εδώ είναι δανεικός. Πες στον Τζάκο ότι τον αγαπώ πολύ και ότι είμαι πολύ περήφανος γι' αυτόν. Τόσο περήφανος όσο αυτός είναι για τους γιους του και όσο περήφανος θα είναι ο Άρης για τον δικό σας»
«Μα ο Τζάκος έχει μόνο έναν γιο και εμείς δεν έχουμε ακόμη παιδιά»
Ο Στέφανος χαμογελά και χαϊδεύει το μάγουλο της.
«Σύντομα, κόρη μου. Θυμήσου τα λόγια μου. Σύντομα»
Αυτός σκύβει και τη φιλά στο μέτωπο.
«Όχι, Μπαμπά! Μην φεύγεις!»
«Αντίο, κοριτσάκι μου. Σ' αγαπάω»
Και κάπως έτσι, ο Στέφανος εξαφανίζεται μέσα σε μια τολύπη καπνού και η Σελήνη ... ξυπνάει ουρλιάζοντας.
«Όχι!»
~ * ~ * ~ * ~
Χθες το βράδυ το φεγγάρι ήταν κόκκινο και ο Άρης είπε στη Σελήνη ότι σημαίνει πως θα ήταν μια ζεστή μέρα σήμερα. Αυτό που δεν της είπε είναι η άλλη δοξασία για το χρώμα του φεγγαριού, και συγκεκριμένα, η κατάρα του ματωμένου φεγγαριού. Όταν το φεγγάρι είναι κόκκινο, κάτι θα συμβεί. Κάτι κακό. Το φεγγάρι θα ματώσει γιατί αίμα θα χυθεί στη γη. Αυτά σκέφτεται ο Άρης, καθώς ξυρίζεται στο μπάνιο, μέχρι που η κραυγή της τον βγάζει απότομα απ' τις σκέψεις του και τον κάνει να πετάξει την πετσέτα και να τρέξει κοντά της.
«Τι έγινε, μωρό μου; Γιατί ούρλιαξες;»
«Ένα όνειρο»
«Είδες εφιάλτη;»
«Όχι, δεν ήταν εφιάλτης. Ήταν ένα υπέροχο όνειρο»
«Τι είδες;»
«Εσένα και τον πατέρα μου»
«Μχμμμ ... Περίεργος συνδυασμός. Θέλεις να μου πεις;»
«Βάλε με στο ασφαλές μέρος μου και θα το κάνω»
«Μικρή σατανική εκβιάστρια»
Όσο αυτός ξαπλώνει στο κρεβάτι και την τραβάει στην αγκαλιά του, το μυαλό της αρχίζει να παίρνει στροφές. Αν του πει τι ακριβώς της είπε ο πατέρας της, αυτός θα τ' ακυρώσει όλα, αλλά αυτό δεν πρέπει να συμβεί. Όχι για εκείνη, αλλά για εκείνον. Αυτός δεν χρωστάει τίποτα να βάλει τη ζωή του σ' αναμονή εξαιτίας της. Όλο αυτό το διάστημα, έμεινε κλεισμένος στο σπίτι μαζί της για να μην την αφήσει μόνη. Και παρόλο που το κάνει με την ψυχή του, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υποφέρει μέσα στους τέσσερις τοίχους. Ο Άρης της είναι ένα ελεύθερο πνεύμα. Είναι ένας λύκος και δεν μπορείς να τον κλείσεις σε κλουβί. Έτσι, αυτή αποφασίζει ν' αφήσει έξω ορισμένες λεπτομέρειες του ονείρου.
«Περπατούσαμε στο δάσος και ξαφνικά έπιασες μια άγνωστη μυρωδιά. Νόμιζες ότι ήταν απειλή, αλλά εγώ την αναγνώρισα. Δεν ξέρω πώς, αλλά ήμουν σίγουρη ότι ήταν αυτός. Έτρεξα κι εσύ ακολούθησες. Τον βρήκαμε να κάθεται στο ξέφωτο. Έτρεξα κοντά του και μ' αγκάλιασε. Μου είπε ότι μ' αγαπάει και μου ζήτησε συγγνώμη. Μετά μου ζήτησε να σας συστήσω και σου έσφιξε το χέρι»
«Δεν με χτύπησε; Μχμμμ ... Περίεργο»
«Να σου πω την αλήθεια, φοβήθηκα ότι θα το έκανε, αλλά όχι, δεν σε χτύπησε. Αυτός είπε ότι είναι χαρούμενος που το κοριτσάκι του έχει κάποιον που την αγαπάει τόσο πολύ και είναι πρόθυμος να την προστατεύσει ακόμα και με τη ζωή του. Είπε ότι τώρα μπορεί επιτέλους ν' αναπαυθεί εν ειρήνη»
«Χαίρομαι που το κατάλαβε»
«Είπε επίσης ότι αγαπάει τον Τζάκο και είναι περήφανος γι' αυτόν, και μετά απλώς χάθηκε μέσα σε μια τολύπη καπνού. Γι' αυτό ούρλιαξα. Ήθελα λίγο περισσότερο. Φαινόταν τόσο αληθινό. Όταν μ' αγκάλιασε, ένιωσα ότι ήταν αληθινός. Φαινόταν τόσο αληθινός και τόσο ζωντανός»
Αυτός βάζει το χέρι του στο σημείο της καρδιάς της.
«Είναι ζωντανός, Γατούλα μου. Όσο είναι εδώ μέσα, στην καρδούλα σου, δεν θα πεθάνει ποτέ»
Αυτή τρίβει τη μύτη της στο γυμνό του στήθος.
«Έχεις δίκιο. Όπως πάντα»
«Το ξέρω»
Αυτή χτυπάει ελαφρά τα πλευρά του.
«Έη! Γιατί το έκανες αυτό;»
«Γιατί πρέπει να σηκωθείς»
«Είναι νωρίς ακόμα. Έλα να χαμουρευτούμε λίγο»
Αυτός σκύβει πάνω της και δαγκώνει τον λαιμό της.
«Μόνο να χαμουρευτούμε;»
«Θες κάτι άλλο;»
«Δεν θα το πιστέψεις, αλλά πεινάω»
«Αλήθεια; Τόσο νωρίς; Εσύ ποτέ δεν πεινάς τόσο πρωί»
Αυτή σηκώνει τους ώμους κι εκείνος την κοιτάζει σουφρώνοντας τα χείλη του.
«Τέλος πάντων! Προφανώς είναι απ' το άγχος. Κάτσε να σε γαμήσω μία στα γρήγορα για να εκτονώσουμε την ένταση, και μετά θα κατέβουμε κάτω και θα σου φτιάξω ένα επικό πρωινό»
«Θα μου ψήσεις και cupcakes;»
«Ότι θέλει το μωρό μου. Τώρα, άνοιξε τα πόδια σου. Ο κύριος μου θέλει να μιλήσει με την κυρία σου»
Αυτός τραβάει την πετσέτα που έχει τυλίξει γύρω απ' τη μέση του και την πετάει στο πάτωμα κι εκείνη τυλίγει τα πόδια της γύρω του.
«Η κυρία μου είναι πάντα διαθέσιμη για τον κύριο σου, Αφέντη μου»
~ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ ~
Η Μαίρη μπαίνει στο δωμάτιο την στιγμή που η Σελήνη ορμάει με μανία στο τοστ που κρατάει ο Άρης.
«Ουάου, αδερφή! Ηρέμησε λίγο. Θα του φας τα δάχτυλα. Καλημέρα, Λύκε»
«Τα δάχτυλά μου είναι το μόνο πράγμα που δεν έχει φάει ακόμα. Όλα τ' άλλα τα έχει ήδη καταβροχθίσει. Καλημέρα, Άστρο της Αυγής»
Η Σελήνη μουτρώνει μασώντας ταυτόχρονα.
«Μη με πειράζετε. Απλά πεινάω. Δεν έγινε και κάτι»
Η Μαίρη ρίχνει λίγο καφέ σ' ένα φλιτζάνι και κοιτάζει τη Σελήνη εξεταστικά.
«Γιατί με κοιτάς έτσι;»
«Χωρίς λόγο. Απλώς ένα προαίσθημα. Μην μου δίνεις σημασία. Τι είναι αυτή η μυρωδιά;»
Ο Άρης σκουπίζει την Σελήνη που έχει πασαλειφτεί με κέτσαπ.
«Έχω βάλει cupcakes στο φούρνο»
«Με σοκολάτα;»
«Ναι»
«Δεν ξέρω αν στο είπα, Λύκε, αλλά είμαι αφάνταστα χαρούμενη που σ' έχω εδώ»
«Όλες οι γυναίκες που λένε το ίδιο»
«Τι ακριβώς σου λένε όλες οι γυναίκες; Καλημέρα σε όλους»
Οι τρεις γυρίζουν το κεφάλι τους και βλέπουν τον Τζάκο να μπαίνει στην κουζίνα χαμογελώντας. Μετά από ένα φιλί στο μάγουλο της Σελήνης, πλησιάζει τη Μαίρη κι εκείνη κρατά το φλιτζάνι του καφέ της στα χείλη του για να πιει μερικές γουλιές.
«Λοιπόν, φίλε; Τι σου λένε όλες οι γυναίκες;»
«Ότι είναι χαρούμενες που μ' έχουν κοντά τους»
«Αν είσαι υπεύθυνος για τη μυρωδιά εδώ μέσα, μπορώ να καταλάβω γιατί»
Αυτοί γελάνε καθώς ο Άρης βγάζει το ταψί με τα cupcakes απ' τον φούρνο κάνοντας τα σάλια των γυναικών ν' αρχίσουν να τρέχουν απ' την αδημονία.
«Σκουπίστε τα σάλια σας, κυρίες μου. Είναι ακόμα αρκετά ζεστά»
«Σου μοιάζω ότι με νοιάζει; Πρίγκιπα, εμπρός μαρς! Cupcake στο στόμα μου. Τώρα»
«Σωστά. Έλα, Λύκε μου. Δώσε μου ένα. Δώσε μου! Δώσε μου!»
Οι άντρες αρπάζουν ο καθένας από ένα, ακόμα καυτό, cupcake και, με ύφος κατανόησης στα πρόσωπά τους ο ένας για τον άλλον, φυσούν λίγο για να τα κρυώσουν όσο καλύτερα μπορούν και στη συνέχεια τα ταΐζουν στα κορίτσια τους που αναστενάζουν ηδονικά.
~ ΠΟΛΥ ΩΡΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΕΥΜΑ ~
Όλοι είναι μαζεμένοι στο σαλόνι και η Σελήνη τους λέει για τ' όνειρο της. Φυσικά, κάνει το ίδιο που έκανε και με τον Άρη. Τους λέει τα πάντα, αλλά αφήνει έξω κάποιες λεπτομέρειες. Δεν θέλει ν' ανησυχήσει κανέναν. Βέβαια, αυτή μπορεί ν' απέκρυψε την προειδοποίηση του πατέρα της, αλλά δεν έχει σκοπό να αθετήσει την υπόσχεση που του έδωσε. Δεν θα πάει πουθενά χωρίς την Πηνελόπη. Δεν μπορεί να καταλάβει γιατί και ίσως όλα αυτά να είναι απλώς ένα κόλπο του μυαλού της, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Για να το κάνει αυτό όμως, πρέπει να βρει έναν τρόπο να κρατήσει τα σκυλιά στο σπίτι χωρίς να προκαλέσει υποψίες. Έτσι λοιπόν, πλησιάζει την Πανδώρα.
«Πανδώρα μου, θα πάρεις την Πηνελόπη μαζί σου;»
«Ναι. Γιατί ρωτάς; Μήπως θέλεις να την κρατήσεις εδώ;»
«Βασικά, θα ήθελα να της μάθω ένα νέο κόλπο»
«Τι κόλπο;»
«Λέγεται παίξε τον νεκρό»
«Είναι αυτό που ο σκύλος ξαπλώνει στο πλάι και μένει ακίνητος;»
«Ναι, αυτό είναι»
«Έχει πολύ πλάκα»
«Λοιπόν; Μπορώ να την κρατήσω;»
«Φυσικά»
Η μικρή Εύα, που ακούει όλη αυτή την ώρα, λέει κάτι που αργότερα θα αποδειχτεί σωτήριο.
«Θεία Σελήνη, κράτα και τον Οδυσσέα. Θέλω να του μάθεις κι εκείνου αυτό το κόλπο»
«Κανένα πρόβλημα. Θα το μάθω και στους δύο»
Μέχρι στιγμής, ήταν εύκολο. Κανείς δεν υποψιάστηκε τίποτα. Ας δούμε τι θα ακολουθήσει. Η Σελήνη ξέρει ότι μπορεί να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε. Οποιονδήποτε εκτός απ' τον Άρη. Και όπως ακριβώς το φοβόταν, όταν τα παιδιά φεύγουν με την Χλόη και την Θαλασσινή, αφήνοντας πίσω τους τα σκυλιά, αυτός την παίρνει παράμερα.
«Λοιπόν, Γατούλα, ακούω!»
«Τι ακούς;»
«Εσένα να μου λες τι στο διάολο συμβαίνει»
«Τι συμβαίνει με ποιον;»
«Μην το κάνεις αυτό! Μην μου το παίζεις χαζή. Ξέρω ότι μου κρύβεις κάτι. Το μυρίζω πάνω σου. Πες μου τι συμβαίνει. Γιατί κράτησες τα σκυλιά πίσω; Πες μου πριν χάσω την ψυχραιμία μου»
«Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς»
«Δεν καταλαβαίνεις, ε; Εντάξει τότε. Τα ακυρώνω όλα τώρα. Πάω να μιλήσω στον Τζάκο»
«Όχι! Όχι! Μην πας!»
«Θα μου πεις;»
«Θα σου πω»
Αυτός βάζει μια τούφα πίσω απ' το αυτί της.
«Άκου, Γατούλα. Αν επιμένω, είναι μόνο επειδή φοβάμαι. Φοβάμαι για σένα. Δεν θέλω ν' αφήσω τίποτα στην τύχη. Οπότε, αν μ' αγαπάς, πες μου τι σ' απασχολεί και εγώ θα σε βοηθήσω να το ξεπεράσεις»
«Ο πατέρας μου είπε και κάτι άλλο στο όνειρο»
«Τι άλλο;»
«Δεν ήρθε μόνο για να μου ζητήσει συγγνώμη. Ήρθε να με προειδοποιήσει. Κάτι κακό πρόκειται να συμβεί απόψε, αλλά δεν μπορούσε να μου πει τι και μ' έβαλε να υποσχεθώ ότι θα κρατήσω την Πηνελόπη κοντά μου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά με παρακάλεσε να το κάνω. Γι' αυτό κράτησα τα σκυλιά πίσω. Ίσως είναι όλα μαλακίες ή ένα καταραμένο κόλπο του μυαλού μου, αλλά πρέπει να το κάνω»
«Ναι, μωρό μου, πρέπει να το κάνεις. Το πιθανότερο είναι ότι όλα είναι ένα σωρό μαλακίες, αλλά ναι, κάνε αυτό που υποσχέθηκες στον πατέρα σου»
«Δεν είσαι θυμωμένος μαζί μου, έτσι;»
Αυτός την παίρνει στην αγκαλιά του.
«Όχι βέβαια, Γατούλα. Γιατί να είμαι; Αλλά, σε παρακαλώ, αν συμβεί κάτι, οτιδήποτε, μικρό ή μεγάλο, αστείο ή σοβαρό, μην με κρατήσεις έξω. Είμαι ο σύντροφός σου και θα είμαι πάντα εκεί για σένα»
«Ευχαριστώ, Άρη μου»
«Μην μ' ευχαριστείς. Δεν το κάνω για σένα. Το κάνω για μένα. Τη δική μου ζωή προστατεύω»
«Τη δική σου ζωή; Μα εσύ προστατεύεις εμένα»
«Ναι, μωρό μου, γιατί εσύ είσαι η ζωή μου»
~ 17.00 ΜΜ ~ ΜΙΑ ΩΡΑ ΠΡΙΝ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ~
Όλοι είναι στις θέσεις τους. Ο Αλέκος και ο Βίκος βρίσκονται στην μπροστινή πύλη με τον Νέγρο και τον Σκύλο, συζητώντας τις τελευταίες λεπτομέρειες με τους φρουρούς. Τα άλλα μέλη της συμμορίας, καθώς και οι ενισχύσεις που έστειλε ο Χασάπης, είναι σκορπισμένα στον κήπο, ελέγχοντας συνεχώς την περίμετρο. Ο Οδυσσέας βρίσκεται στον επάνω όροφο με τη Μαίρη και τη Σελήνη και τις βοηθάει να ετοιμαστούν για τη συνέντευξη. Ο Τζάκος, ο Ορέστης και ο Άρης είναι στο σαλόνι με τον Θεμιστοκλή και την Τατιάνα, που με χαρά άλλαξε το άρωμά της. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς γιατί είναι απελπισμένη να καταφέρει αυτό που έχει στο μυαλό της.
~ ΣΑΛΟΝΙ ~
«Τζάκο, έδωσα στους φρουρούς στην πύλη τη λίστα με τα ονόματα των δημοσιογράφων που θα πάρουν μέρος στην συνέντευξη»
«Τέλεια. Τατιάνα, έκανες φανταστική δουλειά. Δεν ξέρω πώς να σ' ευχαριστήσω»
«Εγώ ξέρω, αλλά δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να μιλήσουμε γι' αυτό. Θα τα κανονίσουμε αργότερα»
Ο Τζάκος κοιτάζει τους άλλους, κάπως ανήσυχος και ο Άρης σπεύδει να βοηθήσει.
«Τι ώρα θα έρθουν οι δημοσιογράφοι;»
«Πέντε και μισή. Η συνέντευξη θα πρέπει να ξεκινήσει ακριβώς στις έξι. Έχω κανονίσει ζωντανή σύνδεση στο δελτίο ειδήσεων. Θα είμαστε στον αέρα για δεκαπέντε λεπτά»
Ο Ορέστης εντυπωσιάζεται λίγο.
«Δεκαπέντε λεπτά στις απογευματινές ειδήσεις; Πώς τα κατάφερες;»
«Εξαργύρωσα μερικές χάρες. Μην σ' απασχολεί αυτό»
Ο Άρης πηγαίνει προς τις σκάλες.
«Πάω επάνω και να δω τι κάνουν οι γυναίκες»
Ο Τζάκος του υπενθυμίζει κάτι με έμμεσο τρόπο.
«Πες τους να βιαστούν και μην ξεχάσεις να τσεκάρεις αν η Σελήνη έχει φορέσει όλα τ' αξεσουάρ της»
«Γι' αυτό πάω»
Όταν ο Άρης ανεβαίνει τις σκάλες, η Τατιάνα γυρίζει στον Τζάκο.
«Τζάκο, υπάρχει κάτι που πρέπει να ξέρω;»
«Τίποτα σοβαρό. Μερικές απειλές που ελπίζουμε να είναι κούφιες»
«Γι' αυτό όλη αυτή η ασφάλεια. Κι αυτές οι απειλές έχουν να κάνουν με την αδερφή σου, έτσι δεν είναι;»
Στο άκουσμα αυτής της πληροφορίας, ο Θεμιστοκλής αναστατώνεται κάπως.
«Απειλούν τη Σελήνη; Ποιος θέλει να της κάνει κακό;»
«Θεμιστοκλή, σταμάτα. Δεν είναι δική σου δουλειά»
«Μα, κυρία Τατιάνα ...»
«Σου είπα να σταματήσεις»
Ο Ορέστης βάζει το χέρι του στον ώμο του νεαρού.
«Άκουσε με, Θεμιστοκλή. Καταλαβαίνω πώς νιώθεις, αλλά δεν χρειάζεται ν' ανησυχείς. Όλοι νοιαζόμαστε για τη Σελήνη και περισσότερο απ' όλους ο Άρης. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ»
«Ναι. Καταλαβαίνω και ζητώ συγγνώμη»
«Δεν χρειάζεται, αλλά, για παν ενδεχόμενο, μην πεις τίποτα μπροστά του»
«Δεν θα τολμούσα»
Η Τατιάνα κοιτάζει το ρολόι της.
«Λοιπόν. Είναι σχεδόν πέντε και μισή. Κάποιος πρέπει να πάει στην πύλη για να φέρει τους δημοσιογράφους»
Αυτός που προσφέρεται είναι ο Ορέστης, αλλά η Τατιάνα δεν τον αφήνει να πάει μόνος. Αυτή στέλνει μαζί του και τον Θεμιστοκλή, με αποτέλεσμα να μείνει μόνη με τον Τζάκο.
~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΕΠΑΝΩ ~ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΝΤΟΥΛΑΠΑ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~
Ο Άρης χτυπάει την πόρτα γιατί ξέρει ότι είναι και η Μαίρη μέσα, και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ακούγεται η φωνή του Οδυσσέα.
«Ποιος είναι;»
«Εγώ, ο Άρης. Μπορώ να μπω;»
«Όχι. Είναι και οι δύο γυμνές»
«Και γιατί στο διάολο είσαι εσύ εκεί μέσα;»
«Επειδή είμαι γκέι, ηλίθιε, και επομένως εντελώς ακίνδυνος γι' αυτές»
«Ναι ... Μχμμμ ... Σωστά»
Αυτός ακουμπάει στον τοίχο και δύο λεπτά αργότερα, η φωνή του Οδυσσέα ακούγεται ξανά.
«Εντάξει, Λυκόπαιδο, μπορείς να μπεις»
Αυτός ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα, αλλά βρίσκει τον Οδυσσέα ολομόναχο.
«Πού είναι οι γυναίκες;»
«Κρυμμένες. Γιατί είσαι εδώ; Τι θέλεις;»
«Για να δω αν χρειάζεστε κάτι»
«Βασικά, χρειαζόμαστε τη γνώμη σου. Ελάτε έξω, κορίτσια!»
Αυτές βγαίνουν πίσω απ' το παραβάν και ένα μακρόσυρτο σφύριγμα θαυμασμού ξεφεύγει απ' το στόμα του Άρη, κάνοντας τον Οδυσσέα περήφανο για τον εαυτό του.
«Αυτή ακριβώς την αντίδραση περίμενα. Μπράβο μου!»
Ο Άρης κοιτάζει για λίγο την Μαίρη με το μαύρο, στενό, midi, Versage φόρεμα της, με το κλειστό ντεκολτέ και την ανοιχτή πλάτη και μετά γυρίζει στην Σελήνη, η οποία φοράει ένα Prada κόκκινο, κοντό, μακρυμάνικο φόρεμα με φερμουάρ στο πλάι, αρκετά φαρδύ ώστε να καλύπτει το αλεξίσφαιρο γιλέκο. Εκείνη κάνει μια στροφή μπροστά του.
«Άρη μου, σ' αρέσω;»
«Μ' αρέσεις ό,τι κι αν φοράς»
«Ναι, αλλά αυτό το φόρεμα είναι πολύ φαρδύ»
«Πρέπει να είναι, Γατούλα μου. Πώς αλλιώς θα καλύψουμε το γιλέκο;»
«Όλοι θα νομίζουν ότι είμαι έγκυος και γι' αυτό με παντρεύεσαι»
Αυτοί γελούν.
«Δεν πειράζει, μωρό μου. Αν μας ρωτήσουν, θα το αρνηθούμε»
Η Μαίρη έχει κάτι να πει πάνω σ' αυτό.
«Μην το κάνετε αυτό. Αν ρωτήσουν, απλά πείτε ουδέν σχόλιο»
«Γιατί;»
Η Μαίρη κοιτάζει τον Οδυσσέα.
«Καλύτερα να μην απαντήσεις παρά να αρνηθείς. Έτσι λειτουργούν οι δημόσιες σχέσεις. Εμπιστευτείτε με! Εγώ ξέρω»
«Τέλος πάντων! Μπορεί το φόρεμα να είναι χάλια, αλλά τουλάχιστον οι γόβες μου είναι υπέροχες. Σ' αρέσουν, Άρη μου; Είναι Christian Louboutin. Κοίτα τες. Έχουν κόκκινες σόλες. Μου τις δάνεισε η Μαίρη. Πάντα ήθελα να φορέσω τέτοια παπούτσια»
Ο Άρης κοιτάζει κάτω τις μαύρες γόβες με το απίστευτα σέξι τακούνι στιλέτο, και δυσκολεύεται κάπως να καταπιεί.
«Θα τις επιστρέψεις απόψε;»
«Εεεε ... Φαντάζομαι πως ναι»
Η Μαίρη μπαίνει αμέσως στο νόημα.
«Σελήνη, δεν χρειάζεται να μου τις επιστρέψεις απόψε. Κράτησε τες όσο θέλεις»
Αντί όμως να την ευχαριστήσει η Σελήνη, το κάνει ο Άρης.
«Ευχαριστώ, Μαίρη»
«Παρακαλώ, Άρη»
Η Σελήνη τους κοιτάζει με απορία.
«Δεν καταλαβαίνω. Για τι πράγμα μιλάτε;»
Ο Οδυσσέας και η Μαίρη χαχανίζουν.
«Δεν πειράζει, Καρπουζάκι. Θα το καταλάβεις το βράδυ»
«Όλοι οι άντρες είναι ίδιοι»
Και τότε η Σελήνη έχει μια μικρή επιφοίτηση.
«Εννοείτε ...; Ω!»
Ο Άρης ξεροκαταπίνει.
«Μχμμμ ... Μπορούμε ν' αλλάξουμε θέμα, παρακαλώ; Οδυσσέα, είναι όλα εντάξει με το γιλέκο;»
«Ναι»
«Το έβαλες σωστά; Χρειάζεται να του ρίξω μια ματιά;»
«Χέσε με, Λυκόπαιδο»
«Αφού το λες εσύ ... Ήρθε η ώρα να κατέβουμε»
Η Σελήνη κοιτάζει τριγύρω.
«Που είναι η Πηνελόπη;»
«Έξω στον διάδρομο με τον Τηλέμαχο. Τι εμμονή είναι αυτή με τα σκυλιά σήμερα;»
«Τίποτα, Οδυσσέα μου. Απλώς είμαι λίγο νευρική και τα σκυλιά με ηρεμούν»
«Αν είναι έτσι, εντάξει. Πάμε κάτω τώρα»
~ ΚΑΤΩ ΣΤΟ ΣΑΛΟΝΙ ~
Όταν ο Ορέστης φεύγει για να φέρει τους δημοσιογράφους και η Τατιάνα στέλνει μαζί του και τον Θεμιστοκλή, ο Τζάκος την κοιτάζει με απορία.
«Γιατί έστειλες τον βοηθό σου με τον Ορέστη; Δεν υπήρχε λόγος γι' αυτό»
«Κι όμως υπήρχε. Το έκανα γιατί ήθελα να μείνω μόνη μαζί σου»
«Άκου, Τατιάνα ... Σχετικά μ' αυτό, υπάρχει κάτι που πρέπει να σου πω»
Αυτή βάζει τα χαρτιά που κρατάει στο τραπεζάκι και τον πλησιάζει από πίσω.
«Μπορείς να μου πεις μετά»
«Μετά από τι;»
Τον πιάνει απ' το πουκάμισο και τον γυρίζει έτσι ώστε να την κοιτάζει.
«Μετά το φιλί μας»
Αυτή σηκώνεται στις μύτες και φέρνει τα χείλη της μια ανάσα απ' τα δικά του, αλλά εκείνος βάζει τα χέρια του στους ώμους της και την σπρώχνει πίσω.
«Όπα! Όπα! Κάνε πίσω! Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί»
«Γιατί; Δεν σ' αρέσω;»
«Μια χαρά γυναίκα είσαι, αλλά εγώ είμαι παντρεμένος και αγαπάω πολύ τη γυναίκα μου»
Αυτή γελάει.
«Έλα τώρα, Τζάκο! Ξέρεις πόσοι παντρεμένοι άντρες που αγαπούν τις γυναίκες τους πηδάνε διαφορετική γυναίκα κάθε βράδυ;»
«Ναι, το ξέρω, αλλά εγώ δεν είμαι έτσι»
«Άκου, Τζάκο ... Δεν ξέρω τι λες εσύ, αλλά εγώ δούλεψα σκληρά και θέλω να πληρωθώ»
«Αυτό θα γίνει. Πες μου πόσα θέλεις και θα στα δώσω»
«Δεν θέλω τα λεφτά σου, Τζάκο»
Αυτός ανοίγει λίγο το πουκάμισό του και αποκαλύπτει το τατουάζ με τις λέξεις Ανήκω στην Μαίρη στο σημείο της καρδιάς του.
«Λεφτά είναι το μόνο που μπορείς να πάρεις από μένα, Τατιάνα»
Αυτή καγχάζει.
«Νομίζεις ότι αυτό το ηλίθιο τατουάζ μπορεί να με σταματήσει; Σε θέλω, Τζάκο. Σε θέλω και θα σε πάρω. Άλλαξα ακόμα και το άρωμα μου για σένα»
«Σ' ευχαριστώ για αυτό, αλλά εγώ δεν σε θέλω. Ζητάω συγγνώμη αν είπα κάτι και εσύ το παρεξήγησες»
«Δεν παρεξήγησα τίποτα»
Αυτή πλησιάζει ξανά και βάζει τα χέρια της στο στήθος του.
«Τατιάνα, πάρε τα χέρια σου από πάνω μου, αλλιώς ...»
«Αλλιώς τι;»
«Αλλιώς θα διατάξω τα σκυλιά μου να τα ξεριζώσουν απ' τους ώμους σου. Πώς σου φαίνεται αυτό;»
Η απόλυτα ήρεμη φωνή της Μαίρης, καθώς αυτή κατεβαίνει τις σκάλες, κάνει τον Τζάκο να ξεφυσήξει με ανακούφιση και ν' απομακρυνθεί απ' την Τατιάνα που κοιτάζει μ' ανοιχτό το στόμα τους άλλους, τον Οδυσσέα, τον Άρη και την Σελήνη να κατεβαίνουν, μαζί με τα σκυλιά που γρυλίζουν απειλητικά, και να μιλάνε το ίδιο ήρεμα.
«Θεέ μου! Πόσες φορές πρέπει να το περάσουμε αυτό;»
«Το έχετε περάσει πολλές φορές;»
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσες»
«Μαίρη, πώς μπορείς να είσαι τόσο ήρεμη;»
«Όπως είπε ο Οδυσσέας, το έχω περάσει πολλές φορές. Νομίζεις ότι αυτή είναι η πρώτη τσούλα που την πέφτει στον άντρα μου;»
«Γιατί οι γυναίκες πιστεύουν ότι αρέσουν στους άνδρες όταν είναι εύκολες;»
«Ρώτα αυτήν, Άρη μου»
Η Τατιάνα δεν πιστεύει στ' αυτιά της.
«Τι είδους οικογένεια είστε;»
«Ξέρεις την οικογένεια Adams; Εμείς είμαστε λίγο χειρότεροι»
«Είστε όλοι τρελοί!»
«Άργησες λίγο, αλλά τελικά το κατάλαβες. Κάλλιο αργά παρά ποτέ»
Ο Τζάκος βάζει τέλος σ' αυτό το τσίρκο.
«Εντάξει. Φτάνει ως εδώ. Κυρία Καφετζόγλου, ζητώ ειλικρινά συγγνώμη αν σας έδωσα λάθος εντύπωση. Ας ξεχάσουμε τι συνέβη και ας επικεντρωθούμε στη δουλειά μας. Και όσον αφορά την πληρωμή σας, θα πληρωθείτε κανονικά»
Η Τατιάνα τον κοιτάζει.
«Πάλι πληθυντικός;»
«Είναι καλύτερα έτσι»
Αυτή ισιώνει τα ρούχα της και τινάζει τα μαλλιά της πίσω.
«Εντάξει, κύριε Ηλιόπουλε. Συγγνώμη κι από μένα. Ας επιστρέψουμε στη δουλειά. Οι δημοσιογράφοι θα είναι εδώ ανά πάσα στιγμή. Και όσον αφορά την πληρωμή μου, θα σας ενημερώσω πολύ σύντομα»
~ ΔΥΟ ΛΕΠΤΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΕΞΙ ~
Όλα είναι έτοιμα και όλοι είναι στη θέση τους. Η εξέδρα είναι στημένη μπροστά απ' το τζάκι, και ακριβώς απέναντι έχουν τοποθετηθεί οι καρέκλες για τους καλεσμένους. Οι κάμερες είναι ήδη στα τρίποδα τους. Οι δημοσιογράφοι έχουν πάρει τις θέσεις τους. Ο Αλέκος, ο Οδυσσέας και ο Βίκος, ένας σε κάθε γωνιά του δωματίου, σκανάρουν το χώρο κοιτάζοντας γύρω-γύρω. Στην εξέδρα, ένα μεγάλο, μακρύ τραπέζι καλυμμένο με λευκό ύφασμα, κάθονται ο Τζάκος, η Μαίρη, ο Ορέστης, η Σελήνη και ο Άρης, και μπροστά απ' τον καθένα υπάρχει ένα μικρόφωνο. Πίσω τους, με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στο στήθος τους, στέκονται ο Νέγρος, ο Μικρούλης και ο Σκύλος, ντυμένοι με μαύρα κουστούμια και καλωδιωμένοι ώστε να έχουν επαφή με τους φρουρούς. Μπροστά στο τραπέζι, ο Τηλέμαχος και η Πηνελόπη κάθονται στα πίσω πόδια τους και παρατηρούν τον κόσμο. Η Τατιάνα κάθεται σταυροπόδι σ' ένα ψηλό σκαμπό δίπλα στην εξέδρα.
«Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι. Σας ευχαριστώ που δεχτήκατε την πρόσκληση μου. Σε λίγα λεπτά θα βγούμε ζωντανά στο δελτίο ειδήσεων για δεκαπέντε λεπτά. Κατά τη διάρκεια της σύνδεσης, θα ήθελα να σας παρακαλέσω να κάνετε ησυχία και στη συνέχεια οι οικοδεσπότες μας θα είναι διαθέσιμοι ν' απαντήσουν στις ερωτήσεις σας. Μέχρι τότε, μη διστάσετε να πάρετε έναν καφέ ή αναψυκτικό απ' τον μπουφέ. Σας ευχαριστώ και πάλι»
Ο Θεμιστοκλής, ο ενδιάμεσος ανάμεσα στο στούντιο των ειδήσεων και το σπίτι, τσεκάρει το ρολόι του.
«Κυρία Τατιάνα, σε τριάντα δευτερόλεπτα»
Η Τατιάνα απευθύνεται στον Τζάκο.
«Κύριε Ηλιόπουλε, είστε έτοιμοι;»
«Ναι, φυσικά»
Ο Θεμιστοκλής έχει τα μάτια του καρφωμένα στο μόνιτορ μπροστά του..
«Δεκαπέντε δευτερόλεπτα»
Η Τατιάνα στρώνει τα μαλλιά της.
«Θεμιστοκλή, πώς είμαι;»
«Όμορφη όπως πάντα. Δέκα δευτερόλεπτα»
«Για να δούμε λοιπόν!»
Ο Θεμιστοκλής σηκώνει το χέρι του και αρχίζει να μετράει αντίστροφα με τα δάχτυλα του.
«Πέντε ... Τέσσερα ... Τρία ... Δύο ... Ένα ... Πάμε!»
Η φωνή του παρουσιαστή ειδήσεων ακούγεται απ' το μόνιτορ.
«Καλησπέρα, κυρία Καφετζόγλου»
«Καλησπέρα, Αντώνη»
«Νομίζω ότι έχετε κάτι για μας»
«Ναι, φυσικά. Βρισκόμαστε εδώ, στο σπίτι του γνωστού επιχειρηματία Τζάκου Ηλιόπουλου, ιδιοκτήτη της Sun Corporation, και της γλυκιάς συζύγου του, της διάσημης ζωγράφου, Μαίρη Αυγέρη»
«Καλησπέρα, κύριε Ηλιόπουλε. Κυρία μου»
Ο Τζάκος και η Μαίρη καλησπερίζουν τον παρουσιαστή και αμέσως μετά, παίρνει τον λόγο η Τατιάνα.
«Οι οικοδεσπότες μας έχουν κάτι πολύ σημαντικό να μας πουν και ήρθε η στιγμή να το ακούσουμε. Κύριε Ηλιόπουλε;»
Ο Τζάκος σκύβει στο μικρόφωνο.
«Θα παραχωρήσω την σειρά μου στην γυναίκα μου. Οι κυρίες προηγούνται πάντα»
Όλοι βλέπουν τον παρουσιαστή να κουνάει το κεφάλι του με εκτίμηση και θαυμασμό.
«Απ' ότι φαίνεται υπάρχουν ακόμα μερικοί αληθινοί κύριοι στην εποχή μας»
Η Τατιάνα συνεχίζει.
«Έχεις δίκιο, Αντώνη μου. Ο κύριος Ηλιόπουλος είναι σίγουρα ένας απ' αυτούς. Κυρία Αυγέρη, ο λόγος σε σας»
H Μαίρη χαμογελάει.
«Είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω τη νέα μου έκθεση σε συνεργασία με τον καλό μου φίλο και απίστευτα ταλαντούχο φωτογράφο, Ορέστη Ριζόπουλο»
Ο Ορέστης καλησπερίζει και ο παρουσιαστής συνεχίζει την συζήτηση, απευθυνόμενος στην Μαίρη.
«Αυτό είναι κάτι που δεν το έχετε ξανακάνει. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;»
«Γνωριστήκαμε σε μια φωτογράφηση της ανιψιάς μου και μου πρότεινε συνεργασία. Είδα λοιπόν ένα δείγμα της δουλειάς του, ενθουσιάστηκα απ' το ταλέντο του και συμφώνησα. Εξάλλου, τα καλύτερα πράγματα στη ζωή γίνονται τυχαία»
«Αυτή η έκθεση θα έχει θέμα όπως οι προηγούμενες;»
«Ναι, φυσικά. Το θέμα θα είναι Αγάπη σ' όλες τις μορφές»
«Θέλετε να μας το εξηγήσετε αυτό;»
«Η αγάπη, όπως όλοι γνωρίζουμε, έχει πολλές μορφές. Ρομαντική αγάπη, μητρική αγάπη, πατρική αγάπη, αδελφική αγάπη και ούτω καθεξής. Σ' αυτήν την έκθεση, ο κύριος Ριζόπουλος με τις φωτογραφίες του και εγώ με τους πίνακες μου, θα προσπαθήσουμε να δείξουμε αυτές τις μορφές»
«Ευχαριστούμε πολύ, κυρία Αυγέρη, και ανυπομονούμε να δούμε πως εσείς και ο συνεργάτης σας βλέπετε την αγάπη»
«Εγώ ευχαριστώ για τον χρόνο σας»
Τότε, ο παρουσιαστής απευθύνεται στον Τζάκο.
«Και τώρα, κύριε Ηλιόπουλε, είναι η σειρά σας»
Ο Τζάκος καθαρίζει τον λαιμό του.
«Έχω τη μεγάλη χαρά να ανακοινώσω ότι η οικογένεια μου, αν και κάπως καθυστερημένα, απέκτησε ένα νέο μέλος και συγκεκριμένα, την μοναδική μου συγγενή εξ αίματος, την αδερφή μου, Σελήνη Ηλιοπούλου»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro