
Εξομολογήσεις
~ ΛΙΓΗ ΩΡΑ ΜΕΤΑ ~ ΔΙΠΛΑ ΣΤΗΝ ΠΙΣΙΝΑ ~
Όταν ο Τζάκος ενημέρωσε τους άλλους άντρες για τη συνάντηση δίπλα στην πισίνα, αυτοί, μιας και η θερμοκρασία έχει ανέβει αρκετά, θεώρησαν ότι ήταν εξαιρετική ιδέα και έσπευσαν να φορέσουν τα μαγιό τους. Το ίδιο συνέβη και με τα παιδιά που αυτή τη στιγμή παίζουν στο νερό. Όχι όλοι όμως. Ο Στέφανος και ο Ιάσονας, που μένει στο σπίτι όπως κάθε Σαββατοκύριακο, κάθονται στην άκρη, συζητούν και απολαμβάνουν τον Απριλιάτικο ήλιο. Όμως μ' αυτούς θ' ασχοληθούμε αργότερα. Τώρα θα κατασκοπεύσουμε τους ενήλικους ... Μχμμμ ... άνδρες της οικογένειας για να δούμε τι ακριβώς θέλει ο Άρης.
Πριν απ' αυτό βέβαια, θα σας περιγράψω τα μαγιό τους. Πιστέψτε με, αξίζει τον κόπο! Λοιπόν, ο Τζάκος φοράει ένα λευκό διάφανο μαγιό-σορτς. Ο Οδυσσέας διάλεξε ένα σούπερ κολλητό μπλε σορτς, ενώ ο Αλέκος φοράει ένα πιο σοβαρό, μια μαύρη βερμούδα, και ο Βίκος το ίδιο, απλώς σε κόκκινο χρώμα. Ο Ορέστης επέλεξε ένα λίγο πιο φαρδύ σορτς σε βυσσινή απόχρωση και τέλος, ο Άρης επιδεικνύει το πολύ στενό και σέξι μαγιό του, το οποίο έχει ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο στην πίσω μεριά.
Όπως είπα, αυτοί έχουν φορέσει τα μαγιό τους και τώρα είναι ξαπλωμένοι στις σεζλόνγκ και απολαμβάνουν τον ήλιο. Αυτοί πίνουν παγωμένο καφέ και τρώνε διάφορα ελαφριά σνακ. Ο Τζάκος, όπως κάθε φορά που ο Οδυσσέας βρίσκεται κοντά του ημίγυμνος, είναι σε πολύ καλή διάθεση!
«Αγαπούλη μου, είσαι χάρμα οφθαλμών με το μαγιό σου»
«Άσε με ήσυχο, εντάξει;»
«Μα γιατί με μαλώνεις; Εγώ απλώς λέω ότι γουστάρω το καινούργιο σου μαγιό. Βέβαια, υπάρχει και κάτι που δεν μ' αρέσει»
«Χέστηκα, αλλά είμαι και περίεργος. Τι δεν σ' αρέσει ακριβώς;»
«Θα το προτιμούσα λίγο πιο στενό»
«Πιο στενό απ' αυτό;»
«Ναι, για να μπορώ να βλέπω τον τέλειο κώλο σου καλύτερα»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του και οι άλλοι γελούν.
«Κοίτα τον κώλο σου κι άσε τον δικό μου ήσυχο. Δεν έχεις καμία δουλειά μαζί του»
«Άλλα μου έλεγες εχθές»
«Άντε γαμήσου, ρε Διεστραμμένε με το διάφανο μαγιό. Σοβαρά τώρα, ρε Τζάκο; Διάφανο;»
«Είναι το μόνο που με βολεύει. Ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα μου»
«Το θεωρείς πρόβλημα;»
«Γιατί; Δεν είναι;»
«Όχι, ρε Διεστραμμένε. Το γεγονός ότι το τέρας που έχεις ανάμεσα στα πόδια σου δεν χωράει σε κανένα μαγιό δεν είναι πρόβλημα. Είναι μια ευλογία απ' τον Θεό. Έτσι δεν είναι, ρε παιδιά;»
Ο Άρης απαντάει πρώτος.
«Συμφωνώ εν μέρει μαζί σου. Μερικές φορές είναι μεγάλο πρόβλημα. Για παράδειγμα, εγώ λατρεύω τα Speedos, αλλά για προφανείς λόγους είναι αδύνατο να φορέσω ένα»
«Γι' αυτό φοράς αυτό το πράγμα;»
«Γιατί το λες πράγμα; Τι κακό έχει;»
«Έχει έναν λύκο στο κωλομέρι, ρε! Τι άλλο θες;»
«Μην το μισείς, εντάξει; Μου τ' αγόρασε η Σελήνη. Τι υποτίθεται πρέπει να κάνω;»
«Καλά το κατάλαβα!»
Ο Βίκος μπαίνει στην κουβέντα.
«Εγώ συμφωνώ με τον Τζάκο. Μερικές φορές είναι άβολο. Όταν φοράμε φόρμες ή κολάν. Κάθε φορά που πηγαίνω στο γυμναστήριο, όλοι με κοιτούν επίμονα»
Ο Τζάκος έχει και κάτι άλλο να πει.
«Γιατί νομίζεις έφτιαξα γυμναστήριο στο σπίτι, ε;»
Ο Ορέστης συμπάσχει.
«Και μετά υπάρχει και η έλλειψη ταιριαστών προφυλακτικών. Πολύ εκνευριστικό»
Ξανά ο Άρης.
«Και ο τρόπος που σε κοιτάζουν οι άλλοι όταν ζητάς extra large. Ευτυχώς που σταμάτησα να τα χρειάζομαι»
Ο Τζάκος χαμογελάει στον Οδυσσέα.
«Βλέπεις, Αγαπούλη μου; Όμως εντάξει, είναι λογικό να έχεις αυτή την άποψη. Εσύ δεν είχες ποτέ τέτοια προβλήματα»
Ο Οδυσσέας στενεύει τα μάτια του.
«Τι είπες; Υπονοείς κάτι για το μέγεθος μου;»
Ο Τζάκος σηκώνει τους ώμους.
«Εγώ απλώς λέω»
Ο Οδυσσέας γυρίζει στον Αλέκο.
«Εσύ δεν έχεις να πεις τίποτα πάνω σ' αυτό;»
«Σαν τι;»
«Κάτι. Οτιδήποτε. Υπερασπίσου με!»
«Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ο Τζάκος σου ρίχνει το δόλωμα και εσύ τσιμπάς σαν ηλίθιο ψάρι»
«Φυσικά, γιατί το απολαμβάνει στο έπακρο. Του αρέσει να είναι η σκύλα μου»
Ο Οδυσσέας χτυπάει το χέρι του στο μπράτσο της σεζλόνγκ.
«Εντάξει, Σάτυρε! Τώρα το παράκανες!»
Με γρήγορες κινήσεις, αυτός αρπάζει μερικά παγάκια και τα χώνει στο μαγιό του Τζάκου ενώ τον κρατάει κάτω. Ο Τζάκος πηδάει πάνω και τινάζει το μαγιό του.
«Κρύο! Κρύο! Κρύο! Τι μου έκανες, ρε γαμημένε; Μετέτρεψες το καβλί μου σ' ένα γαμημένο σορμπέ. Σκατά! Είναι πολύ κρύο!»
«Ποιος είναι η σκύλα τώρα;»
Όλοι γελούν και ο Οδυσσέας, πολύ περήφανος για τον εαυτό του, ξαπλώνει ξανά και βάζει τα γυαλιά του, ενώ πίσω του ο Τζάκος προσπαθεί μάταια να ζεστάνει τον καβάλο του. Ο Αλέκος κουνάει το κεφάλι του.
«Με συγχωρείτε που χαλάω το παιχνίδι σας, αλλά δεν νομίζετε ότι πρέπει ν' αφήσουμε τον Άρη να μας πει γιατί μας μάζεψε όλους εδώ;»
Όλοι συμφωνούν, αλλά ο Άρης κοιτάζει τον Τζάκο.
«Εντάξει, αλλά τι γίνεται με τον Τζάκο;»
Ο Τζάκος αγριοκοιτάζει τον Οδυσσέα.
«Άρχισε να λες, Άρη. Εγώ θ' ακούω από δω που είμαι ενώ προσπαθώ να επαναφέρω στην προτέρα του κατάσταση το καημένο το καβλί μου»
«Άπλωσε το στον ήλιο να στεγνώσει»
Ο Οδυσσέας γελάει, αλλά το γέλιο του κόβεται απότομα όταν ο Τζάκος λέει το αυτονόητο.
«Πολύ αστείο, μαλάκα, αλλά αν χαλάσει, θέλω να σε δω πως θ' αποφύγεις την οργή της Μαίρης»
«Γαμώτο! Αυτό δεν το σκέφτηκα!»
Όλοι κοιτάζουν τον Οδυσσέα με συμπόνια.
«Θα πρέπει ν' αλλάξεις πλανήτη, φίλε»
«Το λιγότερο!»
Ο Άρης ενώνει τα χέρια του.
«Λοιπόν, όσο ο αγαπητός μας Οδυσσέας είναι ακόμα στον πλανήτη μας, θέλω να με βοηθήσετε να κάνω στη Σελήνη μια πρόταση που δεν θα την ξεχάσει ποτέ»
Ο Ορέστης κοπανάει την σεζλόνγκ.
«Το ήξερα!»
Ο Άρης γυρίζει και κάθεται στο πλάι της ξαπλώστρας του.
«Λοιπόν; Έχετε καμιά ιδέα;»
Ο Τζάκος, προφανώς έχοντας σώσει τον θησαυρό του, ξαπλώνει ξανά.
«Έη! Για ηρέμησε λίγο, καουμπόι! Άσε μας να σκεφτούμε λίγο»
Ο Οδυσσέας σουφρώνει τα χείλη του.
«Νομίζω ότι χρειαζόμαστε ένα θηλυκό μυαλό»
Αυτός φωνάζει την Πανδώρα κι εκείνη βγαίνει αμέσως απ' την πισίνα, έρχεται κοντά τους και κάθεται στην αγκαλιά του.
«Τι τρέχει, Μπαμπά μου;»
«Συγγνώμη που διακόπτω το παιχνίδι σου, αλλά χρειαζόμαστε το λαμπρό μυαλό σου»
«Δεν πειράζει, Μπαμπά μου. Μ' αρέσει να βοηθάω. Πες μου τι χρειάζεστε»
«Μία πρωτότυπη κι αξέχαστη πρόταση γάμου»
Το κορίτσι σουφρώνει τα χείλη, έτσι ακριβώς όπως κάνει ο Οδυσσέας όταν σκέφτεται.
«Μχμμμ ... Θέλετε κάτι ρομαντικό ή κάτι διασκεδαστικό;»
«Και τα δύο»
«Και τα δύο, ε; Καλώς! Το 'χω! Ακούστε με προσεκτικά ...»
Όταν η Πανδώρα ολοκληρώνει, όλοι την κοιτάζουν με το στόμα ανοιχτό.
«Γιατί με κοιτάτε έτσι, καλέ;»
«Πρώτον, για το πόσο γρήγορα σκέφτηκες την ιδέα και δεύτερον, πώς ξέρεις ότι είναι για τον Άρη και όχι για τον Ορέστη, ας πούμε;»
Η Πανδώρα δίνει ένα φιλί στον Οδυσσέα, σηκώνεται και επιστρέφει στην πισίνα. Αυτή στέκεται στην άκρη και ανοίγει τα χέρια της.
«Είμαι κόρη σου, Μπαμπά Οδυσσέα. Τι περίμενες;»
Και πηδάει στο νερό με μια ανάποδη τούμπα. Όλοι γελούν, εκτός απ' τον Αλέκο και τον Οδυσσέα, που κοιτάζονται συγκινημένοι.
«Αλέκο μου, το κοριτσάκι μας μεγάλωσε»
«Το βλέπω και αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν, παρόλο που είναι δικό μου σπέρμα, να είναι ένα ακριβές δικό σου αντίγραφο. Απίστευτο!»
Ο Τζάκος σπεύδει να υπερασπιστεί την γυναίκα του.
«Έη! Αυτή κληρονόμησε πολλά πράγματα και απ' το Αγγελούδι μου, έτσι;»
Ο Ορέστης, που ακόμα δεν ξέρει όλες τις λεπτομέρειες, κοιτάζει απορημένος.
«Συγγνώμη, αλλά τώρα μπερδεύτηκα. Πως είναι δυνατόν; Τι σχέση έχει η Μαίρη με την Πανδώρα;»
Ο Τζάκος και ο Οδυσσέας σπεύδουν να εξηγήσουν.
«Δεν το ξέρεις; Η Μαίρη μου δώρισε το ωάριο για την εξωσωματική γονιμοποίηση»
«Ναι. Με βάση την βιολογία, η Πανδώρα μας είναι κόρη του Αλέκου και της Μαίρης»
Ο Άρης έχει μια επιφοίτηση.
«Εξού και τα βιολετί της μάτια και το αστέρι στον δεξιό της ώμο»
Τότε, ο Ορέστης αρχίζει μία μπερδεμένη συζήτηση.
«Άρα, η Πανδώρα είναι συγγενής εξ αίματος με τα παιδιά του Τζάκου»
Ο Βίκος το περιπλέκει ακόμα περισσότερο.
«Όπως και με τ' αγόρια μου, γιατί η Θαλασσινή είναι βιολογική αδερφή του Αλέκου. Αλλά τα παιδιά του Τζάκου δεν συνδέονται με τα δικά μου. Αρκετά μπερδεμένο, ε;»
Ο Άρης ξύνει το κεφάλι του.
«Και λίγα λες. Και με το παιδί μου τι γίνεται;»
Ο Τζάκος χαμογελάει.
«Αυτό είναι πολύ απλό. Το παιδί σου θα είναι συγγενής εξ αίματος μόνο με τα παιδιά μου. Δεν θα συνδέεται ούτε με την Πανδώρα, αλλά ούτε και με τον Αδάμ και τον Γιώργο»
«Θα πρέπει να κάνουμε φτιάξουμε ένα γενεαλογικό δέντρο πολύ σύντομα, για παν ενδεχόμενο»
Γελάνε όλοι. Τότε, ο Οδυσσέας επιστρέφει στο προηγούμενο θέμα.
«Λοιπόν, αγορίνες μου; Πώς σας φαίνεται η ιδέα της Πανδώρας; Εγώ πάντως είμαι μέσα»
Ένας-ένας δέχονται όλοι να συμμετέχουν, συγκινώντας τον Άρη.
«Παιδιά, δεν ξέρω καν τι να πω. Σας ευχαριστώ όλους τόσο πολύ. Το κορίτσι μου θα το λατρέψει»
Ο Οδυσσέας απευθύνεται στους άλλους.
«Τέλεια! Αύριο το βράδυ, όταν το Λυκόπαιδο και το Καρπουζάκι θα είναι στο Reunion, εμείς οι υπόλοιποι θα κανονίσουμε τις λεπτομέρειες.
Όταν αναφέρεται το Reunion, ο Βίκος ξεροβήχει.
«Μχμμμ ... Λύκε, σκέφτηκες ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να συναντήσεις αυτόν τον μαλακοπίτουρα τον Πέτρο αύριο;»
Το όμορφο πρόσωπο του Άρη σκοτεινιάζει. Αυτός ανεβάζει τα γυαλιά ηλίου του στο κεφάλι του και τα μάτια του λαμπυρίζουν.
«Ναι, το σκέφτηκα και ειλικρινά δεν ξέρω αν θα μπορέσω να ελέγξω τον εαυτό μου»
Ο Ορέστης λέει αυτό που σκέφτονται όλοι.
«Εγώ δεν θ' ανησυχούσα και πολύ. Το πιο πιθανόν είναι να κρυφτεί κάτω από κάνα τραπέζι όταν σας δει, μετά απ' αυτό που του κάνατε»
Ο Βίκος κουνάει το κεφάλι του.
«Συμφωνώ, αλλά για παν ενδεχόμενο, καλύτερα να πάρεις κάποιον μαζί σου»
Ο Άρης συνοφρυώνεται.
«Δεν θέλω η Σελήνη μου να νιώσει ξανά περιορισμένη. Όλο αυτό το διάστημα που ήταν κλειδωμένη στο σπίτι ήταν τρομερό για εκείνη. Μπορεί να λέει το αντίθετο, αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν της αρέσει το όλο θέμα με τους σωματοφύλακες»
Ο Αλέκος έχει μια ιδέα.
«Και πρέπει να της το πεις; Πάρε κάποιον μαζί σου και πες του να μείνει κρυμμένος και να επέμβει μονάχα αν χρειαστεί.
«Καλή ιδέα, αλλά ... Θεέ μου! Μισώ να της λέω ψέματα. Την τελευταία φορά που το έκανα, το πλήρωσα ακριβά»
Ο Άρης τρίβει το πρόσωπο του προσπαθώντας να διώξει τις αναμνήσεις εκείνων των ημερών. Ο Τζάκος χτυπάει φιλικά την πλάτη του.
«Είναι για το καλό της και εξάλλου, τι πιστεύεις; Ότι τώρα είναι μόνες τους;»
«Τι εννοείς; Έστειλες κι εσύ σωματοφύλακα; Γιατί; Ο Φράνκο είναι μαζί τους»
«Ο Φράνκο είναι για τη Σελήνη και την Χλόη. Η Μαίρη και η Θαλασσινή έχουν τον δικό τους, εδώ και πολλά χρόνια»
Ο Βίκος πανικοβάλλεται κάπως.
«Απλώς αυτές δεν το ξέρουν, και, για όνομα του Θεού! Αυτές δεν πρέπει να μάθουν»
Το ίδιο και ο Τζάκος.
«Ναι, παιδιά, αυτό είναι πολύ σοβαρό. Ούτε λέξη! Η Μαίρη θα με σκοτώσει αν το μάθει»
«Και η Θαλασσινή θα σκοτώσει εμένα»
Ξαφνικά, τα τηλέφωνα του Άρη, του Ορέστη, του Τζάκου και του Βίκου λαμβάνουν ένα μήνυμα σχεδόν ταυτόχρονα. Ο Οδυσσέας απορεί.
«Τι στο διάολο;»
Οι άντρες κοιτάζουν τα τηλέφωνα τους και όλοι έχουν την ίδια αντίδραση. Τα μάτια τους ανοίγουν διάπλατα. Ο Τζάκος ρωτάει τους άλλους τρεις αν πήραν όλοι το ίδιο μήνυμα και αυτοί απαντούν καταφατικά. Τότε, ο Οδυσσέας αρχίζει να φωνάζει.
«Αν δεν μου δείξετε αυτή τη στιγμή το μήνυμα, θα χάσω την ψυχραιμία μου!»
Οι τέσσερις άντρες σηκώνουν τα τηλέφωνά τους και τα δείχνουν στον Οδυσσέα και τον Αλέκο, που αρχίζουν να γελάνε. Ο λόγος; Η φωτογραφία που δείχνει τις τέσσερις γυναίκες να ποζάρουν φορώντας μονάχα λευκά σέξι εσώρουχα και στέλνοντας φιλιά στην κάμερα.
«Είναι τρελές! Πάει κι τελείωσε!»
«Και νόμιζα ότι έστω η αδερφή μου είναι σοβαρή»
Ο Άρης συνειδητοποιεί κάτι.
«Μχμμμ ... Να κάνω μια ερώτηση; Αυτή δεν είναι selfie. Ποιος στο διάολο τράβηξε τη φωτογραφία;»
«Ο Άρης έχει δίκιο. Αν είναι και οι τέσσερις εδώ, ποιος τους φωτογράφησε;»
«Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση»
«Ελπίζω να ήταν κάποια πωλήτρια»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του.
«Ήρεμα, μονομάχοι! Προφανώς, αυτές χρησιμοποίησαν χρονοδιακόπτη»
Ο Τζάκος βάζει το κινητό ανάποδα.
«Ελπίζω πραγματικά να έχεις δίκιο, Αγαπούλη μου, γιατί αλλιώς ...»
Ο Άρης παρατηρεί λίγο καλύτερα την φωτογραφία.
«Παρόλα αυτά, τα λευκά εσώρουχα είναι αφάνταστα σέξι, δεν νομίζετε;»
Ο Ορέστης και ο Βίκος διαφωνούν. Αυτοί προτιμούν τα κόκκινα και τα μαύρα αντίστοιχα. Ο Τζάκος όμως συμφωνεί απόλυτα.
«Εμένα πάντως μ' αρέσει το άσπρο. Εσύ, Αγαπούλη μου, τι χρώμα προτιμάς;»
«Όσο κι αν δεν μ' αρέσει, μαλάκα, συμφωνώ μαζί σου. Μ' αρέσει το λευκό. Είναι πιο ...»
Ο Αλέκος συμπληρώνει την πρόταση του Οδυσσέα.
«Αγνό ...;»
«Ναι. Ευχαριστώ πολύ, μωρό μου»
Τότε, ο Άρης ξεκινάει μία ακόμα ενδιαφέρουσα κουβέντα.
«Οδυσσέα, πότε κατάλαβες ότι είσαι ...;»
«Γκέι;»
«Ναι»
«Σε πολύ μικρή ηλικία. Ούτε δέκα δεν ήμουν καλά-καλά»
«Εσύ, Αλέκο;»
«Στην εφηβεία, αλλά άργησα αρκετά να το παραδεχτώ, ακόμα και στον ίδιο μου τον εαυτό. Ντρεπόμουν πολύ. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα, αλλά ευτυχώς είχα τον Τζάκο. Με βοήθησε πολύ»
«Πώς;»
Ο Τζάκος μπαίνει στην συζήτηση.
«Του έφερα μια γυναίκα»
«Και;»
Ο Αλέκος σηκώνει τους ώμους.
«Και τίποτα. Ο στρατιώτης μου έπεσε πριν τη μάχη»
«Και με τη γυναίκα τι έγινε;»
Ο Αλέκος δείχνει τον Τζάκο.
«Την πήδηξα εγώ. Δεν μπορούσα να την αφήσω να φύγει ανικανοποίητη»
Ο Αλέκος καγχάζει.
«Το αστείο είναι ότι αυτή ερωτεύτηκε παράφορα τ' αγόρι μας μετά απ' αυτό, και όταν την παράτησε μια βδομάδα αργότερα, ήρθε σε μένα και με παρακάλεσε να του αλλάξω γνώμη. Είχε γίνει πολύ ενοχλητική. Και όταν δεν κατάφερα τίποτα επειδή ο Καζανόβας από δω είχε ήδη προχωρήσει στην επόμενη, με κατηγόρησε ότι τον ήθελα για τον εαυτό μου. Το θέατρο του παραλόγου»
«Εσύ, Οδυσσέα, έχεις δοκιμάσει ποτέ με γυναίκα;»
«Όχι. Ποτέ»
Ο Βίκος ρωτάει κάτι που ήθελε να μάθει εδώ και πολλά χρόνια.
«Οδυσσέα, δεν σ' έχω ρωτήσει ποτέ όλα αυτά τα χρόνια. Τι νιώθεις όταν βλέπεις μια γυναίκα γυμνή;»
«Εσύ τι νιώθεις όταν βλέπεις έναν άντρα γυμνό;»
«Εεεε ... Τίποτα»
«Το ίδιο νιώθω κι εγώ. Για παράδειγμα, με τις γυναίκες σας και ειδικά με τη Μαίρη. Τις έχω δει χίλιες φορές εντελώς γυμνές και τίποτα. Αν και αντικειμενικά είναι όλες πανέμορφες και πολύ σέξι»
Ο Τζάκος κοιτάζει λάγνα τον Οδυσσέα.
«Και τι παθαίνεις όταν βλέπεις εμένα γυμνό, Αγαπούλη μου;»
«Θέλω να ξεράσω, Διεστραμμένε»
«Ψεύτη! Ψεύτη! Θα σου μεγαλώσει η μύτη!»
«Δεν χόρτασες με τα παγάκια; Θέλεις κι άλλο;»
Ο Τζάκος ανοίγει το στόμα του για ν' απαντήσει, αλλά ο ερχομός της μικρής Εύας τον σταματάει. Αυτή πηγαίνει κοντά του και κάθεται στην αγκαλιά του.
«Μπαμπάκα, πότε θα έρθει η μαμά; Πεινάω»
«Η μαμά άφησε φαγητό για σένα και τους άλλους. Πάρε τα κορίτσια και τις Σταγόνες και πηγαίνετε να φάτε όλοι μαζί. Πες στον Τίγρη να σας βοηθήσει»
«Ο Στέφος δεν μπορεί αυτή τη στιγμή»
«Γιατί;»
«Είναι με τον Νάκο και μιλάνε»
«Τι λένε;»
«Για την Αναΐς. Ο Νάκος πάντα μιλάει γι' αυτήν»
Ο Τζάκος στενεύει τα μάτια του καθώς οι άλλοι μετά βίας συγκρατούν τα γέλια τους.
«Δεν πειράζει, Πριγκίπισσα. Είσαι μεγάλο κορίτσι τώρα και μπορείς να φας μόνη σου. Πήγαινε και θα φροντίσω εγώ τον αδερφό σου και τον Ιάσονα»
«Μην πειράξεις τον Νάκο μου, εντάξει;»
«Μην ανησυχείς, Πριγκίπισσα. Δεν θα τον πειράξω. Πήγαινε τώρα»
Η μικρή Εύα φεύγει χοροπηδώντας και ο Τζάκος σηκώνεται.
«Που πας τώρα;»
«Τι ερώτηση είναι αυτή; Να σκοτώσω τον τσόγλανο, φυσικά. Θα τον πνίξω στην πισίνα και θα θάψω το πτώμα του κάτω απ' τις βιολέτες»
Ο Οδυσσέας, ο Αλέκος και Βίκος προσπαθούν να τον ηρεμήσουν.
«Κάτσε κάτω, Τζάκο. Μιλάμε για τον Ιάσονα. Όλοι ξέρουμε πώς νιώθει για την Τσιχλόφουσκα»
«Και ξέρουμε επίσης ότι δεν θα της έκανε ποτέ κακό. Σε κανέναν τομέα. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Όχι μέχρι αυτή να φτάσει στη σωστή ηλικία»
«Και μην ξεχνάς, ότι ο Στέφανος δεν θα επέτρεπε ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο»
Ο Τζάκος δεν μιλάει. Αυτός γέρνει πίσω και βάζει τα γυαλιά του, γρυλίζοντας. Ο Άρης παραξενεύεται.
«Γιατί αντιδράς έτσι, ρε φίλε; Ο Ιάσονας φαίνεται πολύ καλό παιδί»
Αυτοί που απαντούν είναι ο Αλέκος και ο Οδυσσέας.
«Είναι πράγματι πολύ καλό παιδί. Ευγενικός, έξυπνος και πολύ βασανισμένος»
«Ο πατέρας του παράτησε αυτόν και τη μητέρα του όταν αυτός ήταν επτά χρονών και είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα. Ούτε και ξέρουμε πόσο καιρό έμεινε στο νοσοκομείο. Από τότε, τον μεγάλωσε μόνη της. Όταν γνωρίστηκαν με τον Στέφανο προσπαθήσαμε να τη βοηθήσουμε οικονομικά, αλλά δεν το δέχτηκε ποτέ. Το μόνο που μας ζήτησε ήταν να δεχτούμε τον Ιάσονα για φίλο του Στέφανου»
Ο Τζάκος μιλάει μέσα απ' τα δόντια του.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να του δώσω την κόρη μου»
«Ξέρεις πολύ καλά ότι δεν είναι στο χέρι σου. Η Αναΐς θ' αποφασίσει όταν έρθει η ώρα»
«Τέλος πάντων! Αλλάξτε θέμα τώρα και αφήστε με να ηρεμήσω»
Αυτός τσιμπάει τη κορυφή της μύτης του ενώ οι άλλοι κουνάνε τα κεφάλια τους. Τότε, ο Βίκος τρίβει το στομάχι του.
«Τι ώρα είναι;»
Ο Αλέκος κοιτάζει το ρολόι του.
«Δύο και είκοσι. Γιατί ρωτάς;»
«Έχω αρχίσει να πεινάω»
Οι άλλοι συμφωνούν μ' αυτή τη δήλωση, και ειδικά ο Οδυσσέας.
«Τι λέτε να φάμε;»
Ο Αλέκος έχει μια ιδέα που κάνει τον Τζάκο να ρουθουνίσει.
«Μακαρόνια με κιμά, για να βοηθήσουμε τον Τζάκο να ηρεμήσει»
«Μχμμμ ... Πολύ αστείο, μαλάκα!»
Τότε, ο Άρης προσφέρετε.
«Εγώ και ο Ορέστης μπορούμε να μαγειρέψουμε για όλους»
Ο Οδυσσέας ενώνει τα χέρια του.
«Τέλεια. Το Λυκόπαιδο και το Κουτάβι του θα μαγειρέψουν. Εγώ και ο Αλέκος μου θα στρώσουμε το τραπέζι και ο Διεστραμμένος θα πλύνει τα πιάτα με τον Δράκο»
Ο Βίκος μορφάζει.
«Ωραίο μοίρασμα, ηλίθιε»
«Το ξέρω»
Ο Βίκος γυρίζει τα μάτια του καθώς σηκώνεται και όλοι οι υπόλοιποι τον ακολουθούν.
~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΛΙΓΟ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ~
Πριν δούμε τι συμβαίνει με τ' αγόρια, θα μιλήσουμε λίγο για τον Ιάσονα. Το πλήρες όνομα του είναι Ιάσονας Ζαχαριάδης και είναι ένα χρόνο μεγαλύτερος απ' τον Στέφανο, αλλά πηγαίνουν στην ίδια τάξη. Πώς γίνεται αυτό; Απλά, ο Ιάσονας έχασε μια χρονιά στο σχολείο λόγω τραυματισμού, για τον οποίο θα μιλήσουμε στο επόμενο βιβλίο. Με τον Στέφανο γνωρίστηκαν στην τρίτη δημοτικού και από τότε είναι αχώριστοι. Όπως είπε ο Οδυσσέας, αυτός δεν έχει πατέρα, επομένως έχει τον Τζάκο σαν πατρική φιγούρα. Και ο Τζάκος, παρά τα όσα λέει, του συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο που συμπεριφέρεται στον Στέφανο. Αυτός δεν τους ξεχωρίζει ποτέ.
Ο Ιάσονας είναι ένα πολύ καλό και ευγενικό αγόρι. Είναι όμορφος, έξυπνος και ερωτεύτηκε τη Αναΐς την πρώτη στιγμή που την είδε. Όπως λέει, αυτός βρήκε τον καλύτερο του φίλο και ταυτόχρονα τη γυναίκα της ζωής του. Όλα αυτά τα χρόνια στέκεται σαν μεγάλος αδερφός δίπλα της. Την κακομαθαίνει, την υπηρετεί και την υπερασπίζεται πάντα όταν αυτή μαλώνει με τον Στέφανο. Φυσικά, ξέρει ότι πρέπει να περιμένει να μεγαλώσει, και είναι πρόθυμος να το κάνει για όσο χρόνο χρειαστεί, και ο Στέφανος ξέρει ότι η αδερφή του δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο. Εμπιστεύεται τον καλύτερό του φίλο και έχει απόλυτο δίκιο. Ο Ιάσονας δεν θα έκανε ποτέ κακό στη Αναΐς για κανένα λόγο.
Αλλά νομίζω ότι είπαμε αρκετά. Άλλωστε, τον Ιάσονα θα τον γνωρίσουμε καλύτερα στο επόμενο βιβλίο, όπου θα είναι ένας απ' τους βασικούς χαρακτήρες. Ας δούμε τώρα τι συζητούν οι δύο φίλοι, οι οποίοι έχουν μεγαλώσει και ωριμάσει αρκετά τους λίγους μήνες που αυτοί έχουν αποκτήσει αντρική υπόσταση. Αυτοί κάθονται λίγο πιο μακριά απ' την πισίνα. Ο Στέφανος μόλις ρώτησε κάτι τον Ιάσονα, αλλά αυτός είναι πολύ απασχολημένος για να απαντήσει επειδή χαζεύει την Αναΐς.
«Λοιπόν, τι λες; Τι πρέπει να κάνω;»
Ο Ιάσονας δεν απαντάει.
«Μ' ακούς, ρε ηλίθιε; Σου μιλάω! Σταμάτα να χαζεύεις την αδερφή μου!»
«Τι; Είπες τίποτα;»
Ο Στέφανος γυρίζει τα μάτια του.
«Αλήθεια τώρα, ρε μαλάκα;»
«Γιατί με βρίζεις, ρε;»
«Γιατί σου μιλάω τόση ώρα και με γράφεις»
«Συγγνώμη, ρε φίλε, αλλά ξέρεις πώς έχουν τα πράγματα. Κοίτα την. Είναι αφάνταστα τέλεια»
«Ναι, το ξέρω, αλλά ξέρω επίσης ότι ο Πρίγκιπας του Παλατιού θα σε φάει ζωντανό αν ανακαλύψει ότι σου τρέχουν τα σάλια για την Πολύτιμη του. Και για άλλη μια φορά, θα πρέπει εγώ να σε υπερασπιστώ»
«Έχεις δίκιο. Συγγνώμη. Μχμμμ ... Άντε μπρος, απέσπασε μου την προσοχή»
«Ευκολάκι. Τι να κάνω με την Αφροδίτη; Να της ζητήσω να βγούμε;»
«Αυτό σηκώνει συζήτηση, κολλητέ»
«Γιατί;»
«Γιατί αυτό το κορίτσι δεν μ' αρέσει. Κάτι με χαλάει. Είναι ωραία γκόμενα, αλλά κάτι πάνω της ... Δεν ξέρω»
«Δεν βοηθάς, ρε γαμώτο!»
«Εντάξει, κοίτα. Βγες μαζί της και δες πώς θα πάει. Για ένα απλό ραντεβού μιλάμε, όχι για πρόταση γάμου»
«Πως είσαι τόσο σίγουρος ότι θα πει ναι;»
«Έλα τώρα, ρε Στέφανε. Εννοείτε ότι θα πει ναι. Ποιο κορίτσι θα έλεγε όχι στον Στέφανο Ηλιόπουλο;»
«Υπερβάλλεις ξανά, αλλά τέλος πάντων! Αν το κάνω, θα έρθεις μαζί μου; Μπορείς να πάρεις τη φίλη της, την ξανθιά με τα μεγάλα βυζιά»
«Αυτή είναι ηλίθια, ρε φίλε. Το IQ της είναι σχεδόν ανύπαρκτο. Πολύ μικρότερο απ' τα βυζιά της»
«Και λοιπόν; Χαμούρεψε την στα μουγκά. Μην ανοίξεις λογοτεχνική συζήτηση μαζί της»
«Ναι, εντάξει, αλλά δεν μπορώ. Αυτή είναι ... Πώς να στο πω; Αυτή δεν είναι ...»
«Δεν είναι η Αναΐς, ε;»
«Ναι. Δεν είναι η Αναΐς. Καμιά τους δεν είναι σαν την Αναΐς»
«Κοίτα, Νάκο, καταλαβαίνω πώς νιώθεις, αλλά η Αναΐς είναι ακόμα μικρή. Δεν πρέπει να μονάσεις μέχρι να μεγαλώσει. Πρέπει ν' αρχίσεις να βγαίνεις με άλλες και όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, κάνε την κίνηση σου με τις ευλογίες μου»
«Μιλάς σοβαρά;»
«Φυσικά. Ποιος είναι καλύτερος από σένα; Θα είμαι ήσυχος αν η αδερφή μου τα μπλέξει μαζί σου»
«Ευχαριστώ, αλλά τι γίνεται με τον πατέρα σου; Είμαι σίγουρος ότι έχει άλλα σχέδια για την κόρη του. Καλύτερα σχέδια από εμένα»
«Τα σχέδια του πατέρα μου για τις κόρες του είναι να τις κλείσει σε μοναστήρι ώστε να μην τις αγγίξει ποτέ κανένας άντρας. Μην ανησυχείς γι' αυτό. Όταν έρθει η ώρα, θα ζητήσουμε βοήθεια απ' τον ειδικό»
«Τον νονό σου, ε;»
«Ναι. Ο G-Man είναι ο μόνος που μπορεί να χειραγωγήσει τον Πρίγκιπα. Αλλά άστο αυτό τώρα και πάμε να φάμε. Πεθαίνω της πείνας»
«Τώρα που το λες, τι νοστιμιά μας μαγείρεψε σήμερα η μαμά Μαίρη;»
«Δεν έχω ιδέα. Πάμε και θα δούμε»
Τα δύο αγόρια σηκώνονται και πηγαίνουν στο σπίτι να βρουν τους άλλους.
~ ΑΡΓΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~
Τα παιδιά κοιμούνται ήδη στα δωμάτια τους και οι άλλοι έχουν πάει στα σπίτια τους, αφήνοντας τον Τζάκο, την Μαίρη, τον Άρη και την Σελήνη μόνους. Οι δύο άντρες, που φαίνεται να έχουν γίνει πολύ καλοί φίλοι, κάθονται στη βεράντα πίνοντας ουίσκι και τρώνε στικ αγγουριού και καρότου βουτηγμένα σε ξύδι και αλάτι. Το τέλειο συνοδευτικό για το ουίσκι. Αυτοί κοιτάζουν τον έναστρο ουρανό και συζητούν. Οι γυναίκες, επίσης κώλος και βρακί, κάθονται στον καναπέ στο σαλόνι και τρώνε αλμυρά σνακ βουτηγμένα σε λιωμένη σοκολάτα. Αυτές μιλάνε και γελάνε.
~ ΤΖΑΚΟΣ & ΑΡΗΣ ~
Ο Τζάκος μασουλάει ένα στικ καρότου.
«Λοιπόν, μελλοντικέ πατέρα, τι θέλεις να είναι το μωρό;»
«Δεν έχει σημασία. Αυτό θα είναι αγόρι»
«Πώς το ξέρεις αυτό;»
«Το είπε ο πατέρας σου»
Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη μπερδεμένος.
«Τι λες, ρε φίλε;»
«Στο όνειρο της Σελήνης, αυτός της είπε ότι θα είμαι περήφανος για τον γιο μου, όπως είσαι κι εσύ για τους γιους σου»
«Τους γιους μου; Μόνο έναν έχω»
«Ακόμα»
«Μχμμμ ... Άλλος ένας γιος για μένα, ε; Καλό»
«Πιστεύεις σ' όλα αυτά; Στα όνειρα και στους οιωνούς;»
«Γιατί όχι; Μέχρι στιγμής, όλα έχουν πραγματοποιηθεί»
«Και η Σελήνη είναι σίγουρη»
«Πώς θα τον πείτε;»
«Επειδή υπάρχει ήδη ένας Στέφανος, η αδερφή σου αποφάσισε να με τιμήσει και να δώσει στο μωρό το όνομα του πατέρα μου. Ερμής. Εσύ;»
«Δεν το έχω σκεφτεί ακόμα. Θα πρέπει πρώτα να μιλήσω με τη Μαίρη. Θα τις προτείνω να τον πούμε Νίκο, όπως ο πατέρας της»
«Σωστό και δίκαιο»
Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη κάπως αμήχανα.
«Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι πραγματικά προσωπικό και ίσως λίγο αδιάκριτο;»
«Μπορείς να με ρωτήσεις ότι θες»
«Γιατί έγινες ζιγκολό;»
«Τόσο προσωπικό, ε;»
«Αν σε κάνω να νιώθεις άβολα, δεν πειράζει»
«Όχι, θα σου πω»
Ο Άρης πίνει μια μεγάλη γουλιά απ' το ποτό του και τα μάτια του λάμπουν στο σκοτάδι της νύχτας. Αυτός πρόκειται να εκμυστηρευτεί κάτι στον Τζάκο που, μέχρι τώρα, μόνο ο Ορέστης ξέρει.
«Όλοι πιστεύουν ότι το έκανα για τα χρήματα, αλλά δεν είναι έτσι. Δεν είχα ποτέ οικονομικό πρόβλημα. Όταν ήμουν παιδί, ο πατέρας μου κέρδιζε πολλά και όταν πέθανε, μου άφησε ένα σημαντικό ποσό σε μετρητά. Μετά απ' αυτό, ο Δράκος με βοήθησε ν' ανοίξω την αντιπροσωπεία μου και επίσης μου χάρισε το κλαμπ. Ήμουν μόνο δεκαέξι χρονών και ήμουν ήδη αρκετά πλούσιος»
«Συγγνώμη, ρε Άρη, αλλά, αν όχι για τα λεφτά, τότε γιατί;»
«Για να εκδικηθώ τις γυναίκες που θα έκαναν τα πάντα για τα χρήματα»
«Τώρα μ' έχασες εντελώς»
«Είναι λογικό, γιατί δεν ξέρεις. Όταν σου εξηγήσω, θα καταλάβεις. Λοιπόν, ο Ορέστης κι εγώ είχαμε έναν φίλο στο σχολείο. Το όνομα του ήταν Μανώλης και ήταν ένα πολύ ευαίσθητο αγόρι. Εύθραυστο σαν γυαλί. Στο σχολείο δεχόταν συνεχώς bullying από κάποια καθίκια και εμείς τον προστατεύαμε. Όλα αυτά μέχρι τις αρχές της Τρίτης Λυκείου»
«Τι έγινε τότε;»
«Έχασα τους γονείς μου και εθίστηκα στη πρέζα. Μετά από μια νοθευμένη δόση, κόντεψα να πεθάνω και ο Ορέστης μετακόμισε σπίτι μου για να με βοηθήσει ν' αποτοξινωθώ. Παρατήσαμε το σχολείο και συνεχίσαμε σε νυχτερινό, αφήνοντας τον Μανώλη απροστάτευτο»
«Κάτι μου λέει ότι δεν θα μ' αρέσει αυτό που έρχεται»
«Και λίγα λες. Μέχρι τα μέσα της χρονιάς, ο Μανώλης επικοινωνούσε μαζί μας, αλλά ξαφνικά σταμάτησε. Λίγες μέρες μετά ζήτησα απ' τον Νέγρο να τον ψάξει, αλλά δυστυχώς ήταν πολύ αργά. Το ίδιο βράδυ βρέθηκε κρεμασμένος στο δωμάτιό του. Είχε αφήσει ένα σημείωμα που έλεγε ότι δεν άντεχε άλλο τα βασανιστήρια, αλλά περισσότερο απ' όλα, δεν μπορούσε να ξεπεράσει την προδοσία της κοπέλας του. Αργότερα μάθαμε ότι αυτή η σκύλα ήταν βαλτή απ' τους νταήδες. Την πλήρωσαν για να τον πλευρίσει και να τον κάνει να την ερωτευτεί για να τον έχουν του χεριού τους. Αυτή τον έσερνε σε μυστικά ραντεβού και κάθε φορά εμφανίζονταν αυτοί και του έκαναν διάφορα. Ο ιατροδικαστής βρήκε φρικτά πράγματα. Σπασμένα κόκαλα, καψίματα από τσιγάρα, μώλωπες, ακόμα και αποδείξεις βιασμού. Εντωμεταξύ, αυτή η πουτάνα του έλεγε ψέματα κάθε φορά ότι οι επιθέσεις ήταν τυχαίες και αυτός την πίστευε γιατί ήταν καψούρης μαζί της. Όταν έμαθε την αλήθεια, κρεμάστηκε. Δεν ήταν ούτε δεκαεπτά»
«Απίστευτο!»
«Για πολύ καιρό, ο Ορέστης κι εγώ κατηγορούσαμε τους εαυτούς μας γι' αυτό που συνέβη στον Μανώλη, αλλά μετά καταλάβαμε ποιος έφταιγε πραγματικά. Αυτά τα καθίκια που τον βασάνιζαν κι εκείνη η σκύλα που δεν δίστασε να οδηγήσει ένα αγόρι στην αυτοκτονία για τα φράγκα»
«Αυτοί τιμωρήθηκαν;»
«Νομικά όχι. Δεν πρόλαβαν. Τρεις μήνες μετά την αυτοκτονία του Μανώλη, αυτοί κάνανε κόντρες στην Παραλιακή και σκοτώθηκαν. Τ' αμάξι τους καρφώθηκε σε μια κολώνα και πήρε φωτιά. Κάηκαν όλοι ζωντανοί»
«Θεία δίκη. Και η γκόμενα;»
«Αυτή την κανόνισα εγώ. Πήγα στο σπίτι της και τη βρήκα. Δεν ήξερε ποιος ήμουν. Της την έπεσα και την έκανα να τρέχει από πίσω μου, αλλά δεν την άγγιξα ποτέ. Δεν μπορούσα να την αγγίξω. Αλλά ακόμα κι έτσι, την ανάγκασα να μου δώσει ότι είχε και δεν είχε και όταν δεν είχε τίποτα άλλο να μου δώσει, την έβαλα να δουλέψει για μένα. Την έκανα πουτάνα και τα λεφτά που έβγαλε τα έδινα ανώνυμα στην οικογένεια του Μανώλη. Όταν βαρέθηκα, την πούλησα στον Χασάπη, αλλά συνέχισα να δίνω λεφτά στην οικογένεια του Μανώλη, και το κάνω ακόμα. Δεν έχω ιδέα τι κάνει αυτή τώρα»
«Έτσι σου ήρθε η ιδέα, ε;»
«Ναι. Όταν συνειδητοποίησα τη δύναμη μου στις γυναίκες, αποφάσισα να βοηθήσω όλους εκείνους τους άνδρες που είχαν προδοθεί από μια γυναίκα. Στη μνήμη του Μανώλη. Και voila! Ο Λύκος γεννήθηκε»
«Εκπληκτική ιστορία»
Ο Άρης γεμίζει ξανά το ποτήρι του.
«Άντε, πες το»
«Τι να πω;»
«Ότι είμαι ένα γαμημένο απόβρασμα και πρέπει να φύγω απ' τη ζωή της αδερφής σου αμέσως τώρα»
«Αυτό νομίζεις ότι θα πω;»
«Ειλικρινά, ζω μ' αυτόν τον φόβο κάθε μέρα»
«Δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Παρ' όλα αυτά που έχεις κάνει, παρ' όλη τη βρωμιά στο παρελθόν σου, όπως λες, ξέρω ότι είσαι καλός άνθρωπος, ρε Άρη»
«Δεν ήμουν, Τζάκο. Εκείνη μ' άλλαξε και μ' έκανε αυτό που είμαι. Η αδερφή σου έφερε το φως στη ζωή μου, και γι' αυτό φοβάμαι τόσο πολύ ότι, αν τη χάσω, θα βυθιστώ πάλι στο σκοτάδι και δεν θα βγω ποτέ ξανά»
«Αν ήξερες πόσο σε καταλαβαίνω»
«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει αυτό;»
«Κάθε άντρας έχει κάτι βρώμικο στο παρελθόν του»
«Ακόμα κι εσύ; Ο μεγάλος Τζάκος Ηλιόπουλος;»
Ο Τζάκος κοιτάζει το ποτήρι του σαν να κρύβει μέσα του όλα τα μυστικά του σύμπαντος.
«Ναι. Ακόμα και εγώ. Δεν είμαι άγιος, Άρη. Είχα μια ζωή πριν απ' τη Μαίρη. Κι αυτή η ζωή ήταν αρκετά ακόλαστη. Έχω αφήσει θύματα πίσω μου»
«Ποια είναι η ιστορία σου;»
«Μπορεί να σου φανεί περίεργο, αλλά δεν έχω χρησιμοποιήσει ποτέ τα λεφτά μου για να κατακτήσω μια γυναίκα. Βασικά, δεν έχω κυνηγήσει ποτέ γυναίκα. Όλες έπεφταν στα πόδια μου πρόθυμα, χωρίς να κουνήσω ούτε το δαχτυλάκι μου»
«Ακόμα και η Μαίρη;»
«Όχι ακριβώς. Φυσικά, δεν χρειάστηκε να την κυνηγήσω, αλλά με δυσκόλεψε πολύ μέχρι να την πείσω για τα αισθήματα μου, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία για μια άλλη φορά»
«Εντάξει. Συνέχισε»
«Ήμουν γύρω στα εικοσιπέντε. Η εταιρεία μου είχε αρχίσει ν' αναπτύσσεται και να γίνεται πολυεθνική. Είχα όλο τον κόσμο στα χέρια μου και όλες οι γυναίκες ήταν στα πόδια μου. Όλες εκτός από μία. Δούλευε στο λογιστήριο. Ήταν πολύ όμορφη. Δεν έκανα καμία κίνηση και περίμενα να μου την πέσει αυτή, αλλά τίποτα. Αδιαφορούσε εντελώς για μένα. Δεν είχα βρει ακόμα την Κλαίρη, οπότε την προώθησα και την έκανα γραμματέα μου για να σπρώξω λίγο τα πράγματα»
«Άσε με να μαντέψω. Της υπαγόρευες επιστολές ενώ καθόταν στα πόδια σου, ε;»
Ο Τζάκος γελάει.
«Πολλές τσόντες βλέπεις, φιλαράκο. Καμία σχέση. Ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον, κάτι που δεν με σταμάτησε φυσικά. Όταν είδα ότι μ' αγνοούσε, της την έπεσα εγώ, αλλά μου είπε όχι. Με απέρριψε. Το φαντάζεσαι; Φρίκαρα! Δεν είχα ξανακούσει γυναίκα να μου λέει όχι και έτσι την κυνήγησα. Άρχισα να της κάνω δώρα, να της προτείνω ταξίδια και ότι άλλο μπορείς να φανταστείς. Έκανα τα πάντα κι αυτή συνέχιζε να λέει όχι, μέχρι που της έκανα πρόταση γάμου. Αυτή ήταν η τελευταία μου επιλογή»
«Και τότε τι έγινε;»
«Έπεσε στα πόδια μου και στο κρεβάτι μου, φυσικά. Αυτό ήταν! Έχασα όλο μου το ενδιαφέρον»
«Ήταν τουλάχιστον καλό το πήδημα;»
«Αυτό ήταν το αστείο της υπόθεσης. Ήταν χάλια. Ψυχρή μέχρι αηδίας. Η Βασίλισσα του Πάγου. Μια μεγάλη απογοήτευση. Δεν έχυσα ποτέ μαζί της. Κάθε φορά που τη γαμούσα, έπρεπε να τελειώνω μόνος μου»
«Ίου! Και μετά τι έγινε;»
«Χώρισε με τον αρραβωνιαστικό της, κανόνισε τον γάμο μας και την άφησα να περιμένει στα σκαλιά της εκκλησίας»
«Όχι! Δεν το έκανες!»
«Κι όμως, το έκανα, φίλε μου. Το έκανα! Αυτή με περίμενε ντυμένη νύφη και εγώ ήμουν στο κρεβάτι με άλλη γυναίκα, αλλά όχι με μια οποιαδήποτε»
«Μη μου πεις!»
«Ναι. Αποπλάνησα την κουμπάρα, την καλύτερη της φίλη»
«Έλεος, ρε φίλε!»
«Δεν το έκανα επίτηδες. Απλά συνέβη»
«Και πού κατέληξε αυτή;»
«Κλείστηκε για λίγο σε νευρολογική κλινική και μετά επέστρεψε στον αρραβωνιαστικό της, ο οποίος την δέχτηκε πίσω μαζί με μια αρκετά παχιά επιταγή»
«Η Μαίρη τα ξέρει όλα αυτά;»
«Φυσικά. Το Αγγελούδι μου ξέρει τα πάντα για μένα. Η Σελήνη ξέρει για σένα;»
«Ναι. Της τα είπα όλα και ξέρεις τι μου είπε;»
«Μπορώ να μαντέψω»
«Είπε ... Άκου, Άρη μου, δεν με νοιάζει τι έκανες πριν από μένα, με νοιάζει τι θα κάνεις από δω και πέρα μαζί με μένα»
«Το ίδιο είπε και η Μαίρη»
«Αυτές οι δύο μοιάζουν πολύ τελικά»
«Ναι, και είμαι πολύ περίεργος τι λένε τόση ώρα»
«Προφανώς για τις σεξουαλικές μας επιδόσεις. Το καβλί μου δεν έχει σταματήσει να με τρώει»
«Και σένα, ε; Κι εμένα. Πάμε να κρυφακούσουμε;»
«Είσαι κακός»
«Έχεις αντίρρηση; Μήπως δεν θέλεις;»
«Απορώ γιατί είμαστε ακόμα εδώ»
Οι δύο άντρες τελειώνουν τα ποτά τους με μια κίνηση και πλησιάζουν όσο πιο κοντά μπορούν στις γυναίκες τους, με σιωπηλά βήματα. Αυτοί ψιθυρίζουν ο ένας στον άλλον.
«Αν μας μυριστούν, την γαμήσαμε, Πρίγκιπα»
«Η ζωή θέλει ρίσκο, Λύκε. Κάνε ησυχία!»
~ ΜΑΙΡΗ & ΣΕΛΗΝΗ ~
Η Σελήνη βουτάει ένα κρακεράκι στην σοκολάτα και το καταβροχθίζει μουγκανίζοντας.
«Μμμμ ... Θεέ μου! Αυτό είναι τόσο καλό! Είναι σαν ...»
Η Μαίρη τρώει επίσης ένα ίδιο.
«Σαν οργασμός, ίσως;»
«Ναι»
«Τι είδους οργασμός;»
«Τι εννοείς;»
«Πέος, δάχτυλο ή γλώσσα;»
Η Σελήνη γλύφει τα δάχτυλα της.
«Α, αυτό! Μμμμ ... Δάχτυλο και γλώσσα μαζί»
«Καλό! Και μένα μ' αρέσει αυτό»
«Μαίρη, πες μου κάτι. Είχες πολλούς εραστές πριν τον Τζάκο;»
«Όχι τόσους πολλούς όσο νομίζεις. Τέσσερεις. Αλλά κανένας απ' αυτούς δεν ήταν σαν τον Τζάκο μου. Τα περισσότερα που έκανα μαζί του ήταν η πρώτη μου φορά»
Ο Τζάκος σπρώχνει τον Άρη με τον αγκώνα του και δείχνει τον εαυτό του με τον αντίχειρα του καθώς ψιθυρίζει.
«Είμαι φοβερός, φίλε»
Ο Άρης γυρίζει τα μάτια του, ενώ η Μαίρη συνεχίζει την κουβέντα αμέριμνη.
«Εσύ είχες πάει μόνο μ' αυτόν τον μαλακοπίτουρα τον Πέτρο, έτσι δεν είναι;»
«Ναι, αλλά δεν θα τον έλεγα εραστή. Αυτός μου πήρε απλώς την παρθενιά. Τίποτα άλλο. Ό,τι έμαθα σ' αυτόν τον τομέα, το έμαθα απ' τον Λύκο μου. Και αυτός με δίδαξε καλά»
Τώρα είναι η σειρά του Άρη ν' αγκωνιάσει τον Τζάκο.
«Άκου και μάθε απ' τον δάσκαλο, φιλαράκο»
Και φυσικά, ο Τζάκος γυρίζει τα μάτια του και στρέφει την προσοχή του πίσω στη Σελήνη που συνεχίζει να μιλάει για τον Άρη.
«Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω σωστά. Αυτός μ' έκανε να νιώσω γυναίκα για πρώτη φορά. Άγγιξε νεύρα που δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν. Μου έδειξε τι μπορεί να κάνει το σώμα μου»
«Ξέρω ακριβώς τι εννοείς. Το ίδιο συνέβη και με τον αδερφό σου»
«Πες μου κάτι άλλο. Είναι φυσιολογικό που τον θέλω όλη την ώρα;»
Η Μαίρη γελάει και η Σελήνη κατσουφιάζει.
«Μη γελάς. Έχω μεγάλο πρόβλημα. Αν μπορούσα, θα τον κρατούσα συνέχεια πάνω σ' ένα κρεβάτι. Και πριν το πεις, δεν πρόκειται για την εγκυμοσύνη. Έτσι ήταν και πριν. Νομίζω ότι είμαι νυμφομανής ή κάτι τέτοιο»
Η Μαίρη γελάει ακόμα πιο δυνατά.
«Είσαι αξιολάτρευτη, αλλά όχι, δεν είσαι νυμφομανής. Είσαι απλά μια ερωτευμένη γυναίκα μ' έναν απίστευτα όμορφο άντρα δίπλα σου. Πίστεψε με. Μιλάω εκ πείρας»
«Σου συμβαίνει κι εσένα αυτό; Ακόμη και τώρα, μετά από τόσα χρόνια;»
«Δεν σταμάτησε ποτέ. Και μάλιστα το νιώθω ακόμα πιο έντονα τώρα. Δεν το λέω επειδή είναι δικός μου, αλλά υπάρχει κάτι πολύ ιδιαίτερο στον Τζάκο. Δεν μπορείς να το καταλάβεις γιατί το αίμα σ' εμποδίζει να το δεις. Δεν ξέρω τι είναι, αλλά είμαι σίγουρη ότι δεν είναι η ομορφιά του. Υπάρχουν κι άλλοι εμφανίσιμοι άντρες εκεί έξω. Ίσως είναι η αύρα του. Το φως που πηγάζει απ' αυτόν. Είναι σαν να έχει έναν μαγνήτη που τραβάει τα πάντα γύρω του»
«Μιλάς τόσο όμορφα γι' αυτόν. Πρέπει να τον αγαπάς πολύ, αλλά αυτό είναι λογικό, αφού πήδηξες μπροστά από μια σφαίρα για χάρη του»
«Το έκανα για μένα, Σελήνη μου, όχι για εκείνον. Τον εαυτό μου προστάτευα εκείνη τη στιγμή, όχι αυτόν»
«Δεν καταλαβαίνω»
«Άκου, κοριτσάκι. Είμαι συνδεδεμένη μαζί του. Η καρδιά μου χτυπάει γιατί χτυπάει η δική του καρδιά. Αναπνέω γιατί αναπνέει. Είμαστε ένα. Χτυπάει αυτός και πονάω εγώ. Χτυπάω εγώ και πονάει αυτός. Μόνο μαζί υπάρχουμε. Κανένας δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλον. Ο ένας ζει όταν ζει ο άλλος»
«Ο ένας πεθαίνει όταν πεθάνει ο άλλος»
«Ακριβώς. Τώρα καταλαβαίνεις γιατί έκανα αυτό που έκανα;»
«Ναι, και, αν σε θαύμαζα μια φορά, τώρα σε θαυμάζω εκατό φορές περισσότερο»
«Μην το κάνεις αυτό. Δεν τ' αξίζω. Δεν είμαι άξια θαυμασμού. Είμαι απλώς μια γυναίκα που αγαπάει τον άντρα της»
Ο Άρης χαμογελάει όταν βλέπει τον Τζάκο να σκουπίζει διακριτικά τα δάκρυα απ' τα μάτια του και να κοιτάζει τη Μαίρη με θαυμασμό, καθώς αυτή συνεχίζει να μιλάει.
«Αλλά αρκετά το βαρύναμε. Ας αλλάξουμε θέμα και ας πούμε κάτι ευχάριστο. Τι θα κάνεις τώρα με την εγκυμοσύνη;»
«Τι εννοείς;»
«Το σεξ εννοώ. Πρέπει να είσαι προσεκτική. Όχι ακροβατικά και όλα τ' άλλα τα περίεργα πράγματα που κάνετε»
Το πρόσωπο της Σελήνης παίρνει μια συντετριμμένη έκφραση και η Μαίρη γελάει.
«Ναι, το ξέρω. Δεν μ' αρέσει, αλλά θα κάνω υπομονή. Για χάρη του κουταβιού μου. Αυτό έχει περάσει πολλά με το ατύχημα και τον πυροβολισμό. Δεν πρόκειται να ρισκάρω άλλο τη ζωή του. Ευτυχώς, ο Άρης μου ξέρει ακριβώς τι να κάνει. Από τότε που έμαθε για την εγκυμοσύνη, έγινε τόσο στοργικός. Νόμιζα ότι δεν θα μου άρεσε, αλλά έκανα λάθος. Η καρδιά μου λιώνει όταν τον βλέπω να μου χαϊδεύει την κοιλιά. Είναι τόσο τέλειος. Μερικές φορές τον κοιτάζω και προσπαθώ να καταλάβω αν είναι αληθινός. Πραγματικά δεν ξέρω τι έκανα για ν' αξίζω κάποιον σαν αυτόν. Όλοι πιστεύουν ότι είναι ένας αδίστακτος άνθρωπος χωρίς συναισθήματα, αλλά δεν είναι έτσι. Είμαι η μόνη που γνωρίζει τον πραγματικό Άρη. Ούτε καν ο Ορέστης δεν έχει δει αυτή την πλευρά του. Είμαι η μόνη που ξέρει τι κρύβεται μέσα του. Ένας θησαυρός. Ένας ανεκτίμητος θησαυρός»
Είναι η σειρά του Άρη να κλάψει, οπότε γυρίζει το κεφάλι του απ' την άλλη πλευρά για να το κρύψει, κάτι που κάνει τον Τζάκο να χαμογελάσει. Εντωμεταξύ, η Σελήνη εξακολουθεί την κουβέντα.
«Εσείς πως τα πάτε; Πώς πάνε οι προσπάθειες;»
«Πολύ καλά, αλλά είναι ακόμα νωρίς. Έχω σταματήσει το χάπι μονάχα λίγες μέρες»
«Θα έρθει πολύ σύντομα. Το νιώθω»
«Μόνο ο Θεός και το σπέρμα του αδερφού σου το ξέρουν αυτό»
«Κρίνοντας απ' τα παιδιά που έχει ήδη δημιουργήσει, αυτό το σπέρμα είναι πολύ ταλαντούχο»
«Και λίγα λες. Τέλος πάντων! Πες μου πως νιώθεις για το αυριανό Reunion;»
«Είμαι ενθουσιασμένη»
«Επειδή θα δεις ξανά τον Θεμιστοκλή;»
«Ναι, ρε, ο Θεμιστοκλής. Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα είχε ακόμα αισθήματα για μένα. Τον παράτησα γι' αυτόν τον μαλάκα τον Πέτρο και δεν μου κράτησε κακία. Είναι πολύ γλυκός, αλλά όχι για μένα. Αυτός είναι ένα σκυλάκι σαλονιού κι εγώ χρειάζομαι έναν λύκο»
«Ουάου! Αλλά, μιλώντας για τον μαλάκα, έχεις σκεφτεί ότι μπορεί να είναι κι αυτός εκεί;»
«Φυσικά, αλλά δεν με νοιάζει. Δεν φοβάμαι πια. Ούτε αυτόν, ούτε κανέναν άλλον. Δεν είμαι το φοβισμένο πρόβατο που ήμουν. Τώρα είμαι μια λύκαινα και έχω ένα δυνατό και ατρόμητο άλφα αρσενικό ...»
Εκείνη τη στιγμή, η Σελήνη σηκώνει το κεφάλι της και μυρίζει τον αέρα, κάνοντας την Μαίρη ν' απορήσει.
«Τι συμβαίνει;»
«Δεν το μυρίζεις; Απ' ότι φαίνεται, το δυνατό κι ατρόμητο άλφα αρσενικό μου κρυφακούει τη κουβέντα μας μαζί με το δικό σου άλφα αρσενικό»
«Τι;»
Η Μαίρη μυρίζει τον αέρα και στενεύει τα μάτια της.
«Εμφανιστείτε, σιχαμεροί ωτακουστές!»
Τα κορίτσια σηκώνονται όρθια και κοιτάζουν τ' αγόρια, που έρχονται κοντά τους με το κεφάλι κάτω.
«Ύπουλα αρσενικά! Πόσο χρονών είστε; Πέντε;»
Ο Άρης κουνάει το κεφάλι του.
«Πάνω κάτω»
«Πόση ώρα είστε εκεί;»
«Μχμμμ ... Αρκετή. Ω, Θεέ μου! Αυτό είναι άβολο!»
Ο Τζάκος σουφρώνει τα χείλια ενώ ο Άρης προσπαθεί να βγάλει την ουρά του απ' έξω.
«Ήταν δική του ιδέα, κορίτσια»
«Ευχαριστώ πολύ, ρε μαλάκα»
Ο Τζάκος αγριοκοιτάζει τον Άρη που σηκώνει τους ώμους, καθώς τα κορίτσια σταυρώνουν τα χέρια μπροστά στο στήθος τους.
«Τι λες, Σελήνη; Τι τιμωρία αξίζουν οι δυο τους;»
«Την εσχάτη των ποινών, φυσικά»
Τ' αγόρια μιλούν με μία φωνή.
«Ω, έλα τώρα!»
«Σιωπή και οι δύο!»
«Λοιπόν, αγορίνες μου. Απόψε θα κοιμηθείτε μαζί και εγώ θα κοιμηθώ με την Σελήνη»
Τ' αγόρια κοιτάζονται ξαφνιασμένα.
«Τι;»
«Όχι!»
Τα κορίτσια είναι ανένδοτα.
«Κι όμως ναι!»
«Και τι θα κάνουμε;»
«Δεν μας λυπάστε;»
Τότε, η Μαίρη λέει κάτι που κάνει την Σελήνη να ξεστρατίσει για λίγο.
«Μπορείτε να τα βρείτε μεταξύ σας. Τρόπος υπάρχει»
«Μμμμ ... Αυτό θα ήταν καυτό»
«Σελήνη!»
«Συγγνώμη»
Καθώς η Μαίρη κοιτάζει την Σελήνη, το ίδιο κάνει και ο Τζάκος με τον Άρη.
«Μεταξύ μας; Εγώ κι αυτός;»
«Είστε τρελές;»
Αυτές μιλάνε ξανά μαζί.
«Ναι, είμαστε»
Αυτές μπλέκουν τα χέρια τους.
«Πάμε, Σελήνη»
«Πάμε, Μαίρη»
Τα κορίτσια είναι έτοιμα να πάνε επάνω, αλλά τότε, ο Άρης κοιτάζει τον Τζάκο και, μετά από μια σιωπηλή συμφωνία, αυτοί αρπάζουν τα κορίτσια και τα ρίχνουν στους ώμους τους. Αυτές αρχίζουν να παλεύουν.
«Άσε με κάτω, ρε Νεάντερταλ!»
«Βάλε με κάτω, αγριάνθρωπε!»
«Συγγνώμη, κορίτσια, αλλά ...»
«... αυτό δεν πρόκειται να γίνει!»
Αυτοί αρχίζουν ν' ανεβαίνουν τις σκάλες κι εκείνες συνεχίζουν τις διαμαρτυρίες, μιλώντας μαζί.
«Θα το πληρώσετε αυτό!»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro