
Είμαστε ανίκητοι
~ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΣΑΒΒΑΤΟ, 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ~
~ ΚΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ~ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ~
~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~
Η Σελήνη στέκεται έξω απ' την κρεβατοκάμαρα του αδερφού της και χτυπάει την πόρτα. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η φωνή της Μαίρης ακούγεται γλυκιά όπως πάντα.
«Ποιος είναι;»
«Εγώ, η Σελήνη. Μπορώ να μπω;»
Αυτός που απαντάει όμως είναι ο Τζάκος.
«Όχι!»
«Γιατί;»
Η Μαίρη μιλάει ξανά.
«Μην τον ακούς, Σελήνη μου. Έλα μέσα»
Η Σελήνη ανοίγει την πόρτα και μπαίνει στο δωμάτιο. Ο Τζάκος και η Μαίρη είναι ξαπλωμένοι στο τεράστιο κρεβάτι τους κι εκείνη, βγάζοντας τη γλώσσα της στον αδερφό της, ανεβαίνει και ξαπλώνει ανάμεσα τους, σπρώχνοντας τον. Αυτός ανασκουμπώνεται.
«Τι στο καλό ...;»
Η Σελήνη απευθύνεται στην Μαίρη.
«Μαίρη, σε χρειάζομαι!»
«Ακούω»
Ο Τζάκος σηκώνει το κεφάλι του και κοιτάζει την γυναίκα του.
«Αλήθεια τώρα, Αγγελούδι;»
Η Σελήνη αγνοεί τον Τζάκο και συνεχίζει.
«Την επόμενη Δευτέρα, 3 Μαΐου, είναι τα γενέθλια του Άρη μου»
«Τι γλυκό!»
Η Μαίρη χαμογελάει και ο Τζάκος κάνει χαζές γκριμάτσες.
«Γλυκό, αλλά εμάς τι μας νοιάζει;»
Η Σελήνη τον αγριοκοιτάζει.
«Θα κλείσεις το στόμα σου επιτέλους; Θεέ μου! Πώς τον ανέχεσαι, βρε Μαίρη;»
Η Μαίρη χαχανίζει.
«Δεν είναι πάντα έτσι. Μόνο όταν είναι καυλωμένος»
Η Σελήνη γυρίζει τα μάτια της κι ο Τζάκος συνοφρυώνεται.
«Αμάν, βρε Τζάκο! Πάλι;»
«Συγγνώμη κιόλας που καυλώνω όταν είμαι στο κρεβάτι με την γυναίκα μου!»
Η Μαίρη γελάει.
«Μην του δίνεις σημασία, Σελήνη μου. Αγνόησε τον και πες μου τι θέλεις να κάνουμε εκείνη τη μέρα»
Η Σελήνη χαμογελάει αυτάρεσκα στον αδερφό της και απαντάει στην κουνιάδα της.
«Ο Άρης μου δεν ξέρει ότι ξέρω για τα γενέθλιά του. Κρυφοκοίταξα την ταυτότητα του όταν τον άκουσα να μιλάει στον Ορέστη γι' αυτό. Του είπε να μην το πει σε κανέναν γιατί δεν θέλει να μας βάλει σε μπελάδες, αλλά εγώ δεν μπορώ να τ' αφήσω να περάσει έτσι. Η γέννησή του είναι κάτι που πρέπει να γιορτάζουμε, οπότε τι καλύτερο από ένα πάρτι έκπληξη;»
Ο Τζάκος παίρνει μια ειρωνική έκφραση.
«Τι πρωτότυπη ιδέα!»
Η Σελήνη τον αγκωνιάζει στα πλευρά.
«Άουτς!»
Αυτή στρέφεται ξανά στην Μαίρη.
«Είναι τα πρώτα του γενέθλια μαζί μου και θέλω να κάνω κάτι μεγάλο, κάτι που θα το θυμάται»
Η Μαίρη κουνάει το κεφάλι της.
«Έχεις απόλυτο δίκιο, και γι' αυτό χρειαζόμαστε τον Οδυσσέα»
Ο Τζάκος χαμογελάει σαρκαστικά.
«Α! Τι ωραία ιδέα! Γιατί δεν του τηλεφωνείς να έρθει; Υπάρχει αρκετός χώρος ακόμα στο κρεβάτι μας!»
Όμως ο σαρκασμός του πέφτει στο κενό.
«Αυτό ακριβώς θα κάνω»
«Τι; Έλα, ρε Μαίρη!»
Η Σελήνη γυρίζει και τον κοιτάζει.
«Αδερφέ, σου ορκίζομαι ότι αν δεν σταματήσεις τώρα, θα σου δείξω ένα βίντεο μ' εμένα και τον Άρη να κάνουμε σεξ»
Ο Τζάκος παίρνει μια τρομοκρατημένη έκφραση, ενώ η Μαίρη αναστατώνεται.
«Έχεις τέτοιο βίντεο;»
«Εννοείται!»
«Ανυπομονώ να το δω!»
«Μαίρη!»
Ο Τζάκος φωνάζει και τα κορίτσια γελούν.
«Γιατί, Πρίγκιπα; Πάντα ήθελα να δω τον Λύκο σε δράση»
«Ω! Το θέαμα είναι φαντασμαγορικό»
«Είμαι σίγουρη!»
«Τι θα κάνω μ' αυτές τις γυναίκες;»
Αυτές γελούν ακόμα περισσότερο κι αυτός κουνάει απελπισμένος το κεφάλι του. Λίγο αργότερα, αυτός έχει εκδιωχθεί απ' το κρεβάτι και τη θέση του έχουν πάρει ο Οδυσσέας, η Χλόη, η Αναΐς και η Πανδώρα. Τώρα, αυτός στέκεται στη μέση του δωματίου με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στο στήθος και γκρινιάζει.
«Αυτό είναι εξωφρενικό! Με διώξατε απ' το κρεβάτι μου»
«Έλα τώρα, Πρίγκιπα. Υπάρχει σοβαρός λόγος»
Αυτός χτυπάει το πόδι του στο πάτωμα.
«Όχι! Θέλω πίσω το κρεβάτι μου!»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του.
«Μόλις χτύπησες το πόδι σου στο πάτωμα; Έλεος! Πόσο χρονών είσαι; Πέντε;»
Ο Τζάκος ρουθουνίζει και η Σελήνη τον κοιτάζει.
«Τζακούλη μου, ο Άρης είναι κάτω με τον Ορέστη και τον Αλέκο. Γιατί δεν πας να παίξεις μαζί τους;»
«Τι να παίξω, Σελήνη μου;»
Ο Οδυσσέας σφίγγει τα χείλη του.
«Ας με φιμώσει κάποιος, σας παρακαλώ, γιατί θα του απαντήσω!»
«Είσαι ηλίθιος!»
«Κι εσύ ένας κακομαθημένος διεστραμμένος!»
Η Μαίρη σηκώνεται όρθια και προχωρά προς τον Τζάκο.
«Τζάκο, αν μας αφήνεις να μιλήσουμε ...»
Αυτή στέκεται στις μύτες των ποδιών της και του ψιθυρίζει στ' αυτί.
«... Εσύ κι εγώ θα κάνουμε απόψε αυτό που πάντα ήθελες. Θα παίξουμε τον σάτυρο και την παρθένα νύμφη στο δάσος»
«Το υπόσχεσαι;»
«Ναι»
«Εντάξει»
Και αμέσως μετά, αυτός φεύγει απ' το δωμάτιο. Η Μαίρη επιστρέφει πίσω στο κρεβάτι. Ο Οδυσσέας την κοιτάζει άναυδος.
«Τι στο διάολο του είπες και τον έπεισες;»
Η Μαίρη δείχνει τα παιδιά με τα μάτια της.
«Θα σου πω αργότερα»
«Άστο! Κατάλαβα!»
Η Σελήνη ρουθουνίζει.
«Σας παρακαλώ! Μπορούμε να μιλήσουμε για το φλέγον ζήτημα μας;»
Η Χλόη ξεκινάει.
«Είναι πολύ απλό, φεγγαράκι μου. Ο Ορέστης μου θα φροντίσει να κρατήσει τον Άρη απασχολημένο και εμείς εδώ θα ετοιμάσουμε το πάρτι»
Η Μαίρη σουφρώνει τα χείλη.
«Βασικά, δεν είναι τόσο απλό»
Η Σελήνη απορεί.
«Τι εννοείς;»
Η Αναΐς και η Πανδώρα μπαίνουν στην κουβέντα.
«Έχει δίκιο η μαμά, Σελήνη. Χρειαζόμαστε κάτι πρωτότυπο. Πανδώρα, πες!»
«Έτσι είναι. Χρειαζόμαστε κάτι ιδιαίτερο»
Η Σελήνη αναστενάζει.
«Αχ, ναι. Ακριβώς όπως ο Άρης μου»
Ο Οδυσσέας την κοιτάζει.
«Για όνομα, Καρπουζάκι! Κι εμείς είμαστε ερωτευμένοι, αλλά δεν κάνουμε έτσι!»
Η Μαίρη χαχανίζει.
«Μην την πειράζεις, βρε Οδυσσέα»
Τότε, η Πανδώρα σηκώνεται όρθια.
«Το βρήκα!»
Ο Οδυσσέας χαμογελάει.
«Δεν είχα καμία αμφιβολία γι' αυτό, Αστέρι μου. Γι' αυτό σε φωνάξαμε»
Η Σελήνη κοιτάζει το κορίτσι.
«Πες μας, Πανδώρα»
«Λοιπόν, εμείς πρέπει να γιορτάσουμε τον λύκο μέσα στον Άρη, και πού υπάρχει πάντα ένας λύκος;»
«Πού;»
Η Αναΐς πετάγεται πάνω.
«Στα παραμύθια!»
«Ακριβώς! Μπράβο, Αναΐς!»
Η Σελήνη χτυπάει παλαμάκια.
«Ναι! Αυτό είναι! Θα κάνουμε ένα πάρτι έκπληξη με θέμα τα παραμύθια. Εξαιρετική ιδέα!»
* ~ * ~ *
~ ΚΥΡΙΑΚΗ, 2 ΜΑΙΟΥ 2010 ~
~ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΡΙΝ ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΤΟΥ ΑΡΗ ~
~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΛΕΚΟΥ & ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ~
~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΟΡΕΣΤΗ & ΤΗΣ ΧΛΟΗΣ ~
Η Χλόη είναι βυθισμένη στην μπανιέρα και απολαμβάνει ένα αφρόλουτρο όταν ο Ορέστης μπαίνει στο μπάνιο.
«Να τη η ομορφιά μου!»
«Μ' έψαχνες, μωρό μου;»
«Πάντα σε ψάχνω»
«Τι θέλεις;»
«Τίποτα συγκεκριμένο. Απλώς να σε χαζέψω για λίγο. Σε πειράζει;»
«Όχι βέβαια. Βολέψου»
Αυτός κάθεται στην άκρη της μπανιέρας κι αυτή συνεχίζει το μπάνιο της.
«Βρήκες δικαιολογία για ν' απομακρύνεις τον Άρη απ' το σπίτι αύριο;»
«Σε μένα μιλάς, Ομορφιά μου! Ξέρω πώς να χειραγωγώ τον φίλο μου»
«Τι του είπες;»
«Του πρότεινα να πάμε ν' αγοράσουμε το δαχτυλίδι για τη Σελήνη κι εκείνος δέχτηκε αμέσως. Ήταν εύκολο, αλλά φοβάμαι ότι θα πληρώσω ακριβά αυτή την εξαπάτηση»
«Γιατί;»
«Έχεις πάει ποτέ για ψώνια με τον Άρη;»
«Όχι»
«Γι' αυτό ρωτάς. Είναι παρανοϊκός. Θα με σύρει σ' όλα τα μαγαζιά, θα δει όλα τα δαχτυλίδια και στο τέλος θα πει ότι δεν του αρέσει τίποτα και θα ξεκινήσουμε πάλι απ' την αρχή. Και μετά το ίδιο. Και πάλι το ίδιο. Και πάλι. Και πάλι»
Η Χλόη γελάει και ο Ορέστης τη μιμείται, αλλά ξαφνικά τα μάτια του σκοτεινιάζουν.
«Τι συμβαίνει, μωρό μου;»
«Να πάρει η ευχή, το ξέχασα!»
«Τι ξέχασες;»
«Θα σου πω, αλλά ούτε λέξη στη Σελήνη μέχρι να μιλήσω με τον Άρη»
«Δεν μ' αρέσει καθόλου αυτό»
«Λογικά, δεν θα έχουμε πρόβλημα. Η Σελήνη θα καταλάβει, όπως πάντα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις»
«Με το τσιγκέλι θα στο βγάλω; Πες το επιτέλους!»
«Υπάρχει μια γυναίκα»
«Απατάει τη Σελήνη; Θα τον σκοτώσω!»
«Τι; Όχι! Φυσικά όχι! Πώς σκέφτηκες κάτι τέτοιο; Καμία σχέση!»
«Τότε τι;»
«Κοίτα. Είναι περίπλοκο. Είναι ένα ετήσιο τελετουργικό»
«Τελετουργικό; Τι εννοείς;»
«Ο Άρης κι εγώ πηγαίναμε σχολείο μ' αυτή τη γυναίκα, κι αυτή ήταν ερωτευμένη μαζί του. Αυτός πάλι, όχι και τόσο»
«Και;»
«Έμεινε μαζί της για λίγο, όχι αποκλειστικά φυσικά. Την απατούσε μπροστά στα μάτια της κι εκείνη τα δεχόταν όλα. Προσπάθησε ακόμα και να την τρομάξει, αλλά εκείνη δεν έφευγε. Κάποια στιγμή οι γονείς της αποφάσισαν να τη στείλουν στο εξωτερικό για σπουδές κι εκείνη δεν μπορούσε να πει όχι, και τότε άρχισε το δράμα. Σκηνές βγαλμένες κατευθείαν από αρχαία τραγωδία. Τις τελευταίες μέρες πριν φύγει, έκλαιγε όλη την ώρα και τον παρακαλούσε να πάει μαζί της»
«Εκείνος όμως δεν έφυγε»
«Προφανώς, αλλά για να την ξεφορτωθεί, της υποσχέθηκε ότι μια φορά το χρόνο θα ήταν δικός της για είκοσι τέσσερις ώρες κι εκείνη διάλεξε την μέρα των γενεθλίων του»
«Όχι!»
«Ναι, και έτσι κάθε χρόνο, εδώ και δεκαεπτά χρόνια, αυτή ταξιδεύει απ' την άλλη άκρη του πλανήτη, ζει στην Αυστραλία, και περνά τη μέρα και τη νύχτα μαζί του»
«Για δεκαεπτά χρόνια; Απίστευτο!»
«Και δεν είναι μόνο αυτό. Αυτή παντρεύτηκε πριν από πέντε χρόνια, αλλά αυτό δεν την σταμάτησε»
«Είναι ακόμα ερωτευμένη μαζί του;»
«Έτσι λέει. Πέρυσι έπεσε κυριολεκτικά στα πόδια του και τον παρακάλεσε να την κρατήσει εδώ μαζί του»
«Και τώρα φοβάσαι ότι θα εμφανιστεί ξανά;»
«Όχι. Είμαι σίγουρος ότι θα εμφανιστεί. Βασικά, αυτή πρέπει να είναι ήδη στο δρόμο τώρα που μιλάμε. Αυτό που φοβάμαι είναι τι θα κάνει όταν ο Άρης αρνηθεί να τη δει»
«Ίσως είδε τι έγινε στις ειδήσεις και δεν έρθει φέτος»
«Δεν υπάρχει περίπτωση! Ακόμα κι αν τα ξέρει όλα, δεν θα διστάσει. Έχει εμμονή μαζί του, Χλόη. Όταν πρόκειται γι' αυτόν, είναι ικανή για όλα»
«Το ίδιο και η Σελήνη. Τι θα κάνουμε, Ορέστη; Η Σελήνη περιμένει πως και πως το πάρτι. Για να μην αναφέρω τι θα της κάνει αν αυτή τολμήσει να έρθει εδώ. Είναι επιτακτική ανάγκη να κρύψουμε τα όπλα. Θα γίνει φόνος. Θα καταλήξει σε λουτρό αίματος»
«Ας μην πανικοβληθούμε προς το παρόν. Πρέπει να μιλήσω με τον Άρη. Μην πεις τίποτα σε κανέναν, και σίγουρα όχι στη Σελήνη. Όχι μέχρι να του μιλήσω τουλάχιστον»
«Εντάξει, αλλά δεν πρέπει να καταλάβει ότι ξέρουμε για τα γενέθλια του»
«Θα το φροντίσω. Αν με ρωτήσει, θα τον καθησυχάσω ότι κανείς δεν ξέρει»
«Ότι νομίζεις. Εσύ ξέρεις καλύτερα»
«Δεν ξέρω μόνο αυτό όμως»
«Τι άλλο ξέρεις;»
«Ότι θέλω να μπω μαζί σου στη μπανιέρα. Μπορώ;»
«Ο δρόμος είναι πάντα ανοιχτός για σένα»
Αυτός ξεφορτώνεται το παντελόνι του και πηδάει μέσα στην μπανιέρα, αλλά και μέσα της.
Αργότερα, μετά το μεσημεριανό φαγητό, τα παιδιά παίρνουν την σιέστα τους και οι μεγάλοι είναι στην πίσω αυλή κι απολαμβάνουν τον καφέ τους. Η Σελήνη έχει αποκοιμηθεί στην αγκαλιά του Άρη, ο οποίος της χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Είναι εκπληκτικό αυτό που συμβαίνει μ' αυτή τη γυναίκα. Μπορεί να κοιμηθεί οπουδήποτε»
Ο Τζάκος παίρνει το χέρι της γυναίκας του.
«Το ίδιο και η Μαίρη μου»
Τότε, ο Ορέστης σηκώνεται όρθιος.
«Αρούλη, πρέπει να μιλήσουμε»
«Σχετικά με τι;»
«Κάτι σοβαρό. Έλα μαζί μου»
Ο Άρης, όσο πιο ήσυχα μπορεί για να μην ενοχλήσει τον ύπνο της Σελήνης, σηκώνεται απ' τη σεζλόνγκ κι ακολουθεί τον Ορέστη λίγο πιο πέρα.
«Λοιπόν; Ποιο είναι αυτό το σοβαρό;»
«Αν ρίξεις μια ματιά στο ημερολόγιο, θα καταλάβεις»
«Δεν έχεις πει σε κανέναν τι είναι αύριο, έτσι;»
«Όχι, αλλά δεν μιλάω γι' αυτό»
«Τότε για ποιο πράγμα μιλάς;»
«Γι' αυτό που συμβαίνει κάθε χρόνο τέτοια μέρα»
«Τι σκατά γρίφος είναι αυτός τώρα;»
«Μαργιάννα Λαζαρίδου, Άρη. Σου θυμίζει τίποτα αυτό το όνομα;»
Στο άκουσμα αυτού του ονόματος, ο Άρης χάνει κάθε ίχνος χρώματος απ' το πρόσωπο του.
«Η Μαργιάννα. Γαμώτο! Ξέχασα εντελώς την ύπαρξη της»
«Κι εγώ, μέχρι σήμερα το πρωί»
«Γαμώτο! Τι θα κάνω αν εμφανιστεί;»
«Αν; Δεν υπάρχει αν, Αρούλη. Αυτή σίγουρα θα εμφανιστεί. Γι' αυτό πρέπει να το πεις στη Σελήνη. Πρέπει να την προετοιμάσεις. Να την προειδοποιήσεις»
«Έχασες το μυαλό σου; Πώς να της πω τέτοιο πράγμα; Έχει περάσει τόσα εξαιτίας μου. Δεν μπορώ να της πω ότι υπάρχει μια γυναίκα που τη γαμάω την ίδια μέρα κάθε χρόνο»
«Για την Σελήνη μιλάμε, ρε Άρη. Ξέρεις, τη γυναίκα που σε λατρεύει σαν θεό και δεν δίνει δεκάρα για το παρελθόν σου; Θα καταλάβει. Και ποιος ξέρει; Ίσως μπορέσει να σε βοηθήσει ν' απαλλαγείς απ' αυτήν την τρελή σκύλα μια για πάντα»
«Όχι. Δεν μπορώ να της το κάνω αυτό. Δεν μπορώ να την κάνω να περάσει κάτι τέτοιο. Όχι τώρα που είναι έγκυος. Ίσως πρέπει να κλείσω το τηλέφωνό μου. Αυτή δεν ξέρει που μένουμε. Θα πάει στο κλαμπ όπως κάνει κάθε φορά και δεν θα με βρει εκεί. Θ' αφήσω οδηγίες να μην της πει κανείς πού βρίσκομαι»
«Και μετά τι; Νομίζεις ότι απλά θα γυρίσει πίσω στην Αυστραλία; Αυτή θα ψάξει να σε βρει»
«Και πώς θα με βρει;»
«Σοβαρά τώρα; Πόσο δύσκολο είναι; Είσαι ο μέλλον κουνιάδος του Τζάκου Ηλιόπουλου. Όποιον και να ρωτήσει, οδηγό ταξί ή κάτι τέτοιο, θα της πει πού είναι το νέο σου σπίτι»
«Δεν θα τολμήσει να έρθει εδώ»
«Αρούλη, αυτή η γυναίκα ταξιδεύει απ' την άλλη άκρη του πλανήτη εδώ και δεκαεπτά γαμημένα χρόνια μόνο και μόνο για να περάσει είκοσι τέσσερις ώρες μαζί σου. Πιστεύεις ότι θα διστάσει να έρθει εδώ; Όσο κι αν αρνείσαι να το συνειδητοποιήσεις, απόψε τα μεσάνυχτα, αυτή θα στέκεται έξω απ' αυτήν την πύλη»
«Όχι. Όχι. Δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο στη Σελήνη. Απλώς δεν μπορώ»
«Πρόσεχε, Άρη! Θυμάσαι τι έγινε την τελευταία φορά που της έκρυψες την αλήθεια»
Ο Άρης ασθμαίνει καθώς η δυστυχία απλώνεται στο πρόσωπο του. Ο Ορέστης βάζει το χέρι του στον ώμο του.
«Φυσικά και θυμάσαι»
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνες τις απαίσιες μέρες»
«Τότε φρόντισε να μην χρειαστεί να ξαναπεράσεις κάτι παρόμοιο»
«Έχεις δίκιο. Πρέπει να της το πω»
«Σιχαίνομαι που το λέω, αλλά ναι, πρέπει»
Αυτή τη φορά, ο Άρης είναι αυτός που βάζει και τα δυο του χέρια στους ώμους του Ορέστη.
«Ευχαριστώ για την προειδοποίηση, Βήτα. Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς εσένα»
«Μην το αναφέρεις, Άλφα. Γι' αυτό είμαι εδώ. Να καλύπτω τα νώτα σου και να σώνω τον κώλο σου. Πήγαινε τώρα και καλή τύχη»
«Ευχαριστώ. Θα χρειαστώ όλη την τύχη του κόσμου για ν' αντιμετωπίσω τη λύκαινα μου»
«Σωστό κι αυτό, αλλά δεν σε φοβάμαι. Το 'χεις!»
Όταν οι δύο φίλοι επιστρέφουν στην πίσω αυλή, βρίσκουν τους άλλους αρκετά ανήσυχους και τη Σελήνη ξύπνια και μουτρωμένη. Ο Ορέστης κάθεται δίπλα στην Χλόη και ο Άρης γονατίζει μπροστά της και της βγάζει τα μαλλιά απ' τα μάτια της.
«Τι συμβαίνει, Γατούλα; Γιατί τέτοια μούτρα;»
«Πού ήσουνα;»
«Μιλούσα με τον Ορέστη»
«Για ποιο πράγμα;»
«Θα σου πω κατ' ιδίαν. Θα έρθεις μαζί μου;»
Το συνοφρύωμα στο πρόσωπο της μετατρέπεται σ' ένα πλατύ, αστραφτερό χαμόγελο.
«Ρωτάς; Εννοείται»
«Έλα, πάμε»
Αυτός σηκώνεται όρθιος και την τραβάει μαζί του. Ο Τζάκος ρωτάει αυτό που όλοι θέλουν να μάθουν.
«Υπάρχει κάποιο πρόβλημα, Άρη;»
«Ναι, κάτι υπάρχει. Ο Ορέστης θα σας εξηγήσει και θέλω να ξέρετε ότι λυπάμαι πολύ γι' αυτή την καινούργια αναστάτωση»
Ο Οδυσσέας αναστενάζει.
«Τι έγινε αυτή τη φορά;»
«Το παρελθόν μου, Οδυσσέα. Αυτό έγινε»
Η Μαίρη τον κοιτάζει με συμπόνια.
«Ελπίζω να μην είναι τίποτα σοβαρό»
Αυτός ρίχνει μια ματιά στη Σελήνη, η οποία τον κοιτάζει με μια μπερδεμένη έκφραση στο πρόσωπο της.
«Κι εγώ το ίδιο, Μαιρούλα»
Αυτός, κρατώντας τη Σελήνη απ' το χέρι, κατευθύνεται προς το σπίτι, αφήνοντας πίσω τον Ορέστη να εξηγήσει στους άλλους τι συμβαίνει αυτή τη φορά.
~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΡΗ & ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~
Αυτοί μπαίνουν στο δωμάτιο και ο Άρης κλειδώνει την πόρτα. Η Σελήνη κάθεται οκλαδόν στην άκρη του κρεβατιού.
«Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Τι τρέχει με εσένα; Πριν μιλήσεις με τον Ορέστη, ήσουν μια χαρά. Τι σου είπε;»
Αυτός κάθεται δίπλα της.
«Θα σου πω. Θα σου τα πω όλα, αλλά πρώτα θέλω να μ' αφήσεις να σε φιλήσω. Μπορώ;»
Αυτή χαχανίζει.
«Χα! Καινούργιο είναι αυτό τώρα; Από πότε μου ζητάς την άδεια για να με φιλήσεις; Ξέχασες ότι έχεις ελεύθερη πρόσβαση;»
Αυτός πλαισιώνει το μάγουλο της με το χέρι του.
«Όχι, Γατούλα μου, αλλά ξέχασα κάτι άλλο»
«Τι άλλο;»
«Θα σου πω σ' ένα λεπτό»
Αυτή ανοίγει το στόμα της να πει κάτι, αλλά αυτός δεν την αφήνει. Με απαλές κινήσεις, την ξαπλώνει, ανεβαίνει πάνω της και της καλύπτει το στόμα με το δικό του, χαϊδεύοντας τα μαλλιά της. Το φιλί του είναι αργό και βαθύ. Αυτός παίρνει τον χρόνο του, κάτι που φυσικά δεν την πειράζει καθόλου. Αυτή τρελαίνεται όταν τη φιλάει μ' αυτόν τον τρόπο. Όταν τα χείλη του πιέζουν τα δικά της και η γλώσσα του εξερευνά το στόμα της. Αυτός τελειώνει το φιλί μ' έναν αναστεναγμό, αλλά δεν κουνάει το σώμα του. Όπως κάθε φορά που την κοιτάζει, χάνεται στο απαλό γαλάζιο των ματιών της και η φωνή της τον κάνει να πεταχτεί.
«Λοιπόν, Λύκε μου; Θα μου πεις;»
«Ε; Τι;»
Αυτή βγάζει τα μαλλιά απ' τα μάτια του με τα λεπτά δάχτυλα της.
«Τι σου συμβαίνει, μωρό μου; Ό,τι κι αν είναι, μπορείς να μου το πεις»
«Θέλω να ξέρεις ότι αν μπορούσα, θα έσβηνα εντελώς το παρελθόν μου. Όλα όσα έγιναν πριν από σένα. Θα ήθελα να είσαι εσύ η πρώτη γυναίκα στη ζωή μου»
Αυτή μουτρώνει.
«Γιατί μουτρώνεις πάλι;»
«Γιατί δεν θα μ' άρεσε καθόλου αυτό»
«Γιατί;»
«Γιατί τότε δεν θα ήμουν τόσο σημαντική για σένα. Μ' αρέσει το γεγονός ότι μετά από τόσες γυναίκες είμαι αυτή που κατάφερε να κάνει την καρδούλα σου να χτυπήσει. Με τρελαίνει που καμία άλλη γυναίκα δεν μπόρεσε να σε κάνει να την αγαπήσεις. Μόνο εγώ! Αυτό με κάνει να νιώθω καλά. Με κάνει μοναδική»
«Είσαι μοναδική»
«Αλλά ακόμα δεν καταλαβαίνω. Τι σχέση έχει αυτό μ' αυτό που συμβαίνει;»
Αυτός κυλάει στο πλάι και ακουμπάει το κεφάλι του στο μαξιλάρι, κι εκείνη πάει και ξαπλώνει δίπλα του. Αυτός παίρνει το χέρι της κι αρχίζει να μιλάει.
«Όλα ξεκίνησαν όταν πήγαινα ακόμα στο σχολείο ...»
Αυτός μιλάει και μιλάει και μιλάει κι εκείνη ακούει χωρίς να τον διακόπτει.
«... κι αυτή η μέρα του χρόνου είναι αύριο»
Μα φυσικά. Αύριο. Στα γενέθλια του. Λογικό. Αν αυτή ήταν στη θέση αυτής της γυναίκας, θα διάλεγε αυτή την μέρα. Μ' αυτή τη σκέψη, αυτή γυρίζει ανάσκελα και κοιτάζει το ταβάνι.
«Εντάξει»
Αυτός τεντώνεται και την κοιτάζει.
«Μόνο εντάξει;»
Αυτή σηκώνει τους ώμους.
«Τι άλλο;»
«Δεν ξέρω. Κάτι. Οτιδήποτε»
«Και τι θα βγει; Θ' αλλάξει κάτι; Αν πω το οτιδήποτε, αυτή η γυναίκα θα εξαφανιστεί;»
«Συγγνώμη, ψυχή μου!»
«Πες μου κάτι. Θέλεις να συναντήσεις αυτήν τη γυναίκα αύριο;»
Αυτός σηκώνεται απότομα και την κοιτάζει τρομοκρατημένος.
«Όχι βέβαια! Πώς σκέφτηκες κάτι τέτοιο; Και μόνο η σκέψη ότι θα μ' αγγίξει άλλη γυναίκα εκτός από εσένα, μ' αρρωσταίνει»
«Τότε ποιο είναι το πρόβλημα;»
«Σοβαρά; Δεν βλέπεις ποιο είναι το πρόβλημα;»
«Όχι»
«Και δεν είσαι θυμωμένη;»
«Όχι»
«Κι αν έρθει εδώ;»
«Τότε θα μιλήσουμε σαν πολιτισμένοι άνθρωποι και θα της εξηγήσω ότι δεν είσαι πλέον διαθέσιμος και δεν θα είσαι ποτέ ξανά»
«Κι αν δεν συμμορφωθεί;»
«Τότε το μόνο που θα μιλήσει θα είναι το όπλο μου. Ετοιμάσου να σκάψεις έναν λάκκο στο δάσος»
«Τι;»
Αυτός την κοιτάζει έκπληκτος κι εκείνη ξεσπάει σε γέλια.
«Ηρέμησε, Λύκε. Πλάκα κάνω. Αν δεν συμμορφωθεί, απλά θα την πετάξω έξω απ' το σπίτι και θα την απειλήσω να μην σ' ενοχλήσει ποτέ ξανά»
«Έτσι απλά;»
«Έτσι απλά»
Αυτός σηκώνεται απ' το κρεβάτι, πηγαίνει στο παράθυρο και κοιτάζει έξω, ενώ ένα χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του.
«Έπρεπε να το περιμένω. Δεν έπρεπε ν' ανησυχώ. Απ' την πρώτη στιγμή που σε γνώρισα, έχεις μια απίθανη συνήθεια να με εκπλήσσεις ευχάριστα»
Αυτή σηκώνεται και τον πλησιάζει από πίσω. Τυλίγει τα χέρια της γύρω απ' τη μέση του και βγάζει το κεφάλι της κάτω απ' το μπράτσο του.
«Τι ακριβώς περίμενες;»
«Δεν ξέρω. Έναν καυγά; Πολλά ουρλιαχτά; Εσύ να μου πετάς πράγματα στο κεφάλι; Εγώ στα γόνατα να ικετεύω για συγχώρεση; Κάτι απ' όλα αυτά»
Αυτή γελάει.
«Και τι; Απογοητεύτηκες; Θέλεις να τσακωθούμε;»
«Τρελάθηκες; Εννοείται πως όχι. Ξέρεις πολύ καλά ότι σιχαίνομαι να μαλώνω μαζί σου, παρόλο που είσαι τόσο καυτή όταν είσαι θυμωμένη»
«Κοίτα. Κατά κάποιο τρόπο, φταις εσύ. Εγώ δεν ήμουν παρά ένα δειλό πρόβατο και εσύ με πήρες στα χέρια σου και με μεταμόρφωσες. Μ' έκανες μια δυνατή λύκαινα. Πες μου λοιπόν, πώς είναι δυνατόν μια λύκαινα να φοβάται μια καταραμένη αλεπού;»
Αυτός την κοιτάζει γεμάτος περηφάνια, αλλά όχι για τον εαυτό του. Για εκείνη είναι περήφανος. Για την Σελήνη του.
«Τι είναι αυτό το βλέμμα;»
«Περηφάνια»
«Περηφάνια, ε; Για ποιον;»
«Για σένα»
«Για μένα; Γιατί;»
«Δεν υπάρχει γιατί. Έτσι. Γιατί είσαι αυτή που είσαι. Γιατί είσαι δικιά μου. Γιατί έμεινες όταν είχες κάθε λόγο να φύγεις. Γιατί μου έδωσες έναν λόγο να ξυπνάω το πρωί και να βγάζω τη μέρα. Γιατί είσαι σαν εμένα και με καταλαβαίνεις. Γιατί μ' εσένα δίπλα μου δεν φοβάμαι τίποτα και κανέναν. Είμαι ανίκητος!»
Καθώς αυτός μιλάει, αυτή αρχίζει να ξεκουμπώνει το πουκάμισο του.
«Γατούλα;»
«Μμμμ ...;»
«Τι ακριβώς κάνεις;»
«Ξεκουμπώνω το πουκάμισο σου»
«Άκουσες έστω και μια λέξη απ' αυτά που είπα;»
«Πάντα ακούω κάθε λέξη που βγαίνει απ' το στόμα σου»
«Και; Δεν έχεις να πεις τίποτα;»
«Έχω να πω πολλά»
«Δηλαδή;»
Αυτή του πιάνει το χέρι και τον οδηγεί πίσω στο κρεβάτι. Εκεί, βγάζει γρήγορα τα ρούχα της, ξαπλώνει στο στρώμα και του απλώνει τα χέρια της.
«Έλα πιο κοντά και θα σου πω»
Αυτός βγάζει το πουκάμισό του, την πλησιάζει, ξαπλώνει πάνω της κι αρχίζει να τη φιλάει στο λαιμό, κάτι που την κάνει πάντα να γρυλίζει.
«Είμαι αρκετά κοντά;»
«Όσο κοντά κι αν είσαι, δεν είναι ποτέ αρκετό»
«Τότε άσε με να έρθω ακόμα πιο κοντά»
Αυτός ξεκουμπώνει το παντελόνι του και μπαίνει μέσα της γρυλίζοντας.
«Καλύτερα τώρα;»
«Πολύ καλύτερα»
«Πες μου τότε. Τι έχεις να πεις για όλα όσα σου είπα πριν;»
Αυτή φέρνει το στόμα της κοντά στ' αυτί του.
«Σε λατρεύω. Τίποτα και κανείς δεν μπορεί να μπει ανάμεσα μας. Είσαι τα πάντα για μένα. Είσαι ο φάρος μου μέσα στην πυκνή ομίχλη. Το ασφαλές καταφύγιο μου μέσα στην άγρια καταιγίδα. Ο οδηγός μου. Ο προστάτης μου. Είσαι ο άντρας μου κι ο αφέντης μου. Με μένα δίπλα σου, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα και κανέναν. Είσαι ανίκητος!»
«Είμαι ανίκητος!»
«Ναι, είσαι»
«Είμαστε ανίκητοι!»
«Ναι, είμαστε»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro