
Γυμνά Υπέροχα Νέα
Όπως ανέφερε ο Τζάκος στην Κλαίρη, η έκθεση της Μαίρης και του Ορέστη είναι σε λίγες μέρες, όπως και η πρόταση γάμου του Άρη στη Σελήνη, και έτσι οι ήρωες μας προσπαθούν να τα προλάβουν όλα! Ο Ορέστης έχει ήδη φωτογραφίσει τα παιδιά και τώρα έχει σειρά η φωτογράφιση των ενηλίκων. Η γυμνή φωτογράφιση τους, για την ακρίβεια. Όλοι είναι ενθουσιασμένοι μ' αυτή τη φωτογράφιση, εκτός απ' τον Οδυσσέα και τη Σελήνη. Ο ένας γιατί δεν ξέρει τι να περιμένει και η άλλη γιατί πεινάει. Ας δούμε ...
~ ΠΕΜΠΤΗ, 13 ΜΑΙΟΥ 2010 ~ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΤΟΥΝΤΙΟ ΤΟΥ ΟΡΕΣΤΗ ~
~ ΦΑΛΗΡΟ ~
Ο Ορέστης βρίσκεται ήδη πίσω απ' την φωτογραφική μηχανή του και η Χλόη, που έχει γίνει άψογη βοηθός του, κανονίζει τις λεπτομέρειες με τους υπόλοιπους που περιμένουν υπομονετικά.
«Λοιπόν, οικογένεια. Εκτός απ' τον Άρη και τη Σελήνη, που είναι το βασικό ζευγάρι, και που ευτυχώς μας έδωσαν αρκετό υλικό, για όλους τους άλλους, θα χρησιμοποιήσουμε μερικές φωτογραφίες απ' την καθημερινότητα σας που τράβηξε το μωρό μου σε άσχετες στιγμές, αλλά και μερικές ακόμη πιο καλλιτεχνικές που θα τραβήξουμε τώρα, ξεκινώντας με τον Αλέκο και τον Οδυσσέα»
Ο Οδυσσέας σταυρώνει τα χέρια στο στήθος και σφίγγει το σαγόνι του με πείσμα.
«Ο Αλέκος και ο Οδυσσέας δεν θα κουνηθούν απ' τη θέση τους αν δεν δουν πρώτα τις φωτογραφίες απ' την καθημερινότητα τους. Έχω και μια φήμη να διατηρήσω. Δεν θα με ρεζιλέψετε εσείς»
Η Χλόη τον αγριοκοιτάζει.
«Είσαι ένα σπυρί στο κώλο, το ξέρεις, έτσι;»
«Ναι, το ξέρω. Δείξε μου τις φωτογραφίες, Καροτάκι»
Αυτή, γρυλίζοντας, του δίνει τα δείγματα των φωτογραφιών κι αυτός, μαζί με τον Αλέκο, τα κοιτάζουν με το στόμα ανοιχτό. Είναι όλες υπέροχες. Τραβηγμένες χωρίς εκείνοι να το ξέρουν και είναι εντελώς φυσικές. Όσο για την αγάπη, όλες είναι γεμάτες απ' αυτήν. Αυτή στο σαλόνι με τους δυο τους να τρώνε ποπ-κορν βλέποντας τηλεόραση. Η άλλη στην πισίνα που ο Αλέκος βάζει αντηλιακό στην πλάτη του Οδυσσέα. Ακόμα μία με τους δυο τους αγκαλιά κάτω από μια ομπρέλα μια βροχερή μέρα. Και τέλος, οι δυο τους αγκαλιά στην κουζίνα να μαγειρεύουν γελώντας. Αυτοί κοιτάζουν τον Ορέστη.
«Πότε τις τράβηξες αυτές; Πώς το έκανες χωρίς να σε καταλάβουμε;»
Ο Ορέστης σηκώνει τους ώμους.
«Μην ξεχνάτε ότι μένουμε σπίτι σας»
«Προφανώς δεν έχεις ακουστά τη λέξη ιδιωτικότητα»
«Τα τελευταία τριάντα χρόνια δίπλα στον Αρούλη, όχι»
Ο Άρης εξανίσταται.
«Γάμησε με, ρε ηλίθιε! Πότε δεν σεβάστηκα εγώ την ιδιωτικότητα σου;»
«Ποτέ! Να με κάψει ο Θεός!»
«Άντε γαμήσου!»
Η Χλόη χτυπάει τα χέρια της.
«Έη! Για σοβαρευτείτε εσείς οι δύο. Έχουμε δουλειά να κάνουμε!»
Μετά, γυρίζει προς τον Οδυσσέα.
«Λοιπόν, κύριε Σπυρί στον κώλο, είσαι ικανοποιημένος; Μπορούμε να συνεχίσουμε;»
«Ναι. Οι φωτογραφίες εγκρίνονται»
«Πολύ ωραία! Τώρα βγάλτε και οι δύο τα ρούχα σας»
Ο Αλέκος ζητάει μια διευκρίνηση.
«Όλα τα ρούχα;»
Ο Οδυσσέας την δείχνει απειλητικά με το δάχτυλο.
«Πρόσεχε τι θα πεις, Καροτάκι!»
Η Χλόη χαμογελάει.
«Ναι. Όλα. Κάνουμε γυμνή φωτογράφιση εδώ, δεν παίζουμε τις κουμπάρες. Δείξτε μου λίγο δέρμα, αγόρια. Άντε! Άντε!»
Ο Οδυσσέας σηκώνει το φρύδι.
«Να σας υπενθυμίσω ότι θα είναι και τα παιδιά μας στην έκθεση;»
Η Μαίρη, όπως πάντα, έχει τη λύση.
«Μην ανησυχείς γι' αυτό, αγαπημένε μου πρηξαρχίδη. Αυτές οι φωτογραφίες, καθώς και μερικοί από τους πίνακες μου, θα εκτεθούν σ' έναν ειδικό, ιδιωτικό χώρο στον οποίο θα έχουν πρόσβαση μόνο λίγοι ενήλικες»
«Πότε αποφασίστηκε αυτό και δεν το ξέρω εγώ;»
«Ήθελα να σου κάνω έκπληξη»
«Τέλος πάντων! Να θυμάσαι ότι μου χρωστάς. Πού μπορούμε να γδυθούμε;»
Ο Τζάκος δεν είναι δυνατόν ν' αφήσει μια τέτοια ευκαιρία ανεκμετάλλευτη.
«Εδώ, φυσικά, Αγαπούλη μου. Δεν θα μας στερήσεις το θέαμα»
«Δεν υπάρχει περίπτωση, Διεστραμμένε!»
Ο Αλέκος επεμβαίνει και λέει κάτι πολύ σωστό.
«Έλα, ρε μωρό μου. Δεν υπάρχει τίποτα που να μην το έχουν δει ήδη»
Η Χλόη σπρώχνει τον Οδυσσέα.
«Έτσι είναι. Άντε να τελειώνουμε μ' αυτό»
Ο Οδυσσέας αγριοκοιτάζει τον Τζάκο.
«Εντάξει, αλλά εσύ, Σάτυρε, θα μείνεις μακριά μου!»
Ο Τζάκος κάθεται σε μια καρέκλα και σταυρώνει τα χέρια στην ποδιά του, χαμογελώντας αθώα.
«Ορκίζομαι ότι θα φερθώ σαν παρθένα καλόγρια. Οι ζητωκραυγές και τα επιφωνήματα επιτρέπονται;»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του και αρχίζει να βγάζει τα ρούχα του ενώ ο Τζάκος, και όχι μόνο αυτός, ζητωκραυγάζει, σφυρίζει και χειροκροτεί. Μέχρι να τελειώσει ο Οδυσσέας, ο Αλέκος έχει ήδη γδυθεί. Για να κρατήσουν τα προσχήματα, η Χλόη τους δίνει δύο υφάσματα και τώρα αυτοί στέκονται εκεί, καθόλου αμήχανοι και περιμένουν τις οδηγίες του φωτογράφου.
Ο Αλέκος δεν είχε ποτέ πρόβλημα να δείξει το σώμα του, και σίγουρα όχι μπροστά στην οικογένεια του. Εξάλλου, αυτός μεγάλωσε με τον Τζάκο, ο οποίος είχε πάντα μια τάση προς τον γυμνισμό. Ο Οδυσσέας, παρότι ισχυρίζεται το αντίθετο, δεν έχει επίσης πρόβλημα με το γυμνό και δεν ντρέπεται για το σώμα του, το οποίο είναι σε τέλεια φόρμα ακόμα και τώρα, κοντά στα σαράντα του.
«Πού μας θέλεις, αφεντικό;»
Η Χλόη σηκώνει τον αντίχειρα της.
«Μ' αρέσει αυτό. Που με λες αφεντικό, εννοώ. Κράτα το και πηγαίνετε εκεί, στο βάθρο»
Αυτοί ανεβαίνουν στο βάθρο.
«Και τώρα τι;»
«Τώρα είναι η σειρά του πραγματικού αφεντικού. Μωρό μου;»
Ο Ορέστης, έχοντας πάρει το επαγγελματικό του πρόσωπο, κοιτάζει τους δύο γυμνούς άντρες και τρίβει το σαγόνι του.
«Λοιπόν ... Σταθείτε πρόσωπο με πρόσωπο. Οδυσσέα, βάλε τα χέρια σου στη μέση του Αλέκου και γύρε το κεφάλι σου πίσω. Αλέκο, βάλε το δεξί σου χέρι στην πλάτη του Οδυσσέα και το αριστερό στο πλάι του λαιμού του. Γείρε το κεφάλι σου προς τα δεξιά και φίλησε το μήλο του Αδάμ του. Απαλά. Με αγάπη, όχι πόθο. Κρατήστε τους γοφούς σας ενωμένους και τα μάτια σας κλειστά»
Αυτοί παίρνουν τη πόζα, εκτελώντας κατά γράμμα τις οδηγίες του Ορέστη, ο οποίος σκύβει πάνω απ' τον φακό της μηχανής.
«Ναι! Ναι! Είναι τέλειο. Μείνετε ακίνητοι και δείξτε μου την αγάπη!»
Κλικ. Κλικ. Κλικ. Το φλας αστράφτει και οι εικόνες εμφανίζονται στον υπολογιστή που είναι συνδεδεμένος με την κάμερα. Ο Ορέστης σηκώνει τα μάτια.
«Ήταν πολύ καλό. Μπράβο, παιδιά! Πάμε παρακάτω. Χλόη, μωρό μου, φέρε το σαπούνι και ένα μπολ με νερό»
Οι δύο άντρες κοιτάζουν τον Ορέστη εντελώς απορημένοι.
«Τι το θες το σαπούνι, Παπαράτσι;»
«Θα μας πλύνεις;»
Αυτός χαμογελάει.
«Κάτι τέτοιο»
Η Χλόη φέρνει τα πράγματα που ζήτησε και ο Ορέστης δίνει τις οδηγίες.
«Κάντε αφρό και σαπουνίστε ο ένας τον άλλον. Στήθος, πλάτη και γοφούς»
Τα μοντέλα κάνουν αυτό που τους λέει ο φωτογράφος, αλλά όχι χωρίς γκρίνια. Ο Οδυσσέας δηλαδή, γιατί ο Αλέκος είναι καταδεκτικός και ήρεμος όπως πάντα.
«Ελπίζω να υπάρχει τρόπος να ξεπλυθώ μετά»
Η Χλόη αναστενάζει εκνευρισμένη.
«Μην ανησυχείς γι' αυτό, πρηξαρχίδη. Υπάρχει μπάνιο»
Περιττό να πούμε ότι ο Τζάκος έχει ξεσαλώσει εντελώς όλη αυτή την ώρα, κερδίζοντας κάποια αρκετά άγρια βλέμματα απ' τον Οδυσσέα. Για να καταλάβετε, η Μαίρη χρειάστηκε κάποια στιγμή να τον φιμώσει με το χέρι της, ώστε ο Ορέστης να κάνει τη δουλειά του σωστά.
«Λοιπόν ... Αλέκο, τα χέρια σου στους γοφούς του Οδυσσέα με τα δάχτυλα ανοιχτά. Οδυσσέα, το δεξί χέρι χαλαρά γύρω απ' το λαιμό του Αλέκου και το αριστερό στα πλευρά του κάτω απ' το στήθος του. Αλέκο, κοίτα τον, αλλά εσύ, Οδυσσέα, κράτα το βλέμμα χαμηλωμένο. Σφίξτε τους μύες στα μπράτσα σας και μην γελάτε»
«Αυτό το τελευταίο είναι λίγο δύσκολο. Το καταραμένο το σαπούνι γλιστράει»
«Το ξέρω, Αλέκο μου, αλλά, σε παρακαλώ, προσπάθησε»
Ο Οδυσσέας, που έχει ξανακάνει υγρή φωτογράφηση, ξέρει ένα κόλπο.
«Έλα, μωρό μου. Δεν είναι δύσκολο. Λύγισε λίγο τα δάχτυλά σου και μην πιέζεις τα χέρια σου πάνω μου»
«Άντε να δούμε!»
Αυτοί παίρνουν τη πόζα και ο Ορέστης σκύβει στον φακό.
«Αυτό είναι! Παιδιά, είστε τέλειοι! Μην κουνιέστε!»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
«Τέλεια. Τελειώσαμε. Μπορείτε να ξεπλυθείτε»
Αυτοί τυλίγουν τις πετσέτες, που τους δίνει η Χλόη, γύρω απ' τη μέση τους και κατεβαίνουν απ' το βάθρο.
«Πότε μπορούμε να τις δούμε;»
«Θα έχω τα δείγματα έτοιμα απόψε, αλλά μπορείτε να πάρετε μια γεύση τώρα. Κοιτάξτε εκεί»
Ο Ορέστης δείχνει την οθόνη του υπολογιστή και αυτοί κοιτάζουν εκεί.
«Είναι υπέροχες. Φοβερή δουλειά, Ορέστη»
«Είσαι πραγματικός καλλιτέχνης, Παπαράτσι. Μακάρι όλοι οι φωτογράφοι να ήταν σαν εσένα»
«Ευχαριστώ πολύ, Οδυσσέα. Σημαίνει πολλά όταν το λέει κάποιος με την δική σου πείρα. Σας ευχαριστώ και τους δύο»
Οι δύο άντρες πάνε στο μπάνιο και ο Ορέστης επιστρέφει στη δουλειά, απευθυνόμενος στην βοηθό του.
«Φέρε τους επόμενους, Ομορφιά μου»
Η Χλόη δείχνει τον Βίκο και την Θαλασσινή, η οποία έχει μια ερώτηση.
«Μήπως μπορούμε να δούμε τις άλλες φωτογραφίες;»
«Μόνο επειδή με ρωτάς τόσο ευγενικά. Ορίστε»
Αυτή τους δίνει τα δείγματα και εκείνοι αντιδρούν το ίδιο με τους άλλους. Οι φωτογραφίες είναι υπέροχες. Αυτή με τους δυο τους μπροστά στο τζάκι να πίνουν τσάι. Η άλλη που φιλιούνται στο αμάξι και αυτή που κάθονται στην κούνια της βεράντας. Αυτή όμως που προκαλεί ξεκαρδιστικές αντιδράσεις είναι μία που τους δείχνει αγκαλιά στο σαλόνι.
«Βρε, ύπουλε παπαράτσι!»
«Θυμάμαι αυτές τις στιγμές, αλλά δεν κατάλαβα ότι μας φωτογράφιζες. Είσαι πολύ καλός»
Ο Άρης δείχνει την φωτογραφία που σας είπα παραπάνω.
«Δεν ξέρω για σας, παιδιά, αλλά νομίζω ότι ο καλύτερος είναι ο Δράκος εδώ με το σώβρακο του παππού του»
Αυτός ξεσπάει σε γέλια και ο Βίκος δείχνει τα δόντια του, παρόλο που όντως φοράει ένα κάπως παλιομοδίτικο εσώρουχο στην συγκεκριμένη φωτογραφία.
«Σκάσε, ηλίθιε Λύκε! Είναι άνετο, οπότε το προτιμώ, και όπως βλέπεις, είμαι στο γαμημένο μου το σπίτι, και εκεί μπορώ να φοράω ό,τι θέλω»
Ο Τζάκος γελάει επίσης.
«Συμφωνώ, αλλά, σοβαρά, ρε Βίκο; Το σώβρακο του παππού;»
«Άντε γαμήσου κι εσύ!»
Αυτοί γελάνε, αλλά η Χλόη τους επαναφέρει στην τάξη.
«Λοιπόν ... Ας επιστρέψουμε στη δουλειά. Βίκο και Θαλασσινή, βγάλτε τα ρούχα σας»
Ο Βίκος είναι σαν τους άλλους, δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να ξεγυμνωθεί μπροστά στην οικογένεια. Όσο για την Θαλασσινή, είχε μεγάλο πρόβλημα, κυρίως γιατί ήταν η μόνη γυναίκα στην αρχή, αλλά μετά την εμφάνιση της Μαίρης και τα ειδικά μαθήματα που έκανε, το ξεπέρασε τελείως. Έτσι, αυτοί αρχίζουν να βγάζουν τα ρούχα τους, αλλά ο Ορέστης έχει προγραμματίσει κάτι άλλο γι' αυτούς.
«Μην βγάλετε τα παντελόνια σας. Απλώς ξεκουμπώστε τα. Γυμνούς σας θέλω απ' τη μέση και πάνω. Σ' αυτό θα εστιάσω με εσάς τους δύο. Δεν ξέρω γιατί, αλλά οι κορμοί σας με εμπνέουν»
«Ό,τι πεις»
«Εσύ είσαι ο καλλιτέχνης εδώ»
Αυτοί βγάζουν τις μπλούζες τους και η Χλόη τους οδηγεί στο βάθρο. Ο Ορέστης τους κοιτάζει μέσα απ' τον φακό.
«Λοιπόν ... Βίκο, τράβα το παντελόνι σου λίγο κάτω, μέχρι τα κόκαλα της λεκάνης. Εσύ, Θαλασσινή, ξεκούμπωσε το τζιν σου και βγάλε το σουτιέν σου. Αν ντρέπεσαι, κάλυψε το στήθος σου με τα μαλλιά σου»
Η Θαλασσινή καγχάζει.
«Σε παρακαλώ, Ορέστη. Τα τελευταία χρόνια κολυμπάω μονάχα τόπλες. Δεν ντρέπομαι καθόλου»
«Σ' αυτή την περίπτωση, ανυπομονώ να έρθει το καλοκαίρι»
Αυτός της κλείνει το μάτι κι εκείνη βγάζει το σουτιέν της, γελώντας. Τότε, η Μαίρη αρχίζει να κουνάει τα χέρια της για να της τραβήξει την προσοχή.
«Και ποιον πρέπει να ευχαριστήσεις γι' αυτό; Έλα, θέλω να σ' ακούσω να το λες»
«Σ' ευχαριστώ, σοφή Μαίρη»
«Και περισσότερο απ' τον καθένα, εγώ!»
Ο Βίκος στέλνει ένα φιλί στη Μαίρη κι εκείνη υποκλίνεται. Μετά, αυτοί γυρίζουν στην δουλειά με τον Ορέστη να δίνει οδηγίες.
«Βίκο, σήκωσε τη γυναίκα σου και εσύ, Θαλασσινή, τύλιξε τα πόδια σου γύρω απ' τη μέση του. Χλόη, κατέβασε λίγο το παντελόνι της»
Αυτοί κάνουν αυτό που τους λέει.
«Τέλεια! Τώρα, Βίκο, βάλε τα χέρια σου στον κώλο της και εσύ, Θαλασσινή, πίεσε τα βυζιά σου στο στήθος του και τύλιξε τα χέρια σου γύρω απ' το λαιμό του, με τ' αριστερό σου χέρι μέσα στα μαλλιά του»
Ο Ορέστης τους κοιτάζει μέσα απ' το φακό.
«Βίκο, σφίξε λίγο τα μπράτσα σου. ... Ναι! Ναι! Αυτό είναι! Τώρα φιληθείτε, αλλά όχι με γλώσσα. Κλείστε τα μάτια σας, πιέστε τα χείλη σας μεταξύ τους και χαμογελάστε. ... Αυτό είναι! Μην κουνηθείτε και δείξτε μου την αγάπη!»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
«Απίθανο! Πάμε στην επόμενη πόζα. Θαλασσινή, γύρνα και ακούμπα το κεφάλι σου στον ώμο του. Βίκο, σκέπασε τα βυζιά της με τα χέρια σου. ... Υπέροχα! Τώρα, Θαλασσινή, σήκωσε το δεξί σου χέρι και χάιδεψε το σβέρκο του. Εσύ, Βίκο, φίλα τον ώμο της. ... Θαλασσινή, λύγισε λίγο την πλάτη σου και εσύ, Βίκο, πίεσε λίγο τα χέρια σου. ... Αυτό είναι! Αυτό είναι! Μην κουνηθείτε»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
«Τελειώσαμε. Ήσασταν οι τέλειοι επαγγελματίες. Ελεύθεροι»
Αυτοί πηδούν απ' το βάθρο κι αρχίζουν να ντύνονται.
«Μπορούμε να πάρουμε κι εμείς μια γεύση;»
«Εννοείται. Κοιτάξτε την οθόνη»
Αυτοί κοιτάζουν εκεί και μαγεύονται.
«Ω, Ορέστη! Είναι υπέροχες»
«Μπράβο, αγόρι μου. Καλή δουλειά!»
«Σας ευχαριστώ και τους δύο»
Αυτοί κάθονται και ο Ορέστης παίρνει ξανά τη θέση του πίσω απ' την κάμερα.
«Χλόη μου, φέρε τους άλλους»
Η Χλόη χτυπάει παλαμάκια.
«Τζάκος και Μαίρη. Επιτέλους!»
Αυτοί πλησιάζουν, αλλά πριν ζητήσουν να δουν τις φωτογραφίες της καθημερινότητας, αυτή τους δίνει τα δείγματα.
«Για να κερδίσουμε χρόνο»
Ο Τζάκος την κοιτάζει απορημένος.
«Γιατί βιάζεσαι τόσο πολύ, καλέ;»
«Έχω τους λόγους μου. Άντε, δείτε τις»
Αυτοί ρίχνουν μια γρήγορη ματιά και παθαίνουν σοκ. Όλες οι στιγμές της καθημερινότητας τους είναι πονηρές και σέξι. Η μία στην κουζίνα να φιλιούνται πάνω στο τραπέζι. Μία άλλη, πιο πονηρή, στο τραμπολίνο. Ακόμα μια στο πάρκινγκ να πλένουν τ' αμάξι παίζοντας με τις σαπουνάδες και μια τελευταία αγκαλιά στον καναπέ να μοιράζονται ένα μπισκότο. Η Μαίρη κοιτάζει τον Τζάκο.
«Βλέπεις αυτό που βλέπω, Πρίγκιπα;»
«Ναι»
«Όλες μας οι στιγμές έχουν να κάνουν με το σεξ»
«Έτσι κάναμε τέσσερα παιδιά, Αγγελούδι μου»
«Σωστά»
Τότε, αυτοί κοιτάζουν τον Ορέστη.
«Πες μου ένα λόγο που δεν έγινες παπαράτσι;»
«Σωστά. Δεν πρόσεξα καν ότι μας τραβούσες φωτογραφία»
Η Χλόη σπεύδει να παινέψει το σπίτι της.
«Το μωρό μου είναι πολύ διακριτικό»
Ο Τζάκος καγχάζει.
«Και αδιάκριτος ταυτόχρονα»
«Αυτή είναι η γοητεία του»
Ο Ορέστης ξεροβήχει.
«Έη! Σταματήστε να μιλάτε για μένα σαν να μην είμαι εδώ και πάρτε τις θέσεις σας»
Αυτοί ανασκουμπώνονται.
«Ναι! Ναι!»
«Τι θέλεις από μας, αφεντικό;»
«Τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια, Γοητευτικέ Πρίγκιπα; Σας θέλω ολόγυμνους. Είστε το πιο σέξι ζευγάρι και σκοπεύω να το εκμεταλλευτώ δεόντως»
Ο Οδυσσέας, που έχει επιστρέψει απ' το μπάνιο με τον Αλέκο, δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό.
«Έλα τώρα, ρε Ορέστη! Εντάξει για την Μαίρη. Αυτή είναι σέξι. Όλοι μπορούμε να το δούμε αυτό. Αλλά αυτός; Σέξι; Σοβαρά; Σαν φωτογράφος έπρεπε να μπορείς να ξεχωρίσεις»
Ο Τζάκος βάζει τα χέρια στη μέση του και τον στραβοκοιτάζει.
«Ώστε έτσι, Αγαπούλη μου, ε; Νομίζεις ότι δεν είμαι σέξι;»
«Ναι, Διεστραμμένε. Αυτό ακριβώς νομίζω»
«Πολύ καλά τότε. Ας κάνουμε ένα διάλειμμα για να σου αποδείξω πόσο μεγάλο λάθος κάνεις»
Η Μαίρη κοιτάζει τον άντρα της.
«Τι ακριβώς έχεις στο μυαλό σου, Πρίγκιπα;»
«Να δείξω στον Αγαπούλη μου τι πραγματικά σημαίνει σέξι»
Η Σελήνη, που τόση ώρα παρατηρούσε και διασκέδαζε, μπαίνει στο παιχνίδι.
«Δεν ξέρω για τους υπόλοιπους, αλλά εγώ είμαι πολύ ενθουσιασμένη μ' αυτό»
Η Θαλασσινή και η Χλόη συμφωνούν μαζί της και ο Τζάκος τους χαμογελάει.
«Ευχαριστώ, κυρίες μου. Δεν θα σας απογοητεύσω. Βολευτείτε κι απολαύστε με. Εσείς, παιδιά, βλέπετε να μαθαίνετε»
Ο Ορέστης έχει μια ιδέα.
«Μπορώ να σε βιντεοσκοπήσω; Για ιδιωτική χρήση, φυσικά»
«Εννοείται!»
Ο Ορέστης παίρνει την κάμερα του και την βάζει στον ώμο του. Οι γυναίκες κάθονται στην πρώτη σειρά και οι άντρες πίσω τους, καθώς ο Τζάκος προχωράει στο κέντρο του δωματίου και βγάζει το κινητό του. Λίγο πριν ξεκινήσει το σόου, ο Οδυσσέας σκύβει στ' αυτί του Αλέκου και του ψιθυρίζει.
«Αυτό θα είναι ενδιαφέρον, ε;»
Ο Αλέκος γυρίζει τα μάτια του αντί για απάντηση, κάτι που κάνει τον Οδυσσέα να γελάσει. Εντωμεταξύ, ο Τζάκος βρήκε το τραγούδι που έψαχνε, πατάει το play κι αφήνει το τηλέφωνο στον πάγκο. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η φωνή της Ντόνα Σάμερ βγαίνει απ' το ηχείο, ψάχνοντας κάτι καυτό. Αυτός, με την πλάτη γυρισμένη στους άλλους, περνάει αργά και αισθησιακά τα χέρια του μέσα απ' τα μαλλιά του πριν γυρίσει κι αρχίσει να κουνάει μόνο το κάτω μέρος του σώματος του και να γδύνεται.
Ο τρόπος που κινεί το σώμα του στο ρυθμό της μουσικής προκαλεί ένα κύμα ενθουσιασμού στις γυναίκες που αρχίζουν να σφυρίζουν, να ζητωκραυγάζουν και να χειροκροτούν. Οι άντρες γελούν βλέποντας την αντίδραση των γυναικών, αλλά κατά βάθος παρακολουθούν τις κινήσεις του και τις απομνημονεύουν για το μέλλον. Αυτός πλησιάζει και στέκεται μπροστά στη Μαίρη. Το εξόγκωμα στο παντελόνι του είναι ακριβώς μπροστά στο πρόσωπο της. Βάζει το δάχτυλο του κάτω απ' το πηγούνι της και σηκώνει το κεφάλι της για να την κάνει να τον κοιτάξει στα μάτια αντί για ... Ξέρετε!
«Όμορφη κυρία, θα με βοηθήσεις μ' αυτό;»
«Ευχαρίστως»
Με αρκετό ενθουσιασμό, αυτή ανοίγει τα κουμπιά του παντελονιού του κι εκείνος το ξεφορτώνεται αρκετά γρήγορα. Μένοντας μονάχα με ένα αρκετά αποκαλυπτικό σλιπάκι, γυρίζει και της προσφέρει, όπως και σ' όλους τους άλλους, ένα απολαυστικό θέαμα καθώς συνεχίζει τον αισθησιακό χορό. Όμως όλα τα ωραία τελειώνουν γρήγορα. Όταν αυτός είναι έτοιμος να κατεβάσει και το σλιπάκι, ο Οδυσσέας μπαίνει στη μέση και τον σταματάει.
«Οοοοοοκ! Νομίζω ότι χορτάσαμε όλοι θέαμα αρκετό για δύο ζωές»
Διαμαρτυρίες και στεναγμοί απογοήτευσης βγαίνουν απ' το στόμα των γυναικών καθώς οι άντρες γελούν ακόμα πιο δυνατά. Ο Τζάκος, εντελώς αδιάφορος, πηγαίνει στο ψυγείο, πιάνει ένα μπουκάλι νερό και πίνει λαίμαργα και αρκετά σέξι για να ξεδιψάσει. Μετά, κοιτάζει τον Οδυσσέα με τον γνωστό αυτάρεσκο τρόπο του.
«Λοιπόν, Αγαπούλη μου; Νομίζεις ακόμα ότι δεν είμαι σέξι;»
Αυτός τον κοιτάζει σαρκαστικά και κάνει κάτι που δεν έχει ξανακάνει, τουλάχιστον όχι μπροστά του.
«Παρόλο που σε μισώ που με βάζεις σ' αυτή τη θέση και μ' αναγκάζεις να φτιάξω ένα σχέδιο εκδίκησης, θα σου πω την αλήθεια»
«Ναι;»
«Τι ναι; Τι περιμένεις να σου πω; Δεν είμαι τυφλός, Διεστραμμένε, και εξάλλου, αν κρίνω απ' τον άντρα που έχω επιλέξει, έχω πολύ καλό γούστο, οπότε ναι, το παραδέχομαι»
«Παραδέχεσαι τι; Πες το!»
«Θέλεις να μ' ακούσεις να το λέω, ε;»
«Πεθαίνω»
«Εντάξει. Ναι. Είσαι σέξι. Είσαι πολύ σέξι. Είσαι ένας απ' τους πιο σέξι άντρες που έχω δει ποτέ. Και μαζί με το Μπισκότο ... Δεν υπάρχουν λόγια! Είσαι χαρούμενος τώρα;»
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο»
«Μαλάκα»
Αυτοί γελάνε. Μετά, ο Ορέστης βάζει κάτω την κάμερα.
«Λοιπόν, όσο κι αν απολαμβάνω όλο αυτό το σέξι παιχνίδι, τι θα λέγατε να επιστρέψουμε στη δουλειά;»
Η Σελήνη αναστενάζει.
«Αχ, ναι! Άντε να τελειώνουμε μ' αυτό»
Ο Τζάκος σηκώνει το φρύδι.
«Γιατί βιάζεσαι, αδελφή; Δεν σ' άρεσε αυτό που είδες;»
«Τι; Ναι, φυσικά μ' άρεσε. Στην πραγματικότητα, το λάτρεψα. Είσαι σέξι και το ξέρεις, αδερφέ. Εγώ απλώς πεινάω»
Η Χλόη εξανίσταται.
«Πάλι, ρε Σελήνη; Γαμώτο! Έφαγες μια τεράστια κρέπα πριν από μια ώρα»
Η Θαλασσινή έχει μια συμβουλή.
«Γλυκιά μου, πρέπει να είσαι προσεκτική. Τα κιλά της εγκυμοσύνης δεν χάνονται τόσο εύκολα. Μιλάω εκ πείρας. Μου πήρε δύο χρόνια για να επαναφέρω τη σιλουέτα μου»
Η Σελήνη κατσουφιάζει.
«Ναι, το ξέρω, αλλά τι μπορώ να κάνω; Το μωρό ζητάει συνέχεια»
Ο Άρης βάζει το χέρι του στην κοιλιά της.
«Συγγνώμη, Γατούλα, αλλά δεν είναι το μωρό, και το ξέρεις. Έχω διαβάσει σχετικά. Το μωρό δεν ζητάει ποτέ τίποτα. Εσύ είσαι απλώς αχόρταγη και άπληστη»
«Έτσι, ε;»
«Έτσι ακριβώς!»
«Ξέρεις κάτι, Λύκε; Έχεις δίκιο. Είμαι όντως αχόρταγη και άπληστη, αλλά μόνο όταν πρόκειται για σένα. Όσο για την όρεξη, είναι το μωρό. Μην ξεχνάς ότι έχω ένα κουτάβι λύκου εδώ μέσα. Δεν βγήκε τυχαία η έκφραση πεινάω σαν λύκος»
Η Μαίρη χτυπάει την πλάτη του Άρη, γελώντας.
«Σε τάπωσε, αγαπητέ μου Λύκε. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να σιωπήσεις και να πας να της φέρεις κάτι να φάει»
Ο Άρης γκρινιάζει.
«Μπορεί να μου πει κάποιος γιατί ανακατεύομαι εκεί που δεν με σπέρνουνε. Γαμώτο!»
Αυτός κάνει να σηκωθεί, αλλά ο Ορέστης είναι πάντα εκεί για να βοηθήσει τον φίλο του.
«Μην μπαίνεις στον κόπο, Αρούλη. Το προέβλεψα αυτό και ήρθα προετοιμασμένος. Υπάρχουν τ' αγαπημένα της ντόνατς στην κουζίνα»
«Τι θα έκανα χωρίς εσένα, μου λες;»
«Θα χανόσουν. Άντε πήγαινε να ταΐσεις την μάνα του παιδιού σου και εσείς οι δύο, σέξι ζευγάρι, ανεβείτε στο βάθρο»
Ο Άρης πηγαίνει στην κουζίνα κι επιστρέφει με το κουτί με τα ντόνατς. Παίρνει τη Σελήνη στην αγκαλιά του κι αρχίζει να την ταΐζει ενώ ο Τζάκος και η Μαίρη πηγαίνουν στο βάθρο και βγάζουν τα ρούχα τους. Αυτή δηλαδή, γιατί αυτός φοράει μονάχα ένα σλιπάκι.
Όπως έχω ξαναπεί, και είμαι σίγουρη ότι το έχετε παρατηρήσει κι εσείς, ο Τζάκος αισθάνεται πολύ άνετα με το γυμνό του σώμα απ' την παιδική του ηλικία και η Μαίρη, η τέλεια σύντροφος του, αισθάνεται ακριβώς το ίδιο. Έτσι, οι δυο τους δεν αισθάνονται καθόλου άβολα να είναι γυμνοί μπροστά σε όλους.
Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι η αντίδραση των υπολοίπων, τώρα με τη Μαίρη και τον Τζάκο, αλλά και πριν με τ' άλλα δύο ζευγάρια. Κοιτάζουν τα γυμνά τους σώματα όπως θα κοιτούσαν δύο αγάλματα σε ένα μουσείο. Με θαυμασμό και εκτίμηση. Δεν υπάρχει τίποτα ερωτικό ανάμεσα τους.
Ξέρετε, είναι δύσκολο να το κάνεις αυτό. Ο δεσμός μεταξύ των μελών της οικογένειας πρέπει να είναι πολύ δυνατός και η αγάπη μεταξύ των ζευγαριών πρέπει να είναι απόλυτη. Δύο πράγματα που αφθονούν στην αγαπημένη μας οικογένεια.
Τέλος πάντων! Όταν αυτοί είναι έτοιμοι, ο Ορέστης πηγαίνει πίσω απ' την μηχανή του.
«Λοιπόν, αγαπητό μου σέξι ζευγάρι. Εσείς οι δύο με απασχολήσατε πολύ και μου πήρε πολλή ώρα για να αποφασίσω για τα τελικά έργα. Με δυσκολέψατε, αλλά άξιζε τον κόπο. Έτσι, πόζα νούμερο ένα. Τζάκο, στα γόνατα. Το αριστερό σου πόδι τεντωμένο προς τα πίσω. Οι παλάμες στο πάτωμα και το κεφάλι σε ευθεία γραμμή με την πλάτη σου. Μαίρη, ξάπλωσε ανάσκελα πάνω του. Τα μαλλιά σου να πέφτουν στους ώμους του. Τα χέρια σου να καλύπτουν το στήθος σου. Το δεξί σου πόδι στο πάτωμα και το αριστερό στο δεξί σου γόνατο»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
«Τέλεια! Πόζα νούμερο δύο. Δύναμη και προστασία. Τζάκο, στάσου με την πλάτη σε μένα. Σήκωσε τη Μαίρη κι εσύ, Μαίρη, σταύρωσε τα πόδια σου πίσω απ' την πλάτη του έτσι ώστε να καλύπτουν τον πισινό του. Τύλιξε τα χέρια σου σφιχτά γύρω απ' το λαιμό του. Κράτα τον και προστάτεψε τον όπως κάνεις πάντα. Εσύ, Τζάκο, άνοιξε τα χέρια σου και σφίξε τις γροθιές σου. Τεντώστε τους μύες σου. Δείξε μας τη δύναμη σου. Την δύναμη που σου δίνει η αγάπη της»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
«Θεέ μου! Είναι όνειρο. Κοιτάξτε εκεί»
Όλοι στρέφουν τα μάτια τους στην οθόνη.
«Μην με παρεξηγήσετε. Όλοι ξέρετε ότι δεν είμαι αλαζόνας ή κάτι παρόμοιο, αλλά αυτές οι φωτογραφίες είναι αριστουργήματα, δεν νομίζετε;»
Κανείς τους δεν μιλάει. Αυτοί απλώς χειροκροτούν και ο Ορέστης χαμηλώνει το κεφάλι κοκκινίζοντας. Η Μαίρη χαμογελάει.
«Ορέστη μου, τελειώσαμε;»
«Ναι, Μαιρούλα. Μπορείτε να ντυθείτε»
Ο Τζάκος ξεροβήχει.
«Επειδή έχω ένα τεχνικό πρόβλημα, μπορώ να έχω λίγη ώρα μόνος με τη γυναίκα μου κάπου πιο ιδιωτικά;»
Όλοι γυρίζουν και τον κοιτάζουν να κρύβεται πίσω απ' τη Μαίρη κι αρχίζουν να γελούν. Όλοι εκτός από τον Οδυσσέα, που γυρίζει τα μάτια.
«Για όνομα πια! Δεν μπορείς να ελέγξεις τον εαυτό σου ούτε λίγο;»
Ο Τζάκος τον αγριοκοιτάζει.
«Πιστεύεις πραγματικά ότι μπορώ να το ελέγξω;»
«Εγώ γιατί μπορώ;»
Ο Αλέκος καγχάζει.
«Τι ακριβώς μπορείς να κάνεις; Μην τον ακούτε. Λέει ψέματα!»
«Εσύ, μωρό μου, σκάσε!»
Αυτοί γελάνε ακόμα πιο δυνατά, αλλά όχι ο Τζάκος.
«Ορέστη, τι θα γίνει με μένα; Αν καθυστερήσετε κι άλλο, θα τη γαμήσω εδώ μπροστά σας»
Η Χλόη χτυπάει παλαμάκια.
«Αχ, ναι! Ναι! Κάντο!»
Ο Ορέστης την αγριοκοιτάζει.
«Τράβα την κουρτίνα, ρε ηδονοβλεψία!»
Αυτή γκρινιάζει καθώς τραβάει την κουρτίνα για να δώσει στον Τζάκο την ιδιωτικότητα που χρειάζεται.
«Γαμώτο! Χρειαζόμουν ένα μικρό μάθημα»
Ο Ορέστης χτυπάει το χέρι του στο τραπέζι.
«Χλόη!»
Αυτή γυρίζει και τον κοιτάζει με τα χέρια στη μέση, αλλά μια υπόσχεση της Μαίρης την ηρεμεί.
«Μην ανησυχείς, Χλόη. Θα σου δώσω μια πλήρη περιγραφή αργότερα»
«Ευχαριστώ, Μαίρη. Καλά να περάσεις!»
Μόλις η κουρτίνα κλείνει τελείως, αρχίζουν τα βογκητά και ο Οδυσσέας δείχνει το δάχτυλο του στον Ορέστη.
«Εσύ φταις γι' αυτό!»
«Γιατί φταίω εγώ;»
«Τολμάς και ρωτάς; Δεν σου είπε ποτέ κανείς να μην βάζεις τη φωτιά κοντά στο μπαρούτι και μάλιστα χωρίς ρούχα;»
Η Σελήνη χαχανίζει.
«Έλα, βρε Οδυσσέα. Αυτό που ακούμε είναι πολύ ωραίο. Κάτσε κι εσύ να τ' απολαύσεις»
«Δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από σένα, Καρπουζάκι. Είσαι ακριβώς σαν αυτόν»
«Σαν να είμαστε αδερφός και αδερφή, ε;»
Ο Αλέκος το διασκεδάζει αρκετά.
«Όντως είναι καλό αυτό που ακούμε, αλλά τι θα κάνουμε; Θα περιμένουμε έτσι απλά να τελειώσει ο Τζάκος;»
Ο Άρης μπαίνει στο παιχνίδι.
«Αυτό εξαρτάται. Πόση ώρα κάνει συνήθως; Είναι αργός;»
«Όταν θέλει, ναι. Μπορεί να πάρει περισσότερο από μία ώρα»
Ο Ορέστης γουρλώνει τα μάτια.
«Μια ώρα; Ουάου! Πολύ εντυπωσιακό!»
Τότε, η φωνή του Τζάκου ακούγεται πίσω απ' την κουρτίνα.
«Σας ακούω, ηλίθιοι! Σταματήστε να μιλάτε για μένα γιατί θα με ματιάσετε!»
Ο Οδυσσέας είναι αδύνατον να μην απαντήσει.
«Σκάσε, ρε Διεστραμμένε, και τελείωνε αυτό που κάνεις εκεί μέσα»
«Μπορείς να έρθεις μαζί μας οποιαδήποτε στιγμή, Αγαπούλη μου. Το καβλί μου φτάνει και για σένα!»
Ο Οδυσσέας ετοιμάζεται ν' απαντήσει, αλλά ο Αλέκος τον φιμώνει με το χέρι του.
«Απλά μην το κάνεις!»
Ο Ορέστης γελάει.
«Λοιπόν, μιας και έχουμε λίγο χρόνο, θα ήθελα κάτι ακόμα απ' το βασικό ζευγάρι»
Ο Άρης απορεί.
«Από μας; Δεν είπες ότι έχεις όλα όσα χρειάζεσαι;»
«Ναι, αλλά άλλαξα γνώμη. Χρειάζομαι μια διαφορετική εικόνα. Μια εικόνα που δεν δείχνει την αγάπη του πατέρα για τη μητέρα και το αγέννητο παιδί, αλλά την προστασία του. Την ασφάλεια μέσα στην αγκαλιά του πατέρα.
Η Σελήνη λιγώνεται.
«Ω, Ορεστάκο μου. Αυτό είναι τόσο γλυκό!»
«Ευχαριστώ, Κούκλα»
Ο Άρης, βλέποντας ότι η ιδέα αρέσει στη Σελήνη, συμφωνεί.
«Εντάξει, λοιπόν. Πες μας τι θέλεις»
«Ξέρεις κάτι; Θα τ' αφήσω πάνω σου. Είσαι ο πατέρας. Δείξε μου πώς προστατεύεις αυτούς που αγαπάς περισσότερο»
Ο Ορέστης πηγαίνει πίσω απ' την κάμερα και ο Άρης κοιτάζει τη Σελήνη τρίβοντας το σαγόνι του. Λίγα λεπτά αργότερα, έχει βρει αυτό που έψαχνε.
«Βγάλε τα ρούχα σου, Γατούλα»
Αυτή κάνει ό,τι της λέει κι εκείνος γδύνεται επίσης. Επειδή το βάθρο είναι ακόμα κατειλημμένο, της παίρνει το χέρι και πηγαίνει στη γωνία όπου το φως του ήλιου ρίχνει παράξενες σκιές στο πάτωμα καθώς τρυπώνει μέσα απ' τα στόρια στα παράθυρα. Αυτός κάθεται οκλαδόν και την παίρνει στην αγκαλιά του.
«Δίπλωσε τα πόδια σου, μωρό μου»
Αυτή λυγίζει τα γόνατα της και βάζει το ένα πόδι πάνω στο άλλο. Αυτός βάζει το ένα χέρι πίσω απ' την πλάτη της ενώ με το άλλο αγκαλιάζει την φουσκωμένη της κοιλιά, κλείνοντας εκείνη και το μωρό στην ασφαλή αγκαλιά του πατέρα. Εκεί, που τίποτα και κανείς δεν μπορεί να τους βλάψει. Αυτή σηκώνει το χέρι και του χαϊδεύει τα μαλλιά. Αυτός, πριν σκύψει για να τη φιλήσει, απευθύνεται στον Ορέστη.
«Είμαστε έτοιμοι. Ελπίζω να είναι αυτό που θέλεις»
Ο Ορέστης κοιτάει μέσα απ' τον φακό και χαμογελάει.
«Είναι, Αρούλη. Είναι ακριβώς αυτό που θέλω»
Κλικ. Κλικ. Κλικ.
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Τζάκος και η Μαίρη έχουν τελειώσει και ο Άρης και η Σελήνη είναι ντυμένοι. Μαζί με τους άλλους κάθονται γύρω από τον Ορέστη και ρίχνουν μια τελευταία ματιά στις φωτογραφίες. Ο Άρης βάζει το χέρι του στον ώμο του.
«Και τώρα τι, κολλητέ;»
«Τώρα μπορείτε να φύγετε»
Η Μαίρη πιάνει τα μαλλιά της σ' έναν χαλαρό κότσο.
«Εσύ τι θα κάνεις;»
«Θα μείνω εδώ να δουλέψω. Το ρολόι χτυπά και πρέπει να είμαι έτοιμος»
Η Χλόη πηγαίνει δίπλα του.
«Εγώ, μωρό μου;»
«Εσύ θα μείνεις εδώ. Σε χρειάζομαι»
~ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~
Όλα είναι έτοιμα για την έκθεση. Η Μαίρη και ο Ορέστης έχουν ήδη στείλει τους πίνακες και τις φωτογραφίες στη γκαλερί. Όπως και στο παρελθόν, τα έσοδα απ' την έκθεση θα διατεθούν στο Κάνε Μια Ευχή, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που πραγματοποιεί ευχές σε παιδιά με ανίατες ασθένειες.
Και είναι κι ο Άρης, που τρέχει μαραθώνιο ανάμεσα στις πρόβες για την πρόταση και τις προσπάθειες να αποσπάσει την προσοχή της Σελήνης. Οι άλλοι προσπαθούν να τον βοηθήσουν με το να την κρατούν απασχολημένη, αλλά δεν είναι και τόσο εύκολο. Ας πάρουμε μια μικρή γεύση.
~ ΠΕΜΠΤΗ, 20 ΜΑΙΟΥ 2010 ~ ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ~
~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΡΗ & ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~ ΠΡΩΙ ~
Ο Άρης και η Σελήνη έχουν ξυπνήσει και ερωτοτροπούν στο κρεβάτι, μ' εκείνη ν' αναστενάζει.
«Αχ! Πόσο μου έχει λείψει αυτό!»
«Ποιο;»
«Τα παιχνίδια με τον καταπληκτικό μου άντρα»
Αυτός σηκώνει το φρύδι.
«Σε περίπτωση που δεν το έχεις προσέξει, κάνουμε ακριβώς αυτό κάθε βράδυ»
Αυτή τον χτυπάει στο μέτωπο με το δάχτυλο της.
«Σταμάτα! Δεν εννοώ αυτό»
«Τι εννοείς τότε;»
«Τις τελευταίες μέρες, κάποιος έρχεται κάθε πρωί και με απαγάγει, και εσύ δεν κάνεις τίποτα για να το σταματήσεις»
«Σαν τι θέλεις να κάνω δηλαδή;»
«Να με κρατήσεις εδώ. Να με δέσεις πάνω σου. Να με κρύψεις στην ντουλάπα. Δεν ξέρω»
«Τώρα γίνεσαι παρανοϊκή και το ξέρεις»
«Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν πρόκειται να πάω πουθενά σήμερα. Θα μείνω εδώ στο κρεβάτι όλη μέρα και εσύ θα με φροντίσεις»
Τότε ακριβώς, κάποιος χτυπάει την πόρτα. Αυτός ακουμπάει την μύτη της με το δάχτυλο του.
«Απ' ότι φαίνεται αυτό δεν πρόκειται να συμβεί»
«Γαμώτο!»
«Ας δούμε ποιος είναι αυτή τη φορά. Ποιος είναι, παρακαλώ;»
«Εγώ είμαι, ο Τζάκος. Είστε αξιοπρεπείς; Μπορώ να μπω;»
Η Σελήνη γρυλίζει.
«Όχι. Είμαστε γυμνοί κι εγώ παίζω με το καβλί του. Φύγε!»
«Τι;»
Ο Άρης γελάει.
«Ντροπή σου, Γατούλα! Μην την ακούς, φίλε. Έλα μέσα!»
Ο Τζάκος ανοίγει την πόρτα και μπαίνει διστακτικά στο δωμάτιο.
«Καλημέρα»
Η Σελήνη μουγκρίζει.
«Μόνο για σένα. Τι θέλεις;»
Ο Τζάκος κοιτάζει τον Άρη κι εκείνος γνέφει καταφατικά.
«Θέλω να έρθεις μαζί μου»
«Πού;»
«Στο γραφείο»
«Γιατί;»
«Υπάρχουν κάποια χαρτιά που πρέπει να υπογράψεις για το μερίδιο σου στην εταιρεία. Δεν σου είπα ότι θα σου μεταβιβάσω το είκοσι τις εκατό των μετοχών;»
«Ναι, αλλά δεν μπορώ να το κάνω εδώ;»
«Όχι, κοριτσάκι μου. Μιλάμε για αρκετά εκατομμύρια. Πρέπει να υπογράψεις παρουσία συμβολαιογράφου και του Διοικητικού Συμβουλίου»
Αυτή γυρίζει στο πλάι, αγκαλιάζει τον Άρη και κρύβει το πρόσωπο της στο λαιμό του.
«Όχι σήμερα. Σήμερα θέλω να μείνω στο κρεβάτι όλη μέρα. Λύκε, πες του, σε παρακαλώ»
Ο Άρης της χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Έλα, ψυχή μου. Πρέπει να πας. Είναι πολύ σημαντικό. Σκέψου ότι αυτή είναι η κληρονομιά του πατέρα σου»
Ο Τζάκος βάζει τα μεγάλα μέσα.
«Και αν έρθεις μαζί μου, σου υπόσχομαι ότι μετά θα σε πάω για παγωτό Καϊμάκι με γλυκό του κουταλιού βύσσινο»
Στο άκουσμα και μόνο αρχίζουν να της τρέχουν τα σάλια.
«Στη Στάνη, στην Πλατεία Δημαρχείου στον Πειραιά;»
«Ναι»
Και ο Άρης της δίνει το τελειωτικό χτύπημα.
«Κι εγώ σου υπόσχομαι ότι αφού επιστρέψεις, θα περάσουμε την υπόλοιπη μέρα και όλη τη νύχτα γυμνοί στο κρεβάτι»
Αυτή τον κοιτάζει λιγωμένη.
«Μόνο εσύ και εγώ;»
«Ναι, Γατούλα. Μόνο εσύ και εγώ»
«Ουφ! Εντάξει! Πάω να ντυθώ, αλλά εσείς οι δύο δεν παίζετε τίμια. Με χειραγωγείτε χρησιμοποιώντας το σεξ και το φαγητό»
Αυτή σηκώνεται και πηγαίνει στην τουαλέτα. Ο Τζάκος ξεφυσάει με ανακούφιση.
«Παρά τρίχα!»
Ο Άρης σηκώνεται και φοράει την ρόμπα του.
«Ευτυχώς σήμερα είναι η τελευταία πρόβα γιατί κάτι αρχίζει να υποψιάζεται»
«Μόλις δει τι έχεις κάνει για εκείνη, θα τα ξεχάσει όλα. Αλλά μου χρωστάς»
«Το ξέρω»
Μόλις ο Τζάκος φεύγει με τη Σελήνη, ο Άρης τρέχει δίπλα, στο σπίτι του Οδυσσέα, όπου τον περιμένουν οι άλλοι για την τελευταία πρόβα.
~ ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΡΑΔΥ ~ ΓΥΡΩ ΣΤΙΣ ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ~
Το σπίτι είναι ήσυχο, βυθισμένο στην ησυχία της νύχτας. Όλοι κοιμούνται. Τα παιδιά στα δωμάτια τους, ο Τηλέμαχος στο δωμάτιο της Εύας και ο Άρης με την Σελήνη και την Λούνα στην κρεβατοκάμαρα τους. Είπα όλοι, ε; Μχμμμ! Γράψτε λάθος.
~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~
Η Μαίρη κοιμάται, όπως κάθε βράδυ, στην αγκαλιά του Τζάκου. Ξαφνικά, ανοίγει τα μάτια της. Είναι μούσκεμα στον ιδρώτα και νιώθει σαν όλο της το σώμα να καίγεται, ειδικά εκεί κάτω, στην κοιλιά και ανάμεσα στα πόδια της. Αυτή σηκώνεται απ' το κρεβάτι και πλησιάζει την μπαλκονόπορτα. Την ανοίγει κι αφήνει το αεράκι της νύχτας να δροσίσει το καυτό της κορμί.
«Θεέ μου! Τι είναι αυτό τώρα;»
Γυρίζει το κεφάλι της και κοιτάζει τον Τζάκο, αλλά το θέαμα δεν βοηθά στο παραμικρό την κατάσταση της. Αυτός είναι γυρισμένος στο πλάι και το σεντόνι που έχει μπλεχτεί στα πόδια του αφήνει ακάλυπτο τον γυμνό του σφιχτό πισινό.
«Πλάκα μου κάνεις! Ουγκ! Και μετά σου λένε ότι φταίει ο φονιάς!»
Αυτή επιστρέφει στο κρεβάτι, αλλά σταματάει στη μέση και χτυπάει το μέτωπο της.
«Ναι, ρε! Αυτό είναι! Ω, Θεέ μου! Η τελευταία φορά που μου συνέβη κάτι τέτοιο ήταν πριν από επτά χρόνια και μετά γέννησα την Εύα μου»
Με μια κραυγή, αυτή τρέχει και πηδάει πάνω στον Τζάκο κι αρχίζει να τον κουνάει απ' τους ώμους.
«Τζάκο, ξύπνα! Ξύπνα! Ξύπνα!»
Αυτός ανοίγει τα μάτια του, λίγο πανικόβλητος»
«Τι συμβαίνει; Τα παιδιά; Σεισμός; Φωτιά; Ο Αρμαγεδδών; Τι; Τι;»
«Τίποτα απ' αυτά. Μόνο εγώ»
Καθώς ο ύπνος φεύγει απ' το σώμα του και τα μάτια του προσαρμόζονται στο ξεθωριασμένο φως του φεγγαριού που μπαίνει απ' τα παράθυρα, βλέπει τη Μαίρη να τον κοιτάζει μ' ένα πονηρό χαμόγελο.
«Τι έγινε, ρε Μαίρη; Μου έκοψες την χολή!»
«Πρίγκιπα, μόλις το σιγούρεψα. Είμαι έγκυος!»
Τα μάτια του ανοίγουν διάπλατα.
«Και πώς το σιγούρεψες ...
Σηκώνει το κεφάλι και κοιτάζει το ρολόι στο κομοδίνο.
«... στις τέσσερις το πρωί;»
«Επειδή μόλις ξύπνησα με την αφόρητη επιθυμία να σε γαμήσω ανελέητα»
Αυτός αρχίζει να γελάει.
«Σιγά το νέο, Αγγελούδι μου. Εσύ έχεις αυτή την επιθυμία είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο»
Αυτή συνοφρυώνεται.
«Ναι, εντάξει, το παραδέχομαι, αλλά πότε συμβαίνει να χάνω τον ύπνο μου γι' αυτό;»
«Μόνο όταν ...»
Συνειδητοποιώντας τι ακριβώς συμβαίνει, αυτός κυλάει το σώμα του και την βάζει από κάτω του.
«Γαμώτο! Έχεις δίκιο. Αυτό συμβαίνει μόνο όταν είσαι έγκυος. Αχ, ψυχή μου!»
«Φίλησε με, Τζάκο»
Αυτός της δίνει ένα γρήγορο φιλί στα χείλη.
«Τι ήταν αυτό;»
«Προκαταβολή»
«Και πότε θα με ξοφλήσεις;»
«Αργότερα. Τώρα πρέπει να σιγουρευτούμε εκατό τις εκατό»
«Πώς;»
«Το τεστ εγκυμοσύνης που αγοράσαμε και δεν το χρησιμοποίησες γιατί ήταν πολύ νωρίς»
«Σωστά! Φύγε από πάνω μου. Πρέπει να κατουρήσω»
Αυτός γυρίζει κι εκείνη τρέχει στο μπάνιο. Λίγα λεπτά αργότερα, επιστρέφει με το τεστ στο χέρι.
«Τι έγινε;»
«Έλα, Πρίγκιπα. Δεν είσαι πρωτάρης. Ξέρεις ότι πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον τρία λεπτά»
«Σωστά»
Αυτή αφήνει το τεστ στο κρεβάτι και κάθεται στο πόδι του. Τρία λεπτά αργότερα, αυτός κοιτάζει το ρολόι του.
«Πέρασαν τα τρία λεπτά. Πρέπει να το ελέγξουμε»
«Τρέμουν τα χέρια μου. Κάντο εσύ»
«Γιατί εγώ;»
«Γιατί είσαι ο άντρας»
«Κι εσύ είσαι η γυναίκα. Πού μας οδηγεί αυτή η συζήτηση;»
«Ω! Εντάξει, θα το κάνω εγώ»
Αυτή παίρνει το τεστ και καλύπτει την οθόνη με τα δάχτυλα της. Αυτός βάζει το χέρι του πάνω στο δικό της και ξεσπάει σε γέλια.
«Σοβαρά τώρα; Τι στο διάολο μας έπιασε;»
«Έλα ντε! Έχουμε ήδη τρία παιδιά και συμπεριφερόμαστε σαν να είναι το πρώτο μας»
«Έλα, θα το κάνουμε μαζί»
«Όπως όλα τ' άλλα»
Αυτοί απομακρύνουν τα χέρια τους και κοιτούν την οθόνη, όπου η πολυπόθητη λέξη εμφανίζεται μπροστά στα μάτια τους. ΕΓΚΥΟΣ
«Τα καταφέραμε, Πρίγκιπα»
«Τα καταφέραμε, Αγγελούδι»
Αυτός βάζει το χέρι του στην κοιλιά της.
«Και γίναμε έξι»
«Γίναμε έξι»
Αυτός την βάζει κάτω και ξαπλώνει πάνω της.
«Όλα αυτά τα χρόνια το έχω πει ξανά και ξανά, αλλά πρέπει να στο ξαναπώ. Σ' ευχαριστώ, Μαίρη. Σ' ευχαριστώ για όλα»
«Δεν έχω δώσει περισσότερα απ' όσα έχω πάρει. Ό,τι έχω κάνει, το έχω κάνει μαζί σου. Δεν ήμουν τίποτα πριν από σένα»
Αυτοί μπλέκουν τα δάχτυλα τους.
«Σ' αγαπάω τόσο πολύ!»
«Κι εγώ σ' αγαπάω. Τόσο πολύ!»
«Πες μου. Χρειάζεσαι κάτι;»
«Το μόνο που θέλω και χρειάζομαι είσαι εσύ»
«Εδώ είμαι, μωρό μου, και θα είμαι πάντα εδώ»
«Κάνε μου έρωτα»
Με απαλές κινήσεις, χωρίς να σταματάει να φιλάει τα χείλη της, αυτός της βγάζει το εσώρουχο, το μοναδικό ρούχο που φοράει και μπαίνει μέσα της.
«Εσύ κι εγώ, Μαίρη, ενάντια στον κόσμο, για πάντα»
«Για πάντα, Πρίγκιπα μου»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro