Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

4. Λίγες μέρες πριν στον "Τομέα Μηδέν"

https://youtu.be/5bH-vUCVcsw

Άνοιξε τα μάτια της. Στο αρχικά θολό της βλέμμα σχηματίστηκε η εικόνα από το ταβάνι του διαδρόμου. Ζαλιζόταν έντονα. Έκανε μια προσπάθεια να κινηθεί αλλά διαπίστωσε ότι τα χέρια και τα πόδια της ήταν δεμένα με ιμάντες. Σήκωσε λίγο το κεφάλι της και κατάλαβε ότι βρισκόταν σε ένα κρεβάτι στον διάδρομο. Δεν είχε καμία αίσθηση του χρόνου και πόση ώρα είχε περάσει από την τελευταία "συνεδρία" της στα χέρια του Δημοσθένη Αρμάγου και των στενών συνεργατών του.

Η μνήμη της άρχισε να επανέρχεται σιγά-σιγά. Τα κενά καλύπτονταν, το παζλ σχηματιζόταν ξανά. Κάθε φορά μετά από το μαρτύριο και τις "θεραπείες" στα κτηνώδη χέρια του δυσκολεύονταν όλο και περισσότερο να επανέλθει σωστά στην πραγματικότητα.

Τα ψυχοφάρμακα που της χορηγούσαν για να την έχουν σε καταστολή, τα ηλεκτροσόκ όταν αντιστεκόταν αλλά και το ξύλο.

Από τότε που την μετέφεραν στον "Τομέα μηδέν" ήξερε ότι έφτανε στο τελευταίο στάδιο. Έτσι της είχε πει η Μαρία, μια σαρανταπεντάχρονη, κατ΄ ουσίαν κρατούμενη και αυτή σ' αυτό το ίδρυμα του τρόμου. Της είχε περιγράψει τον "Τομέα μηδέν" με τα μελανότερα χρώματα. Λίγο πριν την δει για τελευταία φορά. Έκτοτε εξαφανίστηκε. Λες και δεν υπήρξε ποτέ.

Ήταν στιγμές που το κουράγιο της και ο εαυτός της την εγκατέλειπαν και βούλιαζε στο τίποτα έτοιμη να γίνει αναλώσιμη νεκρή.

Όμως μέσα της, η φλόγα της ζωής δυνάμωνε για να τις χαρίσει δύναμη και σκέψεις να σταθεί στα λογικά της.

"Μ' αυτήν έχουμε τελειώσει !" άκουσε τη φωνή του Δημοσθένη Αρμάγου στο διπλανό γραφείο. Προφανώς μιλούσε στα στενά όργανά του. Την Μπέτυ Δαμασκηνού, την σαρανταοκτάχρονη επικεφαλής νοσηλεύτρια και τον Φώτη Δεβέλογλου, τον σαραντατριάχρονο "νοσοκόμο" στα χαρτιά αλλά βασανιστή στην πράξη. Τέντωσε τ' αυτί της όσο μπορούσε να ακούσει.

"Τι εννοείς ;" άκουσε μια γυναικεία φωνή να ρωτάει. Η Χοντρή φωνή της Δαμασκηνού.

"Ότι είχαμε να πάρουμε από δαύτη, το πήραμε. Δεν μας χρειάζεται πια. Ένα σαπάκι είναι που δεν αξίζει μήτε την βρωμοτροφή που της δίνουμε"

"Μα δεν καταλαβαίνω γιατί ;", ρώτησε η Δαμασκηνού.

"Υπάρχει μια λοίμωξη που είναι επικίνδυνη. Η επέμβαση δεν έκλεισε καλά και η υγεία των άλλων μερών είναι επισφαλής", της απάντησε και συνέχισε:

"Και ύστερα είναι και κάτι άλλο. Στη Βουλή έγινε επερώτηση για το ίδρυμα. Τα πράγματα δεν είναι καλά. Άμεσα θα έχουμε έλεγχο. Για αυτό φροντίστε να εξαφανίσετε όλα όσα είναι επικίνδυνα και καταλαβαίνετε καλά τι εννοώ"

Η Δαμασκηνού τον κοίταξε συναινετικά κατά πρόσωπο.

"Τι θα κάνουμε", ρώτησε ο Δεβέλογλου.

"Αυτό που ξέρεις καλά.", του είπε με βλέμμα παγωμένο.

"Πότε" ρώτησε ο Δεβέλογλου.

"Το συντομότερο, δεν έχουμε καιρό..."

Ο Δεβέλογλου έτριψε ξανά το πηγούνι του με εκείνο το εμετικό του ύφος.

"Ας με άφηνες να την γλεντήσω λίγο ακόμα..." ξέρασε το στόμα του.

Η Παγωμένη ματιά του καθηγητή Αρμάγου τον έκανε να επανέλθει αμέσως δηλώνοντας τη συμμόρφωσή του.

Η νεαρή κοπέλα πάγωσε από τρόμο. Η Προαναγγελία της δολοφονίας της ήχησε στα αυτιά της προκαλώντας σοκ. Άρχισε να τρέμει και να κλαίει εκεί πάνω στο φορείο. Ξαφνικά άκουσε βήματα. Έβγαιναν. Κάποιος πήγαινε προς το μέρος της. Άφησε τον εαυτό της να παριστάνει την αναίσθητη.

Ο Φώτης Δεβέλογλου, έσκυψε στο πρόσωπό της. Την κοίταξε λάγνα.

"Έλα μωρό μου και να δεις τι σου έχω για αργότερα....." μούγκρισε πάνω απ το κεφάλι της, "Θα καλοπεράσουμε οι δυό μας....".

Το κτηνώδες χνώτο του απλώθηκε σαν μίασμα στο πρόσωπό της. Ανατρίχιασε αλλά δεν έβγαλε άχνα. Έσυρε το φορείο σαν να ήταν κάρο στο βάθος του διαδρόμου. Μπήκε στο κελί της. Την έλυσε και την πέταξε σαν σακί στο κρεβάτι.

"Θα τα ξαναπούμε..." ακούστηκε η φωνή του καθώς έκλεινε την πόρτα.

Άνοιξε τα μάτια της. Αυτή τη φορά δεν έτρεμαν από φόβο. Ήταν ολάνοιχτα παγωμένα, γεμάτα μίσος και ένα βλέμμα που μύριζε θάνατο.

Τις επόμενες μέρες επικρατούσε μια θανάσιμη σιωπή στον "Τομέα Μηδέν". Η νεαρή κοπέλα είχε αφεθεί στην τύχη της. Αυτή τη φορά ήξερε ! Αλλά αυτή τη φορά περίμενε ! Ήταν ήδη ψυχικά προετοιμασμένη ! Όμως αυτή η αναμονή ήταν θανάσιμη. Την σκότωνε. Προσπαθούσε να μείνει ξάγρυπνη, σε εγρήγορση. Είχε βάλει κάθε ικμάδα απ τις αισθήσεις της σε συναγερμό να ακούσει την "επίσκεψη" που καρτερούσε. Ένιωθε σαν μελλοθάνατη στο κελί της. Τα νεύρα της είχαν διαλυθεί απ την αγωνία. Ήταν κάτι που την ξεπερνούσε αλλά ήξερε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.

Μέσα στο σκοτάδι εκείνης της νύχτας άκουσε τα βήματα. Πετάχτηκε απ το κρεβάτι. Οι παλμοί της καρδιάς της εξακοντίστηκαν στα όριά τους. Άκουσε το κλειδί στη πόρτα να γυρίζει. Ξάπλωσε στο κρεβάτι. Έριξε μια τελευταία ματιά κάτω απ το μαξιλάρι της. Το σκουριασμένο σιδερένιο κομμάτι που είχε αφαιρέσει από το μικρό παράθυρο της τουαλέτας ήταν εκεί σαν λεπίδα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και τράβηξε τη λεκιασμένη ρόμπα της ψηλά. Η γυμνή σάρκα των ποδιών της ήταν το δόλωμα που έπεσε κατάμουτρα στην κτηνώδη διάθεση του δεσμοφύλακά της.

Ο Δεβέλογλου μπήκε μέσα και κλείδωσε. Την είδε. Κοντοστάθηκε. Γρύλισε σαν βρωμερό κτήνος.

"Και τώρα οι δυό μας", της είπε αρρωστημένα και λάγνα. Την πλησίασε ξεκουμπώνοντας το παντελόνι του. Η κοπέλα πρόσεξε την μακριά λεπτή αλυσίδα με τα κλειδιά που έπεσε στο πλάι στο κρεβάτι της. Άπλωσε τα χέρια του με βλέμμα που έσταζε από βουλιμία. Του αντιστάθηκε με τρόπο ελεγχόμενο.

"Έλα μη μου κάνεις τη ζόρικη παλιο-σκρόφα ! Απόψε σου έχω κάτι ξεχωριστό, θα σε πάω σε ένα ταξίδι που δεν έχεις ξανακάνει μωρό μου..." της φώναξε μέσα στο αυτί της.

Εκείνη τον ένιωσε σαν το θάνατο που ψιθυρίζει το δολοφονικό του κάλεσμα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και κουλούριασε το σώμα της στο πλάι του. Το κτήνος αφέθηκε να μολεύει το σώμα της με τα χέρια του. Τα μάτια λάγνα και υγρά. Μήτε καν πρόλαβε να δει το σιδερένιο αιχμηρό κομμάτι που η Κατερίνα κάρφωσε στο λαιμό του βαθιά. Άρχισε να σφαδάζει. Τα χτυπήματά της ήταν μαζεμένα. Κάρφωνε το μεταλλικό σίδερο όπου εύρισκε στο κορμί του σαν λυσσασμένη. Έγιναν ένα κόκκινο κουβάρι πάνω στο κρεββάτι. Σε δευτερόλεπτα ένιωσε την αλυσίδα με τα κλειδιά του να τυλίγεται στο λαιμό του σφιχτά. Όλη η υστερία της, το πάθος της, μια βαθιά κρυμμένη αλλόκοτη βία βγήκε από μέσα της σε μια θανάσιμη θηλιά που έσφιγγε στο λαιμό του βασανιστή και επίδοξου εκτελεστή της.

Οι ρόλοι αντιστράφηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα. Το αίμα του Δεβέλογλου έβαφε τα πάντα στο κρεβάτι.

Έφυγε πάνω από το άψυχο κορμί του. Αφουγκράστηκε να ακούσει ταραγμένη. Τίποτα, σιωπή. Έριξε άφθονο νερό επάνω της να καθαρίσει τα ίχνη. Ύστερα έψαξε τις τσέπες του. Βρήκε το πορτοφόλι του. Αφαίρεσε το μεγαλύτερο μέρος από κάποια χαρτονομίσματα που βρήκε. Τα έβαλε στην τσέπη της.

"Τομάρια !" βρυχήθηκε πνιγμένα. "Τόσα χρόνια κομματιάζατε το κορμί μου, λίγα εικοσάευρα είναι φιλοδώρημα μπροστά σε αυτά που βγάλατε απ το αίμα μου !"

Πήρε τον αναπτήρα του. Μάζεψε τα σεντόνια του κρεβατιού με τα μαξιλάρια. Τον σκέπασε με αυτά. Έριξε μια ματιά έξω. Κανείς. Απόλυτη σιγή. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Έβαλε φωτιά στα σκεπάσματα και κράτησε ένα μαντήλι βρεγμένο στο στόμα της. Σε λίγο οι φλόγες με τον καπνό αντάριασαν τον "Τομέα Μηδέν".

Ανάμεσα στις φλόγες που ξεπηδούσαν κολασμένες και τους καπνούς που θόλωναν τα πάντα, μια ανθρώπινη φιγούρα ξεχύνονταν σαν φάντασμα στους διαδρόμους της κλινικής. Κρυμμένη από δωμάτιο σε δωμάτιο. Σε έναν χώρο που τον ήξερε με κλειστά μάτια, έχοντας μαρτυρήσει σ' αυτόν χρόνια, τρύπωσε μέσα στην σύγχυση και τις φωνές του φύλακα.

Σε λίγο η νύχτα τράβηξε στα σπλάχνα της τη μορφή της που χάθηκε τρέχοντας στα σκοτάδια της πόλης.

(Συνεχίζεται...)

Ένα αγρίμι στους δρόμους της πόλης. Φορτωμένο εφιάλτες και κακοποίηση. Στα πρόθυρα της τρέλας. Ποια μπορεί να είναι τα μονοπάτια της για τη συνέχεια;

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro