Κεφάλαιο 3
Τα μάτια της Άντα γουρλωσαν στην θέα του σκοτεινού όπλου. Το στόμα της στεγνωσε, οι λέξεις με δυσκολία έβγαιναν.
«ΜΗΗΗΗΗ.» φώναξε ο Μποραν. «Θα κάνω ότι θες απλά άφησε την...»
«Καλώς...» απαντάει γνωρίζοντας πως πέτυχε αυτό που ήθελε. «Φέρε μου τον γιο σου...» προσθέτει κοιτάζοντας τον στα μάτια, δειχνοντας του πως δεν αστιευεται.
«ΟΧΙ.» φώναξε η Αντα και την ίδια στιγμή η παλάμη του άντρα προσγειώθηκε πανω στο μάγουλο της κοπέλας.
«Οχι...» είπε ο Μποραν. Οσο και αν αγαπούσε την γυναικα του το νεογέννητο μωρο τους, ήταν ο καρπός του έρωτα τους.
«Καλως.» είπε ενω την ίδια στιγμή έπαιρνε στα χέρια του το κινητό του.
«Ζαιρα...Φερέ εδώ το μωρο...»
Τα μάτια του ζευγαριού γουρλωσαν στο άκουσμα του ονόματος της γυναίκας. Ευχόμενοι να μην είναι η φιλη τους. Κάθισαν σιωπηλοί καθόλη την διάρκεια της νύχτας. Ο Μποραν έριχνε κλέφτες ματιές προς την γυναικα του, η καρδιά του ραγιζε κάθε φορά που άκουγε τους λυγμούς της. Προσπάθησε να ελευθερωθεί ομως κάθε φορά το μόνο που κατάφερνε ήταν να γδερνει όλο και περισσότερο το δέρμα του.
«Άντα...Άντα σε παρακαλώ...μην..κλαις...δεν το αντέχω...»
Η Άντα σήκωσε το κεφάλι της και με δακρυσμένα μάτια του χαμογέλασε καθησυχαστικα.
«Σ αγαπώ...» ψιθύρισε λιγο πριν εισέλθει στον χώρο ο άντρας.
Κλάματα μωρού άρχισαν να ηχούν στον χώρο, ήταν τα κλάματα του δικού τους παιδιού. Τα δάκρυα στα μάγουλα της Άντας άρχισαν να κυλούν ακατάπαυστα, ενώ ο Μποραν φώναζε.
«Λοιπόν...το όνομα μου ειναι Γιόχαν...και απο εδω ο νέος μου γιος...» ξεκίνησε να λέει μόλις έφτασε λίγα μέτρα μπροστά από την Άντα. «Και αυτή...η νεα του μητέρα...» ειπε δείχνοντας την Ζαιρα...το άτομο που εμπιστεύονταν οσο τιποτα στον κόσμο. Τους είχε προδώσει με τον χειρότερο τρόπο.
Η Άντα άρχισε να παλεύει μεσα στα δεσμά της με αποτέλεσμα να γδάρει περισσότερο το δέρμα της. Δεν την ένοιαζε ομως. Οι φωνές της αντιδρούσαν σε ολο το κτήριο. Ηθελε να σώσει το παιδι της όπως κάθε μητέρα.
Απελπισμένη κοίταξε προς την μεριά του Μποραν. Το θέαμα που είδε μπροστά της εκανε την καρδιά της να σταματήσει.
Λίγα βήματα μπροστά του βρισκόταν ένας μαυροφορεμένος άντρας με την κανη του όπλου του στραμμένη πανω στον σύζηγό της. Το βλέμμα του Μποραν ήταν κενό καθώς κοιτούσε τον άντρα μπροστά του, το μονο που τον ένοιαζε ειναι η οικογένεια του.
«Ελα...» ειπε στον άγνωστο άνδρα, στου οποίου το πρόσωπο είχε χαραχτεί ένα βλοσυρό χαμόγελο.
«Μη» τον σταμάτησε ο Γιόχαν...«εχω μια...καλύτερη ιδέα...» συνέχισε κοιτώντας την Άντα.
Αφου έδωσε το μωρο στην Ζαιρα πήρε στα χέρια του το όπλο του αγνώστου άντρα και το έστρεψε προς αυτήν.
Τότε οι φωνές του Μποραν άρχισαν να ηχούν στον άδειο χώρο. Η καρδιά του έσπαγε σε χιλιάδες μικρά κομμάτια. Η Άντα απλά εκλεισε τα μάτια της, την στιγμή που ενας εκοφαντικος ήχος τρύπησε τα αυτιά της.
Φωνές άρχισαν να ηχούν στον χώρο. Μπροστά της εμφανίζονταν άνθρωποι με στολές, οι οποίοι έπιαναν έναν έναν τους άντρες του Γιόχαν. Την στιγμή ακριβώς που χαμογελούσε γεμάτη ανακούφιση στον άντρα της, τον είδε να πέφτει κάτω και σιγά σιγά να εμφανιζεται γύρω του μια λίμνη αίματος. Το χαμόγελο ακομα χαραγμένο στα χείλη του και τα μάτια του πλέον κενά την κοιτούσαν. Με μάτια γεμάτα δάκρυα η Άντα γύρισε το κεφάλι της απο την άλλη, ανίκανη να παρακολουθήσει αυτο το θέαμα.
Το σωμα της πονούσε ολόκληρο, οχι τοσο σωματικά οσο ψυχικά...
Η Άντα και ο γιος της, έζησαν εκείνη την νύχτα, ο Μποραν μεταφέρθηκε στο νοσοκομειο όπου δυστυχώς έχασε την μάχη με την ζωή.
Η γλυκειά σύζυγος έδωσε μια υπόσχεση πάνω από το κοιμισμένο πλέον σωμα του Μποραν, πως σύντομα θα πήγαινε να τον βρει. Κοίταξε για τελευταία φορά τον γιο της πριν τον αφήσει στα σκαλιά μιας οικογένειας που τοσο λαχταρούσε ένα μωρο. Άφησε το γράμμα πάνω στην κούνια του παιδιού...και όπως είχε υποσχεθεί πήγε να βρει τον Μποραν.
Το γραμμα ελεγε...
"Αγαπημένε μου γιε...
Δεν ξερω αν μπορώ να σε αποκαλώ ετσι πλέον... έχεις μια νεα οικογένεια που θα σου προσφέρει περισσότερα από ότι εγώ...ο πατέρας σου και εγω είμαστε πολυ χαρούμενοι και περήφανοι που σε έχουμε γιο μας...που ήσουν ο καρπός του έρωτα μας... πάντα θα σε σκεφτόμαστε...και περιμένουμε με αγωνία να σε ξανά πάρουμε στην αγκαλιά μας...μην βιαστείς όμως να έρθεις... κοντά μας...
Με αγάπη οι γονείς σου"
Το γράμμα δεν έφτασε ποτέ στον νεαρό, ο αέρας το πήρε μαζί του, ταξίδεψε στους ουρανούς μαζί με το αγαπημένο ζευγάρι.
Τελος
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro