Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Ένας Ρωμαίος για την Ιουλιέτα/ part 2

Το πρώτο τους φιλί αν και στιγμιαίο, ταυτόχρονα έκρυβε ένα αδέσμευτο πάθος και μία περιεκτικότητα, μία ανάγκη, μία δίψα. Στη συνειδητοποίηση, τα χέρια του Μικέλε ξεκίνησαν να τρέμουν και λίγο έλειψε το κεφάλι της Μαριάντζελα να βρεθεί σε μία αξιοπρεπή απόσταση από το πάτωμα. Η Νατάλια στη θέα τους, φυσούσε και ξεφυσούσε, σαν να μην είχε χωνέψει το ψέμα των ερωτευμένων, που με χάρη της είχαν ταΐσει. Το ζευγάρι που είχε μπροστά της, φαινόταν αμήχανο, σαν εκείνο το φιλί να περιείχε μέσα του κάποιο είδος ηλεκτρικής ενέργειας που τους τίναξε τη γλώσσα απότομα. Ύπουλη σαν ήταν, αποφάσισε να μην πει τίποτε, μα το θέμα θα το ερευνούσε στα κρυφά.

Η Μαριάντζελα καταριόταν από μέσα της τόσο τη μοίρα, όσο και τους μελλόνυμφους που αποτελούσαν ένα είδος Νέμεσις για εκείνη και ας μην υπήρξε μέχρι εκείνη τη στιγμή, αμαρτωλή και άδικη. Μπροστά της ο Μικέλε είχε κοκκινίσει ολόκληρος, υπογράφοντας ταυτόχρονα αυτόγραφα σε όλο το λυσσασμένο πλήθος του προσωπικού, εκτός από τον ταμεία που ήταν γένους αρσενικού και κοιτούσε υπό γωνία το νεαρό μοντέλο, σαν τον σκύλο που του είχαν μόλις μαρκάρει παράνομα την περιοχή. Αυτό που ακολούθησε, έπειτα από γερό ψάξιμο νυφικών σε όλα τα ακριβά και ακατάδεχτα μαγαζιά, ήταν ένα προσωρινό διάλειμμα, λίγο πριν την πραγματοποίηση της κατάδυσης, σε βαθιά και απάτητα νερά, που αφορούσαν το γεύμαστο οποίο θα παρευρίσκονταν στο σπίτι των θείων της. Ας ήταν καλά η μοναξιά της μητέρας της και η εμφανής αδυναμία που της είχε, αλλιώς η Ρώμη τώρα, δεν θα φαινόταν ούτε με τα κιάλια.

Η Νατάλια τους άφησε, πυροβολώντας τους ταυτόχρονα με εκείνα τα ανεξιχνίαστα βλέμματα, επιφορτισμένα με φαρμάκι και δυσπιστία, προκειμένου να επιστρέψει στο σπίτι για να ετοιμαστεί. Πιθανότατα ο Ένζο, είχε καταπατήσει κάθε θέλω του, κάθε κρυφό του πόθο να βρίσκεται ριζωμένος στην αγαπημένη του δουλειά, προκειμένου να κάνει το χατίρι της μέλλουσας γυναίκας του.

΄΄Τέτοιες τους χρειάζονται τελικά΄΄ σκέφτηκε η νεαρή σεφ.

Σαν έμειναν οι δυο τους ξανά και με δεδομένο πως είχαν τρεις ώρες στη διάθεσή τους μέχρι το πολύβουο τραπέζι, ο Μικέλε, περνώντας τα δάχτυλα του χεριού του νευρικά μέσα από τα μαλλιά του, της πρότεινε να πάνε μία βόλτα στους κήπους της Βίλας Μποργκέζε. Από εκεί, γνώριζε ακόμη ένα σημείο με πανοραμική θέα των υπέροχων τρούλων, καθώς και του μεγαλείου της Αιώνιας Πόλης. Η κοπέλα δεν του αρνήθηκε, αρχικά γιατί κατανοούσε πως του ήταν ιδιαιτέρως κουραστικό να είναι αναγνωρίσιμος παντού και αφετέρου, αν υπήρχε κάτι που της έλειπε από τη ζωή της στο πολυσύχναστο Μιλάνο, αυτό ήταν η επαφή της με τη φύση. Καθώς οι κήποι οι συγκεκριμένοι είχαν εννέα εισόδους, εκείνοι επέλεξαν την πιο κοντινή. Το θέαμα, αν και ελαφρώς φθινοπωρινό, με αρκετά γυμνά δέντρα, που έκρυβαν μία μελαγχολία, ήταν παράλληλα αρμονικό και γαλήνιο. Ιταλικοί και αγγλικοί κήποι, λίμνες και σιντριβάνια, περίτεχνα αγάλματα, αιωνόβια δέντρα και κρήνες, πλαισίωναν έναν υπέροχο χώρο όπου οι Ρωμαίοι επισκέπτονταν συχνά για χαλάρωση.

Η Μαριάντζελα καθώς βάδιζαν, κρυφοκοιτούσε τα ζευγάρια, τα οποία αγκαλιασμένα γελούσαν αμέριμνα, ή απολάμβαναν ένα μεσημεριάτικο πικνίκ. Η καρδιά της ξεκίνησε να χτυπά σε περίεργους ρυθμούς, σε σημείο που ασυναίσθητα, την άγγιξε με το χέρι της. Το χειρότερο από όλα ωστόσο, δεν ήταν απλώς η μελαγχολία της μπροστά στις ρομαντικές εκδηλώσεις των γύρω της, αλλά το γεγονός πως η σκέψη της φτερούγιζε στον νεαρό που βάδιζε ακριβώς δίπλα της, ανέμελος και αδαής για όλες τις ζυμώσεις που λάμβαναν χώρα στα άδυτα του μυαλού της. Ο Μικέλε δεν ήταν καθόλου βέβαιος για τον αν έπρεπε να αναφερθεί στο θέμα του φιλιού. Για λίγο ξερόβηξε, θέλοντας να σπάσει την καταραμένη ησυχία που επικρατούσε ανάμεσά τους.

«Εμ, σχετικά με αυτό που συνέβη στο μαγαζί...» έκανε την αρχή και η Μαριάντζελα ίδρωσε. Αυτό ήταν! Επιθυμούσε να δικαιολογηθεί καθώς το είχε μετανιώσει και ήταν απολύτως λογικό. Όμως, αυτή τη φορά, εκείνη θα είχε το επάνω χέρι.

«Μην ανησυχείς καθόλου! Γνωρίζω φυσικά πως είναι στα πλαίσια του θεάτρου του παραλόγου που έχουμε κληθεί να παίξουμε και να επιπλέον, να πρωταγωνιστήσουμε κιόλας. Ήθελα μάλιστα να σε ευχαριστήσω γι' αυτό. Με έσωσες μπροστά στα αδηφάγα μάτια της παρεξήγησης που έχω για ξαδέλφη. Ευτυχώς που ήμουν καλή στην ισορροπία ωστόσο και δεν αμολήθηκα στη χνουδωτή τους μοκέτα σαν καρπούζι» του γρύλισε ελαφρώς στο τέλος.

«Η αλήθεια αγχώθηκα και γι' αυτό» δικαιολογήθηκε ο Μικέλε «Βλέπεις ο γάμος, ε, όπως και να το κάνουμε, είναι αγχωτικός» προσπάθησε να το σώσει.

«Έννοια σου και σε νιώθω απόλυτα. Ειδικά εσύ θα αισθάνεσαι σαν τον κώνο, που όλες παλεύουν να του περάσουν τον χαλκά» κρυφογέλασε για να τον δει να την μιμείται αναγκαστικά.

Μεταξύ τους, ακόμη δεν είχαν ρίξει τους τοίχους. Εκείνη πίστευε πως για έναν άνδρα σαν τον Μικέλε και με την ηλικία κιόλας που είχε, η λέξη δέσμευση, θα ήταν άγνωστη. Φυσικά, κάπου εκεί καιροφυλαχτούσε και μία δόση αλήθειας, αλλά για τους αντίστροφους λόγους. Ο Μικέλε δεν είχε δεσμευτεί ποτέ του, από φόβο πως όποια τον πλησίαζε, σύμφωνα κιόλας με την εμπειρία του, συνήθως ήταν για επιφανειακούς λόγος διασημότητας ή εμφάνισης. Οι κύκλοι του τις πλείστες των φορών, του έφερναν υποψήφιες από τον χώρο της μόδας, πράγμα που ενδυνάμωνε τόσο την άποψη της Μαριάντζελα, όσο και τη δική του.

Έχοντας σταθεί ανάμεσα από τα νεαρά πεύκα, στον λόφο Πίντσιο, με τον γλυκό ήλιο του μεσημεριού να μεσουρανεί, μα να μην επαρκεί η λάμψη του για να ζεστάνει τα ανθρώπινα σώματα, οι δυο τους αγνάντευαν την απεραντοσύνη της πόλης. Ο καθένας επιθυμούσε να επιλέξει σωστά την επόμενη κουβέντα και κίνησή του.

«Ξέρεις, όταν ήμουν πολύ μικρός, πίστευα στον έρωτα» έκανε την αρχή δίχως να την κοιτάζει.

«Νομίζω πως όλοι μας, όταν ήμασταν παιδιά, αγαπούσαμε με μεγαλύτερη ευκολία καθώς βλέπαμε πιο καθαρά. Τότε, ήταν όλα αγνά, επομένως, αν κάπου χάριζες την παιδική σου καρδιά, άξιζε τον κόπο»

«Οι γονείς μου, έζησαν τον έρωτά τους στα όρια. Η μητέρα μου ήταν Εβραία και οι γονείς της, τους οποίους δεν γνώρισα ποτέ, ήταν αντίθετοι στον γάμο της, καθώς είχε αποφασίσει να βαπτιστεί Χριστιανή. Εκείνη ωστόσο, δεν έκανε λεπτό πίσω. Διεκδίκησε τον πατέρα μου...» ξεκίνησε να της εξομολογείται.

«Και τι άλλαξε στην πορεία;» ρώτησε η κοπέλα.

«Το χρήμα. Όλος ο έρωτας και η αγάπη, κάπου χάθηκαν ανάμεσα στη χρηματική αξία και τη διασημότητα. Την ιστορία τη γνωρίζω από τον παππού μου. Όσο ήμουν μικρός λοιπόν, βαστούσα το κεράκι της ελπίδας αναμμένο, μέχρι που εισήλθα και γω στον ίδιο χώρο και κατάλαβα πολλά»

Αεράκι φύσηξε, το οποίο μαζί του μετέφερε μία ανατριχίλα εξαιτίας της χαμηλής του θερμοκρασίας, σε συνδυασμό με το γεγονός πως βρίσκονταν σκαρφαλωμένοι σε ύψωμα. Τα μάτια του, καρφώθηκαν στη φιγούρα της που πάλευε να κρύψει επιμελώς ένα τρέμουλο. Δίχως λέξεις, την πλησίασε με το πρόσωπό του σκυμμένο σχεδόν κατά γης. Αρχικά, προσπάθησε με αυτόν τον τρόπο να ψυχολογήσει τις αντιδράσεις της. Το ίδιο της το σώμα θα μιλούσε στη θέση της αν υπήρχε πρόβλημα. Το δεξί του χέρι, ακούμπησε ελαφρώς τη μέση της και την κατηύθυνε στην αγκαλιά του.

Το σώμα του εξέπεμπε μία θερμότητα. Αρχικά, οι μύες της συσπάστηκαν ελαφρώς εξαιτίας της αρχικής αμηχανίας. Κατόπιν, αφέθηκε στην κίνησή του, μέχρι που το πρόσωπό της ακούμπησε στον ώμο του. Σχεδόν μπορούσε να νιώσει τους γοργούς χτύπους της καρδιάς του, ενώ το υπέροχο, ανδρικό του άρωμα, ξέθαβε συναισθήματα επικίνδυνα, παγωμένα για αρκετό καιρό στον χρόνο. Είχαν φτάσει και οι δύο στο σημείο, που διαρκώς υπερπηδούσαν τα προσωπικά τους διλήμματα. Τα πρόσωπά τους, ήταν μερικά εκατοστά μακριά και αν υπήρχαν τείχη και αμφιβολίες, τα μάτια τους ήταν εκείνα που ομολογούσαν όλη την αλήθεια. Ο Μικέλε παραμέρισε μία τούφα που έπεφτε στο πρόσωπό της. Το χαμόγελό του, έκρυβε μέσα του μία κάποια τρυφερότητα. Η Μαριάντζελα το διέκρινε, ωστόσο έσπευσε να προσγειώσει τον εαυτό της, προτού να ήταν αργά. Ο Μικέλε ήταν διάσημος, είχε βρεθεί με τις πιο όμορφες γυναίκες, δίχως ψεγάδια. Τότε τον είδε, διακόπτοντας τις σκέψεις της, να πλησιάζει και να απιθώνει ένα φιλί προστατευτικό στο μέτωπό της. Ευθύς, περίμενε να δικαιολογηθεί, ωστόσο εκείνος συνέχισε να της χαμογελά, δίχως την παραμικρή εξήγηση.

Ο γυρισμός, έμοιαζε πιο άνετος, καθώς στροβιλίζονταν και γελούσαν, τρέχοντας στα πλακόστρωτα δρομάκια της Ρώμης. Η Μαριάντζελα ήξερε πολύ καλά πως όφειλε να εξοπλιστεί με υπομονή. Το τραπέζι αυτό, έμοιαζε με την μαρτυρική κάθοδο προς τον Κάτω Κόσμο. Η ίδια, ντύθηκε σχετικά απλά. Αυτό την χαρακτήριζε, καθώς όπως της υπενθύμιζε η Νίνα συχνά, ο χαρακτήρας της ο ανοιχτός ήταν εκείνος που αντικειμενικά άστραφτε, πέρα και πάνω από κάθε στολίδι. Ο Μικέλε ήταν πάντοτε κομψός, σε σημείο που με την άκρη του ματιού της, είδε την μητέρα της να είναι έτοιμη να χειροκροτήσει. Σωστά, θέατρο έπαιζαν.

«Μα, είστε τόσο όμορφοι!» αναφώνησε «Σαν μοντέλα»

«Πολύ χαίρομαι που κρατάμε στιβαρά την λέξη σαν» ήρθε η απάντηση της Μαριάντζελα, η οποία ανατρίχιαζε και μόνο στη σκέψη του ερωτευμένου ζεύγους που λίαν συντόμως θα αντίκριζε.

Λογής λογής κακουργήματα περνούσαν από το μυαλό της, όλα τους με πρωταγωνιστή τον Ένζο. Στην περίπτωσή της, σκεφτόταν να αναλάβει η ίδια ας πούμε τον στολισμό του μπουκέτου και συγκεκριμένα με μπιγκόνιες, στις οποίες ήταν αλλεργικός εκείνος. Καθώς στον γάμο αλά ιταλικά, ήταν έθιμο ο γαμπρός να το δωρίζει στην νύφη, ως το τελευταίο του δώρο πριν την τελετή και μέσω ενός κοντινού του φίλου, το βέβαιο ήταν πως μέχρι να το ξεφορτωθεί στην παράδοση, θα είχε φτάσει στο σημείο να αλλάξει δέρμα. Υπήρχε ωστόσο και η επιλογή της λεβάντας,που ήταν τρομερή μελισσομαζόχτρα, με αποτέλεσμα η Νατάλια που είχε φοβία, θα του την σέρβιρε κατευθείαν στο κούτελο για εκδίκηση. Λύσεις υπήρχαν μυριάδες, όρεξη για εκδίκηση αναμφίβολα και οι παρήγορες αυτές σκέψεις την οδήγησαν μέχρι το κατώφλι. Ξεροβήχοντας προκειμένου να συνέλθει, χτύπησε το κουδούνι, με τον Μικέλε και την μητέρα της ξωπίσω. Η θεία της την υποδέχτηκε με το χαμόγελο της γάτας του Τσεσάϊρ και τους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας στολισμένους στα μαλλιά της.

«Καλωσήρθες!» την αγκάλιασε με τα στρουμπουλά της χέρια, μα το βλέμμα της ευθύς καρφώθηκε στον πανέμορφο νεαρό που την συνόδευε. Της ήταν οριακά αδύνατο να το πιστέψει, μα να που ο Μικέλε Μπαρτολίνι, το διάσημο μοντέλο, στεκόταν μπροστά της, σαν δεσμός της ανιψιάς της. Σοβαρός, προσωρινός, τίποτε δεν ήταν βέβαιο και εκείνη θα χαιρόταν να το ανακαλύψει.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro