Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Ένα ταξίδι στα σκαριά /part 1

   ΄΄Πώς γίνεται ο έρωτας που έχει τα μάτια του δεμένα, να βρίσκει στα τυφλά, όσα έχει  επιλεγμένα;΄΄

Ο έρωτας μονάχος του, δεν φέρνει στα σίγουρα την ευτυχία, μα αποτελεί ένα ισχυρό όπλο της ψυχής, προκειμένου να νιώσει για λίγο πως αιωρείται σε έναν ακαθόριστο χωροχρόνο. Η ευτυχία είναι στιγμές. Είναι εκείνη η ποσότητα αλατοπίπερου που κάποτε χρησιμοποιείται, συμπληρώνοντας τέλεια τις κατάλληλες συνταγές. Η Μαριάντζελα έχοντας σπουδάσει την ευτυχία του ουρανίσκου, μπορούσε έστω και λίγο να καταλάβει και να εκτιμήσει τη γεύση που είχαν εκείνες οι μικρές στιγμές, που αν κανείς τις τοποθετούσε στον χάρακα της αιωνιότητας, ίσως τελικά να κατέληγε να αναθεωρήσει πολλά. Η ίδια είχε αναθεωρήσει για την ακρίβεια τα πάντα, όταν ο πατέρας της έφυγε από τη ζωή στα ξαφνικά, στον ύπνο του από εγκεφαλικό επεισόδιο με την κοπέλα να τον ανακαλύπτει νεκρό . Λίγο καιρό αργότερα, ήρθε και ο χωρισμός της με τον Ένζο, ο οποίος έκανε την ίδια με εκείνη δουλειά και όσες φορές του είχε προτείνει να ανοίξουν κάτι μαζί, εκείνος απέφευγε τη συζήτηση. Οτιδήποτε αφορούσε την κοινή τους πορεία, θαβόταν με τρόπο εκ μέρους του. Εξαιτίας των απαιτητικών ωραρίων, βλέπονταν σπάνια, εκείνος ξενυχτούσε στην δική του κουζίνα, μέχρι που η Μαριάντζελα, δεν άντεχε να ζει άλλο στη μετριότητα. Το τέλος ήταν οριστικό και εκείνη αφοσιώθηκε στη δουλειά.

Η Νίνα πολλές φορές την πείραζε, πως ήταν αδιανόητο να ζει στη χώρα του έρωτα, κοντά στην πηγή του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και να είναι πιο μόνη και από τις ΄΄αδερφές΄΄ στα μοναστήρια. Αυτή τη στιγμή, συγύριζε την κουζίνα, όταν η κολλητή της εισέβαλε, κουνώντας επιδεικτικά τα χέρια της δεξιά και αριστερά.

«Δεν είχα ιδέα πως το ψαρονέφρι με τα σταφύλια θα έκανε τέτοιο πάταγο. Λες να έφταιγαν οι πατάτες που το συνόδευαν;» διερωτήθηκε η Μαριάντζελα βλέποντας τον ενθουσιασμό της φίλη της, για να δει τελικά να κοντοστέκεται άκεφα.

«Άφησε για μία φορά στην άκρη τις απανταχού συνταγές. Σου έχω νέα! Εξαιτίας της εργατικότητάς μας, το αφεντικό μας έκανε δώρο εισιτήρια για το αποψινό σόου του Μπαρτολίνι!» σχεδόν τσίριξε.

«Και γιατί να παρακολουθήσω αυτό το νούμερο; Επίτηδες το έκανε το αφεντικό. Εγώ σου λέω πως συνέβη το αντίθετο. Κάποια συνταγή μου πήγε λάθος και αυτό είναι η πληρωμή του» γρύλισε.

«Καλή μου φίλη, σταμάτα να διακατέχεσαι από μανία καταδίωξης. Οι θέσεις ήταν μετρημένες και ειδικά οι πρώτες. Ο άνθρωπος θυσιάστηκε για εμάς» έσκουξε η Μαριάντζελα.

«Τον άτιμο! Μας έβαλε και πρώτη θέση; Αλίμονο, μην χάσουμε την καλτσοδέτα του Μπαρτολίνι και δεν την δούμε από την καλή και την ανάποδη»

«Ντύσου, στολίσου, αρωματίσου με ντιορ, καθώς η αύρα μας αυτή τη στιγμή, μεταφέρει μαζί της βραστό κουνελάκι, σελινόριζα και τα αποκαΐδια του τσελεμεντέ»

Πίστεψε για λίγο πως μία άτιμη μοίρα την είχε δέσει με αυτόν τον Μπαρτολίνι. Ίσως όσα χρόνια κυκλοφορούσε στο εξωτερικό, να μην αποτελούσε απειλή. Από τη στιγμή όμως που διέκοψε εκείνη τη, αποθεοτική φωτογράφισή του στο Ναβίγκλι, ήταν σαν να την είχε καταραστεί το κινητό της τηλέφωνο για την άδοξη κατάληξή του στα νερά των καναλιών. Βγάζοντας την ειδική ποδιά που φορούσε, χτενίζοντας ανάλαφρα τα μαλλιά της και ανανεώνοντας το μακιγιάζ της, έβαλε και την τελευταία πινελιά στα χείλη της, σφραγίζοντάς τα με ένα τριανταφυλλί κραγιόν. Ψιθυρίζοντας προσευχές από μέσα της, άρπαξε το μπράτσο της φίλης της, η οποία περήφανα οδήγησε μέχρι τον κατάφωτο χώρο επίδειξης. Ο κόσμος έκανε ουρά κυριολεκτικά, ενώ απαστράπτουσες δεσποσύνες νιαούριζαν μπροστά στη θέα της γιγαντοαφίσας του Μικέλε.

«Λες και βρίσκομαι στο καρναβάλι της Βενετίας» σχολίασε η Μαριάντζελα, η οποία ούτε που τολμούσε να στρέψει το βλέμμα της στην αφίσα. «Ακόμη και σε έντυπη μορφή, το βλέμμα του το νιώθω επάνω μου» ψιθύρισε στο αφτί της φίλης της.

«Το παν είναι να τον χορτάσουμε ολοζώντανο να σείεται και να άγεται....»

«Σαν να θαλασσοπνίγεται» την έκοψε η Μαριάντζελα που κατόρθωσε να περάσει από τους πρώτους, καθώς η πρόσκλησή της, ήταν για τα σημαντικά και ξεχωριστά πρόσωπα.

Εντοπίζοντας τη θέση της, κάθισε με φόρα λες και την είχαν σπρώξει. Με τρόπο ίσιωσε το φόρεμά της, παλεύοντας ταυτόχρονα να βεβαιωθεί πως το ντιορ υπερίσχυε του βραστού και ατυχούς τετράποδου που είχαν μαγειρέψει. Καθώς ανακοινώθηκε, ο Μικέλε θα άνοιγε το σόου για ακόμη μία φορά.

«Έχει φωταγωγηθεί ο τόπος πάντως. Κοίταξε πόσοι φωτογράφοι» της έδειξε η φίλη της.

«Είναι για να πιάσουν τη σωστή γωνία του Μπαρτολίνι» σχολίασε ξανά η Μαριάντζελα.

«Συμπαθείς ιδιαίτερα τον Μικέλε» άκουσε μία ανδρική φωνή δίπλα της, ευγενική και λεπτή. Για λίγο ένιωσε το πρόσωπό της να φλέγεται, φοβούμενη πως έχει υποπέσει σε κάποιου είδους ατόπημα, προσβάλοντας το είδωλο ακόμη ενός αιθεροβάμονα θαυμαστή. Προσεκτικά, έστρεψε το πρόσωπό της προς τα δεξιά, για να αντικρίσει έναν γλυκό και χαμογελαστό νεαρό, ο οποίος για λίγο φάνταζε παράταιρος σε σχέση με το περιβάλλον γύρω του. Φορούσε ένα απλό, κυανό πουκάμισο με σκούρο παντελόνι κοστουμιού. Τα μαλλιά του αποτελούνταν από ανέμελες μπούκλες, οι οποίες κάλυπταν ελαφρώς το μέτωπό του, τονίζοντας δύο ζεστά καστανά μάτια. Το δίχως άλλο, ήταν μία ευγενική, πράα φυσιογνωμία.

«Από πού το συμπεραίνεις αυτό;» τον ρώτησε τρέμοντας.

«Θα έλεγα, πως αν ρίξεις μία ματιά στον γυναικείο πληθυσμό που κάθεται, ειδικά στις πρώτες θέσεις, θα καταλάβεις τι εννοώ. Οι μισές ακροβατούν στα όρια των αντοχών τους» την πείραξε.

«Θα είμαι ειλικρινής και θα αναρωτηθώ τον λόγο, που έχουν θεοποιήσει τον συγκεκριμένο άνθρωπο»

«Εγώ χαίρομαι που εσύ δεν το έκανες. Θα έλεγα πως οι άνθρωποι δεν έχουμε ανάγκη από θεοποίηση, μα από κατανόηση» της είπε για να δουν τα φώτα όλα να σβήνουν σιγά σιγά από τον γύρω χώρο και τον διάδρομο της πασαρέλας να μετατρέπεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

Η Μαριάντζελα ψαχούλεψε νωχελικά την τσάντα της για αρκετή ώρα, προκειμένου να εντοπίσει το καθρεφτάκι διόρθωσης, όπως το αποκαλούσαν με την Νίνα. Το χέρι της είχε κάνει μία μακριά κατάδυση στα άδυτα λημέρια του γυναικείου αξεσουάρ, όταν τη στιγμή που το σόου άνοιγε και τα χειροκροτήματα αρχινούσαν, εκείνη κατόρθωσε μετά βασάνων να το αρπάξει και να το ανοίξει. Τη στιγμή που το είδωλό της, ξεκίνησε να της χαμογελά, ένα άτιμο, γυναικείο χέρι ξέφυγε από το πίσω κάθισμα επάνω στον ενθουσιασμό, με αποτέλεσμα το καθρεφτάκι να εκσφενδονιστεί στην πασαρέλα, τη στιγμή που το πέλμα του Μπαρτολίνι ετοιμαζόταν να πατήσει το έδαφος. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, όλα συνέβησαν με την ταχύτητα του φωτός. Μία κραυγή ξέφυγε από τα χείλη της Μαριάντζελα, ενώ παράλληλα ο Μικέλε ένιωσε τη γη να υποχωρεί και να τον υποδέχεται το ψηλοτάβανο κτήριο. Το κεφάλι του ετοιμάστηκε βιαίως να συγκρουστεί με το πάτωμα, όταν το χέρι της Μαριάντζελα τινάχτηκε μπροστά και τον πρόλαβε.

Για λίγο έμεινε ξαπλωμένος, σε κατάσταση απόλυτης ταραχής, με τον Έντι να ορμά μπροστά από τα παρασκήνια κραυγάζοντας. Για λίγο επικράτησε αναστάτωση, όταν το οργισμένο του βλέμμα καρφώθηκε σε μία Μαριάντζελα που κυριολεκτικά είχε λουστεί στον ιδρώτα, ενώ το αποτύπωμα των χειλιών της είχε μείνει να στολίζει το πάτωμα εξαιτίας του πεσίματός της.

«Πάλι εσύ!» φώναξε.

«Σιωπή! Αν δεν ήταν ο γυναικείος αίλουρος, θα ψάχναμε να εντοπίσουμε τη φαιά ουσία σου στο πάτωμα!» τον μάλωσε ο Έντι.

«Αίλουρος; Τρωκτικό να λες καλύτερα!» γκρίνιαξε εκείνος, όταν την είδε να μαζεύει το καθρεφτάκι κακήν κακώς. «Δικό σου ήταν αυτό;» τη ρώτησε παλεύοντας να φανεί ψύχραιμος.

«Να σου εξηγήσω, εγώ δεν είχα την πρόθεση να...»

«Να απογειώσεις την καριέρα μου με αυτόν τον τρόπο! Προφανώς και όχι! Εσύ ζεις και αναπνέεις για να με βλέπεις να κατακρημνίζομαι!» της φώναξε.

«Έχουμε γίνει κυριολεκτικά θέαμα..» ψιθύρισε ο Έντι στον Μικέλε.

«Κανένα πρόβλημα. Για να μιλήσω στην γλώσσα της κατσαρόλας, την οποία και κατανοεί άψογα, τοποθετώ το κερασάκι στην τούρτα, που με μεγάλη επιδεξιότητα με κέρασε και απόψε!»

«Μικέλε! Αρκετά!» άκουσε τον νεαρό με τις ανάλαφρες μπούκλες να φωνάζει.

Η Μαριάντζελα είχε σκεβρώσει κυριολεκτικά στη θέση της, πεσμένη ακόμη άκομψα στην πασαρέλα, σαν να γυάλιζε τον διάδρομο.

«Αδερφέ, μην προσπαθείς να την δικαιολογήσεις» γκρίνιαξε ο Μικέλε και η Μαριάντζελα ταράχτηκε. ΄΄Είχε αδερφό και μάλιστα πονόψυχο; Πού στην ευλογία τον έκρυβε τόσο καιρό; Μάλλον δεν επιθυμούσε να χαλάσει την αψεγάδιαστη εικόνα του απόλυτου κακού με οικογενειακές τάσεις φιλανθρωπίας΄΄ σκέφτηκε.

«Την είδα, αδερφέ. Δίπλα μου καθόταν. Κυριολεκτικά ήταν ατύχημα, το οποίο όπως είδες προσπάθησε να διορθώσει»

«Μήπως να συνεχίσουμε το σόου και να αφήσουμε κατά μέρος τη φαρσοκωμωδία;» ακούστηκε η βροντερή φωνή του υπεύθυνου, ο οποίος θα εγκλώβιζε όσους περισσότερους ρεπόρτερ μπορούσε, προκειμένου να μην έβγαινε πρωτοσέλιδο σε όλα τα περιοδικά κατωτέρας αρχικά κατηγορίας, η τούμπα του Μπαρτολίνι.

Ο Μικέλε αποχώρησε σαν μαινόμενος ταυρος και η Μαριάντζελα κάθισε ξανά στη θέση της για να αντικρίσει μία Νίνα κατακόκκινη από το γέλιο. Ο νεαρός δίπλα της ξερόβηξε μερικές φορές, προσφέροντάς της ένα ποτήρι με νερό.

«Μη στεναχωριέσαι. Αυτά στη ζωή, είναι εκείνες οι μικρές πινελιές διασκέδασης, που ενώ τώρα φαντάζουν ντροπιαστικές και αφόρητες, κάποτε θα τις θυμάσαι και θα τις αφηγείσαι στους φίλους σου ή στα παιδιά σου και θα γελάς. Ο αδερφός μου δεν κρατά κακία. Μπορεί στους γονείς μας που βρίσκονται λίγο παρακάτω, να μην άρεσε το θέαμα, όμως ποιος νοιάζεται;» της χαμογέλασε.

«Πραγματικά δεν είχα ιδέα πως ο Μικέλε είχε αδερφό» του είπε.

«Δεν είμαι του χώρου και γενικά αποφεύγω τη δημοσιότητα. Δεν μου αρέσει. Θα έλεγα πως είναι η πρώτη φορά που πραγματικά παίρνω τον λόγο μπροστά σε όλο αυτό το κοινό»

«Σε ευχαριστώ που με υπερασπίστηκες. Με τον αδερφό σου δεν τα πάμε καλά, όμως δεν θα έφτανα ποτέ στο σημείο να του βάλω τέτοια ύπουλη τρικλοποδιά» ξεφύσησε εκείνη.

«Δεν χρειάζεται να μου δίνεις εξηγήσεις. Το ξέρω πως είσαι ντόμπρο άτομο» την καθησύχασε, ωστόσο εκείνη η τελευταία πρόταση, ήχησε με μία παράξενη σιγουριά εκ μέρους του λες και γνωρίζονταν πολύ καιρό.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro