Κεφάλαιο 18
Το πρωί όταν σηκώθηκα ντύθηκα και βγήκα στο σαλόνι με τα πράγματα μου
«Έλενα σε παρακαλώ κάτσε λίγο να το συζητήσουμε», άκουσα τη μητέρα μου να λέει παραπονεμένη
«Δεν έχω να συζητήσω τίποτα. Το κάνατε και οι δύο ξεκάθαρο, ειδικά ο "πατέρας" μου, ότι δεν έχω πια θέση εδώ μέσα», είπα νευριασμένη κάνοντας κίνηση με τα χέρια μου
«Καλά σου λέει Άννα. Έκανε την επιλογή της κι επομένως θα υποστεί και τις συνέπειες των πράξεων της, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει καμία θέση εδώ μέσα. Την πόρτα αυτή θα τη βρίσκει κλειστή», είπε ο πατέρας μου σαν να είχα κάνει κάποιο βαρύ έγκλημα
Στο άκουσμα αυτών των λέξεων, άνοιξα την πόρτα κι αφού βγήκα από το σπίτι, την έκλεισα πίσω μου με δύναμη. Εκείνη τη στιγμή δεν ένιωθα τίποτα άλλο, παρά μόνο πόνο, τόσο σωματικό όσο και ψυχικό
Κατέβηκα τις σκάλες με δυσκολία μέχρι που έφτασα στην εξώπορτα. Τώρα ξεκινάει μια καινούργια ζωή. Ωστόσο, ήδη εμφανίζονται αρκετές δυσκολίες. Τώρα που θα μείνω;
Το πρώτο άτομο που μου ήρθε στο μυαλό εκείνη την ώρα ήταν ο Μάριος. Αν δεν με στηρίξει το αγόρι μου σε εκείνη τη δύσκολη στιγμή ποιος θα με στηρίξει;
Ξεκίνησα για το σπίτι του Μάριου, το οποίο δεν ήταν πολύ μακριά από εδώ. Ωστόσο, ο πόνος στο σώμα μου από το ξύλο που έφαγα χθες δεν βοηθούσε και πολύ. Τα πλευρά μου, και γενικότερα ο κορμός μου, πονούσαν ακόμα.
Όταν έφτασα απέξω, χτύπησα το κουδούνι και περίμενα να ανοίξει. Μετά από λίγο εμφανίστηκε αγουροξυπνημένος
«Συγγνώμη κοιμόσουν;»
«Ναι, αλλά δεν πειράζει. Όλα καλά;», με ρώτησε κι έπεσα στην αγκαλιά του μένοντας μέσα σε αυτή για ώρα
Μετά από λίγο με άφησε και το βλέμμα του έπεσε στην βαλίτσα δίπλα μου
«Γιατί κρατάς βαλίτσα;», ρώτησε απορημένος
«Μπορώ να περάσω; Θα στα πω όλα», είπα διστακτικά κι έκανε στην άκρη για να μπω
Πήγαμε στο σαλόνι και κάθισα στον καναπέ κι εκείνος κάθισε δίπλα μου
«Λέγε τώρα τι συμβαίνει. Γιατί εξαφανίστηκες χθες μετά τη συναυλία;», είπε ανήσυχος κι εγώ άρχισα να του εξηγώ τι συνέβη μετά τη συναυλία
Εκείνος είχε μείνει να με κοιτάζει χωρίς να λέει τίποτα. Όταν τελείωσα εκείνος ήρθε κοντά μου και με έβαλε στην αγκαλιά του αφήνοντας μου ένα φιλί στο κεφάλι
«Αχ ρε Έλενα πως έμπλεξες έτσι! Τι θα κάνεις τώρα;»
«Δεν ξέρω κι έχω τρελαθεί. Θα μπορούσα να μείνω εδώ;», τον ρώτησα στεναχωρημένη και αναστατωμένη
«Φυσικά και μπορείς να μείνεις. Αν δεν σε φιλοξενήσω εγώ σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, τότε ποιος θα το κάνει;», είπε και με έβαλε ξανά στην αγκαλιά του
«Κάτσε να σε βοηθήσω με τα πράγματά σου», είπε και πήρε τη βαλίτσα στα χέρια του και την σήκωσε ανεβαίνοντας τις σκάλες
Όταν μπήκαμε στο δωμάτιο άφησε τη βαλίτσα και κάθισε στο κρεβάτι
«Οι γονείς σου θα είναι εντάξει με αυτό;», ρώτησα το αυτονόητο
«Οι γονείς μου δεν ζουν εδώ», είπε κι έμεινα να τον κοιτάζω
«Μα εσύ είπες ότι απλά έλειπαν για λίγο καιρό»
«Σου είπα ψέματα. Εδώ και 2 χρόνια μένω μακριά από τους γονείς μου, διότι εκείνοι έχουν μετακομίσει στο εξωτερικό κι εγώ δεν ήθελα να τους ακολουθήσω, οπότε έμεινα πίσω»
«Και πως συντηρείσαι αυτά τα χρόνια;», ρώτησα το προφανές γονατίζοντας μπροστά του
«Οι γονείς μού στέλνουν χρήματα και ενίοτε η μητέρα μου με επισκέπτεται, οπότε όσο μπορούν με βοηθάνε. Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό δεν ασχολούνται καθόλου μαζί μου», είπε κι έσκυψε το κεφάλι του
«Έλα ρε αγάπη μου μην στεναχωριέσαι», είπα κι έπιασα το πρόσωπό του με τα χέρια μου και τον φίλησα
Τότε εκείνος με κόλλησε πάνω του και με φίλησε παθιασμένα. Με έπιασε από τη μέση και με έβαλε να καθίσω πάνω του. Τότε χτύπησε το τηλέφωνό μου
«Μην το σηκώσεις!», μου είπε ξέπνοα
«Μπορεί να είναι κάτι σημαντικό», είπα και κατέβηκα από πάνω του και πήγα να πάρω το κινητό μου
Το πήρα στα χέρια μου και είδα ότι καλούσε ο Μίνωας. Την κατάλληλη στιγμή πήρε τηλέφωνο
"Έλα Μίνωα"
"Έλενα ευτυχώς σε βρήκα! Είσαι καλά;", τον άκουσα να ρωτάει ανήσυχος
"Ας τα λέμε καλά", είπα διστακτικά
"Τι έγινε;"
"Μπορείς να τα πούμε από κοντά;"
"Ναι φυσικά. Έλα στο στούντιο", είπε και το έκλεισα
«Ποιος ήταν;», ρώτησε ο Μάριος καχύποπτα
«Ο Μίνωας ήταν»
«Και τι ήθελε;», ρώτησε ελαφρώς νευριασμένος
«Ήθελε να δει αν είμαι καλά. Ανησύχησε που εξαφανίστηκα έτσι χθες. Αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί νευριάζεις», είπα απόλυτα φυσιολογικά
«Γιατί νιώθω ότι ο Μίνωας μπαίνει πάντα ανάμεσα μας»
«Μάριε γίνεσαι παράλογος!»
«Ώστε γίνομαι παράλογος τώρα, που αντί να καθίσεις μαζί μου και να βγάλουμε μια άκρη, κανονίζεις να βρεθείς με τον Μίνωα;», είπε με ανεβασμένο τον τόνο της φωνής του
«Ο Μίνωας, και γενικότερα το Wnc, είναι οικογένεια μου. Λογικό είναι να θέλει να ξέρει τι μου συμβαίνει»
«Πότε πρόλαβαν να γίνουν οικογένειά σου; Ούτε έναν μήνα δεν είσαι μαζί τους»
«Ναι, αλλά μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα μου έχουν σταθεί όσο κανένας άλλος», είπα ενώ είχε ανεβεί ο τόνος της φωνής μου
«Ε τότε πήγαινε να μείνεις μαζί τους!», φώναξε
«Ξέρεις κάτι έχεις δίκιο! Εκεί έπρεπε να είχα πάει από την αρχή», είπα και πήγα να πάρω τη βαλίτσα στα χέρια μου
«Έλενα περίμενε δεν το εννοούσα!», είπε ο Μάριος τρομαγμένος
Εγώ δεν τον άκουσα, αλλά πήρα τη βαλίτσα στα χέρια μου και βγήκα από το δωμάτιο
«Έλενα σε παρακαλώ μείνε!», φώναξε αλλά συνέχισα να προχωράω
«Έλενα συγγνώμη σ' αγαπώ!», φώναξε ξανά και τότε έμεινα παγωμένη στη θέση μου
Εκείνη την ώρα δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Έπρεπε να γυρίσω και να τον πάρω αγκαλιά ή να φύγω; Τελικά γύρισα προς εκείνον και τον πήρα αγκαλιά
«Κι εγώ σ' αγαπώ», είπα και τον φίλησα
«Δεν πρόκειται να σου φερθώ έτσι ποτέ ξανά!», είπε και με κράτησε στην αγκαλιά του
«Πάω στους άλλους τώρα», είπα και βγήκα από την αγκαλιά του
Βγήκα από το σπίτι του και ξεκίνησα για το στούντιο. Όταν έφτασα χτύπησα το κουδούνι κι άνοιξε η Μαρσό
«Έλενα ευτυχώς σε βλέπουμε! Όλα καλά;», με ρώτησε η Μαρσό ανήσυχη
«Να περάσω μέσα πρώτα και θα σας τα πω», είπα και η Μαρσό έκανε στην άκρη, για να μπω μέσα
Όταν μπήκα μέσα, οι υπόλοιποι κάθονταν στους καναπέδες. Μόλις με είδαν, πήραν μια έκφραση ανακούφισης και ο Μίνωας ήρθε και με αγκάλιασε. Ύστερα κάθισα δίπλα του κι άρχισα να λέω τι συνέβη μετά τη συναυλία
«Έλενα σου είχα πει πως ό,τι και να συμβεί εμείς θα είμαστε δίπλα σου. Έπρεπε να μας είχες μιλήσει νωρίτερα γι' αυτό το θέμα», είπε ήρεμα ο Μανώλης
«Θα έρθεις να μείνεις μαζί μας», είπε η Μαρσό
«Δεν χρειάζεται. Θα μένω με το αγόρι μου»
«Καλά όπως νομίζεις. Πάντως να ξέρεις η πόρτα μας θα είναι πάντα ανοιχτή για σένα»
«Βγάλε τη μπλούζα σου!», είπε ο Μίνωας και τον κοίταξαν όλοι με περιέργεια, ενώ εγώ ένιωσα άβολα
«Μίνωα τι λες στην κοπέλα!», είπε ο Μανώλης με αυστηρό τόνο
«Να βγάλει τη μπλούζα της να δούμε τα τραύματα. Μπορεί να χρειάζεται νοσοκομείο η κοπέλα», είπε ο Μίνωας θιγμένος
Τότε έβγαλα διστακτικά τη μπλούζα μου με τρεμάμενα χέρια. Όλοι κοίταζαν ανήσυχοι και τρομαγμένοι. Μάλλον τα τραύματα ήταν πολύ έντονα
«Πρέπει να την πάμε να κάνει εξετάσεις!», είπε ο Μίνωας με τον τρόμο και την ανησυχία να φαίνονται τόσο στη φωνή του, όσο και στο βλέμμα του
«Μίνωα νομίζω γίνεσαι υπερβολικός», είπε ο Δημήτρης
«Τι υπερβολικός; Δεν βλέπεις τις πληγές της;», φώναξε ο Μίνωας θυμωμένος
«Καλά σου λέει ρε Δημήτρη! Οι πληγές της φαίνονται πολύ έντονες, για να μην είναι σοβαρά», είπε η Μαρσό εξίσου ανήσυχη
«Ηρεμήστε λίγο δεν χρειάζεται να πάω νοσοκομείο. Απλές πληγές είναι να περάσουν», είπα προσπαθώντας να τους ηρεμήσω
«Έλενα δεν ακούμε κουβέντα! Θα πάμε τώρα στο νοσοκομείο. Δημήτρη έλα μαζί μου», είπε ο Μίνωας με ύφος που δεν σηκώνει αντιρρήσεις
«Είπα όχι!», φώναξα κι έμειναν όλοι να με κοιτάζουν
«Συγγνώμη, αλλά με όλα όσα έχουν συμβεί μου βγαίνει επιθετικότητα», είπα πιο μαζεμένα αυτή τη φορά
«Δεν πειράζει Έλενα, λογικό είναι. Αν δεν θες να πας νοσοκομείο, δεν θα σε πιέσουμε», είπε ο Μανώλης
«Ναι Έλενα συγγνώμη αν σε έκανα να αισθανθείς άσχημα», είπε ο Μίνωας και με έκανε ακόμα μία αγκαλιά
Την υπόλοιπη ώρα κάθισα μαζί τους και προσπαθούσα να ξεχαστώ. Μετά από πολλή ώρα γύρισα στον Μάριο
Αν σας άρεσε, αφήστε ψήφο και σχόλιο
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro