Το σπίτι μου και το σπίτι σου/part 2
Στη φωτό ο Φιλίπ
Ο ιερέας κοίταξε την Ελοντί ξεφυσώντας και η κοπέλα φάνηκε βαθιά προβληματισμένη.
«Πατέρα μου, ποιος θα μπορούσε να θεωρεί βάρος ένα μωρό; Θέλω να πω, πως τα παιδιά είναι ευλογία και από το λίγο που έχω καταλάβει, ο Φιλίπ είναι ένα άτομο προικισμένο και ιδιαίτερο. Για παράδειγμα, ζωγραφίζει υπέροχα, έχει ταλέντο σε αυτό» του είπε και ο πάτερ της έδειξε το σημείο που βρισκόταν ο Εσταυρωμένος, ψηλά στον τρούλο.
«Όλο αυτό, το ζωγράφισε εκείνος. Είχαμε την συμφωνία να έρχεται στα κρυφά, όταν τυπικά η εκκλησία ήταν κλειστή. Φυσικά του είχα εμπιστοσύνη και τον άφησα. Εξάλλου, με κάποιον μαγικό τρόπο, πάντα κατόρθωνε να βρίσκει την έξοδο» πρόφερε ο πατέρας Αυγουστίνος και οι δυο τους βάδισαν στο εσωτερικό του ναού για να θαυμάσει η κοπέλα από κοντά, το αριστούργημα με τους χιλιάδες Αγγέλους.
«Τι συνέβη πραγματικά στο χωριό;» ρώτησε τον πάτερ, ελπίζοντας πως επιτέλους θα έπαιρνε μία απάντηση.
«Συνέβη ένα φαινόμενο, γνωστό και ως ρατσισμός, που έλαβε ωστόσο μεγέθη παράνοιας. Βλέπεις οι κλειστές κοινωνίες, δεν συγχωρούν και δεν αποδέχονται ό,τι δεν καταλαβαίνουν. Ο Φιλίπ, δεν ήταν ποτέ ένα παιδί σαν όλα τα υπόλοιπα. Δεν ήταν εκείνο το γλυκό και στρουμπουλό, πάλλευκο μωράκι. Από την ημέρα που ήρθε στον κόσμο, στο πρόσωπό του ήταν ζωγραφισμένες δύο όψεις. Η Κόλαση και ο Παράδεισος. Η μία πλευρά του προσώπου του, ήταν πάντοτε παραμορφωμένη, σαν να είχε πάθει βαθιά και σοβαρά εγκαύματα. Η άλλη όψη, αντικατόπτριζε έναν πανέμορφο, νεαρό πλέον άνδρα. Ωστόσο, όταν ήταν το πολύ δύο ετών, οι γυναίκες τον κοιτούσαν περίεργα. Απέφευγαν να πλησιάσουν τη γιαγιά και το αγοράκι, ενώ κάποια παιδιά στη θέα του, έβαζαν τα κλάματα. Έκτοτε, και παρά τις δικές μου συμβουλές και τα παρακάλια, εκείνη αποφάσισε πως θα ήταν καλύτερο για το παιδί, να μην έρχεται σε επαφή με άλλους, ώστε να πάψουν να τον χλευάζουν εξαιτίας της εμφανισιακής του ιδιομορφίας. Μέσα από την απουσία του λοιπόν, κεντήθηκε μία ιστορία. Ο Φιλίπ, ο οποίος είχε πλήρη γνώση και κατανόηση της διαφορετικότητάς του, φοβήθηκε την ανθρώπινη επαφή, καθώς σύμφωνα και με τα λεγόμενα της γιαγιάς του, οι άνθρωποι θα του έκαναν κακό και εκείνος έπρεπε πάντοτε να ακροβατεί στις σκιές για ασφάλεια. Όπως λοιπόν καταλαβαίνεις, ύψωσε γύρω του ένα τείχος άμυνας, κυκλοφορούσε μονάχα τα βράδια, ήταν αόρατος για όλους, μα παραδόξως, όλοι τον ένιωθαν κοντά τους. Αυτό καλλιέργησε τον φόβο και την καχυποψία γύρω από το πρόσωπό του, για να οδηγηθούμε στο αποτρόπαιο συμβάν εκείνης της νύχτας. Ποτέ μου δεν πίστεψα πως ο Φιλίπ κάηκε. Ο άνθρωπος αυτός ήταν προικισμένος ακροβάτης, ταχυδακτυλουργός, αίλουρος. Είχε μάθει να κινείται μαγικά ανάμεσα στον κόσμο, ώστε να μην γίνεται αντιληπτός» έκανε μία παύση καθώς η Ελοντί τον κοιτούσε άναυδη.
«Αυτό....είναι φρικτό» ψιθύρισε σχεδόν ίσα για να ακουστεί. «Κάθε άνθρωπος έχει ίσα δικαιώματα στη ζωή και αξίζει να ονειρεύεται και να ζει φυσιολογικά δίχως να τον προσδιορίζει η εξωτερική του εμφάνιση» του είπε και το πρόσωπο του ιερέα φωτίστηκε με ανακούφιση.
«Αυτός είναι και ένας λόγος που αδημονούσα να σε γνωρίσω και να σου μιλήσω. Είσαι ένα πλάσμα με φωτεινή καρδιά και ξέρεις, η καλοσύνη είναι μία δύναμη ισχυρή που πηγάζει μέσα από την ψυχή μας. Είναι αναγνωρίσιμη από χιλιόμετρα μακριά, αποτυπώνεται στα χαρακτηριστικά μας. Εσύ λοιπόν, μπορείς να βοηθήσεις τον Φιλίπ να δει τον εαυτό του και τον κόσμο διαφορετικά» της είπε και για λίγο εκείνη ξαφνιάστηκε.
«Σας ευχαριστώ πολύ για τα όμορφα λόγια, και για την εμπιστοσύνη που δείχνετε στο πρόσωπό μου, μα νομίζω πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Πρώτον, γιατί ο Πιέρ, ο δεσμός μου, έχει δει με ιδιαίτερο φόβο και καχυποψία τον Φιλίπ, αναπτύσσοντας μία άποψη που διόλου αντιβαίνει στις απόψεις των υπόλοιπων του χωριού και δεύτερον, γιατί ο ίδιος ο Φιλίπ δεν θα έλεγα πως με συμπαθεί ιδιαίτερα. Σήμερα το πρωί, συνέβη ένα άσχημο περιστατικό. Καταλάθος, ανακάλυψα τον τόπο κατοικίας του. Είναι σαν να έχει χτίσει ένα σπίτι μέσα στο σπίτι. Έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο με σκαλωσιές και διαδρόμους που του δίνει την ευχέρεια να κινείται στους χώρους και άμεσα και κρυφά και ανενόχλητα. Αυτό του δίνει και την ιδιότητα του φαντάσματος στα μάτια των ενοικιαστών. Καθώς τον ακούνε, αλλά ποτέ δεν προλαβαίνουν να τον δουν» τελείωσε η κοπέλα και ο πατέρας Αυγουστίνος κρυφογέλασε.
«Είναι πανούργος ο μικρός. Εξαιτίας της επίθεσης που δέχτηκε από τον κόσμο, τους άφησε να πιστεύουν πως κάηκε ζωντανός, ώστε να πάρει έπειτα την εκδίκησή του με την μορφή και το θρύλο του φαντάσματος, έτσι ώστε να τους κρατά όλους σε έναν διαρκή φόβο. Σαν άνθρωπος, δεν τολμώ να τον αδικήσω, ποιος θα το έκανε άλλωστε; Σαν εκπρόσωπος όμως του Θεού, έχω να πω πως το συναίσθημα της εκδίκησης κρατά την ψυχή δέσμια και υποταγμένη σε ποταπά συναισθήματα, που την βαστούν μακριά από την αληθινή ευτυχία. Γι' αυτό σου ζητώ, αν επιθυμείς, να τον αποδεσμεύσεις εσύ από αυτόν τον φαύλο κύκλο, ώστε να αποκατασταθεί και η ηρεμία σε αυτόν τον μικρό Παράδεισο όπως αξίζει να ονομάζεται το Λουρμαρέν» τελείωσε ο ιερέας και η κοπέλα αναστέναξε.
«Δεν μπορώ να σας υποσχεθώ τίποτε, όμως θα προσπαθήσω» απάντησε και χαιρετώντας τον εγκάρδια, βγήκε από την εκκλησία με προορισμό το σπίτι της, για να συναντήσει στον δρόμο της τον Ναπολεόν.
«Χαιρετώ την νέα κάτοικο του χωριού. Έχουμε βγάλει φρέσκα κρουασάν με πορτοκάλι που ξέρω πως αρέσουν και σε εσένα και στον Πιέρ» της είπε καλοσυνάτα.
«Ειλικρινά σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που μας σκεφτόσαστε με την κυρία Ναταλί. Όλα σας τα προϊόντα είναι λαχταριστά και υπέροχα. Θα περάσω λίγο αργότερα, καθώς αισθάνομαι κουρασμένη» του είπε και ο άνδρας κοντοστάθηκε για λίγο μπροστά της.
«Σας θαυμάζω να ξέρετε για την υπομονή σας. Έχετε αντέξει πολύ καιρό μέσα σε εκείνη την Κόλαση. Έχω φτάσει σε σημείο να πιστεύω πως το φάντασμα σας έχει αγαπήσει. Μην εμπιστεύεστε όμως την δήθεν καλή του διάθεση. Είναι ένα πνεύμα σατανικό και μοχθηρό. Μιας που πηγαίνεις στην εκκλησία κοπέλα μου, ίσως ένας αγιασμός να σώσει αυτό το καταραμένο σπίτι και μαζί και τις ψυχές μας και το μέλλον μας που διαγράφεται ζοφερό» είπε στην κοπέλα, ωστόσο εκείνη για κάποιον λόγο δεν ήθελε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τον Φιλίπ.
Προτιμούσε όλοι να τον θεωρούν νεκρό, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα τον κρατούσε ασφαλή, μακριά από τα αδηφάγα και κακόβουλα βλέμματα των ανθρώπων. Αρκέστηκε λοιπόν σε ένα αμήχανο χαμόγελο κατανόησης των λεγομένων του και περπάτησε μονάχη της μέχρι το σπίτι. Είχε περίπου μία ώρα στη διάθεσή της μέχρι να επιστρέψει ο Πιερ.
Τακτοποιώντας λίγο περισσότερο τον χώρο, ετοίμασε το μεσημεριανό γεύμα και δεν παρέλειψε να αφήσει ένα κομμάτι και για τον Φιλίπ όπως πάντα σε μία σκοτεινή γωνιά.
«Γιατί;» ήρθε μία ερώτηση έπειτα από λίγο, που αντιλάλησε στον χώρο, κάνοντάς την να χαμογελάσει «Γιατί μου αφήνεις φαγητό;» την ρώτησε ο νεαρός.
«Για να μην χρειάζεται να τριγυρνάς τα βράδια στο χωριό» του απάντησε χαμογελαστά.
«Αυτό ξέχνα το. Όλοι τους θα πληρώσουν με το πιο ακριβό νόμισμα για την συμπεριφορά τους απέναντί μου. Ωστόσο, να πεις στην φίλη σου την Ζακελίν, πως άδικα μου αφήνει φαγητό. Δεν θα το πάρω ποτέ. Το δικό της χέρι δεν πέταξε σπίρτο αναμμένο στη στέγη μου, αλλά νερό για να σβήσει την πυρκαγιά»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro