Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Η Παγίδα/part 4

Στο άκουσμα αυτής της κουβέντας, εκείνη σταμάτησε για λίγο την περιποίηση και τον κοίταξε στα μάτια. Για πρώτη της φορά δεν ήξερε πώς να αντιδράσει. Η προηγούμενή της σχέση, ανήκε εκτός από την σφαίρα του παρελθόντος, σε μία υπερβολικά μικρή ηλικία. Σήμερα ωστόσο, απέναντί της δεν είχε έναν έφηβο, αλλά έναν άντρα με τον οποίο ήταν τρελά ερωτευμένη.

«Ντεάν..» προσπάθησε να του πει, ωστόσο εκείνος με πολύ αργές κινήσεις και χαμογελώντας της γλυκά ξεκίνησε να την φιλά απαλά στα χείλη. Μπορούσε να καταλάβει πως η κοπέλα ήταν αγχωμένη και ήθελε να κάνει τα πάντα για να την βγάλει από την δύσκολη θέση. Έξω ο ήλιος έδυε και από το μισάνοιχτο παντζούρι, μία ροδαλή λάμψη τρύπωνε φωτίζοντας το σπίτι παραμυθένια. Εκείνη, είχε γονατίσει μπροστά του, ανταποκρινόμενη σε αυτό το ζεστό και απαλό φιλί, μέχρι που για λίγο τραβήχτηκε κοιτάζοντάς τον με ανησυχία. «Πονάς μήπως;» τον ρώτησε και εκείνος την κοίταξε ελαφρώς αινιγματικά.

«Λιγάκι, αλλά ο πόνος είναι γλυκός στην περίπτωση αυτή» της είπε και αφού σηκώθηκε με λίγο κόπο, της έπιασε το χέρι για να την οδηγήσει στην κρεβατοκάμαρά της. Όσο όμορφο και αν έμοιαζε το φιλί του σούρουπου, συνοδευόταν και από την ψύχρα των τελευταίων ημερών του φθινοπώρου.

«Ξέρεις...εγώ δεν έχω προχωρήσει με κάποιον ως τώρα» του εξομολογήθηκε και την κοίταξε έκπληκτος. Ευθύς σταμάτησε την πορεία που είχε χαράξει και πήρε και τα δύο της χέρια στα δικά του.

«Έπρεπε να μου το πεις νωρίτερα, να προχωρήσω πιο αργά. Συγγνώμη, δεν ήξερα, δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση» της είπε και κίνησε να φύγει και πάλι προς το σαλόνι, όταν η Ζακελίν τον σταμάτησε.

«Αν υπήρχε κάποιος με τον οποίο θα ήθελα να μυηθώ στον κόσμο του έρωτα, αυτός είσαι εσύ» του πέταξε πονηρά και εκείνος γέλασε, κάνοντάς την να κοκκινίσει ολόκληρη.

«Αυτό θα το μαγνητοφωνήσω για τις στιγμές που θα επιθυμείς διακαώς να μου πετάξεις κάποιο αντικείμενο στο κεφάλι» την πείραξε και την ένιωσε που πέρασε το χέρι της μέσα από τα μαλλιά του.

Κάπου εκεί, οι κουβέντες έπαψαν, για να πάρουν τον λόγο τα σώματα. Παρά το τραγικό συμβάν που τον είχε βρει, ο Ντεάν ήταν ευτυχισμένος στην αγκαλιά της γυναίκας για την οποία ένιωθε πεταλούδες στο στομάχι όποτε την αντίκρυζε. Οι κινήσεις του ήταν αργές, καθώς ήθελε να απολαμβάνει το κάθε λεπτό μαζί της δίχως καμία αμφιβολία.

«Σ'αγαπώ» της ψιθύρισε, προτού την φιλήσει τρυφερά.

Στον αντίποδα της δικής του εκδήλωσης συναισθημάτων, στεκόταν ένας Φιλίπ που ακροβατούσε ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι. Ήταν μία ψυχή φοβισμένη, που αδυνατούσε να εκδηλώσει όλα εκείνα τα συναισθήματα που φώλιαζαν στην ψυχή του, είτε ήταν θετικά, είτε αρνητικά. Ώρες ώρες, έμοιαζε με ηφαίστειο προσωρινά ανενεργό που καραδοκούσε την κατάλληλη στιγμή για να κάνει μία έκρηξη τόσο ισχυρή, ικανή να θάψει κάτω από την λάβα μία ακόμη Πομπηία. Έχοντας εγκαταλείψει το μικρό του καταφύγιο, βάδιζε μέσα στο δάσος σαν ένα φάντασμα ξεχασμένο από την μοίρα του, χαμένο ίσως από τον τελικό του προορισμό. Ακολουθώντας παράλληλη διαδρομή με τα σπίτια του χωριού, βρήκε την Ελοντί να περπατά και εκείνη, ενώ ταυτόχρονα είδε έναν νεαρό του χωριού να την σταματά και να της μιλά.

Τα μάτια του, είχαν καρφωθεί επάνω τους για αρκετές ώρες, σκεπτόμενος πως αυτό θα ήταν το σωστό. Να γνωρίσει επιτέλους έναν νεαρό ανάλογο εκείνου που είχε μπροστά της και ο οποίος κατά πώς φαινόταν την έλουζε κυριολεκτικά με κομπλιμέντα, μιας που στο τέλος της πρόσφερε ένα λουλούδι από εκείνα που είχε κόψει και που δέσποζαν στο καλάθι που είχε μπροστά του. Στο θέαμα αυτό, η καρδιά του σκίστηκε στα δύο και σαν το αγρίμι έτρεξε να φωλιάσει για ακόμη μία φορά στη σιγουριά που του πρόσφερε το σκοτάδι του εσωτερικού του διαμερίσματος. Κάπου εκεί κουλουριάστηκε στο γνωστό, ξύλινο τραπέζι ενώ στο δεξί του χέρι βρισκόταν ένα μεγάλο κομμάτι σπασμένου καθρέπτη. Για λίγα λεπτά το έστρεψε προς το μέρος του και εκείνο καθρέπτισε την σακατεμένη του πλευρά. Ένα δάκρυ κύλησε από τα κυανά του μάτια και το κομμάτι γυαλί τοποθετήθηκε επάνω στον καρπό του, ακριβώς στο σημείο που ήταν οι φλέβες του.

΄΄Ίσως και να είναι καλύτερα έτσι. Για ποιόν λόγο να παλεύω άδικα να επιβάλω την παρουσία μου σε έναν κόσμο που με φτύνει;΄΄ σκέφτηκε και μία κρυφή χαρά πλημμύρισε άξαφνα την καρδιά του, πως ίσως ετοιμαζόταν να κάνει την πιο σωστή κίνηση που είχε σκεφτεί ποτέ του. Ένα απόκοσμο, τρελό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του και εκείνος παίρνοντας μία βαθιά εισπνοή ξεκίνησε να χαράζει τον καρπό του, ενώ άλικο αίμα κυλούσε σαν λεπτό ρυάκι αργά στην αρχή, πιο έντονα στην πορεία, όσο προχωρούσε η διαδικασία βασανιστικά.

Η Ελοντί είχε μόλις μπει στο σπίτι, αναζητώντας τον. Φώναζε το όνομά του ξανά και ξανά, ενώ ένα παράξενο προαίσθημα είχε κάνει κατάληψη στην ψυχή της για πρώτη φορά. Παρά το γεγονός πως δεν υπήρχε κανένας εμφανής λόγος ανησυχίας, εκείνη ένιωθε την απουσία του Φιλίπ παράξενη, παρά τα λόγια που είχαν ανταλλάξει μεταξύ τους την τελευταία φορά. Ανεβαίνοντας στον επάνω όροφο και κατευθυνόμενη στον διάδρομο, άνοιξε ελάχιστα το σημείο από όπου ήξερε πως ξεκινούσαν τα σύνορα ενός άλλου κόσμου και συνέχισε να φωνάζει το όνομά του, δίχως ωστόσο να παίρνει καμία απολύτως απάντηση.

Τότε και χωρίς καμία δεύτερη σκέψη, γλίστρησε στο εσωτερικό και ξεκίνησε να ακροβατεί σε αυτές τις ομολογουμένως επικίνδυνες, μεταλλικές σκάλες, μονάχα για να την υποδεχτεί ο αιώνιος, σκοτεινός και απόκοσμος διάδρομος με τις κρεμασμένες μάσκες της Βενετίας να δεσπόζουν στους τοίχους. Βάδιζε σχετικά γρήγορα, καθώς πλέον γνώριζε τον δρόμο, μονάχα για να φτάσει στο άνοιγμα και να αντικρύσει ένα θέαμα που την έκανε να ουρλιάξει. Ο Φιλίπ βρισκόταν πεσμένος στο πάτωμα, με το χέρι του μουσκεμένο στο αίμα, αναίσθητος, δίπλα από μία αναποδογυρισμένη καρέκλα. Με τον πανικό να της επιτίθεται με ορμή, έτρεξε κοντά του και πάλεψε με ό,τι κουρέλια έβρισκε, να δέσει πολύ σφιχτά το σημείο του καρπού, ώστε να σταματήσει την αιμορραγία. Κάπου εκεί, προσπάθησε να σκεφτεί τι να κάνει. Με όση δύναμη της απέμενε, ξεκίνησε να τον σέρνει, για να κατορθώσει τρία τέταρτα αργότερα, να τον ανεβάσει αργά στην κρεβατοκάμαρά της, καθώς από τον σφυγμό του είχε καταλάβει πως ανέπνεε.

Η αιμορραγία είχε σταματήσει και εκείνη ετοίμασε μία ζεστή σούπα λαχανικών για να τον τονώσει τη στιγμή που θα έβρισκε ξανά τις αισθήσεις του. Δυστυχώς για εκείνον, δεν ήξερε αν έπρεπε να φωνάξει γιατρό, ή ποιόν μπορούσε να εμπιστευθεί από αυτό το μέρος. Έτσι, επέλεξε να τον βοηθήσει μονάχη της, καθώς από ό,τι φάνηκε δεν είχε γίνει μεγάλη ζημιά. Πράγματι, δέκα λεπτά αργότερα, ο Φιλίπ άνοιξε τα μάτια του, για να αντικρύσει την θολή φιγούρα της Ελοντί.

«Φιλίπ; Θεέ μου, είσαι καλά; Τι στο ανάθεμα σκεφτόσουν;» άκουσε την βροντερή φωνή της κοπέλας και ελαφρώς ανασηκώθηκε. Έριξε μία ματιά στο δεμένο του χέρι και κατόπιν κατέβασε το βλέμμα του στη γη.

«Ήλπιζα να σε απαλλάξω πια από εμένα, αλλά κυρίως να απαλλαγώ εγώ ο ίδιος από την ύπαρξή μου. Σήμερα, τυχαία σε είδα με έναν νεαρό» ξεκίνησε και η Ελοντί έσπευσε να δικαιολογηθεί. «Όχι, προς Θεού μην δικαιολογείσαι. Αυτό είναι το σωστό, αυτή είναι η σωστή και ταιριαστή εικόνα» της απάντησε κάνοντάς την να βουρκώσει. Δίχως να του πει τίποτε, έκατσε δίπλα του και πέρασε το χέρι της στα μαλλιά του. Ο Φιλίπ μόρφασε, σαν να πονούσε, όμως εκείνη έσκυψε μπροστά και τον φίλησε, ακούγοντάς τον να αναστενάζει. «Αχ, Ελοντί. Είσαι η μεγαλύτερή μου αδυναμία» της είπε και εκείνη τον χάιδεψε τρυφερά.

«Εγώ αυτήν την εικόνα θεωρώ ταιριαστή» τελείωσε και εκείνος έσκυψε ελαφρώς μπροστά κλέβοντάς της ακόμη ένα φιλί.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro