Κεφάλαιο όγδοο/Part 6
Κωνσταντινούπολη
Ο χώρος που βρισκόταν το γραφείο το προσωπικό του Κάλιχ, είχε θέα στο Βόσπορο. Ο Κενάν πάλευε να συγκεντρωθεί και να μάθει όσο πιο καλά γινόταν τη δουλειά που του έδειχνε ο νέος του φίλος, που αν και μικρός στην ηλικία είχε άπειρες γνώσεις. Κάποιες στιγμές, έπιανε τον εαυτό του να θαυμάζει τον νεαρό, ο οποίος στο παρελθόν ζούσε στα όρια της φτώχιας, με έναν πατέρα που πάλεψε κυριολεκτικά σαν λιοντάρι, προκειμένου να χαρίσει στην οικογένειά του μία καλύτερη ζωή και στον γιό του ένα πόδι ώστε να βαδίζει φυσιολογικά. Τον έβλεπε να αντιμετωπίζει την ζωή του με δύναμη και αξιοπρέπεια, γεγονός που αντικατοπτριζόταν και στον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετώπιζαν οι υπάλληλοί του.
Η ώρα κυλούσε ευχάριστα και ο Κενάν φαινόταν να έχει βρει τον ρυθμό του. Καθώς ήταν καλός στα οικονομικά, δεν δυσκολευόταν καθόλου να ακολουθήσει το σκεπτικό του Κάλιχ. Η ώρα πέρασε και ο ίδιος ειδοποιήθηκε πως ένας οδηγός της εταιρείας θα τον γυρνούσε σπίτι του, ενώ λίγο αργότερα θα περνούσε και ο Κάλιχ προκειμένου να ξεκινήσουν τις θεραπείες αποκατάστασης, με στόχο την πλήρη ανάκαμψή του. Όταν έμεινε μόνος του, ο Κάλιχ τηλεφώνησε σε κάποιον γνωστό του που δούλευε στην τούρκικη αστυνομία και τον οποίο είχε βάλει να ερευνήσει το θέμα του Ιάσωνα Πετράκη. Περίπου μισή ώρα αργότερα, ο αστυνομικός μπήκε στην εταιρεία και κατευθύνθηκε απευθείας στο γραφείο του.
«Εντίπ! Επιτέλους, σε ακούω. Τι νέα έχεις για εμένα;» τον ρώτησε ανυπόμονα, αλλά η έκφραση στο πρόσωπο του αστυνομικού δεν του άρεσε καθόλου.
«Κάλιχ, πολύ φοβάμαι πως αν σκάψουμε περισσότερο θα βρούμε πολύ σαπίλα από κάτω. Δεν έχω ακόμη όλα τα στοιχεία που θέλω συγκεντρωμένα, αλλά πού θα μου πάει, θα ψάξω και θα τα βρω» ξεκίνησε να μουρμουρά ο αστυνομικός.
«Εντίπ με κρατάς σε αγωνία και δεν μου αρέσει καθόλου.Λέγε»τον προέτρεψε ο Κάλιχ και ο άντρας κατεβάζοντας απότομα μία γουλιά νερό ξεκίνησε.
«Πριν από κάποια χρόνια, αρκετά θα έλεγα, περίπου τριάντα, μπορεί και περισσότερα, τόσο η δική μας η αστυνομία, όσο και η ελληνική, αλλά και άλλων χωρών, ασχολούνταν με το φαινόμενο των εκτελεστών. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι ανήκαν στον υπόκοσμο και φυσικά το μόνο πράγμα που ήθελαν, ήταν το ζεστό και άμεσο χρήμα. Έτσι αναλάμβαναν να εκτελέσουν άγνωστα μεν σε εκείνους άτομα, γνωστά δε στους πελάτες που τους το ζητούσαν. Για παράδειγμα, αν εγώ δεν χώνευα εσένα ή για οποιονδήποτε λόγο ήθελα να σε βγάλω από τη μέση γιατί ας πούμε μου χρωστούσες ή ήσουν ανταγωνιστής μου στη δουλειά, ζητούσα τη βοήθεια ενός τέτοιου ατόμου που αναλάμβανε το ολοκληρωτικό ρίσκο, για να μην βρωμίσω εγώ τα χέρια μου. Παλεύοντας λοιπόν να βρω στοιχεία γι'αυτόν τον Πετράκη, ανακάλυψα πως πριν από δύο περίπου χρόνια είχε επισκεφθεί την χώρα μας. Την αμέσως επόμενη ημέρα, βρέθηκε νεκρή η σύζυγος του φίλου σου και ειλικρινά δεν γνωρίζω κατά πόσο ήταν τυχαίο, μιάς και αυτός ο Πετράκης, ταξίδευε συχνά και συνήθως τις ημέρες εκείνες, όλο και κάποιος θάνατος ακουγόταν. Υποψιάζομαι πως είχε αυτόν ακριβώς τον ρόλο που σου είπα»τελείωσε ο Εντίπ και ο Κάλιχ είχε μείνει κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό.
«Τότε, αν τα πράγματα είναι έτσι όπως τα λες, πιθανότατα να ευθύνεται πράγματι και για τον τραυματισμό του Κενάν. Μπορούμε να μάθουμε αν είχε ταξιδέψει εκείνες τις ημέρες;» ρώτησε ο Κάλιχ.
«Δεν είχε ταξιδέψει, ωστόσο ένας τέτοιος άνθρωπος δεν χρειάζεται πάντοτε να είναι και ο ηθικός αυτουργός του εγκλήματος. Βάζει άλλους στη θέση του, είναι ολόκληρο κύκλωμα»
«Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει είναι το ποιον ερχόταν να συναντήσει ο Ιάσωνας εδώ; Ποιος ήταν αυτός που ήθελε νεκρή τη γυναίκα του;» συνέχισε ο Κάλιχ τις ερωτήσεις.
«Κρύβεις μέσα σου ένα αστυνομικό δαιμόνιο φίλε μου. Σκέφτηκα να επισκεφτώ την κλινική που μετέφεραν το σώμα της καθώς από όσο έμαθα, ήταν έγκυος. Νομίζω πως υπάρχει περίπτωση να μάθουμε τουλάχιστον, ποιος ακριβώς την μετέφερε εκεί» τελείωσε και σηκώθηκε από τη θέση του λέγοντας «Θα σου έδινα μία συμβουλή, ώστε να την δώσεις και εσύ με την σειρά σου στον φίλο σου. Καλύτερα να μείνει μακριά από αυτόν γιατί δεν γνωρίζουμε ακόμη μέχρι πού μπορεί να φτάσει. Τώρα τον άφησε παράλυτο, αύριο θα τον θάψει κάτω από το χώμα. Πρέπει να ψάξω και να βρω αποδείξεις που να τον ενοχοποιούν, ώστε να μπορώ να τον στριμώξω, φυσικά πάντοτε σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές. Γενικά, έχε τα μάτια σου ανοιχτά και αν σκεφτείς κάποιο πιθανό σενάριο, ειδοποίησέ με»
Μετά από τη συζήτηση αυτή, ο Κάλιχ είχε ξεκινήσει να νιώθει αμήχανα. Η Ιλεάνα και οι φίλες της φαίνονταν καλές κοπέλες και αθώες. Πώς είναι δυνατόν ένα τέτοιο άτομο να είναι πατέρας αυτής της κοπέλας; Δεν λυπήθηκε την οικογένειά του ή την ασφάλεια της κόρης του; Και τι θα έλεγε στον Κενάν ή τον Μετίν; Πως ο φίλος του έχει μπλέξει με την κόρη ενός εγκληματία; Αλλά αν όντως την αγαπούσε και εκείνη αυτόν, πως θα μπορούσε να τους κρατήσει χωριστά; Ηθικά δεν ήταν πρέπον και το γνώριζε, ωστόσο από την άλλη διακυβευόταν η ασφάλεια του Κενάν. Ας ήταν. Αν ο κύριος Πετράκης είχε τα μέσα στον υπόκοσμο, τότε θα τον πολεμούσε με τα ίδια όπλα, καθώς είχε και εκείνος πρόσβαση στις μυστικές υπηρεσίες. Σε αρκετά ταξίδια τον είχαν συνοδεύσει και θα φρόντιζε να παρακολουθούν το σπίτι του Κενάν για ασφάλεια.
Φτάνοντας στο πατρικό του και σταθμεύοντας σχετικά μακριά από το σπίτι του, καθώς είχε αρκετή κίνηση και καθόλου χώρο στάθμευσης, ξεκίνησε να βαδίζει όταν πρόσεξε ένα αυτοκίνητο να είναι σταθμευμένο ακριβώς έξω από την πολυκατοικία, ενώ λίγο αργότερα είδε την Σελέν, τη μητέρα του Κενάν να βγαίνει και να επιβιβάζεται σε αυτό, μαζί με τον άντρα που το οδηγούσε.
΄΄Εντάξει, σταμάτα να βλέπεις παντού ύποπτες κινήσεις. Φταίει η προηγούμενη συζήτηση΄΄ μάλωσε τον εαυτό του και σχετικά ανέμελα ανέβηκε χτυπώντας το κουδούνι, για να του ανοίξει η μικρή αδερφή του φίλου του.
«Καλησπέρα, δεν συστηθήκαμε εμείς την προηγούμενη φορά. Είσαι η..» την ρώτησε ευγενικά ο Κάλιχ, αλλά η Αϊλίν κοκκίνισε ολόκληρη και εξαφανίστηκε.
«Αυτή είναι η αδερφή μου η Αϊλίν» ακούστηκε από μέσα η φωνή του Κενάν «Είναι λιγάκι ντροπαλή, μην την παρεξηγείς» συνέχισε.
«Καμία παρεξήγηση. Έτσι ήταν και η δική μου, αλλά τώρα που μεγάλωσε πήρε φόρα και ποιος την σταματά. Είδα την μητέρα σου να βγαίνει» ξεκίνησε ο Κάλιχ.
«Ναι. Θα πεταγόταν απέναντι σχεδόν για να ψωνίσει κάτι μπαχάρια. Έτσι μου είπε» συνέχισε ο Κενάν ανέμελα και ο Κάλιχ ανασήκωσε το φρύδι του με δυσπιστία.
«Είσαι σίγουρος;» τον ρώτησε και ο Κενάν τον κοίταξε παραξενεμένος.
«Απολύτως. Γιατί συνέβη κάτι;» τον ρώτησε και ο Κάλιχ πάλεψε να το σώσει.
«Τίποτα, να έτσι ρώτησα γιατί την πρόσεξα που βγήκε περιποιημένη και αναρωτήθηκα. Ξέρεις για κάποια που πετάγεται να ψωνίσει απλά, την είδα πολύ κοκέτα» τα μπάλωσε.
«Έτσι είναι η μητέρα μου. Μία ζωή της υπερβολής. Λοιπόν, φεύγουμε; Αλλά μετά τις φυσιοθεραπείες θα μου κάνεις μία τεράστια χάρη» ξεκίνησε ο Κενάν και ο Κάλιχ ένευσε θετικά.
«Φυσικά, ό,τι θέλεις» του απάντησε.
«Θα ήθελα να πάμε μία βόλτα στον Πύργο του Γαλατά. Κάποτε τις Κυριακές πήγαινα συνέχεια. Η θέα από ψηλά με ηρεμούσε, η ατμόσφαιρα εκεί επάνω έχει κάτι το λυτρωτικό» του είπε και για λίγο κατέβασε το κεφάλι του σκεπτικός, όταν άξαφνα στράφηκε εκ νέου προς το μέρος του απότομα, τα γαλανά μάτια του θυελλώδη, γεμάτα με παράπονο «Θέλω να την δω Κάλιχ. Μου λείπει» του εξομολογήθηκε και εκείνος τον κοίταξε σοβαρά.
«Αλήθεια, δεν φοβάσαι για τη ζωή σου; Μετά από αυτό που σου συνέβη;» τον ρώτησε.
«Αν έχω την αγάπη της, τότε δεν φοβάμαι τίποτε. Δεν θέλω να ζήσω μία ζωή με τα πρέπει, τα μισώ και η χώρα αυτή, όπως επίσης και η νοοτροπία της, καλλιεργεί αυτό ακριβώς το πράγμα. Ωστόσο, εγώ ειδικά δεν συμβιβάστηκα ποτέ μου και δεν σκοπεύω να το κάνω τώρα. Ορκίζομαι πως μόλις σηκωθώ, θα γονατίσω ξανά και θα της ζητήσω να γίνει γυναίκα μου. Έκανα έρωτα μαζί της εκείνο το βράδυ, είναι δική μου πια, αν φυσικά με επιλέξει. Θέλω να σταθώ στα πόδια μου για να της χαρίσω εκείνη τη στιγμή που θα πέφτω στα δικά της» του είπε και τον συγκίνησε.
«Είσαι ξεροκέφαλος, αλλάθαρρώ γι'αυτόν τον λόγο είσαι φίλος μου» πρόφερε ο Κάλιχ και οι δυο τουςγέλασαν
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro