Κεφάλαιο Τρίτο/ part 6
Στη φωτό το Μπόντρουμ (Αλικαρνασσός)
O Έκτορας βάδιζε προς την εταιρεία Πετράκη, η οποία θεωρούταν μία από της μεγαλύτερες της Ελλάδας. Στον όροφο του Ιάσωνα, δούλευε μονάχα ένας υπάλληλος σε περίπτωση που κάποιος πελάτης είχε επείγουσα ανάγκη και επικοινωνούσε. Ο Έκτορας τον καλημέρισε βεβιασμένα και συνέχισε με προορισμό το γραφείο το προσωπικό του Ιάσωνα.
«Καλημέρα» τον χαιρέτησε ο άνδρας και σηκώθηκε αργά για χειραψία.
«Καλημερίζω τον μελλοντικό μου γαμπρό. Λοιπόν, κάθισε και πες μου αν χρειάζεται να παραγγείλω καφέ» του είπε και ο Έκτορας αρνήθηκε ευγενικά.
«Έχω ήδη πιει έναν μαζί με την Ιλεάνα» του απάντησε χαμογελαστά και ο Ιάσωνας ανακάθισε στη θέση του, ορθώνοντας το φρύδι του.
«Λοιπόν, αυτός είναι και ο λόγος που σε ήθελα. Ελπίζω με την κόρη μου να τα πηγαίνετε καλά. Έχω ποντάρει πάρα πολλά σε εσένα και ελπίζω να μην με απογοητεύσεις» έγινε η αρχή.
«Μην ανησυχείς και την κόρη σου την έχω κερδίσει για τα καλά. Μπορεί να περνάμε κάποιες στιγμές ρουτίνας, ωστόσο ανακάμπτουμε. Την Ιλεάνα την θέλω» ακούστηκε η αποφασιστική χροιά της φωνής του, ωθώντας τον Ιάσωνα να τον κοιτάξει ερευνητικά.
«Και την κόρη μου θες, αλλά και το κομμάτι του μετόχου στην εταιρεία μου. Μην το αρνείσαι. Για να γίνουν ωστόσο όλα όπως τα συμφωνήσαμε, εσύ θα κρατάς την Ιλεάνα ευτυχισμένη και έπειτα από τον γάμο, όταν πλέον θα θεωρείσαι και επίσημα μέλος της οικογένειας, θα αναλάβεις ένα σεβαστό κομμάτι του τιμονιού της εταιρείας. Ξέρεις, σε ενέκρινα από το πρώτο κιόλας λεπτό που σε είδα. Γνωρίζω τους γονείς σου και τον σεβαστό σου κύκλο και οφείλω να ομολογήσω πως μου έχεις καλύψει και δικαιολογήσει πάρα πολλά μαύρα λεφτά. Χωρίς εσένα, θα το κλείναμε το μαγαζάκι μας εδώ, αν η εφορία αποφάσιζε να κάνει έστω και μία έφοδο. Επομένως, σε χρειάζομαι και με χρειάζεσαι με κοινό μας στόχο την ευτυχία της κόρης μου» τελείωσε εκείνος και ο Έκτορας χαμογέλασε.
«Να μην έχεις καμιά αμφιβολία γι'αυτό. Σήμερα κιόλας, θα πάμε μαζί για το γαμπριάτικο κοστούμι. Η Ιλεάνα ανυπομονεί» πρόφερε ο νεαρός με σιγουριά.
«Τέτοια θέλω να ακούω και εγώ σου υπόσχομαι πως θα ζήσεις μία ζωή, όπως ακριβώς την ονειρεύεσαι. Τώρα πήγαινε, γιατί η μικρή θα σε περιμένει και ο γαμπρός δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να στήσει τη νύφη» τελείωσε και αφού τον χαιρέτησε πρόσχαρα, τον παρακολούθησε να αποχωρεί από τον πολυτελή χώρο του γραφείου του.
Ωστόσο, δεν είχε υπολογίσει πως εντελώς τυχαία, η Άρτεμις με την Ήλια που είχαν κατέβει στον Πειραιά για καφέ, περνούσαν κοντά από την εταιρεία Πετράκη, ανακαλύπτοντας τον Έκτορα να βγαίνει από το γραφείο. Από την άλλη, όταν ο Ιάσωνας έμεινε μονάχος του, πήρε από το πρώτο του συρτάρι, το οποίο φρόντιζε πάντοτε να κλειδώνει, μία κόλλα χαρτί όπου βρίσκονταν καταγεγραμμένα όσα στοιχεία του είχε δώσει ο Αχιλλέας για τον Κενάν. Ο Αχιλλέας εργαζόταν στην αστυνομία και τα βράδια, σαν προσωπική ασφάλεια στο σπίτι του Ιάσωνα. Οι δύο άντρες γνωρίζονταν για πολλά χρόνια και ο πατέρας της Ιλεάνας, είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στον αστυνομικό. Ανακάλυψε με βάση την έρευνα, πως ο Κενάν ήταν ο υιός της οικογένειας Μπουρκάσλι, καθώς είχαν και μία κόρη, οι οποίοι έμεναν παλαιά στην Αττάλεια και είχαν μετακομίσει αργότερα στην Πόλη όταν ο υιός τους σπούδαζε εκεί. Ο πατέρας του, διατηρούσε συνεταιρικά με κάποιον άλλο, ένα μαγαζί με αντίκες, κοινώς, για τα δεδομένα του Ιάσωνα δεν είχαν στον ήλιο μοίρα.
Εντούτοις, αυτό που του είχε αναφέρει, ήταν πως πριν από δύο χρόνια, ο Κενάν είχε χάσει την γυναίκα του σε δυστύχημα, η οποία ήταν έγκυος στο παιδί του. Από όσο είχαν ενημερώσει τον Κενάν, παραδόξως δεν υπήρχε κανένας μάρτυρας τη στιγμή του δυστυχήματος. Ο Ιάσωνας φάνηκε για λίγο να το σκέφτεται και φυσικά αποφάσισε να πάρει μαζί του τα χαρτιά και τις αποδείξεις που αφορούσαν τη ζωή του νεαρού Τούρκου. Ακόμη ήταν νωρίς για να κάνει την οποιαδήποτε κίνηση, αλλά και να βγάλει συμπεράσματα για ορισμένα ομιχλώδη, σκοτεινά γεγονότα που αφορούσαν το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.
Κωνσταντινούπολη
Η ημέρα του εξελισσόταν σε έναν ζωντανό εφιάλτη και ο Κενάν είχε φύγει τρέχοντας με το αυτοκίνητο, κάνοντας προσπεράσεις προκειμένου να φθάσει στο νοσοκομείο έγκαιρα. Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, το μυαλό του έπαιρνε χιλιάδες στροφές, ενώ ένιωθε τον θυμό να καραδοκεί να ξεσπάσει με την πρώτη ουσιώδη αφορμή. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση της κοπέλας, το είχαν οι άμυαλοι γονείς της, αλλά και οι δικοί του που τόσα χρόνια της φούσκωναν τα μυαλά για έναν επικείμενο γάμο, με αποτέλεσμα να φθάσει σε σημείο πλήρους συναισθηματικής εξάρτησης, η οποία την οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στην συγκεκριμένη κίνηση προκειμένου να τραβήξει την προσοχή του. Εισερχόμενος στο κτήριο, ρώτησε στην υποδοχή για τον όροφο και για τον αριθμό του δωματίου και έπειτα κατευθύνθηκε τρέχοντας και ανεβαίνοντας τα σκαλιά με φόρα, δίχως να περιμένει τον ανελκυστήρα. Στον δεύτερο όροφο, στην εντατική, βρήκε να περιμένουν έξω ακριβώς όλοι οι δικοί του. Η οικογένειά του, αλλά και οι γονείς και ο αδερφός και καλύτερός του φίλος.
«Πώς είναι;» ρώτησε τον Μετίν, ο οποίος τον έσπρωξε με φόρα.
«Αναίσθητη! Πήγε και πήρε μία χούφτα μυοχαλαρωτικά χάπια του πατέρα μας, μαζί με κάποια άλλα φάρμακα. Είναι απλά ένα παιδί που ήθελε προσοχή. Γνωρίζω πώς αισθάνεσαι για εκείνη, αλλά να τι συνέβη τώρα! Θα μπορούσες να της το πεις με το μαλακό, καθώς είναι σε μία περίεργη και ευαίσθητη ηλικία και όλα τα βλέπει δύσκολα. Για το καλό σου, ελπίζω να ξυπνήσει!» του φώναξε ο Μετίν οργισμένος, ενώ οι γονείς της τον κοίταξαν αυστηρά.
«Μην με κοιτάτε σαν να με δικάζετε. Έχετε και εσείς μερίδιο ευθύνης σε αυτό. Έπρεπε να την βοηθήσετε ψυχολογικά να προχωρήσει παρακάτω και όχι να την πιέσετε και να πλάσετε ένα παραμύθι που δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα» τους είπε ο Κενάν αυστηρά, μέχρι που είδε το πρόσωπο του Εζέλ να κοκκινίζει και να αλλάζει χρώμα, το ίδιο και της μητέρας της, αλλά και της δικής του.
Όπως ήταν φυσικό, όλοι ξεκίνησαν να φωνάζουν και να του επιτίθενται, μέχρι που ένας γιατρός παρενέβει απειλώντας τους να τους πετάξει έξω, αν δεν σταματούσαν αυτήν τη συμπεριφορά εντός του νοσοκομειακού χώρου. Σιωπηλοί, συνέχισαν να καρτερούν τον υπεύθυνο γιατρό για την υγεία της κόρης τους. Η αγωνία είχε διάχυτα απλωθεί στον χώρο, μαζί με την ελπίδα πως όλα θα πήγαιναν τελικά καλά.
«Γιατρέ, πώς είναι η κόρη μου;» ρώτησε ο Εζέλ.
«Ακόμη δεν έχει ξυπνήσει και είναι λογικό εξαιτίας της υπερβολικής δόσης αντικαταθλιπτικών και μυοχαλαρωτικών φαρμάκων. Θα χρειαστεί να παραμείνει στο νοσοκομείο για τουλάχιστον τρείς μέρες και μετά θα της παρασχεθεί ψυχολογική υποστήριξη, καθώς άτομα που έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, χρειάζονται μεγάλη βοήθεια για να το ξεπεράσουν και να προχωρήσουν στη ζωή τους. Γενικά να ξέρετε, πως η Σεϊντά θα έχει ανάγκη από ένα περιβάλλον απόλυτης ηρεμίας, ψυχικής κυρίως. Σας το λέω και σας το τονίζω γιατί άκουσα τις φωνές και τους καυγάδες σας. Όλα αυτά που σας χωρίζουν και δημιουργούν τις εντάσεις, καλά θα κάνετε να τα έχετε λύσει προτού επιστρέψει η κοπέλα στο σπίτι της. Μάλιστα, για ένα διάστημα θα σας επισκέπτεται Κοινωνικός Λειτουργός, προκειμένου να βεβαιωθεί για την κατάσταση της ψυχικής της υγείας. Καλή σας ημέρα και περαστικά» ολοκλήρωσε ο γιατρός και όλοι κοίταξαν τον Κενάν πλαγίως, ο οποίος τελικά ξεκίνησε να αποχωρεί.
Βαδίζοντας στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, τυφλωμένος ακόμη από τον θυμό, παρατήρησε μία αφίσα, που διαφήμιζε ολιγοήμερες διακοπές στα τουρκικά παράλια. Παρά το γεγονός πως το καλοκαίρι αργούσε να έρθει, ο Κενάν αποφάσισε να κάνει μία παύση στη ζωή του. Κοίταξε για λίγο την ώρα. Ήταν απόγευμα. Αποφάσισε λοιπόν να πάρει τηλέφωνο το αφεντικό του και να ζητήσει άδεια για μία εβδομάδα. Η αλήθεια είναι πως του την χρωστούσε και πολλές φορές τον προέτρεπε και ο ίδιος να κάνει ένα διάλειμμα για να ξεκουραστεί. Κοίταξε ξανά την αφίσα του μικρού ταξιδιωτικού και το Μπόντρουμ, η αλλοτινή Αλικαρνασσός, του φάνηκε για την ώρα πως ήταν ο ιδανικός προορισμός.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro