Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Τρίτο/ part 4


Στη φωτο ο βοτανικός κηπος Ατατουρκ κ το σημείο που έκατσε ο Κεναν

Ντύθηκε σχετικά πρόχειρα, με ένα απλό τζιν και ένα φούτερ και ξεκίνησε με τελικό προορισμό, το μαγαζί με τις αντίκες του πατέρα του. Από πριν γνώριζε πως η μητέρα του θα βρισκόταν στο σπίτι, πιθανότατα παρέα με τις φίλες της, να πίνουν καφέ και να ετοιμάζουν το σαββατιάτικο γεύμα. Καθώς δεν είχε καμία απολύτως διάθεση για ακόμη έναν διαπληκτισμό μαζί της, προτίμησε να επισκεφθεί τον πατέρα του πρώτα, τον οποίο τελικά τον βρήκε να μεταφέρει πράγματα στο μαγαζί. Για την ακρίβεια, προσπαθούσε να σηκώσει με κόπο έναν τεράστιο ναργιλέ και ο Κενάν, στο θέαμα αυτό, έτρεξε αμέσως να τον βοηθήσει.

«Τσοκ τεσέκιουλερ Κενάν» άκουσε την κουρασμένη φωνή του πατέρα του, ο οποίος παράλληλα, σκούπιζε τον ιδρώτα από το μέτωπό του.

«Μα, πού είναι ο Εζέλ; Δεν ήρθε σήμερα για να σε βοηθήσει;» τον ρώτησε ο νεαρός.

«Μου τηλεφώνησε το πρωί και μου είπε πως δεν ένιωθε πολύ καλά, επομένως ξύπνησα νωρίτερα και άνοιξα το μαγαζί μόνος μου» απάντησε ξεφυσώντας ο Αντνάν.

«Χρειάζεσαι κάποια βοήθεια από εμένα;» τον ρώτησε ο Κενάν «Θα μπορούσα να καθίσω και να σε βοηθήσω να μεταφέρεις τα βαριά αντικείμενα, αν θέλεις»

«Είσαι ακόμη θυμωμένος με τη μητέρα σου;» ρώτησε ο Αντνάν στα ξαφνικά, σαν να μην είχε ακούσει την προηγούμενη ερώτηση και το πρόσωπο του Κενάν σκοτείνιασε.

«Δεν θα σου πω ψέματα. Είμαι ακόμη πολύ θυμωμένος μαζί της και αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισα να περάσω πρώτα από εδώ. Δεν μου αρέσει καθόλου που είμαστε έτσι, ωστόσο μερικές φορές αισθάνομαι πως δεν μου αφήνετε άλλη επιλογή» του απάντησε σκληρά.

«Ξέρω πως η μητέρα σου μερικές φορές γίνεται ξεροκέφαλη, ωστόσο και πάλι είναι η μητέρα σου και πρέπει να τη σέβεσαι. Χθες την πλήγωσες πολύ έτσι όπως της μίλησες» πήγε να πει, αλλά και πάλι ο Κενάν τον διέκοψε.

«Τότε, θαρρώ πως πρέπει να σέβεται και εκείνη εμένα και την προσωπική μου ζωή. Είμαι άντρας τριάντα χρονών και αν εγώ το θελήσω, μπορώ να μείνω μονάχος μου για το υπόλοιπο της ζωής μου. Εγώ είχα όνειρο να παντρευτώ από έρωτα και όχι από προξενιό ή ανάγκη. Είσαι πατέρας μου, είσαι άντρας και μπορώ να σου μιλήσω πιο ανοιχτά. Μου είναι αδύνατον να κάνω έρωτα, ή να αγγίζω μία γυναίκα που δεν την επιθυμώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου, πατέρα» ολοκλήρωσε αφήνοντας τον Αντνάν άναυδο, όταν άκουσαν το μικρό κουδουνάκι της πόρτας και είδαν τη Σεϊντά με την Αϊλίν να εισέρχονται αμέριμνες.

«Μέρχαμπα» ήχησαν οι δύο κοριτσίστικες φωνές.

«Αϊλίν σε ήθελα» ακούστηκε η φωνή του Αντνάν «πάμε δύο λεπτά στο φορτηγάκι να φέρουμε κάποια πράγματα για να μείνει ο Κενάν στο ταμείο. Δεν θα αργήσουμε» της είπε ο πατέρας της και η μικρή δυσανασχετώντας ελαφρώς, τον ακολούθησε απρόθυμα.

Όταν η Σεϊντά, έμεινε μονάχη της με τον Κενάν, η ατμόσφαιρα φορτίστηκε με έναν αέρα απρόσμενης αμηχανίας.

«Τι κάνεις Κενάν;» τον ρώτησε ενώ ολόκληρο το πρόσωπό της είχε ξεκινήσει να κοκκινίζει.

«Είμαι καλά» της απάντησε ο νεαρός κοφτά και εκείνη συνέχισε.

«Η αλήθεια είναι πως έτσι όπως έφυγες φουριόζος την προηγούμενη μέρα, ταράχτηκα. Δεν θέλω να τσακώνεσαι με τους γονείς σου. Νοιάζομαι για εσένα Κενάν» ξεκίνησε εκείνη και πλησίασε λίγο περισσότερο προς το μέρος του, με τον άνδρα να αντιλαμβάνεται την κίνηση και να παλεύει να την προσπεράσει.

«Και εγώ νοιάζομαι για εσένα Σεϊντά και αυτός είναι και ο λόγος που τσακώνομαι με τους γονείς μου» της απάντησε, μα εκείνη πραγματοποίησε ακόμη ένα ριψοκίνδυνο βήμα, σε σημείο που η μεταξύ τους απόσταση κόντευε να εκμηδενιστεί.

Το άρωμά του, αλλά και η μυρωδιά του σώματός του, τα φουρτουνιασμένα μάτια του και τα σαρκώδη χείλη του, την καθιστούσαν ευάλωτη, αδύναμη να αντισταθεί. Χρόνια ολόκληρα, από μικρό κοριτσάκι ακόμη, είχε κάνει όνειρα, όλα με εκείνον για πρωταγωνιστή. Είχε κρατήσει την καρδιά της σφραγισμένη για οποιοδήποτε άλλο αγόρι είχε ενδιαφερθεί μέχρι τότε για εκείνη. Ο Κενάν της είχε γίνει κάτι σαν εμμονή. Σαν ένας πλατωνικός έρωτας που δεν έβρισκε ανταπόκριση και αυτό την έκανε να τον ποθεί ακόμη περισσότερο. Φανταζόταν αυτόν τον άντρα δίπλα της, μοναχά δικό της και όταν ο πατέρας της, της είχε ανακοινώσει πως θα πήγαινε στο σπίτι του προκειμένου να συζητήσουν το ενδεχόμενο του γάμου, είχε θεωρήσει πως αυτό ήταν το δώρο της από τον Θεό. Είχε υπομείνει στωικά τον γάμο του με την Μπινάζ, ευελπιστώντας πως μία μέρα θα τελείωνε. Όλο αυτό της ράγιζε την καρδιά, την καθιστούσε μελαγχολική, με αποτέλεσμα να αναγκαστούν οι γονείς της να ζητήσουν τη βοήθεια ψυχολόγου. Παρά το γεγονός πως ο θάνατός της γυναίκας του, αποτέλεσε ένα σοκ για όλους, κυρίως γιατί ήταν έγκυος σχεδόν στον όγδοο μήνα, οι ελπίδες ζωντάνεψαν ξανά στην καρδιά της Σεϊντά και ας ήξερε πως αυτό ακουγόταν αρρωστημένο. Σήμερα, εδώ και τώρα, η ευκαιρία στεκόταν μπροστά της και αυτή τη φορά ήταν αποφασισμένη να την εκμεταλλευτεί. Δίχως να το σκεφτεί περισσότερο, όρμησε στα χείλη του με την δίψα της απόγνωσης.

«Τι ακριβώς κάνεις Σεϊντά; Δεν σου έχω δώσει κανένα δικαίωμα!» την σταμάτησε ξαφνιασμένος ο Κενάν. Εκείνη ταραγμένη πισωπάτησε, με την ντροπή να κατακλύζει την καρδιά της. Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα και οι γροθιές της σφίχτηκαν μηχανικά.

«Ξέρεις κάτι; Δεν αντέχω άλλο! Δεν μπορώ να κρύβομαι Κενάν υπομένοντας την αδιαφορία σου. Είμαι ερωτευμένη μαζί σου, σε θέλω! Εσένα και μόνο. Δεν μπορώ να γυρίσω να κοιτάξω άλλον άνδρα και χρόνια παρακαλώ να φτάσει η μέρα εκείνη που και εσύ θα με κοιτάξεις με τον τρόπο που το κάνω εγώ. Τι μου λείπει, αναρωτιέμαι; Δεν είμαι όμορφη αρκετά; Μήπως δεν είμαι μορφωμένη; Σε ξέρω από παιδί, όταν ακόμη ερχόσουν στο σπίτι μας για να καθίσεις με τον Μετίν. Από τότε μου είχες τραβήξει την προσοχή, τις εποχές που ζούσαμε στην Αττάλεια. Όλο αυτό το ανεκπλήρωτο με έχει πεθάνει, δεν αντέχω άλλο..» πρόφερε με φωνή που έσπαγε, ενώ οι λυγμοί της του κομμάτιαζαν την καρδιά.

Προσπάθησε απλώς να την πλησιάσει και να την πάρει μία φιλική αγκαλιά. Σαφώς και την νοιαζόταν, μα με έναν τρόπο διαφορετικό.

«Σεϊντά, είσαι ένα νέο και όμορφο κορίτσι. Είναι πολύ κρίμα να υποτιμάς τον εαυτό σου και να κλείνεις την πόρτα της καρδιάς σου σε πιθανές άλλες ευκαιρίες. Ακόμη είσαι πολύ μικρή και μην λες μεγάλα λόγια, σε παρακαλώ. Ωστόσο, θα ήταν εντελώς άνανδρο από μέρους μου να σε κοροϊδεύω και να σου δίνω ψεύτικες ελπίδες για ένα μέλλον, το οποίο λυπάμαι, μα δεν έχω φανταστεί μαζί σου. Σε αγαπώ, όπως αγαπώ την μικρή μου αδερφή, δίχως αυτό να σημαίνει πως είσαι άσχημη ή αμόρφωτη. Σε ικετεύω, πάψε να κλαις και να στεναχωριέσαι. Μεγαλώνοντας, είμαι σίγουρος πως θα βρεις ένα παλικάρι που θα σε κάνει πολύ ευτυχισμένη» ολοκλήρωσε, ωστόσο εκείνη τινάχτηκε οργισμένη από την αγκαλιά του.

«Εγώ θέλω μονάχα εσένα! Από τη στιγμή που δεν θα με έχεις εσύ, τότε δεν θα με έχει και κανένας άλλος!» του ούρλιαξε, όταν τη στιγμή εκείνη μπήκαν στο μαγαζί ο πατέρας του με την αδερφή του.

«Σεϊντά; Τι συνέβη;» ρώτησε η Αϊλίν εμφανώς αναστατωμένη.

Σιωπή. Το οργισμένο βλέμμα της Σεϊντά παρέμενε καρφωμένο επάνω στον Κενάν σαν να τον δίκαζε για κακούργημα.

«Αυτό, θα μου το πληρώσεις» του πέταξε στα μούτρα και βγήκε τρέχοντας από το μαγαζί, με τον Κενάν φανερά ταραγμένο να βαστά το κεφάλι του και με τα δυο του χέρια.

«Τι ήταν όλο αυτό;» τον ρώτησε ο πατέρας του.

«Η Σεϊντα. Της είπα απλώς την αλήθεια, πως δεν την βλέπω ερωτικά και έφυγε όπως την είδατε» αποκρίθηκε.

«Η Σεϊντά, είναι ικανή να κάνει καμιά τρέλα εξαιτίας σου. Ρώτα και εμένα τόσα χρόνια που είμαστε φίλες. Δεν αντέχει χωρίς εσένα και εσύ την απέρριψες δίχως δεύτερη σκέψη» ξεκίνησε η αδερφή του.

«Δεν είμαι ερωτευμένος μαζί της Αϊλίν και καλύτερα που το γνωρίζει για να συνεχίσει τη ζωή της. Ακόμη είναι στην εφηβεία. Θα το ξεπεράσει και θα πάει παρακάτω. Για την ώρα φεύγω, καθώς ειλικρινά αυτή τη στιγμή δεν αντέχω ούτε και εσένα!» της φώναξε και παίρνοντας τα πράγματά του, αποχώρησε τρέχοντας, αποφασίζοντας όμως να περάσει από το σπίτι του, για να πάρει την φωτογραφική του μηχανή που την είχε ξεχάσει.

Βαδίζοντας στο στενό που οδηγούσε στην πολυκατοικία του πατρικού του, είδε τον Εζέλ, τον πατέρα του Μετίν, να εξέρχεται ρίχνοντας κλεφτές ματιές στους γύρω δρόμους. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, αποφάσισε να κρυφτεί, ώστε να μην γίνει αντιληπτός από τον άνδρα. Η επίσκεψή του, του φάνηκε ελαφρώς περίεργη αν λάμβανε υπόψιν του την δικαιολογία που είχε προσφέρει στον πατέρα του, προφασιζόμενος πως δεν ήταν καλά. Ωστόσο, ίσως και να είχε προκύψει κάποιο επείγον θέμα και η επίσκεψή του στη μητέρα του να ήταν τυχαία. Καθώς τον είδε να απομακρύνεται, αποφάσισε τελικά πως δεν είχε καμία όρεξη για ένα δεύτερο γύρο ενδοοικογενειακών συζητήσεων, με αποτέλεσμα να πραγματοποιήσει απευθείας μία βόλτα μόνος του, μιας που ο καιρός ήταν καλός και ευνοούσε τις εξορμήσεις.

Ο βοτανικός κήπος Ατατούρκ, φάνταζε ιδανικός, παρά το γεγονός πως ήταν ο καταλληλότερος προορισμός για τους ερωτευμένους. Ο Κενάν, αγαπούσε πολύ τις τεχνητές του λίμνες και έτσι, φθάνοντας εκεί, κάθισε στην άκρη μίας μικρής, ξύλινης αποβάθρας. Ειδικά τις χειμωνιάτικες ημέρες, λάτρευε το χρώμα του εδάφους, με τις αποχρώσεις του καφέ και του πορτοκαλί εξαιτίας των πεσμένων φύλλων. Για λίγο, έμεινε να χαζεύει το υπέροχο θέαμα μίας φύσης μελαγχολικής, όταν ένα ζευγάρι νέων ανθρώπων κάθισαν κοντά του, αγκαλιασμένοι σφιχτά. Για τελευταία φορά, κοίταξε τα στάσιμα νερά της λίμνης και κατόπιν το ρολόι. Με την Ελλάδα, υπήρχε μία ώρα διαφορά. Για την ακρίβεια, η Τουρκία ήταν μία ώρα μπροστά. Άραγε, η Ιλεάνα θα μπορούσε έστω και λίγο να του μιλήσει;

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro