Κεφάλαιο Τέταρτο/ part 3
Ήταν ίσως η πρώτη φορά που επέστρεψα στο σπίτι μου χαρούμενη, γεμάτη προσμονή και όνειρα για εκείνες τις ολιγοήμερες διακοπές. Λίγος χρόνος με τις καλύτερές μου φίλες, θα ήταν βάλσαμο και ίσως ένας ανορθόδοξος τρόπος να βάλω φρένο στις περίεργες σκέψεις που με ταλαιπωρούσαν. Μόλις άνοιξα την πόρτα, αντίκρυσα τον Έκτορα να κάθεται στον καναπέ, παρακολουθώντας τηλεόραση.
«Εσύ λάμπεις» σχολίασε μόλις με είδε «Για πες, τι ακριβώς κανονίσατε με τα κορίτσια;» με ρώτησε γεμάτος ενδιαφέρον.
«Κανονίσαμε κάτι απλό, το οποίο ωστόσο θα με ξεκουράσει. Έχει η Ήλια εξοχικό στην Κω και θα μείνουμε εκεί για μερικές μέρες. Αποφασίσαμε αρχικά να φύγουμε το επόμενο σαββατοκύριακο, μα θαρρώ πως δεν μπορώ να περιμένω. Θα τους ζητήσω να φύγουμε αύριο. Εγώ προσωπικά δεν χρειάζομαι άδεια, αλλά θα στείλω στα κορίτσια, γιατί εκείνες χρειάζονται στα σίγουρα την άδεια από την σημαία» πρόφερα χαμογελαστά και ταυτόχρονα ξεκίνησα να στέλνω μηνύματα, εκ των οποίων, εκείνο της Ήλιας απαντήθηκε άμεσα, γράφοντάς μου πως ήμουν μέσα στο μυαλό της και πως θα μου το ζητούσε και η ίδια, επομένως είχε φροντίσει να ειδοποιήσει το αφεντικό της στο κομμωτήριο που δούλευε για να την αντικαταστήσει μία άλλη κοπέλα. Έμενε η Άρτεμις, η οποία τελικά απάντησε με έναν ακόμη πιο χιουμοριστικό τρόπο, λέγοντάς μου ένα απλό, ΄΄πες το και έγινε΄΄.
Με το χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη και με εικόνες καλοκαιρινές να εισβάλουν απρόσκλητα μα καλοδεχούμενα στο μυαλό μου, κατέβασα τη βαλίτσα μου την μωβ, την απαστράπτουσα και ξεκίνησα να ρίχνω μέσα ό,τι έβρισκα μπροστά μου. Μία ζωή η ίδια ήμουν. Έπαιρνα ένα βουνό από ρούχα και στο τέλος την έβγαζα με τρία, για όλες τις ημέρες. Το ίδιο βράδυ, αδυνατούσα να κοιμηθώ. Στις σκέψεις μου τρύπωνε λαθραία εκείνος. Ανησυχούσα, ήθελα διακαώς να μάθω αν ήταν καλά. Από την άλλη, προσμονούσα το ξημέρωμα για να πάρω τον δρόμο για το λιμάνι του Πειραιά. Ο Έκτορας θα με άφηνε μπροστά από την πύλη του πλοίου και εκείνος θα συνέχιζε για το γραφείο του, καθώς είχε αφήσει κάποιες δουλειές στη μέση.
Οι ώρες κύλησαν βασανιστικά αργά με τα βλέφαρά μου να μην λένε να σφαλίσουν. Είχα ξυπνήσει από τις πέντε τα χαράματα για να κάνω ένα αναζωογονητικό μπάνιο και να ετοιμάσω κάποια τελευταία πράγματα, παράλληλα με έναν καφέ. Ο Έκτορας με φίλησε στο μέτωπο αγουροξυπνημένος ακόμη, ενώ λίγο αργότερα ξεκινήσαμε με προορισμό τον Πειραιά, όπου χρειάστηκε τουλάχιστον μία ολόκληρη ώρα προκειμένου να φθάσουμε τελικά στο λιμάνι, εξαιτίας της υπερβολικής κίνησης. Στην πύλη μπροστά, είδα την κοκκινομάλλα φίλη μου να μου κουνά έντονα τα χέρια της, ενώ ήμουν σχεδόν βέβαιη, πως η Άρτεμις είχε τρέξει για να αγοράσει τον απαραίτητο για την έναρξη της μέρας καφέ, του οποίου ο ρόλος προσομοίαζε με εκείνον της βενζίνης του αυτοκινήτου.
«Καλημέρα Έκτορα! Σου την κλέβουμε όπως βλέπεις. Ελπίζω να μην υπάρχει πρόβλημα» του είπε χαριτολογώντας και ο Έκτορας χαμογέλασε.
«Νομίζω πως αφήνω την μέλλουσα γυναίκα μου σε καλά χέρια» της απάντησε και αφού με φίλησε, αποχώρησε για να συνεχίσει για την δουλειά του.
Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε και η Άρτεμις με τρείς καφέδες. Δεν χρειαζόταν να δώσω παραγγελία, ήξερε τι καφέ έπινα ήδη από τα φοιτητικά μου χρόνια.
«Λοιπόν, μέχρι να φθάσουμε στο νησί και μιας που έχω περάσει πολλά καλοκαίρια εκεί εξαιτίας φυσικά του εξοχικού μας, θα σας πω τρία πράγματα για να μπαίνουμε στο κλίμα» ξεκίνησε την ξενάγηση η Ήλια και οι τρείς μας ανεβήκαμε στο κατάστρωμα, καθώς ο καιρός ήταν υπέροχος και το αλμυρό αεράκι παιχνίδιζε με τα μαλλιά μας ευχάριστα « Καταρχάς, ξεκινάμε από το γεγονός πως το νησί μου, δεν έχει καμία σχέση με τα κυκλαδονήσια, τα οποία οργώνετε εσείς κάθε χρόνο. Η Κως, είναι η πατρίδα του πατέρα της Ιατρικής, Ιπποκράτη. Έχει αμέτρητες ακρογιαλιές, οι οποίες φυσικά θα είναι άδειες, πολλά ορεινά χωριά, τα οποία μπορούμε να επισκεφθούμε, βλάστηση, αλλά και μπαράκια στο λιμάνι και όχι μόνο. Είμαστε τυχερές γιατί το σπίτι μου, είναι κοντά στη λεωφόρο των φοινίκων και επίσης, καθώς το νησί διαθέτει υπέροχους ποδηλατοδρόμους, θα σας πρότεινα να νοικιάσουμε ποδήλατα» πήγε να εξηγήσει, για να δει την Άρτεμις να σκάει στα γέλια.
«Ναι!Και να παραστήσουμε τη Τζένη Καρέζη, στην ταινία ποια είναι η Μαργαρίτα» πρόφερε και γελάσαμε.
« Ετοιμαστείτε να πάμε και στον διάσημο πλάτανο του Ιπποκράτη, όπου σύμφωνα με την ιστορία, δίδασκε εκεί, κάτω από τη σκιά του» συμπλήρωσα εγώ και η Ήλια έκανε δήθεν την έκπληκτη, ακούγοντας την πληροφορία.
«Παντού θα πάμε, αρκεί να υπάρχει καλή διάθεση αν και από πλευράς μπάνιου, μας βλέπω να καταλήγουμε στα Θερμά, την παραλία με τα ζεστά, ιαματικά λουτρά. Είμαστε και στην κατάλληλη ηλικία εξάλλου» κατέληξε και μείναμε στην άκρη του πλοίου, μέχρι που ο ήλιος ξεκίνησε την κάθοδό του και έπειτα από ώρες, το λιμάνι του νησιού των Δωδεκανήσων, μας χαιρετούσε και μας υποδεχόταν με ανοιχτές αγκάλες. Στο μυαλό μου, όταν ταξίδευα μέσω πλοίου στην Ελλάδα, αποτυπωνόταν κάπου βαθιά, ένα λευκό και ένα γαλάζιο, όπως άλλωστε και η σημαία της αγαπημένης μου πατρίδας.
Μπόντρουμ
Οι δύο νεαροί, είχαν ανακαλύψει έναν καινούργιο φίλο στο πρόσωπο του Κάλιχ. Φυσικά, οι ώρες στο Μπόντρουμ κυλούσαν ιδιαιτέρως ήρεμα και από ό,τι ενημερωνόταν ο Μετίν, η κατάσταση της υγείας της αδερφής του, παρέμενε σταθερή. Το επόμενο λοιπόν απόγευμα, καθώς έπιναν τον τούρκικο καφέ τους, ο Κάλιχ είχε μία πρόταση.
«Μιας που τον πατέρα μου θα τον παραλάβουν σήμερα, προκειμένου να επιστρέψει στο πατρικό μου, τι θα λέγατε για λίγες διακοπές στους Έλληνες; Η Κως είναι ακριβώς απέναντι και με ένα σκάφος σαν το δικό μου, θα μας πάρει περίπου μία ώρα και ίσως και κάτι λίγο παραπάνω για να φθάσουμε. Μπορεί να έχουμε ώρες ώρες τις κόντρες μας, αλλά η ζωή και η διασκέδαση απέναντι, είναι ωραία» πρότεινε ο Κάλιχ και ο Μετίν πετάχτηκε αμέσως.
«Η αλήθεια είναι πως έχω μία μικρή υποψία, ότι ο Κενάν από εδώ εκτιμά ιδιαιτέρως τους απέναντι» πρόφερε για να δει τον φίλο του να κοκκινίζει και τον Κάλιχ να γελά.
«Φίλε, εντάξει οι Ελληνίδες είναι γοητευτικές. Θα είναι ένα ωραίο διάλειμμα για λίγο φλέρτ. Προσωπικά δεν έχω κάποια σχέση αυτή τη στιγμή, επομένως λίγο καμάκι θα ήταν αναζωογονητικό» μειδίασε και συνέχισε «Μήπως έχετε εσείς κάποια;» ρώτησε.
«Όχι. Είμαστε εντελώς μόνοι και ωραίοι. Προσωπικά εγώ, νιώθω καλύτερα έτσι» πετάχτηκε ο Μετίν και ο Κενάν τον συμπλήρωσε.
«Μπορεί ο φίλος μου να είναι κούκλος, αλλά ορκίστηκε να παραμείνει εργένης. Ο έρωτας της ζωής του, τον παράτησε στα κρύα του λουτρού, την ημέρα που ετοιμαζόταν να της κάνει πρόταση»
Ο Κάλιχ κοίταξε τον Μετίν με απορία.
«Με όλο το σεβασμό, αλλά εκείνη χάνει. Είσαι ένας πολύ ωραίος άντρας και σου το λέω εγώ που αγαπώ το γυναικείο φύλο όσο τίποτε και από την άλλη, έρχομαι σε επαφή με πολύ κόσμο και καθημερινά»
Πράγματι, ο Μετίν είχε πιο τούρκικα χαρακτηριστικά από τον Κενάν, τον οποίο έκαναν μοναδικό τα γαλανά του μάτια, προσδίδοντάς του μία ακαταμάχητη γοητεία. Ο Μετίν, είχε εκφραστικά, μελί μάτια, σκούρο δέρμα και καστανά μαλλιά, ενώ το σήμα κατατεθέν, ήταν τα αιώνια, σαρκώδη χείλη που διέθεταν οι άντρες με καταγωγή από την Ανατολή. Ήταν ψηλός, σαν τον Κενάν, με ωραίο σώμα, ωστόσο από την ημέρα που η γυναίκα της ζωής του τον παράτησε, είχε πάρει το δαχτυλίδι και το είχε κλειδώσει στο κομοδίνο του πετώντας το κλειδί για να μην ξαναμπεί ποτέ στον πειρασμό να το ανοίξει. Συμφωνώντας από κοινού για την εξόρμησή τους στο νησί, επέστρεψαν στο ξενοδοχείο, ακυρώνοντας τις διανυκτερεύσεις και μαζεύοντας τα πράγματά τους.
Ο Κάλιχ τους καρτερούσε στο κότερο με τη σαμπάνια ορθάνοιχτη. Ήταν ένας εξαιρετικός νέος, δοτικός, παρά τα εκατομμύρια που έβγαζε από την δουλειά του και μάλιστα, σαν δώρο για τη σωτηρία του πατέρα του, θα πλήρωνε εκείνος το ξενοδοχείο και το δωμάτιο, το οποίο έκλεισαν μέσω του διαδικτύου στη διαδρομή τους για το νησί. Για καλή τους τύχη, ο καιρός ήταν εξαιρετικός και η θάλασσα γυαλί, το οποίο θαρρείς και έσκιζαν, καθώς την διέσχιζαν νωχελικά με το σκάφος.
Το νησί λοιπόν του Ιπποκράτη, δεν άργησε να τους υποδεχτεί, με τις σελίδες της ιστορίας του και τα μνημεία του, έτοιμα προς εξερεύνηση. Ο Κεναν αγαπούσε την ιστορία, σε αντίθεση με τον Μετίν που έψαχνε από την πρώτη στιγμή προτάσεις για νυχτερινή διασκέδαση. Όλοι τους ωστόσο, ήταν πεπεισμένοι, πως αν υπήρχε κάτι από το οποίο θα έμεναν ευχαριστημένοι, αυτό ήταν η τοπική κουζίνα. Τα πιτταρίδια, κοινώς λαζάνια που έβραζαν σε ζωμό κρέατος, τα καττιμέρια που ήταν η στριφτή, τηγανιτή τυρόπιτα με μυζήθρα, μέλι και κανέλα, όπως και το τυρί που ψηνόταν με το κατακάθι του κόκκινου κρασιού, είχαν στα σίγουρα μπει στη λίστα.
Το ξενοδοχείο τους, βρισκόταν στην πρωτεύουσα για εύκολη πρόσβαση στα βασικά. Καθώς ανακάλυψαν τους ποδηλατοδρόμους, σκέφτηκαν αρκετά καλά το ενδεχόμενο να νοικιάσουν ποδήλατο. Για αρχή μπήκαν στο δωμάτιό τους, κάνοντας ένα ντους γρήγορο για να φύγει από πάνω τους η αλμύρα. Κατόπιν, φορώντας καθαρά ρούχα, ξεκίνησαν βαστώντας έναν χάρτη στο χέρι, να αναζητούν κάποια βασικά μνημεία, με πρώτο το κάστρο της Νερατζιάς που δέσποζε στο λιμάνι του νησιού. Οι τρείς τους βάδιζαν αμέριμνα, προσέχοντας πως η κίνηση ήταν πεσμένη λόγω της περιόδου, ενώ δεν ήταν λίγα τα βλέμματα που εισέπρατταν από τον γυναικείο πληθυσμό, ο οποίος από την μία άκουγε την βαριά, τούρκικη γλώσσα και από την άλλη έβλεπε τρείς, όμορφους νεαρούς άντρες με έντονο το στοιχείο της καταγωγής τους. Βραδινός προορισμός τους, ήταν ένα μπαρ κοντά στη θάλασσα που ονομαζόταν Μύλος και υπό κανονικές συνθήκες, λειτουργούσε καθόλη τη διάρκεια της ημέρας.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro