Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Πέμπτο/ part 3

Το βλέμμα μου είχε σταθεί στα υπέροχα χαρακτηριστικά του. Η λάμψη της σελήνης, φώτιζε αμυδρά και ανάλαφρα τις φουρτουνιασμένες θάλασσες των ματιών του. Καθώς το χέρι μου άγγιζε το στήθος του, νιώθοντας τον γρήγορο παλμό της καρδιάς του, συνέχισε την διαδρομή του αργά προς τον λαιμό του και έπειτα προς το ελαφρώς αξύριστο μάγουλό του. Ο Κενάν, είχε κλείσει τα μάτια του, παραδομένος πλήρως στο άγγιγμά μου. Τον ένιωθα να γέρνει ελαφρώς το κεφάλι του προς το μέρος του χεριού μου που τον χάιδευε απαλά, ενώ παράλληλα με τον αντίχειρά μου, σκούπισα ένα δάκρυ του που αιφνιδίως είδα να κυλά.

«Είσαι καλά;» τον ρώτησα αναστατωμένη.

«Είμαι ευτυχισμένος αυτή τη στιγμή. Νιώθω ελεύθερος, μα ώρες-ώρες, κάποιες όμορφες αναμνήσεις του παρελθόντος εξακολουθούν να μου προκαλούν συγκίνηση» τον άκουσα να ομολογεί, ωστόσο δεν αποτράβηξα λεπτό μήτε το βλέμμα μου, μήτε το χέρι μου από το κορμί του.

Τον είδα τότε να μετακινείται, προς το μέρος μου αργά, ωστόσο εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ένιωσα το κινητό μου να δονείται και βγάζοντάς το από την τσέπη μου, είδα το όνομα του Έκτορα να σχηματίζεται στην οθόνη. Κατόπιν, παρατήρησα το πρόσωπο του Κενάν να σκοτεινιάζει ευθύς αμέσως και να γεμίζει με τύψεις. Ο Έκτορας με είχε πάρει ήδη τρία τηλέφωνα τα οποία φυσικά δεν είχα καν ακούσει, μα ούτε και είχα απαντήσει.

«Μα πού στο καλό βρίσκεσαι αγάπη μου; Να υποθέσω πως περνάτε τόσο υπέροχα, σε σημείο να με ξεχάσεις εντελώς;» άκουσα την παραπονεμένη του φωνή και τότε συνειδητοποίησα πως απλώς είχε δίκιο. Τον είχα πράγματι ξεχάσει τελείως.

«Βρισκόμαστε σε ένα παραλιακό κλαμπ με τις κοπέλες. Ειλικρινά είναι υπέροχο το νησί, θα πρέπει να έρθουμε και μαζί μία μέρα» του απάντησα διστακτικά.

«Με σκέφτεσαι καθόλου;» με ρώτησε και ξεροκατάπια.

«Φυσικά και σε σκέφτομαι» απάντησα ελαφρώς απρόθυμα.

«Σε αγαπώ πολύ να το ξέρεις και δεν βλέπω την ώρα να επιστρέψεις και να σε σφίξω στην αγκαλιά μου. Σε αφήνω, να μην σου τρώω τον χρόνο σου. Καληνύχτα αγάπη μου» ήταν οι τελευταίες του κουβέντες και εγώ του ψιθύρισα ένα αβέβαιο καληνύχτα, ενώ ταυτόχρονα παρατήρησα πως ο Κενάν είχε σηκωθεί από την διπλανή μου θέση και βημάτιζε ολομόναχος δίπλα στο κύμα.

Τη στιγμή που έκλεινα το τηλέφωνο και τον κοιτούσα να βηματίζει με το κεφάλι του σκυφτό, δεν ήξερα ειλικρινά πώς να αντιδράσω. Να έτρεχα να τον προλάβω, αλλά για ποιόν λόγο; Τι να του έλεγα; Με τον Κενάν δεν είχαμε μιλήσει ποτέ μας ανοιχτά για τις προσωπικές μας σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Μοιάζαμε ίσως περισσότερο με δύο καλούς φίλους, ωστόσο βαθιά μέσα μου γνώριζα πως το χτυποκάρδι που αισθανόμουν κάθε φορά που απλώς τον κοιτούσα, δεν ήταν τυχαίο. Για την ακρίβεια γνώριζα ακριβώς τι σήμαινε. Σήμαινε όλα αυτά και ακόμη περισσότερα που δεν ένιωθα, όποτε βρισκόμουν πλάι στον Έκτορα. Σήμαινε έρωτα, και αυτά τα γλυκά χτυποκάρδια, ήταν το αλατοπίπερο που έκανε την ζωή λίγο πιο νόστιμη, πιο ουσιώδη. Ο έρωτας, είναι εκείνο το συναίσθημα, που σε κάνει να σηκώνεσαι κάθε πρωί με όρεξη και κέφι, ακόμη και αν έξω κάνει κρύο, ο άνεμος λυσσομανά και η βροχή μαίνεται. Αυτός είναι ο έρωτας, η αιώνια λιακάδα στην καρδιά σου.

Αυτό ακριβώς ένιωθα λοιπόν, κάθε φορά που αντίκριζα τον Κενάν, ωστόσο ο φόβος για το άγνωστο με κρατούσε πίσω. Ο φόβος, καθώς και όλο το οικογενειακό και μη περιβάλλον, που είχαν επενδύσει σε εμένα, που είχαν πληρώσει για να γίνει μεγαλοπρεπής αυτός ο γάμος. Ένιωθα πως τους πρόδιδα όλους με τη σειρά, τον Έκτορα, την οικογένειά του που με λάτρευε και πολύ λιγότερο τους γονείς μου. Η δική τους άποψη, δεν είχε και τόση σημασία για εμένα. Με δύο κουβέντες ήξερα, πως ο Κενάν άθελά του, χάραζε ένα μονοπάτι στην καρδιά μου. Έναν δρόμο που αν αποφάσιζα να ακολουθήσω, θα βρισκόμουν αντιμέτωπη με την οργή όλων, δίχως καμία πιθανότητα επιστροφής. Σκεφτόμουν, αν άξιζε τον κόπο, ωστόσο μία μικρή φωνή, κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μου, μου ψιθύριζε πως αυτό που είχε σημασία, ήταν να μην συμβιβαστώ, είτε αποφάσιζα να επιλέξω τελικά τον δρόμο της Ανατολής, είτε όχι.

Παλεύοντας να σταματήσω τις σκέψεις μου, δεν κατάλαβα για πότε είχα τελικά βρεθεί δίπλα του να στέκομαι αμίλητη και σκεπτική.

«Τον αγαπάς;» άκουσα την φωνή του Κενάν και για κάποιον λόγο δεν ήξερα τι να απαντήσω, ωστόσο η φωνή του, επέστρεψε σταθερή για να με φέρει σε δυσκολότερη θέση «Πρόκειται στ'αλήθεια να τον παντρευτείς; Καθώς σε έχω ακούσει να τον αποκαλείς ήδη αρραβωνιαστικό» με ρώτησε ελαφρώς ταραγμένος. Για εκείνον αντιλαμβανόμουν πως είχε μεγάλη σημασία η απάντηση και η γνώση της αλήθειας. Μίας αλήθειας που μάλλον ξεπερνούσε τα όρια της ηθικής του.

«Ναι, είναι αρραβωνιαστικός μου» απάντησα δίχως να τον κοιτάζω.

Τότε, ο Κενάν με εγκλώβισε σε αυτό το υπέροχο βλέμμα, που με είχε κάνει να τον προσέξω από την πρώτη κιόλας στιγμή που οι ματιές μας είχαν ανταμώσει.

«Θα σε ρωτούσα πώς αισθάνεσαι, ωστόσο θα προτιμήσω να σου πω, πως ένιωθα εγώ, όσο καιρό περίμενα την ημέρα του γάμου μου με την Μπινάζ. Αδημονούσα. Δεν έβλεπα την ώρα, να πάμε σε εκείνη την παραλία, καθώς τον γάμο μου τον ονειρευόμουν πάντα δίπλα στη θάλασσα, και να αποκαλέσω για πρώτη φορά την Μπινάζ γυναίκα μου. Καθώς στην χώρα μου, μερικές οικογένειες όπως και η δική μου, δύσκολα απαγκιστρώνονται από την παράδοση, με την Μπινάζ καρτερούσαμε την ημέρα του γάμου για να μείνουμε μαζί. Την σκεφτόμουν συνέχεια, έφερνα στο νου μου κάθε λεπτομέρεια του προσώπου της. Ήθελα να της κάνω έρωτα και κάποια στιγμή να γίνει η μητέρα των παιδιών μου. Ήθελα να την φιλώ και να την αγγίζω με την πρώτη ευκαιρία. Όταν την είχα γνωρίσει για πρώτη φορά, αισθανόμουν όπως ο έφηβος στην πρώτη του αγάπη. Τότε, που ένα χαμόγελο από την μεριά του προσώπου που ποθείς, σου είναι αρκετό για να μείνεις ξύπνιος όλο το βράδυ και να το σκέφτεσαι. Ο σύντροφός σου, σου βγάζει αυτά τα συναισθήματα;» με ρώτησε ξανά και ειλικρινά ένιωσα πως ήθελα να κλάψω.

«Όχι» του ομολόγησα δίχως να τον κοιτάζω στα μάτια.

«Τότε, γιατί τιμωρείς τον εαυτό σου; Πως μπορείς να κάνεις έρωτα με κάποιον, για τον οποίο δεν νιώθεις βαθιά συναισθήματα; Η συγκεκριμένη πράξη, δεν θα πρέπει να καλύπτει απλώς μία ανάγκη στην περίπτωσή σου. Ενώνεις το σώμα σου με κάποιον και ενώνεις και τη ζωή σου μαζί. Όλα αυτά δεν γίνονται δίχως έρωτα» μου είπε και τη στιγμή που ετοιμάστηκα να του απαντήσω, με σταμάτησε «Δεν σου τα λέω όλα αυτά για να μου απολογηθείς. Εγώ είμαι ένας ξένος που έτυχε να συναντήσεις δύο φορές από κοντά»

«Ένας ξένος, που όμως μου εμπιστεύθηκε πολλά σχετικά με τη ζωή του» του είπα.

«Ναι, γιατί το ήθελα και γιατί με έκανες να νιώσω την ανάγκη να σου τα εμπιστευθώ» πρόφερε κοιτάζοντας την θάλασσα «Ξέρεις κολύμπι;» με ρώτησε παιχνιδιάρικα, τόσο που με ξάφνιασε.

«Φυσικά και γνωρίζω. Στην Ελλάδα ζω και η θάλασσα θαρρώ πως είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου» απάντησα περήφανα.

«Είναι και δικό μου κομμάτι» χαμογέλασε και αφαιρώντας μονάχα την μπλούζα και τα παπούτσια του, τον είδα να πλησιάζει και να ξεκινά να βυθίζεται αργά, στο σκοτεινό κύμα.

«Κάνει κρύο ακόμα» του φώναξα, ωστόσο δεν πήρα καμία απολύτως απάντηση.

Δευτερόλεπτα πέρασαν, που μου φάνηκαν αιώνες, μα ο Κενάν δεν είχε αναδυθεί ακόμη. «Κενάν;» φώναξα ξανά και δίχως να το σκεφτώ, αφήνοντας μονάχα τα παπούτσια μου στην παραλία, έτρεξα προς το μέρος της θάλασσας τρελαμένη από την ανησυχία.

Είχα κατορθώσει να βυθιστώ μέχρι τα γόνατα, βαριανασαίνοντας και τρέμοντας, όταν άξαφνα η φιγούρα του πετάχτηκε μπροστά μου, κάνοντάς με να ξεκινήσω να τον βρίζω στα ελληνικά.

«Μου ακούγονται υπέροχα τα όσα λες. Τελικά η γλώσσα σου είναι πολύ μελωδική» με πείραξε.

«Ειλικρινά, δεν θέλεις να σου κάνω τη μετάφραση» του επιτέθηκα.

«Ανησύχησες;» με ρώτησε.

«Τρελάθηκα!» του απάντησα σχεδόν βουρκωμένη.

«Τι πίστεψες;» με ρώτησε ξανά.

«Πως θα σε έχανα. Πως θα πάθαινες κάτι κακό και ειλικρινά δεν μπόρεσα να το φανταστώ. Δεν μπορώ στη σκέψη, πως υπάρχει περίπτωση να πάθεις κάτι» επέμεινα.

«Γιατί;» με ρώτησε ξανά, απανωτά, σαν να μου έπαιρνε συνέντευξη.

«Γιατί, θέλω να σε βλέπω καλά, θέλω να είσαι ευτυχισμένος. Νιώθω σαν να τοποθετώ τον εαυτό μου σε δεύτερη μοίρα, καθώς η ευτυχία σου είναι αυτή που προέχει» ολοκλήρωσα και χαμογέλασε.

«Αυτό σημαίνει αγάπη και αυτό σημαίνει έρωτας. Να βάζεις τον εαυτό σου σε δεύτερη μοίρα και να επιθυμείς να βλέπεις το αντικείμενο του πόθου σου ευτυχισμένο» μου είπε και μου κόπηκε η αναπνοή.

«Και εσύ;» τον ρώτησα.

«Έχεις πάρει ήδη την απάντηση. Αν δεν ένιωθα πράγματα για εσένα, δεν θα σου έδινα όλες αυτές τις συμβουλές. Δεν θα είχαν νόημα» τελείωσε και όπως ήμασταν βυθισμένοι στο κρύο, θαλασσινό νερό, ένιωσα τα χέρια του να τυλίγονται γύρω από την μέση μου.

Τα βρεγμένα του μαλλιά, έσταζαν στο πρόσωπό μου, τα χείλη του έτρεμαν ελαφρώς από το κρύο, ίσως και το άγχος της πρώτης επαφής. Τον ένιωσα να σκύβει και να με φιλά με πάθος και ανάγκη, δανείζοντάς μου την δική του γεύση, που είχε μία υποψία αλμύρας, καλοκαιριού και θάλασσας.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro