Κεφάλαιο Δεύτερο/ part 7
Εκείνο το απόγευμα, είχα πάρει την απόφαση να το περάσω μαζί με την γιαγιά Ελένη. Λάτρευε να αφηγείται ιστορίες της οικογένειάς της, από την αδικοχαμένη Σμύρνη. Η ίδια δεν βίωσε την θηριωδία εκείνη, γεννήθηκε λίγα χρόνια αργότερα, όταν η οικογένειά της είχε μετακομίσει στην Νέα Ιωνία, παλεύοντας να κάνει μία νέα αρχή. Ωστόσο, η μητέρα της και προ-γιαγιά μου, μιλούσε συνέχεια για τις ημέρες τους πίσω στη Σμύρνη και τώρα η γιαγιά μου, αναπολούσε τις στιγμές εκείνες, σαν να τις είχε ζήσει η ίδια. Μάλιστα, της είχε γεννηθεί ο καημός να ταξιδέψει εκεί, προκειμένου να αντικρίσει το μικρό αρχοντικό, όπου κάποτε ζούσε η οικογένειά της.
Φυσικά της είχα δώσει την παραγγελία, να μου φτιάξει σμυρναίικη γαλατόπιτα με σταφίδες, συνταγή από την μαμά της και έτσι, όταν χτύπησα το κουδούνι, με υποδέχτηκε μία υπέροχη μυρωδιά και μία τεράστια αγκαλιά.
«Καλώς την!» μου φώναξε πέφτοντας πάνω μου με φόρα. Το διαμέρισμά της, ήταν μικρό με ένα υπνοδωμάτιο και φυσικά την εικόνα του Αγίου Χρυσοστόμου να δεσπόζει περήφανα απέναντι από την τραπεζαρία.
«Ελενάκι μου» την αποκάλεσα «ήθελα τόσο πολύ να έρθω να σε δω» της είπα και παρατήρησα πως εκτός από ένα αχνό χαμόγελο, το φρύδι της είχε ορθωθεί με νόημα.
«Μυρίζομαι περιπέτειες» διαπίστωσε και γέλασα.
«Έλα, βρε γιαγιά. Υπονοείς πως έρχομαι και σε βλέπω μονάχα όταν υπάρχει κάποιο κουτσομπολιό;» την πείραξα.
«Δεν υπονόησα τίποτε απολύτως. Λοιπόν, κάθισε γιατί και το κουτσομπολιό έχει το ενδιαφέρον του» μου απάντησε και εκείνη πειρακτικά, ωστόσο εγώ πάντοτε την άφηνα να κάνει μία εισαγωγή μιλώντας για την πολυαγαπημένη της Σμύρνη, ενώ η οικογένειά της καταγόταν από τα Βουρλά.
Ξεκινούσε με την μόδα που ακολουθούσαν πιστά οι γυναίκες εκεί και κατέληγε να μιλά για τα ατελείωτα γλέντια τους, που προσέδιδαν στην πόλη μία αιωνιότητα, μία νιότη κρυφή.
΄΄Κανείς δεν έμοιαζε να κοιμάται ποτέ σε αυτήν την πόλη. Τραγούδια ακούγονταν και την αυγή γιατί υπήρχαν εργάτες που δούλευαν όλη τη νύχτα στα καπνά και τελείωναν με το πρώτο φως΄΄.
Με είχε κάνει να αγαπήσω τον τρόπο ζωής εκείνης της εποχής, εξαιτίας των γλαφυρών της αφηγήσεων. Μόλις φυσικά έφτανε στο σημείο της καταστροφής και της φυγής, καθώς και της άθλιας αντιμετώπισης των ανθρώπων εκείνων από την δεύτερη πατρίδα τους, την έπιαναν τα κλάματα. Ποτέ δεν τους υποδέχτηκαν σαν Έλληνες, αλλά σαν Τούρκους. Κάπου εκεί ξεροκατάπια.
«Μίλησέ μου για τον γάμο. Πώς πάνε οι ετοιμασίες; Ο Έκτορας είναι ενθουσιασμένος;» με ρώτησε και με είδε ελαφρώς να διστάζω «Ωπ, γιατί η νύφη είναι διστακτική; Κανόνισε γιατί έχω αγοράσει την τουαλέτα μου ήδη και θα πάει χαμένη» πρόφερε πειράζοντάς με.
«Γιαγιά, θα ήθελα την γνώμη σου. Από μικρό κορίτσι ήμουν ονειροπόλα και σου τόνιζα πως αν ποτέ παντρευτώ, θα ήθελα την ημέρα του γάμου μου να κοιτάζω στα μάτια τον άντρα μου και να λιώνω. Νομίζω πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με τον Έκτορα» εξομολογήθηκα και την άκουσα να αναστενάζει.
«Ο Έκτορας είναι ένα ήσυχο και φιλότιμο παιδί, ωστόσο πάντοτε ένιωθα πως η γνωριμία σας, μόνο τυχαία δεν ήταν. Χρόνια τώρα, σε βλέπω να παλεύεις να μην κακοκαρδίσεις τους γονείς σου και όσο και αν αγαπάω τον υιό μου τον Ιάσωνα, γνωρίζω πως από τότε που ξεκίνησε να πηγαίνει καλά η δουλειά του, ξέχασε πώς είναι να είσαι ένας απλός άνθρωπος. Νόμιζα όμως, πως είχες αγαπήσει τον Έκτορα. Οι δυο σας δεν φαίνεται να έχετε προβλήματα» μου είπε και ειλικρινά δεν ήξερα πώς να συνεχίσω την κουβέντα μας.
«Δεν έχουμε ιδιαίτερα προβλήματα. Απλώς εχθές ήθελα τόσο πολύ να του μιλήσω για το όνειρό μου να γίνω ψυχολόγος και εκείνον τον ενδιέφεραν μονάχα τα λεφτά που βγάζω τώρα» ψιθύρισα με παράπονο.
«Από την μία τον καταλαβαίνω, από την άλλη θέλει αυτοπεποίθηση για να κυνηγήσεις τα όνειρά σου και πίστεψέ με, αν το αγαπάς πολύ το όνειρό σου θα πετύχεις. Ο Έκτορας είναι ένα παιδί που δεν ρισκάρει και το ξέρεις. Του αρέσει η σιγουριά και με δεδομένο τον γάμο, σου εξέθεσε απλώς την άποψη, πως αν η δουλειά του πατέρα σου περάσει σε εσένα και εκείνος με την σειρά του, συνεχίσει την δική του, τότε σίγουρα οι απολαβές θα φτάνουν για να ζήσετε δέκα οικογένειες και με τις καλύτερες προδιαγραφές. Πάρα ταύτα, εγώ θα σε ρωτήσω, τι είναι αυτό που πραγματικά επιθυμείς; Η ζωή είναι μικρή για να βάζουμε όρια στην προσωπική μας ευτυχία και να την σαμποτάρουμε» τελείωσε και στο μυαλό μου έφερα την εικόνα του Κενάν και τη συμβουλή του να προσπαθήσω στον τομέα της ψυχολογίας.
«Επιθυμώ να κάνω μία προσπάθεια και να παρακολουθήσω μαθήματα ψυχολόγου» της είπα.
«Τότε, αυτό να κάνεις» ανταπάντησε και την είδα να με κοιτάζει πονηρά «Ιλεάνα, συμβαίνει και τίποτε άλλο;» ρώτησε δήθεν αθώα και με είδε να κοκκινίζω «Εντάξει, ποιο είναι το όνομα του νεαρού; Φυσικά, δεν εννοώ του Έκτορα, αλλά του νεαρού που σου έκλεψε έτσι ύπουλα την καρδιά» μειδίασε και ειλικρινά, δεν ήξερα αν έπρεπε να συνεχίσω την συζήτηση.
«Υπέροχο το γλυκό σου» πρόφερα.
«Αλλάζεις το θέμα» επέμεινε.
«Κενάν» τραύλισα και την είδα να πνίγεται με την τελευταία γουλιά του καφέ.
«Ποιος Κενάν; Όπως αποκαλούμε μερικούς Τούρκους από απέναντι; Α-αφού δεν έχεις πάει ποτέ απέναντι. Ιλεάνα, σοβαρέψου κορίτσι μου» ξεκίνησε για να συνεχίσει « Μα, από όλες τις χώρες του πλανήτη, επέλεξες Τούρκο; Πού τον γνώρισες; Πώς..» πήγε να πει, αλλά την σταμάτησα.
«Εντάξει, καλύτερα να πηγαίνω» της πέταξα θυμωμένα και την είδα να στεναχωριέται.
«Μην φεύγεις κακοκαρδισμένη. Γνωρίζεις πως δεν τους συμπαθώ εξαιτίας της οικογένειάς μου και των όσων τράβηξαν τότε» απολογήθηκε.
«Ναι, αλλά ο Κενάν τότε δεν είχε καν γεννηθεί» της απάντησα.
«Ναι, αλλά σίγουρα έχει γαλουχηθεί με την νοοτροπία τους. Είναι Τούρκος, μουσουλμάνος. Αν μπλέξεις με τις παραδόσεις τους...δεν ξέρω, απλώς ανησυχώ για εσένα. Αν δεν θέλεις τον Έκτορα, εγώ είμαι μαζί σου. Αν επίσης θέλεις να κυνηγήσεις την ψυχολογία και εκεί θα σταθώ στο πλάι σου και μάλιστα, οικονομικά θα σε στηρίξω εγώ προσωπικά, ωστόσο η γνωριμία σου με τον νεαρό αυτό με ανησυχεί. Αν το μάθει ειδικά ο πατέρας σου, θα τον καταστρέψει και αυτόν και πίστεψέ με, έχει την δύναμη να το πράξει» έκανε μία παύση και συνέχισε «Τουλάχιστον, πες μου πώς τον γνώρισες» ολοκλήρωσε με το χέρι της να χαϊδεύει το δικό μου.
«Είχε έρθει στη δουλειά μου ένα πρωί και απλά μόλις τον είδα, δεν ξέρω, δεν μπορούσα να σταματήσω να τον κοιτάζω. Ήταν ψηλός, με κυανά μάτια και μαύρα μαλλιά. Είχε λίγα γένια, ίσα που να θυμίζει ανατολή. Ξεκίνησα να σκέφτομαι όλα όσα μου είπες μόλις τώρα και πως απλώς ενθουσιάστηκα με την εμφάνισή του, όπως βλέπεις ας πούμε ένα όμορφο βάζο και το θαυμάζεις. Την ίδια μέρα κατέβηκα στο Μοναστηράκι και τυχαία τον βρήκα να τραβά κάποιες φωτογραφίες, όταν του έκλεψαν την τσάντα, αφήνοντας να πέσει ένα τετράδιο. Μέσα έγραφε πράγματα στα τούρκικα και είχε ζωγραφίσει παιδικές εικόνες» της είπα και με διέκοψε.
«Αν λοιπόν είναι παντρεμένος; Θα μπλέξεις ανάμεσα στο ζευγάρι;» με ρώτησε αυστηρά.
«Το σκέφτηκα και αυτό, αλλά δεν μου φάνηκε να έχει κάποια γυναίκα. Μιλούσε διαρκώς για τις μοναχικές του βόλτες στον Πύργο του Γαλατά. Εκείνος με προέτρεψε να κυνηγήσω το όνειρο της ψυχολογίας» επέμεινα και την είδα σκεπτική.
«Κάποτε, δεν πίστευα καθόλου σε αυτό μου ονομάζουμε ΄΄μοιραίο΄΄. Ωστόσο, η συνάντησή σου μαζί του, μοιάζει πράγματι πολύ με κάποιο παιχνίδι της μοίρας, αν και επικίνδυνο. Μπορεί να είναι ένα καλό παιδί, ομορφόπαιδο από όσο μου λες, μπορεί όμως να φυλά και μυστικά σκοτεινά. Ίσως έχει ήδη παιδιά και απλώς δεν το αναφέρει για να μην χαλάσει τη συνάντησή σας. Ωστόσο, ακόμη και έτσι να μην είναι, πώς θα καταφέρετε να ενώσετε τους κόσμους σας; Πως θα απαλλαγείτε από τα εμπόδια της διαφορετικότητας; Εμένα με τρομάζει αυτό» κάπου μέσα στα λόγια της και τις απανωτές, αγωνιώδεις ερωτήσεις της, διέκρινα μία μεγάλη αλήθεια.
«Η γλώσσα της αγάπης, αν υπάρξει, είναι κοινή για όλους γιαγιά. Εγώ, ένιωσα πως μαζί του έχω πολύ περισσότερες ομοιότητες από ότι ας πούμε με τον Έκτορα. Ειλικρινά, δεν σκέφτομαι να κάνω κάποια τρέλα, απλώς τον έχω στο μυαλό μου και δεν λέει να βγει. Ωστόσο, δύσκολα θα τον ξαναδώ, καθώς ο άνθρωπος επέστρεψε στην χώρα του» απάντησα και χαμογέλασε.
«Αν είναι της μοίρας σου γραφτό, θα τον ξαναδείς. Άσε τη ζωή να σου ανοίξει εκείνη τις σελίδες του βιβλίου της και τα καλά κρυμμένα της χαρτιά. Σε αγαπώ πολύ και ακόμη και αν αποφασίσεις να τον επιλέξεις, θα σταθώ δίπλα σου τη στιγμή που ο πατέρας σου θα παλέψει λυσσαλέα να τα καταστρέψει όλα. Για την ώρα φυλάξου και προστάτεψε τον νεαρό όσο μπορείς» μου είπε και την αγκάλιασα σφιχτά συγκινημένη.
«Σε ευχαριστώ που υπάρχεις και κάνεις την ζωή μου να μοιάζει λίγο πιο όμορφη» πρόφερα και την είδα να μου δίνει έναν φάκελο.
«Πάρε αυτά τα μετρητά και κράτησέ τα σε περίπτωση που τα χρειαστείς. Τα είχα καιρό φυλαγμένα εδώ, ωστόσο πιστεύω πως αυτή τη στιγμή εσύ μοιάζεις να τα έχεις περισσότερη ανάγκη από εμένα. Κυνήγησε τα όνειρά σου και ακολούθησε ό,τι σε κάνει να χαμογελάς»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro