Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Δεύτερο/ part 5

Ήθελα εκείνη η συνάντηση, να μπορούσε να κρατήσει αιώνια. Μην έχοντας ακούσει σχεδόν τίποτε σχετικό με τη δουλειά και φυσικά μην δίνοντας καμία απολύτως σημασία στο ελαφρώς νευρικό βλέμμα του πατέρα μου, πάλευα ανώφελα να πάρω τα μάτια μου μακριά από το υπέροχο, ανατολίτικο προφίλ αυτού του άντρα. Ο Κενάν, σοβαρός και μετρημένος, ευχαρίστησε τον πατέρα μου, ο οποίος κατά πώς φάνηκε έσπευσε να τον ξεπροβοδίσει το συντομότερο δυνατόν, καθώς το ένστικτό του, τον προειδοποιούσε για κάτι. Είχε πιάσει στον αέρα, έστω και ανεπαίσθητα, την ύπαρξη μίας αμοιβαίας συμπάθειας και ίσως οικειότητας ανάμεσα στην κόρη του και τον μορφωμένο μεν, αλλά επικίνδυνο για εκείνον δε, Τούρκο συνεργάτη του.

Για λίγο στάθηκα στο κατώφλι της εξώπορτας, περιμένοντας τους δύο άντρες να βγουν. Χαιρέτησα τον Μετίν που εξακολουθούσε να είναι τυπικός, έως ψυχρός μαζί μου και φυσικά, όταν έφθασε η στιγμή του Κενάν, η χειραψία μας κράτησε μερικά δευτερόλεπτα παραπάνω. Η οποιαδήποτε ωστόσο επιπλέον κίνηση, ήταν απαγορευτική και ας ούρλιαζε η γλώσσα του σώματός μας, πως θα θέλαμε να ανταλλάξουμε μία θερμή αγκαλιά σαν δύο καλοί φίλοι, σαν δύο άνθρωποι με μία πετυχημένη χημεία. Επιστρέφοντας ελαφρώς θλιμμένη στο γραφείο του πατέρα μου, διαπίστωσα με τρόμο, πως η κάρτα που μου είχε δώσει ο Κενάν, είχε κάνει φτερά. Πάνω στην αφηρημάδα μου, την είχα ξεχάσει στο στρογγυλό, γυάλινο τραπέζι των συνεδριάσεων. Μπήκα τότε στο γραφείο του προσποιούμενη την χαμογελαστή, αναζητώντας παράλληλα με το βλέμμα μου την πολύτιμη κάρτα.

«Αυτό ψάχνεις;» άκουσα την ειρωνική φωνή του πατέρα μου και ένιωσα το αίμα μου να παγώνει.

«Όχι καλέ μπαμπά, το κινητό μου» του απάντησα με σιγουριά.

«Στην τσέπη σου είναι. Κρέμεται ολόκληρο. Αχ, βρε Ιλεάνα μου, ο Έκτορας σου έχει πάρει τα μυαλά και δεν σου άφησε δράμι. Πώς τα πάτε αλήθεια;» με ρώτησε με έκδηλο ενδιαφέρον.

«Τα πάμε μία χαρά, απλώς τελευταία μας έχει καταπιεί η ρουτίνα» του είπα με παράπονο, θεωρώντας πως θα με καταλάβαινε.

«Α, δεν θέλω τέτοια. Γυναίκα είσαι, όμορφη, έξυπνη και τσαχπίνα. Φρόντισε να του ανανεώσεις το ενδιαφέρον του» αποκρίθηκε κυνικά.

«Μπαμπά, είμαι άνθρωπος. Δεν δουλεύω σε τσίρκο για να κάνω νούμερα και να διασκεδάζω το κοινό μου» πρόφερα αγανακτισμένη και ετοιμάστηκα να κατέβω τις εσωτερικές σκάλες, όταν έπεσα πάνω στην Άρτεμις.

«Φιλενάδα μου, τι μανάρια κατέβαιναν τις σκάλες; Από τον Παράδεισο μας έρχονται;» με ρώτησε και εγώ της έκανα απελπισμένες κινήσεις να μιλά πιο σιγά.

«Από την Πόλη για την ακρίβεια...» αποκρίθηκα.

«Από την πόλη έρχομαι φιλενάδα, θέλω και εγώ να δουλέψω μαζί σου, αν είναι να βλέπω τον Θεό του Έρωτα. Κάτσε, μην μου πεις...είναι τα γειτονάκια που περίμενες;» ξεκίνησε τις απανωτές και ασταμάτητες ερωτήσεις.

«Ναι αγάπη μου και τώρα, έλα μαζί μου κάτω να σου παραγγείλω καφέ και να τα πούμε. Έχω χρόνο» της είπα χαμογελαστά.

«Φυσικά και θα σου έρθω, πρώτα όμως πάω να καλησπερίσω τον μπαμπά Ιάσωνα» τελείωσε και απομακρύνθηκε με προορισμό το γραφείο του πατέρα μου.

Καθώς βάδιζε, με το γνωστό της χαρωπό περπάτημα, κοντοστάθηκε στην πόρτα. Το βλέμμα της, προσγειώθηκε επάνω στον Ιάσωνα που είχε μόλις ξεκινήσει να καίει την κάρτα του Κενάν. Παλεύοντας να φανεί ψύχραιμη, έκανε δήθεν πως έστελνε κάποιο μήνυμα, προκειμένου να μην κινήσει τις υποψίες των υπαλλήλων. Κατόπιν, ο Ιάσωνας σηκώθηκε επάνω και κατευθύνθηκε στην γωνία του γραφείου του, έχοντας πρώτα τηλεφωνήσει σε κάποιον. Η Άρτεμις από την άλλη, αρνείτο να απομακρυνθεί από το πόστο της. Κάτι της έλεγε πως εκείνο το τηλεφώνημα δεν ήταν τυχαίο. Φυσικά, δύο λεπτά αργότερα, οι υποψίες της είχαν μετατραπεί σε βεβαιότητα.

΄΄Έλα Αχιλλέα, ο Ιάσωνας Πετράκης είμαι. Θα ήθελα μία χάρη. Θέλω να αναζητήσεις και να βρεις πληροφορίες, για κάποιον Κενάν Μπουρκάσλι που ζει στην Κωνσταντινούπολη και δουλεύει στις τούρκικες αερογραμμές΄΄ ολοκλήρωσε και άξαφνα η Άρτεμις από την ταραχή της, μετάνιωσε την καλησπέρα που ήθελε να του πει και ξεκίνησε να κατεβαίνει και εκείνη τα σκαλιά με φόρα. Κάτι περίεργο συνέβαινε και φοβόταν πολύ, πως αφορούσε άμεσα την φίλη της.

Έχοντας παραγγείλει τον καφέ της, την καρτερούσα αρκετή ώρα, για να την δω τελικά να εμφανίζεται αναψοκοκκινισμένη.

«Όλα καλά; Σε κράτησε ο πατέρας μου και σου έκανε ανάκριση πρώτου βαθμού;» την ρώτησα προσπαθώντας να την πειράξω, ωστόσο για πρώτη φορά στη ζωή της, την είδα να παραμένει σοβαρή.

«Ιλεάνα, θέλω να σε ρωτήσω κάτι. Το θεϊκό γειτονάκι, το έλεγαν Κενάν;» με ρώτησε και για λίγο σάστισα.

«Πώς το ξέρεις εσύ αυτό;» πρόφερα με φωνή που έτρεμε καθώς η συζήτηση φαινόταν να βαθαίνει, οδηγώντας σε ανεξερεύνητες αβύσσους.

«Το πρόβλημα φίλη μου δεν είμαι εγώ, είναι ο μπαμπάς σου. Σε παρακαλώ, ακύρωσε τον καφέ και πάμε καλύτερα έξω να τα πούμε, έστω και για ένα τέταρτο» ήταν η τελευταία της κουβέντα, προτού ακυρώσω την παραγγελία και σηκωθώ με εντελώς μηχανικές κινήσεις, καθώς το μυαλό μου πάλευε, δημιουργώντας σενάρια, όλα τους καταστροφικά.

------------------------------------------------------------

Το ταξί τους οδηγούσε κατευθείαν στο αεροδρόμιο, καθώς είχαν πάρει μαζί τους τις δύο μικρές, δεκάκιλες βαλίτσες. Σε όλη τη διαδρομή, από τον Πειραιά μέχρι και το Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Μετίν κοιτούσε έξω και παρέμενε σιωπηλός.

«Kardesim*, τι συμβαίνει; Αν είσαι ακόμη θυμωμένος μαζί μου από εχθές, σου έχω ζητήσει ήδη συγγνώμη» απολογήθηκε ο Κενάν και τότε ο Μετίν έστρεψε το βλέμμα του επάνω του νευριασμένος.

«Ήσουν με εκείνη έτσι; Την Αθηναία εννοώ, την κυρία Πετράκη που συνεργαστήκαμε. Ήσουν μαζί της όλες εκείνες τις ώρες και μην το αρνηθείς γιατί σας είδα. Αυτή η οικειότητα, μόνο τυχαία δεν ήταν. Κοίταξε, δεν σε αδικώ, δεν είναι άσχημη κοπέλα και ειλικρινά δεν ξέρω πόσο προχωρήσατε, αλλά θα μείνει ως εδώ και εσύ θα το κρατήσεις σαν την πικάντικη ανάμνηση του ταξιδιού μας. Του επαγγελματικού ταξιδιού μας» τελείωσε ο Μετίν.

«Νομίζω πως βιάζεσαι να με κρίνεις. Φυσικά και με την Ιλεάνα δεν έκανα τίποτε απολύτως, για ποιόν με πέρασες; Δεν αναζητώ γυναίκες, προκειμένου να περάσω μία βραδιά και το ξέρεις πολύ καλά αυτό. Ποτέ μου δεν ήμουν έτσι. Πράγματι, εχθές την συνάντησα, αλλά εντελώς τυχαία μιας που όπως γνωρίζεις φαντάζομαι, στην επαγγελματική κάρτα της, δεν αναγράφεται κανένα κινητό τηλέφωνο. Μου έκλεψαν την τσάντα Μετίν και μέσα είχα το τετράδιο που γράφω το παραμύθι μου. Ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ. Δουλεύω πάνω σε αυτό, εδώ και αρκετούς μήνες. Το έχω τάξει στον υιό μου Μετίν! Στο παιδί μου που δεν κατάφερε στον όγδοο μήνα, να δει το φως του ήλιου, καθώς χάθηκε μαζί με την Μπινάζ μου. Η Ιλεάνα λοιπόν το βρήκε και έτρεξε να με αναζητήσει στην Πλάκα που καθόμουν σε κάτι σκαλοπάτια. Της ζήτησα να μου δείξει την Αθήνα και η κοπέλα το έκανε με μεγάλη προθυμία, ωστόσο προτού το κρίνεις και αυτό, μάθε πως έχει δεσμό, επομένως μπορείς να ησυχάσεις» του γρύλισε ο Κενάν και ο Μετίν φάνηκε επιτέλους να μαζεύεται.

Όφειλε να παραδεχτεί πως ο ίδιος λάτρευε την Μπινάζ, την οποία την αποκαλούσαν και οι δύο τους, άστρο. Όταν πληροφορήθηκε τον χαμό της και μαζί και τον χαμό του αγέννητου παιδιού του Κενάν, κόντεψε να τρακάρει, καθώς οδηγούσε. Ο Κενάν, είχε πάρει όλα τα έπιπλα για το μωρό και μάλιστα, είχε φροντίσει ο ίδιος να ζωγραφίσει τον έναν τοίχο με παιδικά σχέδια και αποφθέγματα όμορφα, από παιδικά παραμύθια. Το διαμέρισμα εκείνο, δεν το πούλησε ποτέ. Δεν ήθελε να αποχωριστεί το παιδικό δωμάτιο, το οποίο είχε χτίσει σχεδόν ο ίδιος με όνειρα για το παιδί του. Το σφράγισε λοιπόν και από τότε, παρέμεινε ακατοίκητο να ρημάζει, όπως είχε ρημάξει και η καρδιά του φίλου του.

*αδερφέ μου

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro