Κεφάλαιο Ένατο/part 5
Ο Ιάσωνας, καθώς οι μέρες περνούσαν, βεβαιωνόταν όλο και περισσότερο πως η δικαιολογία της μητέρας του ήταν αναληθής. Η Ιλεάνα δεν βρισκόταν σπίτι της, τον ίδιο τον είχε κάνει ρεζίλι στα συμπεθέρια, ενώ ο Έκτορας την αναζητούσε δίχως αποτέλεσμα, μέχρι που τελικά είχε λάβει ένα μήνυμα πως σε δύο ημέρες θα επέστρεφε στο διαμέρισμά τους και οι δυο τους θα συζητούσαν μερικά πράγματα. Φυσικά η συμφωνία μεταξύ εκείνου και του γαμπρού του, είχε να κάνει και με την κόρη του και ο Ιάσωνας είχε αποφασίσει πως δεν θα έμενε με σταυρωμένα τα χέρια. Εξάλλου, το ένστικτό του και μόνο, ήταν αρκετό για να ενισχύσει τις υποψίες του. Πως η ίδια είχε ταξιδέψει στην Τουρκία, ωστόσο δεν ήταν βέβαιος για τον ακριβή τόπο διαμονής της.
Μπαίνοντας στο γραφείο του, άνοιξε εκείνο το συρτάρι που βρίσκονταν κρυμμένες οι φωτογραφίες που είχε τραβήξει ο Αχιλλέας, ωστόσο με τρόμο διαπίστωσε πως η μία έλειπε και ο συνειρμός δεν άργησε να γίνει μέσα στο μυαλό του για το πρόσωπο το οποίο την είχε αρπάξει. Φυσικά ήταν η κόρη του, η οποία εκείνο το βράδυ βρέθηκε στα πρόθυρα της κρίσης πανικού, μόλις ανακάλυψε τι ήταν ικανός να κάνει ο πατέρας της. Μία σιγανή κραυγή πνίγηκε μέσα του. Όλα αυτά τα χρόνια αγωνιζόταν, ώστε η οικογένειά του να μην μάθαινε ποτέ την αλήθεια για τον ίδιο. Τώρα όμως η κόρη του γνώριζε πως είχε ένα τέρας μέσα στην ίδια της την οικογένεια. Σφίγγοντας τη γροθιά του, την κοπάνησε με δύναμη στο ξύλο και πήρε στα χέρια του μία δεύτερη φωτογραφία κοιτάζοντας τον νεαρό Κενάν. Γυρνώντας πίσω στον χρόνο, θυμήθηκε πως εκείνος ο Τούρκος, ο Εζέλ, του είχε ζητήσει να βγάλει από την μέση τη νύφη του, η οποία τότε ήταν έγκυος. Ωστόσο, δεν είχε ζητήσει περισσότερες λεπτομέρειες, ούτε τον ενδιέφερε ιδιαίτερα ο λόγος που την απεχθανόταν τόσο. Η δική του δουλειά ήταν απλώς να εκτελεί εντολές.
Εκείνη τη στιγμή, το ένστικτό του, του ψιθύρισε να τηλεφωνήσει στο τσιράκι του και να τον διατάξει να βρει λεπτομέρειες σχετικά με την ταυτότητα εκείνης της κοπέλας. Κάτι του έλεγε βαθιά μέσα του, πως θα του φαίνονταν απολύτως χρήσιμες. Πράγματι, έχοντας επικοινωνήσει με τον Αχιλλέα, οι απαντήσεις δεν του άρεσαν καθόλου, μιας που η συγκεκριμένη γυναίκα, ήταν παντρεμένη με τον Κενάν. Ποτέ στη ζωή του δεν θα φανταζόταν πως θα βρισκόταν μπλεγμένος σε αυτόν τον κύκλο και πως η κόρη του θα ερωτευόταν μία μέρα τον άντρα της νεκρής πλέον κοπέλας που δεν ήταν τίποτε άλλο, από ένα αθώο θύμα. Δίχως να χάσει χρόνο, άνοιξε μία παλιά, δερμάτινη ατζέντα, όπου εκεί μέσα βρίσκονταν όλα τα τηλέφωνα των ατόμων με τα οποία είχε επικοινωνήσει στο παρελθόν και τα οποία του είχαν ζητήσει, χάρες θανάτου. Κάπου εκεί, βρισκόταν και εκείνο του Εζέλ, ο οποίος όπως θυμόταν από τότε, είχε τρία παιδία. Δύο αγόρια και ένα μικρό κορίτσι. Αποφάσισε να το κρατήσει, σε περίπτωση που του φαινόταν χρήσιμο, καθώς κάτι του ψιθύριζε πως από πελάτης, ο Εζέλ σύντομα θα μετατρεπόταν στον χειρότερο εφιάλτη του.
Κωνσταντινούπολη
Όλο το βράδυ, τον είχα στην αγκαλιά μου και τον φιλούσα τρυφερά. Η αμηχανία ήταν έκδηλη στο πρόσωπο και στις κινήσεις του Κενάν, καθώς πλέον βρισκόταν καθηλωμένος σε ένα αναπηρικό καροτσάκι, ενώ με πολύ προσπάθεια και δική του, αλλά και δική μου, κατόρθωσε να σηκωθεί και να καθίσει τελικά σε μία καρέκλα, με εμένα να βρίσκομαι στην αγκαλιά του, έχοντας μπλέξει τα δάχτυλά μου στα σκούρα του μαλλιά. Τον είδα να παλεύει να μετακινηθεί ξανά προς το καροτσάκι του και έπειτα μαζί με αυτό να κατευθύνεται σε ένα συρτάρι. Τη στιγμή που επέστρεφε ξανά, ένα λαμπρό χαμόγελο στόλιζε το όμορφο πρόσωπό του.
«Ήθελα να σου ετοιμάσω δύο εκπλήξεις. Παρά το γεγονός πως δεν ήξερα πότε ακριβώς, ήμουν σίγουρος πως κάποια στιγμή θα ερχόσουν να με βρεις. Η αλήθεια είναι πως εξαιτίας της κατάστασής μου, μου είχε βγει θυμός και απογοήτευση. Νόμιζα, δηλαδή μου πέρασε από το μυαλό, πως με είχες εγκαταλείψει και πως ίσως εξαιτίας της σωματικής μου αναπηρίας, να μην ήθελες να είσαι μαζί μου άλλο πια. Ξέρω πως θυμώνεις με αυτό, αλλά η ανασφάλεια και η θλίψη της κατάστασης αυτής, σε οδηγούν να σκεφτείς πολλά, σε οδηγούν σε μονοπάτια γκρίζα, θολά και αδιευκρίνιστα. Μολαταύτα, χάρη στον Κάλιχ και στο γεγονός πως ξεκίνησα επιτέλους να εργάζομαι δίπλα του, το ηθικό μου ανέβηκε αρκετά και άρχισα φυσιοθεραπείες με αποτέλεσμα να μπορώ να σου δείξω έστω αυτό....»μου είπε και έστρεψα έκπληκτη τα μάτια μου προς το μέρος των ποδιών του, όταν είδα τα δάχτυλά του να κινούνται ανεπαίσθητα.
«Αυτό σημαίνει δηλαδή, πως η βλάβη δεν θα είναι μόνιμη!»αναφώνησα έχοντας ξεχάσει ακόμη και τα πικρά, αλλά δικαιολογημένα του λόγια προς το πρόσωπό μου.
«Ακριβώς! Υπάρχουν πολλές πιθανότητες η βλάβη να αποκατασταθεί. Ωστόσο, αυτή είναι μονάχα η μία έκπληξη. Έχω ακόμη κάτι για εσένα» μου είπε και τον είδα να βγάζει ένα δαχτυλίδι «Με αυτό το δώρο, θα ήθελα να σου ζητήσω να γίνεις επίσημα δική μου, καθώς την πρόταση, την φυλάω για την ημέρα που θα σταθώ ξανά στα πόδια μου και θα μπορέσω να γονατίσω μπροστά σου, σε εκείνο το μικρό εκκλησάκι στην Κω. Θέλω να πάω ενάντια στην μοίρα την άσχημη και να ξορκίσω τις αναμνήσεις της επίθεσης που δέχτηκα εκείνο το βράδυ. Αυτός είναι και ο λόγος που το δαχτυλίδι δεν είναι μονόπετρο» μου εξήγησε και εγώ είχα μείνει να τον κοιτάζω άναυδη.
«Θα πρέπει ωστόσο να σου κόστισε μία περιουσία» του παραπονέθηκα, καθώς μικρά μπριγιάν γυάλιζαν τριγύρω του.
«Τα χρήματα δεν παίζουν κανέναν ρόλο. Χρόνια τώρα δούλευα και μάζευα λεφτά στην άκρη για μία κρίσιμη στιγμή. Νομίζω πως αυτή εδώ η στιγμή είναι στ'αλήθεια κρίσιμη, καθώς επιτέλους μου γεννιέται η επιθυμία να ανοίξω την πόρτα εκείνου του δωματίου, το οποίο πάγωσε στον χρόνο. Θέλω μαζί σου, να μου φανεί και πάλι χρήσιμο, να αποκτήσει φωνές χαρούμενες και γέλια παιδικά. Βιάζομαι πολύ το ξέρω, αλλά στην τελική ο έρωτας είναι εκείνο το συναίσθημα που σε ωθεί να ονειρεύεσαι με ανοιχτά τα μάτια και να κάνεις μεγαλεπήβολα σχέδια» τελείωσε και εγώ πήρα από το χέρι του το δαχτυλίδι τρυφερά την στιγμή που παράλληλα καθόμουν στην αγκαλιά του.
«Φυσικά και δέχομαι να είμαι δική σου, αλλά και να γίνω μέρος των μεγαλεπήβολων σχεδίων σου. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ» του απάντησα κλείνοντάς του το μάτι και μαζί, με τα χέρια μας ενωμένα, ανοίξαμε επιτέλους την μονίμως κλειστή πόρτα για να εισέλθει το φως της νέας αρχής.
-------------------------
Ο Κάλιχ και η Άρτεμις στέκονταν έξω ακριβώς από το δωμάτιο του Μετίν. Ο νεαρός είχε κάνει μία αρχική έρευνα και είχε συνειδητοποιήσει πλήρως με τι είχε να κάνει, σε αντίθεση με την Άρτεμις που βρισκόταν στα πρόθυρα της ψυχολογικής κατάρρευσης, σκεπτόμενη κυρίως τη ζωή της φίλης της. Από την άλλη, αγωνιούσε και για την κατάσταση του Μετίν, ο οποίος όμως όπως ενημερώθηκαν από τους γιατρούς, σωματικά ήταν καλά, αλλά είχε υποστεί τεράστιο συναισθηματικό σοκ. Προτού πάρουν την απόφαση να μπουν στο δωμάτιο για να τον δουν, είχαν προετοιμαστεί ψυχολογικά για τις αντιδράσεις του. Πρώτος, εισήλθε ο Κάλιχ και ακριβώς πίσω του βάδισε η Άρτεμις.
«Φίλε μου;» τον φώναξε, ωστόσο με θλίψη αντίκρισαν έναν Μετίν που είχε γίνει η σκιά του εαυτού του.
Βρισκόταν καθιστός στο κρεβάτι του, με το βλέμμα στραμμένο προς την Γη και δεν έβγαζε άχνα, ενώ αρνούνταν κατηγορηματικά να φάει παρά τις παρακλήσεις των γιατρών. Ο Κάλιχ, έκανε σήμα στην Άρτεμις να αποχωρήσει και να τους αφήσει για λίγο μόνους. Μόλις η πόρτα έκλεισε πίσω του, σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά ακριβώς από τον Μετίν αγκαλιάζοντάς τον σφιχτά, δίχως να μιλήσει καθόλου. Τον ένιωσε να τραντάζεται ολόκληρος από τους σιωπηλούς λυγμούς, μα δεν τον σταμάτησε.
«Κλάψε να ξεσπάσεις, φώναξε αν χρειαστεί. Πίστεψέ με, γνωρίζω απόλυτα το συναίσθημα αυτό Μετίν»του είπε κάνοντας και σε εκείνον την αποκάλυψη της θλιβερής του ιστορίας «Να ξέρεις ένα πράγμα, πως τα βαριά τραύματα στην ψυχή και το σώμα, μας αλλάζουν. Εγώ δεν θα είμαι ποτέ πια ο ίδιος, δεν θα μπορώ να τρέξω φυσιολογικά, ούτε να έχω μία εμφάνιση όπως όλοι οι άλλοι. Από την άλλη, ούτε εσύ θα είσαι ο ίδιος. Η αλλαγή αυτή όμως, αν δεν μας σκοτώσει, θα μας κάνει πιο δυνατούς Μετίν. Θέλεις λοιπόν να μου πεις τι έγινε;»τον προέτρεψε μαλακά, μα δεν κατόρθωσε να του αποσπάσει καμία κουβέντα σχετική με την ιστορία.
«Το μόνο που ξέρω, είναι πως εγώ δεν έπρεπε να έχω ζήσει, ούτε και θέλω να ζω. Η ντροπή που νιώθω είναι τόσο μεγάλη, σε σημείο που αισθάνομαι να μου ρουφά το οξυγόνο και να μου απομυζά όλη μου την ενέργεια» απάντησε στον Κάλιχ, δίχως να επιδιώξει οπτική επαφή.
«Νιώθεις ντροπή για κάτι που έχεις κάνει εσύ;»τον ρώτησε και ο Μετίν ένευσε αρνητικά. «Τότε, άσε την ντροπή σε εκείνους στους οποίους και ανήκει. Αν τα δικά σου χέρια και η δική σου ψυχή είναι καθαρά, δεν καταλαβαίνω γιατί να σηκώνεις το ξένο βάρος. Άσε εκείνους να πηδήξουν στον Βόσπορο και να μας απαλλάξουν από την παρουσία τους όποιοι και να είναι» συνέχισε και τότε ο Μετίν, έστρεψε το σχεδόν άλικο από το κλάμα και την κούραση βλέμμα του, στα μάτια του Κάλιχ.
«Δεν είναι απλό. Τίποτε δεν είναι απλό» κατέληξε.
«Είναι Μετίν, μα τώρα δεν μπορείς να σκεφτείς καθαρά. Αύριο φεύγεις από εδώ, αν όλα πάνε καλά και επιπλέον, θα σε ρωτήσω κάτι. Θα ήθελες να πας στην Ελλάδα;» τον ρώτησε μα εκείνος αρνήθηκε «Καλώς, αν αλλάξεις γνώμη πάντως, πιστεύω πως ένα ταξίδι θα σε βοηθήσει και θα είσαι ασφαλής μακριά από εδώ...»δήλωσε ο Κάλιχ.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro